Saturday, August 28, 2021

Είναι η κατοχή, ηλίθιε!

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 28-29/8/2021

Βασιλιάς εν δράσει... Φτυστός ο Μεγαλέξανδρος!

Υπάρχει ένα θαυμάσιο διήγημα του Ράντγιαρντ Κίπλινγκ, του (κατά Οργουελ) προφήτη του βρετανικού ιμπεριαλισμού, που έχει γίνει μια επίσης θαυμάσια ταινία από τον Τζον Χιούστον, με τους Σον Κόνερι και Μάικλ Κέιν, ιδανικό πρωταγωνιστικό δίδυμο. «Ο άνθρωπος που θα γινόταν βασιλιάς» είναι η ιστορία δύο Αγγλων τυχοδιωκτών, του Ντράβοτ και του Κάρνεχαν, που στα μέσα του 19ου αιώνα, καθώς η αποικιοκρατούμενη Ινδία τούς έπεφτε μάλλον μεγάλη, αποφάσισαν να παραπλανήσουν μια φυλή στο Αφγανιστάν (στο Καφιριστάν, το σημερινό Νουριστάν που κατοικείται από τους Καλάς) και να γίνουν ηγεμόνες τους. Χάρη σε έναν συνδυασμό εξαπάτησης και συμπτώσεων, ο Ντράβοτ θεωρήθηκε από τους ντόπιους άτρωτος και αθάνατος θεός και έγινε πράγματι βασιλιάς τους, αλλά, όταν η δαγκωματιά της τρομαγμένης –και απρόθυμης– υποψήφιας νεαρής συζύγου του αποκάλυψε ότι ματώνει κανονικότατα, άρα δεν είναι θεός, η απάτη ξεσκεπάστηκε, οι Καφίρ εξοργίστηκαν και ο Ντράβοτ κατέληξε σε φρικτό θάνατο, αν και με το στέμμα του βασιλιά σχεδόν καρφωμένο στο κεφάλι του. Κι ο Κάρνεχαν δεν είχε πολύ καλύτερη τύχη.


Είναι μια ευφυής και προφητική σάτιρα της αποικιοκρατικής και ιμπεριαλιστικής αλαζονείας, μια πρωθύστερη συμπύκνωση των δύο αιώνων διαπάλης των κατακερματισμένων Αφγανών -διαδοχικά- με τη βρετανική, τη σοβιετική και την αμερικανική αυτοκρατορία, με τις δυτικές αυτοκρατορίες εν γένει, αφού και η ΕΣΣΔ έγινε Δύση με τα όλα της, και στις επεκτατικές νίκες και στα Βατερλό της. Ο Κίπλινγκ μοιάζει να προοικονομεί τις σημερινές ιεραμιάδες για την ύστατη πτώση του Αφγανιστάν, θυμίζοντας το ρητό: μπορείς να εξαπατάς λίγους για πολύ, πολλούς για λίγο, αλλά όχι όλους για πάντα. Και εδώ και τώρα, η αποχώρηση των Αμερικανών και η άνετη επικράτηση των νεο-Ταλιμπάν στην πολύπαθη χώρα τους είναι το τέλος μιας διαχρονικής, συλλογικής, σχεδόν οικουμενικής εξαπάτησης.

Ας τα πούμε με τ’ όνομά τους: τι ακριβώς γινόταν στο Αφγανιστάν εδώ και είκοσι χρόνια; Κα-το-χή, όλο μαζί ΚΑΤΟΧΗ, σωστά; Ακόμη κι αν οι εισβολείς είχαν συμμάχους ή ντόπιες δυνάμεις ανοχής, η κατοχή ήταν κατοχή. Και τι γινόταν πριν την αμερικανο-βρετανική επέμβαση; Ενας εμφύλιος πόλεμος με διαρκή και διόλου διακριτική εμπλοκή της Δύσης. Και πριν από αυτόν; Μια δεκαετής σοβιετική κατοχή. Και πιο πριν; Μια αλληλουχία πραξικοπημάτων, λιγότερο ή περισσότερο αιματηρών, στο όνομα του εκσυγχρονισμού του Αφγανιστάν. Γιατί λοιπόν επικράτησαν τόσο άνετα οι νεο-Ταλιμπάν; Είναι η κατοχή, ηλίθιε! Είναι ότι σχεδόν μισός αιώνας εισαγόμενου «εκσυγχρονισμού» –σοβιετικής ή «καπιταλιστικής» χροιάς– κατέληξε σε ένα μεγαλοπρεπές φιάσκο φτώχειας, καθυστέρησης και διαφθοράς.

Στο Αφγανιστάν επικράτησαν οι Ταλιμπάν απλά γιατί κέρδισαν μεγαλύτερη λαϊκή υποστήριξη. Και την κέρδισαν όχι γιατί οι Παστούν, οι Τατζίκοι ή οι Χαζάροι, που αποτελούν την πλειονότητα του φυλετικού συνονθυλεύματος, ξαφνικά αγάπησαν τους Ταλιμπάν, αλλά κυρίως γιατί απέρριψαν και μίσησαν τη σκληρή και βρόμικη αμερικανική κατοχή.

Οπως και οι Σοβιετικοί τη δεκαετία του ’80, έτσι κι οι Αμερικανοί είχαν, την τελευταία εικοσαετία, την ευκαιρία τους να πείσουν τους Αφγανούς με μια θεαματική αλλαγή στη ζωή τους. Στα είκοσι χρόνια «παιδαγωγικής» κατοχής, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στο Αφγανιστάν υποτίθεται ότι σχεδόν διπλασιάστηκε. Αλλά, όταν το ένα τρίτο από το ετήσιο ΑΕΠ των 20 δισ. δολαρίων είναι διεθνής βοήθεια -το μεγαλύτερο μέρος της οποίας πάει στην «ασφάλεια» και στους εξοπλισμούς- αυτό δεν το λες επιτυχία. Με οικονομικούς όρους είναι ένα φιάσκο. Προσοδοφόρο μεν για τις αμερικανικές πολυεθνικές όπλων και τους εργολάβους του αμερικανικού στρατού, αλλά φιάσκο. Και γίνεται ακόμη χειρότερο, καθώς εδώ και πέντε χρόνια το εισόδημα της πάμφτωχης χώρας συρρικνώνεται ευθέως, ανάλογα με τη μείωση της διεθνούς βοήθειας.
Θεωρητικά, το βιοτικό επίπεδο των Αφγανών βελτιώθηκε, αλλά πάνω από τους μισούς ζουν κάτω από το όριο φτώχειας. Η θνησιμότητα μειώθηκε, η πρόσβαση στο σύστημα υγείας βελτιώθηκε, το προσδόκιμο ζωής υποτίθεται ότι αυξήθηκε, αλλά μιλάμε για μια χώρα που η σχέση της με τη στατιστική είναι πρόσφατη και οι δυνάμεις κατοχής είχαν κάθε λόγο να εξωραΐζουν τους δείκτες. Αρα, τις βελτιώσεις ακούστε τις βερεσέ. Αφήστε δε που, αν βάλουμε στη στατιστική τις «παράπλευρες απώλειες» των βομβαρδισμών, των αντιτρομοκρατικών εκκαθαρίσεων, του σιωπηρού εμφυλίου και του ακατάπαυστου προσφυγικού κύματος, το βελτιωμένο προσδόκιμο πάει για βρούβες.

Και, έπειτα, το Αφγανιστάν, μια καθαρά αγροτοκτηνοτροφική οικονομία, είδε σε μια εικοσαετία το αγροτικό της προϊόν (συμπεριλαμβανομένου του οπίου) ως μερίδιο του ΑΕΠ να μειώνεται δραματικά υπέρ των υπηρεσιών -των υπηρεσιών που αναπτύχθηκαν κυρίως γύρω από ή με αφορμή τον στρατό κατοχής και τους έμμεσους ή άμεσους συνεργάτες του-, παρότι ο πληθυσμός παρέμεινε κυρίως αγροτικός. Αντιθέτως, ο ορυκτός του πλούτος, που κατά πολλούς είναι ο πραγματικός θησαυρός του Αφγανιστάν με κοιτάσματα εκατοντάδων δισ. δολαρίων, όχι μόνο έμεινε αναξιοποίητος, αλλά η εξόρυξή του μειώθηκε δραματικά, κάτω από τα επίπεδα ακόμη και της δεκαετίας του ’80.

Αν, λοιπόν, η ισχυρότερη και σταθερότερη εδώ και έναν αιώνα αυτοκρατορία του κόσμου, με την τεράστια στρατιωτική και οικονομική της ισχύ, αποδεικνύεται ανίκανη να αναμορφώσει την οικονομία μιας απελπιστικά φτωχής χώρας, αν απέτυχε να διαμορφώσει με βία ή με πειθώ έστω μια καρικατούρα κράτους δικαίου, να απαλλάξει τους πολίτες από τη μάστιγα της διαφθοράς των δυτικότροπων γραφειοκρατών και των ακατέργαστων πολέμαρχων, αν τα πολιτικά δικαστήρια της Καμπούλ αποδείχτηκαν πιο αργυρώνητα και ανέντιμα από τους περιφερειακούς καδήδες της σαρία, αν το αμερικανικό χρήμα δεν κατάφερε για είκοσι χρόνια παρά να ταΐσει μια ελίτ που, ανεξαρτήτως καλών ή κακών προθέσεων, ζούσε αποκλειστικά υπέρ και χάρη στους εισβολείς, τότε οι απεχθείς νεο-Ταλιμπάν, οι μαθητές των δωρεάν ισλαμικών σχολείων των προσφυγικών στρατοπέδων, οι εξοικειωμένοι με τις νέες τεχνολογίες πιστοί του Αλλάχ, μπορούν να διεκδικήσουν ξανά τον ρόλο της εναλλακτικής λύσης για τους απελπισμένους και θυμωμένους Αφγανούς.

Τι είδους εναλλακτική λύση; Αυτή που διαμορφώνει η ζωντανή ιστορία, με όλες τις τρομακτικές και σκοτεινές αντιφάσεις της. Είναι οι εκφραστές των φτωχών αγροτών, φανατικά θρησκόληπτοι, σκοταδιστές, βαθιά μισογύνηδες -αλλά όχι χωρίς την υποστήριξη και γυναικών- αντικομμουνιστές, αντιαμερικανοί, αντιδυτικοί εν γένει, αλλά είναι και αυτοί που σήκωσαν το βάρος της αντίστασης σε μια μακρόχρονη, σκληρή, βάρβαρη και σπάταλη εισβολή, που δεν είχε την παραμικρή σχέση με ανθρώπινα δικαιώματα και δημοκρατία. Οσο κι αν η πολιτική νίκη των νεο-Ταλιμπάν προκαλεί φλύκταινες στη Δύση, η δεύτερη ευκαιρία τους θα κριθεί –κατά την ταπεινή μου γνώμη…– από δύο πράγματα: από τον γρήγορο και ξεκάθαρο διαχωρισμό τους από τους ισλαμοφασίστες του ISIS και από τον απογαλακτισμό της αφγανικής οικονομίας από τις δουλείες της αμερικανικής κατοχής.




ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ


Ευσέβεια δεν είναι μόνο να στρέφετε ανατολικά και δυτικά τα πρόσωπά σας, αλλά για εκείνον που πιστεύει στον Αλλάχ και στην Εσχατη Μέρα, στους Αγγέλους και στο Βιβλίο και στους προφήτες, ευσέβεια είναι να δίνει από την περιουσία του για τους συγγενείς του και για τα ορφανά και για τους απόρους και για τους οδοιπόρους και τους ζητιάνους και για την απελευθέρωση των σκλάβων…»

Μωάμεθ, «Το Κοράνι»

Friday, August 13, 2021

Φαιοπράσινος καπιταλισμός

13-15/8/2021




Τώρα, που «όλοι δικοί μας είμαστε», τώρα που η αναγνώριση της κλιματικής κρίσης ως οικουμενικής απειλής υποτίθεται ότι σβήνει κάθε διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σε κυρίαρχες και υποτελείς τάξεις, πλούσιους και φτωχούς, ισχυρές και αδύναμες χώρες, κυβερνώντες και κυβερνώμενους, καταπιεστές και καταπιεζόμενους, δεξιούς και αριστερούς, καπιταλιστές και προλετάριους, Ανατολή και Δύση, Βορρά και Νότο, ορθολογιστές και συνωμοσιολόγους, ολετήρες και σωτήρες, τώρα είναι η ώρα να καθαρίσουμε το πεδίο από στάχτες και αποκαΐδια. Να αποκαλύψουμε τις νέες διαχωριστικές γραμμές, που ίσως αποδειχτεί ότι είναι πολύ παλιότερες απ’ όσο νομίζουμε. Να σταματήσουμε το ξέπλυμα των εμπρηστών του πλανήτη στην πράσινη κολυμπήθρα της ελπίδας.

Διότι, δυστυχώς, η πολιτική, ιδεολογική και «επιστημονική» απάτη έχει εδώ και πολλά χρόνια πάρει κεφάλι. Πολύ πριν η Γκρέτα Τούνμπεργκ με τον εφηβικό της θυμό και την αμόλυντη διορατικότητά της πει, σε ελεύθερη μεταφορά, ότι η κλιματική κρίση δεν είναι θέμα άποψης, «είναι μαθηματικά, ηλίθιοι!». Ομως, ακόμη και σε αυτό το μαθηματικό θέμα, δηλαδή το ισοζύγιο των εκπομπών των αερίων της υπερθέρμανσης του πλανήτη, που θεωρητικά πρέπει και μπορούμε να βελτιώσουμε με την προσδοκία να αντιστρέψουμε μια ολέθρια για το είδος μας κλιματική επιβάρυνση, το άπληστο και έξυπνο χρήμα έχει επιβάλει ήδη τη δική του αντι-επιστημονική αν-αλήθεια. Και το χειρότερο: δεν την έχει πουλήσει μόνο στις πρόθυμες κυβερνήσεις και στα κυρίαρχα πολιτικά συστήματα που τη μετουσιώνουν σε εφαρμοσμένες πολιτικές και νομοθεσίες, αλλά την έχει αναπτύξει σε μια τεράστια, κερδοσκοπική και καθετοποιημένη «πράσινη οικονομία» που καθίσταται κυρίαρχη στην καθ’ ημάς καπιταλιστική Δύση. Οσονούπω, και στην κρατικο-καπιταλιστική Ανατολή.

Το κυρίαρχο εύρημα του φαιοπράσινου καπιταλισμού, που έπειτα από αιώνες οικουμενικής επιβολής της οικονομίας του άνθρακα φάσκιωσε τον πλανήτη σε μια κάψα διοξειδίων, είναι οι τεχνολογίες των αρνητικών εκπομπών. Μια συστηματική μετατόπιση κεφαλαίου και επενδύσεων συντελείται ήδη από τη δεκαετία του ’80. Στην αρχή από μικρούς και τολμηρούς πιονέρους, τους σταρτάπερ της ψηφιακής, βιοτεχνολογικής και ενεργειακής επανάστασης, που έσπαγαν τη ρουτίνα του προτεσταντικού καπιταλισμού και του νεοφιλελευθερισμού με πινελιές οικολογίας, επιστημονικής φαντασίας και τυχοδιωκτικής κερδοσκοπίας. Αυτή η ιδιότυπη πρωταρχική συσσώρευση στις πράσινες τεχνολογίες δεν είχε τον βίαιο και αιματηρό χαρακτήρα που είχε η προ-βιομηχανική συσσώρευση της Ευρώπης του 18ου αιώνα. Είχε όμως μια εκπληκτική ταχύτητα διάδοσης και ένα απαράμιλλο προσόν: ένα πειστικό ηθικό και ιδεολογικό άλλοθι που την κατέστησε γοητευτική και αποδεκτή από κυρίαρχους και υποτελείς.

Οι πρώτοι βρήκαν σ’ αυτό το άλλοθι μια ευκαιρία να επαναλανσάρουν τον καπιταλισμό ως ένα σύστημα ηθικό, καθαρό, ανθρωπιστικό, φιλάνθρωπο, φιλόζωο, αλληλέγγυο, οικολογικά και κοινωνικά υπεύθυνο που, επομένως, η διαιώνισή του είναι συνάρτηση με τη διαιώνιση του είδους και την επιβίωσή του σε έναν θυμωμένο πλανήτη. Οι δεύτεροι, οι ανυποψίαστοι υποτελείς, πνίγηκαν στις τύψεις τους γιατί τάχα η καταναλωτική τους απληστία, η περιβαλλοντικά ανεύθυνη ατομική συμπεριφορά τους, η προθυμία με την οποία ψώνιζαν τα ρυπογόνα αγαθά που τους πουλούσαν οι πρώτοι, έφεραν τον πλανήτη στα όρια εμφράγματος. Για τους συνενόχους υποτελείς είναι μονόδρομος να ακολουθήσουν την καλή, καταπράσινη θέληση των κυρίαρχων.

Αυτό είναι το μεγαλύτερο πράσινο ξέπλυμα της φαιοπράσινης οικονομίας. Η επιβολή ενός ηθικού, ιδεολογικού, επιστημονικοφανούς και τεχνολογικού προτύπου, του μοντέλου των αρνητικών εκπομπών ή του λεγόμενου μηδενικού περιβαλλοντικού αποτυπώματος, στο οποίο κατευθύνονται τεράστιοι δημόσιοι και ιδιωτικοί πόροι, χωρίς να θίγεται η ουσία της ληστρικής σχέσης της αγοράς με τη φύση, της οικονομικής μεγέθυνσης με τα όρια της γης, του ατομικού κέρδους με τη συλλογική επιβίωση.

Το κορυφαίο και απλούστερο παράδειγμα
του πράσινου ξεπλύματος είναι το ηλεκτρικό αυτοκίνητο. Οι κυβερνήσεις εμφανίζονται πρόθυμες να επιδοτήσουν την αγορά ενός Tesla των 50.000 και πλέον ευρώ, να το απαλλάξουν από τέλη και φόρους και να επιβραβεύσουν την απόκτησή του από τους ελάχιστους που προς το παρόν μπορούν, ως κορυφαία πράξη οικολογικής συνείδησης. Μόνο και μόνο γιατί δεν έχει εξάτμιση να μας φλομώνει με διοξείδια. Και ας υποθέσουμε ότι ένα Tesla στην Ισλανδία, που ηλεκτροδοτείται με γεωθερμία και υδροηλεκτρικά, μπορεί να είναι τίμια καθαρό. Αλλά στις ΗΠΑ ή στην Ελλάδα, που ακόμη εξαρτώνται κατά 70% από ορυκτά καύσιμα, η φόρτισή του είναι ακόμη πιο ρυπογόνα και από ενός συμβατικού Ι.Χ.

Αυτό είναι το ευκολάκι, που το καταλαβαίνει κι ένα παιδί του Δημοτικού. Πέρα από αυτό, ακόμη και στην ιδεατή περίπτωση που γίνει ταχύτερα το άλμα στην πράσινη ενέργεια, υπάρχει το ερώτημα τι περιβαλλοντική ζημιά απαιτεί η παραγωγή ενός ηλεκτρικού αυτοκινήτου, η απόσπαση των πρώτων υλών από τη γη, η κατασκευή των εξαρτημάτων του, οι τεράστιες μπαταρίες που το κινούν, οι σπάνιες γαίες που χρειάζονται για να λειτουργήσουν, το ξεκοίλιασμα του γήινου φλοιού για να αποσπαστούν το λίθιο, το νικέλιο, το κοβάλτιο, ο γραφίτης που περιέχουν αυτές οι μπαταρίες. Κι έπειτα, τι θα γίνουν όταν κλείσουν τον κύκλο ζωής τους, όταν τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα έχουν «εκδημοκρατιστεί» τόσο, ώστε δισεκατομμύρια άνθρωποι έχουν από ένα;

Τα ερωτήματα αυτά μπορούμε να τα επεκτείνουμε σε όλο το πεδίο της πράσινης οικονομίας: από την περιβαλλοντική ζημιά που απαιτεί η παραγωγή, μεταφορά, εγκατάσταση μιας ανεμογεννήτριας σε μια δασωμένη βουνοκορφή, μέχρι τους κινδύνους που εγκυμονεί το μάντρωμα των ποταμών για να κατασκευαστούν τεράστια φράγματα παραγωγής ολοκάθαρης ενέργειας.

Είναι προφανές ότι ένα βιώσιμο μέλλον περιλαμβάνει και καθαρή ενέργεια και οχήματα χωρίς ρύπους. Αλλά η βιασύνη με την οποία ο φαιοπράσινος καπιταλισμός τα επιβάλει εδώ και τώρα, αποφεύγοντας τα ενοχλητικά ερωτήματα της επιστήμης και του μέλλοντος, προδίδει απλώς ότι οι προτεραιότητές του μένουν αμετάβλητες: ξίγκι από τη μύγα, κέρδος από την απελπισία, κέρδος κι από την ελπίδα. Η απληστία βάφεται φαιοπράσινη.




ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

Ελα να πάμε στα καμένα
στον Υμηττό και στην Αυλώνα
πουλιά και πεύκα συλλογίσου
ενός καμένου παραδείσου
δέντρα που ήτανε φαντάσου
και στη σκιά τους ξεκουράσου

Ελα και πάρε με μαζί σου
στην κυριακάτικη εκδρομή σου
βγάλε με στο χλωρό κορμί σου
στις εκβολές του παραδείσου

Ελα να πάμε στα καμένα
δε μας χωράει πια το σπίτι
έρχονται δύσκολες ημέρες
μουτζουρωμένες σαν Δευτέρες
έρχονται φλόγες απ’ τα δάση
και μια φωτιά να μας δικάσει
μέσα στο πύρινό της χνότο
από τον έσχατο στον πρώτο


Ελα να βγούμε απ’ το σπίτι
ξανά σε δρόμους και πλατείες
πάρε και τα παιδιά μαζί σου
εδώ, στο χείλος της αβύσσου
κι άφησε μόνη στο τραπέζι
την τηλεόραση να παίζει
Να δείχνει έγχρωμο τον πόνο
δίπλα σ’ ένα φιλέτο τόνο
Να δείχνει φονικά και φλόγες
τσόντες, πολιτικούς και ρώγες
ενώ εμείς θα ’χουμε φτάσει
στο σταυροδρόμι του εξήντα

Με τα παιδάκια μας στον ώμο
για να μας δείχνουνε το δρόμο


Μιχάλη Γκανά, «Στα καμένα» (Από το άλμπουμ του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα «Τόσα χρόνια μια ανάσα», 2007)

Sunday, August 8, 2021

Ανθρωπόκαινος, ανθρωπόκενος

ΕφΣυν, 7-8/8/2021

Βρίσκεστε στη φλεγόμενη Αττική ή στην Εύβοια, η φωτιά που τις κατακαίει δεν σας επέτρεψε να χαρείτε τους λίγους βαθμούς πτώσης της θερμοκρασίας από τα επίπεδα βρασμού, οι αέρηδες δεν σας ανακουφίζουν διόλου, ίσα ίσα πλημμυρίζουν τα πνευμόνια με αιθάλη και σωματίδια και το μυαλό σας με αγωνία για τη διαδρομή της πυρκαγιάς. Είστε κολλημένοι στα ζωντανά τηλεοπτικά ρεπορτάζ, ζάπινγκ από την ΕΡΤ στο OPEN κι από κει στο ΣΚΑΪ ή στον ΑΝΤ1, με την ελπίδα να πέσετε πάνω σε μια καλή είδηση, μια ανάσα ανακούφισης, «σε ύφεση το μέτωπο», ή έστω «αποφεύχθηκαν τα χειρότερα»· εις μάτην.

Ψυχολόγοι και ψυχίατροι ταλαντεύονται αν πρέπει να υιοθετήσουν μια ειδική νεύρωση, μια ιδιαίτερη μαζική φοβία όχι της ίδιας της φωτιάς, αυτή είναι γνωστή από εποχής Προμηθέα, αλλά του τρόμου του «παραλυμένου Λεβιάθαν». Και στην προσπάθειά σας να ξεφύγετε απ’ αυτόν τον τρόμο, κάθε φορά που ο Νικ Χαρντ εγγυάται ότι όλα εξελίσσονται υποδειγματικά, αλλά ο Μωυσής προειδοποιεί ότι αύριο μπορεί να είναι όλα χειρότερα, πιάνετε το τηλεκοντρόλ κι αναζητάτε διαφυγή. Κι εκεί πέφτετε πάνω στην ανακουφιστική εικόνα ενός κατάλευκου, παγωμένου αρκτικού τοπίου, χωρίς ίχνος πρασίνου και καύσιμης ύλης, και στα χαμογελαστά –τουλάχιστον μπροστά στην κάμερα– πρόσωπα των Ινουίτ που κινούνται κι ανασαίνουν στους μείον 30 σαν να πρόκειται για το φυσικότερο πράγμα στον κόσμο. Αλλά μετά την πρώτη ψευδαίσθηση δροσιάς που εκπέμπει η εικόνα, αναρωτιέστε: «Πώς αντέχουν;».

Το ίδιο αναρωτιούνται και οι Ινουίτ της Αλάσκας ή της Γριλανδίας, που πιθανά χαζεύουν κι αυτοί στις τηλεοράσεις τους τις εικόνες της πυρπολημένης Μεσογείου, ενώ απολαμβάνουν τους 6 βαθμούς του αρκτικού καλοκαιριού τους, έχοντας εισπράξει ικανοποίηση ή απογοήτευση από το «ταμείο» της μέρας, από το κυνήγι της μονοκέρης φάλαινας ή της φώκιας, ίσως με μια δόση τσαντίλας γιατί η πετυχημένη σοδειά της θάλασσας έπιασε το ταβάνι της επιτρεπόμενης ποσότητας. Η φωτιά είναι εξίσου φίλη τους με μας, είναι κι αυτοί παιδιά του Προμηθέα, αλλά δεν την έχουν νιώσει ποτέ σαν ανελέητο εχθρό, και καθώς κι αυτοί έχουν τις δικές τους αγωνίες για το βάθος του πάγου που λιώνει κάθε φορά που έρχεται ένα πιο ζεστό καλοκαίρι από τα προηγούμενα, 1 ή 2 βαθμούς πάνω από το περσινό, στους 7 ή στους 10 βαθμούς, μας βλέπουν να καιγόμαστε από τον ολέθριο συνδυασμό καύσωνα και πυρκαγιών κι αναρωτιούνται: «Πώς αντέχουν;».

Το νήμα που συνδέει την τηκόμενη Αρκτική και την καιόμενη Αττική είναι η υπερθέρμανση. Κανείς δεν έχει πια αμφιβολία γι’ αυτό. Ακόμη και οι αρνητές της κλιματικής αλλαγής εστιάζουν την επιχειρηματολογία τους όχι στο αν ο πλανήτης ζεσταίνεται, αλλά αν είναι πράγματι κάτι που επηρεάζεται από την ανθρώπινη δραστηριότητα, ή απλώς πρόκειται για εναλλαγή θερμών και ψυχρών περιόδων της Γης, ανεξάρτητες από μας. Η προθυμία με την οποία το μεγαλύτερο μέρος των πολιτικών ηγεσιών του κόσμου, αλλά και το κυρίαρχο μέρος της παγκόσμιας επιχειρηματικής ελίτ έχουν προσχωρήσει στη ρητορική της κλιματικής αλλαγής και, κυρίως, επενδύουν τεράστια ποσά στην αντιμετώπισή της, στην αλλαγή ενεργειακού και τεχνολογικού μοντέλου, θολώνει το τοπίο και προκαλεί εύλογες καχυποψίες. Γιατί άραγε η Tesla, η Coca Cola, η Microsoft ή η Goldman Sachs ανησυχούν για το κλίμα; Γιατί θέλουν την πράσινη ενέργεια, γιατί υπόσχονται να εκμηδενίσουν το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα, γιατί θέλουν να εξαφανίσουν τα πλαστικά καλαμάκια, γιατί ομνύουν στην ολική ανακύκλωση, γιατί δεσμεύονται στους 17 στόχους της βιώσιμης ανάπτυξης του ΟΗΕ;

Για να μην μπερδευόμαστε, δεν είναι η πρώτη φορά που το πιο «βρόμικο» οικονομικό σύστημα στην ιστορία της ανθρωπότητας κάνει επιλογή επιβίωσης και αναπαραγωγής. Ο καπιταλισμός μπορεί να είναι φιλοπόλεμος όσο ο πόλεμος είναι επικερδής, φιλειρηνικός όταν η ειρήνη υπόσχεται υψηλότερη απόδοση κεφαλαίου, αλλά μπορεί μια χαρά να είναι και τα δύο ταυτόχρονα, κατανέμοντας κατά βούληση μερίδες πολέμου και ειρήνης μεταξύ Βορρά - Νότου, Ανατολής - Δύσης, φτωχών και πλούσιων χωρών. Σε μια αναλογία, το σκηνικό επαναλαμβάνεται με τη ριζική στροφή της αναπτυγμένης Δύσης στο θέμα της κλιματικής αλλαγής. Η στροφή γίνεται με τόσο άνισους για τους φτωχότερους πληθυσμούς της Γης όρους, ώστε η «καθαρή» ανάπτυξη που ευαγγελίζονται οι ισχυρότερες χώρες καταντά απλή εφαρμογή του κανόνα «τα σκουπίδια στην πόρτα του γείτονα».

Αλλά ακόμη κι αν κάποια στιγμή στο απώτατο μέλλον κλείσει η ψαλίδα της περιβαλλοντικής ανισότητας, είναι αμφίβολο αν θα επαρκεί για να αναστρέψει τη μη βιώσιμη συνθήκη, όχι για το ανθρώπινο είδος γενικώς και αορίστως, αλλά για τον οικονομικό πολιτισμό της αέναης εκθετικής μεγέθυνσης. Οι επιστήμονες και ιδιαίτερα οι γεωλόγοι σωστά προσανατολίζονται να υιοθετήσουν ως αυτόνομη γεωλογική εποχή την ανθρωπόκαινο (εκ του άνθρωπος + καινός= καινούργιος). Διαφωνούν για το αν ως σημείο εκκίνησής της πρέπει να οριστεί η χρήση της φωτιάς, η γεωργική επανάσταση ή η πολύ μεταγενέστερη βιομηχανική επανάσταση. Δεν είμαι βέβαιος αν έχει και την πιο τεράστια σημασία, αλλά υποθέτω πως ουδείς αμφισβητεί ότι η μεγαλύτερη περιβαλλοντική ζημιά είναι υπόθεση των τελευταίων τριών αιώνων που «τυγχάνει» να είναι οι αιώνες οικουμενικής εδραίωσης του καπιταλισμού, με όλα τα ενεργειακά και τεχνολογικά παρελκόμενά του, αλλά πάνω απ’ όλα με τη λατρεία της οικονομικής μεγέθυνσης, που δεν άφησε ανεπηρέαστο και το αντίπαλο δέος, τον υπαρκτό - ανύπαρκτο σοσιαλισμό και όλες τις αποχρώσεις του.

Στην τελική, θα πρέπει να αναρωτηθούμε μήπως δεν αρκεί απλά να εξασφαλίσουμε μια καθαρότερη και κλιματικά ουδέτερη παραγωγική δραστηριότητα, αλλά να σταματήσουμε την αέναη οικονομική μεγέθυνση, τη θρησκεία της ανάπτυξης που μετριέται αδιάλειπτα με όρους στατιστικής νεύρωσης. Οι Ινουίτ ίσως μπορούν να μας διδάξουν ότι το μυστικό της αληθινής αειφορίας στις συνθήκες των μείον 20 βαθμών, όπως και οι ιθαγενείς του Αμαζονίου στους συν 40 βαθμούς, είναι η απο-ανάπτυξη. Ή, για να το πούμε αλλιώς, η μόνη λύση είναι να βάλουμε τέλος στην ανθρωπόκαινο εποχή, πριν η κλιματική κρίση τη μετατρέψει σε ανθρωπόκενο (άνθρωπος+ κενός, ο μεθερμηνευόμενον, γη κενή από ανθρώπους ή γεμάτη κενούς ανθρώπους).



ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

Μέσα από τις ληστρικές μας συμπεριφορές, τα συστήματα εκμετάλλευσης και τις προσηλωμένες στην ανάπτυξη κοινωνίες, ζούμε σε ανταγωνισμό μεταξύ μας, προς τα άλλα είδη και προς τον πλανήτη τόσο καιρό που έχουμε προκαλέσει μια νέα γεωλογική εποχή. Εχουμε επιταχύνει το τέλος της ολοκαίνου εποχής, που άντεξε τα τελευταία δέκα χιλιάδες χρόνια, και έχουμε επισπεύσει την εκκίνηση της ανθρωποκαίνου εποχής- το όνομα της οποίας διακηρύσσει την παγκόσμια κυριαρχία μας και τις σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις των Homo Sapiens. Στην τρέχουσα ανθρωπόκαινο περίοδο, ενώ είναι σε πλήρη εξέλιξη η κλιματική αλλαγή, η έκτη μεγάλη κρίση εξαφάνισης ειδών στην Ιστορία της Γης, η έλλειψη πόρων, ο παγκόσμιος καπιταλισμός, ο επιθετικός νεοφιλελευθερισμός, οι οικονομικές καταρρεύσεις, η αυξανόμενη συγκέντρωση εξουσίας, ο ανεξέλεγκτος μιλιταρισμός, μακρόχρονοι πόλεμοι, οδύνες και συγκρούσεις παντού, βρισκόμαστε σε ένα ιστορικό σταυροδρόμι που πρέπει να γίνουν και να εφαρμοστούν κεφαλαιώδεις επιλογές.

Στίβεν Μπεστ, «Η πολιτική της ολικής απελευθέρωσης: Μια επανάσταση για τον 21ο αιώνα»