ΈΠΕΙΤΑ ΑΠΟ ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΧΡΟΝΙΑ, η προϊστορία παίρνει την εκδίκησή της από την Ιστορία. Και μάλιστα -πώς να το φανταστεί κανείς;- μέσω των Χριστουγέννων. Τα πράγματα είναι πολύ απλά. Μετά τις γιορτές, η εμπορευματική οικονομία θα κάνει τον απολογισμό της στις χώρες της ύφεσης, των μνημονίων και της λιτότητας. Και θα βρει το ταμείο μείον. Πολύ μείον. Και θα πέσει κλάμα, μεταφορικό και κυριολεκτικό. Διότι αυτή τη φορά η οικονομία του δώρου δεν θα έχει κάνει το θαύμα της. Αυτή η επιβίωση της προϊοστορίας, το δώρο, βασικός τρόπος συναλλαγής των ανθρώπων πριν εδραιωθεί η ανταλλαγή σε είδος ή σε χρήμα, παίρνει την εκδίκησή της από την εμπορευματική οικονομία διά της απουσίας της.
ΣΚΕΦΤΕΙΤΕ ΤΟ ΛΙΓΟ. Υπάρχουν κλάδοι που κάνουν ακόμη και το 50% του ετήσιου τζίρου τους την περίοδο των γιορτών. Ακόμη και θεσμοί του λεγόμενου κοινωνικού κράτους που θεσπίστηκαν με υπόρρητο προορισμό να τονώσουν τον ετήσιο οικονομικό κύκλο, όπως ο 13ος μισθός, τα δώρα φιλοφρόνησης μεταξύ συναλλασσομένων ή από εργοδότες προς υπαλλήλους φέτος θα λάμψουν διά της απουσίας τους.
Ο ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ, παρά τις ποικίλες συγκρούσεις του με παραδόσεις παλιότερων κοινωνικών σχηματισμών, μεγέθυνε στο έπακρο έθιμα με εμπορευματική αξία και περιθώρια κέρδους. Τα Χριστούγεννα, η Πρωτοχρονιά, μια περίοδος γεμάτη αρχαίες παραδόσεις προσφοράς χωρίς προσδοκία ανταπόδοσης, εξελίχθηκαν σ’ ένα εμπορευματικό ντελίριο στο οποίο επενδύθηκαν κολοσσιαία ποσά. Έπειτα ακολούθησε και το Πάσχα και στις μέρες μας οι διαφημιστικές εταιρείες έχουν φτάσει να μας υπενθυμίζουν ακόμη και τις ονομαστικές γιορτές αγαπημένων προσώπων και φίλων, προκειμένου να κερδίσουν έστω κι ένα χιλιοστό αύξησης του τζίρου σε δώρα. Αν γνώριζαν και τα γενέθλια ή τις επετείους γάμων μας, θα τα περιλάμβαναν στους σχεδιασμούς τους. Και τα δώρα στην εποχή της ολιστικής εμπορευματοποίησης δεν είναι μια ιδιαίτερη κατηγορία προϊόντων. Δώρο, μας υπενθυμίζουν τα «πουμπλί» γιορταστικά αφιερώματα των ΜΜΕ, μπορεί να είναι οτιδήποτε. Από ένα ανόητο, φθηνό μπιχλιμπίδι του ενός ευρώ, μέχρι ένα αυτοκίνητο, ένα ιστιοπλοϊκό σκάφος ή ένα ακριβό μονόπετρο δεκάδων χιλιάδων ευρώ. Ανάλογα με το απόθεμα αγάπης και χρήματος που διαθέτει κανείς.
ΚΑΤΑ ΚΑΠΟΙΟ ΤΡΟΠΟ, ο εμπορευματικός μας πολιτισμός, ιδιαίτερα στην καπιταλιστική του κορύφωση, πέφτει θύμα της τεράστιας επιτυχίας του. Επένδυσε πολλά, πάρα πολλά στον πολιτισμό που θέλησε να εξαλείψει και να υποκαταστήσει πλήρως: στον πολιτισμό του δώρου, ο οποίος, κατά τους ανθρωπολόγους, μαζί με τις άλλες μορφές ανταλλακτικής και πάντως μη χρηματικής οικονομίας, καλύπτει ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας, πολλών χιλιάδων χρόνων, από την εμπορευματική και ιδιαίτερα τη χρηματική του εκδοχή.
Η ΛΙΤΟΤΗΤΑ και η ύφεση συντρίβουν αυτό το εμπορευματικό κεκτημένο. Το δώρο, για την ακρίβεια η αγορά του δώρου, είναι το πρώτο που θα συντριβεί ή θα συρρικνωθεί δραματικά όσο οι συνήθειές μας θα προσαρμόζονται σ’ αυτό που μας περιγράφουν ως μοιραία κατάσταση. Σε συνθήκες στάσης πληρωμών προς την κοινωνία, οι προτεραιότητες αλλάζουν. Η επιβίωση των ανέργων, των υποαμειβόμενων ή απλήρωτων μισθωτών, των συνταξιούχων που υποβαθμίζονται σε μια κατάσταση υποσιτισμού περιθωριοποιεί ως πολυτελείς τις ανάγκες ηθικής, συναισθηματικής αξίας και αλληλεγγύης προς τέκνα, εγγόνια, βαφτιστήρια, ανίψια, γονείς, θείους, μπατζανάκηδες, συγγενείς γενικώς, φίλους, συναδέλφους, γνωστούς. Το μότο των ημερών είναι «να βρεθούμε, αλλά τα δώρα κομμένα και δεν παρεξηγούμεθα» και αντιρρήσεις πολλές δεν ακούγονται από την άλλη πλευρά, που άλλοτε θα αντέτεινε «μα πώς, να έρθουμε σπίτι σας με τα χέρια ξερά;».
ΒΕΒΑΙΩΣ, επειδή η αρχέγονη παράδοση έχει αποδειχθεί πιο ανθεκτική στον χρόνο από οποιαδήποτε μεταγενέστερη νεωτερικότητα που απαιτεί την εκδήλωση της προσφοράς και την έκφραση της συγγενικής ή φιλικής αγάπης συσκευασμένη σε αμπαλάζ με πολυτελή χαρτιά και χρυσές κορδέλες, το πιθανότερο είναι οι άνθρωποι να αποδειχθούν εφευρετικοί σε υποκατάστατα δώρου. Το λέμε στην πλάκα εδώ και καιρό, αλλά μην εκπλαγείτε αν αρχίσει το πάρε δώσε των δώρων εκ των ενόντων, χωρίς άμεσο οικονομικό κόστος. Έχεις, για παράδειγμα, πενήντα ρίζες ελιές στο χωριό σου, αλλά δεν έχεις ανάγκη και τους οκτώ τενεκέδες λάδι που βγάζουν. Οπότε σκας μύτη στο ρεβεγιόν της Πρωτοχρονιάς στον κουμπάρο σου μ’ έναν τενεκέ, εν ανάγκη του κοτσάρεις και μια κόκκινη κορδέλα να το κάνεις υπερπαραγωγή. Κι αυτός καταϋποχρεώνεται και, όταν σου ανταποδίδει την επίσκεψη, εμφανίζεται στην πόρτα με μια καλαθούνα που του ’στειλε η μάνα του απ’ το χωριό με δέκα χωριάτικα αυγά, ένα τάπερ με χωριάτικη πίτα κι ένα σακούλι με χειροποίητο ξινοτραχανά, που τον έχεις επιθυμήσει από τότε που ήταν μέρα παρά μέρα το πρωινό ή το βραδινό σου. Αντιλαμβάνεστε ότι για ένα διόλου ευκαταφρόνητο τμήμα του πληθυσμού αυτής της μορφής η ανταλλακτική οικονομία μπορεί να περιλάβει δεκάδες προϊόντα αγροτο-βουκολικής προέλευσης, από κρασί και τσίπουρο μέχρι τυροκομικά, λαχανικά και φρούτα από οικιακά μποστάνια και οπωρώνες. Μια ολόκληρη παραοικονομία της διατροφής- γιατί παραοικονομία θα τη θεωρήσει η τροϊκανή μας δημοκρατία- μπορεί να αποτρέψει έναν ενδεχόμενο λιμό για ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού των πόλεων, ακόμη κι αν η χώρα χρεοκοπήσει.
ΚΙ ΕΠΕΙΔΗ Η ΕΦΕΥΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ των ανθρώπων όταν πρόκειται να δώσουν τη μάχη της επιβίωσης δεν γνωρίζει όρια, καταγωγές και ονομασίες προέλευσης, μπορούμε να φανταστούμε την επέκταση αυτής της ανταλλακτικής οικονομίας στις πόλεις των απολυμένων μισθωτών και των υποαμειβόμενων δημοσίων υπαλλήλων σε είδη που καλύπτουν ευρύτερες ανάγκες, πέρα από τη διατροφή. Είσαι, για παράδειγμα, βιβλιοφάγος, έχεις εκατοντάδες βιβλία που τα έχεις διαβάσει, δεν χωρούν πια στη βιβλιοθήκη, οπότε διαλέγεις μερικά, τα συσκευάζεις και τα δωρίζεις στον κολλητό σου. Ο οποίος είναι μανιώδης συλλέκτης δίσκων και σου ανταποδίδει με την πρώτη ευκαιρία τρία τέσσερα καλά CD, ενδεχομένως και μερικά σπάνια βινίλια. Έπειτα, η σύζυγος, που στις καλές εποχές αγόραζε τα ρούχα με το κιλό και τώρα οι ντουλάπες σφύζουν από αφόρετα συνολάκια, που δεν της κάνουν κιόλας γιατί έχει στρογγυλέψει, αποφασίζει να τα ξεσκαρτάρει και μερικές ελαφρές μεταποιήσεις να τα χαρίσει στην καλύτερή της φίλη ή στην ανιψιά της. Κι η αγαπημένη της ανιψιά, φοιτήτρια πια, σαΐνι στα μαθηματικά, ενθουσιασμένη από τα ρούχα που της χάρισε η θεία, αφιερώνει ένα απόγευμα την εβδομάδα για να κάνει ιδιαίτερα στη μικρή της ξαδέλφη, κόρη της θείας, που δυσκολεύεται στο γυμνάσια. Η δε καλύτερή της φίλη, που έχει καταϋποχρεωθεί από τις σούπερ κασμιρένιες μπλούζες που της χάρισε, της προσφέρει ως αντίδωρο μερικά ζευγάρια γόβες σε αρίστη κατάσταση που αδυνατεί η ίδια να φορέσει, διότι το ουρικό οξύ είναι ανεβασμένο -ου γαρ μόνον…- και «γεννάει» επώδυνους κάλους στα πόδια.
ΚΙ ΑΥΤΗ Η ΝΕΑ ανταλλακτική οικονομία μπορεί να πάρει άπειρες μορφές, να περιλάβει χιλιάδες είδη και αγαθά, ακόμη κι εκείνα που η πονηρή οικολογία τα στέλνει πριν την ώρα της στην ανακύκλωση για να απορροφηθούν οι νέες σειρές προϊόντων που ο κύκλος ζωής τους όλο και μικραίνει για να στηρίξει την αειφορία πωλήσεων και κερδών των πολυεθνικών. Μπορεί να περιλάβει υπηρεσίες και δεξιότητες των ανθρώπων – «θα σου δωρίσω ένα service στο αυτοκίνητο», «κι εγώ θα στο ανταποδώσω κρατώντας τα λογιστικά σου βιβλία», «θα σου βάψω το σπίτι», «θα κάνω αγγλικά στο παιδί σου»… Κι έτσι η τρόικα, η κυβέρνηση Παπαδήμου ή όποια τη διαδεχθεί μπορούν να μετρούν πανικόβλητες τις αποτυχίες των δημοσιονομικών τους στόχων, να αντικρίζουν με τρόμο την ύφεση να αναρριχάται σε διψήφια νούμερα και ν’ απορούν πώς είναι η δυνατό η κοινωνία να επιβιώνει, γιατί δεν έχουν λιμοκτονήσει οι συνταξιούχοι, γιατί δεν έχουν αυτοκτονήσει οι μισθωτοί, γιατί δεν έχουν μεταναστεύσει οι άνεργοι, γιατί επιμένουν να ζουν και ν’ αντιστέκονται και με την παραοικονομία του δώρου και της ανταλλαγής, εκπέμποντας ένα ευδιάκριτο μήνυμα, πως υπάρχει ζωή πέρα από το ευρώ, την Ε.Ε., την υποταγή στους πιστωτές, το PSI, πως η κοινωνία μπορεί να οργανώσει την επιβίωσή της και πως το μόνο παράταιρο πράγμα είναι αυτή η εξουσία που μένει κολλημένη να μετρά δείκτες, εικονικό χρήμα, πλασματικά χρέη, αναπτυξιακές επιδόσεις, αδιάφορη για την κατάσταση των ανθρώπων, μα τρομοκρατημένη από την κραυγή τους: «Δεν θα πεθάνουμε, κουφάλες! Κακά Χριστούγεννα και δυστυχισμένος ο καινούργιος χρόνος σας. Και τελευταίος!»
Ιστολόγιο προορισμένο να φιλοξενεί τα κείμενα της στήλης "Ελεύθερος Σκοπευτής", παλιότερα στην Καθημερινή, αργότερα στον Επενδυτή, ύστερα μερικά ορφανά και ξέμπαρκα. Για 4 χρόνια το μπλογκ ήταν κλινικά νεκρό, μαζί με τον διαχειριστή του και τη στήλη. Κάτι συνέβη και ανένηψαν. Από τις 20/7/2019 η στήλη έδωσε σημάδια ζωής στην ΕφΣυν. Γίνονται εντατικές προσπάθειες πλήρους ανάταξης... Το μπλογκ, εν τω μεταξύ, έχει πιάσει αράχνες. Πρέπει να παστρέψω εδώ μέσα. Επιφυλάσσομαι για μικρή ανακαίνιση.
Thursday, December 22, 2011
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (23/12/2011)
Ποτέ δεν βρήκα άνθρωπο φιλόξενο και γαλαντόμο τόσο
που δώρο ν’ αρνηθεί,
μήτε κι ανοιχτοχέρη έτσι με το βιός του
που ν’ αποκρούσει αμοιβή.
Με ρούχα κι άρματα οι φίλοι πρέπει
να ευφραίνουν την καρδιά,
όλοι το ξέρουν δα απ’ την πείρα τους.
Αν είναι όλα να γυρίσουν στο καλό,
φίλοι πολύχρονοι θα μείνουν όσοι
ανταλλάζουν δώρα.
Φίλος στο φίλο να ’σαι, στο δώρο του δώρο ν’ αντιγυρίζεις.
Ξέρε καλά, αν έχεις φίλο έμπιστο και τη χρεία του έχεις,
δώρα κι ιδέες άλλαξε μαζί του και να
τον επισκέπτεσαι συχνά.
Οι μεγαλόψυχοι κι οι τολμηροί ζούνε καλά,
αμέριμνοι από έγνοιες.
Όλα τα τρέμει όμως ο δειλός κι ο σφιχτοχέρης
για τα δώρα του όλο γκρινιάζει.
Κάλλιο να λείπει η προσευχή παρά περίσσιες προσφορές.
Το δώρο ζητά ανταπόκριση.
Κάλλιο να λείπει κι η θυσία παρά σφαγή περίσσια.
Χαβαμάλ (από την Ποιητική Edda της εποχής των Βίκινγκς, 13ος αιώνας)
που δώρο ν’ αρνηθεί,
μήτε κι ανοιχτοχέρη έτσι με το βιός του
που ν’ αποκρούσει αμοιβή.
Με ρούχα κι άρματα οι φίλοι πρέπει
να ευφραίνουν την καρδιά,
όλοι το ξέρουν δα απ’ την πείρα τους.
Αν είναι όλα να γυρίσουν στο καλό,
φίλοι πολύχρονοι θα μείνουν όσοι
ανταλλάζουν δώρα.
Φίλος στο φίλο να ’σαι, στο δώρο του δώρο ν’ αντιγυρίζεις.
Ξέρε καλά, αν έχεις φίλο έμπιστο και τη χρεία του έχεις,
δώρα κι ιδέες άλλαξε μαζί του και να
τον επισκέπτεσαι συχνά.
Οι μεγαλόψυχοι κι οι τολμηροί ζούνε καλά,
αμέριμνοι από έγνοιες.
Όλα τα τρέμει όμως ο δειλός κι ο σφιχτοχέρης
για τα δώρα του όλο γκρινιάζει.
Κάλλιο να λείπει η προσευχή παρά περίσσιες προσφορές.
Το δώρο ζητά ανταπόκριση.
Κάλλιο να λείπει κι η θυσία παρά σφαγή περίσσια.
Χαβαμάλ (από την Ποιητική Edda της εποχής των Βίκινγκς, 13ος αιώνας)
Saturday, December 17, 2011
Keppler 22 B (17/12/2011)
Με επισκέφθηκαν στο γραφείο ο Νίκος και η Ελένη. Φίλοι αναγνώστες. Άνθρωποι νέοι, δημιουργικοί και ανήσυχοι. Κάναμε μια ευχάριστη κουβέντα, όσο ευχάριστη μπορεί να είναι μια κουβέντα για τα γνωστά: η κρίση, ποιος ή τι την προκάλεσε, πώς θα βγούμε απ’ τον λάκκο με τα σκατά που ’χουμε χωθεί. Υπήρχε μια ψύχραιμη απελπισία στην εξέλιξη της συζήτησης, διαπιστώναμε πως η διέξοδος μπορεί μεν να περιγραφεί σε αδρές γραμμές, αλλά, όταν τίθενται το ερώτημα «ποιος και με ποιους» θα τη δώσει, φτάνουμε σε ένα νέο αδιέξοδο. Έφτασε κι η κουβέντα και στον θεμελιώδη ανορθολογισμό του «συστήματος» – όπως κι αν το αποκαλέσουμε αυτό που περιγράφεται ως σύστημα, καπιταλισμό, ελεύθερη αγορά, εμπορευματικό πολιτισμό ή παγκόσμια δικτατορία των πιστωτών: γιατί επιχειρεί να λύσει την κρίση με εργαλεία και μέσα που την επιτείνουν; Πώς είναι δυνατό να κάνουν ανάπτυξη με πολιτικές ύφεσης; Και πού, σε ποιον προσδοκά να πουλήσει τα προϊόντα του κάθε επιχειρηματίας όταν αφαιρεί από τους κατά τεκμήριο πελάτες τους τα μέσα για να τα αγοράσουν, μειώνοντας την απασχόληση και το εισόδημα των υπαλλήλων του;
Το μυστήριο δεν έχει λυθεί στους τρεις αιώνες επέλασης και εδραίωσης του καπιταλισμού στον πλανήτη, αλλά, όταν με τον Νίκο και την Ελένη ξαναθέσαμε ρητορικά το ερώτημα «πού περιμένουν να πουλήσουν την πραμάτεια τους», η Ελένη απάντησε αφοπλιστικά: «Μήπως στον Κέπλερ 22 B;». Για όσους τυχόν δεν παρακολούθησαν τη σχετική αστρονομική ανακοίνωση, ο Κέπλερ 22 B είναι ο τελευταίος πλανήτης που εντόπισαν οι επιστήμονες με πιθανά χαρακτηριστικά Γης. Βρίσκεται σε απόσταση μόλις 600 ετών φωτός από τη Γη (δηλαδή εδώ παρακάτω) και οι επιστήμονες της NASA εικάζουν ότι η θέση του και η απόσταση από τον δικό του ήλιο επιτρέπουν την ύπαρξη νερού σε υγρή μορφή, βασική προϋπόθεση για τη φιλοξενία ζωής.
Υποθέτω ότι οι επιστήμονες της NASA, αν θέλουν να σέβονται τους εαυτούς τους και την επιστημοσύνη τους, δεν προβαίνουν στις ανακοινώσεις για τις περίπου 1.000 Γαίες που έχουν εντοπίσει στον γαλαξία μας ώστε να δημιουργήσουν κλίμα «μετακόμισης», αποικισμού των ταλαίπωρων γήινων σε άλλους πλανήτες. Αντιθέτως, το περίφημο 1% που δυναστεύει το υπόλοιπο 99% των ανθρώπων, κατά το εύστοχο σύνθημα του κινήματος Occupy Wall Street, συμπεριφέρεται στη Γη και στους κατοίκους της ακριβώς σαν να πρόκειται τον άλλο μήνα κιόλας να επεκτείνει την οικονομική του επικράτεια σε νέες, εξωγήινες αγορές, αφού προηγουμένως έχει εξαντλήσει και την τελευταία γήινη.
Προσπαθώ να φανταστώ πώς το φαντάζονται. Ο αειφόρος καπιταλισμός χωρίς σύνορα ετοιμάζεται να διασχίσει τον γαλαξία και τα 600 έτη φωτός που μας χωρίζουν από τον Κέπλερ 22-B, άγνωστο πώς, ίσως καβάλα πάνω στα μποζόνια και στα σωματίδια του Χιγκς που εντόπισαν στο CERN, τα οποία αψηφούν τα όρια ταχύτητας και, πολύ περισσότερο, τα όρια του ανθρώπινου χρόνου. Οι κονκισταδόρες των αγορών προσγειώνονται -προσκεπλερώνονται για την ακρίβεια- στην επιφάνεια του νέου φιλόξενου πλανήτη που ανακάλυψαν ως άλλοι Κολόμβοι. Εκεί τους υποδέχονται περιχαρή δισεκατομμύρια μικρόβια, αμοιβάδες και πρωτόζωα (διότι τι άλλου είδους ζωή μπορεί να φιλοξενεί η νέα «Γη» και ποιος τους βεβαιώνει ότι η εξέλιξη θα έχει ακολουθήσει τη γήινη γραμμή που κατέληξε στο δίποδο ανθρωποειδές του μεγαλείου και της βλακείας) πρόθυμα να υποταγούν στους «κατακτητές» ως εργοδότες, επενδυτές και πωλητές των γήινων αγαθών. Μετά το πάρτι της υποδοχής, οι αμοιβάδες και τα πρωτόζωα πρέπει να μετατραπούν σε πειθήνιους και ολιγαρκείς εργάτες, αλλά ταυτόχρονα σε ενθουσιώδεις πελάτες. Και, φυσικά, υποχρεούνται να εξελιχθούν ταχύτατα σε νοήμονα όντα, να υπερβούν τα εμπόδια του μικροσκοπικού τους μεγέθους, να χειριστούν υπολογιστές ή βαρέα οχήματα εξόρυξης μετάλλων, να βρουν τρόπους ώστε να τους είναι χρήσιμα τα iPhone 4, τα ψηφιακά πλυντήρια και τα κορν φλέικς από μεταλλαγμένο καλαμπόκι, να γίνουν φανατικοί τηλεθεατές και ακροατές διαφημιστικών μηνυμάτων και, φυσικά, να μάθουν να συναλλάσσονται σαν άνθρωποι. Που σημαίνει να συναλλάσσονται με χρήμα, τη μόνη ανταλλαγή ύλης που είναι κατανοητή για το 1% των ανθρώπων.
Δεν είναι προφανές αν οι ανυποψίαστοι κάτοικοι του εξωπλανήτη Κέπλερ 22-Β είναι υποχρεωτικό να περάσουν από όλα τα στάδια δουλείας -δουλεία κανονική, δουλοπαροικία, μισθωτή εργασία- μέχρι να φτάσουν στην τελευταία της λέξη, στη δουλεία του χρέους. Βάσει της ανθρώπινης εμπειρίας, τα πρώτα 5.000 χρόνια είναι δύσκολα με τον μηχανισμό της δουλείας του χρέους. Μετά, τα πράγματα στρώνουν. Αλλά 5.000 χρόνια είναι ένας αδιανόητος χρόνος ακόμη και για το 1% των κονκισταδόρες των αγορών που αγοράζουν και την ίδια την αθανασία με τον πλούτο που συσσωρεύουν. Το πιθανότερο, λοιπόν, είναι πως θα υποβάλουν τους μικροσκοπικούς ιθαγενείς του Κέπλερ 22-Β σε υπερεντατικά προγράμματα κατάρτισης και μύησης στην πίστωση. Διότι χρήμα χωρίς πίστωση δεν νοείται, ούτε και χρέος χωρίς χρήμα. Πρέπει να διδάξουν τα πρωτόζωα, τα μικρόβια, τις αμοιβάδες ή τα λίγα πρώτα μικρά ασπόνδυλα που είναι κάπως ορατά στον εξωπλανήτη πως, όταν τελειώνουν το 12ωρο της εργασίας τους, στην έξοδο από το εργοστάσιο δεν θα τους περιμένει η ανταμοιβή τους με τη μορφή των αγαθών που τους είναι απαραίτητα για τη συντήρηση και την αναπαραγωγή τους -άφθονο πλαγκτόν στις θάλασσες και τις άλλες υδάτινες μάζες του πλανήτη, ένα ανθρώπινο σώμα να το αποικίσουν ως σπιτικό τους-, αλλά εικονικό χρήμα με το οποίο οφείλουν να πάνε στο σούπερ μάρκετ για να ψωνίσουν ό,τι τραβάει η ψυχή τους. Διότι οι επιθυμίες του καταναλωτή είναι το θεμέλιο της ελεύθερης αγοράς. Να, όμως, που οι κάτοικοι του Κέπλερ 22-B, χαμένοι μέσα στους ατέλειωτους διαδρόμους του σούπερ μάρκετ, θαμπωμένοι από την απίστευτη αφθονία σε άχρηστα για τους ίδιους προϊόντα κι ανυποψίαστοι ότι αυτά είναι αποτέλεσμα της δικής τους δουλείας, ανακαλύπτουν πως το εικονικό χρήμα που έχουν στα χέρια τους δεν φτάνει παρά για ελάχιστα απ’ όσα έχουν ανάγκη -που πριν τα έβρισκαν δωρεάν- και επαρκεί για ακόμη λιγότερα από όσα δεν έχουν ανάγκη.
Το επόμενο βήμα είναι οι γενναιόδωροι έποικοι-επενδυτές του εξωπλανήτη να υποδείξουν στους ιθαγενείς τις χάντρες, δηλαδή τα πιστωτικά ιδρύματα που βρίσκονται δίπλα, μεσοτοιχία με τα εργοστάσια και τα σούπερ μάρκετ, και πρόθυμα να τους χορηγήσουν κι άλλη πίστωση με χρήμα φτιαγμένο από το τίποτα, φτιαγμένο απλώς από το χρέος άλλων που προηγήθηκαν στο γκισέ της τράπεζας. Έτσι, με την ταχύτητα του φωτός, οι κάτοικοι του Κέπλερ 22-Β κάνουν όλα τα μεγάλα άλματα στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού, μέχρι να ξυπνήσουν ένα πρωί από τον συναγερμό που έχουν σημάνει οι κονκισταδόρες των διαπλανητικών αγορών για να τους ανακοινώσουν ότι ο πλανήτης έχει χρεοκοπήσει. Και για να εξοφλήσει το χρέος στους γενναιόδωρους πιστωτές πρέπει οι κάτοικοί του να δουλεύουν δωρεάν για μερικές δεκαετίες, ως δούλοι του χρέους που με την απληστία και τη σπατάλη τους δημιούργησαν. Ειδάλλως -θα τους απειλήσουν οι κονκισταδόρες της αγοράς και της πίστωσης- οι γενναιόδωροι εκπολιτιστές τους είναι αναγκασμένοι να εγκαταλείψουν κι αυτόν τον πλανήτη, όπως εγκατέλειψαν και τη Γη και τους απερίσκεπτους γήινους, για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε άλλους πλανήτες, σε κάποιες από τις 1.000 Γαίες του γαλαξία και, πού ξέρεις, ίσως και σ’ άλλους γαλαξίες, καβάλα πάντα σε σωματίδια του Χιγκς που αψηφούν τον χωροχρόνο.
Αν βέβαια οι εξελίξεις στον Κέπλερ 22-B ακολουθήσουν τις παράξενες καμπές της γήινης ιστορίας, δεν αποκλείεται οι επενδυτές του εξωπλανήτη να μην καταφέρουν να φύγουν ποτέ από εκεί, αντιμέτωποι με μια εξέγερση των ιθαγενών που επιστρατεύουν τα μυστικά τους όπλα, γνωστά κι από την εμπειρία της ανθρωπότητας: στρατιές από βακτήρια Yersinia Pestis που εξολοθρεύουν τους αποίκους με πανούκλα. Ορδές από δονάκια της χολέρας που τους παραδίδουν σε οδυνηρό θάνατο. Και ποταμούς από αμοιβάδες που πλημμυρίζουν το έντερό τους και τους υποχρεώνουν να περάσουν τις τελευταίες ώρες της ζωής τους καρφωμένοι σε μια λεκάνη τουαλέτας.
Ας πρόσεχαν. Ας προσέχαμε κι εμείς που έχουμε ήδη τη φανταστική τύχη των κατοίκων του Κέπλερ 22-B, μιας και δεν έχουμε χρησιμοποιήσει ούτε το 1% της δύναμης που διαθέτουμε. Κι ας μην είμαστε αμοιβάδες.
Το μυστήριο δεν έχει λυθεί στους τρεις αιώνες επέλασης και εδραίωσης του καπιταλισμού στον πλανήτη, αλλά, όταν με τον Νίκο και την Ελένη ξαναθέσαμε ρητορικά το ερώτημα «πού περιμένουν να πουλήσουν την πραμάτεια τους», η Ελένη απάντησε αφοπλιστικά: «Μήπως στον Κέπλερ 22 B;». Για όσους τυχόν δεν παρακολούθησαν τη σχετική αστρονομική ανακοίνωση, ο Κέπλερ 22 B είναι ο τελευταίος πλανήτης που εντόπισαν οι επιστήμονες με πιθανά χαρακτηριστικά Γης. Βρίσκεται σε απόσταση μόλις 600 ετών φωτός από τη Γη (δηλαδή εδώ παρακάτω) και οι επιστήμονες της NASA εικάζουν ότι η θέση του και η απόσταση από τον δικό του ήλιο επιτρέπουν την ύπαρξη νερού σε υγρή μορφή, βασική προϋπόθεση για τη φιλοξενία ζωής.
Υποθέτω ότι οι επιστήμονες της NASA, αν θέλουν να σέβονται τους εαυτούς τους και την επιστημοσύνη τους, δεν προβαίνουν στις ανακοινώσεις για τις περίπου 1.000 Γαίες που έχουν εντοπίσει στον γαλαξία μας ώστε να δημιουργήσουν κλίμα «μετακόμισης», αποικισμού των ταλαίπωρων γήινων σε άλλους πλανήτες. Αντιθέτως, το περίφημο 1% που δυναστεύει το υπόλοιπο 99% των ανθρώπων, κατά το εύστοχο σύνθημα του κινήματος Occupy Wall Street, συμπεριφέρεται στη Γη και στους κατοίκους της ακριβώς σαν να πρόκειται τον άλλο μήνα κιόλας να επεκτείνει την οικονομική του επικράτεια σε νέες, εξωγήινες αγορές, αφού προηγουμένως έχει εξαντλήσει και την τελευταία γήινη.
Προσπαθώ να φανταστώ πώς το φαντάζονται. Ο αειφόρος καπιταλισμός χωρίς σύνορα ετοιμάζεται να διασχίσει τον γαλαξία και τα 600 έτη φωτός που μας χωρίζουν από τον Κέπλερ 22-B, άγνωστο πώς, ίσως καβάλα πάνω στα μποζόνια και στα σωματίδια του Χιγκς που εντόπισαν στο CERN, τα οποία αψηφούν τα όρια ταχύτητας και, πολύ περισσότερο, τα όρια του ανθρώπινου χρόνου. Οι κονκισταδόρες των αγορών προσγειώνονται -προσκεπλερώνονται για την ακρίβεια- στην επιφάνεια του νέου φιλόξενου πλανήτη που ανακάλυψαν ως άλλοι Κολόμβοι. Εκεί τους υποδέχονται περιχαρή δισεκατομμύρια μικρόβια, αμοιβάδες και πρωτόζωα (διότι τι άλλου είδους ζωή μπορεί να φιλοξενεί η νέα «Γη» και ποιος τους βεβαιώνει ότι η εξέλιξη θα έχει ακολουθήσει τη γήινη γραμμή που κατέληξε στο δίποδο ανθρωποειδές του μεγαλείου και της βλακείας) πρόθυμα να υποταγούν στους «κατακτητές» ως εργοδότες, επενδυτές και πωλητές των γήινων αγαθών. Μετά το πάρτι της υποδοχής, οι αμοιβάδες και τα πρωτόζωα πρέπει να μετατραπούν σε πειθήνιους και ολιγαρκείς εργάτες, αλλά ταυτόχρονα σε ενθουσιώδεις πελάτες. Και, φυσικά, υποχρεούνται να εξελιχθούν ταχύτατα σε νοήμονα όντα, να υπερβούν τα εμπόδια του μικροσκοπικού τους μεγέθους, να χειριστούν υπολογιστές ή βαρέα οχήματα εξόρυξης μετάλλων, να βρουν τρόπους ώστε να τους είναι χρήσιμα τα iPhone 4, τα ψηφιακά πλυντήρια και τα κορν φλέικς από μεταλλαγμένο καλαμπόκι, να γίνουν φανατικοί τηλεθεατές και ακροατές διαφημιστικών μηνυμάτων και, φυσικά, να μάθουν να συναλλάσσονται σαν άνθρωποι. Που σημαίνει να συναλλάσσονται με χρήμα, τη μόνη ανταλλαγή ύλης που είναι κατανοητή για το 1% των ανθρώπων.
Δεν είναι προφανές αν οι ανυποψίαστοι κάτοικοι του εξωπλανήτη Κέπλερ 22-Β είναι υποχρεωτικό να περάσουν από όλα τα στάδια δουλείας -δουλεία κανονική, δουλοπαροικία, μισθωτή εργασία- μέχρι να φτάσουν στην τελευταία της λέξη, στη δουλεία του χρέους. Βάσει της ανθρώπινης εμπειρίας, τα πρώτα 5.000 χρόνια είναι δύσκολα με τον μηχανισμό της δουλείας του χρέους. Μετά, τα πράγματα στρώνουν. Αλλά 5.000 χρόνια είναι ένας αδιανόητος χρόνος ακόμη και για το 1% των κονκισταδόρες των αγορών που αγοράζουν και την ίδια την αθανασία με τον πλούτο που συσσωρεύουν. Το πιθανότερο, λοιπόν, είναι πως θα υποβάλουν τους μικροσκοπικούς ιθαγενείς του Κέπλερ 22-Β σε υπερεντατικά προγράμματα κατάρτισης και μύησης στην πίστωση. Διότι χρήμα χωρίς πίστωση δεν νοείται, ούτε και χρέος χωρίς χρήμα. Πρέπει να διδάξουν τα πρωτόζωα, τα μικρόβια, τις αμοιβάδες ή τα λίγα πρώτα μικρά ασπόνδυλα που είναι κάπως ορατά στον εξωπλανήτη πως, όταν τελειώνουν το 12ωρο της εργασίας τους, στην έξοδο από το εργοστάσιο δεν θα τους περιμένει η ανταμοιβή τους με τη μορφή των αγαθών που τους είναι απαραίτητα για τη συντήρηση και την αναπαραγωγή τους -άφθονο πλαγκτόν στις θάλασσες και τις άλλες υδάτινες μάζες του πλανήτη, ένα ανθρώπινο σώμα να το αποικίσουν ως σπιτικό τους-, αλλά εικονικό χρήμα με το οποίο οφείλουν να πάνε στο σούπερ μάρκετ για να ψωνίσουν ό,τι τραβάει η ψυχή τους. Διότι οι επιθυμίες του καταναλωτή είναι το θεμέλιο της ελεύθερης αγοράς. Να, όμως, που οι κάτοικοι του Κέπλερ 22-B, χαμένοι μέσα στους ατέλειωτους διαδρόμους του σούπερ μάρκετ, θαμπωμένοι από την απίστευτη αφθονία σε άχρηστα για τους ίδιους προϊόντα κι ανυποψίαστοι ότι αυτά είναι αποτέλεσμα της δικής τους δουλείας, ανακαλύπτουν πως το εικονικό χρήμα που έχουν στα χέρια τους δεν φτάνει παρά για ελάχιστα απ’ όσα έχουν ανάγκη -που πριν τα έβρισκαν δωρεάν- και επαρκεί για ακόμη λιγότερα από όσα δεν έχουν ανάγκη.
Το επόμενο βήμα είναι οι γενναιόδωροι έποικοι-επενδυτές του εξωπλανήτη να υποδείξουν στους ιθαγενείς τις χάντρες, δηλαδή τα πιστωτικά ιδρύματα που βρίσκονται δίπλα, μεσοτοιχία με τα εργοστάσια και τα σούπερ μάρκετ, και πρόθυμα να τους χορηγήσουν κι άλλη πίστωση με χρήμα φτιαγμένο από το τίποτα, φτιαγμένο απλώς από το χρέος άλλων που προηγήθηκαν στο γκισέ της τράπεζας. Έτσι, με την ταχύτητα του φωτός, οι κάτοικοι του Κέπλερ 22-Β κάνουν όλα τα μεγάλα άλματα στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού, μέχρι να ξυπνήσουν ένα πρωί από τον συναγερμό που έχουν σημάνει οι κονκισταδόρες των διαπλανητικών αγορών για να τους ανακοινώσουν ότι ο πλανήτης έχει χρεοκοπήσει. Και για να εξοφλήσει το χρέος στους γενναιόδωρους πιστωτές πρέπει οι κάτοικοί του να δουλεύουν δωρεάν για μερικές δεκαετίες, ως δούλοι του χρέους που με την απληστία και τη σπατάλη τους δημιούργησαν. Ειδάλλως -θα τους απειλήσουν οι κονκισταδόρες της αγοράς και της πίστωσης- οι γενναιόδωροι εκπολιτιστές τους είναι αναγκασμένοι να εγκαταλείψουν κι αυτόν τον πλανήτη, όπως εγκατέλειψαν και τη Γη και τους απερίσκεπτους γήινους, για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε άλλους πλανήτες, σε κάποιες από τις 1.000 Γαίες του γαλαξία και, πού ξέρεις, ίσως και σ’ άλλους γαλαξίες, καβάλα πάντα σε σωματίδια του Χιγκς που αψηφούν τον χωροχρόνο.
Αν βέβαια οι εξελίξεις στον Κέπλερ 22-B ακολουθήσουν τις παράξενες καμπές της γήινης ιστορίας, δεν αποκλείεται οι επενδυτές του εξωπλανήτη να μην καταφέρουν να φύγουν ποτέ από εκεί, αντιμέτωποι με μια εξέγερση των ιθαγενών που επιστρατεύουν τα μυστικά τους όπλα, γνωστά κι από την εμπειρία της ανθρωπότητας: στρατιές από βακτήρια Yersinia Pestis που εξολοθρεύουν τους αποίκους με πανούκλα. Ορδές από δονάκια της χολέρας που τους παραδίδουν σε οδυνηρό θάνατο. Και ποταμούς από αμοιβάδες που πλημμυρίζουν το έντερό τους και τους υποχρεώνουν να περάσουν τις τελευταίες ώρες της ζωής τους καρφωμένοι σε μια λεκάνη τουαλέτας.
Ας πρόσεχαν. Ας προσέχαμε κι εμείς που έχουμε ήδη τη φανταστική τύχη των κατοίκων του Κέπλερ 22-B, μιας και δεν έχουμε χρησιμοποιήσει ούτε το 1% της δύναμης που διαθέτουμε. Κι ας μην είμαστε αμοιβάδες.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (17/12/2011)
Η τάση προς το εικονικό χρήμα από μόνη της δεν είναι ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του καπιταλισμού. Για την ακρίβεια, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Για το μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας τα συστήματα εικονικού χρήματος σχεδιάστηκαν και ρυθμίστηκαν για να διασφαλίσουν ότι τίποτε σαν τον καπιταλισμό δεν θα μπορούσε να προκύψει – τουλάχιστον όχι με τη μορφή που παρουσιάζεται σήμερα, με το μεγαλύτερο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού εγκλωβισμένο σε συνθήκες που σε πολλές άλλες περιόδους θα μπορούσαν να θεωρηθούν ισοδύναμες της δουλείας. Το δεύτερο στοιχείο είναι να υπογραμμίσουμε τον καθοριστικό ρόλο της βίας στον προσδιορισμό των όρων με τους οποίους φανταζόμαστε και την «κοινωνία» και τις «αγορές» – στην πραγματικότητα, τα θεμέλια της αντίληψής μας για την ελευθερία. Ένας κόσμος που διαπνέεται λιγότερο από τη βία θα ανέπτυσσε ταχύτατα άλλους θεσμούς (σ.σ.: για την αποτροπή της νέας δουλείας). Τελικά, η σκέψη για το χρέος, πέρα από τον διπλό πνευματικό ζουρλομανδύα του κράτους και της αγοράς, ανοίγει συναρπαστικές δυνατότητες. Για παράδειγμα, μπορούμε να θέσουμε το ερώτημα: σε μια κοινωνία στην οποία αυτά τα θεμέλια της βίας έχουν ανατιναχτεί, τι ακριβώς θα χρωστούν οι ελεύθεροι άνδρες και γυναίκες ο ένας στον άλλον; Τι είδους υποσχέσεις και δεσμεύσεις θα αναλάβει ο ένας απέναντι στον άλλο; Ας ελπίσουμε ότι ο καθένας μας κάποια μέρα θα είναι σε θέση να αρχίσει να θέτει τέτοιες ερωτήσεις. Σε καιρούς σαν τους δικούς μας, ποτέ δεν ξέρεις…
David Graeber «Debt: The first five thousand years»
David Graeber «Debt: The first five thousand years»
Saturday, December 10, 2011
Βαβυλώνα, Ρώμη, Βρυξέλλες (10/12/2011)
Ο τρόπος που συμπεριφέρονται η Μέρκελ, ο Σαρκοζί κι όσοι τους ακολουθούν πιστά στην εγκαθίδρυση της σιδηράς αυτοκρατορίας της Πίστης (της τραπεζικής, φυσικά) στην Ευρώπη δεν είναι απλά καταστροφικός. Είναι και αυτοκαταστροφικός. Χαρακτηρίζεται από έλλειψη μιας στοιχειώδους αίσθησης της Ιστορίας. Παρ’ ότι ο αιώνας στον οποίο γεννήθηκαν και ξεκίνησαν την πολιτική τους καριέρα δίνει τα οδυνηρά παραδείγματα δύο παγκόσμιων πολέμων, με το διάλειμμα ενός ολέθριου κραχ και με παρονομαστή τον ίδιο: το χρέος.
Η Ιστορία προσφέρει, βέβαια, πολύ περισσότερα παραδείγματα ολέθριας ή σωτήριας διαχείρισης του δημόσιου ή ιδιωτικού χρέους. Από μια άποψη, ολόκληρη η Ιστορία της ανθρωπότητας μπορεί να διαβαστεί κι ακριβώς έτσι: σαν μια Ιστορία του χρέους, από τα προϊστορικά χρόνια μέχρι τις μέρες μας.
Διάβασα μια εξαιρετικά διαφωτιστική προσέγγιση για το πώς η διαχείριση του χρέους και ο τρόπος που αυτή επηρέαζε τη σχέση οικονομίας και πολιτικής κατέληξε να καταστρέφει ή να διασώζει κράτη και αυτοκρατορίες στο πέρασμα των χιλιετιών. Ο Michael Hudson, καθηγητής Οικονομικής Έρευνας στο Πανεπιστήμιο του Μιζούρι, εξετάζει υπό αυτό το πρίσμα τη μοίρα της Βαβυλώνας, της Αιγύπτου, της Αθήνας, της Ρώμης, των βασιλείων του Μεσαίωνα και των δημοκρατιών νεότερων χρόνων. Ξεκινώντας από τον Αριστοτέλη και την ανάλυσή του για την εναλλαγή αριστοκρατίας, ολιγαρχίας, δημοκρατίας και τυραννίας στο πέρασμα του χρόνου, θέτει στο επίκεντρο τον πολιτικό και κοινωνικό ρόλο που έπαιξε στην εξέλιξη των πολιτευμάτων η αυτονόμηση της τάξης των πιστωτών.
Η ιστορία είναι λίγο πολύ γνωστή. Από τα προϊστορικά χρόνια οι υπήκοοι των αρχέγονων κρατών είχαν δύο επιλογές για να αντεπεξέλθουν στις δυσκολίες της ζωής: ή να ξεπληρώσουν μέχρι κεραίας το χρέος τους στους πιστωτές τους, χρέος σε είδος ή σε χρήμα, ή να γίνουν δούλοι τους. Αν ο πόλεμος ήταν η μία πηγή αυτής της φθηνής «πρώτης ύλης», των δούλων, το χρέος ήταν η δεύτερη. Συχνά, μάλιστα, υπήρχε μια συνέργεια ανάμεσα στις δύο «πηγές», μια κι οι πιστωτές ήταν και χρηματοδότες των πολέμων. Όταν η δουλεία των υπερχρεωμένων υπηκόων έφτανε στα όρια συναγερμού για το κράτος, οι πιο διορατικοί ηγέτες έκαναν το αποφασιστικό βήμα: διέγραφαν τα χρέη, αγροτικά κυρίως, των υπηκόων τους. Το έκανε ο Χαμουραμπί στη Βαβυλώνα 3.700 χρόνια πριν, το έκαναν αρκετοί φαραώ στην Αίγυπτο, το έκανε κι ο Σόλων στην Αθήνα, που έδωσε το πιο λαμπερό ιστορικό παράδειγμα σεισάχθειας, το οποίο κατά κάποιο τρόπο αποτελεί και ιδρυτική πράξη της αθηναϊκής δημοκρατίας. Η αποδυνάμωση της τάξης των πιστωτών, των ραντιέρηδων της αρχαίας Αθήνας, είναι ο προπομπός των δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων που ακολούθησαν. Και μαζί αφετηρία της εντυπωσιακής οικονομικής άνθησης της Αθήνας, που την κατέστησε ιμπεριαλιστική δύναμη του γνωστού τότε κόσμου.
Τα κίνητρα των ηγετών που διέγραφαν τα χρέη των υπηκόων τους δεν ήταν φυσικά ανιδιοτελή. Τα βασίλεια των οποίων ηγούντο ήταν σε διαρκείς πολέμους. Ο πόλεμος και η εδαφική επέκταση ήταν ίσως το κυριότερο μέσο επιβίωσης, απόκτησης νέων αγορών και αύξησης των πλουτοπαραγωγικών πόρων τους. Και πόλεμος χωρίς στρατιώτες, πολίτες ελεύθερους από τη δουλεία στους πιστωτές τους, ήταν αδύνατος. Τι να υπερασπίσουν οι στρατιώτες-αγρότες αν είναι αποστερημένοι από τη γη τους και τελικά από το ίδιο τους το σώμα;
Ίσως, πάντως, το κορυφαίο παράδειγμα των αρχαίων χρόνων είναι η αργόσυρτη κατάρρευση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας ακριβώς υπό την πίεση του χρέους και της διαρκώς αυξανόμενης επιρροής της τάξης των πιστωτών, των πατρικίων, στη δημοκρατία. Είναι γνωστό το φρικτό τέλος των Γράκχων στην προσπάθειά τους να προστατεύσουν τους φτωχούς Ρωμαίους αγρότες από την αρπάγη των πιστωτών τους. Η εξόντωσή τους εγκαινίασε μια μακρά σειρά εμφυλίων πολέμων που κατέληξαν στην πολιτική αποδυνάμωση των φτωχών, στην υποδούλωση λόγω χρεών τουλάχιστον του ενός τετάρτου του πληθυσμού της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, στην υπερχρέωση του ίδιου του κράτους στους πιστωτές για τη χρηματοδότηση διαρκών πολέμων για τη διατήρηση της συνοχής του αποσυντιθέμενου ρωμαϊκού imperium και, τελικά, στην κατάρρευση της απογυμνωμένης από χρήματα αυτοκρατορίας τον 5ο μ.Χ. αιώνα. Αυτό ήταν και η απαρχή της οικονομικής και παραγωγικής παρακμής της Δύσης που ακολούθησε κατά τον Μεσαίωνα.
Σε μιαν αναλογία αυτό συμβαίνει και σήμερα. Η διολίσθηση της ρωμαϊκής δημοκρατίας στην ολιγαρχία, μέσω της αυξημένης πολιτικής επιρροής των πιστωτών, βρίσκει την αντιστοιχία της στην πεμπτουσία των πολιτικών που ακολουθούν με αποκλίσεις οι ΗΠΑ και πολύ περισσότερο, με δογματική εμμονή, η ηγεσία της Ευρωζώνης. Η αμερικανική ηγεσία, από την αρχή της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, έχει διαθέσει στις τράπεζες με τον ένα ή τον άλλο τρόπο το ιλιγγιώδες ποσό των 16 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, θέτοντας υπό τραπεζική ομηρία όλες τις πολιτικές του αμερικανικού κράτους. Το οποίο δεν διατρέχεται μεν από πληθωριστικά ταμπού, αλλά στην πραγματικότητα έχει εκχωρήσει στις τράπεζες το δικαίωμα να τυπώνουν και να πλημμυρίζουν τον πλανήτη με πληθωριστικά δολάρια. Με μια διαφοροποιημένη, αντιπληθωριστική εκ πρώτης όψεως, πολιτική η ευρωπαϊκή ηγεσία εμπνέεται από το ίδιο σύμβολο πίστης: «σώστε τις τράπεζες». Μέρκελ και Σαρκοζί, υπερασπίζοντας την «ανεξαρτησία» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ως πεμπτουσία της «ευρωπαϊκής δημοκρατίας», ουσιαστικά διακηρύσσουν την παραίτηση της πολιτικής εξουσίας από το δικαίωμα να δημιουργεί χρήμα και πίστωση υπέρ της ανάπτυξης. Αυτή η εξουσία εκχωρείται στις τράπεζες που μπορούν να διεκδικήσουν ως άλλοι Σάιλοκ την πληρωμή τους για το δημόσιο χρέος όχι μόνο σε χρήμα, αλλά και σε είδος. Σε δημόσια περιουσιακά στοιχεία, σε δικαιώματα εκμετάλλευσης εθνικών πόρων, σε αποκλειστική προτεραιότητα σε κάθε μικρό ή μεγάλο πλεόνασμα που δημιουργεί μια οικονομία. Η μόνη «σεισάχθεια» που υπερασπίζεται με πάθος η ευρωπαϊκή ηγεσία είναι η διαγραφή των τραπεζικών χρεών. Αυτών που πληρώθηκαν με 1,6 τρισ. ευρώ από την αρχή της χρηματοπιστωτικής κρίσης και θα συμπληρωθούν μ’ άλλα τόσα μέσω του προγράμματος ανακεφαλαιοποίησης των ευρωπαϊκών τραπεζών, αυτών που από ιδιωτικά χρέη των ίδιων των τραπεζών έγιναν δημόσια χρέη των Ευρωπαίων φορολογουμένων.
Αυτή η συνδιαχείριση της εξουσίας με το χρηματοπιστωτικό λόμπι βρίσκει την έκφρασή της και στη διθυραμβική προβολή της πολιτικής αποτελεσματικότητας των «τεχνοκρατών» – αυτή είναι η νέα, κωδική ονομασία για τους πληρεξουσίους των πιστωτών. Κι αυτή αποτελεί την πιο σύγχρονη εκδοχή της κατά Αριστοτέλη διολίσθησης από τη δημοκρατία στην ολιγαρχία μέσω του χρέους.
Αυτό δεν είναι απλά ένα λάθος. Είναι μια εγκληματική επιλογή, μια βαθύτατα ταξική επιλογή που δεν έχει στόχο την επιστροφή σε έναν «ενάρετο κύκλο», όπως ευαγγελίζονται οι Μερκοζί. Θέτοντας ως απόλυτο στόχο τον αποπληθωρισμό του χρέους με τους όρους των πιστωτών, επιλέγουν να στραγγαλίσουν τις οικονομίες. Τις εγκλωβίζουν στον αποκλειστικό προορισμό να πληρωθεί μέχρι και το τελευταίο σεντ που έχουν εγγεγραμμένο ως χρέος οι τράπεζες στα βιβλία τους. Αυτό υποδηλώνει η μονότονη επανάληψη της διακήρυξης ότι η Ελλάδα είναι η πρώτη και τελευταία εξαίρεση, ότι η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους ήταν μια αναπόφευκτη αλλά μοναδική απόκλιση, ενδεχομένως κι ένα λάθος, όπως ξέφυγε από το στόμα του Γάλλου πρωθυπουργού Φρανσουά Φιγιόν, ο οποίος έστειλε με μια κουβέντα στη φισκαρισμένη χωματερή των ευρωπαϊκών συνόδων και τις αποφάσεις του Ιουλίου και του Οκτωβρίου.
Και ποιο θα είναι το αποτέλεσμα της εμμονής στη μέχρι σεντ εξόφληση των τοκογλυφικών δανείων στους πιστωτές; Ακόμη κι αν η Ευρωζώνη αποφύγει τη διάλυση, τη διάσπαση ή τον ακρωτηριασμό των ασθενέστερων μελών της, η δέσμευση κάθε παραγωγικής ικμάδας στην εξυπηρέτηση του χρέους θα καταστήσει το χρέος ακόμη πιο ανεξόφλητο. Αυτός είναι ο πραγματικός «δρόμος προς τη δουλεία» – στον αντίποδα της άλλης «δουλείας» που απεχθανόταν ο πατέρας του οικονομικού φιλελευθερισμού Φρίντριχ φον Χάγιεκ. Ο δρόμος προς τη δουλεία του χρέους. Η κατάληξή του, πέρα από την υποδούλωση των κοινωνιών στο κυνήγι μιας φενάκης, είναι η οικονομική παρακμή και κατάρρευση. Οι Βρυξέλλες, το Βερολίνο, το Παρίσι δεν θα αποφύγουν την τύχη της Ρώμης. Εκτός κι αν εμφανιστεί ένας Χαμουραμπί, ένας Σόλωνας και καταλάβει πως τα χρέη που δεν είναι δυνατό να εξοφληθούν απλούστατα δεν εξοφλούνται. Εκτός κι αν εμφανιστούν κάποιοι αδελφοί Γράκχοι και δεν έχουν κατάληξη να βρεθούν σφαγμένοι στον Τίβερη, στον Σηκουάνα, στον Ρήνο. Ή στον Κηφισό…
Η Ιστορία προσφέρει, βέβαια, πολύ περισσότερα παραδείγματα ολέθριας ή σωτήριας διαχείρισης του δημόσιου ή ιδιωτικού χρέους. Από μια άποψη, ολόκληρη η Ιστορία της ανθρωπότητας μπορεί να διαβαστεί κι ακριβώς έτσι: σαν μια Ιστορία του χρέους, από τα προϊστορικά χρόνια μέχρι τις μέρες μας.
Διάβασα μια εξαιρετικά διαφωτιστική προσέγγιση για το πώς η διαχείριση του χρέους και ο τρόπος που αυτή επηρέαζε τη σχέση οικονομίας και πολιτικής κατέληξε να καταστρέφει ή να διασώζει κράτη και αυτοκρατορίες στο πέρασμα των χιλιετιών. Ο Michael Hudson, καθηγητής Οικονομικής Έρευνας στο Πανεπιστήμιο του Μιζούρι, εξετάζει υπό αυτό το πρίσμα τη μοίρα της Βαβυλώνας, της Αιγύπτου, της Αθήνας, της Ρώμης, των βασιλείων του Μεσαίωνα και των δημοκρατιών νεότερων χρόνων. Ξεκινώντας από τον Αριστοτέλη και την ανάλυσή του για την εναλλαγή αριστοκρατίας, ολιγαρχίας, δημοκρατίας και τυραννίας στο πέρασμα του χρόνου, θέτει στο επίκεντρο τον πολιτικό και κοινωνικό ρόλο που έπαιξε στην εξέλιξη των πολιτευμάτων η αυτονόμηση της τάξης των πιστωτών.
Η ιστορία είναι λίγο πολύ γνωστή. Από τα προϊστορικά χρόνια οι υπήκοοι των αρχέγονων κρατών είχαν δύο επιλογές για να αντεπεξέλθουν στις δυσκολίες της ζωής: ή να ξεπληρώσουν μέχρι κεραίας το χρέος τους στους πιστωτές τους, χρέος σε είδος ή σε χρήμα, ή να γίνουν δούλοι τους. Αν ο πόλεμος ήταν η μία πηγή αυτής της φθηνής «πρώτης ύλης», των δούλων, το χρέος ήταν η δεύτερη. Συχνά, μάλιστα, υπήρχε μια συνέργεια ανάμεσα στις δύο «πηγές», μια κι οι πιστωτές ήταν και χρηματοδότες των πολέμων. Όταν η δουλεία των υπερχρεωμένων υπηκόων έφτανε στα όρια συναγερμού για το κράτος, οι πιο διορατικοί ηγέτες έκαναν το αποφασιστικό βήμα: διέγραφαν τα χρέη, αγροτικά κυρίως, των υπηκόων τους. Το έκανε ο Χαμουραμπί στη Βαβυλώνα 3.700 χρόνια πριν, το έκαναν αρκετοί φαραώ στην Αίγυπτο, το έκανε κι ο Σόλων στην Αθήνα, που έδωσε το πιο λαμπερό ιστορικό παράδειγμα σεισάχθειας, το οποίο κατά κάποιο τρόπο αποτελεί και ιδρυτική πράξη της αθηναϊκής δημοκρατίας. Η αποδυνάμωση της τάξης των πιστωτών, των ραντιέρηδων της αρχαίας Αθήνας, είναι ο προπομπός των δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων που ακολούθησαν. Και μαζί αφετηρία της εντυπωσιακής οικονομικής άνθησης της Αθήνας, που την κατέστησε ιμπεριαλιστική δύναμη του γνωστού τότε κόσμου.
Τα κίνητρα των ηγετών που διέγραφαν τα χρέη των υπηκόων τους δεν ήταν φυσικά ανιδιοτελή. Τα βασίλεια των οποίων ηγούντο ήταν σε διαρκείς πολέμους. Ο πόλεμος και η εδαφική επέκταση ήταν ίσως το κυριότερο μέσο επιβίωσης, απόκτησης νέων αγορών και αύξησης των πλουτοπαραγωγικών πόρων τους. Και πόλεμος χωρίς στρατιώτες, πολίτες ελεύθερους από τη δουλεία στους πιστωτές τους, ήταν αδύνατος. Τι να υπερασπίσουν οι στρατιώτες-αγρότες αν είναι αποστερημένοι από τη γη τους και τελικά από το ίδιο τους το σώμα;
Ίσως, πάντως, το κορυφαίο παράδειγμα των αρχαίων χρόνων είναι η αργόσυρτη κατάρρευση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας ακριβώς υπό την πίεση του χρέους και της διαρκώς αυξανόμενης επιρροής της τάξης των πιστωτών, των πατρικίων, στη δημοκρατία. Είναι γνωστό το φρικτό τέλος των Γράκχων στην προσπάθειά τους να προστατεύσουν τους φτωχούς Ρωμαίους αγρότες από την αρπάγη των πιστωτών τους. Η εξόντωσή τους εγκαινίασε μια μακρά σειρά εμφυλίων πολέμων που κατέληξαν στην πολιτική αποδυνάμωση των φτωχών, στην υποδούλωση λόγω χρεών τουλάχιστον του ενός τετάρτου του πληθυσμού της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, στην υπερχρέωση του ίδιου του κράτους στους πιστωτές για τη χρηματοδότηση διαρκών πολέμων για τη διατήρηση της συνοχής του αποσυντιθέμενου ρωμαϊκού imperium και, τελικά, στην κατάρρευση της απογυμνωμένης από χρήματα αυτοκρατορίας τον 5ο μ.Χ. αιώνα. Αυτό ήταν και η απαρχή της οικονομικής και παραγωγικής παρακμής της Δύσης που ακολούθησε κατά τον Μεσαίωνα.
Σε μιαν αναλογία αυτό συμβαίνει και σήμερα. Η διολίσθηση της ρωμαϊκής δημοκρατίας στην ολιγαρχία, μέσω της αυξημένης πολιτικής επιρροής των πιστωτών, βρίσκει την αντιστοιχία της στην πεμπτουσία των πολιτικών που ακολουθούν με αποκλίσεις οι ΗΠΑ και πολύ περισσότερο, με δογματική εμμονή, η ηγεσία της Ευρωζώνης. Η αμερικανική ηγεσία, από την αρχή της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, έχει διαθέσει στις τράπεζες με τον ένα ή τον άλλο τρόπο το ιλιγγιώδες ποσό των 16 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, θέτοντας υπό τραπεζική ομηρία όλες τις πολιτικές του αμερικανικού κράτους. Το οποίο δεν διατρέχεται μεν από πληθωριστικά ταμπού, αλλά στην πραγματικότητα έχει εκχωρήσει στις τράπεζες το δικαίωμα να τυπώνουν και να πλημμυρίζουν τον πλανήτη με πληθωριστικά δολάρια. Με μια διαφοροποιημένη, αντιπληθωριστική εκ πρώτης όψεως, πολιτική η ευρωπαϊκή ηγεσία εμπνέεται από το ίδιο σύμβολο πίστης: «σώστε τις τράπεζες». Μέρκελ και Σαρκοζί, υπερασπίζοντας την «ανεξαρτησία» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ως πεμπτουσία της «ευρωπαϊκής δημοκρατίας», ουσιαστικά διακηρύσσουν την παραίτηση της πολιτικής εξουσίας από το δικαίωμα να δημιουργεί χρήμα και πίστωση υπέρ της ανάπτυξης. Αυτή η εξουσία εκχωρείται στις τράπεζες που μπορούν να διεκδικήσουν ως άλλοι Σάιλοκ την πληρωμή τους για το δημόσιο χρέος όχι μόνο σε χρήμα, αλλά και σε είδος. Σε δημόσια περιουσιακά στοιχεία, σε δικαιώματα εκμετάλλευσης εθνικών πόρων, σε αποκλειστική προτεραιότητα σε κάθε μικρό ή μεγάλο πλεόνασμα που δημιουργεί μια οικονομία. Η μόνη «σεισάχθεια» που υπερασπίζεται με πάθος η ευρωπαϊκή ηγεσία είναι η διαγραφή των τραπεζικών χρεών. Αυτών που πληρώθηκαν με 1,6 τρισ. ευρώ από την αρχή της χρηματοπιστωτικής κρίσης και θα συμπληρωθούν μ’ άλλα τόσα μέσω του προγράμματος ανακεφαλαιοποίησης των ευρωπαϊκών τραπεζών, αυτών που από ιδιωτικά χρέη των ίδιων των τραπεζών έγιναν δημόσια χρέη των Ευρωπαίων φορολογουμένων.
Αυτή η συνδιαχείριση της εξουσίας με το χρηματοπιστωτικό λόμπι βρίσκει την έκφρασή της και στη διθυραμβική προβολή της πολιτικής αποτελεσματικότητας των «τεχνοκρατών» – αυτή είναι η νέα, κωδική ονομασία για τους πληρεξουσίους των πιστωτών. Κι αυτή αποτελεί την πιο σύγχρονη εκδοχή της κατά Αριστοτέλη διολίσθησης από τη δημοκρατία στην ολιγαρχία μέσω του χρέους.
Αυτό δεν είναι απλά ένα λάθος. Είναι μια εγκληματική επιλογή, μια βαθύτατα ταξική επιλογή που δεν έχει στόχο την επιστροφή σε έναν «ενάρετο κύκλο», όπως ευαγγελίζονται οι Μερκοζί. Θέτοντας ως απόλυτο στόχο τον αποπληθωρισμό του χρέους με τους όρους των πιστωτών, επιλέγουν να στραγγαλίσουν τις οικονομίες. Τις εγκλωβίζουν στον αποκλειστικό προορισμό να πληρωθεί μέχρι και το τελευταίο σεντ που έχουν εγγεγραμμένο ως χρέος οι τράπεζες στα βιβλία τους. Αυτό υποδηλώνει η μονότονη επανάληψη της διακήρυξης ότι η Ελλάδα είναι η πρώτη και τελευταία εξαίρεση, ότι η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους ήταν μια αναπόφευκτη αλλά μοναδική απόκλιση, ενδεχομένως κι ένα λάθος, όπως ξέφυγε από το στόμα του Γάλλου πρωθυπουργού Φρανσουά Φιγιόν, ο οποίος έστειλε με μια κουβέντα στη φισκαρισμένη χωματερή των ευρωπαϊκών συνόδων και τις αποφάσεις του Ιουλίου και του Οκτωβρίου.
Και ποιο θα είναι το αποτέλεσμα της εμμονής στη μέχρι σεντ εξόφληση των τοκογλυφικών δανείων στους πιστωτές; Ακόμη κι αν η Ευρωζώνη αποφύγει τη διάλυση, τη διάσπαση ή τον ακρωτηριασμό των ασθενέστερων μελών της, η δέσμευση κάθε παραγωγικής ικμάδας στην εξυπηρέτηση του χρέους θα καταστήσει το χρέος ακόμη πιο ανεξόφλητο. Αυτός είναι ο πραγματικός «δρόμος προς τη δουλεία» – στον αντίποδα της άλλης «δουλείας» που απεχθανόταν ο πατέρας του οικονομικού φιλελευθερισμού Φρίντριχ φον Χάγιεκ. Ο δρόμος προς τη δουλεία του χρέους. Η κατάληξή του, πέρα από την υποδούλωση των κοινωνιών στο κυνήγι μιας φενάκης, είναι η οικονομική παρακμή και κατάρρευση. Οι Βρυξέλλες, το Βερολίνο, το Παρίσι δεν θα αποφύγουν την τύχη της Ρώμης. Εκτός κι αν εμφανιστεί ένας Χαμουραμπί, ένας Σόλωνας και καταλάβει πως τα χρέη που δεν είναι δυνατό να εξοφληθούν απλούστατα δεν εξοφλούνται. Εκτός κι αν εμφανιστούν κάποιοι αδελφοί Γράκχοι και δεν έχουν κατάληξη να βρεθούν σφαγμένοι στον Τίβερη, στον Σηκουάνα, στον Ρήνο. Ή στον Κηφισό…
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (10/12/2012)
Η τάση που έχουν τα χρέη να αυξάνονται ταχύτερα από τη δυνατότητα του πληθυσμού να τα αποπληρώσει είναι μια βασική σταθερά σε όλη την καταγραμμένη ιστορία. Τα χρέη διογκώνονται με γεωμετρική πρόοδο απορροφώντας το πλεόνασμα και υποβαθμίζοντας όλο και μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού σε κατάσταση αναγκαστικής εργασίας έναντι της υπερχρέωσής του. Για την αποκατάσταση της οικονομικής ισορροπίας η κραυγή του αρχαίου κόσμου για ακύρωση του χρέους διαλαλεί τι έκαναν τα κράτη της Εγγύς Ανατολής της Εποχής του Χαλκού με ένα απλό βασιλικό διάταγμα: διέγραφαν διά μιας τα υπερτροφικά χρέη.
Michael Hudson, «Η δημοκρατία και το δημόσιο χρέος» (δημοσιεύτηκε στην «Frankfurter Algemeine Zeitung», στις 5 Δεκεμβρίου 2011)
Michael Hudson, «Η δημοκρατία και το δημόσιο χρέος» (δημοσιεύτηκε στην «Frankfurter Algemeine Zeitung», στις 5 Δεκεμβρίου 2011)
Saturday, December 3, 2011
Service (23/12/2011)
Ο κλάδος που ενδεχομένως θα είναι ο μοναδικός με θετικό αναπτυξιακό πρόσημο τα χρόνια της μεγάλης ύφεσης θα είναι των επισκευών. Σχεδόν τίποτα δεν θα αντικαθίσταται πια. Όλα θα επισκευάζονται.
Υπάρχει στη γειτονιά μου ένα κατάστημα επισκευών για μικρές φορητές ηλεκτρικές συσκευές. Κάποτε ήταν μια τρύπα, πιο πολύ αποθήκη θα το έλεγες, τώρα φιλοξενείται σε μεγάλο, προβεβλημένο χώρο και σε κεντρική οδό. Κι έχει εξελιχθεί σε αλυσίδα, με ένα δυο ακόμη καταστήματα. Έχει πάντα κόσμο. Ουρά. Πάντα είχε, αλλά τώρα έχει μεγάλο σουξέ. Οι πελάτες φέρνουν κάθε τι φορητό – όχι τις μεγάλες συσκευές, αλλά ό,τι ηλεκτρικό υπάρχει σπίτι και χρησιμοποιείται σαν επέκταση ή υποκατάστατο των χεριών μας στο νοικοκυριό: ηλεκτρικές σκούπες, σκουπάκια, χύτρες ταχύτητας, σίδερα, πρεσοσίδερα, καφετιέρες, βραστήρες, σεσουάρ, μίξερ, μπλέντερ, αποχυμωτές. Εδώ παρελαύνει ο μικρόκοσμος των πολυεθνικών, κυρίως γερμανικός, αν και made in China. Με όλα τα αναλώσιμα, τα ακριβά γνήσια, αλλά και τα φθηνότερα αντίγραφα. Όλα τα καλά του καταναλωτικού σύμπαντος, που πριν από λίγο καιρό από «διαρκή» είχαν γίνει αναλώσιμα, γιατί εύκολα, με μερικές άτοκες δόσεις, τα αντικαθιστούσαμε με νέα, ανακτούν τώρα το αρχικό χαρακτηριστικό της «διάρκειας». Υπό τον όρο ότι επισκευάζονται, βέβαια.
Το κόστος της επισκευής, ιδιαίτερα όταν γίνεται από τα επίσημα δίκτυα των εταιρειών κατασκευής, σε κάνει ν’ αναρωτιέσαι αν συμφέρει για ένα τόσο δα ασήμαντο ανταλλακτικό από πλαστικό ή μέταλλο να διαθέσεις ακόμη και το μισό της αρχικής αξίας της συσκευής. Αλλά αυτό είναι ένα ρίσκο που το αναλαμβάνουν πια οι πελάτες, έπειτα από μερικά δευτερόλεπτα περισυλλογής, και αφού έχουν ακούσει από τον χαμογελαστό υπάλληλο την τιμή της επισκευής.
Αυτός ο άψογα οργανωμένος μηχανισμός του λεγόμενου after sale service, που ισχύει βεβαίως και για τις άλλες, μεγάλες και πολύ ακριβότερες ηλεκτρικές συσκευές, από τα ψυγεία μέχρι τους υπολογιστές, τα κινητά και τ’ αυτοκίνητα, αποκαλύπτει και μια πρόνοια των πολυεθνικών που ικανοποιούν κάθε ανάγκη ή επιθυμία μας πριν καν εκδηλωθεί. Δεν αφορά απλώς την ικανοποίηση των «δικαιωμάτων του καταναλωτή», με την παροχή μακρόχρονων εγγυήσεων και υπηρεσιών συντήρησης του προϊόντος. Αφορά και την πρόνοια βλάβης όχι στη συσκευή, αλλά «βλάβης» στην αγορά. Μια βαθιά ύφεση, για παράδειγμα, που θα μειώσει ή και εκμηδενίσει την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών, άρα και την κερδοφορία των επιχειρήσεων, από την αγορά συσκευών νέας γενιάς που αντικαθιστούν με ρυθμούς εξαμήνου τις παλαιότερες. Για αγορές σαν την ελληνική, καταδικασμένες να πιάσουν καταναλωτικό πάτο, οι επισκευές είναι μια κάποια λύση για τις εταιρείες που ήδη έχουν επιβραδύνει τους ρυθμούς εισαγωγής των νέων προϊόντων τους. Μαζί με μια δραστική μείωση του κόστους τους στο δίκτυο πωλήσεων, οι επισκευές μπορεί να αποδειχθούν ένα κερδοφόρο υποκατάστατο. Η φτωχοποίηση μιας κοινωνίας δεν σημαίνει καθόλου υποστολή της σημαίας του κέρδους.
Η λεγόμενη οικονομία της αγοράς, λοιπόν, έχει ανταλλακτικά κερδοφορίας ακόμη στην ύφεση. Τα προϊόντα, αν δεν έχουν πάθει το ανεπανόρθωτο, αν δεν τους έχει «καεί ο εγκέφαλος», όπως ακούγεται για τα περισσότερα ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά αγαθά της ψηφιακής εποχής, παίρνουν μια παράταση ζωής, μια μικρή «ανάσταση». Για τους ανθρώπους όμως δεν είναι το ίδιο. Δεν είναι πάντα επισκευάσιμοι. Μπορεί να υπάρχουν τα νοσοκομεία για το «ρεκτιφιέ», τα «σέρβις» και τα «ανταλλακτικά» μας -μερικά στεντς, ένα μπαλονάκι, μια «αλλαγή λαδιών» για επαναφορά από ένα εγκεφαλικό, σπανιότερα μια καινούργια καρδιά, ένα νεφρό- αλλά μερικές φορές η βλάβη είναι ανήκεστος. Και δεν εννοώ τόσο τη φυσική βλάβη, αυτή που φέρνει η φθορά του χρόνου ή η έκθεση στους βιολογικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους. Αλλά τη ζημιά που προκαλεί η έκθεση στους οικονομικούς και κοινωνικούς κινδύνους. Εκεί το after sale service του οικονομικού μας πολιτισμού πάσχει. Κι όχι απλώς πάσχει. Τώρα πια φέρνει σε Καιάδα.
Κοιτάξτε τι γίνεται με τη δημόσια διοίκηση και τη γιγαντοτέραστια «μεταρρύθμιση» της μισθωτής εφεδρείας. Στα 55 τους χρόνια, άνθρωποι με δεκαετίες εμπειρίας βγαίνουν στην απόσυρση, την ίδια στιγμή που το ασφαλιστικό «σύστημα» τείνει στην παράταση του εργάσιμου βίου τουλάχιστον μέχρι τα 65 χρόνια. Σχιζοφρένεια. Κι ακόμη χειρότερα, οι ένα εκατομμύριο άνεργοι, στην πλειοψηφία τους σε παραγωγική ακμή, βγαίνουν περιττοί για άγνωστο διάστημα. Οι τυχεροί που παραμένουν στην παραγωγή πρέπει να συνηθίσουν στην ιδέα ότι θα δουλεύουν περισσότερο και για τουλάχιστον 25% λιγότερα χρήματα. Κι έπειτα, όλοι μαζί, εργαζόμενοι και άνεργοι και συνταξιούχοι πρέπει να εξοικειωθούν με μια ζωή στη ζώνη του λυκόφωτος, στη σφαίρα του απρόβλεπτου. Το λίγο ή το ελάχιστο εισόδημά τους και η όποια αποταμίευση ή περιουσία τους κατά κάποιο τρόπο τελούν υπό εφεδρεία. Υπό φορολογική ομηρία. Κανείς δεν ξέρει πώς θα ξυπνήσουν αύριο ο υπουργός Οικονομικών, η τρόικα, η Γερμανοί επιτηρητές, οι πιστωτές. Ποιο τέχνασμα θα βρουν για να βάλουν στο χέρι ό,τι έχει απομείνει στις τσέπες των φορολογικών υποζυγίων.
Ε, δεν θέλει πολύ ο άνθρωπος. Χαλάει. Στην αρχή η βλάβη φαίνεται ασήμαντη. Το χαμόγελο που σβήνει στα χείλη. Ένας κόμπος στο στομάχι – κατά κανόνα συνδυασμένος με αριθμητικούς υπολογισμούς για το ανέφικτο ισοζύγιο του μήνα. Έπειτα, η ζημιά περνάει στον «κινητήρα», η μηχανή βογκάει, κολλάει στις ανηφόρες, δεν ανεβάζει στροφές. Κατάθλιψη, δυσκινησία ή και πλήρης ακινησία. Δυσκολεύεσαι να προγραμματίσεις τη ζωή σου, τα στοιχειώδη πνίγονται στη ρευστότητα και στην αβεβαιότητα. Ας πούμε ότι μέχρι εδώ επισκευάζεσαι. Το after sale service του συστήματος προβλέπει ασπιρίνες, βιταμίνες, αναλγητικά, καμιά φορά και επιθετική χημειοθεραπεία. Διά βίου κατάρτιση, εκπαίδευση στη στέρηση, εν ανάγκη μετανάστευση, αν είσαι νέος κι έχεις τα κότσια. Η φιλοσοφία της «επισκευής» είναι να ανακατασκευαστούν και να επανασυναρμολογηθούν οι άνθρωποι, έτσι που να μην έχουν την ενοχλητική μνήμη των κεκτημένων, την απαιτητικότητα των καιρών της ευημερίας, την προσδοκία για βελτίωση της ατομικής και συλλογικής κατάστασης.
Στο τέλος, όμως, καίγεται κι ο εγκέφαλος. Κι αυτό δεν είναι σχήμα λόγου. Γίνεται κυριολεξία όταν τόσο μαζικά, τόσο μεγάλα στρώματα της κοινωνίας εξωθούνται σε μακροχρόνια αδιέξοδα. Η παραγωγική, δημιουργική ικμάδα των ανθρώπων χάνεται για χρόνια, ίσως και δεκαετίες. Δεν επισκευάζεται. Ούτε αντικαθίσταται η μια «χαλασμένη» γενιά, από μια επόμενη που θα ζήσει με καλύτερους όρους. Ίσα ίσα, οι απόγονοί μας, τα «ανταλλακτικά» μας στη μηχανή αναπαραγωγής του οικονομικού συστήματος, μπαίνουν σ’ αυτό με πολύ χειρότερους όρους. «Χαλασμένοι», τσαλακωμένοι εξ απαλών ονύχων, γυμνοί από δικαιώματα. Κι όλοι μαζί, ως παρελθόν, παρόν και μέλλον, γλιστράμε προς τη χωματερή της Ιστορίας. Με τον τρόπο που ένα σωρό έθνη οδηγήθηκαν βίαια στην παρακμή.
Ό,τι ισχύει για τους ανθρώπους, σε κάποια αναλογία, ισχύει και για τους πολιτισμούς, για τα οικονομικά και πολιτικά συστήματα. Υπάρχει το διαδεδομένο κλισέ ότι «η κρίση είναι ευκαιρία». Το after sale service της Ιστορίας, είναι αλήθεια, έχει επιφυλάξει ευκαιρίες νεκρανάστασης σε συστήματα που όχι μόνο έφτασαν στο χείλος του γκρεμού, αλλά έπεσαν αυτοβούλως και στην άβυσσό του. Το κραχ του 1929 αποτελεί το κλασικό παράδειγμα δια του λόγου το αληθές. Η κρίση που διαπέρασε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο του μεσοπολέμου οδήγησε στον φασισμό, στον ναζισμό και στον φονικότερο πόλεμο της Ιστορίας. Για τον καπιταλισμό, αυτό το καπάκι της αβύσσου που άνοιξε ήταν μια πραγματικά μεγάλη ευκαιρία αναζωογόνησης. Οι 40 εκατομμύρια νεκροί του πολέμου έγιναν η πρώτη ύλη για μια νέα τάξη πραγμάτων που, παρά τον Ψυχρό Πόλεμο και το αντίπαλο δέος της ΕΣΣΔ και του ανύπαρκτου σοσιαλισμού, αποτέλεσε τη χρυσή μεταπολεμική πεντηκονταετία του καπιταλισμού. Η οικονομία της αγοράς αυτο-επισκευάστηκε θεαματικά. Αλλά εξασφάλισε πράγματι την αθανασία; Θα επαναλάβει το μεταπολεμικό θαύμα μέσα από αυτή τη νέα κρίση που όλα δείχνουν ότι θα θυμίζει τραγικά αυτή του 1929; Με τίποτα! Δεν έχουμε πια να κάνουμε απλώς με βλάβη σ’ ένα εύκολα αντικαταστάσιμο ανταλλακτικό, ούτε καν με βλάβη στον κινητήρα του καπιταλισμού, που η τρίτη τεχνολογική επανάσταση θα τον επισκευάσει και θα τον παραδώσει σαν καινούργιο. Έχει καεί ο «εγκέφαλος». Ζει το απόλυτο burnout. Αδυνατεί να θρέψει ανθρώπινες προσδοκίες. Έχει εξοκείλει από τη νοητή γραμμή της προόδου. Καθιστά όρο της ύπαρξής του την αχρήστευση όλο και περισσότερου ανθρώπινου δυναμικού. Η επιβίωσή του μοιάζει ασύμβατη με την επιβίωσή μας. Τα συμπτώματα είναι όλα γνωστά: η χρηματοπιστωτική κρίση, το χάος στην Ευρωζώνη, η επιταχυνόμενη απομάκρυνση των πολιτικών αποφάσεων από την επιρροή των κοινωνιών, η ροπή στον αυταρχισμό. Και το κυριότερο, αδυνατεί να βρει σημείο ισορροπίας ανάμεσα στα ανταγωνιστικά συμφέροντα που φλερτάρουν ξανά με μια «θερμή» λύση. Αλλά αυτή τη φορά η «θερμή» λύση δεν θα είναι «ευκαιρία». Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα είναι το τέλος.
Πολύ απλά, η «μηχανή» έχει χαλάσει. Δεν επισκευάζεται. Είναι για πέταμα. Οι θυσίες που μας ζητάει για να πάρει παράταση είναι πεταμένα λεφτά, πεταμένες ζωές. Πάμε για αντικατάσταση. Με τι, είναι η άλλη μεγάλη συζήτηση.
Υπάρχει στη γειτονιά μου ένα κατάστημα επισκευών για μικρές φορητές ηλεκτρικές συσκευές. Κάποτε ήταν μια τρύπα, πιο πολύ αποθήκη θα το έλεγες, τώρα φιλοξενείται σε μεγάλο, προβεβλημένο χώρο και σε κεντρική οδό. Κι έχει εξελιχθεί σε αλυσίδα, με ένα δυο ακόμη καταστήματα. Έχει πάντα κόσμο. Ουρά. Πάντα είχε, αλλά τώρα έχει μεγάλο σουξέ. Οι πελάτες φέρνουν κάθε τι φορητό – όχι τις μεγάλες συσκευές, αλλά ό,τι ηλεκτρικό υπάρχει σπίτι και χρησιμοποιείται σαν επέκταση ή υποκατάστατο των χεριών μας στο νοικοκυριό: ηλεκτρικές σκούπες, σκουπάκια, χύτρες ταχύτητας, σίδερα, πρεσοσίδερα, καφετιέρες, βραστήρες, σεσουάρ, μίξερ, μπλέντερ, αποχυμωτές. Εδώ παρελαύνει ο μικρόκοσμος των πολυεθνικών, κυρίως γερμανικός, αν και made in China. Με όλα τα αναλώσιμα, τα ακριβά γνήσια, αλλά και τα φθηνότερα αντίγραφα. Όλα τα καλά του καταναλωτικού σύμπαντος, που πριν από λίγο καιρό από «διαρκή» είχαν γίνει αναλώσιμα, γιατί εύκολα, με μερικές άτοκες δόσεις, τα αντικαθιστούσαμε με νέα, ανακτούν τώρα το αρχικό χαρακτηριστικό της «διάρκειας». Υπό τον όρο ότι επισκευάζονται, βέβαια.
Το κόστος της επισκευής, ιδιαίτερα όταν γίνεται από τα επίσημα δίκτυα των εταιρειών κατασκευής, σε κάνει ν’ αναρωτιέσαι αν συμφέρει για ένα τόσο δα ασήμαντο ανταλλακτικό από πλαστικό ή μέταλλο να διαθέσεις ακόμη και το μισό της αρχικής αξίας της συσκευής. Αλλά αυτό είναι ένα ρίσκο που το αναλαμβάνουν πια οι πελάτες, έπειτα από μερικά δευτερόλεπτα περισυλλογής, και αφού έχουν ακούσει από τον χαμογελαστό υπάλληλο την τιμή της επισκευής.
Αυτός ο άψογα οργανωμένος μηχανισμός του λεγόμενου after sale service, που ισχύει βεβαίως και για τις άλλες, μεγάλες και πολύ ακριβότερες ηλεκτρικές συσκευές, από τα ψυγεία μέχρι τους υπολογιστές, τα κινητά και τ’ αυτοκίνητα, αποκαλύπτει και μια πρόνοια των πολυεθνικών που ικανοποιούν κάθε ανάγκη ή επιθυμία μας πριν καν εκδηλωθεί. Δεν αφορά απλώς την ικανοποίηση των «δικαιωμάτων του καταναλωτή», με την παροχή μακρόχρονων εγγυήσεων και υπηρεσιών συντήρησης του προϊόντος. Αφορά και την πρόνοια βλάβης όχι στη συσκευή, αλλά «βλάβης» στην αγορά. Μια βαθιά ύφεση, για παράδειγμα, που θα μειώσει ή και εκμηδενίσει την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών, άρα και την κερδοφορία των επιχειρήσεων, από την αγορά συσκευών νέας γενιάς που αντικαθιστούν με ρυθμούς εξαμήνου τις παλαιότερες. Για αγορές σαν την ελληνική, καταδικασμένες να πιάσουν καταναλωτικό πάτο, οι επισκευές είναι μια κάποια λύση για τις εταιρείες που ήδη έχουν επιβραδύνει τους ρυθμούς εισαγωγής των νέων προϊόντων τους. Μαζί με μια δραστική μείωση του κόστους τους στο δίκτυο πωλήσεων, οι επισκευές μπορεί να αποδειχθούν ένα κερδοφόρο υποκατάστατο. Η φτωχοποίηση μιας κοινωνίας δεν σημαίνει καθόλου υποστολή της σημαίας του κέρδους.
Η λεγόμενη οικονομία της αγοράς, λοιπόν, έχει ανταλλακτικά κερδοφορίας ακόμη στην ύφεση. Τα προϊόντα, αν δεν έχουν πάθει το ανεπανόρθωτο, αν δεν τους έχει «καεί ο εγκέφαλος», όπως ακούγεται για τα περισσότερα ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά αγαθά της ψηφιακής εποχής, παίρνουν μια παράταση ζωής, μια μικρή «ανάσταση». Για τους ανθρώπους όμως δεν είναι το ίδιο. Δεν είναι πάντα επισκευάσιμοι. Μπορεί να υπάρχουν τα νοσοκομεία για το «ρεκτιφιέ», τα «σέρβις» και τα «ανταλλακτικά» μας -μερικά στεντς, ένα μπαλονάκι, μια «αλλαγή λαδιών» για επαναφορά από ένα εγκεφαλικό, σπανιότερα μια καινούργια καρδιά, ένα νεφρό- αλλά μερικές φορές η βλάβη είναι ανήκεστος. Και δεν εννοώ τόσο τη φυσική βλάβη, αυτή που φέρνει η φθορά του χρόνου ή η έκθεση στους βιολογικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους. Αλλά τη ζημιά που προκαλεί η έκθεση στους οικονομικούς και κοινωνικούς κινδύνους. Εκεί το after sale service του οικονομικού μας πολιτισμού πάσχει. Κι όχι απλώς πάσχει. Τώρα πια φέρνει σε Καιάδα.
Κοιτάξτε τι γίνεται με τη δημόσια διοίκηση και τη γιγαντοτέραστια «μεταρρύθμιση» της μισθωτής εφεδρείας. Στα 55 τους χρόνια, άνθρωποι με δεκαετίες εμπειρίας βγαίνουν στην απόσυρση, την ίδια στιγμή που το ασφαλιστικό «σύστημα» τείνει στην παράταση του εργάσιμου βίου τουλάχιστον μέχρι τα 65 χρόνια. Σχιζοφρένεια. Κι ακόμη χειρότερα, οι ένα εκατομμύριο άνεργοι, στην πλειοψηφία τους σε παραγωγική ακμή, βγαίνουν περιττοί για άγνωστο διάστημα. Οι τυχεροί που παραμένουν στην παραγωγή πρέπει να συνηθίσουν στην ιδέα ότι θα δουλεύουν περισσότερο και για τουλάχιστον 25% λιγότερα χρήματα. Κι έπειτα, όλοι μαζί, εργαζόμενοι και άνεργοι και συνταξιούχοι πρέπει να εξοικειωθούν με μια ζωή στη ζώνη του λυκόφωτος, στη σφαίρα του απρόβλεπτου. Το λίγο ή το ελάχιστο εισόδημά τους και η όποια αποταμίευση ή περιουσία τους κατά κάποιο τρόπο τελούν υπό εφεδρεία. Υπό φορολογική ομηρία. Κανείς δεν ξέρει πώς θα ξυπνήσουν αύριο ο υπουργός Οικονομικών, η τρόικα, η Γερμανοί επιτηρητές, οι πιστωτές. Ποιο τέχνασμα θα βρουν για να βάλουν στο χέρι ό,τι έχει απομείνει στις τσέπες των φορολογικών υποζυγίων.
Ε, δεν θέλει πολύ ο άνθρωπος. Χαλάει. Στην αρχή η βλάβη φαίνεται ασήμαντη. Το χαμόγελο που σβήνει στα χείλη. Ένας κόμπος στο στομάχι – κατά κανόνα συνδυασμένος με αριθμητικούς υπολογισμούς για το ανέφικτο ισοζύγιο του μήνα. Έπειτα, η ζημιά περνάει στον «κινητήρα», η μηχανή βογκάει, κολλάει στις ανηφόρες, δεν ανεβάζει στροφές. Κατάθλιψη, δυσκινησία ή και πλήρης ακινησία. Δυσκολεύεσαι να προγραμματίσεις τη ζωή σου, τα στοιχειώδη πνίγονται στη ρευστότητα και στην αβεβαιότητα. Ας πούμε ότι μέχρι εδώ επισκευάζεσαι. Το after sale service του συστήματος προβλέπει ασπιρίνες, βιταμίνες, αναλγητικά, καμιά φορά και επιθετική χημειοθεραπεία. Διά βίου κατάρτιση, εκπαίδευση στη στέρηση, εν ανάγκη μετανάστευση, αν είσαι νέος κι έχεις τα κότσια. Η φιλοσοφία της «επισκευής» είναι να ανακατασκευαστούν και να επανασυναρμολογηθούν οι άνθρωποι, έτσι που να μην έχουν την ενοχλητική μνήμη των κεκτημένων, την απαιτητικότητα των καιρών της ευημερίας, την προσδοκία για βελτίωση της ατομικής και συλλογικής κατάστασης.
Στο τέλος, όμως, καίγεται κι ο εγκέφαλος. Κι αυτό δεν είναι σχήμα λόγου. Γίνεται κυριολεξία όταν τόσο μαζικά, τόσο μεγάλα στρώματα της κοινωνίας εξωθούνται σε μακροχρόνια αδιέξοδα. Η παραγωγική, δημιουργική ικμάδα των ανθρώπων χάνεται για χρόνια, ίσως και δεκαετίες. Δεν επισκευάζεται. Ούτε αντικαθίσταται η μια «χαλασμένη» γενιά, από μια επόμενη που θα ζήσει με καλύτερους όρους. Ίσα ίσα, οι απόγονοί μας, τα «ανταλλακτικά» μας στη μηχανή αναπαραγωγής του οικονομικού συστήματος, μπαίνουν σ’ αυτό με πολύ χειρότερους όρους. «Χαλασμένοι», τσαλακωμένοι εξ απαλών ονύχων, γυμνοί από δικαιώματα. Κι όλοι μαζί, ως παρελθόν, παρόν και μέλλον, γλιστράμε προς τη χωματερή της Ιστορίας. Με τον τρόπο που ένα σωρό έθνη οδηγήθηκαν βίαια στην παρακμή.
Ό,τι ισχύει για τους ανθρώπους, σε κάποια αναλογία, ισχύει και για τους πολιτισμούς, για τα οικονομικά και πολιτικά συστήματα. Υπάρχει το διαδεδομένο κλισέ ότι «η κρίση είναι ευκαιρία». Το after sale service της Ιστορίας, είναι αλήθεια, έχει επιφυλάξει ευκαιρίες νεκρανάστασης σε συστήματα που όχι μόνο έφτασαν στο χείλος του γκρεμού, αλλά έπεσαν αυτοβούλως και στην άβυσσό του. Το κραχ του 1929 αποτελεί το κλασικό παράδειγμα δια του λόγου το αληθές. Η κρίση που διαπέρασε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο του μεσοπολέμου οδήγησε στον φασισμό, στον ναζισμό και στον φονικότερο πόλεμο της Ιστορίας. Για τον καπιταλισμό, αυτό το καπάκι της αβύσσου που άνοιξε ήταν μια πραγματικά μεγάλη ευκαιρία αναζωογόνησης. Οι 40 εκατομμύρια νεκροί του πολέμου έγιναν η πρώτη ύλη για μια νέα τάξη πραγμάτων που, παρά τον Ψυχρό Πόλεμο και το αντίπαλο δέος της ΕΣΣΔ και του ανύπαρκτου σοσιαλισμού, αποτέλεσε τη χρυσή μεταπολεμική πεντηκονταετία του καπιταλισμού. Η οικονομία της αγοράς αυτο-επισκευάστηκε θεαματικά. Αλλά εξασφάλισε πράγματι την αθανασία; Θα επαναλάβει το μεταπολεμικό θαύμα μέσα από αυτή τη νέα κρίση που όλα δείχνουν ότι θα θυμίζει τραγικά αυτή του 1929; Με τίποτα! Δεν έχουμε πια να κάνουμε απλώς με βλάβη σ’ ένα εύκολα αντικαταστάσιμο ανταλλακτικό, ούτε καν με βλάβη στον κινητήρα του καπιταλισμού, που η τρίτη τεχνολογική επανάσταση θα τον επισκευάσει και θα τον παραδώσει σαν καινούργιο. Έχει καεί ο «εγκέφαλος». Ζει το απόλυτο burnout. Αδυνατεί να θρέψει ανθρώπινες προσδοκίες. Έχει εξοκείλει από τη νοητή γραμμή της προόδου. Καθιστά όρο της ύπαρξής του την αχρήστευση όλο και περισσότερου ανθρώπινου δυναμικού. Η επιβίωσή του μοιάζει ασύμβατη με την επιβίωσή μας. Τα συμπτώματα είναι όλα γνωστά: η χρηματοπιστωτική κρίση, το χάος στην Ευρωζώνη, η επιταχυνόμενη απομάκρυνση των πολιτικών αποφάσεων από την επιρροή των κοινωνιών, η ροπή στον αυταρχισμό. Και το κυριότερο, αδυνατεί να βρει σημείο ισορροπίας ανάμεσα στα ανταγωνιστικά συμφέροντα που φλερτάρουν ξανά με μια «θερμή» λύση. Αλλά αυτή τη φορά η «θερμή» λύση δεν θα είναι «ευκαιρία». Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα είναι το τέλος.
Πολύ απλά, η «μηχανή» έχει χαλάσει. Δεν επισκευάζεται. Είναι για πέταμα. Οι θυσίες που μας ζητάει για να πάρει παράταση είναι πεταμένα λεφτά, πεταμένες ζωές. Πάμε για αντικατάσταση. Με τι, είναι η άλλη μεγάλη συζήτηση.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (3/12/2011)
Γεννήθηκα στην Κιβωτό
μαζί με τ' άλλα ζώα
και τώρα εδώ σας τραγουδώ
δαιμόνια κι αθώα
Γεννήθηκα και μου 'δωσαν
για προίκα μια μαγκούρα
να τη βαράω με δύναμη
στου νου μου την καμπούρα
Είμαι εξάρτημα εγώ της μηχανής σας
κι ο γιος μου τ’ ανταλλακτικό
θα ’ναι εντάξει μια ζωή στη δούλεψή σας
είναι από άριστο υλικό.
Γεννήθηκα με ένα γιατί
μες την καρδιά κρυμμένο
ποιους μάγκες εξυπερετώ
ποιοι μ’ έχουν κουρδισμένο
Με φέρανε και μου ’πανε
ποτέ μιλιά μη βγάλω
πως είναι που γεννήθηκα
προνόμιο μεγάλο.
Γεννήθηκα στην Κιβωτό
εννιά και δεκατρία
την ώρα που οι πλανήτες μου
βαράγαν μα...
Μαρία με τα κίτρινα
με βάση τα δεδόμενα
εδώ ο πλανήτης χάνεται
κι εσύ το παίζεις γκόμενα.
Ελένη Βιτάλη, «Η κιβωτός» (στίχοι και μουσική από τον δίσκο «Το απέναντι μπαλκόνι», 1989)
μαζί με τ' άλλα ζώα
και τώρα εδώ σας τραγουδώ
δαιμόνια κι αθώα
Γεννήθηκα και μου 'δωσαν
για προίκα μια μαγκούρα
να τη βαράω με δύναμη
στου νου μου την καμπούρα
Είμαι εξάρτημα εγώ της μηχανής σας
κι ο γιος μου τ’ ανταλλακτικό
θα ’ναι εντάξει μια ζωή στη δούλεψή σας
είναι από άριστο υλικό.
Γεννήθηκα με ένα γιατί
μες την καρδιά κρυμμένο
ποιους μάγκες εξυπερετώ
ποιοι μ’ έχουν κουρδισμένο
Με φέρανε και μου ’πανε
ποτέ μιλιά μη βγάλω
πως είναι που γεννήθηκα
προνόμιο μεγάλο.
Γεννήθηκα στην Κιβωτό
εννιά και δεκατρία
την ώρα που οι πλανήτες μου
βαράγαν μα...
Μαρία με τα κίτρινα
με βάση τα δεδόμενα
εδώ ο πλανήτης χάνεται
κι εσύ το παίζεις γκόμενα.
Ελένη Βιτάλη, «Η κιβωτός» (στίχοι και μουσική από τον δίσκο «Το απέναντι μπαλκόνι», 1989)