Friday, March 30, 2012

Κλειστή φιλοξενία

(Από τη στήλη ΕΝΑΛΛΑΞ, Δρόμος της Αριστεράς, 31/3/2012)


Με ιδιαίτερη ικανοποίηση οι ευρωπαϊκές αρχές παρακολουθούν την πρόοδο που πραγματοποιεί η τοπική κυβέρνηση του προτεκτοράτου στη διαχείριση απορριμμάτων. Ο ιθαγενής πληθυσμός της αποικίας έχει αγκαλιάσει με ζήλο το πρόγραμμα εξαγωγής σκουπιδιών και αποβλήτων στους γενναιόδωρους Γερμανούς ευεργέτες. Και παρ’ όλο που οι ιθαγενείς καταναλώνουν λιγότερα από ποτέ, πασχίζουν φιλότιμα να αυξήσουν την παραγωγικότητά τους σε προϊόντα αφόδευσης και κατά κεφαλήν σκατά, περνώντας αρκετές ώρες της μέρας καθισμένοι στη λεκάνη της τουαλέτας.

Το πεδίο, όμως, στο οποίο ζήλος των τοπικών αρχών εκπλήσσει τους επιτηρητές είναι η διαχείριση των ανθρώπινων απορριμμάτων. Αρχής γενομένης από τους παράνομους μετανάστες, υπέρ των οποίων δημιουργούνται χώροι υγειονομικής ταφής και εξαφάνισης, πολιτικώς ορθά αποκαλούμενοι «κέντρα κλειστής φιλοξενίας». Επειδή δε η διαχείριση των ανθρώπινων απορριμμάτων είναι από τους λίγους υποσχόμενους ανάπτυξη κλάδους της ημιχρεοκοπημένης οικονομίας, η τοπική κυβέρνηση θεσπίζει κίνητρα για την αύξηση της παραγωγικότητας στο πεδίο αυτό. Στο εξής κάθε ιθαγενής που παραδίδει στα κέντρα κλειστής φιλοξενίας οποιονδήποτε δεν είναι λευκός και αποδεδειγμένα Καυκάσιος θα αμείβεται με αριθμό προτεραιότητας στις ποικίλες ουρές της νέας οικονομίας: προτεραιότητα στο ταμείο ανεργίας, αν είναι άνεργος, στην απονομή σύνταξης και δείγματος εφάπαξ, αν είναι συνταξιούχος, στην αποζημίωση αν είναι απολυμένος, ή στην πρόσληψη στα ίδια τα κέντρα κλειστής φιλοξενίας, αν ψάχνει για δουλειά. Επιπλέον, στους παραγωγικότερους καταδότες μελαψών ή κατάμαυρων μεταναστών θα χορηγείται δικαίωμα έκπτωσης 10% επί της καταβολής των φορολογικών χαρατσιών της προσεχούς περιόδου.

Η επιτυχία του εγχειρήματος, που αποδίδει έσοδα και νέες θέσεις εργασίας στις τοπικές κοινωνίες με κέντρα κλειστής φιλοξενίας, ενέπνευσε στις Αρχές του προτεκτοράτου την ιδέα εφαρμογής του μοντέλου και σε άλλους τομείς κοινωνικών απορριμμάτων. Ήδη το Υπουργείο Ανεργίας και Κοινωνικής Ανασφάλειας μελετά το ενδεχόμενο δημιουργίας κέντρων δωρεάν απασχόλησης στα οποία οι άνεργοι θα προσφέρουν εργασία στην επιχειρηματική ελίτ (ή αλήτ) της χώρας έναντι των απαραιτήτων για σίτιση και συντήρησή (π.χ. δυο γεύματα τη μέρα, μια πλάκα σαπούνι το μήνα, ένα ξυραφάκι την εβδομάδα, 5 σερβιέτες τον μήνα κλπ). Εννοείται πως όσοι ενταχθούν στα κέντρα θα στερηθούν του ευεργετήματος του επιδόματος ανεργίας το οποίο θα παρέχεται ως κίνητρο στους εργοδότες. Κάτι ανάλογο μελετάται και για τους συνταξιούχους που αντί σύνταξης θα φιλοξενούνται στα κέντρα κλειστής απόσυρσης «Καλή Ψυχή», στερούμενοι αντιστοίχως της σύνταξής τους, αλλά με διασφαλισμένα τα έξοδα κηδείας.

Παράλληλα, το υπουργείο Αγνοίας, Δια Βίου Αμάθειας και Θρησκοληψίας μελετά ρηξικέλευθη πρόταση για τη δημιουργία του νέου Ολοήμερου και Ολονύχτιου Σχολείου εντός του οποίου τα κακομαθημένα κωλόπαιδα θα συνδυάζουν εκπαίδευση, κατάρτιση, εργασία και αναψυχή, μακριά από τις κακές επιρροές της κοινωνίας και της οικογένειας. Οι γονείς, έναντι λογικής φορολογικής επιβάρυνσης, θα έχουν πλήρη απαλλαγή από τη γονεϊκή μέριμνα – πλην Σαββατοκύριακου, εορτών και ενός θερινού μήνα- ώστε να αφιερωθούν απερίσπαστοι στα διευρυμένα 12ωρα απασχόλησης με αμοιβές part time.

Βεβαίως, με δεδομένο ότι οι περισσότερες κοινωνικές ομάδες του προτεκτοράτου- αλλοδαποί, άνεργοι, συνταξιούχοι, παιδιά, τοξικομανείς, άστεγοι, ανάπηροι, ανυπότακτοι, νεόπτωχοι, κατεστραμμένοι μικρομεσαίοι, παραβάτες του κοινού ποινικού δικαίου, τρομοκράτες, απείθαρχοι αριστεροί, αμετανόητοι αναρχικοί κ.α. – θα ενταχθούν σε ανάλογης έμπνευσης κέντρα κλειστής, ανοικτής ή μισάνοικτης φιλοξενίας υπέρ της ηρεμίας του κοινωνικού συνόλου, και με δεδομένο ότι απ’ αυτό το σύνολο ελάχιστοι θα μείνουν εκτός κάποιου κέντρου, οι επιτηρητές του προτεκτοράτου εξετάζουν το ενδεχόμενο να το συρμπατοπλέξουν ολόκληρο, και στα 1228 χιλιόμετρα χερσαίων συνόρων του, και στα 13.676 χιλιόμετρα ακτογραμμής του, με το σύνολο του πληθυσμού ενταγμένο σε πρόγραμμα σωφρονισμού και εθελοντικής εργασίας μέχρις εξοφλήσεως και του τελευταίου ευρώ χρέους. Ύστερα θα είναι όλοι ελεύθεροι να αποδημήσουν. Σε άλλη χώρα ή εις Κύριον.
                                                                                                ΚΙΜΠΙ



Monday, March 26, 2012

Homo debitor


(Από τη στήλη, "Γράμματα στην κόρη μου", περιοδικό ΜΟΝΟ, 13/3/2012) 



Αγαπημένη μου Βέρα,
Σου έχω καλά νέα και κακά νέα. Τα καλά νέα είναι ότι, επιτέλους, μπαίνει η Άνοιξη, κι αφήνουμε πίσω τον σκληρό χειμώνα του 2012. Κι ακόμη ότι εσύ έχεις όλη τη ζωή μπροστά σου και καλά θα κάνεις να κλείσεις τ’ αυτιά σου στις σειρήνες της μοιρολατρίας και της ταπείνωσης. Να φαντάζεσαι και να απαιτείς ένα μέλλον όμορφο, να μετατρέψεις την αποτυχία της δικής μου γενιάς σε επιτυχία της δικής σου.

Τα κακά νέα είναι ότι η εκκίνησή σου γι’ αυτό το όμορφο μέλλον έχει πολλά βάρη. Κάθε παιδί της ηλικίας σου, ακόμη κι εκείνα που μόλις τώρα γεννιούνται, έχουν στην πλάτη τους ένα βάρος περίπου 38.500 ευρώ. Οφείλουν να υπάρξουν για να το ξεπληρώσουν. Λέγεται χρέος. Θα μου πεις, πώς είναι δυνατό να αποκτήσει κανείς ένα χωρίς καν να έχει κάνει την πρώτη του συναλλαγή. Και σε ποιους το οφείλει. Αυτό είναι εύκολο να απαντηθεί, το έχει ψυχανεμιστεί κάθε παιδί της ηλικίας σου που ακούει ότι «η πατρίδα οφείλει να είναι συνεπής στις υποχρεώσεις της έναντι των πιστωτών της», είτε είναι τράπεζες είτε κράτη που δανείζουν δανειζόμενα τα ίδια από άλλες τράπεζες, που κι αυτές με τη σειρά τους έχουν δανειστεί από άλλους. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει στο επικίνδυνο συμπέρασμα ότι τελικά πατρίδα είναι οι ίδιες οι τράπεζες, κι ότι τα σύνορα που πρέπει να υπερασπιστούμε σε περίπτωση απειλής είναι τα τραπεζικά γκισέ, ότι τα όπλα που οφείλουμε να σηκώσουμε δεν είναι παρά η αγόγγυστη διάθεση χρόνου και χρήματος στα θησαυροφυλάκιά τους.

Να, λοιπόν, Βέρα μου, το καινούργιο άλμα στην ανθρώπινη εξέλιξη. Από τον homo habilis, στον homo erectus, στον homo sapiens, κι απ’ αυτόν στον homo sapiens sapiens, κι έπειτα στον homo faber για να καταλήξουμε στον homo debitor. Σε μπέρδεψα με τα λατινικά; Ωραία, το αποκαθιστώ: ικανός άνθρωπος, όρθιος άνθρωπος, σοφός άνθρωπος, σοφότατος άνθρωπος, δημιουργός άνθρωπος, οφειλέτης άνθρωπος. Θα αναρωτηθείς, Βέρα μου: πού πήγε η σοφία και η δημιουργικότητα του ανθρώπου, πού τις σπατάλησε ώστε να καταντήσει ένας χρεωμένος άνθρωπος; Η πρόχειρη απάντηση που μπορώ να σου δώσω είναι ότι από τότε που η σοφία και η δημιουργικότητα έγιναν εμπορεύματα και ανταλλάξιμες αξίες, από τότε που όλα τα προϊόντα της ανθρώπινης διάνοιας χρειάστηκε να αποσπαστούν από την αξία που έχουν για τον καθένα μας σαν μέσα επιβίωσης ή απόλαυσης και να χαθούν μέσα στην αφηρημένη αξία του χρήματος, οι άνθρωποι εκχώρησαν ένα μεγάλο μέρος της δύναμης και της σοφίας τους στους κατόχους του χρήματος.

Κατά τη γνώμη μου αυτό ήταν απίστευτη βλακεία, καθώς έδωσαν συντριπτική εξουσία σε κάτι που από μόνο του ούτε τρώγεται, ούτε πίνεται, ούτε με οποιονδήποτε τρόπο μπορεί να ικανοποιήσει οποιαδήποτε ανάγκη ή επιθυμία. Φαντάσου έναν κόσμο έπειτα από μια απίστευτη φυσική καταστροφή που έχει αφανίσει κάθε τι εκτός από τους ανθρώπους, τις κατσαρίδες και το χρήμα. Τι πιστεύεις ότι θα έχει μεγαλύτερη αξία για τον άνθρωπο; Το χρήμα ή οι κατσαρίδες;

Ίσως, γι’αυτό, είναι χρήσιμο να ανατρέξουμε στη σοφία της ελληνικής γλώσσας- υποθέτω και κάθε άλλης αρχαίας γλώσσας που διασώζει την πρωταρχική αλήθεια των εννοιών. Το χρήμα, όπως και το χρέος, είναι παράγωγα του ρήματος χράομαι –χρώμαι, που σημαίνει χρησιμοποιώ κάτι, καρπούμαι, αλλά και υποφέρω, έχω σχέση οικειότητας, είμαι φίλος με κάποιον. Από το χρώμαι πάμε πρώτα στη χρεία, την ανάγκη, έπειτα στη χρήση, μετά στο χρήμα που πριν πάρει την έννοια του μέσου συναλλαγής, σημαίνει κάθε τι χρήσιμο για τον άνθρωπο, κάθε τι που μεταχειρίζεται, που έχει ανάγκη, που γίνεται πόρος ζωής. «Πάντων χρημάτων μέτρων άνθρωπος εστίν», έλεγε ο Πρωταγόρας, και δεν εννοούσε τα νομίσματα. Γι’ αυτό και το χρέος, πριν εμφανιστούν οι χρεάραπαγες, οι χρεαγωγοί, οι χρεοκοπίδες, οι χρηματιστές, οι χρηματοφθόροι, οι χρηματοφύλακες και οι χρηματολαίλαπες, πριν όλοι αυτοί γίνουν δυνάστες των απλών όρθιων, σοφών, σοφότατων, δημιουργικών ανθρώπων, το χρέος, λοιπόν, σήμαινε υποχρέωση, καθήκον, ποινή, σκοπό, πεπρωμένο και μόνον εσχάτως το οφειλόμενο δάνειο.

Πριν, λοιπόν, αποδεχθούμε την κατάσταση του homo debitor, του χρεωμένου ανθρώπου, σαν φυσική εξέλιξη του είδους μας, πριν αναλάβουμε το χρέος σαν βάρος που μας κληροδότησε η ίδια η φύση μας, ας ρωτήσουμε το χρήμα: ποιος σ’ έφτιαξε. Ας ρωτήσουμε τους κατόχους του: πού το βρήκατε; Κι αν τα ερωτήματα αυτά σου φαίνονται ηλίθια, ας προσθέσουμε το πιο καίριο: Μπορεί η ανθρωπότητα να ζήσει χωρίς χρήμα, άρα και χωρίς χρέος; Βεβαίως! Όπως το έκανε για χιλιάδες χρόνια, πριν ευτελίσει την ανθρώπινη σχέση σε σχέση δανειστή-οφειλέτη. Κι όπως, κατά κάποιο τρόπο, το κάνει και σήμερα κάθε άνθρωπος που καλλιεργεί τη γη, παράγει εργαλεία, κατασκευάζει ρομποτικά μηχανήματα, στέλνει διαστημόπλοια στο διάστημα, ανακαλύπτει καινούργια γνώση, φτιάχνει εκπληκτικά γκάτζετ επικοινωνίας, ζωγραφίζει, φιλοσοφεί, οραματίζεται το μέλλον. Μ’ αυτά τρέφεται, αναπαράγεται, διασκεδάζει, γίνεται ευφυέστερος και ευτυχής ο homo debitor, όταν του το επιτρέπουν οι πιστωτές του, οι επιδέξιοι δημιουργοί του χρήματος. Αυτοί, τι ακριβώς παράγουν εκτός από αέρα κοπανιστό;


Μήπως σε μπέρδεψα περισσότερο, Βέρα μου; Ο.Κ., θα προσφύγω στη γονεϊκή αυθεντία για να σου πω το συμπέρασμα: το μόνο φυσικό χρέος που έχει ο άνθρωπος από τη γέννησή του είναι ο θάνατος. Κανένα άλλο. Κι απ’ αυτό το χρέος πηγάζει η ανάγκη για μια ζωή συναρπαστική, αλλά χωρίς χρέος. Και χωρίς πιστωτές.

ΚΙΜΠΙ

Sunday, March 18, 2012

Η παρέλαση



(Από τη στήλη ΕΝΑΛΛΑΞ, Δρόμος της Αριστεράς, 17/3/2012)

… Και τώρα, αγαπητοί τηλεθεατές και ακροατές, παρελαύνει ενώπιον του Προέδρου της Μνημονιακής Δημοκρατίας και της εξέδρας των ανεπισήμων ηγετών της χώρας άγημα των 180 Γερμανών εφοριακών, κρατώντας στα χέρια τα iPad που θα γίνουν φόβος και τρόμος κάθε φορολογούμενου και κάθε επίδοξου φοροφυγάδα. Ακολουθεί η επίλεκτη ομάδα του Μεγάλου μας
Επιτηρητή Χορστ Ράινχενμπαχ, η task force που θα ξυπνήσει από τον βαθύ του λήθαργο το ράθυμο κράτος μας. Να τοι! Δείτε τους με πόση αυτοκυριαρχία σέρνουν από τις αλυσίδες τους άθλιους εγχώριους δημοσιοϋπαλληλίσκους που θα πάρουν σειρά για απόλυση. Το πλήθος ουρλιάζει από άγρια χαρά, τους ποδοκροτεί με ενθουσιασμό… Να τους χειροκροτήσει είναι αδύνατο, γιατί αυτοί οι θαρραλέοι και περήφανοι πατριώτες που ήρθαν εδώ στο Σύνταγμα να τιμήσουν την επέτειο της παλιγγενεσίας, δέχθηκαν με καρτερία να τους δεθούν πισθάγκωνα τα χέρια, για να αποτραπούν οι λίγοι προδότες του έθνους που θα θελήσουν να εκτοξεύσουν αβγά ή να απονείμουν παράσημα ανοικτής παλάμης. Αξίζουν κι αυτοί ένα θερμό χειροκρότημα ή ποδοκρότημα… Κι ακολουθούν τα επιβλητικά αγήματα των κρανοφόρων μας, ο ανθός της τάξης και της καταστολής, με τις χαρακτηριστικές αντιασφυξιογόνες προβοσκίδες τους να κρέμονται από τις κάσκες τους, τις φυσούνες εκτόξευσης καπνογόνων ξηράς κόνεως προτεταμένες, τις βομβίδες κρότου λάμψης αναρτημένες στο στήθος, τα γκλομπς και τις ασπίδες απαστράπτουσες. Μας έρχονται δάκρυα στα μάτια στη θέα τους, αγαπητοί τηλεθεατές, κι αυτή τη φορά δεν είναι από τα δακρυγόνα… Και να, πίσω τους, ακολουθεί σχηματισμός μυστικών ασφαλιτών, με τις κουκούλες στα πρόσωπα, κι ένα πολύχρωμο παζλ από τζιν, τι σερτ και μπουφάν στα κορμιά τους, με σιδηρολοστούς στα χέρια έτοιμους ν’ ανοίξουν φρέσκα κεφάλια ανίδεων αληθινών αναρχικών και να κατεβάσουν βιτρίνες ανυποψίαστων νοικοκυραίων. Και πλησίστιο έρχεται το άγημα των ηρώων του PSI, των εκπροσώπων των πιστωτών μας που προέβησαν στην υπέρτατη θυσία της ανταλλαγής. Μέσα η κοιλιά, έξω το στήθος, τα spreads να ξεσκίζουν τα κουρεμένα ομόλογα! Γιατί, τι είναι η πατρίδα μας αν δεν είναι το PSI; Ούτε τα άπαρτα ψηλά βουνά, ούτε ο ήλιος της που σιγολάμπει. Όλα πατρίδα μας, κι αυτά κι ετούτα που δόθηκαν ενέχυρο και υπήχθησαν στο αγγλικό δίκαιο, μικρή ανταπόδοση της ευγνωμονούσης πατρίδος προς τους ευεργέτας της. Ρίγη συγκίνησης συνταράσσουν το κορμί των ανεπισήμων, γνησίων απογόνων ενός Εφιάλτη, ενός Αλκιβιάδη, ενός Πηλιογούση, ενός Τσολάκογλου κι όλων όσοι τίμησαν τους αγώνες του έθνους κατά του εαυτού του. Κι ακολουθεί η παρέλαση των λαφύρων της νέας εθνικής παλιγγενεσίας, οι μισθωτοί σκλάβοι των 440 ευρώ, οι άνεργοι των 360 ευρώ με τις χαρακτηριστικές αλυσίδες στο λαιμό και στα πόδια, τα φορολογικά υποζύγια που δανείζονται από τις γενναιόδωρες τράπεζες για να πληρώσουν τα χαράτσια, οι αιχμάλωτοι του ταξικού πολέμου, οι συλληφθέντες των διαδηλώσεων, οι υπόδικοι με κατηγορίες τρομοκρατίας, οι συνταξιούχοι που προορίζονται για τον Καιάδα των Λοβεροδοκουτρουμάνηδων. Ω, αυτό δεν είναι παρέλαση. Είναι ρωμαϊκός θρίαμβος! Ave, Καίσαρα Γιούνκερ, χαίρε αυτοκράτειρα Άνγκελα, χαίρε και συ ύπατε Παπαδήμο. Οι μελλοθάνατοι σας χαιρετούν!

ΚΙΜΠΙ


Sunday, March 11, 2012

Αγορά ανθρώπινου κρέατος


(Από τη στήλη "Γράμματα στην κόρη μου", ΜΟΝΟ, 28/2/2012) 

Αγαπημένη Βέρα,

Σήμερα θα σου μιλήσω περί κρέατος. Κι ας έχουμε μπει στη Σαρακοστή. Πράγμα που για μας δεν έχει και τόση σημασία, ε; Το τιμούμε δεόντως και σ’ αυτό το μεσοδιάστημα, μέχρι να σφαγεί ο αμνός του Θεού. Μυστήριο πράγμα αυτό: όλες οι θρησκείες κι οι μεγάλες μεταφυσικές ιδέες τους ορίζονται συμβολικά γύρω από απαγορεύσεις ή προτροπές κατανάλωσης κρέατος. Λάβετε, φάγετε, τούτο εστί το σώμα μου… Μακριά από το ακάθαρτο γουρούνι... Κάτω τα χέρια από την ιερή αγελάδα.

Και σκέψου, είναι εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια από τότε που το είδος μας εγκατέλειψε την αποκλειστική φυτοφαγία, άρχισε να χάνει τη μακρά σκωληκοειδή του απόφυση και το ’ριξε στην κρεοφαγία. Ποιος ξέρει τι είδους τύψεις ένιωσε ο πρώτος άνθρωπος που έμπηξε τα δόντια του στη ζεστή σάρκα ενός θηλαστικού; Και γιατί τύψεις; Μήπως κι ο ζουμερός καρπός του δέντρου που πριν έκοβε την πείνα του είχε λιγότερη ζωή απ’ το τρομαγμένο ζώο πριν τη σφαγή του; Ή μήπως το μυστικό της ενοχής είναι αλλού; Στον φόβο ότι κάποια στιγμή, την ίδια λαχτάρα που νιώθει ο άνθρωπος για τη σάρκα ενός γουρουνόπουλου μπορεί να τη νιώσει για το κρέας της γυναίκας που τον συντροφεύει ή του παιδιού που εκπαιδεύει για να γίνει κι αυτό καλός θηρευτής…Κι αυτό το ταμπού γρήγορα το ξεπέρασε, Βέρα μου, ο πρόγονός μας. Η πείνα, που τον συντρόφευσε σε όλα τα άλματα της ευφυΐας του, πολλές φορές εξώθησε το είδος μας στον κανιβαλισμό.


Ακούγομαι κυνικός, σχεδόν σιχαμερός, Βέρα μου; Σκέψου λίγο: το να φας ωμό ένα ανέμελο τρυφερό ζωάκι που θα μπορούσε να είναι παιχνιδιάρικο κατοικίδιο θεωρείται ανήκουστη βαρβαρότητα. Αν όμως το ίδιο ζωάκι το τεμαχίσεις με χειρουργική ακρίβεια Γάλλου χασάπη, το μαρινάρεις σε μπαχαρικά και κόκκινο κρασί, το σοτάρεις σε εκλεκτό ελαιόλαδο και το μαγειρέψεις σε σιγανή φωτιά με μυρωδικά, αυτό θα θεωρηθεί πράξη ύψιστου πολιτισμού.

Δεν θέλω να σε σοκάρω, Βέρα μου. Αλλά με έναν ανάλογο τρόπο στο πέρασμα του χρόνου το ανθρώπινο είδος μεταμόρφωσε τον κανιβαλισμό από βαρβαρότητα σε πράξη προόδου. Όχι κυριολεκτικά, με τη γαστρονομική έννοια, αλλά πάντα με κάποια μορφή κατανάλωσης ζωντανής ανθρώπινης σάρκας, μαζί με διανοητικές της δεξιότητες. Μαθαίνεις αυτό τον καιρό για τα επιτεύγματα του αρχαίου κόσμου, το μεγαλείο της αθηναϊκής δημοκρατίας, τα καλλιτεχνικά θαύματα που μας αφήνουν άναυδους. Ξέρεις πως όλα αυτά στηρίχτηκαν σε μια κοινωνική πυραμίδα που στη βάση της ήταν οι δούλοι. Αυτοί ήταν το ανθρώπινο κρέας που η κατανάλωσή του –όχι ως έδεσμα, αλλά ως παραγωγική δύναμη- επέτρεψε στους πλούσιους Αθηναίους να έχουν άφθονο χρόνο για φιλοσοφία, ποίηση, τέχνη και δημοκρατία. Ακούγεται αδιανόητο σήμερα να έχει ένας αφέντης εξουσία ζωής και θανάτου στον δούλο του. Κι όμως, ήταν τεράστια πρόοδος για την εποχή να έχουν μια ευκαιρία επιβίωσης τα δυστυχισμένα ανδράποδα, που αντλούνταν από την πρώτη μεγάλη αγορά ανθρώπινου κρέατος, τους πολέμους. Πριν απλώς τους σκότωναν.

Με τον καιρό, βεβαίως, Βέρα μου, προστέθηκε στα πολιτιστικά επιτεύγματα του κόσμου μας άλλη μια μεγάλη αγορά ανθρώπινης σάρκας: τα χρέη. Έμαθες ήδη για τη Σεισάχθεια και την προσπάθεια του Σόλωνα ν’ απαλλάξει τους φτωχούς από την υποχρέωση να διαθέτουν τον εαυτό τους ως ενέχυρο στους τοκογλύφους. Αυτό μας δίνει ένα μέτρο για την τιμή του ανθρώπινου κρέατος εκείνη την εποχή. Αλλά, μια που για πολλούς αιώνες ακόμη όλες οι «σεισάχθειες» των φιλότιμων μεταρρυθμιστών δεν είχαν το επιθυμητό αποτέλεσμα, είναι ο Σαίξπηρ που μας δίνει την ακριβή τιμή κιλού στον «Έμπορο της Βενετίας»: ο τοκογλύφος Σάιλοκ ζητάει από τον έμπορο Αντώνιο μια λίβρα κρέας (περίπου μισό κιλό) από το σώμα του έναντι δανείου 3.000 δουκάτων.


Φαίνεται πανάκριβο το ανθρώπινο κρέας, Βέρα μου; Κι όμως, δεν είναι. Αυτή η αιματηρή αγορά εμφανίζει πολλές διακυμάνσεις στο πέρασμα του χρόνου. Το ανθρώπινο κρέας που άντλησαν σε αφθονία από τις αποικίες τα αποικιοκρατικά βασίλεια της Ευρώπης έριξε την τιμή του σχεδόν στο μηδέν. Κι έπειτα, όταν το δουλεμπόριο παρήκμασε, οι μεγάλοι άρπαγες της ανθρώπινης ιστορίας, όταν δεν πρόσφεραν τον ανθό της Ευρώπης σαν «κρέας για τα κανόνια» των πολέμων τους, καθόριζαν την τιμή του έξω από τα εργοστάσια, τα χωράφια και τα καταστήματα μ’ αυτό που αποκαλούμε μισθό. Μεγάλη πρόοδος κι ο μισθός σε σχέση με την εξουσία θανάτου στα χέρια του δουλοκτήτη. Αλλά είμαστε ακόμη στον ίδιο παρονομαστή. Μπορεί το μέτρο να μην είναι πια το βάρος, αλλά ο χρόνος. Ωστόσο, η λεγόμενη αγορά εργασίας παραμένει ένας ευφημισμός για την αγορά ανθρώπινου κρέατος. Με τη διαφορά ότι σ’ αυτήν κάποιο λόγο για την τιμή του έχει και το ίδιο το «κρέας».


Κι ερχόμαστε στο δια ταύτα, Βέρα μου. Να τι χάνουμε με τους κανίβαλους των Μνημονίων που έχουμε μπλέξει. Χάνουμε τον ελάχιστο λόγο στην τιμή του «κρέατός» μας. Μπαίνουμε στη διατίμηση, εν ονόματι κάποιας «σωτηρίας» που εμπνεύστηκαν άρρωστα από την απληστία μυαλά. Οι «σιτεμένοι» τιμολογούμαστε 480 ευρώ τον μήνα, 22 ευρώ τη μέρα ή 2,7 ευρώ την ώρα. Οι άγουροι με την σφριγηλή σάρκα, τη γνώση και τη φαντασία της νιότης, ακόμη φθηνότερα. Είμαστε κρέας στο τσιγκέλι μιας αγοράς που μας επιστρέφει στις πιο σκοτεινές πτυχές της ανθρώπινης προϊστορίας. Κι εγώ, με το σκληρό κρέας της μέσης ηλικίας, κι εσύ με τη σάρκα της αθωότητας. Και το θέμα είναι πια ακριβώς αυτό: όχι απλώς να βελτιώσουμε την τιμή μας, αλλά να τελειώνουμε με την προϊστορία της ανθρωπότητας. Να ξεριζώσουμε μια για πάντα το σκοτεινό μας ένστικτο που μας κάνει να βλέπουμε τον «άλλο» όχι ως είδωλο του εαυτού μας, ως σύντροφό μας στην ανθρώπινη περιπέτεια, αλλά σαν μια μερίδα κρέας προς κατανάλωση...

                                                                                                                                 ΚΙΜΠΙ

Sunday, March 4, 2012

Μαυρογαλαζοπρασινοσκουφίτσα


(Από τη στήλη Εναλλάξ, «Δρόμος της Αριστεράς», 3/3/3012)

Μια φορά κι έναν καιρό, ίσως και δύο ή τρεις καιρούς, ήταν ένα κοριτσάκι που το λέγαν Μαυρογαλαζοπρασινοσκουφίτσα. Ζούσε με τη μητέρα της στην άκρη του δάσους ενώ στην άλλη άκρη του δάσους, ανατολή μεριά, ζούσε η γιαγιά της. Γιατί δεν μένανε μαζί, είναι άγνωστο. Μια μέρα, η μητέρα της Μαυρογαλαζοπρασινοσκουφίτσας είπε στην κόρη της: «Φίτσα (σ.σ. το υποκοριστικό της), θα φτιάξω λίγο φαγητό να το πας στη γιαγιά σου που είναι πολύ άρρωστη. Αλλά, προσοχή, καθώς θα διασχίζεις το δάσος, μη μιλήσεις σε κανέναν ξένο, και προ παντός μακριά από τον Κακό Λύκο. Θυμάσαι τι πάθαμε την προηγούμενη φορά». «Δεν πάω πουθενά», είπε η Φίτσα, «ας ψοφήσει η κωλόγρια, που μας έχει ρημάξει με τις αρρώστιες της, τζάμπα τρώει, τζάμπα πίνει και περιμένει από μας να τη σώσουμε κάθε φορά». «Φίτσα, δεν σκέφτεσαι πραχτικά. Ό,τι δίνουμε στη γιαγιά θα το πάρουμε στο πολλαπλάσιο, θα μας μείνει το σπίτι και τα χωράφια της. Άσε που είμαι βέβαιη πως στο γιούκο πρέπει να έχει χωμένα μπόλικα χρήματα και δεν θα εκπλαγώ καθόλου αν βρεθούν και καταθέσεις της στην Ελβετία». Η Μαυρογαλαζοπρασινοσκουφίτσα το σκέφτηκε, άλλαξε γνώμη, κι αποφάσισε να γίνει η task force διάσωσης της γιαγιάς.

Πήρε δρόμο, λοιπόν, με το φαγώσιμο σχέδιο Μάρσαλ στο καλαθάκι της, κι άρχισε να διασχίζει το δάσος. Στα μισά της διαδρομής βρίσκει και τον Κακό Λύκο, «έλα μαζί μου», του λέει, «έχουμε νέα επιχείρηση διάσωσης της γιαγιάς», του Λύκου του τρέξανε τα σάλια και την ακολούθησε. Λίγο παρακάτω συνάντησαν και τον κυνηγό, «έλα μαζί μας», είπε με επιτακτικό ύφος η Φίτσα, «πάμε να ταΐσουμε την κωλόγρια», κι ο κυνηγός ακολούθησε συμπληρώνοντας την τρόικα διάσωσης της γιαγιάς. Στη διαδρομή η Μαυρογαλαζοπρασινοσκουφίτσα μοιράστηκε με τους συνεργούς της το σχέδιο διάσωσης- «εσύ θα αναλάβεις να της κάνεις PSI», είπε στον Λύκο, «εσύ θα αναλάβεις την αποκρατικοποίησή της, θα κάνεις το σπίτι φύλλο φτερό, θα καταγράψεις οτιδήποτε έχει αξία», είπε στον κυνηγό, «κι εγώ θα την ταΐσω με τη θρεπτική σούπα από δηλητηριώδη μανιτάρια».

Η τρόικα διάσωσης της γιαγιάς μπούκαρε στο σπίτι, η γιαγιά κατατρομαγμένη πετάχτηκε από το κρεβάτι της, ύστερα ηρέμησε κάπως αντικρίζοντας την εγγονή της, αλλά φοβισμένη πάντα, άρχισε τις ερωτήσεις. «Μαυρογαλαζοπρασινοσκουφίτσα, γιατί ο κυνηγός ψάχνει όλο το σπίτι;» «Ψάχνει για εγγυήσεις, γιαγιά μου, γιατί σ’ αυτή τη ζωή τίποτα δεν είναι δωρεάν, ούτε καν μια σούπα». «Φίτσα μου, από πότε ο Λύκος έχει γίνει φίλος σου; Και γιατί με πασπατεύει με τα γαμψά του νύχια;» «Σου κάνει PSI, γιαγιούλα, είναι νέου τύπου θεραπευτικό μασάζ». «Φίτσα μου, γιατί η σούπα μου με ταΐζεις είναι κατάπικρη; Γιατί νιώθω να χάνω το φως μου;» «Γιατί δεν υπάρχουν ανώδυνες θεραπείες, γιαγιούλα μου. Α, και πριν χάσεις εντελώς το φως σου, βάλε μια υπογραφούλα εδώ να τελειώνουμε».
……..........................................................................................
«Όλα καλά με τη γιαγιά», ρώτησε την Μαυρογαλαζοπρασινοσκουφίτσα η μητέρα της όταν γύρισε σπίτι. «Όλα καλά. Το PSI πέτυχε, η ασθενής απέθανε. Ίσα που πρόλαβα και της πήρα υπογραφή στη διαθήκη».

                                                                                                           ΚΙΜΠΙ