Saturday, July 25, 2020

Το ηθικό πλεονέκτημα του πλούτου

 ΕφΣυν 25-26/7/2020



Για να είμαστε ακριβείς, δεν γίνονται όλα για τα λεφτά. Ποτέ δεν γίνονταν όλα μόνο για τα λεφτά. Μερικές φορές τα λεφτά είναι το πρόσχημα, το εργαλείο, ο μοχλός για να επιβεβαιώσεις την επιρροή σου, να ασκήσεις την εξουσία σου, να ενισχύσεις το κύρος σου. Ή για να γεμίσεις την ψυχική σου άβυσσο. Οταν τα λεφτά είναι πολλά, πάρα πολλά, πολύ περισσότερα από αυτά που χρειάζεσαι εσύ, η φαμίλια, το σόι, οι κολλητοί σου και εν συνεχεία τα παιδιά, τα εγγόνια και τα δισέγγονα όλων αυτών, τότε μπορεί να αποτελούν το σύμπτωμα μιας ψυχικής διαταραχής που καθιστά τους κατόχους τους ανίκανους να αντλήσουν ικανοποίηση από οτιδήποτε. Από το λίγο, το πολύ, το άφθονο, το απεριόριστο.

Πάρτε για παράδειγμα
τον Ελον Μασκ, έναν από τους πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο, διευθύνοντα σύμβουλο της Tesla, της εταιρείας που παράγει αυτοκίνητα τα οποία ελάχιστα έως καθόλου αφορούν το 99% του παγκόσμιου πληθυσμού. Για την απόκτηση του φθηνότερου από αυτά ο μέσος άνθρωπος θα χρειαζόταν δουλειά 10, 20 ή 30 χρόνων, ενδεχομένως χωρίς να σιτίζεται καν και χωρίς να καταναλώνει οτιδήποτε. Αν δε ήταν κάτοικος της Ασίας ή της Αφρικής, η εργασία του για την αγορά ενός Tesla θα απαιτούσε τουλάχιστον 7 ζωές. Βεβαίως, αν είχε την υπομονή να σπαταλήσει και τις 7 ζωές του στην άοκνη δουλειά για ένα ηλεκτρικό και καθαρό Tesla, θα είχε την ηθική ικανοποίηση της συμβολής στην προστασία του περιβάλλοντος και στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Αλλά, βλέπετε, και σ’ αυτό το πεδίο οι φτωχοί είναι καταδικασμένοι: το πολύ που μπορούν να κάνουν για το περιβάλλον είναι να ανακυκλώσουν κανένα πλαστικό μπουκαλάκι. Θα οδηγούν όμως ρυπογόνες σακαράκες, θα καίνε πετρέλαιο, θα αποψιλώνουν δάση για καυσόξυλα και θα παράγουν πολλά σκουπίδια. Η φτώχεια γίνεται συνώνυμη της περιβαλλοντικής ανηθικότητας και της κλιματικής απάθειας. Ο πλούτος εξαγοράζει κι αυτό το ηθικό πλεονέκτημα.

Ξαναγυρίζουμε, όμως, στον ταλαντούχο κύριο Μασκ. Ο οποίος, επιβεβαιώνοντας απολύτως τον ανατόμο της ψυχοπαθολογίας της απληστίας Ανταμ Σμιθ («η κυριότερη απόλαυση του πλούτου συνίσταται στην επίδειξή του»), φιγουράρει χαμογελαστός και χαρούμενος σε κάθε είδηση για επικείμενη αύξηση της καθαρής περιουσίας του πάνω από τα 12 δισ. δολάρια που είναι σήμερα. Καλή ώρα τώρα, ετοιμάζεται να εισπράξει άλλο 1,5 δισ. δολάρια σε μετοχές επειδή η εταιρεία πέτυχε τους στόχους της. Επιβραβεύεται, δηλαδή, γιατί βρέθηκαν άλλοι 180.000 πλούσιοι σε όλο τον κόσμο που μοιράζονται το όραμά του για καθαρή αυτοκίνηση και αγόρασαν εν μέσω πανδημίας και καραντίνας τα αυτοκίνητα της Tesla.

Yπάρχει ένας μηχανισμός που φροντίζει, με το αζημίωτο, να διαδίδει τις εμπορικές επιτυχίες της Tesla και να διατυμπανίζει την αύξηση της περιουσίας του προέδρου της, που δεν προσπαθεί ούτε θέλει να κρύψει το ελάχιστο από κανέναν, ούτε καν από την εφορία. Είναι μια τεράστια αγορά διαφάνειας του πλούτου, που μετρά μέρα με τη μέρα τις αυξομειώσεις στις περιουσίες των υπερπλούσιων του πλανήτη –οι λίστες του Forbes ή του Fortune και άλλες– και μας ενημερώνει πόσα έχασε αυτή τη βδομάδα ο Μπέζος, πόσα κέρδισε ο Μπάφετ, πού έφτασε το χαρτοφυλάκιο της Καρντάσιαν. Παρακολουθούμε τους σελέμπριτι του χρήματος να ανεβοκατεβαίνουν με το ασανσέρ του απεριόριστου πλούτου τους, λες κι έχουμε την υποχρέωση να χορηγήσουμε τη δική μας αδρεναλίνη στις δικές τους πολυτελείς αγωνίες, χαρές, απογοητεύσεις και ανταγωνισμούς.

Αυτή η αγορά διαφάνειας του πλούτου, που δεν έχει το παραμικρό άγχος για τις φορολογικές ή τις αναδιανεμητικές πολιτικές των κυβερνήσεων, φωτίζει εκτυφλωτικά μέχρι και τα εσώψυχα (αλλά και τα εσώρουχα!) των πλουσίων. Μαθαίνουμε όχι μόνο το πώς δαπανούν την απεριόριστη περιουσία τους, αλλά και το τι τρώνε, πώς γυμνάζονται, πόσους γάμους, παιδιά, γκόμενες έχουν, τι οραματίζονται, ποιες είναι οι αγωνίες τους για το μέλλον και τις επόμενες γενιές, γιατί έγιναν βίγκαν, πώς επιστρατεύουν τις αυτοκρατορίες τους στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Θαυμάζουμε τον τσαμπουκά τους όταν κουνούν το δάχτυλο στις κυβερνήσεις που δεν τους φορολογούν γενναία, απορούμε με τη στράτευσή τους στην πράσινη οικονομία, στην καταπολέμηση των ανισοτήτων, στην εξάλειψη της φτώχειας, στην καταδίκη του ρατσισμού για την οποία δεν αποκλείεται καθόλου να κερδίσουν κι ένα βραβείο Νέλσον Μαντέλα, πάλλευκοι κι άσπιλοι αυτοί ανάμεσα σε μαύρους και ρυπαρούς φτωχοδιάβολους, όπως καλή ώρα συνέβη με την ημετέρα εθνική ιέρεια της φιλανθρωπίας.

Κι ενώ θα περίμενε κανείς αυτή η εκτυφλωτική διαφάνεια του πλούτου να ενισχύει τον φθόνο των φτωχών, η λειτουργία της είναι ακριβώς αντίθετη. Γίνεται μια ενορχηστρωμένη, μαυλιστική διαδικασία επίδειξης της ηθικής ανωτερότητας του πλούτου. Ο δισεκατομμυριούχος Μασκ μπορεί να είναι γενναιόδωρος, με οικουμενικές ανησυχίες, ανθρωπιστής, φουτουριστής, ουτοπιστής, σε αντίθεση με τον πάμφτωχο και πειναλέο που βρομίζει τον πλανήτη κι είναι πιθανό ακόμη και να σκοτώσει για να επιβιώσει. Ο πλούτος είναι ηθικός, η φτώχεια ανήθικη: αυτό είναι το υπόρρητο μήνυμα της διαφάνειας του πλούτου, που τελικά καθιστά τη φτώχεια ψυχολογικό μειονέκτημα των ίδιων των φτωχών και την ανισότητα κουσούρι των υποτελών τάξεων.

Ετσι, ο ταλαντούχος Ελον Μασκ
ή η δική μας εθνική ιέρεια της φιλανθρωπίας δεν είναι απλώς πλούσιοι που προκαλούν με την επίδειξη του πλούτου τους, αλλά μεταμορφώνονται σε Ρομπέν των Δασών, σε ελευθερωτές των ταπεινών από τα δεσμά της τάξης τους, από την οδύνη της ύπαρξής τους και την ιδιοτέλεια της επιβίωσης.

Τελικά, είναι απίστευτο με πόση επινοητικότητα η ψυχοπαθολογία της απληστίας μετασχηματίζεται σε κοινωνική αρετή. Οπου φτωχός κι η μοίρα του, όπου πλούσιος κι η δόξα του.


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

Ο πλούτος, όπως λέει ο Χομπς, είναι εξουσία. Αλλά το άτομο που είτε αποκτά είτε κληρονομεί μια μεγάλη περιουσία δεν αποκτά κατ’ ανάγκην ή δεν κληρονομεί κάποια εξουσία, πολιτική ή στρατιωτική. Η περιουσία ενδέχεται να του προσφέρει τα μέσα για την απόκτηση και των δύο, αλλά η απλή κατοχή της δεν του αποφέρει αναγκαστικά καμιά από τις δύο. Η εξουσία που του αποφέρει άμεσα και ευθέως αυτή η κατοχή είναι η εξουσία του αγοράζειν: ο συγκεκριμένος έλεγχος που μπορεί να αποκτήσει εφ’ όλης της εργασίας ή όλου του προϊόντος της εργασίας που βρίσκεται εκείνη τη στιγμή στην αγορά. Η περιουσία του είναι μικρότερη ή μεγαλύτερη ανάλογα με την έκταση της εξουσίας ή με την ποσότητα της εργασίας των άλλων ανθρώπων που η εξουσία αυτή του επιτρέπει να αγοράσει ή να ελέγξει.

Ανταμ Σμιθ, «Ερευνα για τη φύση και τις αιτίες του πλούτου των εθνών»

Saturday, July 18, 2020

Νεοφιλελεύθερος κομμουνισμός ή πώς ο Κυριάκος θα δαμάσει το θηρίο

18-19/7/2020



Περιμένω κι εγώ με τεράστια αγωνία το τελικό σχέδιο της επιτροπής Πισσαρίδη για το μοντέλο ανάπτυξης της μετά την πανδημία εποχής. Οπως όλοι, υποθέτω. Οπως κάθε νεοέλλην που θέλει να ξέρει πού θα επενδύσει τα χρήματα που ΔΕΝ του περισσεύουν μετά την πληρωμή εφορίας, δανείου, λογαριασμών, ενοικίου και των ελάχιστων αναγκών διαβίωσης. Να τα αποταμιεύσω για να εξασφαλίσω τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος; Ή να τα επενδύσω στις μετοχές ώστε να συμβάλω στην αναπτυξιακή απογείωση της χώρας; Μήπως είναι καλύτερα να τα καταναλώσω μέχρι τελευταίου σεντ για να τονώσω τη ζήτηση;

Από το παραπάνω βασανιστικό δίλημμα με απαλλάσσει -όπως τους περισσότερους- το γεγονός ότι στο τέλος του μισθού περισσεύει πάντα πολύς μήνας- σωστά το διαβάζετε, δεν μπέρδεψα τις λέξεις, ο χρόνος είναι χρήμα, αλλά από καταβολής καπιταλισμού πάντα ένα αριθμός εργατοωρών πάει υπέρ πίστεως (τραπεζικής) και παρτίδος (εργοδοτικής), είναι αυτά τα σκότη με την υπεραξία που διέλυσε ο Μαρξ, αλλά ας μην ανοίξουμε το θέμα εδώ, θα τσακωθούμε. Λέω, λοιπόν, ότι το γεγονός ότι από τον μισθό δεν μένει σάλιο -όπερ ισχύει για την πλειονότητα των τυχερών που έχουν δουλειά- μας απαλλάσσει από την αγωνία πώς θα επενδύσουμε το περίσσευμα ώστε να συμβάλουμε στο όραμα για τον οικονομικό μετασχηματισμό της χώρας.

Ωστόσο, για να μην αισθανόμαστε μειονεκτικά, έχουμε κι εμείς οι μισθωτοί σκλάβοι την ευκαιρία συμβολής στον εθνικό στόχο, προσφέροντας περισσότερη εθελοντική και απλήρωτη εργασία: δημιουργώντας ένα μαζικό κίνημα νέου σταχανοβισμού, με μόνη τη διαφορά ότι θα εισφέρουμε γαλάζια και όχι κόκκινα μεροκάματα. Διότι ο σταχανοβισμός είναι προφανώς το εργασιακό μοντέλο που ταιριάζει στον νεοφιλελεύθερο κομμουνισμό που ευαγγελίζεται η επιτροπή του νομπελίστα και έχει ενστερνιστεί με ζήλο ο πρωθυπουργός Κυριάκος.

Δεν κάνω καθόλου,
μα καθόλου πλάκα. Ετσι κι αλλιώς ο Μητσοτός ο Β' έχει διαβεί -μαζί με τους περισσότερους ηγέτες του καπιταλιστικού σύμπαντος- τον Ρουβίκωνα (με την καλή έννοια, υπουργέ Προ.Πο.) του απεχθούς κρατισμού. Ολοι τους πλέον γλείφουν εκεί που επί δεκαετίες έφτυναν, αποκαλύπτοντας ότι η ιδεολογική απάτη του ελάχιστου κράτους ήταν απλώς η συγκάλυψη της καταλήστευσης των πιο παραγωγικών και κερδοφόρων πόρων του. Εχοντας, λοιπόν, μεταμορφώσει το κράτος-λάφυρο σε κράτος-θησαυροφυλάκιο, είναι έτοιμοι να προσχωρήσουν στο επόμενο βήμα: στον κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας. Θα τρίξουν τα κόκαλα του Χάγεκ και του Φον Μίσες, τα νάματα των οποίων έχει μεταλάβει παιδιόθεν και ο Κυριάκος. Θα βγάλουν φλύκταινες οι απανταχού νεοφιλελεύθεροι, αλλά πρέπει να συμβιβαστούν με την ιδέα ότι οι μεγαλειώδεις στιγμές των σοβιετικών «Γκοσπλάν», των Πενταετών Σχεδίων και των Επιτροπών Κρατικών Σχεδιασμού αναβιώνουν εδώ και τώρα, στην καρδιά της γαλάζιας φιλελεύθερης Ελλάδας, για να αποδώσουν ένα μοναδικό υβρίδιο νεοφιλελεύθερου κομμουνισμού. Δεν ξέρω αν το έχει αντιληφθεί ο νομπελίστας κ. Πισσαρίδης, αλλά ενδέχεται να αναδειχθεί σε Βιατσεσλάβ Μόλοτοφ του Μαξίμου (με την καλή έννοια, υπουργέ Προ.Πο.). 

Για όσους εξακολουθούν να πιστεύουν πως κάνω πλάκα κι ότι απλώς αυτοσαρκάζομαι για τις παλαιοκομμουνιστικές καταβολές μου, παραπέμπω σε όσα είπε προ ημερών ο δημοφιλέστερος πρωθυπουργός, εγκαινιάζοντας τη νιοστή επένδυση της εποχής του πανδημικού κρατικού καπιταλισμού - αυτή τη φορά δεν ήταν κατεδάφιση, αλλά κανονική μονάδα παραδοσιακού βιομηχανικού καπιταλισμού, μεταλλουργία παρακαλώ, όπερ σημαίνει ότι καθώς ετοιμαζόμαστε για το άλμα στον νεοφιλελεύθερο κομμουνισμό καλό είναι να φρεσκάρουμε τον Οστρόφσκι και το «Πώς δενότανε τ’ ατσάλι». Είπε λοιπόν ο πολυχρονεμένος ότι το σχέδιο Πισσαρίδη «θα αποτελεί κείμενο αναφοράς που θα δεσμεύει όλους μας, κυβέρνηση, αλλά και τους φορείς της αγοράς, εκπροσώπους εργοδοτών και εργαζομένων, σε ένα συγκροτημένο σχέδιο ελληνικής ιδιοκτησίας για το πώς θα μετασχηματίσουμε την ελληνική οικονομία και θα την κάνουμε πιο ανταγωνιστική. Αυτό που θα κάνει πράξη το σύνθημά μας: Η Ελλάδα που παράγει, η Ελλάδα που εξάγει».

Μ’ αρέσουν οι δεσμεύσεις
! Και πώς ακριβώς θα το κάνεις αυτό το θαύμα, δημοφιλέστατε; Πώς θα δαμάσεις, παλικάρι μου, το θεριό, την αγορά, που από τότε που θυμάσαι τον εαυτό σου φιλάς με σέβας το αόρατο χέρι της κι αυτή η αχάριστη σου αντιγυρίζει χαστούκι; Πώς ακριβώς θα πείσεις τον Χ ή Ψ επενδυτή να βάλει τα λεφτά του στη βιομηχανία, για παράδειγμα, κι όχι σε ξενοδοχεία, μαρίνες ή τζόγο; Πώς θα πετύχεις να πέσουν κεφάλαια στη αγροτοδιατροφική μεταποίηση κι όχι στα malls και στις αρπαχτές του real estate; Πώς θα πείσεις τους χιλιάδες μικρομεσαίους να γίνουν τουλάχιστον μεγαλομεσαίοι; Θα κάνεις αναγκαστικές εξαγορές και συγχωνεύσεις; Πώς ακριβώς θα συντεθούν οι συγκρουόμενες και ανταγωνιστικές βουλήσεις χιλιάδων επιχειρηματιών και επενδυτών που βασικό τους κίνητρο είναι το κέρδος στην ενιαία «βούληση» του «σχεδίου ελληνικής ιδιοκτησίας»; Με λεφτά, θα μου πεις. Με κρατικές ενισχύσεις, κοινοτικές επιδοτήσεις, φορολογικά κίνητρα. Τα γνωστά. Και τι σε κάνει να πιστεύεις ότι αν τους μοιράσεις άλλα 300 δισ., όσα ευρωπαϊκά και εθνικά κονδύλια με γενναιοδωρία μοίρασες τα τελευταία 40 χρόνια, θα καταλήξουν σε κάτι διαφορετικό από τον παραγωγικό ερειπιώνα που πάνω του καθόμαστε σήμερα; Ασε με να μαντέψω: Θα δημεύσεις περιουσίες. Θα απαλλοτριώσεις ιδιοκτησίες. Θα κατασχέσεις τα κεφάλαιά τους. Θα κρατικοποιήσεις τις επιχειρήσεις τους. Θα επιβάλεις διατιμήσεις, θα ελέγχεις και την προσφορά και τη ζήτηση. Θα εξημερώσεις το θηρίο! Θα κάνεις ό,τι πρέπει για να υποταχθούν οι παραγωγικές δυνάμεις της χώρας στον κρατικό σχεδιασμό. Ζήτω το ελληνικό ΓΚΟΣΠΛΑΝ!

Αλλά επειδή τίποτα
από αυτά δεν θα συμβεί, το πιθανότερο είναι ότι το σχέδιο ανάπτυξης θα περιοριστεί στην εξυπηρέτηση των ολίγων φίλων επενδυτών, εγχωρίων και αλλοδαπών, που μπαινοβγαίνουν στο Μαξίμου και στα υπουργεία, νομοθετούν self service και κόβουν κορδέλες εγκαινίων με τα κυβερνητικά στελέχη ως ατραξιόν. Αυτό ούτε νεοφιλελεύθερο κομμουνισμό το λες. Παρεΐστικος καπιταλισμός είναι.


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 
 
Η έννοια της δικαιοσύνης είναι παράλογη αν δεν σχετίζεται με ένα καθιερωμένο πρότυπο. Στην πράξη, εάν οι εργοδότες δεν παραδοθούν στις απειλές των συνδικάτων, η διαιτησία ισοδυναμεί με τον καθορισμό των μισθών από τον διορισμένο από την κυβέρνηση διαιτητή. Η προσωρινή αυταρχική απόφαση αντικαθιστά την τιμή αγοράς. Το ζήτημα είναι πάντα το ίδιο: η κυβέρνηση ή η αγορά. Δεν υπάρχει τρίτη λύση.
 
Ludwig von Mises, «Η υπεροχή της αγοράς» («Σχεδιασμένο χάος», 1966)

Saturday, July 11, 2020

Κολασοπαράδεισος

ΕφΣυν 11-12/072020


Μπορούμε να αντιληφθούμε την εξέλιξη της ανθρωπότητας ως μια πορεία από την αθωότητα στη βαρβαρότητα ή, εντελώς αντίστροφα, από τη βαρβαρότητα στον πολιτισμό. Και τα δυο παίζουν. Ο Φρόιντ καταδίκασε τον πολιτισμό ως πηγή της ανθρώπινης δυστυχίας, ο Χομπς αντιθέτως είδε στον πολιτισμό, ακόμη και στις πιο βίαιες και αυταρχικές εκδοχές του, το ένστικτο της επιβίωσης απέναντι στις πιο αιματηρές εκδοχές της ανθρώπινης φύσης. Αλλά ο Ρουσό στάθηκε ανάμεσα και συμπύκνωσε στον ευγενή άγριό του την καλύτερη εκδοχή του είδους μας: γεννηθήκαμε στον παράδεισο της φυσικής ισότητας, περάσαμε (και ακόμη περνάμε) από την κόλαση της αφύσικης ανισότητας, αλλά έχουμε την ευφυΐα να καταλήξουμε σε ένα παράδεισο κοινωνικής ισότητας. Κοινωνικό συμβόλαιο και τα λοιπά.

Κατά κάποιον
τρόπο η ανθρώπινη εξέλιξη είναι μια παλινδρόμηση μεταξύ κόλασης και παραδείσου και το ίδιο ισχύει για τις ουτοπίες, τις προβληματικές εφαρμογές τους και τις τραγικές διαψεύσεις τους. Ο χριστιανισμός, όπως και οι περισσότερες θρησκείες, προσπάθησε- με μεγάλη επιτυχία, είναι αλήθεια- να λύσει το πρόβλημα με την υπόσχεση της μετά θάνατον αποκατάστασης στον παράδεισο, που υπήρξε μεν για τους πρωτόπλαστους ευγενείς αγρίους, έκαναν όμως τη γνωστή κουτσουκέλα και εξέπεσαν. Αλλά η μετά θάνατον αποκατάσταση στον παράδεισο απαιτεί, ως γνωστόν, σκληρούς όρους. Μνημόνιο με τα όλα του και αποδοχή του ενδεχομένου να ζήσεις μια ζωή – κόλαση.

Ο καπιταλισμός, όμως, - το ευφυέστερο προσώρας σύστημα- έκανε κάτι πιο πρακτικό και χειροπιαστό. Αφού δεν μπορεί ούτε θέλει να είναι ο επίγειος παράδεισος της ανθρωπότητας, έκανε τον παράδεισο προϊόν. Για όσους και για όσο μπορούν να τον αγοράσουν. Υπάρχουν παράδεισοι για όλα τα βαλάντια. Από τον Αγγλο άνεργο που τρώει το επίδομα σε τέσσερις μέρες στον Λαγανά της Ζακύνθου, μέχρι τον Μπράνσον που έχει τον ιδιωτικό νησιωτικό παράδεισο στην Καραϊβική (σ.σ. μαθαίνω ότι τον έβαλε ενέχυρο, δεν βγαίνει ο άνθρωπας. Δεν οργανώνουμε έναν έρανο;). Ο τουρισμός είναι κατά κάποιον τρόπο η εμπορευματική εκδοχή της επαγγελίας του παραδείσου. Προσφέρεται σε όλα τα μεγέθη, σε ποικίλες συσκευασίες, για όλα τα γούστα, από τα πιο συμβατικά μέχρι τα πιο ακραία και ιδιότροπα.

Μπορείς να αγοράσεις παράδεισο στον βουνό ή στη θάλασσα, να έχεις ζέστη ή κρύο, ήλιο ή χιόνι. Αλλά αν είσαι βιτσιόζος διαθέτουμε παράδεισο στην κορυφή των Ιμαλαΐων, αν καταφέρεις να φτάσεις ζωντανός. Εχουμε παράδεισο στο μέσο της άνυδρης ερήμου, στην καρδιά της άγριας ζούγκλας, ακόμη και στο χείλος ενός ενεργού ηφαιστείου. Προσφέρουμε εμπειρίες τρομακτικές, μπορείς να διασχίσεις με τα πόδια το μεγαλύτερο φαράγγι του κόσμου, να διασχίσεις με καγιάκ το πιο άγριο ποτάμι ή να βουτήξεις στους πιο ορμητικούς καταρράκτες. Κι αν ξέραμε ότι κάπου βρίσκεται η κόλαση με τους πύρινους λάκκους της και τις λίμνες με τα αχνιστά βοθρολύματα κι εκεί σίγουρα θα προσφέραμε τουριστικά πακέτα.

Βεβαίως, η πιο διάσημη
, συμβατική, λαχταριστή και καλοκαιρινή εκδοχή παραδείσου είναι τα νησιά. Νησιά του αρχιπελάγους ή του ωκεανού. Τροπικά ή άνυδρα και κατάξερα. Καταπράσινα ή γυμνά και λευκά σαν την έρημο. Νησιά του Ατλαντικού, του Ειρηνικού, του Ινδικού. Η νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου.

Διαθέτουμε ένα από τα πυκνότερα δίκτυα τουριστικών παραδείσων του κόσμου. Δεν έχουν το πλεονέκτημα των παραδείσων της τροπικής ζώνης (ανοικτοί 365 μέρες τον χρόνο), αλλά έχουν το πιο σημαντικό πλεονέκτημα της εγγύτητας στην –προς το παρόν- μεγαλύτερη τουριστική αγορά του κόσμου, την ευρωπαϊκή. Τα ελληνικά νησιά είναι σχετικά νέα ανακάλυψη της τουριστικής βιομηχανίας. Πρακτικά, η μαζική ανακατασκευή τους σε εκδοχή εμπορεύσιμων παραδείσων είναι υπόθεση τεσσάρων δεκαετιών. Πριν από τη δεκαετία του ’80 ελάχιστοι νησιώτες είχαν την αίσθηση των προνομιούχων κατοίκων επίγειων παραδείσων. Η ομορφιά ήταν δεδομένη, αναγνωρίσιμη και διάχυτη κι η χαρά που αντλούσαν απ’ αυτήν στη μουσική ή στην αυτοσχέδια αρχιτεκτονική τους. Κι αυτό ίσως είναι ένα σταθερό νησιωτικό χαρακτηριστικό από την εποχή του χαμένου κυκλαδικού πολιτισμού. Αλλά για δεκαετίες- για αιώνες!- η ζωή στα νησιά ήταν σκληρή. Η θάλασσα ήταν πόρτα ελευθερίας, αλλά και σίδερα φυλακής. Η ναυτοσύνη ήταν πάντα μια αναπόφευκτη διέξοδος, ο εφοπλισμός και το εμπόριο έφεραν πλούτο σε αρκετά νησιά, αλλά ταυτόχρονα οι νησιώτες έπρεπε να εξασφαλίζουν όρους αυτάρκειας, ακόμη και με τους ελάχιστους φυσικούς πόρους του νησιού, που μπορεί να ήταν για μήνες αποκλεισμένο. Για πολλούς, η ζωή στα νησιά που σήμερα είναι παράδεισοι ήταν ό,τι πλησιέστερο στην επίγεια κόλαση.

Επειτα, ήρθαν η
τουριστική βιομηχανία, η καταναλωτική νεύρωση των διακοπών, το παραθεριστικό real estate και ως ολετήρες άλλαξαν τα πάντα. Από το τοπίο και το στιλ, στο οποίο ο Λε Κορμπιζιέ βρήκε την ενσάρκωση του αρχιτεκτονικού του μανιφέστου της λιτότητας, απέμειναν μόνο φολκλορικές καρικατούρες. Μια απίθανη σπατάλη πόρων, μια τεράστια απαλλοτρίωση περιουσιακών στοιχείων, ένας διογκούμενος οικιστικός εποικισμός και ένας μαζικός εκμαυλισμός των τοπικών κοινωνιών μετέτρεψε τα νησιά σε θερινές βιτρίνες που στο τέλος της τουριστικής σεζόν σχεδόν ερημώνονται. Παράδεισοι του καλοκαιριού, καθαρτήρια του χειμώνα (η κόλαση είναι υπερβολή, γιατί η ομορφιά μένει εκεί: διαρκέστερη από κάθε εμπορευματική άλωση).

Η μετατροπή
των νησιών σε παραδείσους παγκόσμιας ακτινοβολίας έφερε φυσικά πλούτο. Τεράστιο πλούτο και στην εθνική οικονομία και στις τοπικές κοινωνίες. Νοικοκυριά ολόκληρα με δουλειά 3-4 μηνών, φυσικά και με μπόλικη μαύρη εργασία, έγιναν ραντιέρηδες του χειμώνα. Ομως, είναι η πρώτη φορά εδώ και πολλές δεκαετίες που οι νησιωτικές κοινωνίες –ή όσοι εποίκισαν τα νησιά για να πουλήσουν τουριστικό προϊόν- ανακαλύπτουν ότι το σύνορο που χωρίζει τον παράδεισο από την κόλαση είναι λεπτό όσο μια τρίχα. Απ’ τη μια στιγμή στην άλλη περνάς στην άλλη πλευρά. Θύμα της κολοσσιαίας επιτυχίας σου.

Αν δεν επρόκειτο
να υποφέρουν τόσες χιλιάδες άνθρωποι από ανεργία και απώλεια εισοδήματος, θα έλεγα ότι είναι σχεδόν διασκεδαστικά γελοίο ν’ ακούς από θινκ τανκ της εγχώριας ελίτ και από τον ΣΕΒ να διαπιστώνουν με στόμφο πόσο καταστροφική αποδείχτηκε η εξάρτηση της οικονομίας από τον τουρισμό. Να κουνούν το δάχτυλο σαν να λένε «σας τα λέγαμε εμείς…». Μπα; Κι αν δεν χτίζονταν οι παράδεισοι στα νησιά, πού θα πουλούσατε τα τσιμέντα σας και τον χάλυβά σας, που θα χτίζατε τις βίλες και τις ολυμπιακές πισίνες σας, πού θα φέρνατε τους σελέμπριτι φίλους σας, πού θα δένατε τα γαμάτα σκάφη σας; Αμπλαούμπλες μου! Καλωσήρθατε στον κολασοπαράδεισο. Δυο σε συσκευασία ενός.



ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

Ασε τον παλιόκοσμο να σκούζει
σε πλαζ, εστιατόρια, πανσιόν
Εμείς με σλίπινγκ μπαγκ και με καρπούζι
θα κάνουμε το γύρο τον νησιών

Γυμνοί θα κολυμπάμε στ’ ακρογιάλια
Τον ήλιο θ’ αντικρίζουμε ανφάς
Θα σ’ έχω σαν κινέζικη βεντάλια
και στο γραφείο δε θα ξαναπάς


Βαγγέλης Γερμανός, «Κρουαζιέρα»

Saturday, July 4, 2020

Διακοπές στα Σούρμενα

4-5/7/2020



Κάθε χρόνο τέτοια εποχή θυμάμαι τον συμμαθητή μου τον Μανωλάκη. Ποιος ξέρει ποιο περίεργο σύστημα συνάψεων έχει συνδέσει την ανάμνησή του με καλοκαιρινές θερμοκρασίες και διακοπές. Ο Μανωλάκης –παιδί πολυμελούς, πάμφτωχης οικογένειας η οποία τη δεκαετία του 1960 έμενε σε ένα αυτοσχέδιο κτίσμα πάνω στο ρέμα που χώριζε ή ένωνε Νέο Κόσμο και Νέα Σμύρνη και σήμερα είναι λεωφόρος, ρέμα που υπήρξε οργιώδης βιότοπος με καλαμιές, βατράχια, φίδια και χελώνες, αγαπημένο τόπο απομακρυσμένου και ριψοκίνδυνου παιχνιδιού– ήταν μεγαλύτερος από μας στο Δημοτικό, έχοντας επαναλάβει κάμποσες τάξεις. Ηταν ψηλός, απίστευτα αδύνατος, με ένα τεράστιο, κακοποιημένο από γουλί ξυρίσματα κεφάλι και τεράστια, πράσινα και μόνιμα απορημένα μάτια. Απορημένα ακόμη κι όταν η σαδιστική παλάμη του δασκάλου προσγειωνόταν με δύναμη στο μάγουλό του. Γιατί ο Μανωλάκης διάβαζε συλλαβιστά ακόμη και στην Πέμπτη και δυσκολευόταν στην πρόσθεση – για την προπαίδεια δεν το συζητάμε. Καθόμασταν στο ίδιο θρανίο και κάθε χρόνο λίγο πριν κλείσουν τα σχολεία οι δάσκαλοι έκαναν την καθιερωμένη ερώτηση «Πού θα πάτε διακοπές;». Λίγα παιδιά είχαν στην κυριολεξία αυτή την επιλογή, κάποια πήγαιναν κατασκήνωση, τα περισσότερα σ’ ένα χωριό ή ένα νησί όπου τα περίμεναν θείοι και παππούδες. Αλλά η απάντηση του Μανωλάκη στην ίδια ερώτηση προκαλούσε χλευαστικά χάχανα – και δεν ήταν η μόνη χλεύη που εισέπραττε από τους συμμαθητές ο Μανωλάκης, το μπούλινγκ δεν υπήρχε τότε ως όρος, αλλά ήταν η μόνη κανονικότητα για οποιονδήποτε απέκλινε έστω κι ένα χιλιοστό από τους υπόλοιπους. «Εσύ, Μανωλάκη, πού θα πας διακοπές;» «Στα Σούρμενα». Γελούσαν τα παιδιά, γελούσε κι ο δάσκαλος, προφανώς γιατί κάποια ψευδαίσθηση ταξικής ανωτερότητας τους έδινε το γεγονός ότι τα Σούρμενα ήταν για κάποιους η μόνη επιλογή διακοπών.

Τα Σούρμενα, πριν μετατραπούν σε ενδιαίτημα μικροαστών που άφησαν το κέντρο για τα νότια, κυνηγώντας τη θέα στη θάλασσα, ήταν συνοικία που έστησαν Πόντιοι πρόσφυγες από το 1925 και μετά, στις παρυφές του Υμηττού όπως κατεβαίνει μέχρι τη Βάρη. Η συνοικία αναπτύχθηκε σταδιακά, στην περιοχή πάνω από το σύνορο της Βουλιαγμένης, που χαράχτηκε πριν από τον πόλεμο. Μόνοι τους οι πρόσφυγες από τα Σούρμενα της Ανατολικής Τραπεζούντας έχτισαν τα σπίτια τους, μόνοι τους έστησαν σχολείο και ό,τι αποτέλεσε τον πυρήνα της συνοικίας που σήμερα είναι το Ελληνικό, με θέα το μεγαλύτερο παραθαλάσσιο οικόπεδο της Ευρώπης. Τους έδιωξαν μια φορά οι Γερμανοί, το 1943, τους έδιωξαν δεύτερη φορά μετά τον εμφύλιο από το κάτω Ελληνικό οι Αμερικανοί, για τις ανάγκες της αμερικανικής βάσης που τους έκοψε την πρόσβαση στη θάλασσα, τουλάχιστον απ’ το κομμάτι της που είχαν στα πόδια τους. Τους στρίμωξε και το αεροδρόμιο που θεμελίωσε ο Καραμανλής και εγκαινίασε η χούντα. Ετσι, οι διακοπές του συμμαθητή μου του Μανωλάκη στα Σούρμενα, που ακόμη και το 1970 ήθελαν ταξίδι σχεδόν μιας ώρας με το λεωφορείο, είχαν κάτι το αστείο. Γιατί, αν κι είχαν τη θάλασσα στα πόδια τους, ήταν τελικά αποκλεισμένα από τη θάλασσα. Επρεπε να πάει κανείς δυτικότερα ή ανατολικότερα, Αλιμο ή Γλυφάδα για να βουτήξει.

Τα Σούρμενα τ
ων Ποντίων προσφύγων, της αμερικανικής βάσης, του αεροδρομίου, του Ωνάση, το Ελληνικό της παλιάς Ελλάδας, έπειτα από αλλεπάλληλα κύματα εποικισμών, καταλήψεων, κατεδαφίσεων και ανοικοδομήσεων από κατακτητές, επικυρίαρχους, νεόπλουτους, εκσυγχρονιστές, δέχεται το τελικό πλήγμα. Πέντε μνημονιακές κυβερνήσεις και μια μεταμνημονιακή συντέλεσαν στο να χαθεί οριστικά η ευκαιρία να αποκτήσει το ίδιο το Ελληνικό και όλο το Λεκανοπέδιο έναν μοναδικό πνεύμονα πρασίνου, αναψυχής και ελεύθερης πρόσβασης στη θάλασσα. Επέλεξαν την ανάπτυξη ενός υβριδίου Λας Βέγκας - Ντίσνεϊλαντ - Mall και παραθεριστικού γκέτο για παχυλά πορτοφόλια, γιατί αυτό απαίτησε ο «εθνικός επενδυτής», γιατί αυτό ήθελαν οι Αμερικανοί καζινάδες, γιατί αυτό θέλουν οι εθνικοί εργολάβοι, γιατί αυτό ήθελε διακαώς η τρόικα –γιατί άραγε;– που έθεσε ως απαράβατη προϋπόθεση για το 3ο Μνημόνιο, τέτοια εποχή πριν από πέντε χρόνια, μετά το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα της μεγάλης διάψευσης, την εσπευσμένη επικύρωση της σύμβασης για το Ελληνικό.

Οσοι Πόντιοι
πρόσφυγες έχουν απομείνει στη συνοικία που ίδρυσαν, ή οι απόγονοί τους, ίσως θυμήθηκαν με το μητσοτάκειο σόου κατεδαφίσεων τη γερμανική εκκένωση, τους συμμαχικούς βομβαρδισμούς, τις κατεδαφίσεις για τον Αϊζενχάουερ, τη βάση, το αεροδρόμιο κι έπειτα το σαρωτικό έπος της αντιπαροχής. Ειλικρινά δεν ξέρω αν υπάρχει κόκκος ρεαλισμού σε όσα διθυραμβικά λέγονται για τις δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας που θα δημιουργηθούν, αν και όποτε ο εθνικός επενδυτής καταφέρει και χτίσει, αφού τελειώσει με το γκρέμισμα. Ωστόσο υποψιάζομαι ότι ο βασικός κίνδυνος είναι να αφήσει την επένδυση στα κρύα του λουτρού, να τη φορτώσει σε άλλους αφού τσεπώσει αρκετά εκατομμύρια από τους καζινάδες και την προπώληση κατοικιών με τουλάχιστον 10.000 ευρώ το τετραγωνικό. Κι αυτό μπορεί να εξελιχθεί στην επόμενη τραγωδία του Ελληνικού, στο επόμενο φιάσκο, με ημιτελή κουφάρια, αζήτητες κατοικίες, αλλόφρονες ιδιοκτήτες κι εργολάβους που θα διεκδικούν αποζημιώσεις και με δένδρα, θάμνους, φυτά που θα τυλίγουν τα κτίρια, θα καταπίνουν χαράξεις, θα κερδίζουν τον χώρο που τους στέρησε το φαραωνικό τερατούργημα και –γιατί όχι;– θα τον μετατρέψουν σε τεράστιο λαχανόκηπο ή βοτανικό κήπο.
Ποιος ξέρει, ίσως τότε τα παιδιά ή τα εγγόνια του Μανωλάκη, καλή του ώρα όπου και να ’ναι, θα μπορούν να απολαύσουν τη μικρή ζούγκλα που χωρίζει την πόλη από τη θάλασσα, να περηφανεύονται ότι ζουν στο «Μαλιμπού της Αθήνας» και, αν τους ρωτούν τι θα κάνουν το καλοκαίρι, να απαντούν με άνεση: «Διακοπές στα Σούρμενα!»


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 

«Σε προνομιακή θέση, πωλείται υπερπολυτελής μονοκατοικία, νεοκλασικού ύφους, χτισμένη το 2002 από κατασκευαστή για ιδιοκατοίκηση. Σε γωνιακό οικόπεδο 400τμ, 3όροφη κατοικία πολλαπλών επιπέδων στο εσωτερικό της, με συνολικό εμβαδόν 403τμ+117τμ βοηθητικών χώρων και υπογείου γκαράζ με 4 θέσεις parking. Ολοι οι όροφοι και το υπόγειο γκαράζ επικοινωνούν με ασανσέρ, τα ΥΔ έχουν δρύινα πατώματα ενώ τα δάπεδα στο υπόλοιπο σπίτι είναι με μάρμαρο Διονύσου, τεράστιες βεράντες και μπαλκόνια με απεριόριστη θέα προς το βουνό, τη θάλασσα και προσεχώς το Μητροπολιτικό Πάρκο του Ελληνικού. Τιμή: 1.280.000 ευρώ». 

Από ιστοσελίδα αγγελιών real estate.