Η Εφημερίδα των Συντακτών, 24-25/9/2022
Εχω, λοιπόν, αυτό το μικρό, αλλά καταπληκτικό προνόμιο. Απ’ το μπαλκόνι του σπιτιού μου, σε μια πολυκατοικία που έχει σκαρφαλώσει στο βουνό, στον Καρέα, βλέπω ένα μικρό κομμάτι Υμηττού. Αραιά δασωμένου, με ό,τι έχει αφήσει η τελευταία πυρκαγιά. Η πλαγιά που μου είναι ορατή ανάμεσα στους κορμούς των πεύκων έχει γίνει ροζ-μοβ. Γεμάτη κυκλάμινα. Ενα λαμπερό κέντημα πάνω στο καφετί χαλί από πευκοβελόνες και χώμα. Στο μεταξύ, μετά την τελευταία μπόρα, σιώπησε και ο τελευταίος τζίτζικας. Δεν σιώπησε απλώς, ψόφησε, αλλά ας μην το κάνουμε μελό. Αυτή είναι η φύση. Κι είναι παρηγορητικό γιατί κάνει ερήμην μας τη δουλειά της, όπως πάντα. Το φθινόπωρο ήρθε αμετακλήτως, η θερμοκρασία θα πέσει κι άλλο, θα ακολουθήσει ο χειμώνας - βαρύς, ελαφρύς, ποιος ξέρει; Τι να είπαν τα μερομήνια του Αυγούστου, για όποιον τα παίρνει τοις μετρητοίς; Οι εποχές συνεχίζουν τον κύκλο τους, παρά τις διαταραχές που τους έχουμε προκαλέσει. «Λοιπόν», θα ρωτούσε το κυκλάμινο το γραικό (έτσι λέγεται η ποικιλία που ενδημεί στα μέρη μας), αν είχε φωνή, «προς τι ο πανικός για τον χειμώνα που έρχεται; Κι εμείς ίσα που θα σταθούμε στους ισχνούς μίσχους μας μέχρι τον Νοέμβριο βαριά, και μετά πάπαλα, αλλά δεν το κάνουμε θέμα».
Και δίκιο θα είχε το κυκλάμινο να απορεί και να μας τρολάρει. Κι ακόμη μεγαλύτερο δίκιο θα 'χε ο μακαρίτης ο τζίτζικας, που έχει φωνή και κάπως θα μπορούσε να μας τα ψάλει. Δεν φταίει ο χειμώνας που θα παγώσει η Ευρώπη - για την ακρίβεια, η Ευρώπη, με τις Αλπεις, τα Πυρηναία, τον Ρήνο, τον Δούναβη, τις θάλασσές της και τις πεδιάδες της, δεν θα πάθει τίποτα, οι κάτοικοί της θα παγώσουν. Το φθινόπωρο, ο χειμώνας, η εναλλαγή των εποχών με τους καύσωνες, τους παγετούς τους κι όλες τις ενδιάμεσες καταστάσεις είναι η παρηγορητική υπενθύμιση πως υπάρχει κάτι σταθερό και σχετικά προβλέψιμο στην ανθρώπινη κατάσταση. Αυτό τουλάχιστον συμβαίνει στα μερικές χιλιάδες χρόνια ανθρώπινου πολιτισμού. Το ασταθές και το απρόβλεπτο είναι η δική μας συμβολή στο χάος που αντικρίζουμε με δέος και αδυναμία να το διαχειριστούμε.
Εδώ το κυκλάμινο μας βγάζει αυθάδικα τη μοβ-ροζ γλώσσα του. «Χαλαρώστε κι απολαύστε τη μητέρα όλων των κρίσεων που έχετε μέχρι τώρα προκαλέσει. Ζείτε την κρίση των κρίσεων»!
Εν μέρει έχει δίκιο το κυκλάμινο - ίσως και ο τζίτζικας. Μέχρι τώρα ακόμη και οι κρίσεις υποτίθεται ότι ακολουθούσαν κάποιους κανόνες, κάποια μοντέλα και σενάρια πρόβλεψης. Είχαμε κρίσεις τεχνολογικού μοντέλου, τις ωδίνες της μετάβασης από τη γεωργία στη βιομηχανία, από τη χειρωναξία στις μηχανές, από τον ατμό στον ηλεκτρισμό, από τον φορντισμό στον αυτοματισμό, από τη βιομηχανική αλυσίδα στην ψηφιακή οικονομία. Είχαμε κρίσεις του επιχειρηματικού και οικονομικού κύκλου, μια σχετικά προβλέψιμη και αναμενόμενη εναλλαγή εκρηκτικής κερδοφορίας και συρρίκνωσης, ανάπτυξης, στασιμότητας και ύφεσης. Είχαμε κρίσεις υπερσυσσώρευσης, φούσκες υλικών ή άυλων αξιών που έσκαγαν με πάταγο σε χρηματιστηριακά κραχ, για να δώσουν τη θέση τους σε έναν νέο κύκλο ανόδου μέχρι το επόμενο κραχ. Είχαμε ακόμη κρίσεις των αγορών, διαταραχές εφοδιασμού ή καθαρής κερδοσκοπίας στο παγκοσμιοποιημένο και πλήρως απελευθερωμένο εμπόριο. Είχαμε εμπορικούς πολέμους, επιθέσεις με δασμούς και αντίποινα προστατευτισμού. Είχαμε κρίσεις νομισματικές, νομίσματα να καταρρέουν με την πρώτη κερδοσκοπική επίθεση ενός τυχοδιώκτη. Είχαμε κρίσεις χρηματοπιστωτικές, κρίσεις τραπεζικές που οι κεντρικές τράπεζες έσπευδαν να αποσοβήσουν με πακτωλούς χρήματος και οι κυβερνήσεις με πανάκριβες διασώσεις με χρήματα των φορολογουμένων. Είχαμε κρίσεις αποπληθωρισμού και κρίσεις πληθωρισμού. Είχαμε κρίσεις γεωπολιτικές, περιφερειακές συγκρούσεις, πολέμους δι’ αντιπροσώπων, ανταγωνισμούς υπερδυνάμεων που πασχίζουν να παραμείνουν ή να γίνουν το κέντρο ισχύος του παγκοσμιοποιημένου κόσμου. Είχαμε κρίσεις χρέους και χρεοκοπίες, κρατικές και ιδιωτικές, κρίσεις ενεργειακές, κρίσεις εφοδιαστικές, κρίσεις πρώτων υλών, κρίσεις πολιτικές, κρίσεις των συστημάτων διακυβέρνησης, κρίσεις υγειονομικές, κρίσεις επισιτιστικές, κρίσεις κοινωνικές, εκφρασμένες ακόμη και σε κανονικές λαϊκές εξεγέρσεις, που βρήκαν τελικά τοίχο, πνίγηκαν στο αίμα ή στον οδυνηρό συμβιβασμό.
Κουτσά-στραβά επιβιώσαμε σ’ αυτές τις κρίσεις, με τις αλλεπάλληλες μεταλλάξεις τους. Κι αν μιλήσουμε για την τελευταία δεκαπενταετία, για την Ευρώπη και ειδικά για την Ελλάδα, ας πούμε ότι μάθαμε πέντε-έξι πράγματα για τον μηχανισμό των κρίσεων, που δεν είναι φυσικά φαινόμενα, ούτε ήρεμες εναλλαγές εποχών και θερμοκρασιών, αλλά αποτέλεσμα ανθρώπινων ενεργειών: ένα ολέθριο μείγμα απληστίας του πλουσιότερου 1% της ανθρωπότητας και πολιτικού κυνισμού της τεχνοκρατικής ελίτ που κυβερνά χώρες, διακρατικές ενώσεις και διεθνείς οργανισμούς. Οι γκουρού των κρίσεων, οι «κρισιολόγοι», βγήκαν απ’ αυτή τη δεκαπενταετία, εκτός από πολύ πλουσιότεροι από το μοσχοπούλημα των αστοχιών τους, με την πεποίθηση ότι πρόσθεσαν νέα γνώση και νέους κανόνες στο μάνουαλ της διαχείρισης των κρίσεων. Ενα εμβόλιο αντισωμάτων στο ανθρώπινο σώμα, ένα εμβόλιο ποσοτικής χαλάρωσης στις τράπεζες και τις επιχειρήσεις, μια γερή δόση κρατισμού στην αμήχανη ιδιωτική οικονομία και καθαρίσαμε, έτσι;
Αμ δε που είναι έτσι. Τώρα, αν εμείς -ο καθένας από μας που έχει μπροστά του έναν αγώνα επιβίωσης- έχουμε λόγο να νιώθουμε πιο χαμένοι και φοβισμένοι από ποτέ, οι «κρισιολόγοι» κάθε ειδικότητας πρέπει να πάνε να αυτοκτονήσουν. Δεν θα τους λυπηθούμε κιόλας, αλλά δυστυχώς αφορά εμάς πολύ περισσότερο απ’ αυτούς ότι ζούμε την κρίση των κρίσεων, τη συναστρία των καταστροφών. Υφεση, ανεξέλεγκτος πληθωρισμός, ενεργειακή φτώχεια, μείωση εισοδημάτων, έλλειψη πρώτων υλών, πολιτική αστάθεια, νέες κρίσεις χρέους, χρηματιστηριακά κραχ, νομισματικοί πόλεμοι, πολεμικός καπιταλισμός, στρατιωτικοποίηση, εθνικιστικές εξάρσεις, πυρηνική απειλή που μπορεί να μη μείνει μόνο απειλή, ακόμη κι ένας κανονικός Γ’ Παγκόσμιος Πόλεμος μπαίνει στον χάρτη των προβλέψεων. Αυτή είναι η κρίση των κρίσεων που αχρηστεύει τα εγχειρίδια των «κρισιολόγων» και μοιάζει να μη φτάνει πια για να την περιγράψει η κοινοτοπία της «τέλειας καταιγίδας».
«Ποια καταιγίδα;» ρωτάει το κυκλάμινο. «Αν είναι σαν την προχθεσινή μπόρα, αντέχω δέκα τέτοιες μέχρι την ημερομηνία λήξης μου, τον Νοέμβριο».
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
Διότι ο κάτοικος μιας χώρας έχει τουλάχιστον εννιά χαρακτήρες: έναν επαγγελματικό, έναν εθνικό, έναν κρατικό, έναν ταξικό, έναν γεωγραφικό, έναν φύλου, έναν συνειδητό, έναν ασυνείδητο, κι ίσως κι έναν ιδιωτικό χαρακτήρα. Τους συνενώνει μέσα του, αλλά αυτοί τον διαλύουν, κι έτσι ο ίδιος δεν είναι παρά ένα μικρό αυλάκι, αποτέλεσμα της διάβρωσης από τα πολλά ρυάκια που χύνονται μέσα του, για να ξαναβγούν μετά και να γεμίσουν μαζί με άλλα ρυάκια ένα άλλο αυλάκι. Γι’ αυτό και κάθε κάτοικος αυτής της γης έχει κι έναν δέκατο χαρακτήρα κι αυτός δεν είναι άλλος από τη φαντασίωση απλήρωτων χώρων. Εν τούτοις επιτρέπει στον άνθρωπο τα πάντα, εκτός από ένα: το να παίρνει σοβαρά ό,τι κάνουν οι τουλάχιστον εννέα υπόλοιποι χαρακτήρες του και ό,τι τους συμβαίνει, με άλλα λόγια δεν επιτρέπει αυτό ακριβώς που θα τον γέμιζε.
Ρόμπερτ Μούζιλ, «Ο άνθρωπος χωρίς ιδιότητες» (βιβλίο πρώτο)