Saturday, October 28, 2023

Λαγκάρντ, με θέα Ακρόπολη

 Η Εφημερίδα των Συντακτών, 27-29/10/2023


Η Εδουάρδου Λω είναι ένας μικρός δρόμος στο κέντρο της Αθήνας, όχι πάνω από 100 μέτρα, μεταξύ Σταδίου και Πανεπιστημίου. Πολυσύχναστος, μια και τα αυτοκίνητα που ανεβαίνουν τη Σταδίου προς Σύνταγμα, στο φανάρι της Λω μπορούν να στρίψουν αριστερά για να ξαναβγούν Πανεπιστημίου προς Ομόνοια. Για τουλάχιστον μία εβδομάδα ήταν κλειστή. Ασπροκόκκινες λουρίδες δέθηκαν στην είσοδο και στην έξοδό της. Περιπολικά και μηχανές της αστυνομίας εγκαταστάθηκαν, μαζί με τα πληρώματά τους που επί ώρες έπιναν καφέ, μιλούσαν ή χάζευαν στα κινητά τους και σήκωναν τις λουρίδες για να περάσουν μεγάλα οχήματα που εκφόρτωναν ογκώδη αντικείμενα και μηχανήματα. Ή για να σταθμεύσουν ογκώδεις μαύρες λιμουζίνες με σκούρα τζάμια μπροστά στο ανακαινισμένο ξενοδοχείο NYX Esperia. 

Η Εδουάρδου Λω, συνέχεια της Χρήστου Λαδά, όπου κάποτε δέσποζε το αρχηγείο του κραταιού ΔΟΛ, και της Σίνα, που οριοθετεί εξ ανατολών την Αθηναϊκή Τριλογία (Ακαδημία, Πανεπιστήμιο, Βιβλιοθήκη), είναι η μία πλευρά του κεντρικού κτιρίου της Τράπεζας της Ελλάδος που καταλαμβάνει ολόκληρο το τετράγωνο μεταξύ Πανεπιστημίου, Ομήρου, Σταδίου και Λω. Λιτό, κλασικίζον, με δωρικούς κίονες στην είσοδό του, είναι χαρακτηριστικό αρχιτεκτονικό δείγμα του Μεσοπολέμου στο κέντρο της Αθήνας. Κατά κάποιο τρόπο αποπνέει νομισματική κυριαρχία, αυτήν που κάποτε πράγματι είχαν κράτη και κεντρικές τράπεζες, πολύ πριν το ευρώ υπάρξει ως ιδέα. 

Το κτίριο ήταν αρχικά τετραώροφο, αλλά στη δεκαετία του ’80 απέκτησε και το πανωσήκωμά του. Αν και τυπικά πενταώροφο, το τελικό ύψος του υπερβαίνει αυτό μιας δεκαώροφης πολυκατοικίας. Νομίζω και του NYX Esperia, που είναι κι αυτό δεκαώροφο. Η ταράτσα του κτιρίου της ΤτΕ, που είναι διαμορφωμένη ως επισκέψιμο αίθριο, έχει πιάτο ολόκληρη την Αθήνα: Ακρόπολη, Φιλοπάππου, Λυκαβηττό, Πάρνηθα, Πεντέλη, Υμηττό, Αργοσαρωνικό, Σύνταγμα, Βουλή, Ζάππειο, Τριλογία… Αν δεν έχεις υψοφοβία, μπορείς να δεις κάτω, λοξά απέναντι, και το καμένο συγκρότημα των κινηματογράφων Αττικόν και Απόλλων, που χάσκει ακόμη ως μνημείο της μνημονιακής καταστροφής. 

Στην ταράτσα του κεντρικού κτιρίου της ΤτΕ ανέβηκαν και φωτογραφήθηκαν οι κεντρικοί τραπεζίτες που συνθέτουν την ηγεσία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η οποία συνεδρίασε στην Αθήνα Τετάρτη και Πέμπτη (25 και 26 Οκτωβρίου). Κι έτσι ελύθη το μυστήριο της αποκλεισμένης και φρουρούμενης επί μία εβδομάδα Εδουάρδου Λω. Μια σύναξη κεντροτραπεζιτών της ευρωζώνης στην Αθήνα, σε κτίριο μάλιστα που βρίσκεται έναντι ενός ισραηλινών συμφερόντων ξενοδοχείου, προφανώς απαιτεί αυξημένα μέτρα ασφαλείας, την ώρα που στη Γάζα εξελίσσεται μια κανονική γενοκτονία εις βάρος των Παλαιστινίων. 

Στην ίδια ταράτσα με θέα την Ακρόπολη βγήκαν και οι κλασικές οικογενειακές φωτογραφίας της σύναξης. Οι κεντρικοί τραπεζίτες φωτογραφήθηκαν, εξίσου γελαστοί «γεράκια» και «περιστέρια» της νομισματικής πολιτικής, οπαδοί της συνέχισης των αυξήσεων στα επιτόκια μέχρι τελικής πτώσης, και «ρεαλιστές» που αναγνωρίζουν ότι καθώς συνεχίζεται η ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή δεν μας παίρνει να συνεχιστεί αυτό, εκτός αν θέλουμε μια γερή ύφεση στην ευρωζώνη. Το ίδιο γελαστοί, ο οικοδεσπότης Γιάννης Στουρνάρας και η Κριστίν Λαγκάρντ φωτογραφήθηκαν με φόντο έναν αττικό ουρανό με αραιή νέφωση και μια κυματίζουσα ελληνική σημαία. Η πρόεδρος της ΕΚΤ έχει δει πολλές πρωτεύουσες και πολλούς ουρανούς σε όλο τον κόσμο, αλλά οπωσδήποτε ο αττικός ουρανός κάπως ισχυρότερο αποτύπωμα πρέπει να έχει αφήσει στη μνήμη της. Ολη της η θητεία ως διευθύντριας του ΔΝΤ είχε πολλή Ελλάδα, πολλή κρίση χρέους, πολλές αντιπαραθέσεις με την ηγεσία της Ε.Ε. 

Λογικά θα θυμάται ότι λίγα μέτρα πιο κάτω από αυτό τον «Ολυμπο» της νομισματικής κυριαρχίας, στο άλλο κτίριο της ΤτΕ, στην Αμερικής, είχε εγκαταστήσει το αυτί και το μάτι του ΔΝΤ στην Ελλάδα, τον φοβερό και τρομερό Μπομπ Τράα που σχεδόν μία δεκαετία έλυνε κι έδενε στη χώρα: παράγγελνε νομοσχέδια, έκοβε μισθούς, συντάξεις και επιδόματα, συνέτασσε προϋπολογισμούς και γενικώς είχε εξελιχθεί σε συνεκδοχή και των τριών εξουσιών ενός κυρίαρχου κράτους, που φυσικά είχε χάσει κάθε κυριαρχία. Εννοείται, έδινε και λογαριασμό στον προϊστάμενό του, τον Τόμσεν, αλλά και στο αφεντικό του, τη Λαγκάρντ, που μια-δυο φορές πρέπει να είχε επισκεφθεί και το «στρατηγείο» της στο αθηναϊκό προτεκτοράτο, στον 6ο όροφο του κτιρίου της ΤτΕ στην Αμερικής. 

Αλλά αυτό το γραφείο δεν είχε θέα Ακρόπολη. Η θέα και ο καθαρός αέρας αλλάζουν τη ματιά των ανθρώπων. Από την πολυθρόνα του ΔΝΤ στην Ουάσινγκτον η Λαγκάρντ δεν έβλεπε καμιά ευκαιρία βιωσιμότητας στο ελληνικό χρέος (αυτός δεν ήταν ο μόνιμος καβγάς με τη Μέρκελ και τον Ντράγκι;). Χρειάστηκε να περάσει στη Φρανκφούρτη, στον θρόνο της ΕΚΤ, για να τα δει όλα πιο καθαρά. Και ο αθηναϊκός αέρας, ο αττικός ουρανός, η θέα στην Ακρόπολη τη βοήθησαν ακόμη περισσότερο για να δει ένα τεράστιο success story στην Ελλάδα του Μητσοτάκη, στην Αθήνα που «έγινε μια πολύ ζωντανή πόλη σε λίγα χρόνια» (στον ηττημένο Μπακογιάννη πήγαινε αυτό;), στο αίφνης βιώσιμο ελληνικό χρέος των 405 δισ. ευρώ, στην επενδυτική βαθμίδα, στη σκληρή δημοσιονομική πειθαρχία που χρειάζεται για να μη στραβώσει η δουλειά, στο «efharisto Yannis» για το καλωσόρισμα και την πανοραμική θέα. 

Αυτό το πέρασμα της ηγεσίας της ΕΚΤ από την Αθήνα μετά πολλά χρόνια είχε τον συμβολισμό του. Μοιάζει λίγο με επιθεώρηση λόχου («στρατηγέ μου, ιδού ο στρατός σας» ή «πρόεδρέ μου, ιδού το οικόπεδό σας»), ή με εξέταση πεδίου μάχης μετά έναν μακρόχρονο (δημοσιονομικό και νομισματικό) βομβαρδισμό. «Ε, δεν πάθανε και τίποτε», ίσως είναι το συμπέρασμα των κεντρικών τραπεζιτών από όσα είδαν από ψηλά ή από χαμηλά, σε ένα αθηναϊκό κέντρο όπου δύσκολα ξεχωρίζουν τα πλήθη των ντόπιων και των τουριστών. 

Το σόου τέλειωσε. Η Εδουάρδου Λω ξαναδόθηκε στην κυκλοφορία. Η δημοτική αστυνομία θα κάνει τα στραβά μάτια για τα μαύρα SUV του ξενοδοχείου NYX Esperia που εξακολουθούν να καταλαμβάνουν θέσεις «ελεγχόμενης στάθμευσης», ενώ θα κόβει κλήσεις σε όλες τις υπόλοιπες. Εν τω μεταξύ, έχει απομακρυνθεί προ πολλού και ο παράξενος, άστεγος «ερημίτης» της Εδουάρδου Λω, που κουρνιασμένος σε μια εσοχή του θηριώδους κτιρίου της ΤτΕ χτυπούσε συχνά πυκνά τις σωληνώσεις του, σαν καμπάνες συναγερμού και αφύπνισης. Η Τράπεζα έβαλε κάγκελα και του έκανε «έξωση» από το στέκι του. Κάπου αλλού στην περιοχή έχει βρει στέκι και χτυπάει τις «καμπάνες» του. Ακούγονται, αν και κανείς δεν τον ακούει. 


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 

…Κατά τη διάρκεια της πανδημίας η ΕΚΤ διευκρίνισε τη στήριξη που πρόσφερε στην Ε.Ε. ανακοινώνοντας ότι η πολιτική της οφείλει στο εξής να εξασφαλίζει καλές συνθήκες χρηματοδότησης των κρατών-μελών. Η ερμηνεία της εντολής της εσωτερικά, από την ίδια την ΕΚΤ, έδωσε λαβή σε πολλές επιθέσεις, ενώ δεν παύει να τροφοδοτεί συζητήσεις και στοιχήματα στον χώρο του Τύπου αλλά και στους χρηματοπιστωτικούς κύκλους. Για τις τράπεζες και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα = η ερμηνεία ακόμη και των μικρότερων λέξεων που προφέρονται και γράφονται από τους κεντρικούς τραπεζίτες έχει γίνει πια κανονικό επάγγελμα (πρόκειται για τους παρατηρητές της ΕΚΤ - ECB watchers). 


Eric Monnet, «Κεντρικές τράπεζες, κράτος πρόνοιας και δημοκρατία» 


Saturday, October 21, 2023

Η φυσική βλακεία του κεφαλαίου

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 21-22/10/2023


 Στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο της εφημερίδας φτάνουν σχεδόν καθημερινά μηνύματα νέων ανθρώπων που αναζητούν δουλειά ως δημοσιογράφοι, γραφίστες ή σελιδοποιοί. Επισυνάπτουν τα βιογραφικά τους, επιμελημένα και καλά φορμαρισμένα, και δείγμα της δουλειάς τους. Εχουν αποφοιτήσει από πανεπιστημιακές σχολές ή δημόσια και ιδιωτικά ΙΕΚ, αλλά στην περιγραφή τής μέχρι τώρα εμπειρίας τους αντιλαμβάνεται κανείς ότι έχει προηγηθεί μια εργασιακή περιπλάνηση στην οποία τα μίντια είναι η εξαίρεση, ο κανόνας είναι η πώληση, η εστίαση, τα κολ σέντερ. Ντρέπομαι που δεν μπορούμε να ανταποκριθούμε στη μικρή προσδοκία τους να έχουν μια ευκαιρία σε μια συνεταιριστική εφημερίδα/ιστοσελίδα. Συχνά έχω την παρόρμηση να απαντήσω σε μία/έναν προς μία/έναν, ώστε να μην είναι το αναπάντητο μήνυμά τους μια συντριβή της ελπίδας και λαχτάρας για δουλειά. Τουλάχιστον όχι από μας. 

Συμβαίνει φυσικά σε όλες τις δουλειές, σε όλους τους κλάδους, σε όλες τις επιχειρήσεις. Κατακλύζονται από βιογραφικά νέων ανθρώπων με καλά προσόντα και συνήθως με απείρως πιο αναπτυγμένες ψηφιακές δεξιότητες από αυτούς που κατέχουν τις ήδη κατειλημμένες θέσεις εργασίας. Κινητικότητα υπάρχει, δεν μπορεί να πει κανείς, να είναι καλά και οι κρατικές επιδοτήσεις θέσεων εργασίας. Αλλά η πραγματική βασική τάση είναι να μειώνονται οι κανονικές θέσεις πλήρους απασχόλησης στους περισσότερους κλάδους, Και ο μοχλός είναι η λεγόμενη ψηφιοποίηση και η χρήση συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης που υποκαθιστούν φυσικούς εργαζόμενους. Ισως το πιο ευρύ παράδειγμα στην Ελλάδα, που εξακολουθεί να εξαρτάται πολύ από μπετά και τουρισμό, είναι οι ανακεφαλαιοποιημένες με χρήματα των φορολογουμένων τράπεζες. Μέσα σε πέντε χρόνια έχουν μειώσει το προσωπικό τους κατά 10.000 και πλέον άτομα, μεταφέροντας όλο και μεγαλύτερο μέρος των συναλλαγών στην ηλεκτρονική τραπεζική και μετατρέποντας τους πολίτες σε πελάτες του εαυτού τους. Ψηφιακό σελφ σέρβις. 

Αν η ψηφιακή υποκατάσταση μιας θέσης εργασίας σε τράπεζα φαίνεται εύκολη υπόθεση, αν το ίδιο συμβαίνει σε τεράστια κλίμακα στη βιομηχανία ή στα λοτζίστικ, όπου τα ρομπότ έχουν διαταχθεί ήδη στις νέες, ανέπαφες αλυσίδες παραγωγής, αναρωτιέται κανείς πώς η τεχνητή νοημοσύνη θα μπει σε δουλειές σαν τη δική μας, τη δημοσιογραφία. Εχει ήδη μπει με πολλούς τρόπους, αλλά το ερώτημα είναι αν μπορεί πράγματι να υποκαταστήσει τον συντάκτη ενός κειμένου. Κάναμε το πείραμα, παραγγείλαμε ένα θέμα σε σύστημα τύπου chatbot και το αποτέλεσμα δεν ήταν και για πέταμα. Με λίγη επεξεργασία θα μπορούσε να ξεγελάσει έναν φορτωμένο στη δουλειά αρχισυντάκτη. Αλλά στην πράξη ο ψηφιακός κειμενογράφος/ρεπόρτερ δεν θα ξεπερνούσε σε ποιότητα τα κυβερνητικά non paper που αναπαράγονται αμάσητα ή τις κραυγαλέα φιλτραρισμένες πληροφορίες που μεταδίδουν τα εγχώρια και παγκόσμια ενημερωτικά μονοπώλια. Κανένα chatbot δεν μπορούσε να παραγάγει τη βραβευμένη έρευνα για το ναυάγιο της Πύλου ή τη διεθνή έρευνα για τις υποκλοπές. Καμιά τεχνητή νοημοσύνη δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη φυσική ανθρώπινη βούληση που απαιτεί μια έρευνα υψηλού ρίσκου, η οποία ενοχλεί τα κέντρα εξουσίας και ισχύος. 

Φυσικά η ζημιά μπορεί να γίνει και μάλιστα σε τεράστια κλίμακα. Δηλαδή η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να καταργήσει κατά δεκάδες εκατομμύρια θέσεις εργασίας σε κάθε κλάδο δραστηριότητας. Αυτό θα έπρεπε να είναι πηγή χαράς και ελπίδας για την ανθρωπότητα. Γιατί η ενσωμάτωση της τεχνητής νοημοσύνης στην παραγωγική διαδικασία αυξάνει τόσο ιλιγγιωδώς την παραγωγικότητα της εργασίας των φυσικών ανθρώπων, που επιτρέπει να δουλεύουν λιγότερο από ποτέ, παράγοντας επίσης περισσότερο από ποτέ πλούτο. Η AI είναι το κορυφαίο επίτευγμα της συλλογικής ανθρώπινης διάνοιας που επιτρέπει (και) τεχνικά το «πέρασμα από το βασίλειο της ανάγκης στο βασίλειο της ελευθερίας». Μιλάει κανείς γι’ αυτό; Μιλάει για δραστική μείωση των ωρών εργασίας με ταυτόχρονη αύξηση των αμοιβών; Φυσικά όχι, γιατί οι απαλλοτριωτές της συλλογικής διάνοιας, οι κάτοχοι της ΑΙ, προτιμούν να την περιβάλλουν με τη μεταφυσική αχλύ που ενσπείρει φόβο και δέος στους ανθρώπους, λες και οι αλγόριθμοι που βρίσκονται πίσω από τις χιλιάδες εφαρμογές και κινούν τα ρομπότ έχουν μια βούληση άλλη από αυτή των κατασκευαστών τους ή πολύ περισσότερο των ιδιοκτητών τους. Δεν διώχνει το web banking τους τραπεζοϋπαλλήλους, αλλά οι τραπεζίτες. Δεν απολύουν τα ρομπότ τους εργαζόμενους της Amazon, αλλά ο Μπέζος. Γιατί για τους ανθρώπους που ελέγχουν την παγκόσμια παραγωγική και εφοδιαστική αλυσίδα, στην υλική και την άυλη οικονομία, η τεχνητή νοημοσύνη είναι ταυτόχρονα μέσο εκτόξευσης της κερδοφορίας τους και απαλλαγής από το απεχθές βάρος της εργασίας με όλα τα ενοχλητικά παρελκόμενά της: αμοιβές, δικαιώματα, συνδικάτα. 

Από αυτή την άποψη η ΑΙ, απαλλαγμένη από κάθε μυστικιστικό περιτύλιγμα (σ.σ. όχι, τα ρομπότ δεν θα εξεγερθούν κατά των ανθρώπων, εκτός αν οι ιδιοκτήτες τους τα προγραμματίσουν γι’ αυτό), είναι το νέο μεγάλο πεδίο σύγκρουσης κεφαλαίου και εργασίας. Οχι μόνο για να ελεγχθεί ο ρυθμός ενσωμάτωσής της στην παραγωγή ώστε να αποφευχθεί η βίαιη και μαζική καταστροφή θέσεων εργασίας, αλλά και για να διεκδικηθούν τα οφέλη της σε χρόνο (λιγότερες ώρες εργασίας) και σε χρήμα (αυξήσεις αμοιβών). 

Η ΑΙ ξαναφέρνει στο επίκεντρο το θέμα της διανομής του πλούτου. Από τους τεχνολάγνους γράφεται συχνά ότι «η τεχνητή νοημοσύνη πρόκειται να εξελιχθεί στον μεγαλύτερο δημιουργό πλούτου στην ιστορία της ανθρωπότητας, υλικού και πνευματικού». Αλλά δεν υπάρχει μεγαλύτερη φυσική βλακεία από όση περιέχει αυτή η φράση. Οι άνθρωποι, τα εκατομμύρια επιστημόνων, τεχνικών, εργαζόμενων, ακόμη και ανυποψίαστων χρηστών των ψηφιακών εφαρμογών, παραμένουν οι μόνοι παραγωγοί του κοινωνικού πλούτου, έστω κι αν για τη δημιουργία του δεν μεσολαβεί ένα ξύλινο αλέτρι, μια ατμοκίνητη ή ηλεκτροκίνητη μηχανή, αλλά ένα περίπλοκο λογισμικό, κι αυτό φτιαγμένο από τους ίδιους. 

Σε τελική ανάλυση το πρόβλημα δεν είναι να αποτρέψουμε την τεχνητή νοημοσύνη και τις απελευθερωτικές για την ανθρωπότητα εφαρμογές της, αλλά να απαλλαγούμε από τη φυσική -και (αυτό)καταστροφική- βλακεία του κεφαλαίου. 

ΚΙΜΠΙ 

Kibi2g@yahoo.gr , kibi-blog.blogspot.com 


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

Σκεπτόμενες μηχανές δεν υπήρξαν, δεν υπάρχουν και δεν μπορούν να υπάρξουν. Μπορεί να χρησιμοποιούμε την ενεργητική φωνή όταν λέμε ότι το ρομπότ κίνησε το χέρι του ή σκότωσε τον εχθρό, αλλά αυτό δεν μεταφράζεται σε ενεργητική διάθεση: το ρομπότ δεν κάνει τίποτα επειδή το «αποφάσισε», απλά λειτουργεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, σύμφωνα με το λογισμικό που σχεδιάστηκε και εγκαταστάθηκε από τους κατασκευαστές του, ανθρώπους με σάρκα και οστά, με σκέψη και βούληση…

Πέτρου Παπακωνσταντίνου, «Ανθρωποι και ρομπότ»  


Saturday, October 14, 2023

Das Kapital

Η Εφημερίδα των Συντακτών 14-15/10/2023


Με τον κίνδυνο να θεωρηθώ εμμονικός (που παίζει και να είμαι) επανέρχομαι για τρίτη φορά μέσα σε λίγες μέρες (προηγήθηκε ένα «ΑΝΩ ΚΑΤΩ» και ένα podcast) στο «τρέντι» θέμα των ημερών: το Κεφάλαιο. Εντάξει, για να είμαστε ακριβείς και ειλικρινείς, ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. έχει προ πολλού πάψει να «δαιμονοποιεί το κεφάλαιο» και το έχει ποικιλοτρόπως αποδείξει και ως κυβέρνηση και ως αντιπολίτευση («δεν δαιμονοποιούμε την υγιή επιχειρηματικότητα», έλεγε συχνά πυκνά και ο απελθών πρόεδρός του), αλλά η αφοπλιστική ειλικρίνεια με την οποία το διακήρυξε ο νέος πρόεδρός του ακριβώς μέσα στο «γήπεδο» του εγχωρίου κεφαλαίου, στη συνέλευση του ΣΕΒ, ήταν κάτι άλλο. 

Προσωπικά ένιωσα να μου πατάνε δυνατά τον κάλο. Ή, εντάξει, επειδή δεν έχω κάλους να μου δίνουν μια δυνατή κλοτσιά ξέρετε πού. Με το κεφάλαιο ως έννοια έχουμε όλοι, εκόντες άκοντες, μια σχέση διανοητική και υλική ταυτόχρονα. Αυτοπροσδιοριζόμαστε απέναντί του, δίπλα του, στην περίμετρό του ή και εντός του, έστω κι αν το τελευταίο είναι απλώς φαντασίωση ή επιθυμία των «γουοναμπί» κεφάλαιο. 

Αλλά λίγο πολύ όλοι, από τους βαρεμένους συνωμοσιολόγους που τα αποδίδουν όλα σε ορδές ελοχίμ και νεφελίμ που ζουν ακόμη ανάμεσά μας, μέχρι τους οργανικούς και μη διανοούμενους που ρουφάνε φανατικά ό,τι έχει γραφεί ως πολιτική οικονομία εδώ και τρεις αιώνες, συγκλίνουν στο ότι το κεφάλαιο είναι η δύναμη που κυβερνά τον κόσμο. Είτε παίρνει τη μορφή συσσωρευμένου χρήματος, είτε των άυλων χρεογράφων και των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης, είτε τη μορφή της επιρροής που ασκεί ο Μασκ με έναν χρησμό του στο «Χ» (πρώην τουίτερ) ή ο εγχώριος φαρμακοβιομήχανος με ένα εποχούμενο υβριστικό μανιφέστο του στο tik tok, το κεφάλαιο είναι η δύναμη που καταλαμβάνει κάθε σφαίρα της ζωής μας, συχνά πέρα και πάνω από τις προθέσεις και τις στρατηγικές των ίδιων των εκατομμυρίων κατόχων του. 

Αλλά, την επίσημη απο-δαιμονοποίηση του κεφαλαίου την παίρνω προσωπικά. Σκέφτομαι τις δεκαετίες που σπατάλησε ο θείος Κάρολος στη βιβλιοθήκη του Λονδίνου, βασανιζόμενος από τις δοθιήνες που έκαναν αφόρητο το να κάθεται σε καρέκλα, διαβάζοντας ισολογισμούς, εκθέσεις, Ρικάρντο, Σμιθ, κοινοβουλευτικά πρακτικά, κινήσεις μετοχών, Πλάτωνα, Αριστοτέλη, Σέξπιρ, νομοθετικά κείμενα, ιστορικά τεκμήρια, προσπαθώντας να αξιοποιήσει τη σοφία αιώνων στην κατανόηση της πιο καταλυτικής και συνάμα δαιμονικής δύναμης της εποχής του. Αν διαβάσει κανείς, έστω και διαγωνίως ή αποσπασματικά, «Το Κεφάλαιο» του Μαρξ, που παραμένει μέχρι σήμερα η σημαντικότερη και πληρέστερη «αξονική τομογραφία» του καπιταλισμού, είναι απίθανο να μείνει με την εντύπωση ότι θα έρθει η στιγμή που το κεφάλαιο θα απαλλαγεί από τις καταστροφικές (και αυτοκαταστροφικές) και ανήθικες διαστάσεις του και θα συμφιλιωθεί με τον σταθερό αντίπαλό του, την εργασία. Αυτή η αντίθεση αποκλείεται να ξεπεραστεί ανώδυνα κι αναίμακτα, έστω κι αν περάσουν δεκαετίες και αιώνες, κι εμείς οι φιλολογούντες για τον καπιταλισμό έχουμε γίνει πια σκόνη του χρόνου. 

Αλλά αυτό που ανέφερα στην αρχή, πως ήταν σαν να μου πατάνε τον κάλο, εξομολογούμαι ότι αφορά τη σχεδόν φετιχιστική (μήπως και δαιμονική;) σχέση που έχω αναπτύξει από τα εφηβικά μου χρόνια με «Το Κεφάλαιο», σαν απτό, υλικό αντικείμενο. Το Das Kapital. Στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, όταν εξελισσόταν το big bang της διακίνησης ιδεών και εκδόσεων και απαγορευμένα μέχρι τότε βιβλία πλημμύριζαν πάγκους και ράφια βιβλιοπωλείων, θυμάμαι να παίρνω στα χέρια μου και να ξεφυλλίζω τους δυο πρώτους ογκώδεις τόμους του Κεφαλαίου (σε μετάφραση Παναγιώτη Μαυρομμάτη, που δεν αναφέρεται), σε φθηνή χαρτόδετη έκδοση του 1953, του εκδοτικού οίκου «Νέα Ελλάδα». Η μετάφραση, όπως αναφέρει η εισαγωγή, έγινε «με απόφαση της 2ης Ολομέλειας της Κ.Ε. του ΚΚΕ», που φυσικά ήταν παράνομο, και η εκτύπωση έγινε στο Βουκουρέστι, σε 5.000 αντίτυπα. Το γεγονός ότι μέχρι και το 1978, οπότε βγήκε και ο τρίτος τόμος του Κεφαλαίου (από τη «Σύγχρονη Εποχή», με επίσημη πια αναφορά του μεταφραστή) τα αντίτυπα αυτά εξακολουθούσαν να είναι τα μόνα που διακινούνταν στην Ελλάδα, σημαίνει ότι «Το Κεφάλαιο» στα ελληνικά δεν έγινε και ανάρπαστο. Ούτε, άλλωστε, η πολύ λογοτεχνική και δημοτικιστική μετάφραση του Σκουριώτη είχε καλύτερη τύχη. 

Για λόγους που δεν μπορώ να εξηγήσω, αυτούς τους δυο τόμους του Κεφαλαίου τους αντιμετώπιζα ως πολύτιμο απόκτημα. Μαζί με άλλα ημιπαράνομα για το συντηρητικό σπίτι μου αποκτήματα, τους έκρυβα κάτω από το στρώμα (μαλακό, από αφρολέξ) του κρεβατιού. Είναι απορίας άξιο πώς κοιμόμουν εκεί, με τους σκληρούς και ακανόνιστους όγκους των βιβλίων να μου πιέζουν την πλάτη. Αλλά, όταν είσαι 15 αυτά δεν έχουν σημασία. 

Εχω τα ίδια αντίτυπα ακόμη στη βιβλιοθήκη μου. Τα εξώφυλλα έχουν σκιστεί, οι σελίδες τους είναι κιτρινισμένες, τσακισμένες. Τα ξεφυλλίζω και βλέπω υπογραμμίσεις και σημειώσεις σχεδόν πενήντα ετών. Προσπαθώ να θυμηθώ τι εντύπωση είχε κάνει στον έφηβο που ήμουν κάποτε κάθε συγκεκριμένο απόσπασμα. Πρέπει να με είχε συναρπάσει ο φετιχισμός του εμπορεύματος, να με είχε δυσκολέψει η απόλυτη και η σχετική υπεραξία και να με είχε σοκάρει το κεφάλαιο για την πρωταρχική συσσώρευση. Μετά πολλές δεκαετίες είδα αυτό ακριβώς το κεφάλαιο του Κεφαλαίου να γίνεται θεατρική παράσταση, με τη Ρούλα Πατεράκη να διαβάζει για σχεδόν μιάμιση ώρα αποσπάσματα (αλλά σε μετάφραση Θανάση Γκιούρα, πια), με τις βαμπιρικές περιγραφές για την παιδική εργασία στα ανθρακωρυχεία και τα κλωστήρια της Αγγλίας να διακόπτονται από τον σαρκασμό: «Ω, γλυκό μου κεφάλαιο!», και φόντο μια ασπρόμαυρη οπτική σύνθεση του Θανάση Ρεντζή που περνούσε σαν συρμός της Ιστορίας σε μια οθόνη και σκιτσάριζε ζοφερά το έπος του βιομηχανικού καπιταλισμού. 

Η γοητεία που μου είχε ασκήσει το κείμενο του Μαρξ μένει ανεξίτηλη. Ο χρόνος που είχα αφιερώσει στα επιπόλαια ή στα πιο συστηματικά διαβάσματά του τότε και αργότερα είναι ένα κερδισμένος χρόνος. Από τότε, νιώθω ότι καταλαβαίνω τον υλικό κόσμο μας κι όσα συμβαίνουν σ’ αυτόν. Μου είναι αδιάφορο αν κάποιοι θεωρούν ότι φόρεσα παραμορφωτικούς φακούς. Και, όχι, αυτή τη φορά δεν θα βάλω απόσπασμα από «Το Κεφάλαιο» στις «ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ». Θα βάλω Κακουλίδη- Κραουνάκη. 


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 

Τώρα που ’ρθαν όλα τούμπα

Μια Ελλάδα κωλοτούμπα

Ελα απάνω μου κι ακούμπα

Τώρα που ’ρθαν όλα σκούρα

Ο καθένας μια φιγούρα

Ο καθένας μια καμπούρα


Τώρα που ’ρθε κούφια η ώρα

Εποχή θανατηφόρα

Καραγκιόζη μου προχώρα

Ηρωά μου

Φόρα επάνω σου

Τα όνειρά μου λατρεμένη μου σκιά


Κρεμασμένο σε καλούμπα

Πέταγα πάνω απ’ τη Τρούμπα

Ελα απάνω μου κι ακούμπα

Κρεμασμένο στα φεγγάρια

Σ’ είδα σκλάβα στα παζάρια

Να σε παίζουνε στα ζάρια



Γιάννη Κακουλίδη, «Κωλοτούμπα» (Σταμάτη Κραουνάκη, «Τα τραγούδια του Καραγκιόζη», 1996)


Saturday, October 7, 2023

Σασμός στη γη της ελιάς

Η Εφημερίδα των Συντακτών 7-8/10/2023


Ενδεχομένως αυτό είναι και μια δίκαιη τιμωρία. Ας πάει το λάδι, το παλιόλαδο που πάντα ήταν τόσο δεδομένο και αυτονόητο σχεδόν σαν το νερό, στα 15 ευρώ το λίτρο και στα 200 ευρώ ο τενεκές. Αλλά, πρέπει κι εσύ να σκεφτείς, δεν φέρθηκες εντάξει. Είχες 50 ρίζες ελιές, δυο-τρία στρέμματα (απαξίωσες έστω και να τα μετρήσεις σωστά), ξέχασες σχεδόν και πού πέφτει το χωράφι, επικλινές, κακοτράχαλο και λογγωμένο, και η μόνη σου μέριμνα εδώ και δεκαετίες ήταν να το δηλώνεις «βοσκοτόπι» στο Ε9, μην και επιβαρυνθεί ο ΕΝΦΙΑ, αν και την εποχή που έρρεαν οι επιδοτήσεις, φτάνοντας και σε μη «κατ’ επάγγελμα αγρότες», έσπευδες να κάνεις ακριβώς το αντίθετο: και την έκταση την ξεχείλωνες κατά ένα-δυο στρέμματα, και τα δέντρα τα πολλαπλασίαζες στις δηλώσεις που συσσωρεύονταν στα κοινοτικά γραφεία του χωριού. 

Επειτα, έχοντας γίνει πια ένας κανονικός αστός, άνθρωπος της πόλης που έχεις αποκόψει και τις τελευταίες ρίζες με το χωριό, παράτησες το χωράφι στην τύχη του, στη φροντίδα του «Αλβανού», που άπλωσε αυτός καινούργιες ρίζες εκεί, έχοντας αποκόψει τις δικές του, από όποια «Αλβανία» του κόσμου κι αν είχε έρθει. Ποιος τις κλάδευε, τις λίπαινε, τις ξελόγγωνε, τις μάζευε τις ελιές δεν σε ένοιαζε, σου αρκούσαν οι δυο-τρεις τενεκέδες λάδι που έρχονταν με το ταξί κάθε χρόνο, ή χρόνο παρά χρόνο, ως ανταμοιβή. Τις λίγες φορές που πήρες άδεια από τη δουλειά για το εθνικό σπορ της ελαιοσυγκομιδής και πράγματι πήγες στο χωριό, την έβγαζες στο καφενείο με καφέ και τσίπουρα. Ο «Αλβανός» μαζί με μερικούς ακόμη «Αλβανούς» από την Ασία ή από τους κοντινούς καταυλισμούς Τσιγγάνων έκαναν τη δουλειά. 

Μπορεί λοιπόν όλο αυτό να είναι κάποιας μορφής απονομή δικαιοσύνης. Κι αν το καλοσκεφτείς είναι πολύ παράξενο, γιατί δεν σου έλειψαν οι ισχυρές δόσεις εθνικής μυθολογίας στις πέντε έξι δεκαετίες της ζωής σου για την πολυτιμότητα της ελιάς: η Αθηνά να κερδίζει τον Ποσειδώνα στον αγώνα για την Αθήνα χαρίζοντάς της ένα ελαιόδεντρο. Ο Ομηρος να σκηνοθετεί την προετοιμασία εξόντωσης των μνηστήρων από τον Οδυσσέα και τον Τηλέμαχο κάτω από μια ιερή ελιά. Ο κότινος από κλαδιά ελιάς των ολυμπιονικών. Ο Παλαμάς και ο ποιητικός μονόλογος «είμαι η ελιά η τιμημένη» που τον μάθαινες απέξω στο Δημοτικό σχεδόν σαν δεύτερο εθνικό ύμνο. 

Και ύστερα ήρθαν οι νεωτερικές και μετανεωτερικές αναγνώσεις της ελαιώδους εθνικής μυθολογίας: ο Κολλάτος («Οι ελιές», 1964) που γράφει (και σκηνοθετεί αργότερα) πώς τρία αδέρφια σπρώχνουν την ανύπαντρη και «άσχημη» αδερφή τους στο κρεβάτι ενός μεθυσμένου για να την ξεφορτωθούν χωρίς προίκα, «γιατί οι ελιές δεν φεύγουν από την οικογένεια». Η «ανακάλυψη» της μεσογειακής διατροφής που στο κέντρο της μπαίνει το ελαιόλαδο. Η απάτη της «φραπελιάς» διά πάσαν νόσον, που ευτυχώς αποκαλύφθηκε εγκαίρως και δεν θρηνήσαμε θύματα. Και η άλλη, η ακόμη μεγαλύτερη απάτη του ελαιόλαδου που μπήκε σε αριθμημένα συλλεκτικά μπουκάλια και σε λακαρισμένες ξύλινες κασετίνες για να πουλιέται στα Harrods ή στα Εμιράτα 200 έως 1.000 ευρώ το μπουκάλι. 

Οταν το πρωτοδιάβασες αυτό στην αρχή γέλασες, αλλά μετά έκανες ένα μπακαλίστικο υπολογισμό για το πόσα λεφτά μπορεί να έχεις χάσει από τις 50 ρίζες ελιές που έχεις ξεχάσει και πού πέφτουν. Λες ο «Αλβανός» να πλουτίζει εις βάρος σου; Μετά σκέφτεσαι πιο ψύχραιμα και λες πως αν δεν ήταν κι αυτοί οι προκομμένοι άνθρωποι, τα χωριά θα είχαν ερημώσει εντελώς, τα χωράφια θα είχαν ξαναγίνει δάσος. Αλλά πάλι αναρωτιέσαι: πού πάει όλη αυτή η παραγωγή, πού πουλιούνται οι 400.000 τόνοι λάδι τον χρόνο, γιατί δεν έχουμε γίνει ένα από τα πλουσιότερα έθνη της Μεσογείου; Μας το παίρνει το λάδι η ιταλική μαφία; 

Σκέφτηκες μαφία και πήγε ο νους σου στις δύο πιο δημοφιλείς τηλεοπτικές σαπουνόπερες και ολίγον αγροτο-βουκολικά δράματα, τον «Σασμό» και τη «Γη της Ελιάς». Ποιο είναι το καλύτερο λάδι, της Κρήτης ή της Μάνης; Αλλά επειδή εκεί, στις δύο τηλεοπτικές περιοχές, με φόντο τα λιοστάσια, τα χωράφια και τ’ αμπέλια γίνονται τα πάντα -φόνοι, απαγωγές, ληστείες, ξεκαθαρίσματα λογαριασμών, βιασμοί-, αναρωτιέσαι γιατί οι παραγωγοί και οι ευφάνταστοι σεναριογράφοι δεν έχουν σκεφτεί να περιστρέψουν την πλοκή στο απόλυτο έγκλημα της εποχής: την κλοπή ελαιολάδου. Κι όλα τα συναφή εγκλήματα, από τη νοθεία μέχρι την καταπάτηση ιδιοκτησίας. Θα γίνει χαμός! 


Γελάς με τη σκέψη. Αν και δεν έχεις δει στην πραγματικότητα τις σειρές και δεν έχεις ιδέα τι και πώς διαδραματίζεται (εδώ που τα λέμε και οι δημιουργοί δεν έχουν ιδέα πού το πάνε), κάποιες φευγαλέες ματιές σε σκηνές οι οποίες εξελίσσονται σε λιοστάσια που θυμίζουν κήπους των Βερσαλλιών και ελαιοτριβεία που μοιάζουν με μικροβιολογικά εργαστήρια σε κάνουν να γελάς. Κάτι θυμάσαι κι εσύ από συγκομιδή, με τα χτένια να περνούν απ’ τα κλαδιά και τους πρασινόμαυρους καρπούς να κυλάνε στα λιόπανα, τις σκάλες πάνω στα δέντρα για να φτάσεις τα ψηλά κλαριά, τότε που η μέση και το σώμα σου αψηφούσε τη βαρύτητα και τις δισκοκοίλες. 

Ας πρόσεχες. Κι εσύ κι όλοι οι χιλιάδες κάτοχοι των 140 εκατομμυρίων ελαιοδένδρων που η ύπαρξή τους εξαντλείται σε μια δήλωση κτηματογράφησης και ένα Ε9. Η αγορά με το αόρατο χέρι της, που περνάει πάνω από χωράφια, ελαιοτριβεία, εργοστάσια εμφιάλωσης, αποθήκες λαδιού και μετατρέπει σε χρυσό αυτό που άλλοτε ήταν ο ελάχιστος πόρος των φτωχών, αποδίδει τη σκληρή δικαιοσύνη της απογειώνοντας την τιμή του λαδιού και εκτινάσσοντας στη στρατόσφαιρα το κέρδος της γαιοπροσόδου. Θα πεις το λάδι λαδάκι, είναι το κλισέ τον ημερών, της εποχής του νέου καπιταλιστικού φεουδαλισμού που μετατρέπει την τροφή στο απόλυτο πεδίο κερδοσκοπίας. 

Αν μπορούσες να γυρίσεις τον χρόνο πίσω, ίσως επανεξέταζες τη σχέση του με τη γη, μ’ αυτά τα ταπεινά χωράφια που κληρονόμησες. Ισως ένας κάποιος σασμός με τη γη της ελιάς, για λίγες μέρες κάθε χρόνο, με τις αυτοσχέδιες κολεκτίβες φίλων και συγγενών που τη μια μέρα μάζευαν στου Ηλία, την άλλη στου Πάνου, την τρίτη στης Μαρίας, που ήταν και μονάχη της, τα παιδιά της μετανάστες, ίσως ένας τέτοιος σασμός συμφιλίωνε κάπως την πόλη με το χωριό, την αστική υπερανάπτυξη με την αγροτο-κτηνοτροφική παραγωγή, τον μικροαστό που έγινες στη μητρόπολη με το επαρχιωτόπουλο που κατά βάθος πάντα ήσουν. 


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

Είμαι του ήλιου η θυγατέρα

Η πιο απ’ όλες χαϊδευτή

Χρόνια η αγάπη του πατέρα

Σ' αυτό τον κόσμο με κρατεί

Οσο να πέσω νεκρωμένη

Αυτόν το μάτι μου ζητεί.

Είμ’ η ελιά η τιμημένη


Οπου και αν λάχει κατοικία

Δε μ’ απολείπουν οι καρποί.

Ως τα βαθιά μου γηρατειά,

Δεν βρίσκω στην δουλειά ντροπή.

Μ’ έχει ο θεός ευλογημένη,

Και είμαι γεμάτη προκοπή.

Είμ’ η ελιά η τιμημένη.

.....................

Και φως πραότατο χαρίζω

Εγώ στην άγρια τη νύχτα.

Τον πλούτο πια δεν τον φωτίζω,

Συ μ’ ευλογείς φτωχολογιά.

Κι αν απ’ τον άνθρωπο διωγμένη,

Μα φέγγω μπρος στην Παναγιά.

Είμ’ η ελιά η τιμημένη.


Κωστής Παλαμάς, «Η ελιά» (1882)