Tuesday, May 29, 2007

Η μέρα που έχασα το χρώμα μου

Για όσους ενδεχομένως βαριούνται να διαβάσουν μέχρι τέλους το παρόν πόνημα-Σαββατοκύριακο γαρ, δεν σας αξίζουν σχοινοτενείς αναγνωστικές καταπονήσεις- λύνω εξ αρχής το γρίφο του τίτλου. Η μέρα που έχασα το χρώμα μου είναι η σημερινή. Μέχρι πριν ένα μήνα ήμουν σομόν. Από σήμερα είμαι λευκός.

Ο αποχρωματισμός μου δεν είναι αποτέλεσμα εμβάπτισης σε χλωρίνη ή άλλο λευκαντικό, αλλά προϊόν μιας μετακόμισης. Η στήλη αυτή, που από σήμερα τίθεται στην κρίση σας, φιλοξενείτο μέχρι προ εβδομάδων, κάθε Κυριακή για μερικά χρόνια στο σομόν οικονομικό ένθετο εγκρίτου λευκής εφημερίδας. Από σήμερα στεγάζεται στο λευκό οικονομικό ένθετο της ανα χείρας σομόν εφημερίδας. Λευκό-σομόν, σομόν –λευκό. Θεωρείστε, λοιπόν, αυτό το κείμενο ένα είδος συστατικής επιστολής. Χρωματιστής.

Πολύ θα γούσταρα, βέβαια, αυτή η μεταγραφή να γίνει με όρους τηλεοπτικού σταρ σύστεμ ή ποδοσφαιρικού παζαριού – «ο Κίμπι στον Κόσμο του Επενδυτή!», «χορός εκατομμυρίων για το συμβόλαιο του Ελεύθερου Σκοπευτή!», να μερικοί τίτλοι που θα μπορούσαν να τονώσουν το ναρκισσισμό μου- αλλά δυστυχώς δεν έχω στόφα φίρμας λαϊκής (πόσο σ’ έχω πικράνει, μητέρα..). Και –ευτυχώς- ο κόσμος των εφημερίδων παραμένει ακόμη μια όαση μισθωτών σκλάβων που διασώζουν τη χαμένη τιμή της δημοσιογραφίας (σ’ ένα βαθμό. Μη λέμε κι υπερβολές). Αλλά η μετακόμιση έγινε με τον ταπεινό κι αθόρυβο τρόπο που μετακομίζει κάθε μικροαστικό ή προλεταριακό νοικοκυριό (πού να βάλουμε το τραπέζι; Πού θα μπούν τα κρεββάτια; Θα βάψουμε; - Ναι, όλο λευκό για να φωτίσει ο χώρος. Ασήμαντες ανησυχίες που δεν σας αφορούν ως αναγνώστες- εκτός αν έτυχε να μετακομίσετε κι εσείς αυτή την περίοδο. Αλλά sic transit Gloria mundi. Με ασήμαντες μετακομίσεις, μετακινήσεις, μεταναστεύσεις. Η σημασία φωλιάζει στα ανύποπτα).

Λευκός, λοιπόν, πλέον και ουχί σομόν, αναρωτιέμαι από πού προήλθε αυτός ο χρωματικός κώδικας που ορίζει το σομόν ως χρώμα της οικονομίας και το λευκό ως χρώμα της πολιτικής. Μια σύμβαση ξενέρωτης αγγλοσαξωνικής έμπνευσης είναι, που δεν υπάρχει λόγος να τηρηθεί ως ευαγγέλιο. Εξ ού και έχω κάθε λόγο να συγχαρώ αυτή την εφημερίδα που ανατρέπει αυτή τη χρωματική παράδοση για τη σχέση πολιτικής και οικονομίας. Κι ας κινδυνεύω να κατηγορηθώ για κραχτό γλείψιμο διεύθυνσης και ιδιοκτησίας, πριν καλά-καλά διαβώ το κατώφλι της εφημερίδας. (Με το δεξί ή τ’ αριστερό; Εγώ πάντα με τ’ αριστερό κάνω ποδαρικά κι εγκαίνια, για λόγους ιδεοληψίας. Σ’ ευχαριστώ, ω εταιρεία).

Για να διασκεδάσω τυχόν δυσμενείς εντυπώσεις, θα πρότεινα μιαν ακόμη πιο ριζοσπαστική ανατροπή στους χρωματικούς κώδικες της ενημέρωσης και δη της οικονομικής. Αν θέλουμε να είμαστε συνεπέστεροι προς τη σύντομη ιστορία του καπιταλισμού, το χρώμα που του ταιριάζει περισσότερο είναι το πράσινο. Τα οικονομικά ένθετα –και τα έκθετα- των εφημερίδων θα έπρεπε να βαφτούν όλα πράσινα (προς το βεραμάν ή το λαχανί, για να διαβάζονται στοιχειωδώς) μιας και η διεθνής οικονομία, εδώ και πολλές δεκαετίες είναι κυρίως δολαριακή. Μπορεί το ευρώ ν’ αυτοκτονήσει απ’ αυτή τη διαπίστωση (κοινό μυστικό), αλλά- τι να κάνουμε; Πρώτον, δεν έχει ένα σταθερό χρώμα, όλη την ίριδα άδειασαν στα χαρτονομίσματά του, και δεύτερον, δεν έχει και τίποτε άλλο σταθερό να επιδείξει. Είναι η ασταθέστερη σταθερά του ευρω-συνονθυλεύματος που θα την πληρώνει ακριβά – σε επιτόκια- ο μέσος ευρωπαίος για την επόμενη διετία.

Εξ άλλου- τι άλλη χρεία μαρτύρων έχουμε για το φαιοπράσινο χρώμα της διεθνούς οικονομίας; - ακόμη κι η Χεζμπολά με δολάρια γλεντάει το χουνέρι που επεφύλαξε στο Ισραήλ και στους Αμερικανούς. Με δολάρια αγόραζε τους «Κατιούσα» που κατά εκατοντάδες εκτόξευσε στο Τελ Αβίβ. Με δολάρια κάνει και τώρα την επινίκια κοινωνική της πολιτική υπέρ των αστέγων Λιβανέζων.

Το πράσινο λοιπόν ταιριάζει στον πολιτισμό της αγοράς- άρα και στην ενημέρωσή της, ωστόσο αυτή η διαπίστωση δεν είναι και πρόταση προς την εφημερίδα να μπογιατίσουμε λαχανί-φυτρί τις οικονομικές σελίδες. Καθότι το πράσινο είναι πολλαπλά λεηλατημένο από αλλότριες δυνάμεις. Πρώτον, από την εγχώρια σοσιαλδημοκρατία που το 1981 μας είχε φέρει περίπου στα πρόθυρα σοσιαλιστικής επανάστασης (πέρασε και δεν κόλλησε) και για την επόμενη εικοσαετία μας υπέβαλε σε γερές, πλην μιθριδατικές, δόσεις φιλελεύθερης προσαρμογής. Απ’ ότι βλέπω ο ο ήλιος ο πράσινος έχει χάσει μεν το χρώμα του, αλλά δεν έχει βρει νέο. Παίζει μεταξύ σομόν, πορτοκαλί, γαλάζιου- δεν ξέρω έχω μια σύγχυση. Δεύτερον, το πράσινο έχει εδώ και δεκαετίες υιοθετηθεί από τους χαρωπούς οικολόγους ως χρώμα τους, αλλά δεν αντιλαμβάνομαι πια τους λόγους. Ποιος είπε ότι το δάσος είναι ντε και καλά πράσινο; Το μαύρο- γκρι αρζάν της Κασσάνδρας, της Μάνης και των λοιπών μνημείων του real estate τι είναι;

Μια και ο λόγος περί μαύρου, το μαύρο είναι μια εναλλακτική λύση ως ταιριαστή απόχρωση της οικονομίας της αγοράς. Η οποία τυγχάνει από τις αρχές του 20ου αιώνα μια κατ’ εξοχήν πετρελαϊκή οικονομία. Εμένα δεν θα με χάλαγε ένα μαύρο οικονομικό ένθετο, ενδεχομένως να βοηθούσε να ξεπεράσω τους αναγνωστικούς φραγμούς της προϊούσης πρεσβυωπίας. Αλλά μαύρο χαρτί; Λερώνει πολύ- θα μετέτρεπε σε χρηματιστηριακά προϊόντα εκτός από το μελάνι τα σαπούνια και λοιπά προϊόντα καθαρισμού. Τη λύση του χρυσού – επιστροφή στις σταθερές, παραδοσιακές αξίες- δεν τη συζητώ ως μάλλον ακριβή και αισθητικά πολύ μπαρόκ.

Ατέλειωτη είναι η παλέτα, αλλά ας μείνουμε στα βασικά χρώματα. Το μπλε απορρίπτεται εξ ορισμού- αρκετό έχουμε γύρω μας, πάνω μας (Θεέ μου, πόσο μπλε ξοδεύεις για να μη σε βλέπουμε!) και στην αβέβαιη εθνική μας ταυτότητα. Αρκετό και στην γαλάζια διακυβέρνηση της χώρας. Το κόκκινο, δεν τολμώ να το προτείνω- «η σημαία της λογικής κόκκινη είναι», θα ‘λεγε ο Μπρεχτ, «το βάθος του ουρανού είναι κόκκινο», έλεγαν κι οι «Μάηδες», προσυπογράφω μεν γιατί χρειάζεται μια γερή δόση ορθολογισμού ο ανορθολογισμός της αγοράς. Αλλά, δυστυχώς, το κόκκινο είναι το κατ’ εξοχήν συκοφαντημένο χρώμα. Ας το αφήσουμε ήσυχο μερικά χρόνια για να ξεχάσει.

Απομένει το λευκό. Κάποιοι θα ήθελαν να το συνδέσουν με τη λευκότητα της αγοράς, την αθωότητα του κέρδους, την ιερότητα του ελεύθερου ανταγωνισμού, την παρθενία των κανόνων του καπιταλισμού. Συνήθως, πρόκειται γι’ αυτούς που σπάνε άγαρμπα αυτή την παρθενιά και μάλιστα ως κοινοί βιαστές. Εγώ θα έδινα άλλη ερμηνεία στην λευκότητα ενός οικονομικού ενθέτου και στη σομόν απόχρωση του πολιτικού εκθέτου. Ας υποθέσουμε ότι είναι μια άλλη αντίληψη για τη σχέση οικονομίας και πολιτικής, λιγότερο υποταγμένη στους δογματισμούς της αγοράς, πιο καχύποπτη απέναντι στη δύσπεπτη πρόοδο και την αχώνευτη ανάπτυξη. Χωρίς ψευδαισθήσεις για αποστείρωση της οικονομίας από τα πολιτικά μικροβία και με την μόνη ρεαλιστική προσέγγιση: ότι η πολιτική, όπως και ο έρωτας, περνά απ’ το στομάχι. Αλλων το στομάχι είναι αδηφάγο, κι άλλων χορτάτο με ταπεινά πινάκια φακής. Να γιατί ούτε το τέλος της ιστορίας επήλθε ούτε της πάλης των τάξεων- κι ο Φουκουγιάμα γαργάρα την έκανε τη φανφάρα του- κι αυτό πρέπει να χωνέψουν καλά και η οικονομία και η πολιτική, και οι σομόν και λευκές αποχρώσεις τους.

Ετσι θα πορευτεί αυτή η στήλη και η «θυγατρική» της, με λοξές ματιές στην οικονομική ορθοδοξία και την πολιτική ανορθοδοξία. Δεν ξέρω πόσο σαφής ήταν αυτή η φλύαρη συστατική επιστολή για όσους άντεξαν να τη διαβάσουν μέχρι τέλους- δεν έχει και καύσωνα σήμερα. Θα φροντίσω να κάνουμε όσο πιο διασκεδαστικές τις αναγνώσεις της πολιτικής οικονομίας- αρκεί οι πολιτικοί και οικονομολόγοι να πάψουν να μας κλέβουν το μεροκάματο με την αβελτηρία τους. Economics- and politics- for pleasure.

ΥΓ Η στήλη δέχεται παρατηρήσεις, ιδέες, κρίσεις και κανονικά βρισίδια στην κατωτέρω ηλεκτρονική διεύθυνση αλλά και απλές, χειροποίητες επιστολές στην διεύθυνση της εφημερίδας. Σε λευκό χαρτί, παρακαλώ.

ΚΙΜΠΙ

Kibi2g@yahoo.gr

No comments:

Post a Comment