Μισώ αυτή τη χώρα. Μου έφαγε τα σπλάχνα. Μου τα ’φαγε. Τη μισώ. Ναι, τη μισώ, τη μισώ. Δεν μπορεί μια γυναίκα να ζήσει με τέτοια σπλάχνα μέσα της. Όσο το σκέφτομαι, μου ’ρχεται να ξεράσω τον ίδιο τον εαυτό μου. Νιώθω σαν ξέρασμα. Μπορεί και να ’μαι. Μια γυναίκα… δεν είναι σα μια χώρα που αξιοποιεί τα ερείπιά της, τους τάφους της… που τα ξεπουλάει όλα για εθνικό συνάλλαγμα… ζώντας απ’ αυτά. Εγώ δε θέλω να ’μαι χώρα. Δεν είμαι χώρα. Δε θέλω να είμ’ αυτή η χώρα. Αυτή η χώρα είναι νεκρόφιλη, γεροντόφιλη, κοπρολάγνα, σοδομίστρια, πουτάνα, μαστροπός και φόνισσα. Εγώ θέλω να είμαι η ζωή, θέλω να ζήσω, θα ’θελα να ζήσω, θα ’θελα να μπορούσα να ζήσω, θα ’μουν ευτυχισμένη τώρα αν ήθελα να ζήσω… όμως αυτή η χώρα δε μ’ αφήνει να το θέλω, δε μ’ αφήνει να είμαι η ζωή, να δίνω τη ζωή. Έχει φάει σαν καρκίνος τα βυζιά μου, τα μυαλά μου, τα έντερά μου (…) κάθε θεσμός της κι ένα έμφραγμα, κάθε νόμος της και μια εμβολή, τα ήθη της μου ’χουν σμπαραλιάσει τα πνευμόνια, η ιστορία της με κάνει να τρέμω συνεχώς ολόκληρη σα να έχω προσβληθεί από την πάρκινσον, ο πολιτισμός της μ’ έχει ξεπατώσει (…) η προσήλωσή της στα φαντάσματά της, οι υπεκφυγές της, οι αντιγραφές της, τα φρακαρισμένα της μυαλά, τα πτώματά της, τα κιβούρια της, τα εγκλήματά της… Αυτή η χώρα είναι το χτικιό μας. Θα μας πεθάνει, θα μας ξεκάνει.
Δημήτρη Δημητριάδη, «Πεθαίνω σαν χώρα»
θα'θελα να γράψω ανεστραμμένα το "γεννιέμαι σαν χώρα", γιατί αυτό το μίσος έγινε αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
ReplyDeleteγια μένα δεν υπάρχει μίσος "προς" κάτι, υπάρχει μίσος σκέτο.
σου αφιερώνω λοιπόν μια άλλη βέβηλη παραγραφή Δημητριάδη
Υπάρχει μια μέρα πιο φωτεινή απ’ τη μέρα.
Όποιος βγαίνει σ’ αυτήν, συναντάει το χρόνο,
μιλάει κοινά, συνδέοντας το έξω με το μέσα,
ζει τη ζωή, με μια γαλήνη σαν θάλασσα
απλωμένη αέναα στο στήθος, εξυψωμένος
απ’ τη βία και βλέποντας αυτό που βλέπει ο άλλος,
πλάι με τις γενναιόψυχες υπενθυμίσεις των άστρων.
Η νύχτα εδώ διαβάζεται ορθά,
και τούτος ο κόσμος γίνεται η ανάσα τού κόσμου
όπου όλοι εκκινούμε ως άλλοι.