(Επενδυτής, 4/1/2013)
Ολίγη ετυμολογία, εμπνευσμένη από τον πόλεμο της λίστας και αντλούμενη από τα λεξικά του Δημητράκου και του Σκαρλάτου.
Καθαίρω: 1) καθαρίζω, 2) απαλλάττω χώραν από τεράτων και ληστών, 3) εξαγνίζω, απολυμαίνω, 4) κάνω κένωσιν διά φαρμάκων, καθαρσίων ή εμετικών, 5) καθαρίζω δένδρον αποκόπτων τους περιττούς ή ξηρούς κλάδους, 6) αποπλύνω, 7) κοσκινίζω καρπόν, 8) μαστιγώ
Κάθαρμα: 1) το κατά την κάθαρσιν απορριπτόμενον, απόβλημα, λέρα, σκουπίδι, σκύβαλον , 2) κακούργος θανατούμενος προς εξιλασμόν υπό της πολιτείας εν λιμώ, συμφορά, 3) ανάξιος μηδαμινός, φαύλος, απόρριμμα της κοινωνίας, 4) κάθαρσις, εξαγνισμός, καθαρτήριος πράξις, 5) ο προς τέλεσιν θυσίας αγνισθείς χώρος
Κάθαρσις: 1) από ενοχής ή μιάσματος εξαγνισμός, εξιλασμός, 2) εν τη δραματική τέχνη, η διά των διαδραματισθέντων παθημάτων του ήρωος διέγερσις παρά τοις θεαταίς αισθημάτων οίκτου και ελέους.
Όπως διαπιστώνετε, ο Δημητράκος και ο Σκαρλάτος είναι ακριβείς ως προς την ποικιλία και τις διαβαθμίσεις των εννοιών που δίνονται στη λέξη «καθαίρω» και στα παράγωγά της, ιδιαίτερα στις λέξεις «κάθαρση» και «κάθαρμα». Και οι λέξεις αυτές μάς ενδιαφέρουν για λόγους προφανείς. Η πολιτική Ελλάδα έχει περάσει από αρκετές οδυνηρές «καθάρσεις», σε όλες τις φάσεις της σύγχρονης ιστορίας της, αλλά χωρίς να απαλλαγεί από τα «καθάρματα», τα αποπλύματα της καθαρτικής διαδικασίας. Όλες τις καταστροφές που έχει βιώσει -τις χρεοκοπίες, τη Μικρασιατική Καταστροφή, τη γερμανική κατοχή, τον Εμφύλιο, τη δικτατορία- τις ακολούθησε μια μορφή κάθαρσης στην οποία τον ρόλο των «καθαρτήρων» (ή «καθαρτών») έπαιζαν τα ίδια «καθάρματα». Για την ακρίβεια, πρόσωπα και μηχανισμοί που έπρεπε να είναι στη θέση των «καθαρμάτων», προσφερόμενοι ως «θύματα» προς εξιλασμό. Οι αρχιτέκτονες της μικρασιατικής κατάρρευσης έγιναν τιμητές των συντελεστών της, οι τροφοδότες των δύο προηγούμενων κρατικών χρεοκοπιών τις μετέτρεψαν σε μηχανές ασύλληπτων κερδών εις βάρος της φτωχολογιάς, οι δωσίλογοι των Γερμανών έγιναν διώκτες των απελευθερωτών, χουντικοί και «σταγονίδια» ανέλαβαν το έπος της «αποχουντοποίησης». Και ούτω καθεξής. Ίσως γι’ αυτό ο Σκαρλάτος, στο δικό του λεξικό, προσθέτει μια κρίσιμη ερμηνεία για τον «καθαρτή»: αγύρτης όστις επαγγέλλεται ότι καθαρίζει διά τελετών (γητεύει, εξορκίζει κ.λπ.) τους πάσχοντας. Άρα, ενίοτε ο καθαρτής είναι το κάθαρμα που όχι μόνο τη γλιτώνει από την κάθαρση, αλλά αναλαμβάνει και να την πραγματοποιήσει. Βρίσκοντας άλλα ανυποψίαστα καθάρματα να θυσιάσει.
Στην ιστορία της λίστας Λαγκάρντ και στα άλλα σκάνδαλα που νοστιμίζουν τη μνημονιακή μας εξαθλίωση υπάρχει η υπόρρητη πρόθεση να χρησιμοποιηθούν ως μέσα εξαγνισμού και ανακατασκευής του πολιτικοοικονομικού συστήματος. Αυτού που μεσουράνησε κατά τη μεταπολιτευτική περίοδο και εξελίχθηκε σε εμβληματικό μοντέλο διαπλοκής ίσως για όλη την καπιταλιστική Ευρώπη. Μετά τα αλλεπάλληλα κύματα λεηλασίας του κοινωνικού πλούτου που οργάνωσε εδώ και τέσσερις δεκαετίες κυνηγώντας τυχοδιωκτικά οράματα αναπτυξιακού πρωταθλητισμού, ευρωπαϊκού μικρομεγαλισμού και βαλκανικού μικρο-ιμπεριαλισμού, το σύστημα αυτό έφτασε στο κορυφαίο του επίτευγμα: στη χρεοκοπία της χώρας, στην ένταξή της στο μνημόνιο και στη μετατροπή της σε προτεκτοράτο των πιστωτών.
Το σκάνδαλο Κοσκωτά, που πριν 23 χρόνια αποκάλυψε πόσο διαθέσιμο ήταν το κομματικό σύστημα για εξαγορά ακόμη και από τον πιο τυχάρπαστο απατεώνα, ονομάστηκε «σκάνδαλο του αιώνα». Κατ’ αναλογία, το σκάνδαλο του μνημονίου θα ονομαζόταν «σκάνδαλο της χιλιετίας», αν δεν είχαμε αλλάξει εν τω μεταξύ και αιώνα και χιλιετία. Σε κάθε περίπτωση, η διαφορά των μεγεθών είναι ασύλληπτη.
Μιλώ -και επιμένω- για σκάνδαλο του μνημονίου. Η χρησιμότητα της υπόθεσης «Λίστα Λαγκάρντ» έγκειται ακριβώς σ’ αυτό: στο ότι αποκαλύπτει τι ποιότητας, τι ηθικού βάρους, πόσης ιδιοτέλειας και τι (αν)ικανότητας πολιτικό προσωπικό διαχειρίστηκε τη σημαντικότερη ανατροπή στη ζωή της χώρας μετά τον Εμφύλιο. Είτε ο Γ. Παπακωνσταντίνου πράγματι εξυπηρέτησε τις ξαδελφούλες του είτε κάποιος άλλος ανέλαβε την εξυπηρέτηση, για να «κάψει» τον Παπακωνσταντίνου και τους τελευταίους παπανδρεϊκούς θύλακες στο υπό αποσύνθεση ΠΑΣΟΚ, το βέβαιο είναι ότι την κρίσιμη περίοδο κατά την οποία η χώρα είχε την επιλογή να μετατρέψει σε υπερόπλο την κρίση της, με μια ορθή κοφτή στάση πληρωμών, η σημερινή Ιφιγένεια ήταν ο Αγαμέμνων που χωρίς αναστολές οδηγούσε την κοινωνία στη λαιμητόμο του μνημονίου.
Μια πολιτική και οικονομική μαφία, στην οποία συνυπήρχαν σε ολέθριες αναλογίες η ανικανότητα, η ανηθικότητα και η εθελοδουλία, απογύμνωσε τη χώρα από κάθε διαπραγματευτική ισχύ και πρωτοστάτησε στη διεθνή εκστρατεία διασυρμού της ελληνικής κοινωνίας για να την καταστήσει ηθικά ευάλωτη, συνένοχη και τελικά αδύναμη.
Ο Γ. Παπακωνσταντίνου είναι ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα αυτού του υβριδίου πολιτικής ελίτ. Δικαιούχος πολιτικής κληρονομιάς διακομματικού τζακιού, εκπρόσωπος της «παρέας των αποφοίτων του LSE», με θητεία σε κρίσιμες θέσεις στο παρελθόν (ΟΟΣΑ, ΟΤΕ των προγραμματικών σκανδάλων, σύμβουλος Σημίτη κ.ά.), αποδείχθηκε ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση, υπογράφοντας το πρώτο μνημόνιο με τους αθλίους όρους των δανειστών.
Το 2010 πολλά ευρωπαϊκά έντυπα έσπευσαν να τον προτείνουν ως Ευρωπαίο πολιτικό της χρονιάς, εξαίροντας το «πολιτικό θάρρος του» – με την ίδια ελαφρότητα που, προ εβδομάδος, μια γερμανική εφημερίδα πρότεινε κάτι ανάλογο για τον Αντώνη Σαμαρά. Οι κολακείες από τους Ευρωπαίους ομολόγους του ήταν στην ημερήσια διάταξη και η συχνότητα με την οποία τα διεθνή ΜΜΕ τού έδιναν βήμα για να λέει τις αερολογίες περί επιστροφής της Ελλάδας στις αγορές από το 2011 και στην ανάπτυξη από το 2012 (!) ίσως να προκαλούσε ακόμη και του Σόιμπλε τον φθόνο.
Υποθέτει κανείς ότι, όταν κάποιος έχει τόσα φώτα, κάμερες και μικρόφωνα στραμμένα πάνω του, αισθάνεται αρκετά ισχυρός, ασφαλής και ηθικά αδέσμευτος για να κάνει ένα δώρο στον εαυτό του ή στην οικογένειά του.
Στην πραγματικότητα, όμως, ελάχιστη σημασία έχει αν και τι είδους λαθροχειρία έγινε στη λίστα Λαγκάρντ, έτσι κι αλλιώς περιορισμένου οικονομικού ενδιαφέροντος. Πολύ μεγαλύτερη σημασία είχε, για παράδειγμα, τι είδους λαθροχειρίες έγιναν υπό τη διεύθυνση του ίδιου του πρώην «τσάρου» της οικονομίας, των προϊσταμένων και των συνεργατών του με τη διόγκωση του ελλείμματος του 2009 από τις στατιστικές Αρχές, σκάνδαλο το οποίο «θεράπευσε» η Βουλή πριν από έναν χρόνο με μια πλασματική πλειοψηφία βουλευτών του ΠΑΣΟΚ που, όπως αποδείχθηκε στις εκλογές τρεις μήνες, μετά δεν εκπροσωπούσε τίποτε. Κι ακόμη μεγαλύτερη σημασία έχει το γεγονός ότι στη διάρκεια της θητείας του ο ίδιος και σειρά συναρμοδίων δεν κούνησαν το δαχτυλάκι τους για να αποτρέψουν τη μαζική φυγή κεφαλαίων που μετέτρεψε το τραπεζικό σύστημα σε σκιά του εαυτού του. Και το σκάνδαλο των σκανδάλων; Η εξουσιοδότηση που παρείχε η πλειοψηφία της Βουλής σε αυτόν μόνο να υπογράψει εν λευκώ μια δανειακή σύμβαση που δεν είχαν διαβάσει ούτε οι κορυφαίοι υπουργοί (κατά την εξευτελιστική δημόσια ομολογία του Μ. Χρυσοχοΐδη) και η οποία δέσμευε ολόκληρη τη χώρα για δεκαετίες.
Αυτός είναι ο μεγάλος κύκλος των σκανδάλων στα οποία εμφανίζονται ως συνεργοί ένας μεγάλος κύκλος προσώπων που συγκροτούν την ηγετική ελίτ της χώρας. Αν υπήρχε η παραμικρή πρόθεση κάθαρσης, θα χρειαζόταν δίπλα στη λίστα Λαγκάρντ να παρατάξει κανείς πολλές άλλες λίστες: τη λίστα της διαχρονικά και διακομματικά υποθαλπόμενης μεγάλης φοροδιαφυγής, τη λίστα των χαριστικών συμβάσεων υπέρ εθνικών εργολάβων και προμηθευτών, τη λίστα των σκανδαλωδών αποκρατικοποιήσεων, τη λίστα των παραβιάσεων του ανάπηρου συντάγματος, τη λίστα της γαλαζοπράσινης νομενκλατούρας, που εδώ και χρόνια νέμεται ανεξαρτήτως προσόντων -κατά κανόνα άνευ αυτών- κάθε δημόσια θέση μείζονος οικονομικού ενδιαφέροντος, τη λίστα των αποφάσεων και των υπογραφών με τις οποίες ακρωτηριάστηκε η εθνική και κρατική κυριαρχία. Σε τελική ανάλυση, όλα συνθέτουν μια μεγάλη λίστα «καθαρμάτων» (διαλέξτε εσείς πόση κυριολεξία και πόση μεταφορά θα δώσετε στη λέξη) καθένα από τα οποία μπορεί να συνδέεται με μια μικρή ή μεγάλη απατεωνιά, αλλά όλα μαζί συνέργησαν σε ένα τεράστιο διαρκές έγκλημα.
Συμπερασματικά, και για να μην κοροϊδευόμαστε μεταξύ μας: μια πραγματική κάθαρση (με την έννοια υπ. αριθμ. 2, της «απαλλαγής χώρας από τεράτων και ληστών») θα σήμαινε ανατροπή (και όχι «δημιουργική ανασύνθεση») όλου του πλέγματος πολιτικής εξουσίας και οικονομικής ισχύος που δούλεψε για δεκαετίες μέχρι να μετατρέψει τη χώρα σε προτεκτοράτο των πιστωτών και την πλειοψηφία των πολιτών σε υποζύγια χρέους.
Όσο ζει ελπίζει κανείς… Ευτυχισμένο και καθαρτικό το 2017 (διότι δεν συμμερίζομαι την αισιοδοξία όσων εύχονται ήδη «ευτυχισμένο το 2014»).
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
Αλλ’ ακόμη και προς τα ημιανεξάρτητα κράτη της Αφρικής αι Δυνάμεις έδειξαν επιείκειαν ην δεν έδειξαν προς ημάς. Ούτω τα κεφάλαια του τε Αιγυπτιακού και του Τυνησιακού χρέους ηλαττώθησαν. Το του Ελληνικού ουχί, αν και η διάταξις αύτη ευρίσκεται εις όλους τους συμβιβασμούς. Ούτω δε, μόνοι εν τη οικουμένη, είμεθα εκτεθειμένοι να καταβάλωμεν μίαν ημέραν τον αρχικό ονομαστικό τόκον και να εξαγοράσωμεν τα χρεόγραφα εις και αυτής της τιμής της εκδόσεως ασυγκρίτως ανωτέραν ονομαστικήν τιμήν. Ο δεν κίνδυνος ούτος από των τελευταίων ετών έπαυσεν ων θεωρητικός. Υπεμνηστέον επίσης ότι η Αίγυπτος εγνώρισεν μεν ως ημείς άκρατον διπλωματικόν έλεγχον, αλλ’ έλαβε τουλάχιστον την ηθικήν ικανοποίησιν, ης εστερήθη το 1898 ο βασιλεύς των Ελλήνων, να διορίζη ο Χεβίδης αυτής τυπικώς τουλάχιστον τους ξένους αντιπροσώπους.
Ανδρέου Μ. Ανδρεάδου, «Εθνικά Δάνεια και Ελληνική Δημοσία Οικονομία - Από της Επαναστάσεως μέχρι του Μεγάλου Πολέμου, 1821-1914» (1925)
No comments:
Post a Comment