Η Εφημερίδα των Συντακτών 6-7/8/2022
Τα νησιά βουλιάζουν από τουρίστες και αδειούχους του Αυγούστου, αλλά οι περισσότεροι στον περίγυρό σας φέτος θα τη βγάλουν με χωριό, φιλοξενίες και μικρές αποδράσεις. Η μετακίνηση με πλοίο έχει γίνει οικονομική αποκοτιά, αλλά τα καράβια φεύγουν με πληρότητες 100%. Πάνω από ένα εκατομμύριο πολίτες προσπάθησαν να τη βγάλουν με τα φτωχο- βάουτσερ του κοινωνικού τουρισμού, αλλά για να βρεις κατάλυμα κενό πρέπει να ‘χεις μπάρμπα στην Κορώνη (ή συνάδελφο στην Ηλειο-Μεσσηνία, που φέτος τα σπάνε, όπως διαπιστώνω από τον μικρόκοσμο της «Εφ.Συν.»). Σχεδόν οι μισοί Ελληνες δήλωσαν στις δημοσκοπήσεις ότι φέτος δεν πάνε διακοπές, αλλά στους περισσότερους προορισμούς δεν βρίσκεις δωμάτιο ούτε σε πεντάστερο με 300 ευρώ τη βραδιά. Τα νοικοκυριά κόβουν έξοδα ακόμη κι από διατροφή, αλλά σχεδόν 1 εκατ. είχαν καβάντζες για την (έστω επιδοτούμενη) αντικατάσταση κλιματιστικού ή ψυγείου. Οι μισοί παρατάνε τα αυτοκίνητα γιατί δεν βγαίνουν με τις τιμές των καυσίμων, αλλά οι πωλήσεις νέων Ι.Χ. αυξάνονται με ρυθμό 20% και πάνω.
Τι ακριβώς συμβαίνει; Υπάρχει κάτι που μας διαφεύγει; Κάτι που δεν το πιάνουμε ή δεν κατανοούμε; Οχι, όχι, ησυχάστε, δεν είναι ούτε αλτσχάιμερ, ούτε συγχυτικά συμπτώματα long covid, αν και η σύγχυση είναι θεμελιώδεις στοιχείο της πραγματικότητας. Απλώς οι δύο πλευρές της αντιφατικής μας πραγματικότητας αφορούν διαφορετικούς ανθρώπους, διαφορετικά στρώματα, διαφορετικές τάξεις, ακόμη και διαφορετικές ομάδες μέσα στις τάξεις. Ζούμε μεν στον κόσμο όπου το πλουσιότερο 1% (κατ’ άλλους 0,1%) ζει εις βάρος του 99%, αλλά ταυτοχρόνως από άποψη βιοτικού επιπέδου και όρων ζωής και αναπαραγωγής έχουμε γίνει κοινωνίες των 2/3. Κυριολεκτικά πια, όχι με τον μεταφορικό ή προφητικό τρόπο που διατυπωνόταν η προοπτική αυτή τη δεκαετία του 1990 και του Μάαστριχτ. Οι διαδοχικές κρίσεις -χρηματοπιστωτική, χρέους, ενεργειακή- της τελευταίας δεκαπενταετίας εδραιώνουν ως παγκόσμια καπιταλιστική σταθερά, τουλάχιστον για τις αναπτυγμένες χώρες, ότι περίπου το 1/3 του πληθυσμού ζει κάτω από το όριο φτώχειας. Τα υπόλοιπα 2/3, φυσικά με τεράστιες διακυμάνσεις και χαοτικές διαφορές, μπορούν να επιβιώνουν, να καταναλώνουν, να δανείζονται, να κάνουν διακοπές, να αγοράζουν αυτοκίνητα, να γεμίζουν τα ρεζερβουάρ, να πληρώνουν τους λογαριασμούς τους, να διαχειρίζονται τα χρέη τους χωρίς να χρειαστεί να κόψουν τα στοιχειώδη. Και θα επιβιώσουν στη διετή ενεργειακή και πληθωριστική κρίση που έχουμε μπροστά μας. Και ίσως να αρκούν με τα μεσαία έως υψηλά εισοδήματά τους ώστε να διατηρείται η ζήτηση θα ανεκτά επίπεδα, να μην καταρρεύσει η παραγωγή και το εμπόριο, να συνεχιστεί η αύξηση στους τζίρους και στην κερδοφορία των επιχειρήσεων και για να ισχυρίζεται η κυβέρνηση των παρακολουθήσεων και ο Μητσοτάκης ότι, παρά την πρωτοφανή κρίση, η Ελλάδα θα είναι η αναπτυξιακή έκπληξη της Ευρώπης.
Αλήθεια λένε. Η ανέχεια των μεν δεν αποκλείει την ευημερία των δε. Η απόλυτη φτώχεια του 1/3 δεν αποκλείει την αξιοπρεπή επιβίωση του επόμενου 1/3 και την αύξηση του πλούτου του ανώτατου 1/3 (αφήνοντας στην άκρη, για λόγους καθαρά μεθοδολογικούς, το πάρτι δισεκατομμυρίων που γίνεται στην κορυφή της πυραμίδας, στο πλουσιότερο 1/100 που συγκροτεί την οικονομική και κοινωνική ελίτ της χώρας). Η μιζέρια των μεν δεν αποκλείει την ανεμελιά των δε. Κι αυτό δεν είναι μόνο ελληνικό παράδοξο, είναι παγκόσμιο παράδοξο. Και τελικά δεν είναι παράδοξο, αλλά είναι η φύση του οικονομικού πολιτισμού μας. Η συνύπαρξη ακραίας φτώχειας και ακραίου πλούτου δεν είναι μια αντίφαση. Το ένα προϋποθέτει το άλλο και οι οικονομικές κρίσεις απλώς διογκώνουν τα μεγέθη τους στον απώτατο βαθμό. Οι κρίσεις είναι ο μηχανισμός βίαιης αναδιανομής του πλούτου από κάτω προς τα πάνω. Κάνουν πιο γρήγορα τη βρωμοδουλειά που τα ήρεμα διαλείμματα του οικονομικού κύκλου την κάνουν βαρετά και πολύ αργόσυρτα για τα γούστα της βιαστικής απληστίας.
Οπότε όλη η υπόθεση είναι να βρίσκεσαι κάθε φορά στο σωστό 1/3 της πυραμίδας, αν και η εισπήδηση από το ένα στο άλλο, συνήθως προς τα κάτω, είναι στο πρόγραμμα ανά πάσα στιγμή. Στη μνημονιακή δεκαετία ουκ ολίγοι πέσανε με πάταγο από την κορυφή στον πάτο. Το αντίστροφο σπάνισε.
Η ελληνική οικονομία μπορεί να έχει ανάπτυξη ακόμη και 5% φέτος, αλλά το κατώτατο 1/3 της κοινωνίας να χάσει άλλο ένα 20% από το εισόδημά του. Οι επενδύσεις μπορεί να απογειωθούν χάρη και στους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, αλλά οι όροι απασχόλησης μπορεί να επιδεινωθούν. Η κερδοφορία των μεγάλων ομίλων μπορεί να συνεχίσει τη φρενήρη αύξησή της, αλλά ο πληθωρισμός μπορεί να φρενάρει τη ζήτηση. Στα λιμάνια του κόσμου μπορεί να φρακάρουν τα εμπορεύματα, αλλά ο εφοπλισμός μπορεί να ξεσκίζεται σε υπερέσοδα και νέες παραγγελίες πλοίων. Η Ευρώπη μπορεί να εκπαιδεύει τα πλήθη στην εξοικονόμηση ρεύματος και καυσίμων, αλλά οι ενεργειακές εταιρείες να κολυμπάνε σε ρευστότητα μεγαλύτερη και από αποθέματα πετρελαίου και αερίου. Ολόκληρος ο κόσμος μπορεί να τρέχει ιλιγγιωδώς προς ύφεση μεγαλύτερη και από εκείνη της χρηματοπιστωτικής κρίσης, αλλά τα εταιρικά αποτελέσματα να απογειώνονται.
Τελικά τα πράγματα ίσως είναι πιο απλά απ’ όσο φαίνονται. Ο κόσμος των 2/3 είναι δύο κόσμοι χωριστά. Τρέχουν με διαφορετικές ταχύτητες και σε διαφορετικές κατευθύνσεις. Δεν ζουν στην κοσμάρα τους ο Μητσοτάκης, οι αισιόδοξες τράπεζες, οι περιχαρείς διευθύνοντες σύμβουλοι των εισηγμένων με τα τρελά αποτελέσματα εξαμήνου. Η κοσμάρα τους είναι ακριβώς αυτή. Χρήμα, αρπαχτές και επενδυτικές ευκαιρίες για το κορυφαίο 1/3. Εφησυχασμός, ανεμελιά και εκλογικό μασάζ για το μεσαίο 1/3. Φιλανθρωπικά επιδοματάκια, κι αν χρειαστεί ξύλο μετά παρακολουθήσεων για το κατώτερο 1/3.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
Η κοινωνία των δύο τρίτων είναι μια κοινωνία που ζει με υψηλή ανεργία, που ανέχεται μια νέα φτώχεια, εξασφαλίζει υλικά μόνο τον πυρήνα του εργατικού δυναμικού σε κάποιο βαθμό και παράγει περιθωριοποιημένες ομάδες ανίκανες για κοινωνική σύγκρουση.
Πέτερ Γκλοτζ, «Die Arbeit der Zuspitzung» (1984)
Στο κέντρο του στόχου, όπως πάντα. Θεωρώ ότι συμβαίνει γιατί είχαμε πατήσει γκάζι πάλι και δεν έχουμε φρενάρει ακόμα. Προσωπικά φέτος δεν έπρεπε να πάμε διακοπές,από οικονομική άποψη, αλλά η γυναίκα μου θεωρεί ότι διακοπές πάνω από όλα , αλλιώς δεν χρειάζεται να ζούμε. Λες και οι 10 μέρες το χρόνο θα μας σώσουν
ReplyDelete