Sunday, May 26, 2024

Ο Θεός έπλασε τον Σούπερ Μάριο

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 25-26/5/2024


Επισης, "Ο Θεός έπλασε τη γυναίκα"... (Η Μπριζίτ Μπαρντό στην ομότιτλη ταινία του Ροζέ Βαντίμ).

 Αν και είμαι άμπαλος, κάποια βασικά τα ξέρω. Οπως τη θρυλική ατάκα (του Πελέ ή του Λίνεκερ;) ότι «το ποδόσφαιρο είναι ένα άθλημα με 22 παίκτες που κυνηγούν μια μπάλα και στο τέλος κερδίζουν οι Γερμανοί». Κάτι αντίστοιχο πρέπει να ισχύει και για τη δημοκρατία. Την αντιπροσωπευτική, κοινοβουλευτική δημοκρατία. Είτε την τοπική, την περιφερειακή, την εθνική, είτε την ευρωπαϊκή, των 27 κρατών και των σχεδόν 400 εκατομμυρίων ψηφοφόρων, που αν πάνε οι μισοί να ψηφίσουν στις 9 Ιουνίου στις Βρυξέλλες, θα ανοίξουν σαμπάνιες και θα μοιράζουν μύδια δωρεάν σε όποιον περνά από τους δρόμους των «ευρωπαϊκού τετραγώνου» (για χαβιάρι δεν το κόβω, γιατί λογικά θα εμπίπτει σε κάποιες κυρώσεις, ρωσικές ή ιρανικές). Η ευρωπαϊκή δημοκρατία είναι, λοιπόν, ένα σύστημα στο οποίο εκατομμύρια ψηφοφόροι επιλέγουν κόμματα και εκπροσώπους με στόχο να επηρεάσουν τη διακυβέρνηση της Ε.Ε. και στο τέλος κερδίζουν οι ισχυροί. Ποιοι ισχυροί; Πρώτα απ’ όλα οι ισχυρές χώρες (ή αυτές που νομίζουν ότι είναι ακόμη ισχυρές οικονομικά και γεωπολιτικά) και ακολούθως (αλλά σταθερά) τα ισχυρά επιχειρηματικά λόμπι και καρτέλ που θέλουν να έχουν τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο στο θεσμικό πλαίσιο της ενιαίας αγοράς και στις ροές του ευρωπαϊκού δημόσιου χρήματος. Ισχύει και γι’ αυτά τα λόμπι και καρτέλ η αίρεση ότι μπορεί απλώς να νομίζουν ότι είναι ακόμη κραταιά, αν και είναι χαμένα μέχρι απόγνωσης στον διεθνή καπιταλιστικό ανταγωνισμό, ή και κλινικά νεκρά χωρίς την κρατικοδίαιτη διασωλήνωση.


Για να είμαστε ακριβείς, έτσι στήθηκε εξ αρχής το «μαγαζί» της Ε.Ε., πρώην ΕΟΚ, πρώην ΕΚΑΧ. Ως μια δημοκρατία των ισχυρών. Ισχυρών κρατών και ισχυρών επιχειρηματικών ομίλων, με σκληρό πυρήνα τη χαλυβουργία και τη βαριά βιομηχανία, που οραματίστηκαν μια δυναμική καπιταλιστική ανάπτυξη αδιατάρακτη από τις αιματηρές πολεμικές αναμετρήσεις που είχαν ισοπεδώσει δύο φορές όλη την Ευρώπη σε τριάντα μόλις χρόνια. Η δημοκρατία των πολιτών, των ψηφοφόρων, των εκπροσώπων ήρθε εκ των υστέρων, ως ποίκιλμα νομιμοποίησης σε μία κατά βάση βιομηχανική και εμπορική ένωση. Μετά τα πράγματα προχώρησαν σε βάθος και η υποχώρηση των εθνικών κυριαρχιών υπέρ μιας (υποτίθεται) ευρωπαϊκής κυριαρχίας απαιτούσε ένα πιο λαμπερό ένδυμα κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης και ένα Ευρωκοινοβούλιο που τυπικά είναι συννομοθέτης μαζί με το «Κοινοβούλιο» των 27 κρατών (και το άτυπο μυστικοσυμβούλιο των επιχειρηματικών λόμπι), αλλά ουσιαστικά όλα εξαρτώνται από την ομοφωνία ή τις ειδικές πλειοψηφίες του δεύτερου «Κοινοβουλίου» (δηλαδή του Συμβουλίου της Ε.Ε.), που άλλωστε ορίζει και την κυβέρνηση του «κράτους» των Βρυξελλών, την περίφημη Κομισιόν και τον/την πρόεδρό της.

Κι έτσι φτάνουμε στο αρχικό συμπέρασμα: ευρωπαϊκή δημοκρατία είναι το σύστημα στο οποίο εκατοντάδες εκατομμύρια Ευρωπαίοι ψηφίζουν για να αναδείξουν 705 εκπροσώπους, που με τη σειρά τους θα ψηφίσουν για να αναδείξουν πρόεδρο (της Κομισιόν) και επιτρόπους, αλλά στο τέλος κερδίζουν οι Γαλλογερμανοί. Ενδεχομένως μαζί τους αυτή τη φορά και οι Ιταλοί της ακροδεξιάς «ευρωπαΐστριας» Μελόνι. Διότι ως γνωστόν, ναι μεν η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν διεκδικεί εκ νέου την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, απέναντι στον Σμιτ των σοσιαλιστών και τους υποψηφίους των Φιλελεύθερων του Μακρόν, των Πρασίνων, της Αριστεράς, αλλά η τελετουργία της δημόσιας έκθεσης στην κρίση των ψηφοφόρων δεν σημαίνει καθόλου ότι αυτή ή κάποιος από τους αντιπάλους της θα είναι επόμενος πρόεδρος της Κομισιόν. Ετσι κι αλλιώς και η Ούρσουλα φυτευτή ήρθε το 2019 στο βασίλειο των Βρυξελλών, αφήνοντας σύξυλους τους δρομείς-ανθυποψήφιους προέδρους.

Εξ ου και το «ο Θεός έπλασε τον Σούπερ Μάριο», τον Ντράγκι, που μπαίνει στην κούρσα όχι ως αουτσάιντερ, αλλά ενδεχομένως ως φαβορί, απειλώντας να κονιορτοποιήσει όλη την ακριβή τελετουργία δημοκρατίας, με τα δαπανηρά debate των υποψηφίων σε πανευρωπαϊκή μετάδοση, τις πολλές μικρές και μεγάλες πολιτικές Eurovision άνευ μουσικής, τις διαφημίσεις παρακίνησης των 400 εκατ. ψηφοφόρων να κάνουν την παλικαριά και να πάνε μέχρι την κάλπη, τις καμπάνιες δεκάδων χιλιάδων υποψηφίων στις 27 χώρες της Ε.Ε., τις επιστολικές ψήφους που ήδη ταξιδεύουν από όλα τα μέρη του κόσμου μέχρι να αποκαλύψουν τι και πώς σκέφτονται οι Ευρωπαίοι ψηφοφόροι για τη διακυβέρνησή τους την επόμενη πενταετία. Αλλά, τι σημασία έχει πώς σκέφτονται οι Ευρωπαίοι, όταν σκέφτονται αντί γι’ αυτούς και πριν από αυτούς οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι, οι ενώσεις των βιομηχάνων και των άλλων επιχειρηματικών κλάδων, που ζουν το δράμα τους με τη διαρκή υποχώρηση της ευρωπαϊκής οικονομίας στον διεθνή ανταγωνισμό, τον κατακερματισμό της ενιαίας αγοράς, τον κανιβαλικό ενδοευρωπαϊκό ανταγωνισμό και τον εκτοπισμό τους από Κινέζους, Αμερικανούς, Ασιάτες, Λατινοαμερικάνους ανταγωνιστές στις διεθνείς αγορές;

Την περασμένη Πέμπτη ο δικός μας ΣΕΒ οργάνωσε το δικό του debate για τις ευρωεκλογές με το προβοκατόρικο ερώτημα: «Ο κόσμος αλλάζει. Η Ευρώπη μπορεί;» Ρητορικό ήταν, γιατί οι απαντήσεις των κορυφαίων συνομιλητών επικεφαλής επιχειρηματικών ομίλων κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι με «τη χειρότερη Κομισιόν της ιστορίας της Ε.Ε.», την Κομισιόν της Ούρσουλα, η Ευρώπη δεν πάει πουθενά. Τι τους φταίει; Τους φταίνε οι περίπλοκοι κανόνες, τους φταίνε οι πολλές ρυθμίσεις, τους φταίει η έλλειψη επενδυτικών κεφαλαίων, αλλά τους φταίει και η «φούσκα των Βρυξελλών», η ευρωπαϊκή νομενκλατούρα που έχουν θρέψει οι περιστρεφόμενες πόρτες που ανακυκλώνουν πρόσωπα τύπου Φον ντερ Λάιεν. Και ανάλογα ευρωπαϊκά μανιφέστα που χύνουν χολή κατά της απερχόμενης Κομισιόν διατυπώνουν οι «ΣΕΒ» σχεδόν όλων των χωρών της Ε.Ε., όπως και οι ευρωπαϊκές ενώσεις όλων των κλάδων που το τελευταίο διάστημα θυμούνται τον πλασμένο από τον Θεό (του χρήματος) Σούπερ Μάριο και τον υποδεικνύουν άμεσα ή έμμεσα, ιδιωτικά ή δημόσια, ως τον κατάλληλο «κυβερνήτη» της Ε.Ε. Εχει βοηθήσει και ο Ντράγκι στο να φρεσκάρει τον μύθο του με τις δραματικές προειδοποιήσεις του για την περιθωριοποίηση της ευρωπαϊκής οικονομίας (άλλωστε του ανέθεσαν να συντάξει και σχετική έκθεση), αλλά αν αναρωτιέται κανείς σε ποιαν ακριβώς δεξιότητα του Σούπερ Μάριο προσβλέπει η ευρωπαϊκή επιχειρηματική «Διεθνής», μία είναι η απάντηση: «Whatever it takes». Είναι η φράση με την οποία το 2012, στην κορύφωση της χρηματοπιστωτικής κρίσης, ο Ντράγκι, ως επικεφαλής της ΕΚΤ τότε, προανήγγειλε την πλημμυρίδα φρέσκου χρήματος που θα γέμιζε τα ταμεία των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων. Πάνω από 3 τρισεκατομμύρια ευρώ χρήματος έρρευσαν μέσα σε περίπου πέντε χρόνια των διαδοχικών εκδοχών ποσοτικής χαλάρωσης. Και σε μία άλλη εκδοχή της, όχι πια ως εργαλείο νομισματικής πολιτικής, αλλά ως διακρατικό επενδυτικό χαρτοφυλάκιο (ένα Ταμείο Ανάκαμψης επί 2 ή 3 ή 4) προσβλέπουν όσοι θέλουν τον θεούλη Ντράγκι πρόεδρο της Κομισιόν, ή σε κάποιον παραπλήσιο ρόλο που θα του δίνει το «ταμείο», το οποίο προφανώς καθιστά σχεδόν διακοσμητική τη δημοκρατική τελετουργία των ευρωεκλογών. Δηλαδή, για να είμαστε ακριβείς, πάλι σε τζάμπα δημόσιο χρήμα επενδύει πολιτικά το ιερατείο της επιχειρηματικότητας.



ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
Η αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητάς μας δεν είναι κάτι που μπορούμε να πετύχουμε μόνοι μας ή ανταγωνιζόμενοι ο ένας τον άλλον. Απαιτεί να ενεργήσουμε ως Ευρωπαϊκή Ενωση με τρόπο που δεν το έχουμε ξανακάνει. Οι αντίπαλοί μας μας ξεπερνούν επειδή μπορούν να ενεργούν ως μία χώρα με μία στρατηγική και να ευθυγραμμίζουν όλα τα απαραίτητα εργαλεία και πολιτικές πίσω από αυτήν. Αν θέλουμε να τους φτάσουμε θα χρειαστούμε μια ανανεωμένη εταιρική σχέση μεταξύ των κρατών-μελών, έναν επαναπροσδιορισμό της Ενωσής μας, που δεν είναι λιγότερο φιλόδοξος από ό,τι έκαναν οι ιδρυτές της πριν από 70 χρόνια με τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ανθρακα και Χάλυβα.

Μάριο Ντράγκι, Ομιλία για την ευρωπαϊκή στρατηγική της ανταγωνιστικότητας, Βρυξέλλες, 16 Απριλίου 2024

Sunday, May 19, 2024

Ευρωπαϊστές χαμένοι στο διάστημα

 Η Εφημερίδα των Συντακτών 18-19/05/2024


Αν το καλοσκεφτείς έχει πλάκα. Και θα έπρεπε πράγματι να κάνουμε πλάκα, αν αυτό που συμβαίνει στην κατακερματισμένη «ενιαία ευρωπαϊκή αγορά» δεν μεταφραζόταν σε μελλοντική οικονομική οδύνη για τις υποτελείς τάξεις της Ε.Ε. Οι πολιτικές και επιχειρηματικές ηγεσίες ξαφνικά ξύπνησαν από τον λήθαργο της αλαζονείας και της αυτάρκειας. Και αναγνωρίζουν ότι η Ε.Ε., αντί για πιο ανοιχτή και ανταγωνιστική οικονομία στον κόσμο που ήθελε να γίνει, εξελίσσεται σε παρηκμασμένη περιφέρεια του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού.

Ακούγοντας τις ιερεμιάδες του Εμ. Μακρόν, του Σαρλ Μισέλ, του Ολαφ Σολτς, ή διαβάζοντας το ευρωπαϊκό μανιφέστο του δικού μας ΣΕΒ, που ξαφνικά ανακάλυψε την ανάγκη «επαναβιομηχάνισης» της Ευρώπης, αναρωτιέται κανείς αν όλοι τους μόλις προσγειώθηκαν στη Γη έπειτα από ένα τουλάχιστον 30ετές ταξίδι στο διάστημα. Ανακαλύπτουν ότι όσο έλειπαν αυτοί, lost in space, η Ε.Ε. έχει αποτύχει σε όλους τους μεγαλεπήβολους στόχους της και μένει πίσω σε ανταγωνιστικότητα, παραγωγικότητα, καινοτομία, αναπτυξιακή ικμάδα, ικανότητα να δημιουργεί θέσεις εργασίας, να προσελκύει παραγωγικά κεφάλαια, να στηρίζει το εισόδημα των κατοίκων της. Η Ευρώπη χάνει στον πρωτογενή τομέα, δρέποντας τους καρπούς μιας τιμωρητικής προς τους αγρότες αναδιάρθρωσης, χάνει στον δευτερογενή τομέα έχοντας για δεκαετίες πριμοδοτήσει τη μετεγκατάσταση της μεγάλης βιομηχανικής παραγωγής σε άλλες ηπείρους, χάνει ακόμη και στον τριτογενή τομέα. Αν και έχει μετατραπεί σε οικονομία υπηρεσιών και κατανάλωσης εισαγόμενων αγαθών, αδυνατεί να ελέγξει τη φυγή των κερδοσκοπικών κεφαλαίων που κάνουν στην Ευρώπη και τις αρπαχτές τους πριν καταλήξουν σε φοροκαταφύγια όπου γης. 

Οι μόλις προσγειωθέντες στη Γη ταξιδιώτες του διαστήματος, απορούν και εξίστανται για το πώς η οικονομία της Ε.Ε. συσσώρευσε τόσες ήττες απέναντι σε συμμάχους και αντιπάλους. Διαπιστώνουν ότι η Ευρώπη χάνει από τους Αμερικανούς ιδρυτές της, χάνει από την ήρεμη κινεζική υπερδύναμη που αφομοίωσε κάθε χρήσιμη γνώση στην τέχνη του καπιταλισμού, χάνει ακόμη και από την κηρυγμένη εχθρό Ρωσία που κατάφερε να μετατρέψει σε εσωτερικό πλεονέκτημα την εξωτερική απομόνωσή της, χάνει από τις νέες μεγάλες συμμαχίες που διαμορφώνονται πάνω στο ουκρανικό ρήγμα της παγκοσμιοποίησης. 

Η απογοήτευση των χαμένων στο διάστημα ευρωπαϊστών, που τώρα επενδύουν ελπίδες για φρεσκάρισμα του οράματος στους ακροδεξιούς Μελόνι, Βίλντερς, Ορμπαν (λίαν προσεχώς και Λεπέν), εκφράζεται σε διαστημικό κενό. Λες και οι ευρωπαϊκές ήττες προέκυψαν από κάποιο ανεξέλεγκτο φυσικό φαινόμενο. Αλλά είναι ξεκάθαρα δικό τους δημιούργημα. Η Ε.Ε. πρωτοστάτησε επί δεκαετίες στην απελευθέρωση των παγκόσμιων αγορών, πιστεύοντας ότι θα λεηλατήσει με άνεση πόρους των πρώην αποικιών της. Επεσε στην παγίδα που έστηνε για άλλους. Και ακόμη, επί τρεις τουλάχιστον δεκαετίες η Ε.Ε. αυτο-μεταρρρυθμίζεται για να μετατραπεί σε μια αυταρχική δημοσιονομική και νομισματική ένωση, εξαντλώντας την όποια ενότητά της σε κανόνες λιτότητας και ολοκλήρωσης της ενιαίας εσωτερικής αγοράς. Το αποτέλεσμα είναι μια κανιβαλική ένωση μεταφοράς πλούτου εντός ευρωπαϊκών τειχών, από τις φτωχότερες στις ισχυρότερες χώρες της Ε.Ε. Στο μεταξύ, κοντινοί και μακρινοί εμπορικοί και παραγωγικοί εταίροι της έτρεξαν με υπερηχητικές ταχύτητες προς τα νέα πεδία 


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 

Αν δεν ενεργήσουμε, γεγονότα που εμείς οι Ευρωπαίοι δεν θα μπορέσουμε να επηρεάσουμε θα μας ξεπεράσουν. Πιστεύω ότι εμείς οι Ευρωπαίοι αισθανόμαστε υπερβολικά ασφαλείς. Η πολιτική και οικονομική ηγεσία της Ευρώπης στον κόσμο, η οποία ήταν ακόμη αδιαμφισβήτητη στις αρχές του αιώνα, έχει πάψει εδώ και πολύ καιρό να υφίσταται. Θα διατηρηθεί η κυρίαρχη πολιτιστική επιρροή της Ευρώπης; Νομίζω ότι όχι, εκτός αν το υπερασπιστούμε και προσαρμοστούμε στις νέες συνθήκες. Η ιστορία έχει δείξει ότι οι πολιτισμοί είναι πολύ φθαρτοί 


Κόνραντ Αντενάουερ, Ομιλία στο Grandes Conférences Catholiques, 25/9/1956 


Sunday, May 12, 2024

Το «Ζάρι» και η οικονομία-μπαρμπουτιέρα

 Η Εφημερίδα των Συντακτών, 11-12/5/2024


Την ώρα που γράφεται αυτό το κείμενο δεν είναι γνωστό τι τύχη είχε η ζαριά της Μαρίνας Σάττι στον τελικό της Eurovision. Μακάρι να έχει πάει καλά, όχι γιατί έχω κάποια πρεμούρα με τη διοργάνωση που επί δεκαετίες ακροβατεί μεταξύ κιτς και μουσικών ριάλιτι, αλλά επειδή η Σάττι μού είναι πολύ συμπαθής και η τραγουδιστική κατασκευή της (γιατί περί κατασκευής πρόκειται) είναι ενδιαφέρουσα. Προσωπικώς μού άρεσε και το κλιπάκι με το οποίο μας συστήθηκε το «Ζάρι», ως ευφυής σαρκασμός της ανόητης αρχαιο-τουρκο-τεχνο-μπαρόκ εικόνας που προβάλλεται για τη χώρα διεθνώς, αλλά και ως συνεκδοχή της εξίσου ανόητης αντίληψης ότι η ελληνική οικονομία θα επιπλέει για πάντα στα κύματα του ταξιδιωτικού και του επενδυτικού τουρισμού. (Greece is Bliss, γράφει η διαφημιστική πινακίδα με την οποία ανοίγει το βιντεοκλίπ του «Ζαριού», αλλά η διαφημιζόμενη «χώρα της ευδαιμονίας» απλώς δεν υπάρχει για το 70% και πλέον των απαισιόδοξων κατοίκων της, σύμφωνα με το τελευταίο Ευρωβαρόμετρο). 

Το «Ζάρι» είναι εκ πρώτης όψεως ένα ερωτικό τραγούδι που εμπιστεύεται στην τύχη (Ρίξε άλλη μια τελευταία φορά/Κι άσε να μας φέρει ό,τι θέλει μετά) την έκβαση μιας σχέσης σε κρίση, αν έχω καταλάβει σωστά. Βεβαίως, έτσι κι αλλιώς είμαστε κατά βάση προϊόντα τυχαιότητας, αλλά οι ανθρώπινες σχέσεις, όλες οι ανθρώπινες σχέσεις, από τις ερωτικές μέχρι τις ταξικές, δεν ρυθμίζονται αποκλειστικά από καλές ή κακές ζαριές. Ή, αν σκεφτούμε τις κοινωνίες και τις οικονομίες ως γιγάντιες μπαρμπουτιέρες στις οποίες οι παίκτες ποντάρουν ό,τι έχουν και δεν έχουν, οι κερδισμένοι σπάνια κερδίζουν χωρίς το απαραίτητο μπαλαμούτι. Ζάρια σκυλοφτιαγμένα, πειραγμένα ή ριγμένα τσιμπητά έχουν προκαθορίσει τους ελάχιστους νικητές και τους πάμπολλους χαμένους. Η τύχη λειτουργεί κυρίως ως άλλοθι για τους λίγους που καταφέρνουν να περάσουν από την πολυπληθή μάζα των λούζερ στην αφρόκρεμα των νικητών. Κι αυτοί με τη σειρά τους γίνονται το άλλοθι μιας κάποιας κοινωνικής δικαιοσύνης που απονέμεται τάχα χάρη στην εύνοιά της. Ολοι έχουν την ευκαιρία τους, αρκεί να ρίξουν τη ζαριά και να πάρουν το ρίσκο. Και το ρίσκο περιλαμβάνει την επίγνωση των περισσοτέρων ότι το παιχνίδι είναι στημένο, τα ζάρια πειραγμένα και ο κανόνας είναι το ποντάρισμά τους να καταλήξει στον κουβά. Τα 35 δισ. ευρώ τον χρόνο που παίζονται σε κάθε είδους νόμιμο τζόγο στη χώρα μας είναι ισχυρή ένδειξη αυτού του μείγματος πίστης και μοιρολατρίας που σπρώχνει τους περισσότερους στον κουβά της μεγάλης κοινωνικής και οικονομικής μπαρμπουτιέρας. 

Το «Ζάρι» είναι στην πραγματικότητα η βασική συνθήκη της ζωής των ανθρώπων του 21ου αιώνα και του καζινοκαπιταλισμού. Ολες οι ελάχιστες εγγυήσεις που παρέχονταν στις κοινωνίες και στα άτομα μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες αποσύρονται. Δεν υπάρχει εγγυημένη διεθνής ειρήνη, το αντίθετο μάλιστα, ο πόλεμος γίνεται μια σταθερά των διεθνών σχέσεων, στην οποία μάλιστα τα κράτη καλούνται να επενδύσουν τα λιγοστά αποθέματά τους, αποσύροντάς τα από άλλες προτεραιότητες, την Υγεία, την Παιδεία, την απασχόληση. 

Δεν υπάρχει εγγύηση πλήρους απασχόλησης, αντίθετα οι νέοι εργαζόμενοι πρέπει να είναι προετοιμασμένοι να αλλάξουν πολλά επαγγέλματα και πολλών τύπων εργασιακές σχέσεις στη διάρκεια του παραγωγικού βίου τους. Κάθε επιλογή τους σήμερα, με τις καινοτομίες και την τεχνητή νοημοσύνη να υποκαθιστούν ταχύτατα γνώσεις και δεξιότητες, είναι μια ζαριά που θα ευθύνεται για τον εργάσιμο χρόνο και χρήμα που θα χάσουν στο μέλλον. Δεν υπάρχει εγγύηση για σταθερή, έστω και μικρή βελτίωση του εισοδήματος, ούτε η παραμικρή βεβαιότητα ότι και η όποια αύξηση του κοινωνικού πλούτου πετυχαίνουν οι οικονομίες θα περνάει στους μισθούς και τις αμοιβές των παραγωγών. Δεν υπάρχει καμιά απολύτως εγγύηση ότι οι πολιτικές των κυβερνήσεων και των κεντρικών τραπεζών θα αποτρέπουν κάθε επόμενη κρίση, πληθωριστική, ενεργειακή, χρηματοπιστωτική ή κλιματική. Οι πολιτικές τους είναι ξεκάθαρα ζαριές σε μια μεγάλη οικονομική μπαρμπουτιέρα. Μπορεί να τους βγουν, αλλά μπορεί και όχι. 

Ελλείψει εγγυήσεων και δεσμεύσεων, οι πολιτικές και οικονομικές ηγεσίες απαλλάσσονται κάθε ευθύνης και περιορίζονται στον ρόλο των επιτηρητών των κανόνων του παιχνιδιού. Δεν υπάρχει η συλλογική ευθύνη του κράτους, των διεθνών οργανισμών, των ιθυνουσών τάξεων που ελέγχουν τον πλούτο και τα κέντρα λήψης των αποφάσεων, υπάρχει η ατομική ευθύνη των πολιτών που στην πραγματικότητα είναι απλώς παίκτες. Η ζαριά και το ρίσκο δικά τους. Κάθε σχεδιασμός για το μέλλον είναι περιττός, το μόνο που έχουν να κάνουν είναι να «πέφτουν και να κυλιούνται σαν ζάρια», που θα έλεγε και η Σάττι, κι αν χάσουν δεν δικαιούνται να ζητήσουν από κανέναν λογαριασμό. 

Πότε κερδίζουν, πότε χάνουν οι παίκτες στην οικονομία-μπαρμπουτιέρα δεν είναι σαφές. Ενώ ακόμη και στο κανονικό μπαρμπούτι υπάρχουν οι στοιχειώδεις σταθεροί κανόνες -εξάρες, πεντάρες, τριάρες και 5-6 κερδίζουν, άσοι, διπλές, ντόρτια και ασόδυο χάνουν- στην οικονομία-μπαρμπουτιέρα τίποτε δεν είναι δεδομένο. Ακόμη και μια καλή ζαριά μπορεί να προσκρούσει σε μια αιφνίδια αλλαγή κανόνων: σήμερα το ασόδυο κερδίζει, οι εξάρες σε στέλνουν στον κουβά. «Μα, γιατί;», θα διαμαρτυρηθείς εύλογα. Και τότε αρχίζει το άλλο μπαλαμούτι: στην ύφεση πρέπει να κάνουμε όλοι θυσίες, αλλά και στην ανάπτυξη πρέπει να δείξουμε εγκράτεια για τις επόμενες τυχόν δύσκολες μέρες. Οι τιμές και ο πληθωρισμός αυξάνονται ευθέως ανάλογα με τη ζήτηση (άρα, εμείς προκαλούμε την αύξησή τους), αλλά όταν αυξάνονται παρότι μειώνεται η ζήτηση και η κατανάλωση φταίμε πάλι εμείς γιατί δεν κάνουμε σωστή έρευνα αγοράς. Γενικώς, όποια ζαριά κι αν ρίξουμε στην οικονομία-μπαρμπουτιέρα χαμένοι θα είμαστε. 

Κι έτσι, η μόνη επιλογή που μας απομένει είναι αυτή που περιέγραψε το 1971 ο Ράινχαρτ Λουκ (συγγραφικό alter ego του Τζορτζ Κόκροφτ) στο παράξενο μυθιστόρημά του «Ο άνθρωπος ζάρι»: να παραιτηθούμε από κάθε σχεδιασμό ζωής και να αφήσουμε τις επιλογές μας στις τυχαίες ζαριές: αν έρθει άσος βιάζω τη γειτόνισσά μου, αν έρθει δύο αυτοκτονώ, λέει ο ήρωας του βιβλίου, που αφήνεται σε μια δίνη απωλειών, αλλά φαίνεται να απολαμβάνει την αυτοκαταστροφική «απελευθέρωση» από την ίδια τη βούλησή του. 

Οι άνθρωποι-ζάρια ταιριάζουν στην κοινωνία-μπαρμπουτιέρα. Αλλά ευτυχώς η ανθρώπινη βούληση δεν εκριζώνεται εύκολα. 


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 

Ο άνθρωπος πρέπει να αισθάνεται άνετα να περνάει από τον έναν ρόλο στον άλλο, από το ένα σύνολο αξιών στο άλλο, από τη μια ζωή στην άλλη. Οι άνθρωποι πρέπει να είναι ελεύθεροι από όρια, μοτίβα και συνέπειες για να είναι ελεύθεροι να σκέφτονται, να αισθάνονται και να δημιουργούν με νέους τρόπους. Οι άνθρωποι λάτρεψαν για πάρα πολύ καιρό τον Προμηθέα και τον Αρη. Θεός μας πρέπει να γίνει πια ο Πρωτέας.


Ράινχαρτ Λουκ (Τζορτζ Κόκροφτ), «Ο άνθρωπος ζάρι»


Sunday, May 5, 2024

Κλοπιράιτ

 Η Εφημερίδα των Συντακτών, 3-5/5/2024


Γι' αυτές τις αναστάσεις γιατί δεν έχει προβλεφθεί καμιά γιορτή; 

Εκ προοιμίου ομολογώ μια λογοκλοπή, σε ό,τι διαβάσετε από εδώ και κάτω. Και μάλιστα αυτο-κλοπή και αυτο-λογοκλοπή. Είναι μάλιστα διπλή λογοκλοπή, γιατί τα αποσπάσματα που θα παραθέσω παρακάτω και σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με το πνεύμα των ημερών, το μεταίχμιο μεταξύ θανάτου και ζωής που καταλήγει σε μιαν ανάσταση, πρώτα τα έκλεψα από τους αρχικούς συγγραφείς τους, ύστερα τα οικειοποιήθηκα τοποθετώντας τα στη θυγατρική στήλη «Θεωρίες για την Υπεραξία» και τώρα ξανακλέβω και αυτούς και εμένα επιλέγοντας τρία αγαπημένα quotes, από τα εκατοντάδες που έχει φιλοξενήσει η στήλη, που σαρκάζουν τον θεμελιώδη χριστιανικό μύθο, τον οποίο στην πραγματικότητα, ένθεοι και άθεοι, ενστερνιζόμαστε, γιατί απλώς χεζόμαστε μπροστά στην ιδέα του θανάτου. Των άλλων, αλλά κυρίως του δικού μας. Εχουμε και λέμε λοιπόν: 


ΚΛΟΠΙΡΑΪΤ Νο1 

Ο Λάζαρος φυλαγόταν για να του τη φέρει. Το θέμα της ύπαρξης της ανάστασης ήταν τόσο σημαντικό για τον Νικόδημο όσο η ισορροπία των τιμών ανάμεσα στο αλεύρι της Χαναάν και τους δούλους του αγρού για τον ευγενή της επαρχίας: ο ένας θεμελίωνε το κράτος του στο ανεπανάληπτο της ζωής, ο άλλος στην περιουσία και στη σταθερότητα των τιμών. Εκτός αυτού, τον βασάνιζαν ακόμη οι μώλωπες, και παρόλο που δεν είχαν σχέση με το δόγμα περί ανάστασης ούτε με τον Νικόδημο αλλά, όπως του εξήγησαν ευγενικά, ήταν αποτέλεσμα της παρεξήγησης για την οποία ο ίδιος έφερε την ευθύνη, ένιωσε υποχρεωμένος να είναι προσεκτικός και δύσπιστος απέναντι σε ό,τι μπορούσε να τους επαναλάβει. Μέχρι να αποκτήσει την εμπειρία της ανάστασης, την απέρριπτε επίμονα μαζί με τους ομόγνωμους από το κόμμα των Σαδδουκαίων. Τώρα πια δεν μπορούσε να ισχυρίζεται κάτι τέτοιο, όχι τουλάχιστον τόσο απόλυτα: πώς θα τολμούσε ένας αναστημένος να αμφισβητήσει την ανάσταση; Ως αντικείμενο θαύματος, μπορούσε να περιφρονήσει το μέσο που χρησιμοποιήθηκε;

Μπόρισλαβ Πέκιτς, «Ο καιρός των θαυμάτων»


ΚΛΟΠΙΡΑΪΤ Νο 2 

Οι πύλες του Αδη έσπασαν. Ανοιξαν, ξέφυγαν οι μεντεσέδες. Τα καρφιά που κρατούσαν τα πορτόφυλλα, κατάπεσαν και πατήθηκαν διά του Σταυρού. Εξήγειρε και ανήγειρε τους προγόνους, τον Αδάμ και την Εύα, ο Χριστός εκ του τάφου. Δύναμη, πλούτος, ισχύς, βασιλεία εγκόσμια, στην αλήθεια που εννοώ ακουμπούν και στηρίζονται. Στέκουν οι βασιλείς, ακούν τα παραγγέλματα, υπακούουν, σκύβουν, ταπεινώνονται μπροστά στον Θεοφόρο άνθρωπο. Γονυπετούν. Σηκώνουν πόλεμο. Στρατιές μάχονται για την κατοχή Οσίας κεφαλής, λευκασμένων οστών. Εγκαταλείπουν ανάκτορα, ιερά παλάτια, την εγκόσμια αίγλη και λαμπηδόνα. Γόνοι εκλεκτοί φεύγουν. Από τύψη αυτοτιμωρούνται. Κατάγυμνοι αναχωρούν στην έρημο. Κατάκοποι, προσεύχονται. Κάνουν μετάνοιες σαράντα κι εκατό. Διδάσκονται. Την ώρα που γεύονται ένα ξερό κομμάτι ψωμί βρεγμένο σε ξίδι, ομολογούν ότι ουδέποτε δοκίμασαν τέτοια αμβροσία. Ουδέποτε έφαγαν με περισσότερη ευδαιμονία και χαρά.

Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη, «Ο πεθαμένος και η ανάσταση»


ΚΛΟΠΙΡΑΪΤ Νο 3 

Υπαίθριος καιρός.

Κάτι ελιές πάνε να μαζέψουν ανήφορο.

Φορτωμένες.

Ο καρπός εισακούστηκε το παρελθέτω όχι,

Δεν θα εισπράξουν ούτε φέτος πατέρες

οι λιποψυχίες μας.


Ατελής η ελαιογραφία.

Να ξαναδοκιμάσω.


Κάτι ελιές πάνε να μαζέψουν ανήφορο.

Τα αργύρια φύλλα τους εποφθαλμιά

η αστραφτερή του τοπίου αγνότητα.

Φύσει καταδότρια η αθωότης.

Αυτή δεν μας παρέδωσε

για ελάχιστα ανεκπλήρωτα αργύρια

στην απώλειά της;


Να τονίσω λίγον Φαρισαίο απέναντι.

Τη θάλασσα.


Κική Δημουλά, «Μεγάλη Πέμπτη» (συλλογή «Χαίρε Ποτέ»)