Η Εφημερίδα των Συντακτών, 29-30/6/2024
Μαρκ Σαγκάλ, "Τέσσερις εποχές" |
Υπάρχει μια παράδοξη εκ πρώτης όψεως αναντιστοιχία ανάμεσα σε αυτό που συμβαίνει στην οικονομία, αυτό που επικρατεί στην κοινωνία και αυτό που συντελείται στην πολιτική. Αν υποθέσουμε ότι αυτές οι τρεις σφαίρες που συνθέτουν τη δημόσια ζωή έχουν μια σχετική αυτονομία, αλλά χωρίς ποτέ να σταματά η αλληλεπίδρασή τους, αυτή τη στιγμή σε καθεμιά τους επικρατεί μια εντελώς διαφορετική ατμόσφαιρα. Αν οι ατμόσφαιρες αντιστοιχούσαν σε εποχές, θα έλεγα ότι την ώρα που στην οικονομία είναι άνοιξη, στην κοινωνία επικρατεί φθινόπωρο και στην πολιτική βαρύς χειμώνας. Το όλον, πάντως, στη σύνθεσή του δεν μας κάνει με τίποτα καλοκαίρι, κατακαλόκαιρο, καυτό, άνυδρο και ανεμώδες, όπως αυτό που διανύουμε.
Το κλίμα στην οικονομία είναι ανοιξιάτικο, εύκρατο και υγιεινό, όχι απαραίτητα για μας τους κοινούς θνητούς, αλλά οπωσδήποτε για τη μεγάλη επιχειρηματικότητα, εγχώρια και αλλοδαπή, μόνιμη και περαστική, της αρπαχτής. Για παράδειγμα, αν υποθέσουμε ότι το χρηματιστήριο καθρεφτίζει κάπως αυτό το κλίμα, οφείλουμε να αποδώσουμε στη διακυβέρνηση Μητσοτάκη τα εύσημα ότι στην πενταετία της σχεδόν τριπλασιάστηκαν η απόδοση των μετοχών και οι σχετικοί δείκτες, παρά την πανδημία και τα μίνι κραχ που προκάλεσε. Η κερδοφορία των εισηγμένων επιχειρήσεων χάρη στον πληθωρισμό και στο δημόσιο χρήμα των συμβάσεων, προμηθειών, αναθέσεων και παραχωρήσεων έχει πάει καλύτερα από ποτέ και γι’ αυτό οι μέτοχοί τους φέτος αναμένεται να παντελονιάσουν μερίσματα σχεδόν 4 δισ. ευρώ. Οι επικεφαλής των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, παρά τις επιμέρους γκρίνιες και αβεβαιότητες, δεν κρύβουν την ικανοποίηση, αν όχι και ευγνωμοσύνη τους, για τις βασικές πολιτικές της κυβέρνησης. Και γενικώς έχουν μεγάλες προσδοκίες να πάνε ακόμη καλύτερα και να κάνουν επικερδή ντιλ όχι μόνο με το βαθύ κράτος, αλλά και με ξένα κεφάλαια, που αγοράζουν εκλεκτά ελληνικά επιχειρηματικά φιλέτα, προς μεγάλη χαρά των Ελλήνων ιδιοκτητών τους που γεμίζουν τα ταμεία τους. Η άνοιξη στην οικονομία είναι τόσο ανθηρή, που οι επιχειρηματικές ελίτ σχεδόν κρατάνε την ανάσα τους μη γίνει καμιά στραβή, εδώ ή στην Ευρώπη, και καταστραφεί η πολλά υποσχόμενη ανθοφορία της.
Στην κοινωνία, για την ακρίβεια στο τμήμα της που βρίσκεται κάτω από το πλουσιότερο 10% με 20%, το κλίμα είναι φθινοπωρινό. Οχι με την ηπιότητα και τη γλυκύτητα της μετάβασης, αλλά με τη μουντάδα και τις σφοδρές εναλλαγές μιας διαταραγμένης από την κλιματική κρίση εποχής. Δυσφορία είναι η κατάλληλη λέξη, που κλιμακώνεται αντιστρόφως ανάλογα με το εισόδημα και τον φόβο οικονομικής επιδείνωσης. Η άνοιξη που επικρατεί στους ψηλούς ορόφους της οικονομικής πυραμίδας δεν αφήνει ούτε ανθάκι να πέσει στους κάτω ορόφους. Παρότι είμαστε στην καρδιά του καλοκαιριού, κι οπωσδήποτε ακόμη κι οι πιο πιεσμένοι οικονομικά ψάχνουν τρόπους να μετατρέψουν την ανέχειά τους σε μιαν ελάχιστη δόση θερινής απόλαυσης, οι υποτελείς τάξεις διανύουν εποχή μεγάλης δυσφορίας. Η πιο ενδιαφέρουσα και ευρεία έκφραση αυτής της δυσφορίας ήταν η αποχή από τις ευρωεκλογές. Μπορεί να μην παράγει άμεσα πολιτικά αποτελέσματα, αλλά ήταν η πιο ρητή, αν και σιωπηρή, διακήρυξη ότι εκατομμύρια πολίτες, και ιδιαίτερα νέοι, δεν έχουν πλέον καμιά προσδοκία από την πολιτική και το υπάρχον πολιτικό σύστημα. Και, βέβαια, δεν συμμερίζονται ούτε την εαρινή αισιοδοξία της οικονομικής ελίτ, του συρρικνούμενου «κόμματος των ικανοποιημένων», ούτε τη χειμερινή αταραξία της πολιτικής ελίτ, που προσποιείται ότι δεν έπαθε και τίποτα φοβερό από την αποχή. Δεν έχουμε καμιά ένδειξη προς το παρόν ότι αυτή η «μεγάλη παραίτηση» από την πολιτική μπορεί να διοχετευτεί σε κάτι άλλο, πιο δυναμικό, εκρηκτικό και επιδραστικό, ωστόσο η σημασία φωλιάζει πάντα στ’ ανύποπτα.
Και πάμε στην τρίτη σφαίρα του δημόσιου βίου, όπου επικρατεί βαρύς χειμώνας μες στο κατακαλόκαιρο. Στο κομματικό σύστημα επικρατεί μεγάλη αναταραχή, οριζοντίως. Ο μόνος πυλώνας του που φαίνεται να κρατά την ψυχραιμία του είναι η Ακροδεξιά, που προφανώς περιμένει την έκβαση των γαλλικών εκλογών για να ξετσουμίσει και να επιχειρήσει να φτιάξει μια εγχώρια ρεπλίκα «εθνικού συναγερμού» α λα Λεπέν που θα αποσπάσει την έγκριση ή την ανοχή του «συστήματος» για να κάνει παιχνίδι. Δευτερευόντως, ψύχραιμο φαίνεται και το ΚΚΕ, που θέλει με κάθε τρόπο να αποφύγει διλήμματα σε περίπτωση πλήρους ρευστοποίησης του πολιτικού σκηνικού. Σε όλο το λοιπό φάσμα υπάρχει ανακατωσούρα, με τις ανοιχτές κρίσεις ηγεσίας στον ΣΥΡΙΖΑ και στο ΠΑΣΟΚ και την όλο και πιο αισθητή αμφισβήτηση του Μητσοτάκη. Ενδεχομένως ο Κασσελάκης να έχει ένα δίκιο στον ισχυρισμό ότι η συζήτηση για την (ανα)σύνθεση της Κεντροαριστεράς έχει υποβολείς στο «βαθύ σύστημα» της χώρας, αλλά επειδή και ο ίδιος είναι προϊόν και μέρος αυτού του συστήματος η καταγγελία του θα είχε αξία αν κατονόμαζε κάποιους από αυτούς τους υποβολείς.
Αυτό που είναι δεδομένο είναι πως τα ακραία χειμωνιάτικα καιρικά φαινόμενα στο κομματικό σύστημα θα καταλήξουν σε (απροσδιόριστη προς το παρόν) ριζική ανασύνθεσή του. Γιατί; Γιατί ο κατακερματισμός που επικρατεί σήμερα δεν εμπνέει σταθερότητα και ασφάλεια στην ιθύνουσα τάξη, τουλάχιστον όχι στο σύνολό της. Δεν εγγυάται ασφαλείς λύσεις εναλλαγής στη διακυβέρνηση. Εδώ που τα λέμε, τα πειράματα των ετερόκλητων συμμαχιών ή των «τεχνοκρατών» που δοκιμάστηκαν την εποχή της μνημονιακής κονιορτοποίησης των κομμάτων αποδείχτηκαν φιάσκο σε σχέση με τον παλιό, καλό, δοκιμασμένο δικομματισμό, ή μια έστω ατελή νέα εκδοχή του, που πάντως θα έχει ηγεσίες με διάρκεια, συναίνεση και συνοχή.
Με λίγα λόγια, για να διατηρηθεί η άνοιξη που απολαμβάνει (ή νομίζει ότι απολαμβάνει) η άρχουσα τάξη στο πεδίο της οικονομίας πρέπει να βγουν το ταχύτερο δυνατό από τη βαρυχειμωνιά τους το πολιτικό και κομματικό σύστημα της χώρας, όσες θυσίες κι αν απαιτηθούν γι’ αυτό. Ανάμεσα στους δύο πυλώνες της εξουσίας χρειάζεται ένας συντονισμός και συγχρονισμός εποχών, κλίματος και ατμόσφαιρας, ώστε να αποφευχθεί κάτι χειρότερο: μια εκτροπή της φθινοπωρινής δυσφορίας που προς το παρόν επικρατεί στις υποτελείς τάξεις σε ένα φλογερό, εκρηκτικό καλοκαίρι ή έναν βαρύ, θυελλώδη χειμώνα.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
Ο ευκολότερος τρόπος να καταστραφεί μια δημοκρατία όπου την εξουσία ασκεί ο όχλος είναι να εμπλακεί σε εγχειρήματα που φαίνονται τολμηρά και γενναία. Διότι αν ο λαός μετράει σε κάτι, τότε πρέπει να τον έχεις μαζί σου, αφού και εκείνοι που έχουν αντίθετη γνώμη δεν θα μπορέσουν να τον σταματήσουν. Αλλά αν αυτό καταστρέφει την πόλη, καταστρέφει ακόμη χειρότερα εκείνους, ειδικότερα, τους πολίτες που τίθενται επικεφαλής τέτοιων εγχειρημάτων. Διότι ο λαός, θεωρώντας τη νίκη δεδομένη, όταν φτάνει η ήττα δεν τα ρίχνει στη μοίρα ή την ανικανότητα, αλλά στην άγνοια και την κακοκεφαλιά του επικεφαλής. Αυτός, λοιπόν, συνήθως σκοτώνεται ή φυλακίζεται ή εξορίζεται, όπως συνέβη σε αναρίθμητους Καρχηδόνιους ή Αθηναίους στρατηγούς. Δεν βοηθούν, μάλιστα, κανέναν απ’ αυτούς ούτε οι νίκες που προηγήθηκαν, αφού τις σβήνουν οι τωρινές συμφορές.
Νικολό Μακιαβέλι, «Η χειραγώγηση του όχλου» (από το έργο «Λόγος επί των δέκα πρώτων βιβλίων του Τίτου Λίβιου», 1512-1517)
No comments:
Post a Comment