«Αργία μήτηρ πάσης κακίας;» Ποιος το είπε αυτό; Και γιατί του δώσαμε δίκιο, έτσι, χωρίς ενδοιασμό; Τίποτε δεν αποδεικνύουν ο αποκεφαλισμός της Σαντορίνης, η δολοφονία της Μυκόνου, το αμόκ του Ηρακλείου. Ατυχείς οι συνειρμοί που συνδέουν το καλοκαίρι και τα νησιά, τα παραθεριστικά θέρετρα, τους νωχελικούς άπραγους αδειούχους με αμαρτίες και παρεκτροπές. Άλλωστε, οι μπράβοι της Μυκόνου δολοφόνησαν εν ώρα εργασίας. Αυτή τελικά ήταν η δουλειά τους. Για τους άλλους αιματηρούς δράστες τον λόγο έχει η ψυχιατρική και μόνο. Πάσα κακία, λοιπόν, διασκορπίζεται ομοιόμορφα στο χρόνο, στη διαδοχή των εποχών, στις πόλεις, στα χωριά, στις παραλίες, στα θέρετρα του Αυγούστου. Απλώς, το καλοκαίρι τις προσέχουμε πιο πολύ.
Δεν θα υπερασπιστώ για μια ακόμη φορά την τεμπελιά, στις μικρές ή μεγαλύτερες δόσεις της που μας αναλογούν όλη τη διάρκεια του παραγωγικού έτους. Άλλωστε, για όσους με γνωρίζουν- φίλους, συναδέλφους, συγγενείς- καθίσταμαι αναξιόπιστος και γραφικός. Δεν δείχνω άνθρωπος που πιστεύει βαθιά στο παραγωγικό περιεχόμενο της τεμπελιάς. Τείνω να γίνω παράδειγμα προς αποφυγήν. Αλλά αφήστε το αυτό.
Αναρωτιέμαι αν αναρωτιέστε και σεις: πώς γίνεται αυτό το μικρό παραγωγικό θαύμα του Αυγούστου; Αν είστε στην πόλη, αντιλαμβάνεστε ότι λείπουν οι μισοί. Αν είστε στην ύπαιθρο βλέπετε ότι προφανώς έχουν μεταφερθεί εκεί. Για τα μπάνια του λαού, τα ηλιόλουτρα της σάρκας, τα οφθαλμόλουτρα του βλέμματος. Πάντως, λίγοι είναι στις δουλειές τους. Λιγότεροι στους δρόμους των πόλεων, μισοάδεια τα μέσα μεταφοράς, κρατικές υπηρεσίες σχεδόν κενές, εργοστάσια σε υπολειτουργία, καταστήματα με πινακίδες που δίνουν ραντεβού μετά το Δεκαπενταύγουστο. Λείπουν τα αφεντικά, λείπουν και οι μισθωτοί σκλάβοι. Λείπουν οι μάνατζερ, λείπουν και οι γενικών καθηκόντων. Λείπουν οι προϊστάμενοι, λείπουν και οι υφιστάμενοι. Και όσοι μένουν πίσω λουφάρουν όσο μπορούν. Καλά κάνουν. Δεν είναι καμιά ελληνική ιδιομορφία. Και στο Μιλάνο αν πας Αυγουστιάτικα το πολύ να συναντήσεις γιαπωνέζους τουρίστες. Σχεδόν όλο το βόρειο ημισφαίριο, ίσως το ένα τρίτο της ευημερούσας ανθρωπότητας είναι «κλειστόν λόγω διακοπών». Για λίγες μέρες, λίγες εβδομάδες, δεν έχει σημασία, πάντως λείπει. Αλλά σε κανέναν δεν λείπει τίποτε. Αν το 50% του εργασιακού πληθυσμού δεν είναι στον πάγκο του, στην αλυσίδα παραγωγής του, στη βάρδια του, στο γραφείο του, πώς γίνεται και δεν πεινάμε, δεν ζεσταινόμαστε, δεν μας λείπουν τα καύσιμα, τα αγαθά της ψυχαγωγίας, της ενημέρωσης; Η οικονομία, αυτός ο πολύπλοκος μηχανισμός παραγωγής χρήσιμων και άχρηστων αγαθών που γεμίζουν το στομάχι μας ή την πλήξη μας, δουλεύει στο ρελαντί. Σαν αυτοκίνητο σε στάση, με την υπόκριση του μουρμουρητού ενός αθόρυβου κλιματιστικού. Μήπως, τελικά, η αργία είναι πιο παραγωγική απ’ όσο μας έχουν πείσει;
Παίζεται. Ισχυρισμός προς απόδειξη. Πολύ περισσότερο που η αργία, η σχόλη, οι διακοπές, τα ταξίδια συνοδεύονται πάντα από μια καταναλωτική έξαρση. Στις διακοπές τρώμε πολύ χωριάτικη σαλάτα, πολλά ψάρια, πολλά κρέατα. Ικανοποιούμε συμβατικές ή ακραίες επιθυμίες για τις οποίες σε άλλη περίπτωση θα σκεπτόμασταν το κόστος τους. Θέλουμε περισσότερες ντομάτες, περισσότερο αλκοόλ, περισσότερη βενζίνη. Και τα βρίσκουμε. Ακριβότερα ή φθηνότερα, δεν είναι της παρούσης, πάντως είναι εκεί. Όπου και να μεταφέρουμε την άπληστη ύπαρξή μας. Στη Γαύδο ή στη Σαμοθράκη. Στα Κανάρια νησιά ή στο Πουκέ. Επομένως, δεν ευσταθεί το επιχείρημα ότι στον καυτό μήνα Αύγουστο η κατανάλωση πέφτει ευθέως ανάλογα με την παραγωγικότητα. Κάθε άλλο. Η κατανάλωση απλώς μετακομίζει.
Μετακομίζει, βεβαίως, και η παραγωγή. Η τουριστική βιομηχανία, με την έντονη εποχικότητα που τη διακρίνει σε χώρες σαν τη δική μας είναι μια δεύτερη πιθανή εξήγηση γι’ αυτό το μυστηριώδες παραγωγικό ισοζύγιο του Αυγούστου. Μερικές εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι κάθε χρόνο αποικίζουν τα νησιά για τρεις- τέσσερις μήνες και τα μετατρέπουν σε μικρές παραγωγικές κολάσεις. Άλλοι γιατί θέλουν μ’ ένα παπά να θάψουν πέντε-έξι και να βγάλουν τα έξοδα της χρονιάς κι όχι μόνο (σαν τα μυρμήγκια του μύθου). Κι άλλοι γιατί είναι υποχρεωμένοι να προσαρμοστούν στις ιδιατερότητες της εγχώριας τουριστικής βιομηχανίας. Παρτ τάιμ επιχειρηματίες, πάρτ τάιμ εργαζόμενοι. Όμως, αυτή η εποχική, μαζική μετακόμιση της παραγωγής και της απασχόλησης παρά θιν’ αλός τους θερινούς μήνες δεν εξηγεί όλο το παραγωγικό ισοζύγιο του Αυγούστου. Μπορεί να καλύπτει το 20%, το 30% της απασχόλησης που πάει διακοπές και ένα αντίστοιχο ποσοστό της παραγωγής που χάνεται. Αλλά το υπόλοιπο; Πού πάει διάολε;
Θα υπήρχε μια πειστική απάντηση στο ερώτημα αν, για παράδειγμα, οι χώρες του ευημερούντος (αν και παραπαίοντος τελευταία) καπιταλισμού ανακοίνωναν περιχαρείς κάθε καλοκαίρι ότι η παραγωγή τους μειώθηκε 10%, 20%, ότι το ΑΕΠ τους συρρικνώθηκε, οι υπεραξίες κάνουν βουτιές στις παραλίες, σαν να είναι το πιο φυσιολογικό πράγμα στον κόσμο. Αλλά, όχι. Καμιά δεν το κάνει. Αντιθέτως, ο πολύπλοκος οικονομικός μηχανισμός εξακολουθεί να δουλεύει σαν εργοστάσιο συνεχούς πυράς. Και δεν μας λείπει τίποτε. Δεν πεινάμε, δεν καιγόμαστε, δεν μένουμε από νερό και ρεύμα. Δεν ακούμε καν τη γκρίνια της επιχειρηματικής ελίτ που κυνηγά τον ήλιο και τη θάλασσα πάνω στα σκάφη της.
Μήπως αυτοί, οι λίγοι που μένουν πίσω, δουλεύουν πολύ; Μήπως δουλεύουν για δύο και για τρεις ο καθένας, επιτελώντας ένα μικρό άθλο παραγωγικότητας; Παίζει κι αυτό, αλλά εξηγεί ίσως ένα ακόμη 20%-30% του παραγωγικού ελλείμματος που προκαλεί η φυγή των αδειούχων του Αυγούστου. Κι αν ισχύει θα ήταν ενδιαφέρον να μάθουμε πώς ακριβώς ανταμείβονται οι παραγωγοί που κλωνοποιούν τους εαυτούς τους, πολλαπλασιάζουν τα χέρια και τα πόδια τους ή αυξάνουν τον όγκο του εγκεφάλου τους για να καλύψουν και τους απόντες.
Μήπως πάλι συμβαίνει κάτι αντίστοιχο όλο τον υπόλοιπο, εκτός θερινής ραστώνης, χρόνο; Μήπως δηλαδή το χειμώνα και την άνοιξη και το φθινόπωρο υπάρχει ένα περίσσευμα παραγωγικότητας, ένας υπερβάλλων εργασιακός ζήλος που αποθηκεύει αξίες και υπεραξίες για τη μικρή ανάπαυλα του Αυγούστου; Κάτι σαν μέρμηγκες του Αισώπου, αλλά από την ανάποδη. Αν συμβαίνει αυτό, σημαίνει ότι μας πιάνουν κώτσους. Διότι υποτίθεται ότι η άδεια είναι ένας εκχωρημένος χρόνος, αλλά τώρα ανακαλύπτουμε ότι είναι απλώς μιας προκαταβεβλημένη εργασία. Ας κάνουμε ότι δεν το καταλάβαμε, για να μη χαλάσουμε την ατμόσφαιρα των διακοπών. Άλλωστε, κι αυτό να ισχύει πάλι δεν εξηγεί παρά ένα μικρό ποσοστό του παραγωγικού ελλείμματος του θέρους.
Τι συμβαίνει τελικά; Ίσως κάτι πολύ απλό, που βρίσκεται μπροστά στα μάτια μας. Υπάρχει μια περίσσεια εργασίας και εργάσιμου χρόνου, μια περιττή παραγωγική προσφορά που παρέχουμε όλο το χρόνο, χειμώνα-καλοκαίρι που δεν καλύπτει καμιά παραγωγική ανάγκη, καμιά πίεση από την πλευρά της κατανάλωσης, καμιά πιεστική απαίτηση από την πλευρά της αγοράς. Ένας χρόνος παραγωγικά νεκρός, σπαταλημένος σε επιχειρηματικές εμμονές και φιλελεύθερες ιδεοληψίες. Ένας εργασιακός χρόνος που αν καταργηθεί εδώ και τώρα δεν θα λείψει σε κανένα. Δεν θα προκαλέσει καμιά κρίση προσφοράς και αντίθετα, μπορεί και να απαλλάξει τον οικονομικό μας πολιτισμό από κρίσεις υπερπαραγωγής. Μπορούμε εδώ και τώρα να πούμε αντίο στο οκτάωρο όχι υπέρ του δεκάωρου, αλλά προς ένα χαλαρό εξάωρο ή πεντάωρο. Μπορούμε εδώ και τώρα να ορίσουμε στους δύο μήνες το χρόνο των διακοπών κι αργότερα στους τρεις, ν’ αυξήσουνε τις αργίες, να εφεύρουμε γιορτές θρησκευτικές, εθνικές, προσωπικές και σε κανένα να μη λείψει τίποτε. Γιατί η αργία είναι τελικά παραγωγική.
Προς το παρόν το σύστημα, οι φωτεινοί παντογνώστες του οικονομικού μας πολιτισμού δουλεύουν ακριβώς για το αντίθετο. Ο κ, Σαρκοζί κατάργησε το 35ωρο, οι ευρωκράτες θέλουν να παρατείνουν τον εργασιακό βίο μέχρι βαθέος γήρατος. Αυτή η απέχθειά τους στην αργία, τη ραστώνη, τη νωχέλεια είναι νοσηρή. Μάλλον χρειάζονται διακοπές. Διαρκείας. Ας τους τις δώσουμε.
Δεν θα υπερασπιστώ για μια ακόμη φορά την τεμπελιά, στις μικρές ή μεγαλύτερες δόσεις της που μας αναλογούν όλη τη διάρκεια του παραγωγικού έτους. Άλλωστε, για όσους με γνωρίζουν- φίλους, συναδέλφους, συγγενείς- καθίσταμαι αναξιόπιστος και γραφικός. Δεν δείχνω άνθρωπος που πιστεύει βαθιά στο παραγωγικό περιεχόμενο της τεμπελιάς. Τείνω να γίνω παράδειγμα προς αποφυγήν. Αλλά αφήστε το αυτό.
Αναρωτιέμαι αν αναρωτιέστε και σεις: πώς γίνεται αυτό το μικρό παραγωγικό θαύμα του Αυγούστου; Αν είστε στην πόλη, αντιλαμβάνεστε ότι λείπουν οι μισοί. Αν είστε στην ύπαιθρο βλέπετε ότι προφανώς έχουν μεταφερθεί εκεί. Για τα μπάνια του λαού, τα ηλιόλουτρα της σάρκας, τα οφθαλμόλουτρα του βλέμματος. Πάντως, λίγοι είναι στις δουλειές τους. Λιγότεροι στους δρόμους των πόλεων, μισοάδεια τα μέσα μεταφοράς, κρατικές υπηρεσίες σχεδόν κενές, εργοστάσια σε υπολειτουργία, καταστήματα με πινακίδες που δίνουν ραντεβού μετά το Δεκαπενταύγουστο. Λείπουν τα αφεντικά, λείπουν και οι μισθωτοί σκλάβοι. Λείπουν οι μάνατζερ, λείπουν και οι γενικών καθηκόντων. Λείπουν οι προϊστάμενοι, λείπουν και οι υφιστάμενοι. Και όσοι μένουν πίσω λουφάρουν όσο μπορούν. Καλά κάνουν. Δεν είναι καμιά ελληνική ιδιομορφία. Και στο Μιλάνο αν πας Αυγουστιάτικα το πολύ να συναντήσεις γιαπωνέζους τουρίστες. Σχεδόν όλο το βόρειο ημισφαίριο, ίσως το ένα τρίτο της ευημερούσας ανθρωπότητας είναι «κλειστόν λόγω διακοπών». Για λίγες μέρες, λίγες εβδομάδες, δεν έχει σημασία, πάντως λείπει. Αλλά σε κανέναν δεν λείπει τίποτε. Αν το 50% του εργασιακού πληθυσμού δεν είναι στον πάγκο του, στην αλυσίδα παραγωγής του, στη βάρδια του, στο γραφείο του, πώς γίνεται και δεν πεινάμε, δεν ζεσταινόμαστε, δεν μας λείπουν τα καύσιμα, τα αγαθά της ψυχαγωγίας, της ενημέρωσης; Η οικονομία, αυτός ο πολύπλοκος μηχανισμός παραγωγής χρήσιμων και άχρηστων αγαθών που γεμίζουν το στομάχι μας ή την πλήξη μας, δουλεύει στο ρελαντί. Σαν αυτοκίνητο σε στάση, με την υπόκριση του μουρμουρητού ενός αθόρυβου κλιματιστικού. Μήπως, τελικά, η αργία είναι πιο παραγωγική απ’ όσο μας έχουν πείσει;
Παίζεται. Ισχυρισμός προς απόδειξη. Πολύ περισσότερο που η αργία, η σχόλη, οι διακοπές, τα ταξίδια συνοδεύονται πάντα από μια καταναλωτική έξαρση. Στις διακοπές τρώμε πολύ χωριάτικη σαλάτα, πολλά ψάρια, πολλά κρέατα. Ικανοποιούμε συμβατικές ή ακραίες επιθυμίες για τις οποίες σε άλλη περίπτωση θα σκεπτόμασταν το κόστος τους. Θέλουμε περισσότερες ντομάτες, περισσότερο αλκοόλ, περισσότερη βενζίνη. Και τα βρίσκουμε. Ακριβότερα ή φθηνότερα, δεν είναι της παρούσης, πάντως είναι εκεί. Όπου και να μεταφέρουμε την άπληστη ύπαρξή μας. Στη Γαύδο ή στη Σαμοθράκη. Στα Κανάρια νησιά ή στο Πουκέ. Επομένως, δεν ευσταθεί το επιχείρημα ότι στον καυτό μήνα Αύγουστο η κατανάλωση πέφτει ευθέως ανάλογα με την παραγωγικότητα. Κάθε άλλο. Η κατανάλωση απλώς μετακομίζει.
Μετακομίζει, βεβαίως, και η παραγωγή. Η τουριστική βιομηχανία, με την έντονη εποχικότητα που τη διακρίνει σε χώρες σαν τη δική μας είναι μια δεύτερη πιθανή εξήγηση γι’ αυτό το μυστηριώδες παραγωγικό ισοζύγιο του Αυγούστου. Μερικές εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι κάθε χρόνο αποικίζουν τα νησιά για τρεις- τέσσερις μήνες και τα μετατρέπουν σε μικρές παραγωγικές κολάσεις. Άλλοι γιατί θέλουν μ’ ένα παπά να θάψουν πέντε-έξι και να βγάλουν τα έξοδα της χρονιάς κι όχι μόνο (σαν τα μυρμήγκια του μύθου). Κι άλλοι γιατί είναι υποχρεωμένοι να προσαρμοστούν στις ιδιατερότητες της εγχώριας τουριστικής βιομηχανίας. Παρτ τάιμ επιχειρηματίες, πάρτ τάιμ εργαζόμενοι. Όμως, αυτή η εποχική, μαζική μετακόμιση της παραγωγής και της απασχόλησης παρά θιν’ αλός τους θερινούς μήνες δεν εξηγεί όλο το παραγωγικό ισοζύγιο του Αυγούστου. Μπορεί να καλύπτει το 20%, το 30% της απασχόλησης που πάει διακοπές και ένα αντίστοιχο ποσοστό της παραγωγής που χάνεται. Αλλά το υπόλοιπο; Πού πάει διάολε;
Θα υπήρχε μια πειστική απάντηση στο ερώτημα αν, για παράδειγμα, οι χώρες του ευημερούντος (αν και παραπαίοντος τελευταία) καπιταλισμού ανακοίνωναν περιχαρείς κάθε καλοκαίρι ότι η παραγωγή τους μειώθηκε 10%, 20%, ότι το ΑΕΠ τους συρρικνώθηκε, οι υπεραξίες κάνουν βουτιές στις παραλίες, σαν να είναι το πιο φυσιολογικό πράγμα στον κόσμο. Αλλά, όχι. Καμιά δεν το κάνει. Αντιθέτως, ο πολύπλοκος οικονομικός μηχανισμός εξακολουθεί να δουλεύει σαν εργοστάσιο συνεχούς πυράς. Και δεν μας λείπει τίποτε. Δεν πεινάμε, δεν καιγόμαστε, δεν μένουμε από νερό και ρεύμα. Δεν ακούμε καν τη γκρίνια της επιχειρηματικής ελίτ που κυνηγά τον ήλιο και τη θάλασσα πάνω στα σκάφη της.
Μήπως αυτοί, οι λίγοι που μένουν πίσω, δουλεύουν πολύ; Μήπως δουλεύουν για δύο και για τρεις ο καθένας, επιτελώντας ένα μικρό άθλο παραγωγικότητας; Παίζει κι αυτό, αλλά εξηγεί ίσως ένα ακόμη 20%-30% του παραγωγικού ελλείμματος που προκαλεί η φυγή των αδειούχων του Αυγούστου. Κι αν ισχύει θα ήταν ενδιαφέρον να μάθουμε πώς ακριβώς ανταμείβονται οι παραγωγοί που κλωνοποιούν τους εαυτούς τους, πολλαπλασιάζουν τα χέρια και τα πόδια τους ή αυξάνουν τον όγκο του εγκεφάλου τους για να καλύψουν και τους απόντες.
Μήπως πάλι συμβαίνει κάτι αντίστοιχο όλο τον υπόλοιπο, εκτός θερινής ραστώνης, χρόνο; Μήπως δηλαδή το χειμώνα και την άνοιξη και το φθινόπωρο υπάρχει ένα περίσσευμα παραγωγικότητας, ένας υπερβάλλων εργασιακός ζήλος που αποθηκεύει αξίες και υπεραξίες για τη μικρή ανάπαυλα του Αυγούστου; Κάτι σαν μέρμηγκες του Αισώπου, αλλά από την ανάποδη. Αν συμβαίνει αυτό, σημαίνει ότι μας πιάνουν κώτσους. Διότι υποτίθεται ότι η άδεια είναι ένας εκχωρημένος χρόνος, αλλά τώρα ανακαλύπτουμε ότι είναι απλώς μιας προκαταβεβλημένη εργασία. Ας κάνουμε ότι δεν το καταλάβαμε, για να μη χαλάσουμε την ατμόσφαιρα των διακοπών. Άλλωστε, κι αυτό να ισχύει πάλι δεν εξηγεί παρά ένα μικρό ποσοστό του παραγωγικού ελλείμματος του θέρους.
Τι συμβαίνει τελικά; Ίσως κάτι πολύ απλό, που βρίσκεται μπροστά στα μάτια μας. Υπάρχει μια περίσσεια εργασίας και εργάσιμου χρόνου, μια περιττή παραγωγική προσφορά που παρέχουμε όλο το χρόνο, χειμώνα-καλοκαίρι που δεν καλύπτει καμιά παραγωγική ανάγκη, καμιά πίεση από την πλευρά της κατανάλωσης, καμιά πιεστική απαίτηση από την πλευρά της αγοράς. Ένας χρόνος παραγωγικά νεκρός, σπαταλημένος σε επιχειρηματικές εμμονές και φιλελεύθερες ιδεοληψίες. Ένας εργασιακός χρόνος που αν καταργηθεί εδώ και τώρα δεν θα λείψει σε κανένα. Δεν θα προκαλέσει καμιά κρίση προσφοράς και αντίθετα, μπορεί και να απαλλάξει τον οικονομικό μας πολιτισμό από κρίσεις υπερπαραγωγής. Μπορούμε εδώ και τώρα να πούμε αντίο στο οκτάωρο όχι υπέρ του δεκάωρου, αλλά προς ένα χαλαρό εξάωρο ή πεντάωρο. Μπορούμε εδώ και τώρα να ορίσουμε στους δύο μήνες το χρόνο των διακοπών κι αργότερα στους τρεις, ν’ αυξήσουνε τις αργίες, να εφεύρουμε γιορτές θρησκευτικές, εθνικές, προσωπικές και σε κανένα να μη λείψει τίποτε. Γιατί η αργία είναι τελικά παραγωγική.
Προς το παρόν το σύστημα, οι φωτεινοί παντογνώστες του οικονομικού μας πολιτισμού δουλεύουν ακριβώς για το αντίθετο. Ο κ, Σαρκοζί κατάργησε το 35ωρο, οι ευρωκράτες θέλουν να παρατείνουν τον εργασιακό βίο μέχρι βαθέος γήρατος. Αυτή η απέχθειά τους στην αργία, τη ραστώνη, τη νωχέλεια είναι νοσηρή. Μάλλον χρειάζονται διακοπές. Διαρκείας. Ας τους τις δώσουμε.
No comments:
Post a Comment