Saturday, August 29, 2020

Χαμένες γενιές

Εφημερίδα των Συντακτών, 29-30/8/2020



«…Και στη μικρή θ’ αφήσουμε το χωράφι στη θάλασσα». Τα παλιά χρόνια όλοι οι γονείς άφηναν κάτι στα παιδιά τους. Δηλαδή, ποια παλιά χρόνια; Ανέκαθεν. Από τότε που υπάρχει κληρονομικό δίκαιο. Και οι πιο φτωχοί φρόντιζαν ν’ αφήσουν κάτι στα παιδιά τους. Ενα μικρό χωράφι, μια μικρή αποταμίευση, ένα σπίτι, δυο ζευγάρια σεντόνια, ένα ρολόι, ένα κομπολόι, ένα ζευγάρι σκουλαρίκια, μια τέχνη. Ηταν μια υπόθεση ιδιοκτησίας αλλά και μνήμης. Συσσώρευσης αλλά και αλληλεγγύης. Ετσι πορεύτηκε ο κόσμος για αιώνες, έτσι διασώθηκε κι ο καπιταλισμός από μια ανθρωπιστική αποσύνθεση, πριν την ώρα του. Ακόμη και την εποχή της αιματηρής πρωταρχικής συσσώρευσης που αποσπούσε βίαια τα παιδιά από τους γονείς τους για να κάνει κυριολεξία την έννοια του προλετάριου, του ανθρώπου που δεν είχε τίποτε άλλο δικό του εκτός από τους απογόνους του, διασωζόταν μια ελάχιστη έγνοια για τα τρυφερά παιδιά που παραδίδονταν σαν κρέας για τα κλωστήρια, τα βυρσοδεψεία, τα ορυχεία ή τα καμίνια: μερικές συμβουλές, ένα manual επιβίωσης, μια φορεσιά για να τα προστατέψει από το κρύο και την ασφυκτική ζέστη. 


Ούτε καν οι μεγάλοι πόλεμοι των δύο προηγούμενων αιώνων κατάφεραν να διακόψουν αυτή την αρχέγονη και ζωτική για την αναπαραγωγή κάθε κοινωνικού συστήματος αρχή της αλληλεγγύης των γενεών. Οι έφηβοι και οι νέοι άνδρες ρίχνονταν κατά εκατομμύρια σαν κρέας στην πολεμική μηχανή του κιμά, αλλά στη θέση τους εκατομμύρια νέες γυναίκες γίνονταν αποδέκτριες της γονικής μέριμνας, όχι πάντα εκφρασμένης με τρυφερότητα, συχνά εκδηλωμένης με ανδροκρατική βία και καταναγκασμό, αλλά πάντως με μια πρόθεση στοιχειώδους αλληλεγγύης γενεών. 


Πάνω σ’ αυτή
την ουσιαστικά βιολογική διαδικασία αναπαραγωγής της ανθρωπότητας, όσο κι αν ακούγεται σήμερα στερεοτυπική, αναχρονιστική και παρωχημένη, όσο κι αν φαίνεται να ευτελίζει τη σχέση γονέων και παιδιών, παππούδων κι εγγονών, τρίτης και πρώτης ηλικίας στο επίπεδο ενός συμβολαίου, μιας διαθήκης, μιας γονικής παροχής, μιας δωρεάς κι οποιασδήποτε άλλης οικονομικής συναλλαγής («Ανάθεμά τα τα τάλαρα», που θα ‘λεγε κι η κυρα-Επιστήμη, «ανάθεμά τα τάλαρα» που θα ‘λεγε κι ο Αντρέας στο αριστούργημα του Θεοτόκη, αλλά πόσο διαφορετικά ο ένας απ’ τον άλλο), βασίστηκε λίγο-πολύ κι αυτό που λέμε κοινωνικό κράτος. Η αλληλεγγύη των γενεών είναι ο σκληρός πυρήνας του. Και αλληλεγγύη όχι μονοσήμαντη, από τους κατιόντες προς τους ανιόντες, αλλά αμφίπλευρη: μπορεί οι νέοι να πληρώνουν τις συντάξεις των ηλικιωμένων, αλλά και οι δεύτεροι, ως φορολογούμενοι κι ασφαλισμένοι, έχουν πληρώσει τη μόρφωση, την εκπαίδευση, την κατάρτιση των νεότερων - για να περιοριστούμε μόνο στη σχέση των γενεών ως συντελεστών της παραγωγικής διαδικασίας. 


Λοιπόν, είμαστε στην απαρχή της πλήρους κατάλυσης και εξάλειψης αυτής της αρχέγονης σταθεράς. Νιώθω υπόλογος και τρομακτικά ανίκανος απέναντι στην κόρη μου, που στο ξεκίνημα της ενήλικης ζωής της δεν έχω να της προσφέρω σχεδόν τίποτα που να της εξασφαλίζει ότι θα τα πάει λίγο καλύτερα από μένα. Η γενιά της -η Ζ, Υ, Χ κι όπως αλλιώς την ονομάσουν οι τεχνοκράτες της κοινωνικής μηχανικής, μέχρι εξαλείψεως του λατινικού αλφάβητου (τι θα γίνει μετά; Θα προσφύγουν στο κινέζικο;)- είναι κυριολεκτικά η πρώτη εδώ και πολλές δεκαετίες που οι προϋποθέσεις κοινωνικής και παραγωγικής ένταξής της είναι πολύ χειρότερες από των γονιών και των παππούδων της.
Κι αυτό είναι αντιστρόφως ανάλογο των προσόντων και των δεξιοτήτων της, τουλάχιστον στο πλαίσιο του λεγόμενου δυτικού κόσμου. Είναι κοσμοπολίτες, πολύγλωσσοι, φορτωμένοι με πτυχία, μεταπτυχιακά και πιστοποιημένα προσόντα και δεξιότητες, επιμελημένα βιογραφικά στα οποία καταγράφεται και η πιο σύντομη επαφή τους με εργασιακή εμπειρία, είναι δικτυωμένοι, φορτωμένοι με απίστευτους όγκους πληροφοριών (αν και συχνά ανεπεξέργαστες καταλήγουν σε αποπληροφόρηση, σύγχυση και μερική ή ολική άγνοια), κι όμως είναι εκτεθειμένοι σε μια κυριολεκτική και γυμνή προλεταριοποίηση. 


Το 2010, στην κρίση χρέους με επίκεντρο και πρωταγωνίστρια την ελληνική κοινωνία, πιστέψαμε ότι αυτό συνέβη για πρώτη και τελευταία φορά. Φτωχοποιήθηκαν ταυτόχρονα οι τρεις γενιές που συμβατικά συγκροτούν το δημογραφικό όλο μιας κοινωνίας, αλλά υποθέσαμε ότι αυτό θα ήταν απλώς ένα μεγάλο διάλειμμα, μια χαμένη δεκαετία που στο τέλος της θα περίμενε, τουλάχιστον την επόμενη γενιά, τα παιδιά και τα εγγόνια μας, τους Millennials, τη γενιά Υ κι όπως αλλιώς την ονομάσουμε, μια εποχή ανόδου, ευφορίας, βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου, αύξησης του εισοδήματος, πολλαπλασιασμού των ευκαιριών. 


Ο κορονοϊός διέψευσε
κι αυτή την προσδοκία με δύο τρόπους, εξίσου καταστροφικούς: πρώτα, πρόσθεσε στην προηγούμενη χαμένη δεκαετία, σ’ αυτήν που μέχρι τώρα θεωρούσαμε «μια χαμένη γενιά», μερικές ακόμη χαμένες δεκαετίες και μία (τουλάχιστον) ακόμη χαμένη γενιά. Δεύτερο, κατέστησε αυτή την εξέλιξη κυριολεκτικά παγκόσμια. Η ομοιομορφία με την οποία επιδεινώνονται οι συνθήκες οικονομικής και παραγωγικής ένταξης των νέων ανθρώπων στην Ευρώπη, στην Ασία ή στην Αμερική δεν είναι καθόλου παρηγορητική. Ισα ίσα είναι τρομακτική. 


Κι ακόμη πιο τρομακτική
είναι η αδυναμία η δική μας, των ανιόντων τους, να ανακουφίσουμε στο ελάχιστο τον ανήφορο που έχουν μπροστά τους τα παιδιά μας. Με μια μικρή αποταμίευση, μια μαγιά για την εκκίνηση, κάτι αντίστοιχο μ’ αυτό που οι δικοί μας γονείς και παππούδες, αν και τσακισμένοι από τη δική τους χαμένη δεκαετία πολέμου κι εμφυλίου, κατάφεραν να μας προσφέρουν.
Είναι τρομακτικό και συνάμα ντροπιαστικό, αντί της αλληλεγγύης και τρυφερότητας που τους οφείλουμε, να ανταγωνιζόμαστε τα παιδιά μας στην επιβίωση.



ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

«Οχι!» του 'πε μ' απόφαση· «εδώ είναι ο χωρισμός μας. Θα πάω σε ξένα μέρη, σε ξένον κόσμο, σ' άλλους τόπους· θα δουλέψω για με και για να κουναρήσω το παιδί που θα γεννηθεί. Θα μου δώσει η μάνα γράμματα για να 'βρω αλλού εργασία· θα τα πάρει από τες κυράδες της. Οχι, δεν έρχομαι! Είμαι δουλεύτρα· ποιόνε έχω ανάγκη;». Κι έπειτα από μία στιγμή σα ν' απαντούσε σε κάποια της σκέψη εξαναφώναξε: «Δεν έρχομαι, δεν έρχομαι!».
Ο Αντρέας την εκοίταξε ξεταστικά κι εκατάλαβε πως όλα τα λόγια θα 'ταν χαμένα.
«Ανάθεμά τα τα τάλαρα!», εφώναξε πάλι απελπισμένος. «Πάει η ευτυχία μου!».
Κι εβγήκε στο δρόμο.
Κωνσταντίνου Θεοτόκη, «Η τιμή και το χρήμα»

 

Saturday, August 22, 2020

H Apple ως συνεκδοχή του μέλλοντός μας

 Εφημερίδα των Συντακτών, 22-23/8/2020

Κλήρωσε το Τζόκερ 2,3 εκατ. ευρώ, μου το 'λεγε η γυναίκα μου, «παίξε κανένα Τζόκερ μπας και γίνει κανένα θαύμα», ‘σα πέρα εγώ, πάει η ευκαιρία, βρέχει εκατομμύρια και κρατάω ομπρέλα. Εκ των υστέρων βέβαια επινοώ ένα άλλοθι βολικό, ότι στατιστικά ουδόλως συμφέρει να ρίξεις λεφτά στον τζόγο, τα πολλά και σίγουρα είναι στο χρηματιστήριο. Οχι της Αθήνας βέβαια -πλάκα κάνεις;-, στη Wall Street, στη Σανγκάη, στο Τόκιο, όπου γίνεται πάρτι τρελό, ο κόσμος καίγεται από την Covid-19, οι οικονομίες βουλιάζουν στα σκατά, οι κυβερνήσεις παρακολουθούν ζαλισμένες την ύφεση να απογειώνεται, κι εκεί οι μετοχές εκτοξεύονται σε διαστημικά επίπεδα, σαν να μην τρέχει τίποτα. Στο παράλληλο σύμπαν των χρηματιστηρίων δεν υπάρχει πανδημία, θάνατοι, αγωνία, υπάρχει ο κανόνας «when you see blood, buy, buy, buy!». 50% η ετήσια άνοδος του Nasdaq, 11% του Nikkei, 17% του Shanghai, το μεγαλύτερο μέρος τους πραγματοποιημένο στο επτάμηνο των 23 εκατ. κρουσμάτων και των 800.000 θανάτων.

Τι Τζόκερ μου λες λοιπόν, μετοχές της Apple έπρεπε να αγοράσω, αν άφηνε η ΔΕΗ, οι δόσεις της Εφορίας, τα ασφάλιστρα, τα κοινόχρηστα, το τηλέφωνο, το νερό, οι δανειακές δόσεις -για να μείνουμε στα βασικά-, αν υποθέσουμε ότι έχουμε εκπαιδευτεί επαρκώς στην επιβίωση με τα ελάχιστα. Διότι, όπως σωστά χτύπησε το καμπανάκι ο Μπάμπης, η Apple έγινε η πρώτη εταιρεία στην ιστορία του καπιταλιστικού καζίνου που ξεπέρασε σε κεφαλαιοποίηση τα 2 τρισ. δολάρια, 2,022 τώρα που μιλάμε. Αυτό σημαίνει χοντρικά δέκα φορές το ελληνικό ΑΕΠ ή το 1/10 του αμερικανικού ΑΕΠ ή το 1/8 του ΑΕΠ της Ε.Ε., τέσπα, όπως κι αν το μετρήσουμε η Apple είναι σχεδόν μια ήπειρος μόνη της, κι αν είχα κάνει το κουμάντο μου κι είχα αγοράσει μερικές μετοχές της πέρσι τέτοιο καιρό, θα είχα υπερδιπλασιάσει τα λεφτά μου - 120% έχει ανέβει η μετοχή της.

Κατά κάποιο παράδοξο τρόπο η καταστροφική τροχιά του κορονοϊού από την αρχή του χρόνου σηματοδοτείται από δύο εκ πρώτης όψεως άσχετα γεγονότα, που ενδιαφέρουν μόνο τους αλογομούρηδες των μετοχών. Τον Γενάρη η Alphabet -η Google δηλαδή- ξεπέρασε σε κεφαλαιοποίηση το 1 τρισ. δολάρια (σ.σ. η στήλη είχε επισημάνει το γεγονός στις 18/1 - «Το αλφάβητο, η alphabet και το αλγοριθμικό καζίνο»-, απαραίτητη αυτοαναφορική, ναρκισσιστική υπενθύμιση, του στιλ «εμείς σας τα είχαμε πει», «τα έχουμε γράψει αυτά» κ.λπ., που καταλήγει στο μάλλον αυτοκαταστροφικό συμπέρασμα ότι, εφόσον όλα έχουν γραφεί, λεχθεί και προβλεφθεί, τα ΜΜΕ δεν έχουν λόγω ύπαρξης και οι δημοσιογράφοι πρέπει να αλλάξουν δουλειά - κλείνει η παρένθεση). Και τον Αύγουστο η Apple έκανε το δικό της ιστορικό υψηλό των 2 τρισ. δολαρίων. Προφανώς προσεχώς θα συμβούν αντίστοιχα κοσμοϊστορικά με την Amazon, την Tesla (η μετοχή της έχει ανέβει 800% σε έναν χρόνο) και όλα τα αστέρια του Nasdaq και της ψηφιακής οικονομίας που είναι οι μοχθηροί θριαμβευτές της πανδημίας.

Θα μπορούσε να λεχθεί και για οποιονδήποτε άλλο από τους παγκόσμιους ψηφιακούς κολοσσούς, αλλά για λόγους συμβολισμού και συγκυρίας η Apple διεκδικεί τον τίτλο: είναι η συνεκδοχή του μέλλοντός μας - του όποιου μέλλοντος και για όσους αφήσει ο κύκλος της πανδημίας. Συμβολικά ο Nasdaq, ο δείκτης των μετοχών υψηλής τεχνολογίας, πνίγει με τη σκόνη του τον Dow Jones, 48% κέρδη ο πρώτος, μόλις 5,5% ο δεύτερος στη χρηματιστηριακή φρενίτιδα του τελευταίου χρόνου, κι αυτό μπορεί να θεωρηθεί ακόμα ένας συμβολισμός για τον θρίαμβο του νέου ψηφιακού καπιταλισμού εις βάρος του παρακμάζοντος βιομηχανικού. Αλλά αυτό θα αποτελούσε μια μάλλον απλοϊκή ερμηνεία της εξέλιξης. Στην πραγματικότητα είμαστε παρατηρητές -και άθελά μας συναυτουργοί- μιας δραστικής μετάλλαξης του όλου καπιταλισμού σε ένα υβρίδιο στο οποίο το κυρίαρχο τεχνολογικό πρότυπο απορροφά και μεταβολίζει όλα τα υπόλοιπα - από τις αποστολές στο διάστημα μέχρι τον τουρισμό στα νησιά και από την υποθαλάσσια εξόρυξη υδρογονανθράκων μέχρι την καλλιέργεια του μαϊντανού - σε ένα ενιαίο αλγοριθμικό σύμπαν που κυβερνά και την παραγωγή και την κατανάλωση και την προσφορά και τη ζήτηση. Ετσι η ψηφιακή τεχνολογία, που κατά τους πιονιέρους της -μεταξύ τους και του μακαρίτη Στιβ Τζομπς της Apple- υποτίθεται ότι θα επέφερε τον εκδημοκρατισμό του καπιταλισμού, γίνεται ο μοχλός της πιο ολοκληρωτικής εκδοχής του.

Πάρτε τα δύο πιο λαμπρά αστέρια του γενναίου νέου κόσμου, την Apple και την Tesla. Τα προϊόντα της πρώτης, παρά τη δημοφιλία τους, απευθύνονται σε λιγότερο από το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού. Οι τιμές του iPhone 12 κυμαίνονται από 700 έως 1.200 ευρώ, τα Mac Pro πάνε από 6.000 ευρώ και πάνω. Τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα της Tesla απευθύνονται σε ακόμα λιγότερους, προς το παρόν στο πλουσιότερο 1% του παγκόσμιου πληθυσμού. Οι μετοχές των δύο εταιρειών απογειώνονται ακριβώς γιατί σε συνθήκες πρωτοφανούς κρίσης, που έχει οδηγήσει ένα τεράστιο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού σε φτωχοποίηση, σε απώλεια της δουλειάς και του εισοδήματός του, υπάρχουν αρκετοί πλούσιοι για να εκτινάσσουν τις πωλήσεις της Tesla και της Apple.

Στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για παράλληλο σύμπαν. Το ένα προϋποθέτει το άλλο. Ο μαζικός αποκλεισμός πληθυσμού από στοιχειώδεις όρους επιβίωσης -μια θέση εργασίας, ένα εισόδημα αξιοπρεπούς διαβίωσης, πρόσβαση σε ένα επαρκές δημόσιο σύστημα υγείας, εκπαίδευση και διαρκής κατάρτιση στις ιλιγγιωδώς αναπτυσσόμενες νέες τεχνολογίες- είναι και προϋπόθεση και αποτέλεσμα της συσσώρευσης τεράστιου πλούτου σε όλο και μικρότερες ομάδες πληθυσμού μέσω του δαιμόνιου αλγοριθμικού καζίνου. Η Covid-19 είναι η πεταλούδα που πέταξε στo Κουπερτίνο της Καλιφόρνιας (το βασίλειο της Apple) προκαλώντας σεισμό στο Σεντσέν της Κίνας (το ενδιαίτημα της Huawei). Είναι ο επιταχυντής της μετάβασης στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό του μέλλοντός μας, όπου η Apple, η Tesla, η Huawei, η Microsoft, αλλά και η Johnson & Johnson ή η Deutsche Bank θα είναι υπερκράτη πάνω από τα κράτη, με τα εκατομμύρια τηλεργαζόμενους και τηλεκαταναλωτές υπηκόους τους διασπαρμένους σε όλες τις ηπείρους.

Αυτό εν μέρει τρομάζει ακόμα και τις υπεράνω αντικαταπιταλιστικής υποψίας κυβερνήσεις, που αναλώνονται ανεπιτυχώς σε έναν μαραθώνιο δαπανών και φόρων, αλλά είναι από χέρι χαμένες γιατί τις απεριόριστες ελευθερίες που παρείχαν στους κολοσσούς του τουρμπο-καπιταλισμού τώρα τις βρίσκουν μπροστά τους.

Η Apple είναι η συνεκδοχή του δυστοπικού μέλλοντός μας και το μισοδαγκωμένο μήλο της είναι το σαρκαστικό κλείσιμο του ματιού στις ερμηνείες του προπατορικού αμαρτήματος: είναι η περιέργεια που μας εξόρισε από τον Παράδεισο, αλλά και έξω απ’ αυτόν τα κουτσοβολέψαμε. Η απληστία όμως σκοτώνει. Κι όχι τους άπληστους.


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
Και είπεν ο όφις τη γυναικί· ου θανάτω αποθανείσθε· ήδει γαρ ο Θεός, ότι η αν ημέρᾳ φάγητε απ᾿ αυτού, διανοιχθήσονται υμών οι οφθαλμοὶ και έσεσθε ως θεοί, γινώσκοντες καλόν και πονηρόν. και είδεν η γυνή, ότι καλόν το ξύλον εις βρώσιν και ότι αρεστόν τοις οφθαλμοίς ιδείν και ωραίον εστί του κατανοήσαι, και λαβούσα από του καρπού αυτού έφαγε· και έδωκε και τω ανδρί αυτής μετ' αυτής, και έφαγον. και διηνοίχθησαν οι οφθαλμοί των δύο, και έγνωσαν ότι γυμνοί ήσαν, και έρραψαν φύλλα συκής και εποίησαν εαυτοίς περιζώματα.
Μωυσή, «Γένεσις, Γ, 4-7»

Friday, August 14, 2020

Το Αιγαίο και τα ψάρια του, τα κανόνια και το κρέας τους

 Εφημερίδα των Συντακτών, 14-16/8-2020

Με το παρόν επιχειρείται εισπήδησις, που θα έλεγαν και οι ιεράρχες, αν δεν είχαν μπλέξει τα άμφια με τα φισεκλίκια, διχασμένοι ανάμεσα στο εθνικοπατριωτικό σάλπισμα υπέρ βωμών και καλωδίων και στον εξορκισμό του ενσαρκωμένου σε λοιμωξιολόγο εξαποδό, ο οποίος παραπλανά τους πιστούς ότι ο Covid-19 μεταδίδεται με την αγία λαβίδα στη θεία μετάληψη - θου Κύριε. Αλλά, πράγματι, το πόνημα αποτελεί εισπήδηση, όχι με την έννοια του εκκλησιαστικού πρωτοκόλλου, αλλά με την οπτική της ναυτοσύνης και δη στην πειρατική εκδοχή της. Εισπήδηση λοιπόν, κανονικό ρεσάλτο δηλαδή, στα πεδία της θαλάσσιας πολιτικο-στρατιωτικής διπλωματίας, όπου πέφτει άγριο πήδημα, στα όρια του βιασμού της κοινής λογικής και του πολιτικού ρεαλισμού.


Κατ’ αρχήν, το Αιγαίο
ανήκει στα ψάρια του. Και το Αιγαίο και η Aνατολική Μεσόγειος και όλα τα πελάγη και οι ωκεανοί, που αποτελούν το φυσικό ενδιαίτημα των ψαριών και λοιπών θαλάσσιων ειδών πολύ πριν το είδος μας αποφασίσει να οικοπεδοποιήσει κάθε λεύγα θάλασσας, υγρής ή παγωμένης. Ο ευφυής αναρχικός σαρκασμός στις εξάρσεις της ελληνοτουρκικής διένεξης της δεκαετίας του ’80 παραμένει επίκαιρος και τελικά η μόνη απόλυτα ειλικρινής (παρά την πολιτική της αφέλεια) προσέγγιση σε ένα θέμα που η πολιτική, η διπλωματία, η εμπορευματοποίηση και η στρατιωτικοποίηση του πλανήτη έχει κάνει πιο περίπλοκο απ’ όσο πραγματικά είναι. Το Αιγαίο ανήκει στα ψάρια του, όχι με την έννοια της «βαθιάς οικολογίας» που θεωρεί άξια επιβίωσης μόνο την αυτοαναπαραγόμενη αμοιβάδα, αλλά γιατί αυτό ίσχυσε επί χιλιετίες οικονομικού πολιτισμού και ναυσιπλοΐας. Ακόμα κι οι Ρωμαίοι που χαρακτήρισαν τη Μεσόγειο «Mare Nostrum», αν και εφευρέτες του Δικαίου, δεν διανοήθηκαν να θεμελιώσουν ιδιοκτησιακά δικαιώματα στη θάλασσα: απλώς εξέφραζαν την αυταρέσκειά τους και μετέτρεψαν τη Μεσόγειο σε λίμνη τους, όταν η αυτοκρατορία τους κατέλαβε και την τελευταία σπιθαμή εδάφους σε νότια Ευρώπη, βόρεια Αφρική και Μικρά Ασία.

Κι έτσι έμεινε για αιώνες
η θάλασσα αδέσποτη και χωρίς ιδιοκτήτες. Ακόμη και την εποχή των εξερευνήσεων και της αποικιοποίησης των πέραν της Ευρώπης ηπείρων, ουδείς διενοήθη -ούτε καν οι αδηφάγοι Αγγλοι ή οι άπληστοι Ολλανδοί- να οικοπεδοποιήσει τους ωκεανούς και τα πελάγη. Εμειναν σκοτεινά, μυστηριώδη κι επίφοβα, γιατί ακόμη κι οι ναυτικές υπερδυνάμεις όλο και σε κάποια γοργόνα πάνω θα έπεφταν και θα έδιναν τη λάθος απάντηση στην ερώτηση-παγίδα «ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος;», όλο και κάποια λευκή φάλαινα φυσητήρας θα έδινε θανάσιμη και αμετάκλητη απάντηση σ’ έναν κάπτεν Αχαάβ για την κυριαρχία στη θάλασσα. Οποιος έχεις διαβάσει το «Μόμπι Ντικ», καταλαβαίνει γιατί το Αιγαίο ανήκει στα ψάρια του και στα θηλαστικά και στα μαλάκια και στα οστρακόδερμά του.

Αυτό λίγο-πολύ το 'ξεραν ακόμη κι οι αποικιοκράτες στην κορύφωση του ανταγωνισμού για την «ανακάλυψη» και κατάληψη των υπερπόντιων κτήσεων, αποδεχόμενοι τη ρεαλιστική αρχή της «ελευθερίας των θαλασσών» (Mare Liberum) του Hugo Grotius που έλεγε το εξής απλούστατο: η θάλασσα δεν ανήκει σε κανέναν, δεν νοείται εθνική κυριαρχία πάνω της, κάθε έθνος δικαιούται να ταξιδεύει στα νερά της και το μόνο δικαίωμα που μπορεί να διεκδικεί έναντι των άλλων εθνών είναι αυτό της αβλαβούς διέλευσης. Τα υπόλοιπα ήταν υπόθεση της θάλασσας, που αν ήθελε σ’ άφηνε να τη διαπλεύσεις ήρεμα, αν γούσταρε σε κατάπινε ώσπου να πεις «φάλαινα».

Εξ ου και ο Σκαρίμπας εξήρε αθυρόστομα την προαιώνια -και ερήμην ανθρώπων- ΑΟΖ θάλασσας και θαλασσίων ειδών με τον περίφημο στίχο: «γεια σου πουτάνα θάλασσα που σε γαμούν τα ψάρια, που σε γαμεί κι ο κάβουρας με τα στραβά ποδάρια». Φυσικά, αυτό υπερεκτιμά κάπως τις δυνάμεις των αλιευμάτων, που ενίοτε καταλήγουν στο τηγάνι ή στη σχάρα, αλλά κι εμείς μάλλον υπερτιμούμε τις δυνατότητές μας απέναντι στους καραδοκούντες Μόμπι Ντικ.

Πότε περάσαμε από τη Mare Liberum στη Mare Clausum; Από τον 17ο αιώνα υπήρξαν πολλοί, με πρώτους τους Αγγλους, που επιχείρησαν να αμφισβητήσουν τη βολική για όλους «ελευθερία των θαλασσών», επιχειρώντας να θεμελιώσουν δικαίωμα κρατικής κυριαρχίας στη θάλασσα, τουλάχιστον με την εμβέλεια των κανονιών που είχαν στα καράβια τους. Αλλά επειδή αυτή η εμβέλεια μετά βίας ξεπερνούσε τα 200-300 μέτρα, η κυριαρχία στη θάλασσα ήταν χωρίς νόημα. Πιο αποτελεσματική ήταν η κρατικά χορηγούμενη πειρατεία.

Τα πράγματα άλλαξαν στον 20ό αιώνα, όταν η δίψα για πετρέλαιο και η τεχνολογία εκμετάλλευσης των υποθαλάσσιων κοιτασμάτων συναντήθηκαν με το άλμα στην τεχνολογία του πολέμου. Που όχι απλώς αύξησε την εμβέλεια των κανονιών, αλλά έδωσε τη δυνατότητα να κάνουν τη βρομοδουλειά με κατανάλωση λιγότερου ανθρώπινου κρέατος (αυτό ήταν ένα από τα κεκτημένα της πολεμικής τεχνολογίας μετά την αιματηρή εμπειρία δύο παγκοσμίων πολέμων). Το Δίκαιο της Θάλασσας, στο οποίο όλοι ομνύουν, είναι κατά κάποιον τρόπο προϊόν της συνάντησης των βιομηχανιών των υδρογονανθράκων και του πολέμου, από την οποία προέκυψε η ιδέα της πλήρους εμπορευματοποίησης, οικοπεδοποίησης και ουσιαστικά ιδιωτικοποίησης της θάλασσας όχι μόνο στην επιφάνεια, αλλά και κάτω από τον βυθό της. Το Δίκαιο της Θάλασσας και των κρατικών κυριαρχιών σ’ αυτήν είναι το αποτύπωμα μιας άγριας, ανταγωνιστικής αγοράς βυθού που θα έκανε και τον Μόμπι Ντικ να τρέμει από τρόμο.

Αυτά τα στοιχειώδη είναι καλό να τα ξέρουν όσοι είναι έτοιμοι να ζωστούν με φισεκλίκια και να γίνουν μπουρλοτιέρηδες για υφαλοκρηπίδες, αιγιαλίτιδες, χωρικά ύδατα, ΑΟΖ, επήρειες, σεισμικές έρευνες, καλώδια κι όσα ακατάληπτα συγκροτούν τη φαντασιακή πατριδοκαπηλική αρλούμπα περί προαιώνιων κυριαρχικών δικαιωμάτων, βωμών, εστιών και κυμάτων, πίσω από την οποία κρύβονται οι έμποροι εθνών, συνόρων, υδρογονανθράκων και όπλων. Ολα είναι υπόθεση παζαριού -ανατολίτικου ή δυτικότροπου, μικρή σημασία έχει- κι αργά ή γρήγορα η ελληνοτουρκική (ή η ελληνο-τουρκο-λιβανο- κυπρο-συρο-αιγυπτιο-λιβυο-παλαιστινο-ισραηλινή) διαφορά για τις θαλάσσιες κυριαρχίες στην Ανατολική Μεσόγειο θα καταλήξει σ’ ένα τραπέζι διαπραγμάτευσης. Είτε προηγηθεί σύρραξη είτε όχι. Διαλέξτε αν θέλετε πρώτα να ταΐσετε τα κανόνια με φρέσκια ανθρώπινη σάρκα, εφόσον το θεωρείτε αρκούντως πατριωτικό. Αυτό το αναπόφευκτο παζάρι είναι το απλό, κοινό, ανομολόγητο μυστικό όλου του πολιτικού συστήματος, οριζοντίως. Οσο το κρύβει, συμβάλλει στην εξαπάτηση μιας κοινωνίας που ματαιοπονεί σαν τον Αχαάβ να εκδικηθεί για ένα κομμένο πόδι. Με τον κίνδυνο να χαθεί ολόκληρος.

ΥΓ.: Τις βλέπω τις κρεμάλες να στήνονται στο Σύνταγμα, έτοιμες για τα εύθραυστα λαιμουδάκια μας.


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 

 
Ο αέρας ανήκει σε αυτήν την κατηγορία πραγμάτων (σ.σ. res communis=κοινά τοις πάσι) για δύο λόγους. Πρώτον, δεν είναι δεκτικός στην κατοχή και, δεύτερον, η κοινή χρήση του προορίζεται για όλους τους ανθρώπους. Για τους ίδιους λόγους η θάλασσα ανήκει από κοινού σε όλους. Γιατί είναι τόσο απεριόριστη που δεν μπορεί να γίνει ιδιοκτησία κανενός-καμίας, και επειδή είναι προορισμένη για χρήση από όλους, είτε το θεωρούμε από την άποψη της ναυσιπλοΐας είτε από την άποψη της αλιείας.
Hugo Grotius, «Mare Liberum» (Η ελευθερία των θαλασσών), 1609

 

Saturday, August 8, 2020

Πολιτική οικονομία της μαρμελάδας

 Εφημερίδα των Συντακτών, 8-9/8-2020

Οχι, δεν τρελαίνομαι για μαρμελάδα. Δεν είμαι τύπος του αμερικανικού ή κοντινεντάλ πρωινού των ξενοδοχείων των προηγούμενων δεκαετιών. Δεν είμαι τύπος του πρωινού γενικώς. Δεν είμαι επίσης κυρίως του γλυκού, συνδέω την πείνα πάντα με το αλμυρό. Αλλά την εκτιμώ τη μαρμελάδα, αυτή την απλούστατη βόμβα θερμίδων και υδατανθράκων, το γλύκισμα των δύο μόνο υλικών -φρούτο και ζάχαρη- που απογειώνει τους γευστικούς κάλυκες. Και καταλαβαίνω γιατί κατά κανόνα τοποθετείται ψηλά στην πυραμίδα των παιδικών επιθυμιών, πιθανότατα σε πείσμα της χαμηλής ιεράρχησής της από διατροφολόγους και διαιτολόγους που θα προτιμούσαν στη θέση της το μέλι. Σε κάθε περίπτωση μπορεί κανείς να καταλάβει γιατί η μαρμελάδα έχει κερδίσει έναν πρωταγωνιστικό ρόλο στον συμβολισμό του πολιτισμού της επιθυμίας.

Απ’ αυτόν τον συμβολισμό,
άλλωστε, προέκυψε και το πέρασμα της μαρμελάδας στην πολιτική οικονομία. Βεβαίως δεν κάνω πλάκα, ούτε εκμεταλλεύομαι τη θερινή χαλαρότητα (ποια χαλαρότητα, θα μου πείτε). Υπάρχει πράγματι μια αυθεντική πολιτική οικονομία της μαρμελάδας, όπως υπάρχει η πολιτική οικονομία του μελιού, μια αυθεντική οικονομία κλοπής, υπεξαίρεσης και απαλλοτρίωσης, που δεν είναι της παρούσης. Η πολιτική οικονομία της μαρμελάδας, διατυπωμένη τον 19ο αιώνα από τον Λιούις Κάρολ, στο σίκουελ της «Αλίκης στη χώρα των θαυμάτων» (βλέπε το ένθετο σχετικό απόσπασμα), συνίσταται στον απλούστατο κανόνα της Βασίλισσας: «Μαρμελάδα χθες, μαρμελάδα αύριο, αλλά ποτέ μαρμελάδα σήμερα».

Οι μεσήλικες και άνω πιθανότατα κατανοούν την ευρύτατη χρήση του κανόνα της μαρμελάδας, που τριχοτομεί τον πολιτικό χρόνο σε ένα αμαρτωλό και ενοχικό παρελθόν, σε ένα οραματικό μέλλον και σε ένα εφικτό και -συνήθως- οδυνηρό παρόν. Το πρόβλημα αυτής της τριχοτόμησης είναι ότι οι κοινοί θνητοί, αποδέκτες των προϊόντων της πολιτικής οικονομίας της μαρμελάδας, είναι αδύνατο να τραφούν μόνο με μνήμες και ενοχές για το παρελθόν ή με μεγάλες προσδοκίες για το μέλλον. Τρέφονται αποκλειστικά με «παρόν». Από τις τρεις εκδοχές μαρμελάδας της Βασίλισσας μόνο η «μαρμελάδα σήμερα» είναι βρώσιμη. Οι άλλες δύο μαρμελάδες είτε απλώς οξύνουν το αίσθημα της ανικανοποίητης πείνας είτε, αντιθέτως, προκαλούν τη μέχρι αηδίας αίσθηση κορεσμού.

Ο πονηρός συλλογισμός
του κανόνα της μαρμελάδας είναι ότι ο λόγος που στερείστε τη μαρμελάδα σήμερα είναι πως καταναλώσατε υπερβολική μαρμελάδα στο παρελθόν, πιθανότατα φτάνοντας με επικίνδυνους ακροβατισμούς το φυλαγμένο στα ψηλά ράφια βάζο. Προϋπόθεση, λοιπόν, για να έχετε επαρκή μαρμελάδα στο μέλλον είναι να τη στερηθείτε σήμερα. Αυτό, άλλωστε, παραμένει ώς σήμερα η κυρίαρχη ερμηνεία για ό,τι υπέστη η οικονομία και η κοινωνία τη δεκαετία των μνημονίων. Είναι ο απόηχος του παγκάλειου «μαζί τα φάγαμε», του οποίου ποικίλες εκδοχές, λίγο πιο περίτεχνες και επιστημονικοφανείς, ακούμε και σήμερα. Οι ψηλές συντάξεις, άρα οι συνταξιούχοι φταίνε για τα ελλείμματα του ασφαλιστικού συστήματος. Ο εφησυχασμός των ανέργων στα ανεπαρκή προσόντα τους φταίει για την ανεργία τους. Η διοχέτευση των δημόσιων πόρων σε καταναλωτικές δαπάνες φταίει για το παραγωγικό και επενδυτικό έλλειμμα της χώρας.

Κι είναι αληθινά
εντυπωσιακή η ευκολία με την οποία η έκθεση της Επιτροπής Πισσαρίδη επαναλαμβάνει τον κανόνα της μαρμελάδας, αποτελώντας υπόδειγμα επιστημονικοφανούς λαϊκισμού: αυτά που περιγράφει ως «πληγές» της ελληνικής οικονομίας -οι χαμηλές επενδύσεις, το αποταμιευτικό κενό, η τεράστια πιστωτική επέκταση, τα ελλείμματα, η χαμηλή παραγωγικότητα, η υψηλή εξάρτηση από τον τουρισμό- παρουσιάζονται όχι ως το αποτύπωμα των επιλογών των κυβερνήσεων των τελευταίων δεκαετιών, των κυρίαρχων επιχειρηματικών καρτέλ και του πελατειακού καπιταλισμού α λα ελληνικά, αλλά ως προϊόντα «αυθόρμητων» επιλογών της κοινωνίας, των μικροεπιχειρηματιών, των καταναλωτών, των εργαζόμενων και των κηφήνων. Ητοι, ως προϊόν μιας απληστίας για υπερβολική, μέχρι διαβητικού κώματος, κατανάλωση μαρμελάδας που τώρα υποχρεούμαστε να τη στερηθούμε προκειμένου να ξανάχουμε μαρμελάδα αύριο, στο εγγύς ή στο απώτατο μέλλον.

Ο σχεδόν μισός αιώνας
που έχει περάσει από τη Μεταπολίτευση είναι μια διαδοχή επεισοδίων της πολιτικής οικονομίας της μαρμελάδας. Στο όνομα ενός επικίνδυνα σακχαρώδους παρελθόντος και της προσδοκίας για ένα υγιεινά γλυκύτερο μέλλον πολιτεύτηκαν οι κυβερνήσεις σχεδόν όλου του πολιτικού φάσματος. Η πρώτη καραμανλική οκταετία επικαλούνταν την καταστροφική χούντα και την προσδοκία της ΕΟΚικής ευημερίας. Η πρώτη παπανδρεϊκή οκταετία επικαλέστηκε την «καμένη γη» της Δεξιάς και την ανάγκη δημιουργίας «νέων τζακιών» που θα μετέτρεπαν την Ελλάδα σε παράδεισο νέας επιχειρηματικότητας. Η τετραετία Μητσοτάκη πατρός υποσχέθηκε την κάθαρση της οικονομίας από το βουλιμικό για μαρμελάδα κράτος. Η σημιτική οκταετία έταξε πολύ μαρμελάδα αύριο, με την ένταξη στην ευρωζώνη, επιβάλλοντας στέρηση μαρμελάδας σήμερα, υπέρ των κριτηρίων σύγκλισης. Και η δεύτερη καραμανλική (του ανιψιού) εξαετία, αφού επέτρεψε μια γερή δόση ολυμπιακής μαρμελάδας, μας βούτηξε στην πίσσα του χρέους.

Ετοιμαζόμαστε για την τελευταία,
μητσοτάκεια εκδοχή του κανόνα της μαρμελάδας. Ολη η πολιτική της κυβέρνησης, οικτρά διαψευσμένη στον πρώτο κιόλας χρόνο θητείας της, χτίζεται γύρω από τη μετάθεση της προσδοκίας για «άφθονη μαρμελάδα αύριο» στα 70 δισ. κοινοτικών επιδοτήσεων και δανείων. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι και το ποσό θα αποδειχτεί ανεπαρκές μπροστά στην έκταση και την ένταση ανεργίας και λουκέτων, και οι όροι του σκληροί, και οι χρόνοι εκταμίευσής του αργοί. Ετσι, το σενάριο μιας εκλογικής φυγής του Κυρ. Μητσοτάκη κατά το φθινόπωρο θα έχει βέβαια πολύ «μαρμελάδα αύριο», αλλά το μόνο που θα εγγυάται πραγματικά είναι μερικά δάχτυλα στο μέλι σήμερα. Οσα και όσο προλάβουνε.



ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 

 
«Είναι πολύ καλή η μαρμελάδα», είπε η Βασίλισσα.
«Οπωσδήποτε, δεν θέλω μαρμελάδα σήμερα».
«Δεν θα 'παιρνες έτσι κι αλλιώς», είπε η Βασίλισσα. «O κανόνας είναι μαρμελάδα αύριο και μαρμελάδα χτες - αλλά ποτέ μαρμελάδα σήμερα».
«Πρέπει να φτάνει καμιά φορά στο μαρμελάδα σήμερα», είπε η Αλίκη.
«Οχι, δεν γίνεται», είπε η Βασίλισσα. «Είπαμε μαρμελάδα μέρα παρά μέρα: σήμερα δεν είναι κάποια παρά μέρα, ξέρεις!»


Λιούις Κάρολ, «Μες στον καθρέφτη και τι είδε η Αλίκη εκεί»

Saturday, August 1, 2020

Ο Μωυσής κόβει κορδέλα στον Καιάδα

ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ, 1-2/8/2020


"Πίσω! Είναι μούφα! Δεν είναι η Ερυθρά, η είσοδος του Καιάδα είναι".

Σε μια γαλλική κωμωδία που είδα πρόσφατα (τίποτα συγκλονιστικό, περνά ευχάριστα μιάμιση ώρα με σποραδικά γελάκια), υπό τον ελληνικό τίτλο «Νέοι είστε και φαίνεστε» (Les Vieux Fourneaux, ο γαλλικός τίτλος, ουδεμία σχέση), η πρωταγωνίστρια, περίπου τριαντάρα, ξεσπάει εναντίον μιας ομάδας υπερηλίκων, στην ηλικία του συμπρωταγωνιστή παππού της, ανθρώπων της γενιάς του μεγάλου πολέμου, τους οποίους κατηγορεί για τα πάντα: για την παγκοσμιοποίηση, την κλιματική αλλαγή, την υπερκατανάλωση, την εξάντληση των φυσικών πόρων, την οικονομική κρίση, την άνοδο του εθνικισμού, τη λιτότητα και, τελικά, γιατί ζουν πάρα πολύ.

Οι προθέσεις του σεναριογράφου δεν μου είναι σαφείς, είναι όμως σαφές, σαφέστατο το αποτέλεσμα: το εκ πρώτης όψεως αντινεοφιλελεύθερο ξέσπασμα της τριαντάρας –που είναι και έγκυος, άρα μιλά εξ ονόματος και της τέταρτης γενιάς– κατά της γενιάς των παππούδων της είναι η πεμπτουσία του κοινωνικού δαρβινισμού, επομένως και του νεοφιλελευθερισμού: Κωλόγεροι! Ζείτε πολύ κι είσαστε και πολλοί! Γι’ αυτό καταρρέουν τα ασφαλιστικά συστήματα, γι’ αυτό γονατίζουν τα συστήματα υγείας και τα νοσοκομεία, γι’ αυτό οι προϋπολογισμοί είναι ελλειμματικοί και τα δημόσια χρέη ανεξέλεγκτα, γι’ αυτό δεν περισσεύουν χρήματα να στηρίξουμε τους νέους και τους ανέργους, γι’ αυτό καταρρέει το κοινωνικό κράτος, γι’ αυτό και ο Covid-19 κοντεύει να διαλύσει τις ανθηρές οικονομίες μας. Γιατί έπρεπε να προστατέψουμε τις ατέλειωτες στρατιές από κωλόγερους και κωλόγριες, τα δισεκατομμύρια ραμολιμέντων που έχουν μετατρέψει τον πλανήτη σε απέραντο γηροκομείο, μισές δουλειές έκανε ο κορονοϊός στους οίκους ευγηρίας της Γαλλίας, της Ιταλίας και των ΗΠΑ, έπρεπε ν’ αφήσουμε τη φύση να κάνει τη δουλειά της, η πανδημία θα ήταν η τέλεια μαλθουσιανή καταστροφή, ο απόλυτος εξυγιαντής του παγκόσμιου πληθυσμού, η πύλη προς τον γενναίο, νέο κόσμο, ας όψονται οι δουλείες των σκουριασμένων ιδεών περί αλληλεγγύης των γενεών και οι γελοίες επιβιώσεις του μωσαϊκού νόμου – «τίμα τον πατέρα σου…». Τι «τίμα τον»; Πάρ’ τον απ’ το χέρι, οδήγησέ τον μέχρι τον Καιάδα κι ευχήσου του να πάει στην ευχή του καριόλη. Κι αν δεν έχει το θάρρος να πέσει μόνος, σπρώξ’ τον.

Για να είμαι ειλικρινής, το προηγηθέν παραλήρημα προφανώς αδικεί την ταινία και τις προθέσεις των δημιουργών της. Αλλά ήταν το κατάλληλο πρόσχημα για να περάσω από τα καταστρεπτικά δεσμά του μωσαϊκού νόμου στον δικό μας Μωυσή, ο οποίος από τις δέκα εντολές έχει ήδη καταργήσει πρωτίστως την ένατη, ανάγοντας το ψέμα και την πολιτική απάτη σε υπέρτατη αρετή. Με την καταδρομική επιχείρηση κατά των αναδρομικών των συνταξιούχων, που εξαπέλυσε προ ημερών στη Βουλή, επισημοποίησε την κατάργηση και της πέμπτης εντολής, δίνοντας μια ταιριαστή συνέχεια στο σερί πρωθυπουργικών εγκαινίων: πρώτα εγκαινίασε μια δύση ηλίου (Σαντορίνη), στη συνέχεια μια κατεδάφιση (Ελληνικό), μετά μια υποψήφια έρημο (Ερημίτης), ακολούθως μια μονάδα έλασης αλουμινίου, τι πιο φυσικό να εγκαινιάσει τώρα έναν Καιάδα, μόνο που αντί κορδέλας, πριονοκορδέλα ακρωτηριασμών θα παίξει. Οικονομικών στην αρχή, κανονικών σωματικών, μόλις παραστεί ανάγκη.
Πέρα από την πλάκα, όσα καταδρομικά κατά των αναδρομικών εξαπέλυσε ο Κυρ. Μωυσής, είναι μια συμπύκνωση της μαλθουσιανής επαγγελίας, επενδεδυμένη με μια σατανική επιχείρηση εμφύσησης τύψεων και ενοχών στους ανθρώπους της τρίτης ηλικίας. Τύψεων γιατί διεκδίκησαν ένα ελάχιστο μέρος από όσα βίαια τους άρπαξε η μνημονιακή καταδρομή. Ενοχών γιατί ζουν πολύ και άρα ζουν εις βάρος των επόμενων γενιών. Των παιδιών και των εγγονιών τους.

Δεν υπάρχει καμιά υπερβολή και κανένα σχήμα λόγου σ’ αυτό. Οι φράσεις της ομιλίας του Μητσοτομωυσή στη Βουλή –όποιος του την έγραψε είναι για Πούλιτζερ–, τα επιχειρήματα της πολιτικής εξαπάτησης είναι χαρακτηριστικά ενός βαθιά νεοφιλελεύθερου, μισάνθρωπου, κοινωνικο-δαρβινιστικού, φασίζοντος πνεύματος. Παραθέτω εντός εισαγωγικών: «Η δαπάνη αγγίζει τα όρια των δημοσιονομικών δυνατοτήτων του τόπου… Η αλήθεια είναι ότι οι συνταξιούχοι μας δεν χτυπήθηκαν όσο άλλες κατηγορίες από την πανδημία. Προστατεύτηκαν πλήρως και η πολιτεία οφείλει να κρατά δημοσιονομικές ισορροπίες, να εξετάζει προφανώς και τη βιωσιμότητα του χρέους αλλά και να κρατά εφεδρείες… Θέλω αυτή η απόφαση να εκτιμηθεί… Δεν υπάρχουν περιθώρια άλλων παροχών. Οτιδήποτε διαφορετικό θα ήταν άδικο για τους ανέργους, θα ήταν άδικο για τους εργαζόμενους, ο κόπος των οποίων χρηματοδοτεί το ασφαλιστικό σύστημα. Θα ήταν άδικο για τις επόμενες γενιές. Αδικο για το σύνολο της κοινωνίας που αντιμετωπίζει με ενότητα, ομοψυχία… αλλεπάλληλες προκλήσεις, από τα γεγονότα στον Εβρο και την πανδημία μέχρι τη διεθνή οικονομική αναταραχή και την επιθετική συμπεριφορά των γειτόνων μας. Γιατί το αξιόμαχο των Ενόπλων Δυνάμεων οφείλουμε να το κρατάμε ψηλά, οφείλουμε όμως και να το χρηματοδοτούμε, ειδικά σε περιόδους όπως αυτές που διανύουμε».

Πόσο άρρωστος πρέπει να είσαι για να σκαρφιστείς όλον αυτόν τον ψυχολογικό εκβιασμό, να υποβάλεις σε συναισθηματική ευθανασία 2,5 εκατ. ανθρώπους τους οποίους φορτώνεις ενοχές κι ευθύνες για τα πάντα: για τα μέτρα προστασίας τους στη διάρκεια της πανδημίας. Για το δημόσιο χρέος που θα αυξηθεί. Για τα δημοσιονομικά ελλείμματα και για τα μέτρα λιτότητας που ενδεχομένως θα χρειαστεί να πάρεις στο εγγύς μέλλον. Για την ανεργία, για την επιδείνωση των εργασιακών σχέσεων, για τη μείωση των μισθών των εργαζομένων. Για το δυσοίωνο μέλλον των νέων ανθρώπων. Για την επιβίωση του ασφαλιστικού συστήματος. Για την επερχόμενη ύφεση. Για τη φύλαξη των συνόρων, για το αξιόμαχο του στρατού, για την αντιμετώπιση του εξωτερικού εχθρού (για τον εσωτερικό, πώς του ξέφυγε;).
«Για όλα φταίτε εσείς, κωλόγριες και κωλόγεροι, πάρτε από ένα πεντακοσάρικο και βουλώστε το, και που υπάρχετε βάρος είστε, βάρος στα παιδιά και στα εγγόνια σας»: αυτό είναι με λίγα λόγια το μήνυμα του Κυρ. Μωυσή μας, που εγκαινίασε με πολιτικά ορθή ορολογία τον Καιάδα της εποχής της πανδημίας.

ΥΓ1. Υποθέτω ότι ο πατήρ του εγχωρίου Μωυσέως, που έπιασε τα 99, ουδόλως θα εκτιμούσε την επί Καιάδα ομιλία του υιού.
ΥΓ2. Αυτή η αξιοπρεπής κυρία, που είναι ΠτΔ, αλλά ως πρόεδρος του ΣτΕ προήδρευσε στη συνεδρίαση για τα αναδρομικά, δεν νιώθει την ανάγκη να υπερασπίσει κάπως την απόφαση του δικαστηρίου, που ο Μωυσής την έριξε κι αυτήν στον Καιάδα;


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

Τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου, ον τρόπον ενετείλατό σοι Κύριος ο Θεός σου, ίνα εύ σοι γένηται και ίνα μακροχρόνιος γένη επί της γης, ης Κύριος ο Θεός σου δίδωσί σοι.

Μωυσέως, Δευτερονόμιο Ε', 6-21, Παλαιά Διαθήκη