Saturday, October 30, 2010

Φειδιππίδης (30/10/2010)

Υπήρξε ή δεν υπήρξε, μύθος ή υπερμεγεθυμένη πραγματικότητα, ο Φειδιππίδης είναι περισσότερο ένα ιδεολογικό μνημείο της νεωτερικότητας, παρά της κλασικής Αθήνας της άμεσης πολιτικής δημοκρατίας. Άλλωστε, την ιστορία του δεν τη διηγείται κανένας σύγχρονός του. Ο Ηρόδοτος έγραψε την ιστορία των Περσικών Πολέμων πενήντα χρόνια μετά το μυθικό ξεψύχισμα του νεαρού ημεροδρόμου, και οι επόμενοι που έδωσαν παραλλαγές του «γεγονότος» έζησαν μέχρι και τέσσερις αιώνες αργότερα. Ο ίδιος ο Ηρόδοτος δεν κάνει καμία αναφορά στον «μαραθώνιο» του Φειδιππίδη, για κάποιον Θέρσιππο τον Ερχιέα μιλάει ο Πλούταρχος, για έναν οπλίτη Ευκλέα κάνει λόγο ο Λουκιανός. Άλλωστε, αν και οι αρχαίοι ημών ήταν αθλητικοί τύποι, κανείς δεν σκέφτηκε να καθιερώσει «μαραθώνιο» προς τιμήν του Φειδιππίδη στους αρκετούς αιώνες μετά τη μάχη του Μαραθώνα που συνεχίστηκαν οι Ολυμπιακοί και άλλοι «ιεροί» αγώνες. Ο μαραθώνιος εφευρίσκεται στα τέλη του 19ου αιώνα, στην ακμή της βιομηχανικής εποχής, από ανθρώπους που θέλουν να δώσουν μια γερή δόση ιδεολογικού ρομαντισμού στον ραγδαία αναπτυσσόμενο καπιταλιστικό κόσμο.

Τι είναι, άλλωστε, ο Φειδιππίδης; Ένας άνθρωπος που φτάνει στα όρια της αντοχής του. Αναμετριέται με τις φυσικές του δυνάμεις, όπως οι προλετάριοι της βιομηχανικής αλυσίδας που δούλευαν ακόμη 10 και 12 ώρες τη μέρα, τα παιδιά-εργάτες της βικτοριανής Αγγλίας που τρύπωναν στις στενές στοές των ανθρακωρυχείων, οι εργάτες της γραμμής παραγωγής της Φορντ και του επιστημονικού μάνατζμεντ του Τέιλορ, ο Σταχάνοφ και οι σταχανοβίτες της Σοβιετικής Ένωσης που θυσίαζαν και την τελευταία ικμάδα τους για την αύξηση της παραγωγής. Ο Φειδιππίδης, εν ολίγοις, είναι περισσότερο μια βιολογική μηχανή που δοκιμάζουμε τις επιδόσεις της μέχρι τα άκρα για τις ανάγκες του πολιτισμού της μεγέθυνσης, παρά ένα πρότυπο αυτοθυσίας που αντιστοιχεί στον κλασικό πολιτισμό του μέτρου.

Άλλωστε, ακόμη κι αν υπήρξε ο Φειδιππίδης, ακόμη κι αν ήταν ένας από τους 10.000 ανώνυμους Αθηναίους που παρατάχθηκαν απέναντι σε 50.000 Πέρσες, ακόμη κι αν δεν χρειάστηκε να τρέξει μόνος τα 42 και κάτι χιλιόμετρα της διαδρομής μεταφέροντας το «Νενικήκαμεν» (αφού, έτσι κι αλλιώς, σχεδόν όλος ο αθηναϊκός στρατός έσπευσε μετά τη νίκη του αυθημερόν στην Αθήνα για να αποτρέψει μια περσική αντεπίθεση), ακόμη κι αν ισχύουν όλα αυτά, ας αναρωτηθούμε τι ακριβώς υπεράσπιζε ο Φειδιππίδης και όλη η Αθηναϊκή νεολαία που παρατάχθηκε στον Μαραθώνα; Υπερασπιζόταν μια οικονομικά ακμάζουσα πόλη και ταυτόχρονα μια πολιτική δημοκρατία που αντιστάθμιζε με πολιτική ισχύ όσα η οικονομική ακμή στερούσε από τους φτωχότερους πολίτες. Μπορεί η αθηναϊκή δημοκρατία να μην κατάφερε ποτέ να μεταφράσει σε κοινωνική ισότητα αυτό το ισοζύγιο οικονομίας και δημοκρατίας, αλλά αυτό που παρείχε στους πολίτες της -έστω και χάρη στην παραγωγική δραστηριότητα των δούλων που προσέφερε στους ελεύθερους Αθηναίους άφθονο ελεύθερο χρόνο- ήταν κάτι μοναδικό στην ιστορία της ανθρωπότητας. Ίσως να παραμένει ακόμη και σήμερα μοναδικό.

Ο Ηρόδοτος εξηγεί μ’ αυτό ακριβώς το κριτήριο δύο φορές το νόημα της αυτοθυσίας και του ρίσκου που έπαιρναν οι μάχιμοι Αθηναίοι. Πρώτα, μιλώντας για τους χιλιάδες ανώνυμους «Φειδιππίδες», αναδεικνύει ένα κίνητρο συλλογικό, που γίνεται απολύτως όμως απολύτως ατομικό: «Γιατί καθένας ένιωθε ότι, πολεμώντας γα μια ελεύθερη κοινοπολιτεία, πολεμούσε στην πραγματικότητα για τον εαυτό του». Κι έπειτα, παρουσιάζοντας την επιχειρηματολογία του Μιλτιάδη για να κερδίσει την κρίσιμη ψήφο του στρατηγού Καλλιμάχου υπέρ της άμεσης αναμέτρησης με τους Πέρσες: «Αν υποταχτούμε στους Πέρσες, ο Ιππίας θ’ αναλάβει πάλι την εξουσία, και δεν υπάρχει αμφιβολία πόση δυστυχία θα μας φέρει». Περισσότερο απ’ τους Πέρσες, τον Μιλτιάδη τον ανησυχεί η επιστροφή της τυραννίας στο πρόσωπο του προδότη Ιππία, γιου του Πεισίστρατου. Πατρίδα είναι, τελικά, η πολιτική δημοκρατία, με όλες τις οικονομικές και κοινωνικές υπεραξίες που αυτή απέδωσε στην Αθήνα.

Απ’ αυτή την άποψη, ο Φειδιππίδης (ή Φιλιππίδης) πράγματι έτρεξε με όλη τη δύναμη της ψυχής του, έτρεξε με τα πόδια κι έτρεξε και με το μυαλό ν’ αναγγείλει μια νίκη μοναδική, νίκη που επιτεύχθηκε όχι στο πεδίο του Μαραθώνα, αλλά μέσα στην Ακρόπολη, η οποία μετατράπηκε από Αγορά σε ένα μοναδικό πολιτικό εργαστήριο της ανθρωπότητας. Γι’ αυτό και πρέπει να θεωρήσουμε εξίσου ετεροχρονισμένη, νεωτερική- σχεδόν βιομηχανική- με τη μυθολογία του Φειδιππίδη την άποψη που ερμηνεύει τη μάχη του Μαραθώνα ως συμπύκνωμα της σύγκρουσης των πολιτισμών, της αναμέτρησης Δύσης και Ανατολής. Άποψη που δίνει στην έκβαση της μάχης του Μαραθώνα τη διάσταση ενός διαχρονικού τροπαίου για τον δυτικό, αστικό πολιτισμό.

Το προφανές σ’ αυτή τη σύγκρουση είναι πως στη δεσποτική, αυταρχική και επιθετική ανισότητα των «βάρβαρων Περσών» αντιπαρατέθηκε με επιτυχία η ελεύθερη, αβίαστη και δημοκρατική ισότητα των «πολιτισμένων Αθηναίων». Ασία εναντίον Ευρώπης, σημειώσατε 2. Είναι μια βολική ερμηνεία της ιστορίας που αποκρύπτει, βεβαίως, ότι από τον κύκλο της οικονομικής και κοινωνικής παρακμής πέρασαν έτσι κι αλλιώς πολλά αυταρχικά βασίλεια της Ασίας, αλλά και πολλές ώριμες δημοκρατίες της Ευρώπης. Ακόμη και η ίδια η Αθήνα, ιδιαίτερα όταν επιχείρησε να εξαργυρώσει την ακμή της με ιμπεριαλισμό. Επέκτεινε τη μηχανή του πλουτισμού της στους εταίρους και συμμάχους της, αλλά την άμεση δημοκρατία της την κράτησε ζηλόφθονα για τον εαυτό της, οδηγώντας την τελικά στον μαρασμό. Όταν οι Αθηναίοι έπαψαν να εξαρτούν την οικονομική τους ευμάρεια από τη λειτουργία της δημοκρατίας, την εγκατέλειψαν.

Ο δυτικός πολιτισμός, αν υποθέσουμε ότι απαρχή του ήταν η νίκη στον Μαραθώνα (όπως ισχυρίζονται οι θιασώτες της σύγκρουσης των πολιτισμών που οραματίζονται μιαν επανάληψή της στο Ιράν ή ακόμη και στην Κίνα), έχει προ πολλού υποκαταστήσει την «Ανατολή» στον δεσποτισμό, την απληστία, τον επεκτατισμό, την επιθετικότητα. Ακόμη και με το πρόσχημα της εξαγωγής της δημοκρατίας. Με τη ματιά του Φειδιππίδη, αν υποθέσουμε ότι ένας «Φειδιππίδης» των κλασικών χρόνων βρισκόταν ανάμεσά μας, μεταξύ Ανατολής και Δύσης σήμερα έχει γίνει μια θεαματική αντιστροφή. Ανάμεσα στις κοσμοθεωρίες του Κροίσου και του Σόλωνα, όπως τις παραθέτει ο Ηρόδοτος στον περίφημο διάλογο στις Σάρδεις, έχει επέλθει μια αντιμετάθεση. Στη θέση του άπληστου Κροίσου, που θεωρεί τη διαρκή αύξηση του πλούτου πηγή ευτυχίας, δεν βρίσκεται απαραίτητα ένας Ασιάτης δικτάτορας που λεηλατεί τον πλούτο της χώρας του και των γειτόνων του. Είναι οι ηγέτες και οι ιθύνουσες τάξεις των άπληστων δυτικών δημοκρατιών που φέρνουν την καπιταλιστική οικουμένη σε μια κατάσταση διαρκούς ανισορροπίας, αλλεπάλληλων κρίσεων και διεθνών εντάσεων που ελάχιστα απέχουν από το να εξελιχθούν σε πολεμικές. Και, αντιστρόφως, στη θέση του Σόλωνα που έχει αφήσει πίσω στην Αθήνα μια «σεισάχθεια», που δεν αρνείται τον πλούτο, αλλά δεν τον θεωρεί και απόλυτη συνάρτηση της ανθρώπινης ευτυχίας, μπορεί να δει κανείς τυραννίσκους και απολυταρχίες οι οποίες προσεγγίζουν με περισσότερο ρεαλισμό την ανάγκη της συνύπαρξης.

«Όλα τα αγαθά του ανθρώπου είναι στα χέρια της σύμπτωσης», λέει ο Σόλων στον Κροίσο και του θυμίζει, σε εκείνη την πολύ πρώιμη εποχή παγκοσμιοποίησης των κλασικών χρόνων, ότι η αλληλεξάρτηση των ανθρώπων, αλλά και των χωρών είναι τέτοια ώστε η συμφιλίωση και η συνεργασία γίνεται μονόδρομος επιβίωσης. «Όπως καμιά χώρα δεν έχει απόλυτη αυτάρκεια, παράγοντας όλα όσα χρειάζεται, αλλά έχει το ένα, της λείπει το άλλο… έτσι και στην περίπτωση του ανθρώπου. Ως άτομο κανένας δεν είναι αυτάρκης. Έχει το ένα; Του λείπει το άλλο». Απ’ αυτή τη ρεαλιστική σύλληψη του αλληλένδετου κόσμου η Δύση, που υποτίθεται πως γεννήθηκε στον Μαραθώνα και βαπτίστηκε στο ξεψυχισμένο «Νενικήκαμεν» του Φειδιππίδη, απέχει παρασάγγας. Αντίθετα, πιο κοντά της βρίσκονται πολλοί από τους «Πέρσες βασιλείς» της αναδυόμενης Ανατολής και του αναπτυσσόμενου κόσμου.

Έτσι, καθώς οι σύγχρονοι «Φειδιππίδες» διασχίζουν τα τελευταία χιλιόμετρα του μαραθωνίου τους, καθώς αναμετριούνται με τα όρια της αντοχής και της ύπαρξής τους παρέχοντας «γην και ύδωρ» στους σωτήρες, εταίρους και συμμάχους της πατρίδας, καλό θα είναι να κοντοσταθούν και ν’ αναρωτηθούν, πριν βγει η τελευταία τους ανάσα: Τι ακριβώς υπερασπίζονται;

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (30/10/2010)

…Τώρα βλέπω ότι εσύ έχεις μεγάλα πλούτη κι είσαι βασιλιάς πολλών ανθρώπων. Όμως, εκείνο που με ρώτησες είναι πρόωρο να το πω για σένα πριν μάθω ότι η ζωή σου βρήκε καλό τέλος. Γιατί ο πάμπλουτος δεν είναι πιο ευτυχισμένος απ’ αυτόν που έχει μόνο το καθημερινό του, αν δεν τον συντροφεύει τύχη που του χαρίζει ευτυχισμένα τα τέλη της ζωής του. Γιατί πολλοί ζάπλουτοι άνθρωποι είναι δυστυχισμένοι, αντίθετα πολλοί, σε μέτρια κατάσταση, είναι ευτυχισμένοι… Κι όποιος απ’ αυτούς στο διάβα της ζωής έχει τα περισσότερα και κατόπιν φύγει από τη ζωή ευχαριστημένος, αυτός δικαιούται, βασιλιά μου, να του δώσω τον χαρακτηρισμό που ζητάς. Και πρέπει να παρατηρούμε το κάθε τι στο τέλος του τι έκβαση θα έχει. Γιατί ο θεός, πολλούς, αφού τους ξεγέλασε με μια δόση ευτυχίας, τους γκρέμισε συθέμελα.

Ηροδότου Ιστορίαι, (Κλειώ, Ι31)

Saturday, October 23, 2010

ΚΟΛΑΣΗ, ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟ, ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ (23/10/2010)

Υπάρχει μια ιδιαίτερη σημειολογική σχέση ανάμεσα στην εξέλιξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στη δοξασία του καθολικού δόγματος για την ύπαρξη μια ενδιάμεσης κατάστασης μεταξύ κόλασης και παράδεισου, του καθαρτήριου. Για την ανατολική χριστιανική παράδοση τα πράγματα είναι σαφή. Κόλαση για τους αμαρτωλούς, παράδεισος για τους αγνούς. Η παπική Εκκλησία εφηύρε έναν προθάλαμο για όσους προορίζονται για τον παράδεισο και πεθαίνουν έχοντας μεν τη θεία χάρη, ωστόσο τους επιβάλλεται μια κατάσταση βασανιστικής αναμονής για μεμονωμένα αμαρτήματα πριν περάσουν στον παράδεισο. Πόσο διαρκεί αυτή η κατάσταση, δεν είναι σαφές. Ωστόσο, το timing της πίστεως (της θρησκευτικής, όχι της τραπεζικής), ως γνωστόν, παίζει πολύ με την αιωνιότητα. Η αναμονή στο καθαρτήριο, λοιπόν, μπορεί να είναι μακρά, μέχρι και αιώνια.


Η ΕΟΚ,
από τότε που ιδρύθηκε από τα ισχυρά βιομηχανικά κράτη της κεντρικής Ευρώπης και αφότου άρχισε να διευρύνεται, για να δελεάσει τα νεαρότερα υποψήφια μέλη, παρουσίαζε την ενιαία αγορά που «οικοδομούνταν» γύρω από τη Γερμανία, τη Γαλλία και τις άλλες πρώην αποικιοκρατικές χώρες σαν έναν υπό ανέγερση παράδεισο. Όσοι θυμούνται την επιχειρηματολογία των ακραιφνών ευρωπαϊστών της δεκαετίας του ’70 και του ’80 μπορούν να ανακαλέσουν τις γραφικές ατάκες για τα «χρυσά κουτάλια» με τα οποία θα έτρωγαν εντός της ΕΟΚ χώρες σαν την Ελλάδα, την Ισπανία και την Πορτογαλία, αλλά και τη θωράκιση της δημοκρατίας που συνεπαγόταν η ένταξη ειδικά γι’ αυτές τις τελευταίες πρώην δικτατορίες της Ευρώπης. Χρυσά κουτάλια δεν προέκυψαν, ωστόσο αρκετά χρήματα από τα γενναιόδωρα (υποτίθεται) κοινοτικά πακέτα διοχετεύτηκαν σε ένα μοντέλο ανάπτυξης που σήμερα περιγράφεται περίπου ως συμπύκνωμα των επτά θανάσιμων αμαρτημάτων: οκνηρία, αλαζονεία, απληστία, λαιμαργία, οργή, λαγνεία, φθόνος. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιο από αυτά που δεν έχει αποδοθεί στην Ελλάδα και τους Έλληνες (αφού όλοι μαζί τα φάγαμε…) και μερικά ακόμη μαύρα πρόβατα της Ε.Ε. Καθολικής έμπνευσης και τα θανάσιμα αμαρτήματα, όπως και το καθαρτήριο, έδωσαν ιδεοληπτική τροφή στην προτεσταντική (καπιταλιστική) ηθική της Μέρκελ (η οποία όμως είναι καθολική μέχρι μυελού οστέων). Πάντως, ούτε τα αμαρτήματα ούτε τα συγχωροχάρτια που μοίραζε το ιερατείο των Βρυξελλών για χρόνια στις ελληνικές κυβερνήσεις για το νεωτερικό (φιλελεύθερο) ζήλο τους και τον αναπτυξιακό τους πρωταθλητισμό μάς οδήγησαν στον παράδεισο.


ΤΕΛΙΚΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ
δεν υπήρξε ποτέ. Αυτό που οι περιφερειακές χώρες εξέλαβαν σαν μήλο της γνώσης και δάγκωσαν με αληθινή λαιμαργία αποδείχθηκε δηλητηριώδες. Ο απολογισμός είναι καταστροφικός, ιδιαίτερα της τελευταίας εικοσαετίας, από την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη και μετά. Κι ακόμη περισσότερο μετά την πλήρη εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας, την εισαγωγή του ευρώ και την εδραίωση της πανευρωπαϊκής κυριαρχίας της ενιαίας Γερμανίας. Η Ελλάδα αποτελεί case study αυτής της καταστροφής, αλλά δεν είναι η μοναδική περίπτωση στο σύνολο των 27 χωρών της Ε.Ε. Αποβιομηχάνιση, παραγωγική παρακμή, αποικιοποίηση, σταθερά υψηλή ανεργία, σταδιακή απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, διπλωματικός εγκλωβισμός στον ευρωατλαντισμό και τους πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς του, απουσία αυτόνομου γεωπολιτικού στίγματος, δραματικός περιορισμός της κυριαρχίας, διαιώνιση των πάγιων διπλωματικών εντάσεων (Τουρκία, Κύπρος, Σκόπια), διεύρυνση των ενδοευρωπαϊκών ανισοτήτων, μετατροπή της χώρας σε υποδοχέα τεράστιων μεταναστευτικών ροών, εκμαυλισμός των κοινωνικών στρωμάτων με τον μηχανισμό των επιδοτήσεων, διόγκωση των πιο παρασιτικών τμημάτων του κεφαλαίου (τραπεζικό big bang), υποβάθμιση της δημοκρατίας, απαξίωση του κράτους πρόνοιας, διασυρμός και εκποίηση της δημόσιας περιουσίας, θεοποίηση του ιδιωτικού, αποσάθρωση κάθε μηχανισμού κοινωνικής αλληλεγγύης, επιδοτούμενη αποψίλωση της αγροτικής οικονομίας… Ο μακρύς κατάλογος των αναπηριών που αφήνει η ευρωπαϊκή μας θητεία δεν είναι απλώς η παρένθεση της συγκυρίας μιας υπό χρεοκοπία χώρας που δεν τήρησε τους ευρωπαϊκούς κανόνες. Είναι το κατάντημά της ακριβώς επειδή τους τήρησε.

ΣΕ ΚΑΘΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ, η ηγεσία της Ε.Ε. (για να ακριβολογούμε: το γερμανικό imperium με το γαλλικό του συμπλήρωμα στην Ε.Ε.) προσέφεραν για χρόνια στα περιφερειακά κράτη-μέλη της Ένωσης μια μικρή κόλαση σε συσκευασία παραδείσου. Η κατάσταση αυτής της κόλασης, που περιείχε γερές δόσεις ψευδο-παραδείσου, θυμίζει το ανέκδοτο με τον αμαρτωλό που ξεναγείται από τον Διάβολο στην Κόλαση και επιλέγει το μαρτύριο που του φαίνεται πιο ανώδυνο: οι αμαρτωλοί απλώς επιπλέουν σε έναν βούρκο με περιττώματα. «Θα μείνω εδώ», λέει ο αμαρτωλός, αλλά όταν μπαίνει στο δυσώδες spa, ακούει τη φωνή του δαίμονα- δεσμοφύλακα να διατάζει: «Οκέι, μάγκες! Το διάλειμμα τελείωσε. Τα κεφάλια μέσα!».

ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΑΥΤΟΥ του κολασμένου ψευδο-παραδείσου δεν ήταν απλά η στρέβλωση της γραμμής της οικονομικής προόδου. Ήταν μια ανθρωπολογική καταστροφή που συντελέστηκε (και συντελείται) με τη συστηματική καταστροφή των κοινωνικών ιδιοτήτων και παραγωγικών δεξιοτήτων εκατομμυρίων ανθρώπων. Αυτών που ξεριζώθηκαν από τις χώρες του (αν)ύπαρκτου σοσιαλισμού για να γίνουν φτηνό ανειδίκευτο εργατικό δυναμικό για τις πιο ανεπιθύμητες και κακοπληρωμένες δουλειές. Αυτών που είδαν τις θέσεις εργασίας τους να μεταναστεύουν στην Άπω Ανατολή. Των νέων που ξεπατώθηκαν να συγκεντρώνουν τίτλους σπουδών καμένους στο καζάνι των «ανοικτών επαγγελμάτων». Των επίδοξων επιχειρηματιών που είδαν τις επιχειρήσεις τους να τελειώνουν μαζί με την επιδότηση. Των αγροτών που μετατρέπονται σε εισοδηματίες ή «καλλιεργητές» φωτοβολταϊκών πάρκων. Των υπό απόλυση 490.000 Βρετανών δημοσίων υπαλλήλων. Των νεαρών Γάλλων που βλέπουν στην παράταση του εργασιακού βίου των πατεράδων τους τη δική τους ισόβια εργασιακή αιχμαλωσία.

ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΑΡΟΝ. Κόλαση; Παράδεισος; Πείτε το όπως θέλετε. Το σίγουρο είναι πως οι ευρωπαϊκές πολιτικές και επιχειρηματικές ελίτ το βλέπουν με τον τρόπο που το έβλεπε ο Σαρτρ: Η κόλαση είναι οι άλλοι. Όλοι οι άλλοι που αποκλίνουν από τους κανόνες του κατά Ρομάνο Πρόντι ηλίθιου Συμφώνου Σταθερότητας. Οι κοινωνίες που αντιδρούν και αμαρτάνουν θα θεραπευτούν μ’ ένα καυτό ντους καθαρτηρίου πυρός. Η θεραπεία που προτείνεται για τις αμαρτίες της Ευρώπης είναι μια βασανιστική αναμονή σ’ ένα καθαρτήριο μικρών και μεγάλων τιμωριών. Μια ματιά στις προτάσεις της Κομισιόν και, πολύ περισσότερο, στις επίμονες εισηγήσεις της Γερμανίας για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας αποκαλύπτει την αίθουσα του μαρτυρίου: Οι χώρες με υπερβολικό έλλειμμα θα τιμωρούνται με πρόστιμο 0,2% του ΑΕΠ για κάθε έτος απόκλισης από το ιερό 3%. Οι χώρες με υπερβολικό χρέος θα τιμωρούνται με άλλο τόσο πρόστιμο αν δεν επιτυγχάνουν σταθερή μείωσή του. Οι χώρες με «μακροοικονομικές ανισορροπίες», λειψή «ανταγωνιστικότητα», «μη ορθή οικονομική πολιτική» (!) θα επιβαρύνονται και με άλλες χρηματικές ποινές. Κι ακόμη περισσότερο, λένε οι Γερμανοί, θα τους στερείται το δικαίωμα ψήφου ή θα υποβάλλονται σε ελεγχόμενη χρεοκοπία, υποχρεωτική επαναδιαπραγμάτευση χρέους με όρους που θα είναι υπόθεση αποκλειστικά του Διευθυντηρίου των Βρυξελών και των πιστωτών. Ποιο είναι το νόημα αυτής της ατέλειωτης τιμωρίας που με μαθηματική ακρίβεια μεγεθύνει τις δημοσιονομικές αναπηρίες των πιο αδύναμων, ελλειμματικών χωρών; Η ανάκαμψη της Ευρωζώνης; Από πού θα προέλθει; Από ποια εισοδήματα όταν αυτά ουσιαστικά κατάσχονται ή από την ευρωπαϊκή γραφειοκρατία ή από τους πιστωτές; Ποιον άλλον εξυπηρετεί; Τις κοινωνίες; Υπάρχει κάποια υπόσχεση για μέρισμα ευημερίας έστω στο απώτατο μέλλον; Όχι! Οι ευρωπαϊκές ηγεσίες έχουν παραιτηθεί ακόμη και από την προσπάθεια να υποσχεθούν κάτι. Έχουν φορέσει ένα σιδερένιο προσωπείο που φλερτάρει επικίνδυνα με τον οικονομικό εθνικισμό και τον ευρωπαϊκό ολοκληρωτισμό. Το ευρωπαϊκό όραμα της Μέρκελ και του Σαρκοζί υπερασπίζεται με πάθος τις γερμανικές και γαλλικές εξαγωγές και υπόσχεται στα περισσότερα μέλη της Ε.Ε. το μέλλον ενός κράτους-παρία που θα υποχρεούται απλώς να εμφανίζει καλά λογιστικά βιβλία. Την ώρα που ομνύει στην ενιαία οικονομική διακυβέρνηση των 500 εκατομμυρίων Ευρωπαίων, αλληθωρίζει προς την ξενοφοβία και τον ρατσισμό, όπως αποκάλυψε το παραλήρημα της Μέρκελ κατά της «πολυπολιτισμικής κοινωνίας» και των «απροσάρμοστων» αλλοδαπών της χώρας της. Οι απόψεις που διατυπώνει η καγκελάριος της χώρας-πρότυπο της Ε.Ε., τώρα που οι στρατιές των ανειδίκευτων «αλλοθρήσκων» περισσεύουν και οι φθηνές θέσεις εργασίας των γερμανικών εργοστασίων μεταναστεύουν στην Ανατολή, θυμίζουν ανατριχιαστικά τη ρατσιστική ρητορεία που επικρατούσε στη χώρα της πριν από 70 χρόνια, με τη γνωστή κατάληξη…

ΤΙ ΝΟΗΜΑ ΕΧΕΙ, λοιπόν, για τις ευρωπαϊκές κοινωνίες να μπουν πειθαρχικά κι αδιαμαρτύρητα στο καθαρτήριο των Βρυξελών όταν δεν υπάρχει η πιο αμυδρή ελπίδα, η παραμικρή υπόσχεση ότι θα είναι προσωρινό; Τι νόημα έχει η ίδια η Ε.Ε., ακόμη κι αν τη φανταστούμε με τακτοποιημένα δημοσιονομικά και καθαρά βιβλία, άψογα τηρούμενους κανόνες, αν δεν έχει κάποια ασφαλή και σύντομη έξοδο στον Παράδεισο; Αν το μόνο που έχει να υποσχεθεί στις κοινωνίες είναι η επιδείνωση της των όρων ύπαρξής τους, γιατί δεν προσφέρει την τελευταία της υπηρεσία στους Ευρωπαίους, την αναίμακτη αυτοδιάλυσή της;

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (23/10/2010

Τον Πυγμαλίωνα πιάνουμε και πάλι,
Που κλέφτη, πατροκτόνο και προδότη
Τον έκανε η λαχτάρα για χρυσάφι.
Και την κατάντια του τσιγκούνη Μίδα
Συνέπεια στην τόση απληστία,
Που όλοι οι κατοπινοί γελούν και τώρα.
Την τρέλα του Ακάμ θυμούμαστε όλοι,
Σαν άρπαξε τα λάφυρα, που ακόμα,
Του Ιησού η οργή τον κυνηγάει.
Και τη Σαπφείρα, και τα σύζυγό της
Βρίζουμε ευθύς και υμνούμε του Ηλιόδωρου
Τον ποδοπατητή, και στο όρος γύρω
Βουίζει η ατιμία του Πολυδώρου.
Και τέλος διαλαλούμε: «Πες μας, Κράσσο,
Τι γεύση έχει ο χρυσός, εσύ που ξέρεις!»
Μιλάει ένας σιγά, κι άλλος φωνάζει,
Συμφώνως με το πάθος που τον δέρνει
Με βήμα πότε αργό, πότε με βιάση.
Μονάχος, τώρα που έψελνα τις πράξεις
Μέσα στη μέρα τις καλές, δεν ήμουν.
Μαζί μου σιγαλά ψέλνανε κι άλλοι».

Ντάντε Αλιγικέρι, «Θεία Κωμωδία – Καθαρτήριο» (Άσμα ΧΧ)

Saturday, October 16, 2010

ΔΙΕΦΘΑΡΜΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ (16/10/2010)

Οι κοινωνίες της Ευρώπης -και η ελληνική, πολύ περισσότερο- οφείλουν εν μέρει ευγνωμοσύνη στον κ. Ζαν Κλοντ Γιούνκερ. Πολλά πράγματα που απλώς ψυχανεμίζονταν, διαισθάνονταν ή άκουγαν με καχυποψία από τους «αντιρρησίες συνείδησης» του χρέους, των ελλειμμάτων και του Συμφώνου Σταθερότητας, τα είπε ο πρόεδρος του Eurogroup σε λίγες λέξεις. Δεν ξέρω πού το πάει ο κ. Γιούνκερ – αν αίφνης θέλησε να παίξει στο εσωτερικό πολιτικό παιχνίδι στην Ελλάδα, αν με τα λόγια αυτά ασκεί ένα είδος αντιπολίτευσης στον γαλλογερμανικό άξονα (αν αυτός υπάρχει πια…) και σε όλα όσα θέλει ν’ αλλάξει στο Σύμφωνο Σταθερότητας (για ν’ αλλάξει τα φώτα στις κοινωνίες…). Σε κάθε περίπτωση, οι λίγες φράσεις που αφιέρωσε κατά την ετήσια σύνοδο του ΔΝΤ στην «ελληνική τραγωδία» αποκάλυψαν ένα πραγματικό colpo grosso εις βάρος των ευρωπαϊκών κοινωνιών: το ότι το ελληνικό δημοσιονομικό πρόβλημα ήταν γνωστό και στους δύο βασικούς πρωταγωνιστές του ελληνικού κομματικού συστήματος, αλλά και το ότι η κοινοτική ελίτ και οι ευρωπαϊκές πολιτικές ηγεσίες γνώριζαν και εποιούντο την νήσσαν είναι μια τρανταχτή ομολογία παραπλάνησης και εξαπάτησης της ευρωπαϊκής και ελληνικής κοινής γνώμης.

ΑΚΟΜΑ ΠΙΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ είναι το «καρφί» που πέταξε ο Γιούνκερ κατά των Γαλλογερμανών. Αποτυπώνουμε με ακρίβεια τη φράση, είναι ιστορικής αξίας: «Τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας ήταν γνωστά, αλλά οι Βρυξέλλες δεν έπραξαν τίποτα… Γαλλία και Γερμανία είχαν, επίσης, πλήρη ενημέρωση, αλλά ενδιαφέρονταν κυρίως για τη ροή εξαγωγών προς την Ελλάδα». Ευρωσκεπτικιστές και αντιευρωπαϊστές έχουν κάθε λόγο να αισθάνονται δικαιωμένοι. Επί της ουσίας, ο κ. Γιούνκερ συμπύκνωσε σ’ αυτή τη μικρή φράση την κριτική που διατυπώνουν εδώ και δύο δεκαετίες, άλλοτε πολύ φλύαρα, άλλοτε πολύ συνθηματολογικά. Ότι δηλαδή η ενιαία ευρωπαϊκή αγορά και η Ευρωζώνη είναι ένας μηχανισμός παραγωγικής υποβάθμισης των περιφερειακών χωρών, όπως η Ελλάδα, και μετατροπής τους σε «πάγκο σούπερ μάρκετ» για τις εξαγωγές των κεντρικών χωρών, όπως η Γερμανία και η Γαλλία. Αν συμπληρώσει κανείς κι εκείνο το μεγάλο κομμάτι εθνικής κυριαρχίας που πνίγηκε στα γαλλογερμανικά πλεονάσματα, μαζί με τα χωράφια που ξεχερσώθηκαν, τα εργοστάσια που έκλεισαν, τις θέσεις εργασίας που «μετανάστευσαν», τις ευκαιρίες που χάθηκαν, έχει -αν όχι τον ορισμό- τουλάχιστον ένα τυπικό παράδειγμα νεοαποικιοκρατίας.

ΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟ ΣΚΕΛΟΣ της υπόθεσης -ποιος είπε τι, σε ποιον και πότε- ανήκει στο πεδίο του ελληνικού φολκλόρ. Μικρή σημασία έχει ποιον «κάρφωνε» ο κ. Γιούνκερ ως, κατά δήλωσή του, «πρωθυπουργό της διεφθαρμένης χώρας». Σε όσους δεν έχουν μνήμη εντόμου είναι γνωστό ότι τόσο τα δύο κόμματα εξουσίας όσο και οι επικεφαλής τους πρωταγωνίστησαν στη φούσκα της «διαφάνειας»: Το τετράπτυχο διαπλοκή- διαφθορά- διαφάνεια- κάθαρση αποτέλεσε κυρίαρχο ιδεολόγημα τόσο της Ν.Δ. όσο και του ΠΑΣΟΚ (και άλλων δορυφορικών δυνάμεων) την τελευταία δεκαετία. Από τον «βασικό μέτοχο» και τους «νταβατζήδες του Μπαϊρακτάρη» μέχρι τις εξεταστικές επί παντός επιστητού και τις μπαρούφες περί του «όλοι μαζί τα φάγαμε», όλα συνέτειναν στην εμπέδωση μιας αντίληψης ότι η ελληνική κοινωνία, από την κορυφή μέχρι τη βάση της, είναι μια παρέκκλιση από τον κανόνα της «ηθικότητας» του ευρωπαϊκού οικονομικού μοντέλου, μια τερατώδης στρέβλωση της -κατά τα λοιπά- καλής καγαθής ευρωπαϊκής μηχανής. Έτσι, η κρίση του χρέους, το μνημόνιο, τα οικονομικά δεινά στα οποία υποβάλλεται η κοινωνική πλειοψηφία έρχονται ως ένα είδος φυσικής τιμωρίας, ως κάθαρση την οποία οφείλουν να αποδεχθούν καρτερικά οι κατά τεκμήριο συνένοχοι πολίτες. Και, μιας και αναγκαστικά, στο πλαίσιο της παιδαγωγικής τιμωρίας, θα στερηθούν μέρος του άρτου, ας αρκεστούν σε μια γερή δόση θεάματος: πάρτε κι άλλη μια εξεταστική για την οικονομία, για την αναζήτηση του «τις πταίει». Από το 2000, από το 1996, όχι, ακόμη καλύτερα, από το 1981 – τι ημίμετρα είναι αυτά; Πάμε ακόμα πιο πίσω, στο δάνειο της ανεξαρτησίας του 1827. Και πιο πίσω, στους διαδόχους του Βουλγαροκτόνου που άφησαν τη βυζαντινή οικονομία στο έλεος των Δυνατών. Έλεος!

Σ’ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΗΜΕΙΟ ο κ. Γιούνκερ, που προβοκάρισε με τη φράση του την ευρωπαϊκή και ελληνική πολιτική τάξη, απομακρύνεται από την αλήθεια που τόλμησε (ή του ξέφυγε) και συναντάται με το ψεύδος που κρατάει ακόμη το «σύστημα» στα πόδια του. Για την κρίση του χρέους, για την «ελληνική τραγωδία», δεν φταίει τίποτα άλλο εκτός από το ότι η Ελλάδα είναι μια διεφθαρμένη χώρα, περίπου από τα γεννοφάσκια της. Δεν φταίει για την κρίση του χρέους η χρηματοπιστωτική φούσκα που έσκασε το 2007 στις ΗΠΑ, δεν φταίνε τα τοξικά «κύματα» που έστειλε σε όλο τον κόσμο, και στην Ευρώπη, δεν φταίνε τα δισεκατομμύρια ευρώ που έδωσαν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις στις μολυσμένες τράπεζες. Κι ακόμη, δεν φταίει το γεγονός ότι το οικοδόμημα του Μάαστριχτ αφαίρεσε από τις παραγωγικά ασθενέστερες χώρες κάθε δυνατότητα αντίδρασης, υπονόμευσε και τις λιγοστές ευκαιρίες να δημιουργήσουν παραγωγικά αντίβαρα. Δεν φταίνε οι σχέσεις υποτέλειας που επέβαλε η ενιαία αγορά της Ε.Ε. στις μειονεκτικότερες χώρες της, δεν φταίνε οι ληστρικές σχέσεις ανάμεσα στη διεθνή της τοκογλυφίας και τις κυβερνήσεις. Φταίει η «ελληνική διαφθορά», αυτή η γενετική ανωμαλία της φυλής…

ΠΕΡΙΕΡΓΟ… Τότε, τι εξηγεί ότι η κρίση του χρέους είναι παγκόσμια; Πώς εξηγεί ο κ. Γιούνκερ ότι στην ίδια του τη χώρα, το Βέλγιο, το χρέος ξεπερνά από ώρα σε ώρα το 100% του ΑΕΠ; (σ.σ. το ερώτημα αυτό πρέπει να αγνοηθεί. Είναι απλώς κοτσάνα, όπως επεσήμανε αναγνώστης, καθότι ο Γιούνκερ είναι Λουξεμβούργιος. Αλλά scripta manent...) Πώς συνέβαλε η διαφθορά στο χρέος του 75% που είναι το σκορ της Βρετανίας, αυτού του παγκόσμιου καταφύγιου για το «έξυπνο χρήμα»; Γιατί στις ίδιες τις ΗΠΑ το δημόσιο χρέος τρέχει με 20% τον χρόνο και κάθε οικονομολόγος με λίγο «νιονιό» τρέμει στην ιδέα ότι κάποτε θα σκάσει; Τι εξακόντισε το χρέος της πλεονασματικής Γερμανίας στο 75%, ενώ υποβόσκει το πολλαπλάσιο χρέος των ομοσπονδιακών κρατιδίων; Γιατί η βιομηχανική Ιταλία βρίσκεται σε μια αντίστοιχη κατάσταση με την Ελλάδα, με χρέος 118% του ΑΕΠ; Γιατί το ιρλανδικό «θαύμα» φλερτάρει με τη χρεοκοπία και ποζάρει μ’ ένα δημοσιονομικό έλλειμμα 32% εφέτος, διπλασιασμένο εν μια νυκτί για τη σωτηρία των τραπεζών της κελτικής τίγρης; Προφανώς η διαφθορά είναι μια παγκόσμια σταθερά του οικονομικού συστήματος, ενδημεί σε όλη την Ευρώπη, οι Ευρωπαίοι όλοι είναι μια διεφθαρμένη φάρα, ο κόσμος όλος πληρώνει απλώς το τίμημα της ηθικής εκτροπής από μια κανονικότητα που ποτέ πριν δεν είχε κρίσεις, οικονομικούς ανταγωνισμούς, καταστροφικές νομισματικές αναμετρήσεις… Μπούρδες!

ΦΥΣΙΚΑ, η διαφθορά είναι ένας συντελεστής του προβλήματος. Έχει ένα κόστος που συμβάλλει στην παγκόσμια κρίση του χρέους, που είναι ελληνική μόνο ως προς τις ιδιαιτερότητες μιας μικρής, περιθωριακής χώρας, με μια υποτελή ιθύνουσα τάξη, χωρίς φιλοδοξίες και οράματα, εξασκημένη σε σχέσεις εκμαυλισμού και κλεπτοκρατίας – τόσο με την πολιτική εξουσία όσο και με τα φτωχότερα στρώματα. Αλλά, η διαφθορά, πέρα από τις «εθνικές» ιδιαιτερότητες, είναι ένα λίγο πολύ μετρήσιμο μέγεθος. Είναι η παράνομη μίζα ή η νομιμοποιημένη προμήθεια κάθε κερδοσκοπικής συναλλαγής, είτε αφορά την αγορά ενός υποβρυχίου είτε τη νομιμοποίηση μια αυθαίρετης παράγκας. Κι ακόμη κι αν την υπολογίσουμε σε 10% ή 20% (για τα δεδομένα της «ελληνικής ιδιαιτερότητας», εξηγεί μόνο το αντίστοιχο 20% του προβλήματος). Το υπόλοιπο 80% πώς θα το εξηγήσουν ο κ. Γιούνκερ και οι «ιδεολόγοι» της διαφάνειας; Δεν θα το εξηγήσουν, γιατί θέλουν να αποκρύψουν τις σχέσεις στοργής της πολιτικής ελίτ με την αυτοκρατορία του χρήματος, η οποία ορίζει τους κανόνες, έχει το μαχαίρι και το πεπόνι και «παράγει» τις κρίσεις. Θέλουν να καμουφλάρουν τις σχέσεις κυριαρχίας που έχουν επιβληθεί μεταξύ του πλούσιου Βορρά και του καχεκτικού Νότου της Ε.Ε. Κάνουν πλάτες στους πραγματικούς υποβολείς των πολιτικών λιτότητας που επιβάλλουν στις κοινωνίες (αφήνοντας κάπου κάπου ένα δάκρυ υποκρισίας για τις θυσίες τους – λέγε με Στρος-Καν). Και, εγκλωβισμένοι στην ηθικολογική τους σχιζοφρένεια, είναι έτοιμοι να στείλουν στη φυλακή το «λαμόγιο» που μπαίνει στο γραφείο του πολιτικού και σκάει στο τραπέζι τον φάκελο με τη μίζα που θα εξασφαλίσει μια ευνοϊκή μεταχείριση. Όταν όμως το «λαμόγιο» φοράει ακριβό κουστούμι και γραβάτα, έχει πτυχία και τεχνογνωσία επιρροής, επαγγελματική κάρτα και διαπίστευση, κάθεται σαν νομιμοποιημένος λομπίστας στα γυαλιστερά τραπέζια συνεδριάσεων των Βρυξελλών, συζητάει πολιτισμένα και συνδιαμορφώνει με κοινοτικούς αξιωματούχους και γραφειοκράτες τις οδηγίες, τους κανονισμούς, τα νομοθετήματα που ορίζουν τις τύχες 500 εκατομμυρίων ανθρώπων, τότε το «λαμόγιο» φοράει το φωτοστέφανο της διαφάνειας και η συναλλαγή λέγεται «διαβούλευση με τις ομάδες κοινωνικών συμφερόντων». Και η μίζα; Πού πάει μίζα; Αναζητήστε τη στις παχυλές αμοιβές της κοινοτικής γραφειοκρατίας και στα bonus των «λομπίστας». Μόνο που την πληρώνουμε πάλι εμείς. Ενδεχομένως γι’ αυτό και μόνο μπορούμε να χαρακτηρίσουμε εαυτούς διεφθαρμένους. Εκτός από μαλάκες.

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (16/10/2010)

Πώς μπορείς να εκπαιδεύσεις έναν άνθρωπο ώστε να είναι αδιάφθορος; Στο ερώτημα αυτό, ο κύριος Κόυνερ απάντησε: «Μόνο με ένα τρόπο: να τον χορτάσεις». Κι όταν τον ρώτησαν πώς μπορεί κανείς να παρακινήσει κάποιον τόσο, ώστε να κάνει καλές προτάσεις, ο κύριος Κόυνερ απάντησε: «Μόνο μ’ έναν τρόπο: να του εξασφαλίσεις συμμετοχή στα οφέλη των προτάσεών του και να φροντίσεις να μη μπορεί να επωφεληθεί απ’ αυτές με άλλους τρόπους, δηλαδή μόνος του».

Μπέρτολντ Μπρεχτ, «Ιστορίες του κ. Κόυνερ»

Sunday, October 10, 2010

Οι επενδυτές του εξωπλανήτη (9/10/2010)

Στα τέλη του 21ου αιώνα συνέβη αυτό που οι επιστήμονες ούτε στα πιο τρελά τους όνειρα μπορούσαν να φανταστούν. Οι εξωγήινοι του εξωπλανήτη Gliese 581 G άρχισαν τη σύναψη διπλωματικών σχέσεων με τη Γη. Το πρώτο που απαιτούσαν οι εξωγήινοι από τους υποψήφιους συμμάχους στη Γη ήταν να απαγορευτεί η χρήση του ονόματος Gliese 581 G για τον εξωπλανήτη τους. «Το να αποκαλούμαστε “γκλιεζιανοί” είναι καθαρός ρατσισμός και γήινη αλαζονεία. Έχουμε το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού. Θα μας αποκαλείτε Γκρνχπρους, όπως είναι τ’ όνομά μας. Η πατρίδα μας, η Γκρνχπρ, για την οποία είμαστε τόσο υπερήφανοι όσο εσείς για τις δικές σας, έχει μια ιστορία 20.000 χρόνων. Η γκρνχπρότητα έχει έναν τεχνολογικό πολιτισμό ανώτερο από τον δικό σας. Άλλωστε, μην ξεχνάτε ότι εμείς ανακαλύψαμε εσάς, όχι εσείς εμάς».

Οι Γήινοι δεν είχαν πολλά περιθώρια διαπραγμάτευσης. Πέρα από τη δυσκολία που αντιμετώπιζαν ακόμη και να προφέρουν το όνομα της Γκρνχπρ, η γλώσσα της οποίας δεν είχε καθόλου φωνήεντα, έπρεπε να περάσουν και τη δοκιμασία της οπτικής επαφής. Οι Γκρνχπροι δεν έμοιαζαν καν με το πιο δύσμορφο γήινο θηλαστικό. Δεν είχαν μάτια, μύτη, πόδια, χέρια, αλλά αρκετές ντουζίνες πλοκάμια γύρω από ένα περίπου σφαιρικό σώμα, που θα μπορούσε να το πεις και κεφάλι, και τα οποία ήταν ταυτόχρονα αισθητήρες για κάθε αίσθηση (αφή, όραση, ακοή, γεύση, οσμή και άλλες, αδιανόητες για ανθρώπους), αλλά και πόδια, χέρια, ή όπως αλλιώς μπορεί να χαρακτηρίσει κάποιος μέλη ενός σώματος που του εξασφαλίζουν αυτονομία κινήσεων και δυνατότητα «χειρωνακτικής» δραστηριότητας. Όσο για την ομιλία, την τροφή, την αναπνοή, μια μικρή οπή στην κορυφή του σώματος - κεφαλής έκανε τη δουλειά.

Οι διπλωματικές σχέσεις με τους Γκρχνπρους ήταν η κατάληξη μιας μακράς περιόδου ψυχρού πολέμου ανάμεσα στους δύο πλανήτες, με μερικά θερμά επεισόδια κατά τα οποία οι Γήινοι αντιλήφθηκαν ότι ακόμη κι αν εξαπέλυαν όλο το πυρηνικό τους οπλοστάσιο εναντίον των εξωγήινων αυτοί δεν θα έπαιρναν πρέφα. Το γενετικό τους υλικό ήταν εξαιρετικά ανθεκτικό. Οι Γκρνχπροι, από την άλλη, συμπεριφέρονταν με μια στέρεη αυτοπεποίθηση ότι αργά ή γρήγορα οι Γήινοι θα έπεφταν στην ανάγκη τους. Παρατηρώντας τον ανθρώπινο πολιτισμό εδώ και περίπου 300 γήινα έτη, είχαν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η ιλιγγιώδης πολιτισμική τους πρόοδος θα έπιανε οροφή και πάτο ταυτόχρονα. Πράγματι, από τα μέσα του 21ου αιώνα, έπειτα από τρεις καταστροφικούς νομισματικούς πολέμους, πέντε κύκλους μακράς ύφεσης, έξι χρηματοπιστωτικά κραχ, ένα τέταρτο κύμα παγκοσμιοποίησης, δύο μεγάλες κρίσεις παγκόσμιου χρέους και έναν κανονικό παγκόσμιο πόλεμο (ευτυχώς, όχι θερμοπυρηνικό) με επίκεντρο την Αρκτική, η γεωπολιτική κατάσταση στη Γη είχε διαμορφωθεί, σε αδρές γραμμές, ως εξής: η αδιάκοπη διαδικασία εθνογένεσης είχε σταματήσει, ή για την ακρίβεια είχε αντιστραφεί, με αποτέλεσμα την απορρόφηση των δεκάδων μικρών εθνών-κρατών σε τρεις μεγάλες ομοσπονδίες, με κριτήρια οικονομο-φυλετικά. Η Τσαϊναμέρικα ήταν η ομοσπονδία των κρατών του Ειρηνικού, απλωμένη σε τρεις ηπείρους, με νόμισμα το γουενλάριο. Η Ευρασία, από Ατλαντικό μέχρι Βόρειο Ειρηνικό, με νόμισμα το ευρούβλι, ήταν κατά βάση μια νομισματική ένωση που κατάφερε να στραγγίξει μέσα σε τρεις δεκαετίες τα τελευταία ορυκτά καύσιμα του υπεδάφους της. Η Αφροαμέρικα ήταν μια χαλαρή διακρατική ένωση λατινοαμερικάνικων και αφρικανικών εθνών, με νόμισμα το αφροπέσο. Υπήρχαν, φυσικά, μερικές μικρότερες ομοσπονδίες, με πρώτη το Χαλιφάτο της Τεχεράνης, με νόμισμα το κοράν και με τεράστια ενεργειακά αποθέματα για δεκαετίες, που όμως στο τέλος του 21ου αιώνα έφταναν κι αυτά στο τέλος τους.

Ο ανελέητος ανταγωνισμός ανάμεσα στις ομοσπονδίες της Γης είχε ποικίλα αποτελέσματα. Οι κοινωνίες ήταν χωρισμένες σε τρεις τάξεις. Στην κορυφή της ήταν η πλουτονομία, περίπου το 1% των ανθρώπων που ήλεγχαν το 90% του παγκόσμιου πλούτου. Τα μέλη της πλουτονομίας κατοικούσαν σε φιλελευθεροκομμουνιστικά χωριά της εύκρατης ζώνης, περιτοιχισμένα και καλά προστατευμένα. Στο μέσο της κοινωνικής πυραμίδας είχε αναπτυχθεί το καλά αμειβόμενο στρώμα των «φρουρών», επιφορτισμένο με καθήκοντα προστασίας της πλουτονομίας και καταστολής τω εξεγέρσεων του πρεκαριάτου, που αποτελούσε την τεράστια πλειοψηφία του πληθυσμού. Τουλάχιστον πέντε μεγάλα κύματα τέτοιων εξεγέρσεων είχαν πνιγεί στο αίμα στις μεταδημοκρατίες της Γης. Και λέμε μεταδημοκρατίες, διότι το πολιτικό σύστημα που επικρατούσε στις μεγάλες ομοσπονδίες ήταν η διακυβέρνηση από τεχνοκράτες οι οποίοι επιλέγονταν μέσα από διαδικασία ανοικτών διαγωνισμών βάσει προσόντων και επιδόσεων, με κριτές εκλεκτορικά σώματα αναδειγμένα από επιχειρηματικά λόμπι.

Η κατάσταση στην οποία είχαν περιέλθει οι μεταδημοκρατίες της Γης -έπειτα από δεκαετίες ανταγωνισμών, νομισματικών πολέμων και πληβειοποίησης των κοινωνιών- ήταν η εξής: οι οικονομίες είχαν περιέλθει σε μόνιμη ύφεση, τα αποθέματα ενεργειακών καυσίμων είχαν εξαντληθεί (είχε επέλθει, δηλαδή, η μεταπετρελαϊκή εποχή), η ευρεία χρήση της πυρηνικής ενέργειας είχε απονεκρώσει μεγάλες περιοχές του πλανήτη, η στροφή στην πράσινη ενέργεια είχε δεσμεύσει τεράστιες καλλιεργητικές εκτάσεις, ενώ από όσες έμεναν ελεύθερες οι περισσότερες ήταν δεσμευμένες από τους νεοφεουδάρχες που τις χρησιμοποιούσαν για βιοκαύσιμα ή για μονοκαλλιέργειες σόγιας και άλλων μεταλλαγμένων φυτών, προορισμένων να καλύψουν στοιχειωδώς τις ανάγκες του υποσιτιζόμενου πρεκαριάτου και, κυρίως, για να συγκρατήσουν τις απελπισμένες τους εξεγέρσεις. (Εννοείται ότι στα φιλελευθεροκομμουνιστικά χωριά της πλουτονομίας υπήρχαν φάρμες βιολογικής καλλιέργειας, αλλά προορισμένες αποκλειστικά για τις ανάγκες της). Εν ολίγοις, το πρόβλημα της ανθρωπότητας είχε συμπυκνωθεί στην απλούστερη ανάγκη: την ικανοποίηση της πείνας.

Οι Γκρνχπροι παρακολουθούσαν για δεκαετίες τις ανεπιτυχείς προσπάθειες των Γήινων να φτάσουν σ’ έναν κατοικήσιμο εξωπλανήτη σαν τον δικό τους, αλλά επενέβησαν μόνο τη στιγμή που θεώρησαν κατάλληλη. Ήρθαν στη Γη ειρηνικά, αλλά ταυτοχρόνως ηγεμονικά, χάρη στην άφθονη ρευστότητα ενέργειας και τροφής που διέθετε ο εξελιγμένος τεχνολογικός τους πολιτισμός και εμφανίστηκαν πρόθυμοι να επενδύσουν, αλλά με τους δικούς τους όρους, που συμπυκνώθηκαν στα εξής:

Πρώτον. Αν οι Γήινοι ήθελαν ν’ ανεβάσουν την ανταγωνιστικότητά τους στη διαπλανητική οικονομία, έπρεπε να κατεβάσουν το κόστος εργασίας. Τα τρία ευρούβλια -που ήταν το μέσο ημερομίσθιο στη Γη- μπορεί να φαίνονταν ελάχιστα, αλλά ήταν πολλά μπροστά στο κόστος ενός Γκρνχπρου, που ήταν μηδενικό. Οι Γκρνχπροι δούλευαν απλώς για την ημερήσια δόση τροφής τους.

Δεύτερον. Υψηλό και μη ανταγωνιστικό ήταν και το κόστος του κοινωνικού κράτους στη Γη, όσου είχε απομείνει τουλάχιστον. Για ποιο λόγο οι άνθρωποι έπρεπε να συντηρούν σπίτια, να έχουν νοσοκομεία και σχολεία ή να παίρνουν συντάξεις στα 85 τους; Οι Γκρνχπροι διέθεταν δέρμα που ρύθμιζε τη θερμοκρασία του σώματος σε κάθε καιρική συνθήκη, είτε διέμεναν στην ηλιόλουστη είτε στη σκοτεινή, πολική πλευρά του εξωπλανήτη τους με 60 υπό το μηδέν. Τις γνώσεις και τις δεξιότητές τους τις αποκτούσαν αυτομάτως με εμφύτευση ειδικού τσιπ, ενώ σε περίπτωση ασθενείας και γήρατος, δηλαδή όταν έπαυαν να είναι παραγωγικοί, απλώς αποσύρονταν για ανακύκλωση (η έννοια του θανάτου δεν υπήρχε στην Γκρνχπρ).

Τρίτον. Τους ήταν ακατάληπτο γιατί υπήρχαν ανώτατα όρια στον χρόνο εργασίας. Τι θα πει εργάσιμη μέρα 12 ωρών; Αυτοί το είχαν λύσει στον εξωπλανήτη τους με απλούστατο τρόπο, κατανέμοντας το εργατικό ανάμεσα στο φωτεινό και το σκοτεινό ημισφαίριο. Για το ένα υπήρχε η εργάσιμη μέρα και για το άλλο η εργάσιμη νύχτα.

Τέταρτον. Οι πρεσβευτές του Γκρνχπρ απαιτούσαν τολμηρές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Γιατί χρειάζονταν τόσες κυβερνήσεις τεχνοκρατών; Αυτοί μπορούσαν να αναλάβουν την παγκόσμια διακυβέρνηση με το κατάλληλο πρόγραμμα και μόλις τρεις θέσεις εργασίας. Θα καταργούσαν, μάλιστα, και τη δαπανηρή δημοκρατία των επιχειρηματικών λόμπι.

Πέμπτον. Πρόγραμμα ενέργειας και τροφής, 2 σε 1. Επειδή η Γκρνχπροι τρέφονταν αποκλειστικά με την υψηλής θερμιδικής αξίας και ενεργειακής απόδοσης άλγη του πλανήτη τους (την οποία και έτρωγαν και χρησιμοποιούσαν ως καύσιμο), θα εφάρμοζαν την εντατική της καλλιέργεια και στη Γη. Αυτό θα απαιτούσε, όμως, ένα κολοσσιαίο πρόγραμμα προσαρμογής του πεπτικού σωλήνα των ανθρώπων στο άγνωστο για τον μεταβολισμό τους τρόφιμο. Η δαπάνη θα επιβάρυνε τους ανθρώπους, αλλά σε είδος, αφού οι Γκρνχπροι είχαν μια αχρηματική οικονομία.

Έκτον. Σε αντάλλαγμα των επενδύσεών τους οι Γκρνχπροι είχαν απόλυτο δικαίωμα επιλογής κάθε κινητού και ακίνητου περιουσιακού στοιχείου επί Γης (ιδιωτικού, αφού δεν υπήρχε πια τίποτα δημόσιο). Το πρώτο που επέλεξαν ήταν τα φιλελευθεροκομμουνιστικά χωριά της πλουτονομίας και οι βιολογικές τους φάρμες (όσα μέλη της πλουτονομίας δεν έμειναν στη Γη ως υπάλληλοι των Γκρνχπρων μεταφέρθηκαν ως ανδράποδα στον εξωπλανήτη τους). Έπειτα, σε μια κίνηση υψηλής αισθητικής που εξέπληξε τους Γήινους, κατέθεσαν short list μνημείων του ανθρώπινου πολιτισμού που θα μετέτρεπαν σε θέρετρα για την αριστοκρατία της Γκρνχπρ. Στη λίστα περιλαμβάνονταν φυσικά το Μάτσου Πίτσου, ο Παρθενώνας, οι πυραμίδες, η Νοτρ Νταμ, το Σούνιο, το Άγιο Όρος (αλλά και η Βιστωνίδα), το Στόουνχετζ, το Μπάκιγχαμ, το Τατζ Μαχάλ, η Περσέπολη, το Βατικανό, η Απαγορευμένη Πόλη, το Κρεμλίνο κ.ά.

Την τελετή υπογραφής του μνημονίου επενδυτικής συνεργασίας Γκρνχπρ και Γης ακολούθησε εθιμοτυπικό γεύμα. Από όλα τα γήινα εδέσματα που προσφέρθηκαν στους εκπροσώπους του εξωπλανήτη, ένα τούς εντυπωσίασε. «Τι είναι; Πώς το λέτε;», ρώτησαν τους σερβιτόρους. «Σου - βλά - κι», είπε καθαρά και συλλαβιστά ένας σερβιτόρος. «Μμμμ! Σβλκ», έφτυσε χωρίς φωνήεντα ο ύπατος Γκρχνπρος. «Μρς» (σ.σ. μ’ αρέσει). «Στρχδμς», απάντησε ευγενικά ο σερβιτόρος, αφήνοντας να εννοηθεί ότι το τελευταίο ήταν κάτι σαν «ευχαριστώ».

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (9/10/2010)

- Πώς μπορεί να έχει κανείς τα άστρα;
- Ποιος λες να τα έχει; Αντιγύρισε θυμωμένα ο επιχειρηματίας.
- Δεν ξέρω. Κανένας.
- Τότε είναι δικά μου, γιατί εγώ το σκέφτηκα πρώτος.
- Και είναι αρκετό αυτό;
- Βεβαίως. Όταν βρίσκεις ένα διαμάντι που δεν ανήκει σε κανένα, είναι δικό σου. Όταν ανακαλύψεις ένα νησί που δεν ανήκει σε κανέναν, είναι δικό σου. Όταν επινοείς πρώτος μια ιδέα, αποκτάς δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, είναι δική σου. Κι εγώ έχω δικά μου τα άστρα, γιατί κανένας πριν από εμένα δεν σκέφτηκε να τα αποκτήσει.
- Αλήθεια είναι, είπε ο μικρός πρίγκιπας. Και τι τα κάνεις;
- Τα διαχειρίζομαι. Τα μετράω και τα ξαναμετράω, είπε ο επιχειρηματίας. Είναι δύσκολο. Όμως, είμαι σοβαρός άνθρωπος εγώ!

Αντουάν ντε Σεντ Εξιπερί, «Ο Μικρός Πρίγκιπας»

Sunday, October 3, 2010

Ο κατακερματισμένος κόσμος (2/10/2010)

Κουβεντιάζαμε τις προάλλες με φίλους -ομοϊδεάτες και ομοιοπαθείς της ελεγχόμενης χρεοκοπίας- τι ακριβώς συμβαίνει στην Ελλάδα, τι σχέση έχει με ό,τι συμβαίνει στην Ευρώπη, στον κόσμο, πώς συμπεριφέρονται οι τάξεις και τα κοινωνικά στρώματα, ποια συμφέροντα συντίθενται ή αντιτίθενται σε κάθε επί μέρους πρόβλημα, πώς μεταφράζονται όλα αυτά στην οικονομία, τι σημαίνουν για την πολιτική και πώς ερμηνεύουν τις συμπεριφορές των κομμάτων, των πολιτικών ελίτ. Τακτοποιημένες κι εύκολες όλες οι επιμέρους απαντήσεις μπαίνουν στα «κουτάκια» τους. Έχουμε πολλά κομμάτια της εικόνας, άψογα φιλοτεχνημένα. Αλλά ολόκληρη την εικόνα δεν την έχουμε. Η κουβέντα έφτασε πάλι σε εκείνο το αδιέξοδο στο οποίο βρίσκεται ο φανατικός χομπίστας που αποφασίσει να ανασυνθέσει ένα puzzle 10.000 τεμαχίων, αλλά χωρίς να έχει ιδέα για την πρωτότυπη εικόνα. Από πού ν’ αρχίσει; Ποια είναι η συνολική εικόνα που πρέπει να συνθέσει; Χρειάζεται μια ιδέα, μια βάση για την «ολιστική» σύλληψη της πραγματικότητας που εμφανίζεται κατακερματισμένη, αντιφατική, χαοτική.

Τι συμβαίνει για παράδειγμα με την ελληνική οικονομία; Οι «Financial Times» τη μια μέρα γράφουν, με τον κυνισμό που τους διακρίνει, «χρεοκοπήστε να τελειώνουμε». Την επομένη επανέρχονται μετριοπαθέστεροι και μιλούν για «μαλακή αναδιάρθρωση» του χρέους. Όμως, εδώ και εβδομάδες, άλλοι παράγοντες, «ομόλογοί» τους στην υπεράσπιση των βωμών και των εστιών του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ομνύουν στη «βελτιωμένη εικόνα» της ελληνικής οικονομίας, στη «γενναία» δημοσιονομική προσπάθεια, στο στοίχημα της Ελλάδας να βγει εν ευθέτω χρόνο στις αγορές με μια σχετική ασφάλεια. Την ίδια στιγμή, ο ένας σύμβουλος του πρωθυπουργού, ο Ιταλός Τομάζο Πάντοα Σκιόπα, προκρίνει το σενάριο της αναδιάρθρωσης του χρέους, ενώ ο άλλος, ο Έλληνας Λουκάς Παπαδήμος, το αποκλείει. Η Μέρκελ δίνει εύσημα, αφήνοντας να εννοηθεί ότι ο κίνδυνος της χρεοκοπίας απομακρύνθηκε, αλλά το ΙΟΒΕ, πιστός υπερασπιστής του μνημονίου, και εντέλει της Μέρκελ, για πρώτη φορά περιλαμβάνει στις εκτιμήσεις του «σενάριο καταστροφής». Τι ισχύει τελικά; Είμαστε πιο κοντά ή πιο μακριά από τη χρεοκοπία; Και τι είδους συμφέροντα εκπροσωπούν οι αποκλίνουσες εκτιμήσεις – ή μήπως και ευχές;

Αλλά, ακόμη κι αν απομακρύνουμε τη ματιά μας από τον ελλαδικό μικρόκοσμο, αν επιχειρήσουμε ν’ ανιχνεύσουμε πώς το «ελληνικό ζήτημα» εντάσσεται στο ευρωπαϊκό, η εικόνα και πάλι δεν συντίθεται. Η Κομισιόν και όλη η κοινοτική νομενκλατούρα επεξεργάζεται μια «εκδικητική» αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας, που τιμωρεί με πρόστιμα, στέρηση πόρων και εξαναγκαστική ύφεση διαρκείας τις χώρες που αποκλίνουν από τα «ιδεώδη» όρια ελλείμματος, χρέους και (από τώρα) τρεχουσών συναλλαγών! Η Γερμανία τραβάει ακόμη περισσότερο το σκοινί, θέλει ρήτρα «ελεγχόμενης χρεοκοπίας», αλλά ταυτόχρονα δεν συζητά ούτε παράταση του μηχανισμού στήριξης, ούτε ενδεχόμενο αποβολής από το ευρώ. Τι θέλουν τελικά από την Ευρωζώνη η Γερμανία και οι (ελάχιστοι πια) ισχυροί εταίροι της στην Ε.Ε.; Θέλουν ένα ισχυρό ευρώ στηριζόμενο σε αδύναμες και κολλημένες σε ύφεση και βιομηχανική παρακμή χώρες; Ή μήπως ξαναξύπνησε μέσα τους το «κτήνος» του ευρωσκεπτικισμού και θέλουν να ξεμπερδεύουν μια ώρα αρχύτερα με τους αδύναμους κρίκους;

Και, βέβαια, έχει γίνει κοινός τόπος ότι η πολιτική ηγεσία της Ευρωζώνης διαχειρίζεται την κρίση του χρέους για λογαριασμό των τραπεζών – πώς να μην το καταλάβει αυτό κανείς από τον πακτωλό χρημάτων που αδειάζουν τις τσέπες των κοινωνιών για να «φουσκώσουν» τούς ισολογισμούς των τραπεζών; Αλλά, γιατί διστάζουν να ικανοποιήσουν την τραπεζική απληστία με την τελευταία γενναία δόση ενίσχυσης, τα 750 δισ. ευρώ του ευρωπαϊκού μηχανισμού «σωτηρίας»; Γιατί οι πολιτικοί και οι κεντρικοί τραπεζίτες ανεβάζουν τον πήχυ της επάρκειας κεφαλαίων των πιστωτικών ιδρυμάτων; Πού βρίσκεται, τελικά, η σχέση πολιτικών-τραπεζιτών, πόσο είναι σύνθεση και πόσο αντίθεση; Ποια είναι η θέση των άλλων θυλάκων οικονομικής ισχύος, του βιομηχανικού και εμπορικού κεφαλαίου; Απλώς παρακολουθούν το μπρα ντε φερ;

Κι αν πάμε σε μία ακόμη πιο «πανοραμική» του κόσμου, μήπως το πρόβλημα της Ευρώπης δεν είναι απλώς η τύχη του ευρώ και η ανάκαμψη διά της λιτότητας που επιβάλλεται βίαια στις κοινωνίες; Μήπως το πρόβλημά της είναι η διαρκής απώλεια γεωπολιτικής ισχύος σ’ έναν κόσμο που αλλάζει ταχύτατα, αναδεικνύοντας νέα κέντρα επιρροής; Μήπως η Ευρώπη (για την ακρίβεια, οι κυρίαρχες τάξεις της) αντιλαμβάνονται ότι ζουν τη δύση της Δύσης; Μήπως, εξουθενωμένη στον υπόκωφο ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ, βλέπει να μετατίθεται το κέντρο του καπιταλιστικού κόσμου στην Ανατολή, στην Ασία ή στη Λατινική Αμερική και στις χώρες-πρωταθλήτριες της ανάπτυξης, την Κίνα, τις BRIC, την Τουρκία που ακόμη κοιτάζει αφ’ υψηλού; Ποια θα ’ναι η μητρόπολη της επόμενης «αυτοκρατορίας»; Το Πεκίνο, το Σάο Πάολο ή το Νέο Δελχί; Και πού θα αναζητήσει νέους εταίρους η Ε.Ε.; Στη Μόσχα; Στον αραβικό κόσμο; Με ποιους όρους;

Ίσως, όμως, η γεωπολιτική σύλληψη του κόσμου, στο πλαίσιο του οποίου οι ιθύνουσες τάξεις οργανώνονται μέσα από ανταγωνιστικά εθνικά συμφέροντα για την κατανομή των αγορών, δεν αντιστοιχεί ακριβώς στη σημερινή παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Ποιο απ’ όλα τα «εθνικά συμφέροντα» εκφράζει ένας χρηματοπιστωτικός πολυεθνικός όμιλος που δρα ταυτόχρονα σε πέντε ηπείρους και το μόνο στοιχείο «πατρίδας» του είναι η νομική έδρα του; Τι νόημα έχει ο ανταγωνισμός των εθνικών κρατών για την επιρροή στους διεθνείς οργανισμούς-προπλάσματα της παγκόσμιας διακυβέρνησης, το G20, το ΔΝΤ, τις νομισματικές ενώσεις; Υπάρχει άραγε ένα ενιαίο, «συνωμοτικό» κέντρο που επεξεργάζεται ερήμην των κοινωνιών το πλαίσιο παγκόσμιας διακυβέρνησης; Ή μήπως συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο; Μήπως η σημερινή φάση παγκοσμιοποίησης «έπιασε οροφή» και ζούμε ήδη την απο-παγκοσμιοποίηση και την επιστροφή στον προστατευτισμό, στην υπεράσπιση των εθνικών εξαγωγών και των εθνικών πρωταθλητών;

Και εντέλει, υπάρχει μια στρατηγική και τάση για το μέλλον του καπιταλισμού ή, αντιθέτως, υπάρχουν δυο-τρεις στρατηγικές, ανταγωνιστικές και αλληλοαποκλειόμενες; Ζούμε απλώς έναν ακόμη ταραχώδη οικονομικό κύκλο ή βρισκόμαστε στο σημείο που σκάει με πάταγο ένα «μακρύ κύμα», που κλείνει ένας κύκλος Κοντράτιεφ; Είμαστε στη χειρότερη μεταπολεμική κρίση του καπιταλισμού, εκφρασμένη σαν παγκόσμια κρίση χρέους, ή μήπως βιώνουμε τη μετάλλαξή του σε ένα νέο, μετα-καπιταλιστικό σύστημα που ακόμη δεν το έχουμε ορίσει; Και ποιο είναι το στίγμα της Ελλάδας σ’ αυτή τη θάλασσα «μακρών κυμάτων», οικονομικών κύκλων και ανταγωνιστικών συμφερόντων;

Λένε πως, όταν δεν έχεις τις απαντήσεις, το να θέτεις τα σωστά ερωτήματα είναι μια καλή αρχή. Αλλά, ακόμη και για την ορθότητα των ερωτημάτων δεν είμαστε βέβαιοι. Γιατί, στην πραγματικότητα, δεν είναι ο κόσμος κατακερματισμένος. Κατακερματισμένη είναι η αντίληψή μας γι’ αυτόν. Δεν μας λείπουν τόσο οι πληροφορίες – ίσα ίσα αυξάνονται επικίνδυνα, σαν έξαφνα τα 10.000 κομμάτια του puzzle να γίνονται 20.000, 30.000, αυξάνοντας ανάλογα την απόγνωση. Λείπει η συγκολλητική ουσία της κοσμοθεωρίας – αυτή που άλλοτε έδινε στις ιθύνουσες αλλά και στις υποτελείς τάξεις κάθε κοινωνικού σχηματισμού ένα όραμα για την ανάπτυξή του ή την ανατροπή του. Λέγεται για τον Μαρξ ότι, όταν έγραφε πυρετωδώς το «Κεφάλαιο», απέκρουε τις ενθουσιώδες επιστολές του Ένγκελς για την επαναστατική προέλαση του προλεταριάτου στην Ευρώπη με το αθώο ερώτημα: «Δεν μπορεί το προλεταριάτο να περιμένει να τελειώσω το “Κεφάλαιο”;» Γιατί, πράγματι, το «Κεφάλαιο» ήταν μια μεγαλοφυής σύνθεση του καπιταλιστικού σύμπαντος του 19ου αιώνα. Όπως παλιότερα ήταν, από άλλη οπτική, ο «Πλούτος των Εθνών» του Άνταμ Σμιθ ή αργότερα η «Γενική Θεωρία» του Κέινς. Οι φιλόσοφοι του οικονομικού κόσμου κατέφευγαν στη σκέψη για να ανασυνθέσουν την πραγματικότητα, όταν αυτή εμφανιζόταν απελπιστικά κατακερματισμένη.

Κι εμείς; Τι να κάνουμε; Πριν πνιγούμε στον σωρό από κομμάτια του puzzle, ας αρχίσουμε από τα στοιχειώδη. Ας επιχειρήσουμε να συνθέσουμε τον σκουρόχρωμο σκληρό πυρήνα της εικόνας: ένας οικονομικός πολιτισμός εδραιωμένος στην επιβράβευση της ατομικής απληστίας θα αποκλείει πάντα τη συλλογική ευτυχία. Και θα παράγει κρίσεις. Κρίσεις κάθε μορφής. Από οικονομικές, μέχρι ανθρωπιστικές. Από χρεοκοπίες, μέχρι πολέμους. Άλλωστε, κάτι τέτοιο ομολογούσαν σαστισμένοι πριν από δυο χρόνια, στην κορύφωση της χρηματοπιστωτικής κρίσης, οι κορυφαίοι της διεθνούς πολιτικής ελίτ, που προέβλεπαν με δέος ακόμη και «το τέλος του καπιταλισμού»…

Αυτό μπορεί να είναι ένα πρώτο, στοιχειώδες κομμάτι της εικόνας από την πλευρά της σκέψης. Και στην πλευρά της δράσης; Α, δεν χρειάζεται να κολλήσουμε και το τελευταίο κομμάτι του puzzle. Ας αρχίσουμε από τα βασικά – ιδού μια «επανάσταση του αυτονόητου»: ας υπερασπίσουμε τους όρους της ύπαρξής μας. Υλικούς, ταπεινούς, ίσως και κάπως αναξιοπρεπείς, μετρημένους σε χρήμα και χρόνο. Αλλά απαραίτητους για να διατηρούμε και την πολυτέλεια της σκέψης.

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (2/10/2010)

Μια από τις κύριες αιτίες της λαϊκής δυσαρέσκειας είταν ο ξαφνικός πλουτισμός, μετά τον πόλεμο, διαφόρων μελών του πολιτικού και οικονομικού κόσμου, που αραδιάζανε προκλητικά τα πλούτη τους, μες στη γενική φτώχεια του τόπου, δίχως να μπορούν να εξηγήσουν πού τα βρήκανε. Οι εκβιαστές της δημοσιογραφίας οργιάζανε συνεχώς απειλώντας, με διάφορους υπαινιγμούς, να βγάλουνε στη φόρα τρομερά και φοβερά σκάνδαλα που τις περισσότερες φορές τα αποσιωπούσανε μυστηριωδώς αμέσως ύστερα. Ο κοσμάκης φώναζε πότε πότε «Κάτω οι κλέφτες!», μα δεν υπήρχαν αποδείξεις. Από καιρό γινόταν λόγος για το περίφημο «πόθεν έσχες;», για έναν νόμο που θα ανάγκαζε όλους τους ανθρώπους που διαχειρίστηκαν μεγάλα δημόσια ή κοινωνικά συμφέροντα, να εκθέσουνε φανερά την προέλευση της περιουσίας τους. Σαν έγινε η Κυβέρνηση του συνασπισμού, μες στην πρώτη φούρια της «εθνικής ένωσης» και της «εθνικής ανόρθωσης», μερικοί θερμόαιμοι ριζοσπαστικοί βουλευτές καταθέσαν στη Βουλή ένα τέτοιο νομοσχέδιο. Ο κοσμάκης χειροκρότησε με ενθουσιασμό. Τα κόμματα δήλωσαν πως επικροτούν αυτή την ωραία πρωτοβουλία και συμφώνησαν να αναβληθεί η συζήτηση για ένα διάστημα, ώστε να εξεταστεί το ζήτημα με την πρεπούμενη προσοχή. Από αναβολή σε αναβολή το επικίνδυνο νομοσχέδιο άρχισε να σκεπάζεται. Οι υπεύθυνοι αρχηγοί δεν είχαν καμμιάν όρεξη να προσθέσουν στη ράχη τους μπελάδες – και τι μπελάδες!

Γιώργου Θεοτοκά, «Αργώ» (1933 - ευγενής προσφορά του φίλου Α. Μ.)