Sunday, December 31, 2023

Σας αδικήσαμε, κύριε Σόιμπλε

Η Εφημερίδα των Συντακτών  30-31/12/2023


Το πιστεύω αυτό που λέω στον τίτλο για τον μακαρίτη, καταχρηστικώς αποκαλούμενο «κύριο», αν και μόλις αποδημήσαντα. Τον αδικήσαμε με όλους τους δυνατούς τρόπους. Και εξακολουθούμε να τον αδικούμε, αποκαλύπτοντας ένα τρομακτικό έλλειμμα κατανόησης για το πέρασμά του από την ιστορία της Γερμανίας και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, για το πολιτικό, ταξικό και ιδεολογικό φορτίο αυτού του περάσματος. Τον αδίκησε, βέβαια, και το γεγονός ότι η οκταετία της θητείας του ως υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας και άτυπου «τσάρου» της ευρωζώνης ταυτίζεται με τον κλονισμό που προκάλεσε στην Ε.Ε. η χρηματοπιστωτική κρίση και με την τιμωρία των μνημονίων, πρωτίστως στην Ελλάδα, δευτερευόντως στην Ιρλανδία και τον λοιπό ευρωπαϊκό Νότο.

Διαβάζοντας τις διακηρύξεις απέχθειας και χαιρεκακίας για τον θάνατο του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στα σόσιαλ μίντια, παρακολουθώντας την αμετροέπεια των χαρακτηρισμών με τους οποίους τον λούζουν χιλιάδες άνθρωποι (αν και οφείλω να ομολογήσω ότι ουκ ολίγες φορές κατέφυγα κι εγώ σε εύκολους χαρακτηρισμούς - έδινε, βλέπετε, πολλές αφορμές ο μακαρίτης), διαπιστώνω με ανησυχία ότι μάλλον δεν καταλάβαμε και πολλά πράγματα για το τι μας συνέβη από το 2010 και μετά. Φυσικά ο Σόιμπλε, όπως και η άσπονδη φίλη του Ανγκελα Μέρκελ, ήταν βασικός συντελεστής όσων μας συνέβησαν, αλλά όχι με τον τρόπο κι όχι για τους λόγους που ίσως νομίζουμε. Εχουμε και λέμε, λοιπόν:

• Ο Σόιμπλε δεν ήταν ένας κυνικός διώκτης των αδύναμων χωρών και των φτωχών τάξεων, αλλά ένας αδιάλλακτος εκπρόσωπος της γερμανικής επιχειρηματικής ελίτ και της επιβολής της ισχύος της εντός και εκτός Ευρώπης. Αν το δεύτερο προϋπέθετε το πρώτο, είναι υπόθεση συγκυρίας. Αν ο μακαρίτης τύχαινε να είναι υπουργός Οικονομικών τη δεκαετία του 1990 ή του 2000 είναι εξαιρετικά πιθανό να υποστήριζε με θέρμη τον φθηνό δανεισμό προς την Ελλάδα και τον χαρτοπόλεμο εορτοδανείων και διακοποδανείων προς το πόπολο, εφόσον αυτό διευκόλυνε τη διείσδυση των γερμανικών τραπεζών σ’ αυτή τη βαλκανική κόγχη της Ε.Ε. και τις πωλήσεις αυτοκινήτων made in Germany.

• Ο μακαρίτης δεν ήταν ούτε εκ γενετής λάτρης της λιτότητας ούτε οπαδός της ελευθερίας των αγορών. Ηταν ένα γνήσιο ιδεολογικό και πολιτικό προϊόν της «σχολής του Φράιμπουργκ» (όπου γεννήθηκε και σπούδασε) και του ορντολιμπεραλισμού, του «φιλελευθερισμού με κανόνες», που είναι το θεμέλιο διακυβέρνησης της Γερμανίας μετά τον πόλεμο. Ο Σόιμπλε δεν ήταν ποτέ νεοφιλελεύθερος ούτε σκληρός μονεταριστής και επέδρασε μαζί με όλη τη γερμανική Χριστιανοδημοκρατία και το μεγαλύτερο μέρος της Σοσιαλδημοκρατίας ώστε ο γερμανικός «κανόνας» οικονομικής διακυβέρνησης να γίνει και ευρωπαϊκός κανόνας. Και το πέτυχε. Πεμπτουσία του, το πανηλίθιο (κατά Ρομάνο Πρόντι) Σύμφωνο Σταθερότητας για τα όρια ελλείμματος και χρέους, που μένει γερμανικό (και εν τέλει «σοϊμπλικό), παρά την πολλοστή μεταρρύθμισή του.

• Ο Σόιμπλε ήταν ακραιφνής πολέμιος και ταυτόχρονα μεγάλος προωθητής της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Οσο αντιφατικό κι αν φαίνεται αυτό, αποδεικνύεται από την ακολουθία των γεγονότων στη διάρκεια της κρίσης χρέους, που συνέπεσε με τη θητεία του. Με απόλυτο κριτήριο την υπεράσπιση της τάξης του και της γερμανικής ηγεμονίας στην Ε.Ε., φρέναρε με πάθος κάθε προσπάθεια επίσπευσης της οικονομικής ενοποίησης (μεταξύ άλλων, της περίφημης τραπεζικής ένωσης), πριν σιγουρευτεί ότι οι γερμανικές τράπεζες είναι ώριμες να την αφομοιώσουν. Κι έγινε ακραίος φεντεραλιστής όταν αντιλήφθηκε τον κίνδυνο αυτοδιάλυσης της Ε.Ε. και της ευρωζώνης μέσα στον θεσμικό χυλό στον οποίο κινούνταν, επινοώντας την πολιτική απάτη του μονομερούς GRexit. Η απειλή αποπομπής της Ελλάδας από την Ε.Ε. και την ευρωζώνη το 2015 καταγράφεται ως η κορυφαία στιγμή ενότητας 27 χωρών της Ε.Ε. (και της Βρετανίας, που αποχώρησε μετά τρία χρόνια) ενάντια στην 28η, και όλων των θεσμικών τους οργάνων (Συμβουλίου, Ευρωκοινοβουλίου, Επιτροπής, ΕΚΤ) γύρω από ένα κραυγαλέο ψεύδος. Για το οποίο ουδείς, ούτε ο Γιούνκερ που υποστήριξε δημόσια την ύπαρξη μιας μυστηριώδους (και άφαντης μέχρι σήμερα) μελέτης 1.000 σελίδων περί αποπομπής από το ευρώ, έχει λογοδοτήσει. Κι αυτή η κορυφαία στιγμή ευρωπαϊκής ενότητας έχει τη σφραγίδα του μακαρίτη.

• Ο Σόιμπλε δεν ήταν εχθρός της Ελλάδας. Απλώς είδε έγκαιρα σ’ αυτήν το ιδεώδες πειραματόζωο, το κατάλληλο δομικό υλικό για τη μετάλλαξη της ευρωζώνης από ένα ακυβέρνητο συνονθύλευμα, με μόνα συνεκτικά υλικά το ευρώ και την «ανεξάρτητη» Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, σε μια κανονική ένωση που θα διαθέτει όχι μόνο νομισματική, αλλά και πολιτική κυριαρχία σε κάθε κράτος-μέλος. Το γεγονός ότι αυτό κόστισε στην Ελλάδα κοινωνική δυστυχία, οικονομική εξαθλίωση, κατάρρευση του κοινωνικού κράτους και πλήρη αναδόμηση του πολιτικού συστήματος ήταν απλώς παράπλευρη απώλεια. Πόλεμος χωρίς θυσίες δεν νοείται. Στον μακαρίτη (ή και σε αυτόν), πάντως, οφείλεται το ότι σήμερα η ευρωζώνη διαθέτει αυστηρούς κανόνες οικονομικής διακυβέρνησης που ξεκινούν από την έγκριση κάθε εθνικού προϋπολογισμού από τα θεσμικά όργανα της Ε.Ε. και φτάνουν στη μακρόχρονη οικονομική επιτήρηση κάθε χώρας που έχει δανειστεί από το ευρωπαϊκό «ΔΝΤ», τον ESM. Με λίγα λόγια, στον Σόιμπλε οφείλουμε ότι τα έκτακτα και εξωθεσμικά «μνημόνια» που επιβλήθηκαν βίαια στην Ελλάδα έχουν γίνει θεσμική κανονικότητα για κάθε κράτος-μέλος της Ε.Ε.

• Τέλος, είναι καθαρή παρεξήγηση η εντύπωση πως ο Σόιμπλε ήταν πολέμιος κάθε προσπάθειας αμοιβαιοποίησης των κρατικών χρεών στην Ε.Ε. Ηταν πράγματι αλλεργικός σε κάθε απόπειρα μεταφοράς του χρέους των άλλων στη Γερμανία, ενδεχομένως και σε μερικές ακόμη χώρες-οικονομικούς δορυφόρους της. Αλλά ως αφοσιωμένος εκπρόσωπος της επιχειρηματικής ολιγαρχίας και του ιδιότυπου κρατικού καπιταλισμού της χώρας του, είχε εγκαίρως μεριμνήσει από το 2011 (ως άτυπος «τσάρος» του Ecofin και του άτυπου Eurogroup) να θεσπιστεί η Γενική Ρήτρα Διαφυγής από το κατά τα λοιπά απαραβίαστο Σύμφωνο Σταθερότητας, που για τέσσερα συναπτά έτη από την πανδημία και μετά έδωσε αφενός στη Γερμανία τη δυνατότητα να φουσκώσει κατά το δοκούν το χρέος της και αφετέρου στην Ε.Ε. να προβεί στο απονενοημένο διάβημα του κοινού δανεισμού του Ταμείου Ανάκαμψης για 800 δισεκατομμυριάκια. Φυσικά, η γερμανική προνοητικότητα, με τη σφραγίδα Μέρκελ και Σόιμπλε, είχε εξοπλίσει ήδη από το 2007 με τα κατάλληλα ερμηνευτικά παραθυράκια το «σύνταγμα» της Ε.Ε., τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Κι αυτά τα παράθυρα επέτρεψαν αυτό που διακηρύχτηκε ως αδιανόητο υπέρ της Ελλάδας το 2010 και τα κατοπινά πέτρινα χρόνια, να γίνει αυτονόητο υπέρ της Γερμανίας και της Ε.Ε. το 2020.

Τον αδικήσαμε τον μακαρίτη τον Βόλφγκανγκ. Και ιδιαίτερα όσοι θεωρούν αδιανόητη τη ζωή χωρίς ευρώ και εκτός ευρωζώνης θα πρέπει να σκέφτονται διπλά τα εις βάρος του αναθέματα. Αυτό που θεωρούν παράδεισό τους ή, εν πάση περιπτώσει, βιώσιμο ενδιαίτημα, είναι (και) δικό του δημιούργημα. Κι αυτός θα στέκεται για πολύ ακόμη ως αρχάγγελος στην πύλη του. Ή ως ο Αϊ-Βασίλης του.



ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

Η Ιστορία μάς δείχνει πολλά πράγματα. Δείχνει γιατί το «Πάτερ Ημών» περιλαμβάνει την παράκληση: «Και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν». Στην εποχή μου, οι διατριβές γράφονταν με το χέρι ή δακτυλογραφούνταν στη γραφομηχανή. Στο παρελθόν έπρεπε να βουτηχτείς στη λογοτεχνία, να βρεις τα βιβλία και να εντοπίσεις τα αποσπάσματα. Σήμερα κάνεις «κλικ» στη Wikipedia ή στο Google και έχεις όλα όσα χρειάζεσαι. Αυτό μάλλον καθιστά πιο δύσκολο το να αντισταθείς στον πειρασμό.

Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, συνέντευξη στο Spiegel, 19/11/2011

Monday, December 25, 2023

Η κ. Ευφορία στο χάος του σούπερ μάρκετ

 Η Εφημερίδα των Συντακτών, 23-26/12/2023



Η κ. Ευφορία πάντοτε ένιωθε μεγάλη δυσφορία σχεδόν για τα πάντα, αλλά πολύ περισσότερο για το όνομά της. Υπήρχαν ένα σωρό ονόματα με πρώτο συνθετικό το «ευ», Ευφροσύνη, Ευσταθία, Ευθυμία, Ευτυχία, ορισμένα από αυτά ήταν και καθωσπρέπει χριστιανικά ονόματα, αλλά Ευφορία; Ποιου είδους συνωμοσία εις βάρος της είχαν στο κεφάλι τους ο διανοούμενος νονός της, που ποτέ δεν τον χώνεψε, και οι αφελείς γονείς της που συμφώνησαν; Κι ο τρελός παπάς που τη βάφτισε γιατί το δέχτηκε; Ηξερε καμιά αγία, οσία ή μάρτυρα που κάηκε στην πυρά για την πίστη της με τέτοιο όνομα; Ετσι, για σχεδόν εφτά δεκαετίες σήκωνε το όνομά της σαν σταυρό μαρτυρίου. Οι φιλότιμες προσπάθειες να το περιορίσει ως τυπική αναγραφή στην ταυτότητα και να επιβάλει σε όλους να την αποκαλούν απλώς «Εφη» δεν έπιασαν, όλοι επέμειναν να τη φωνάζουν Ευφορία, ακόμη και οι εγγονές της, αν και σε καμιά δεν δόθηκε το όνομά της, που υποτίθεται πως άρεσε και στα παιδιά της. Αν τους άρεσε, γιατί δεν το έδωσαν; 

Φυσικά και την ενοχλούσε επιπλέον και η συνήχηση με την «εφορία», ανεξαρτήτως φορολογικού συστήματος, μειώσεων ή αυξήσεων στους φόρους. Ολοι έκαναν ένα χοντρό ή διακριτικό αστείο με το όνομά της, «εσείς υποθέτουμε πως ποτέ δεν χρωστάτε στην εφορία, αυτή σας χρωστάει, έτσι;». Κρυάδες! Αλλά το κυριότερο ήταν ότι στο πέρασμα των χρόνων σχεδόν ποτέ δεν ένιωσε, με κάποια διάρκεια, λίγο από αυτό που υποτίθεται ότι εκφράζει το όνομά της. Το αντίθετο. Η δυσφορία ήταν αυτό που κυριαρχούσε. Οχι με την οικογένειά της, τον άντρα της, τα παιδιά και τα εγγόνια της που της έδωσαν αρκετές χαρές, αλλά με αυτό που λέμε «βίο». Ο «βίος» της, εξαρτημένος τόσο πολύ από το πενιχρό βιος της, κινήθηκε πάντα σε κλίμακες στέρησης και συνετής εγκράτειας. 

Ως εκ τούτου, η εβδομαδιαία επίσκεψη στο σούπερ μάρκετ, από τότε που ήταν εργαζόμενη, μητέρα και νοικοκυρά, μέχρι τώρα, που είναι συνταξιούχος, χήρα και γιαγιά, ήταν πάντα μια καλά προετοιμασμένη και υπολογισμένη επιχείρηση. Ιδιαίτερα όταν επρόκειτο για τις αγορές των γιορτών και του χριστουγεννιάτικου τραπεζιού, που πάντα είχε έναν βαθμό συγκρατημένης υπερβολής και λιτής πολυτέλειας. Συν τοις άλλοις, η συγκέντρωση της μεγάλης οικογένειας (τα παιδιά της, ο γαμπρός, η νύφη, τα εγγόνια της και η αδελφή της, που είναι μόνη και πάντα την καλεί), συνήθως τη δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων, επέβαλλε και την επιπλέον μέριμνα να καλυφθούν οι γαστριμαργικές ιδιοτροπίες περίπου δέκα ανθρώπων. Ο ένας δεν τρώει χοιρινό, της άλλης της μυρίζει το αρνί, η μεγάλη εγγονή σιχαίνεται το τυρί κ.ο.κ. Αλλά κανείς δεν έπρεπε να μείνει νηστικός και παραπονεμένος στο τραπέζι. Επομένως, το χρονικό της εορταστικής καταναλώσεως απαιτούσε μια καλά καταρτισμένη λίστα αγορών. 

 Με τη λίστα στα χέρια και το μεγάλο καρότσι ως τεθωρακισμένο ιδιωτικής χρήσεως, η κ. Ευφορία, γεμάτη δυσφορία, αρχίζει την εκστρατεία της στους μεγάλους διαδρόμους του σούπερ μάρκετ. Ξεκινά από τα κρέατα, όπου τα πράγματα είναι σαφή. Είδος και τιμή. Ούτε κόκκινα, ούτε κίτρινα, ούτε πολύχρωμα ταμπελάκια. Απλώς, όλα είναι ακριβότερα τουλάχιστον 15% από πέρσι. Δεν θα πάρει γαλοπούλα, οι μισοί δεν την τρώνε, ίσως ένα κοκοράκι «αλανιάρικο» (11 ευρώ το κιλό!). Μήπως καλύτερα ένα ρολό κοτόπουλο, που το τρώνε και τα μικρά (10 το κιλό); Ενα χεράκι αρνί (11,5 το κιλό), για χοιρινό καλύτερα να πάρει μερικές μπριζόλες λαιμού, εννοείται Ολλανδίας, είναι 30% φτηνότερες από τα ντόπια. Πάει το πρώτο ογδοντάρι, αλλά χαλάλι, Χριστούγεννα είναι. 

Στα τυριά, με τον αριθμό προτεραιότητας στο χέρι, αρχίζει το μπέρδεμα. Αυτά τα κόκκινα ταμπελάκια με τη «μόνιμη μείωση τιμής 5%» σαν να χορεύουν από τη μια μέρα στην άλλη πάνω στα μπαστούνια και τα κεφάλια με τις γραβιέρες και τα κίτρινα τυριά. Κι έπειτα, είναι και οι προσφορές «μείον 20%», κι αυτές σε κιτρινοκόκκινα ταμπελάκια, και παραδίπλα άλλα ταμπελάκια για τυριά που μπαίνουν στο «καλάθι» του νοικοκυριού. «Αυτό το γκούντα που το δίνετε μειωμένο 5%, την περασμένη εβδομάδα το πήρα 5,90 και τώρα το έχετε 6,20, πού είναι η μείωση;» διαμαρτύρεται η κυρία που προηγείται της κ. Ευφορίας. «Μήπως πήρατε άλλη μάρκα;» απαντά ο υπάλληλος στα τυριά, και αμέσως μετά ρωτά τη συνάδελφό του «ρε συ, αυτό το κόκκινο ταμπελάκι πού πάει; Στο έμενταλ ή στο ένταμ;» κι αυτή συμβουλεύεται αμέσως τη λίστα. «Ούτε στο ένα ούτε στο άλλο, στη μοτσαρέλα, δίπλα», του λέει. Η κ. Ευφορία είναι αποφασισμένη να αποφύγει αυτή τη δοκιμασία. Ο,τι γράφει η λίστα της, ό,τι παίρνει πάντα. Κι όσο πάει. 

Στα αλλαντικά δεν θα σταθεί πολύ, μισό κιλό λουκάνικο με πράσο για μεζέ (μείον 1,5 ευρώ, διαφημίζει το ταμπελάκι, αλλά ποιος θυμάται την αρχική τιμή της περασμένης βδομάδας;) και δέκα φέτες ζαμπόν για το σουφλέ ζυμαρικών - αρέσει στα μικρά. Μπαίνει στον πειρασμό να πάρει μια συσκευασία με την ένδειξη «προϊόν κοντά στην ημερομηνία λήξης», μισή τιμή, αλλά κάνει πίσω και ζητά να της κόψουν από εκείνο με την προσφορά «μείον 20%». 

Επειτα αρχίζει η οδύσσεια της περιήγησης στις λεωφόρους του σούπερ μάρκετ. Η κ. Ευφορία πρέπει να βάζει και να βγάζει διαρκώς τα γυαλιά της μεταξύ της λίστας της και των πολύχρωμων ετικετών στα ράφια με τα προϊόντα. Κόκκινο ταμπελάκι «μόνιμης μείωσης τιμής» στο ένα πακέτο με φαρφάλες, «καλάθι νοικοκυριού» στο παραδίπλα, «στα 2 το 1 δώρο» στο από κάτω ράφι, «μείον 50%, προϊόν κοντά στην ημερομηνία λήξης» στο παρακάτω. «Δυο πακέτα ζυμαρικά θέλω να πάρω και οι τιμές τους έχουν γίνει σαν τη ρήτρα αναπροσαρμογής», μονολογεί η κ. Ευφορία. Και ο διπλανός της περιπλανώμενος καταναλωτής γελάει, γελάει κι η ίδια ικανοποιημένη με το αστειάκι της, κι αυτή είναι η πρώτη ελάχιστη στιγμή ευφορίας στη μισή και κάτι ώρα αγοραστικής δυσφορίας που έχει περάσει.

 Στα κρασιά και τα αναψυκτικά τα πράγματα είναι λιγότερο περίπλοκα, αλλά στα απορρυπαντικά και τα καθαριστικά γίνεται της κολάσεως. Αυτή η κόλαση είναι ο παράδεισος της ετικέτας. Ετικέτες Αδωνη, ετικέτες Σκρέκα, ετικέτες των εταιρειών, ετικέτες του σούπερ μάρκετ. «Δύο στην τιμή του ενός», βλέπει η κ. Ευφορία στο υγρό πιάτων που σταθερά παίρνει, αλλά όταν βλέπει την τελική τιμή καταλαβαίνει το τρικ. «Την περασμένη βδομάδα το είχατε 2,98 το ένα, τώρα λέτε στα 2 το 1 δώρο, αλλά με 4 ευρώ», λέει στην πλησιέστερη υπάλληλο που γονατισμένη τροφοδοτεί τα ράφια. Αυτή σηκώνει τους ώμους δηλώνοντας άγνοια. Η κ. Ευφορία δεν είναι τύπος που θα τα βάλει με υπάλληλο - κι η ίδια άλλωστε έχει για δεκαετίες δουλέψει ως πωλήτρια με εργοδότες που έκαναν παιχνίδι με τις τιμές, αλλά είναι η πρώτη φορά που καταλαβαίνει, παρά τα λιγοστά αγγλικά της, τι εστί shrinkflation και πόσο δαιμόνιες έχουν γίνει οι πρακτικές των εταιρειών για να βγάλουν από τη μύγα ξίγκι. Αλλά δεν θα το λύσει τώρα το ζήτημα, χρονιάρες μέρες.

 Στο ταμείο, ωστόσο, όταν διαπίστωσε ότι το οικογενειακό τραπέζι ρούφηξε σχεδόν το 25% της σύνταξής της, η κ. Ευφορία έπεσε σε πιο κυνικές σκέψεις. «Του χρόνου θα τους τραπεζώσω με ντελίβερι, θα έρθει πιο φτηνά. Και σ’ όποιον αρέσει».


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 

 «Πώς να μην εξάπτομαι», είπε ο θείος, «αφού ζω σ’ έναν κόσμο γεμάτο ηλιθίους; Ακούς εκεί… Καλά Χριστούγεννα! Να τα βράσω τα Καλά Χριστούγεννα! Και τι είναι για σένα τα Χριστούγεννα; Να σου πω εγώ; Μια εποχή που πληρώνεις λογαριασμούς χωρίς να ’χεις λεφτά! Μια εποχή που σου φορτώνει ένα χρόνο στην πλάτη, αλλά δεν σε κάνει ούτε μια ώρα πλουσιότερο! Μια εποχή που ανοίγεις τα λογιστικά σου βιβλία, κι από τους δώδεκα μήνες του χρόνου που πέρασε, βγάζεις παθητικό και στους δώδεκα! Αν ήταν στο χέρι μου», συνέχισε οργισμένος ο Σκρουτζ, «θα έβραζα μαζί με την πουτίγκα τον κάθε ανόητο που παίρνει τους δρόμους και εύχεται Καλά Χριστούγεννα δεξιά κι αριστερά, κι έπειτα θα τον έθαβα με μια σφήνα από γκι στην καρδιά!»

Τσαρλς Ντίκενς, «Ο ύμνος των Χριστουγέννων»


Saturday, December 16, 2023

Μικρή ανασκόπηση ενός αιώνα

 Η Εφημερίδα των Συντακτών 16-17/12/2023


«Μονό ή διπλό τάφο πήρατε;». «Διπλό». «Ωραία, είναι 180 ευρώ». 

Αυτές οι λίγες λέξεις μιας σύντομης συναλλαγής στο δημοτικό κατάστημα δήμου της Αιτωλοακαρνανίας (είχαν προηγηθεί τα συλλυπητήρια, στους μικρούς τόπους τα νέα διαδίδονται αστραπιαία) είναι ο τυπικός επίλογος μιας ζωής σχεδόν ενός αιώνα. Είχαν προηγηθεί το σύντομο πέρασμα από το κρεβάτι του νοσοκομείου, η ληξιαρχική πράξη θανάτου, η κηδεία, η ταφή, ο καφές στο καφενείο του χωριού, το τραπέζι της παρηγοριάς σε συγγενείς και φίλους, ό,τι εν πάση περιπτώσει απαιτεί το κλείσιμο των λογαριασμών ενός ανθρώπου στο μεγάλο βιβλίο του κόσμου.

 Ολοι είχαν έναν καλό λόγο να πουν για τον εκλιπόντα, που έφυγε «πλήρης ημερών», αν και δεν ξέρω πώς μετριέται η «πληρότητα». Θεωρητικά ο Γ. που πέθανε στα 96 του χρόνια ξεγέλασε στατιστικές, προσδόκιμα επιβίωσης, συνταξιοδοτικά συστήματα. Το ισοζύγιο ζωής - θανάτου του πρέπει να θεωρηθεί πλεονασματικό. Εξ ου και το κλισέ: «Τα χρόνια του να πάρετε. Και την υγεία του». Ακριβές το δεύτερο. Ο Γ. δεν επιβάρυνε παρά ελάχιστα το σύστημα υγείας. Ενα ολιγοήμερο πέρασμα από το νοσοκομείο, το πρώτο και τελευταίο της ζωής του, μερικά χάπια πίεσης, μια εγχείρηση καταρράκτη και κάποιες επισκέψεις στον γιατρό για τα βασικά. 

«Τα χρόνια του να πάρουμε». Ως ποσότητα ήταν πράγματι χορταστικά. Αλλά ως ποιότητα; Εχει αναλογιστεί κανείς τι ακριβώς έχει ζήσει ένας άνθρωπος που γεννήθηκε το 1928 και πέθανε στα τέλη του 2023; Τι σοκ, τι δοκιμασίες ατομικές και συλλογικές, τι κρίσεις, τι απώλειες, τι ανατροπές επιφύλασσε κάθε χρονιά στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου, του Μεγάλου Πολέμου, της Κατοχής, του Εμφυλίου, της μετεμφυλιακής ανωμαλίας, της εσωτερικής και εξωτερικής μετανάστευσης, της χούντας, της μεταπολίτευσης, του ευρωπαϊσμού, του εκσυγχρονισμού, της αναπτυξιακής φενάκης, της κρατικής χρεοκοπίας, των μνημονίων, της πανδημίας και των νέων κρίσεων; Πώς εξατομικεύτηκε και συμπυκνώθηκε η ταραγμένη εκατονταετία στη ζωή του ίδιου και των δικών του; 

Καθώς είχα την τύχη να γίνω κομμάτι της ζωής του σχεδόν αιωνόβιου Γ. (ως σώγαμπρος, κατά το κλισέ), μπορώ να πω ότι από τα σπαράγματα των γλαφυρών αφηγήσεων που, με τη βαριά και χωρίς πολλά φωνήεντα ντοπιολαλιά, μου διέθεσε κάπως μπορώ να ανασυνθέσω στιγμιότυπα από τη σύντομη ιστορία του αιώνα που έζησε. Οι ιστορίες των εκατομμυρίων αφανών είναι η αφανής ιστορία της χώρας. 

Ο Γ. γεννήθηκε και μεγάλωσε σε ένα χωριό της ορεινής Ευρυτανίας. Κτηνοτρόφοι κι αγρότες η οικογένεια κι όλο του το σόι. Γίδια, πρόβατα, άλογα, χωράφια για κριθάρια, στάρια, όσπρια η περιουσία τους. Σκληροί και παγεροί οι χειμώνες τους, με πολλή δουλειά τα καλοκαίρια τους, τα σπίτια τους πέτρινα, στενόχωρα αλλά πάντα φιλόξενα για κάθε περαστικό, συγγενή ή φίλο. Λίγα γράμματα κατάφερε να μάθει στις λίγες τάξεις του Δημοτικού που πήγε. Υστερα τον άρπαξε η ανάγκη της ζωής και των ζώων. Είχε ταλέντο στη βοσκή και στη φροντίδα τους, οι τέσσερις πρώτες δεκαετίες της ζωής του ήταν αφιερωμένες στα κοπάδια του που τάιζαν τον ίδιο κι όλη την οικογένεια, την παλιά της παιδικής και εφηβικής ηλικίας και την καινούργια, της ενήλικης. Παρά τις στερήσεις και τις ελλείψεις που επιφύλασσε η ξεχασμένη από το κράτος ορεινή Ευρυτανία, θα ήταν μάλλον ευτυχισμένος αν έκλεινε τον κύκλο της ζωής του εκεί ως κτηνοτρόφος, έστω κι αν χρειαζόταν δέκα ώρες δρόμος με τα μουλάρια ή τα πόδια για να βρεθεί στο πλησιέστερο νοσοκομείο, στο Αγρίνιο, αν παρίστατο ανάγκη. Στον Εμφύλιο επιστρατεύτηκε, τρία χρόνια πέρασε είτε μαγειρεύοντας για τους συστρατιώτες του, είτε ακολουθώντας αποσπάσματα που έψαχναν να ξετρυπώσουν από τις κρύπτες τους τούς τελευταίους αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού. Ακολούθησε μια δεκαετία σχετικά ήρεμης, αν και στερημένης βουκολικής ζωής, πάντρεψε αδερφές και αδερφούς, παντρεύτηκε κι ο ίδιος, τα δυο πρώτα του παιδιά η γυναίκα του τα γέννησε στο σπίτι ή στο χωράφι, αδιανόητη η μεταφορά σε μαιευτήριο. 

Υστερα, ήρθε το σοκ της ανάπτυξης. Τα υδροηλεκτρικά έργα, το φράξιμο των νερών του Αχελώου, κάτω από τα οποία χρειάστηκε να πνιγούν ολόκληρα χωριά, περιουσίες, σπίτια, χωράφια και ζωές. Ο Γ. μάς αφηγούνταν συχνά απίστευτες ιστορίες βίας που συνόδευσαν τις αναγκαστικές απαλλοτριώσεις όχι μόνο των ιδιοκτησιών, αλλά ολόκληρων των ζωών των κτηνοτροφικών οικογενειών που ξαφνικά έπρεπε να τα παρατήσουν όλα, να ξεριζωθούν από τον τόπο τους, να γίνουν μετανάστες στην ίδια την πατρίδα τους, να αλλάξουν επαγγέλματα και τρόπους επιβίωσης. Ο εξηλεκτρισμός και ο παραγωγικός εκσυγχρονισμός, για τον οποίο επαίρονται οι ηγεσίες της μεταπολεμικής Ελλάδας, είναι μια ιστορία ασύλληπτης οικονομικής και κοινωνικής βίας, την οποία προφανώς αγνοεί ο χρυσοπληρωμένος πρόεδρος της ιδιωτικής σήμερα ΔΕΗ. 

Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 ο Γ., η οικογένειά του και εκατοντάδες φιλικές και συγγενικές οικογένειες μετανάστευσαν κοντά στο Αγρίνιο. Οι αποζημιώσεις για τα απαλλοτριωμένα κτήματα και για τα ξεπαστρεμένα κοπάδια ασήμαντες. Τους παραχώρησαν κάτι απομακρυσμένα ρυζοχώραφα και οικόπεδα, υποτίθεται για να χτίσουν τα νέα σπίτια τους. Αλλά κι αυτό ακόμη απαγορευόταν. Νύχτα προσπαθούσαν να στήσουν με τσιμεντόλιθους και τσίγκινες στέγες πρόχειρα παραπήγματα, γιατί τη μέρα έρχονταν Πολεοδομία και Αστυνομία και τα γκρέμιζαν. Πού θα ζούσαν, πώς θα ζούσαν, ζευγάρι με τρία μικρά παιδιά; Λεπτομέρεια άνευ σημασίας για το αναπτυξιακό έπος.

 Κι έτσι, ο βοσκός Γ. αναγκάστηκε στα 40 και κάτι να γίνει εργάτης στα οδικά έργα και καπνοκαλλιεργητής. Να μάθει τι σημαίνουν τα κλεμμένα ένσημα, τα πετσοκομμένα από τους εργολάβους μεροκάματα, να ανακαλύψει τι σημαίνει εργατικό ατύχημα μέσα στην αποπνικτική γαλαρία, τι σημαίνει απεργία και συνδικάτο. Να μάθει ακόμη τι σημαίνει παζάρι με τον καπνέμπορα που ψάχνει ευκαιρία να κλέψει στο ζύγι ή στην τιμή, να δει τα ανήλικα παιδιά του να δουλεύουν στα καπνά, να ανταγωνίζονται ποιο θα αρμαθιάσει πιο γρήγορα τα καπνόφυλλα, να ζει με την αγωνία της καλής σοδειάς ή μιας καταστροφής από τις αναποδιές του καιρού. Να μάθει τι σημαίνει στεγαστικό δάνειο, δόσεις, αποταμίευση, χρέη, φευγιό των παιδιών στην Αθήνα, περικοπές στη σύνταξη έπειτα από 45 χρόνια δουλειάς, επιβίωση με φτωχοεπιδόματα, αιματηρή οικονομία για χαρτζιλικώματα των εγγονιών. Να συνηθίσει τις πρόωρες απώλειες, τους θανάτους συγγενών και φίλων που μεταμόρφωσαν τη ρούγα των «ξενομεριτών» από τα πλημμυρισμένα χωριά της Ευρυτανίας σε έναν σχεδόν έρημο πια από ανθρώπους δρόμο...

Τα χρόνια του να πάρουμε. Αλλά χωρίς τα βάσανά του, γίνεται; Μάλλον δεν γίνεται. 

ΚΙΜΠΙ 

kibi2g@yahoo.gr, kibi-blog.blogspot.com 


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 

Αλλες βολές στέκεται αμ’ πάν’ στο καραούλι και παραφυλάει. Και σα με βλέπει να χαζοψάχνομαι, έρχεται και μου δείχνει το καρτελάκι με το νούμερο. Τάχατες άμα θες τίποτα, σήκωσε αυτό. Δεν τα μπορώ ’γώ αυτά τα πράγματα. Και τι είμαστε δηλαδής για να ’χουμε νούμερα; Εδώ ακόμη και τα ζωντανά έχνε ονόματα και μ’ αυτά τα φωνάζουμε, όχι με το δύο και με το τρία. Μωρέ, δεν πάει στο διάολο λέω ’γώ, το παλιοκέρατο το βερνικωμένο. Ούλο έτσι κάμει και πληρώνεται κι αμ’ πάν’ γι’ αυτή τη δλεια. Για να κάθεται με σκωμένο τ’ αφρύδι ψηλά στο σκαμνί και να το παίζει καμπόσος. Αλλο πράγμα απ’ αυτό δεν κάμει και σταγόνα ιδρώτα δεν έχει η μασκάλη του. Τι να πω; Αμα τ’ αρέσει αυτή η δλεια, να την έχει να τη χαίρεται. Αλλά ξέρω ’γώ από ποιους είναι αυτός. Απ’ αυνούς που τους αρέσει να παιδεύνε τον κοσμάκη. Τον κάθε καψερό π’ άφησε το κονάκι του κι ήρθε απ’ την άλλη άκρη της γης να βγάλει το ψωμάκι του. Εμένα πάντως σ’ εργοστάσιο μου ’παν ότι θα πιάσω δλεια, όχι σε κάτεργο. 

Κώστα Μπαρμπάτση, «Λυκοχαβιά και άλλες ιστορίες»


Sunday, December 3, 2023

Το πράσινο μίλι

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 2-3/12/2023


Είμαι ένας βαρύς ρυπαντής του περιβάλλοντος. Το αυτοκίνητο που κυκλοφορώ, εικοσαετίας και βάλε, παλιάς τεχνολογίας, καίει τ’ άντερά του και προφανώς εκπέμπει τα ανάλογα. Το περιβαλλοντικό μου αποτύπωμα είναι βαθύ και ελάχιστα με εξιλεώνει η φιλότιμη προσπάθεια ανακύκλωσης συσκευασιών στους υπό εξαφάνιση μπλε κάδους, που ούτως ή άλλως καταλήγουν κυρίως στις παραδοσιακές χωματερές. Εκτός κι αν μεσολαβήσει κάποιο οικονομικό θαύμα ή κάποιος ελεήμων ευεργέτης, πιθανότατα με το ίδιο αυτοκίνητο θα τη βγάλω μέχρι να απαγορευτεί η κυκλοφορία του ή να μου αφαιρεθεί το δίπλωμα, λόγω ηλικίας. Μέχρι τότε θα είμαι ένας βαρύς ρυπαντής του περιβάλλοντος, και κάθε φορά που οδηγώ θα απολαμβάνω το γουργούρισμα μιας γηραιάς μηχανής εσωτερικής καύσης και τον κραδασμό που προκαλεί σε ένα αμάξωμα που οι αρμοί του χαλαρώνουν όλο και περισσότερο. 

Στις Β. Αμαλίας, Β. Σοφίας, Πανεπιστημίου, Σταδίου, που μας κληροδοτεί μόνιμα μποτιλιαρισμένες ο απερχόμενος δήμαρχος (και λόγω του περιπατητικού του τραγέλαφου) έχω την ευκαιρία στα φανάρια να δω μπρος, πίσω, δεξιά κι αριστερά μου αρκετούς συνενόχους στο μικρό, κοινό περιβαλλοντικό μας έγκλημα. Μικρές και μεγάλες γηραιές γκρανκάσες γουργουρίζουν στο ρελαντί εκλύοντας τα δέοντα. Δεν νομίζω, βεβαίως, ότι είναι λιγότερο ένοχες από τα 200.000 καινούργια αυτοκίνητα που μπαίνουν σε κυκλοφορία κάθε χρόνο, από τότε που «ήρθε η ανάπτυξη» του Κυριάκου. Μιλάμε για έναν τζίρο πάνω από 4 δισ. ευρώ. Πού βρίσκεται όλο αυτό το χρήμα; 

Παρατηρώ τους κώλους των αυτοκινήτων. Οι εξατμίσεις στα νέα μοντέλα εξαφανίζονται όλο και περισσότερο πίσω από μάσκες και προφυλακτήρες, μαζί με τις εκπομπές που είναι πια αόρατες. Σπάνια βλέπεις πια τολύπες γκρι ή μαύρου ατμού που κάποτε έκαναν τη ρύπανση ορατή, σε κάθε επιδεικτική γκαζιά ή ακόμη και στο ρελαντί ενός κακοσυντηρημένου αυτοκινήτου που «έκαιγε λάδια». Πάντως, αν τις παρατηρήσεις καλά, οι εξατμίσεις είναι εκεί, τεκμήρια της περιβαλλοντικής συνενοχής, μαζί με το παρηγορητικό γουργούρισμα των μηχανών. 

Σε κάποια αυτοκίνητα δεν βλέπω εξάτμιση. Πού διάολο είναι κρυμμένη; Κι ο θόρυβος της μηχανής τους δεν είναι γουργούρισμα, ένα ανεπαίσθητο ζουζούνισμα ακούγεται, σαν να πετάει κουνούπι, σφήκα το πολύ. Είναι συνήθως ογκώδη και ψηλά. Απαστράπτοντα. Είναι ηλεκτρικά. Φυσικά και δεν έχουν εξάτμιση, ηλίθιε! Αν εξαιρέσεις το συμπαθητικό κουβαδάκι της Σιτροέν, δεν υπάρχει κανένα μοντέλο κάτω από 30.000 ευρώ και τα πιο ευπώλητα κινούνται στα 50.000 ευρώ και πάνω. Πέντε χρόνια δουλειάς αμειβόμενου με τον κατώτατο μισθό. Η κρατική επιδότηση δεν βελτιώνει ιδιαίτερα την κατάσταση, αν και απλώς επιβεβαιώνει την υποψία ότι η «πράσινη συμφωνία» που με τόση περιβαλλοντική περηφάνια προωθεί η Ε.Ε., ενθαρρύνοντας και τις επιδοτήσεις ηλεκτρικών αυτοκινήτων, είναι υπόθεση των πλουσίων και των υπερπλουσίων. Δεν ξεπερνούν τα 10.000 τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα που αγοράζονται κάθε χρόνο στην Ελλάδα, 5% βαριά το μερίδιο αγοράς στο σύνολο των πωλήσεων Ι.Χ. Η περιβαλλοντική υπευθυνότητα είναι υπόθεση του πλουσιότερου 5% με 10% του πληθυσμού, που μπορεί να φτιάξει και τη μονάδα φόρτισης στην άνετη μονοκατοικία του, αντί να περιμένει το κράτος και τις εταιρείες να αναπτύξουν επαρκές δίκτυο φορτιστών, αντίστοιχο των (ή εντός των) βενζινάδικων. Οπως έλεγε και μια από τις ηρωίδες των «Παράσιτων» του Μπο Τζουν Χο, «αν είχα όλα αυτά τα χρήματα, θα ήμουν κι εγώ καλή. Κι ακόμη καλύτερη. Το χρήμα είναι σαν το ηλεκτρικό σίδερο. Ισιώνει όλες τις τσαλακωματιές». Σωστά. Τι σημασία έχει αν είσαι εταιρεία εξόρυξης πετρελαίου και αερίου, άρα τροφοδότης όλων των ρύπων που εκπέμπουν καθημερινά δισεκατομμύρια αυτοκίνητα με κινητήρες βενζίνης ή πετρελαίου; Σημασία έχει πως διαθέτεις αρκετό πλούτο για να ενορχηστρώσεις εσύ την πράσινη μετάβαση, τον ρυθμό, τη χωροταξία και το ταξικό πρωτόκολλο της απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα. Και ναι, ως εκ τούτου, ο επικεφαλής της κρατικής εταιρείας πετρελαίου των Εμιράτων είναι ο καταλληλότερος για πρόεδρος της φετινής Διάσκεψης για το Κλίμα, της COP28. 

Το χρήμα όχι μόνο ισιώνει τις τσαλακωματιές, αλλά μετατρέπει τους κατεξοχήν ενόχους της κλιματικής κρίσης σε «στρατηγούς» της υποτιθέμενης αποτροπής της. Τα θύματά της, οι φτωχοδιάβολοι του Τρίτου Κόσμου που δεν έχουν ιδέα για πράσινες μεταβάσεις και συμφωνίες και επιβιώνουν ως ανυποψίαστοι ρυπαντές του περιβάλλοντος, είναι υποχρεωμένοι να διανύσουν το «πράσινο μίλι» προς την καταστροφή των ενδιαιτημάτων και των χωρών τους με το στίγμα των ενόχων και καταδικασμένων. Ακριβώς όπως ο αθώος Τζον Κόφι διέσχισε το τελευταίο πράσινο μίλι του μέχρι την ηλεκτρική καρέκλα, στην ταινία του Φρανκ Τάραμποτ και στο μυθιστόρημα του Στίβεν Κινγκ. 

Σύμπτωση καθαρή το γεγονός ότι εκεί η πράσινη διαδρομή προς τον θάνατο καταλήγει σε μια περιβαλλοντικά καθαρή διαδικασία εκτέλεσης. Ηλεκτρική, χωρίς εκλύσεις, εκπομπές και εκκρίματα. Αν εξαιρέσει κανείς τις ανεπαίσθητες ποσότητες διοξειδίου από καμένη ανθρώπινη σάρκα, όταν ο δήμιος θέλει να «παίξει» με την επιθανάτια αγωνία του καταδικασμένου (στην ταινία υπάρχει μια τέτοια σαδιστική απόκλιση), η ηλεκτρική καρέκλα μπορεί να συγκαταλεγεί στις τεχνολογίες πράσινης μετάβασης. Ιδιαίτερα αν διασφαλίζει ότι το ρεύμα που διοχετεύεται στο σώμα του μελλοθάνατου προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Δεν ξέρω αν θα το δούμε κι αυτό. Φυλακές μελλοθάνατων και θαλάμους εκτέλεσης πιστοποιημένα για το χαμηλό περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα. 

Καθώς η ανθρωπότητα διασχίζει το πράσινο μίλι της προς την κλιματική κατάρρευση και οι ηγεσίες των κυβερνήσεων και των πολυεθνικών υποδύονται πως κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για την αποτρέψουν, όπως τώρα καλή ώρα στο Ντουμπάι, σε ακόμη μια ρυπαρή παγκόσμια σύνοδο αντι-ρύπανσης (COP28), έχει σημασία να πάμε μερικά βήματα πίσω. Στη στιγμή που οι πλούσιοι, οι πολιτικές και επιχειρηματικές ελίτ του πλανήτη μετατοπίστηκαν από την πεισματική άρνηση της κλιματικής κρίσης και το ανελέητο λόμπινγκ εις βάρος της επιστημονικής τεκμηρίωσής της στην ανακάλυψη επενδυτικών και κερδοσκοπικών ευκαιριών στην υποτιθέμενη προσπάθεια της αποτροπής της. Τα αιτήματα και οι προειδοποιήσεις των κινημάτων, των υπανάπτυκτων χωρών που έβλεπαν τη γη τους να αποψιλώνεται, των φτωχότερων στρωμάτων που υπέστησαν τις πρώτες σαρωτικές εκδηλώσεις της κλιματικής κρίσης «απαλλοτριώθηκαν» από τους πάνω και εκτράπηκαν στο αντίθετό τους ή σε κάτι που υποδύεται το πράσινο. Η υπόθεση της κλιματικής κρίσης, αντί να ανατίθεται στους θύτες της, πρέπει να ανακτηθεί από τα θύματά της. Ειδάλλως, διασχίζουμε απλώς το πράσινο μίλι - και με γοργά βήματα. 

ΚΙΜΠΙ 

kibi2g@yahoo.gr, kibi-blog.blogspot.com 


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 

Θα 'θελα να 'μουν πράσινος, πράσινα να μιλούσα

πράσινα να κοιμόμουνα, πράσινα να ξυπνούσα


Στα πράσινά μου όνειρα πράσινα μουρμουρίζω

πρασίνισες, αγάπη μου, και δε σ' αναγνωρίζω


Ελα να πρασινίσουμε και πράσινα να σμίξουμε

κι από την πρασινάδα μας θα φάει κι η γελάδα μας


θα 'θελα να 'σουν πράσινη, πράσινα να φιλούσες

πράσινα να με αγάπαγες, πράσινα να ρωτούσες


Γιατί δεν είσαι πράσινος, γαλάζιε έρωτά μου,

και πρασινίζεις κόκκινα στη μαύρη αγκαλιά μου;


Γιάννη Κακουλίδη, Χάρρυ Κλυνν, «Το πράσινο τραγούδι» (δίσκος «Πατάτες», 1981) 


Saturday, November 25, 2023

Η 15ετία της πολιτικής Black Friday

Efsyn.gr, 25/11/2023


Επί της ουσίας δεν είχε τόσο άδικο ο Μητσοτάκης να παρομοιάσει τις εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ και τη διάσπασή του με εκπτώσεις Black Friday. Οσο άκομψο, κρύο και αγενές κι αν ήταν το σκονάκι που του πασάρανε, άλλο τόσο περιγράφει μια μακρόχρονη κατάσταση στο πολιτικό και κομματικό σύστημα. Μια κατάσταση όχι ακριβώς εκπτώσεων, με τη έννοια του κουρέματος της αρχικής ονομαστικής τιμής ενός αγαθού, αλλά μιας γενικής έκπτωσης της πολιτικής και της επιδραστικότητας του κομματικού ανταγωνισμού στη διακυβέρνηση της χώρας, των χωρών, του κόσμου. Η Black Friday της πολιτικής και των κομμάτων έχει διάρκεια τουλάχιστον 15 ετών και δεν έχει αφήσει χωρίς εκπτώσεις και κουρέματα κανένα κόμμα. Ούτε τη Ν.Δ. του καθησυχασμένου στον θρίαμβό του Μητσοτάκη.

Δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο και δεν είναι κυρίως πολιτικό. Θα τοποθετούσα (με μεγάλο βαθμό αυθαιρεσίας, ομολογώ) την απαρχή του φαινομένου στη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και σε όσα την ακολούθησαν. Η κρίση αυτή κατεδάφισε βεβαιότητες και εφησυχασμούς δεκαετιών. Εφερε τα τότε κόμματα εξουσίας μπροστά σε πρωτοφανή διλήμματα, που κανένα «μάνιουαλ» διακυβέρνησης, νεοφιλελεύθερο ή νεοκεϊνσιανό, δεξιό ή σοσιαλδημοκρατικό, δεν είχε προβλέψει. Κι αυτά τα διλήμματα διαπέρασαν όλο τον οικουμενικό καπιταλισμό. Από την αμερικανική μητρόπολή του μέχρι την αλαφιασμένη Ευρώπη. Προσπαθήστε να θυμηθείτε ποιοι ήταν αστέρες της διεθνούς πολιτικής πριν από 15 χρόνια και πού βρίσκονται σήμερα. Οχι απλώς γιατί γεράσανε και αποσύρθηκαν. Αλλά γιατί χάσανε και διασύρθηκαν.

Η χρηματοπιστωτική κρίση
και η κρίση χρέους που την ακολούθησε άλλαξε ριζικά το οικονομικό παράδειγμα. Ειδικά στην Ευρωπαϊκή Ενωση, που με πειραματόζωο κυρίως την Ελλάδα και δευτερευόντως τις άλλες μνημονιακές χώρες, θεσμοθέτησε το πιο ακραίο μείγμα «ορντολιμπεραλισμού»: πλήρης απορρύθμιση της οικονομίας και των αγορών, αλλά με κρατικό αυταρχισμό και άνωθεν/έξωθεν ρύθμιση. Τα τρία μνημόνια με τα οποία μετασχηματίστηκε βίαια η παραγωγική βάση και η κοινωνία της Ελλάδας είναι η πεμπτουσία αυτού του μείγματος.

Το πολιτικό προσωπικό και τα κόμματα που κλήθηκαν να διαχειριστούν τα πρωτοφανή μέτρα και την αναστολή της κρατικής κυριαρχίας στο όνομα του δανεισμού και της αποτροπής της κρατικής χρεοκοπίας, χρεοκόπησαν τα ίδια, το ένα μετά το άλλο. Η περίφημη «εσωτερική υποτίμηση» που επέβαλαν στην ελληνική οικονομία ΔΝΤ, Ε.Ε. και ΕΚΤ για το κομματικό σύστημα της χώρας, μεταφράστηκε σε μια Black Friday διαρκείας, στην οποία οι εκπτώσεις έφτασαν ακόμη και το 100%. Πού είναι το ΛΑΟΣ, η ΔΗΜΑΡ και οι ΑΝ.ΕΛΛ. που έγιναν κυβερνητικοί εταίροι των μνημονιακών κυβερνήσεων; Πού πήγε το ΠΑΣΟΚ του 44% το 2009; Πώς βυθίστηκε η Ν.Δ. στο εκλογικό ναδίρ του 18,8% τον Μάιο του 2012; Πού πήγε το 10% της Χρυσής Αυγής στις ευρωεκλογές του 2014; Πού πήγε το πρόθυμο «Ποτάμι» και ο ηγέτης του; Ποια ήταν η τύχη της ΛΑΕ του 2015, του ΜέΡΑ25 τα επόμενα χρόνια; Τι απέγινε ο κραταιός δικομματισμός της Μεταπολίτευσης; Και γιατί ο ατελής δικομματισμός τής μετά το 2015 περιόδου όχι απλώς έμεινε ατελής, αλλά κατέληξε στην ηγεμονία Μητσοτάκη και στον κατακερματισμό που τον πλαισιώνει στα αριστερά και στα δεξιά του;

Στις 13 εκλογικές αναμετρήσεις που μεσολάβησαν από το 2008 μέχρι σήμερα –και οι εκλογές είναι μόνο μία ένδειξη αυτού που έχει συντελεστεί– εκατομμύρια πολίτες διέτρεξαν όλο το πολιτικό φάσμα, από την άκρα Δεξιά μέχρι την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά. Οι μεταπηδήσεις τους από το ένα κόμμα στο άλλο ήταν το θυμικό αποτύπωμα των βίαιων αλλαγών που γίνονταν στη ζωή τους. Σχεδόν ο μισός οικονομικά ενεργός πληθυσμός βρέθηκε για κάποια περίοδο σε κατάσταση ανεργίας, που έφτασε στο 30%. Μικρές και μεγάλες περιουσίες αλλάξανε χέρια. Οικογένειες έχασαν τα σπίτια τους ή ζουν εδώ και χρόνια με την αγωνία του πλειστηριασμού και τους εκβιασμούς του εισπράκτορα. Μικροεπιχειρηματίες έχασαν τα μαγαζιά τους και τις μικρές ή μεγάλες πολυτέλειες που τους είχε χαρίσει η περίοδος της πιστοληπτικής αμεριμνησίας. Νέοι άνθρωποι εγκατέλειψαν την Ελλάδα αναζητώντας δουλειά στο εξωτερικό. Η φτώχεια εισέβαλε βίαια ακόμη και στα άλλοτε ευημερούντα μεσαία στρώματα. Η παραγωγική και επιχειρηματική βάση της χώρας άλλαξε χέρια. Αλλοτε κραταιοί όμιλοι, ιδιωτικοί και κρατικοί, ελέγχονται από νέα και κυρίως ξένα «τζάκια». Και ο καπιταλισμός της πλατφόρμας γέμισε ταχύτατα τα μεγάλα κενά που άφησε πίσω του ο μνημονιακός, άναρχος οικονομικός μετασχηματισμός της χώρας.

Δεν συνέβη μόνο στην Ελλάδα
, σε αναλογίες καταγράφηκαν ανάλογες τεκτονικές αλλαγές κυρίως στον ευρωπαϊκό Νότο (Ιταλία, Ισπανία είναι ίσως τα εγγύτερα παραδείγματα), αλλά μόνο εδώ έγιναν τόσο βίαια, εκτεταμένα και αγκάλιασαν (ασφυκτικά έως θανάσιμα) τη μεγάλη πλειονότητα της κοινωνίας. Η οποία πέρασε από τεράστιες πολιτικές μεταπτώσεις: από τους αγανακτισμένους του 2011, στις μεγάλες προσδοκίες του 2014 και του 2015. Από την κορύφωση του δημοψηφίσματος, στην προσγείωση του τρίτου μνημονίου. Από την περίοδο «τσάι και συμπάθεια» με την Αριστερά, στο πείραμα με το σκληρό νεοφιλελεύθερο πρότζεκτ του Μητσοτάκη. Κανένα κόμμα, καμιά πολιτική δύναμη, ούτε καν η Ν.Δ. του τροπαιούχου Κυριάκου, δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι στη διάρκεια αυτής της δεκαπενταετίας διέθετε μια κοινωνική συμμαχία με συνοχή και αντοχή στις μνημονιακές και μεταμνημονιακές «κακουχίες». Με εξαίρεση την «ανακαινισμένη» επιχειρηματική ελίτ, που πλέει πια σε πελάγη κερδοφορίας και αναπτυξιακής ανάτασης και έχει κάνει τις βασικές πολιτικές επιλογές της, όλα τα άλλα κοινωνικά στρώματα απλώς επιπλέουν σε πελάγη ρευστότητας. Η σχέση τους με την πολιτική έχει γίνει περιστασιακή, συγκυριακή, οι προσδοκίες χαμηλές, οι ιδεολογικές ταυτίσεις όλο και πιο χαλαρές, η αίσθηση ότι η διακυβέρνηση της χώρας ούτως ή άλλως είναι στον αυτόματο πιλότο και ότι οι προγραμματικές διαφορές ανάμεσα στα κόμματα γίνονται όλο και πιο επουσιώδεις είναι διάχυτη.

Αυτή πάνω κάτω είναι η βάση της πολιτικής Black Friday, που επιφέρει εκπτώσεις-σοκ στις τιμές όλου του κομματικού συστήματος. Ο ΣΥΡΙΖΑ και η έσχατη διάσπασή του, η θεαματική συρρίκνωση της επιρροής του είναι συμπτώματα της μακράς περιόδου εκπτώσεων που επιβάλλουν οι απογοητευμένοι και αποθαρρημένοι «καταναλωτές» της πολιτικής και υιοθετεί με παράδοξη προθυμία το μάρκετινγκ του κομματικού μας σύμπαντος. Αλλά σε αυτό το σκηνικό κανείς σ’ αυτό το σύμπαν δεν μπορεί να νιώθει ασφαλής. Ούτε η Ν.Δ. Η αίσθηση πως κανείς και τίποτα δεν απειλεί την ηγεμονία της μπορεί ταχύτατα να αποδειχτεί πλάνη. Εστω κι αν η επόμενη απειλή μπορεί να έρθει από τα ακροδεξιά της.




ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ



Μαντλίν Ασερ: …Οι άντρες, συντριβάνια σπέρματος, κι οι γυναίκες, εργοστάσια που βγάζουν τι; Ενα εξαθλιωμένο εργατικό δυναμικό, που μόνο εργάζεται και ξοδεύει τα λιγοστά που βγάζει καταναλώνοντας. Και τι τους διδάσκουμε να θέλουν; Απιαστα σπίτια. Αμάξια που δηλητηριάζουν τον αέρα. Πλαστικά μιας χρήσης, ρούχα που φτιάχνονται από νηστικά παιδιά σε χώρες του τρίτου κόσμου, και τα θέλουν τόσο πολύ, που ικετεύουν γι’ αυτά, ουρλιάζουν γι’ αυτά, επιμένουν γι’ αυτά. Και το πρόβλημα είμαστε εμείς; Αυτά τα γαμημένα τέρατα, αυτοί οι γαμημένοι καταναλωτές, τα γαμημένα στόματα. Δείχνουν λες και εμείς είμαστε το πρόβλημα. Εκείνοι μας εφηύραν.

Μάικ Φλάναγκαν, «Η πτώση του οίκου των Ασερ» (η σειρά στο Netflix)


Υ,Γ, Η στήλη ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΣΚΟΠΕΥΤΗΣ αυτό το σαββατοκύριακο μόνο στην ηλεκτρονική έκδοση της "ΕφΣυν", λόγω συνωστισμού ύλης στην έντυπη.

Sunday, November 12, 2023

Η εικαζόμενη συναίνεση και τα λύτρα του Predator

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 11-12/11/2023

 Στην ταινία «How to have sex» της Βρετανίδας Μόλι Μάνινγκ Γουόκερ, που παίζεται εδώ και δύο εβδομάδες στους κινηματογράφους, μια παρέα τριών κοριτσιών από τη Βρετανία, στο κατώφλι της τυπικής ενηλικίωσης, έρχονται στην Ελλάδα, στα Μάλια της Κρήτης, για διακοπές και ξεσάλωμα. Το ξεσάλωμα περιλαμβάνει τα πάντα (όχι απαραίτητα ήλιο και θάλασσα): αλκοόλ, ουσίες, πάρτι και χορό μέχρι τελικής πτώσης, γνωριμίες και σεξ. Σεξ με οποιονδήποτε τους αρέσει ή δεν τους αρέσει, αλλά προσφέρεται. Σεξ, όχι απαραίτητα για την έλξη, την επιθυμία, την απόλαυση, αλλά για την επιβεβλημένη εμπειρία που θα τις εισαγάγει στον κόσμο των ενηλίκων. Κάτι σαν δοκιμασία μύησης που επιτρέπει την ένταξη σε ομάδες και κύκλους συνομιλήκων, όπου το στάτους, η δημοφιλία και η αποδοχή καθεμιάς/καθενός είναι ευθέως ανάλογη με τον αριθμό εμπειριών που έχει συλλέξει. Η Τάρα, κεντρική φιγούρα της ιστορίας, μπαίνει με ένα μείγμα δισταγμού, καταναγκασμού και αποφασιστικότητας στη δοκιμασία της ερωτικής μύησης, αλλά η εμπειρία είναι τραυματική, το λεπτό σύνορο μεταξύ συγκατάθεσης και κακοποίησης παραβιάζεται από τον τυχαίο και θεωρητικά εμπειρότερο παρτενέρ της που εκλαμβάνει τη σιωπή, την απουσία ενός «όχι», μιας κραυγής, μιας βίαιης απώθησης ως συναίνεση. 

Πάνω στο θολό πεδίο της εικαζόμενης συναίνεσης συντελούνται καθημερινά μικρά και μεγάλα εγκλήματα. Και η αναφορά στην ταινία είναι ένα πρόσχημα, μια αφορμή για να μπούμε σε μια μαζική παραβίαση του ορίου της συγκατάθεσης που συντελείται εδώ και πολλά χρόνια εις βάρος δισεκατομμυρίων ανθρώπων που ζουν στον κόσμο του Ιντερνετ και των σόσιαλ μίντια. Είναι εντυπωσιακό το πώς η προστασία που υποτίθεται ότι θέλησαν να μας παράσχουν οι παρεμβάσεις των κρατικών και ρυθμιστικών αρχών, εθνικών ή διεθνών, από απειλούμενες παραβιάσεις της ιδιωτικότητας, των προσωπικών δεδομένων μας, του δικαιώματος να λέμε «όχι» σε μια επιθετική ή παραπλανητική συμπεριφορά των κυρίαρχων του Διαδικτύου, έχει μετατραπεί στο ακριβώς αντίθετό της. Σε μια ολοκληρωτική έκθεσή μας σε αλγοριθμικές πρακτικές που εικάζουν τη συναίνεσή μας. 

Στη δεκαετία του 2000, όταν επιβλήθηκαν οι πρώτες ευρωπαϊκές οδηγίες προστασίας των προσωπικών δεδομένων, χιλιάδες επιχειρήσεις γέμισαν τα έντυπα με υποχρεωτικές καταχωρίσεις δηλώσεων συμμόρφωσης στους νέους κανόνες. Κι έτσι, υποτίθεται ότι καθάρισαν, θεσμοθετήθηκαν και οι ανάλογες ανεξάρτητες αρχές επιτήρησης, κι όλοι υποδυόμαστε ότι τα προσωπικά μας δεδομένα είναι ασφαλή. Οποιαδήποτε χρήση τους είχε την «εικαζόμενη συναίνεσή» μας, έστω κι αν αυτή ήταν ένα απλό «τικάρισμα» σε ένα έντυπο ανάμεσα σε δεκάδες που απαιτούσαν την υπογραφή μας. 

Με τον καιρό και την ιλιγγιώδη ανάπτυξη των ψηφιακών εφαρμογών, η γραφειοκρατία της εικαζόμενης συναίνεσης κατέστη σχεδόν περιττή. Τα προσωπικά δεδομένα μας ήταν διαθέσιμα, άθελά μας, σε δεκάδες άλλες εφαρμογές που συλλέγονταν σε τεράστιες βάσεις δεδομένων, διαθέσιμες και για πώληση σε πολλούς ενδιαφερόμενους. Και τα δεδομένα μας δεν ήταν τόσο το «όνομα, διεύθυνση, τηλέφωνο», όσο οι συνήθειες, τα γούστα, τα ενδιαφέροντα, οι ιδιοτροπίες μας, το ίχνος των οποίων αφήναμε κατά την καθημερινή περιπλάνησή μας στον ωκεανό του διαδικτύου. 

Οταν κι αυτό ξεπέρασε ένα ανεκτό επίπεδο ενόχλησης και επικινδυνότητας, ήρθαν το δεύτερο και το τρίτο κύμα ρύθμισης αυτής ανεξέλεγκτης αγοράς συλλογής προσωπικών ενδιαφερόντων (όχι μόνο δεδομένων πλέον). Ηρθαν νέοι κανόνες από την Ε.Ε., υποτιθέμενο τελευταίο οχυρό στην προστασία των ατομικών δικαιωμάτων, και τότε εκατομμύρια ιστότοποι ενημέρωσης, ψυχαγωγίας ή εμπορικών συναλλαγών πλημμύρισαν με cookies, που χωρίς την ενεργοποίησή τους, πάντα με βάση την «εικαζόμενη συναίνεσή» μας, είναι αδύνατη η πλοήγηση σε αυτές ή η τουλάχιστον η χρήση όλων των δυνατοτήτων τους. Αναρωτηθείτε: πόσες φορές τη μέρα πατάτε «αποδοχή» στο μήνυμα κάθε ιστοσελίδας που σας προειδοποιεί για τη χρήση cookies; Και πόσες φορές αποφεύγετε τη «μερική αποδοχή», γιατί πρέπει να διαβάσετε έναν σκασμό ακατανόητες τεχνικές λεπτομέρειες; Ολη η «εικαζόμενη συναίνεση» για να κάνετε απλώς τη δουλειά σας τελειώνει με ένα απλό κλικ. Ακολουθεί ένας βομβαρδισμός χρήσιμων ή άχρηστων διαφημιστικών μηνυμάτων, ενίοτε στα όρια του διανοητικού βιασμού, αλλά τι να κάνουμε, αυτή η εικαζόμενη συναίνεση ταΐζει όχι μόνο τις GAFAM, τους άρχοντες του ίντερνετ, αλλά και χιλιάδες μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις που σιτίζονται από τα διαφημιστικά ψιχία που τους κατανέμουν οι κολοσσοί. Ετσι, άλλο έναν προστατευτικό μηχανισμό, με τη βούλα της Ε.Ε., οι μάγοι των αλγορίθμων τον μετέτρεψαν σε ολετήρα της ιδιωτικότητας. 

Το τελευταίο επεισόδιο της ψηφιακής μας περιπέτειας γράφεται τις μέρες αυτές, με τον εκβιασμό που ασκεί ο Ζούκερμπεργκ της Meta, του Φου Μπου, του Ινσταγκραμ και των λοιπών μέσων κοινωνικής υποδούλωσης σε εκατομμύρια Ευρωπαίους χρήστες τους. Εγραψε ο Γ. Μπαζαίος το εξαιρετικά κατατοπιστικό «Χαράτσι ή… παρακολούθηση» («Εφ.Συν.» 10/11/2023), αλλά όσοι είναι χρήστες των σόσιαλ θα έχουν ήδη διαπιστώσει τον (εκ)βιασμό: ή συναινείτε στη χρήση των δεδομένων σας για τον βομβαρδισμό σας για εξατομικευμένες διαφημίσεις ή πληρώνετε για χρήση του Φου Μπου και του Ινστραγκραμ χωρίς αυτές. Είναι ένας προκλητικός σαρκασμός της υποτιθέμενης απόπειρας της Ε.Ε. να βάλει φρένο στην ανεξέλεγκτη επεξεργασία των δεδομένων και της συμπεριφοράς μας στα σόλιαλ από την πολυεθνική, αλλά ως βασίλειο ελεύθερης αγοράς, που δεν επέτρεψε να μπει πλαφόν ούτε στο ρεύμα στη χειρότερη ενεργειακή κρίση της ιστορίας της, αποκλείεται η Ε.Ε. να πει όχι στο «δικαίωμα» του Ζούκερμπεργκ να τιμολογεί όσο θέλει τη ρητή άρνηση συναίνεσης στον προσωποποιημένο διαφημιστικό «βιασμό» μας. Τα 10 ή 15 ευρώ που ζητάει τον μήνα είναι τα λύτρα για την ελευθερία από την επιτήρηση, την παρακολούθηση, τον εμπορικό χαφιεδισμό. 

Το επόμενο βήμα θα είναι οι έμποροι της επιτήρησης και των λογισμικών παρακολούθησης, των Predator, Pegasus και λοιπών, να ζητούν αμοιβή μη παγίδευσης των επικοινωνιών μας. Αρνηση καταβολής θα αποτελεί εικαζόμενη συναίνεση. 


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 

Ο ανθρώπινος νους δεν είναι, όπως το ChatGPT και τα παρόμοια του, μια βαρετή στατιστική μηχανή για την αντιστοίχιση μοτίβων, που συλλέγει εκατοντάδες terabyte δεδομένων και προεκθέτει την πιο πιθανή απάντηση συνομιλίας ή την πιο πιθανή απάντηση σε μια επιστημονική ερώτηση. Αντίθετα, το ανθρώπινο μυαλό είναι ένα εκπληκτικά αποτελεσματικό και κομψό σύστημα που λειτουργεί με μικρές ποσότητες πληροφοριών. Επιδιώκει να μη συμπεράνει ωμούς συσχετισμούς μεταξύ των δεδομένων αλλά να δημιουργήσει εξηγήσεις […] Ας σταματήσουμε να το αποκαλούμε (σ.σ. το ChatGPT) «Τεχνητή Νοημοσύνη» και ας το ονομάσουμε αυτό που είναι: «λογισμικό λογοκλοπής». Μη δημιουργείτε τίποτα, αντιγράψτε υπάρχοντα έργα από υπάρχοντες καλλιτέχνες και αλλάξτε το αρκετά για να ξεφύγετε από τους νόμους περί πνευματικών δικαιωμάτων. 

Νόαμ Τσόμσκι, «Η ψευδής προσδοκία του ChatGPT», New York Times, 8/3/2023

Saturday, November 4, 2023

Οι τράπεζες ως στρατηγικοί κακοπληρωτές

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 4-5/11/2023


Οι αριθμοί δεν λένε πάντα την αλήθεια ή δεν λένε όλη την αλήθεια, αλλά μερικές φορές είναι η μοναδική ένδειξη για να καταλάβουμε πού πατάμε και πού βαδίζουμε. Εχουμε και λέμε λοιπόν: βγαίνουν οι διοικήσεις των τραπεζών η μια μετά την άλλη και ανακοινώνουν περιχαρείς αυξήσεις εσόδων από τόκους και προμήθειες 50% και πάνω, αντίστοιχες αυξήσεις κερδών και θηριώδεις μειώσεις των «κόκκινων» δανείων που μένουν στα χαρτοφυλάκιά τους, ξεφορτώνοντας τα σαπάκια στα φαντ και στους σέρβισερς που θα κάνουν τη λοιπή βρομοδουλειά. Προαναγγέλλουν επίσης, και κάποιες ήδη το έχουν κάνει, την πλήρη επανιδιωτικοποίησή τους, με την περίφημη αποεπένδυση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), δηλαδή την πώληση κοψοχρονιά των μεριδίων που έχει το Δημόσιο στις τράπεζες για τα σχεδόν 50 δισ. ευρώ που έβαλε από το 2011 και μετά για τις ανακεφαλαιοποιήσεις τους, δηλαδή τη διάσωσή τους. Το παρουσιάζουν δε αυτό ως μια μείζονα δική τους επιτυχία, λες και τα χρήματα που έβαλε το Δημόσιο και θα πληρωθούν μέχρι τελευταίου σεντ από τους φορολογούμενους μέχρι και το 2060 μ.Χ. κόπηκαν από το περίφημο λεφτόδενδρο, που δεν υπάρχει για κανέναν άλλο πλην του χρηματοπιστωτικού Λεβιάθαν. 

Τι μας κόστισαν τα τρία κύματα ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, εκτός από τον πόνο και την καταστροφή που μοίρασαν γενναιόδωρα στην ελληνική κοινωνία, μαζί με τους λοιπούς μνημονιακούς ολετήρες; Τυπικά περίπου 46 δισ. ευρώ, αλλά καθώς έρχεται η ώρα της απο-κεφαλαιοποίησης (αποεπένδυσης) για το Δημόσιο, πρέπει να δούμε τι θα μείνει στο κρατικό ταμείο. Ειδικά όταν συναλλάσσεσαι με τράπεζες και το τελευταίο ευρώ μετράει, σωστά; Σκεφτείτε ότι μπορεί να έχετε έναν ξεχασμένο λογαριασμό από εποχής δραχμής, για παράδειγμα, με ένα υπόλοιπο 90 λεπτών και η καλή τράπεζα να εξακολουθεί να σας στέλνει ενημερώσεις και προειδοποιήσεις απενεργοποίησής του, τόσο λεπτολόγες είναι. Ερχονται λοιπόν δύο αναλυτές του ΚΕΠΕ, που δεν το λες και «δεξαμενή» της μαρξιστικής σκέψης, και κάνουν τον πρώτο αδρό υπολογισμό: α) τα 46 δισ. ευρώ που έχει βάλει το Δημόσιο στις τράπεζες ισοδυναμούν με το 170% των ιδίων κεφαλαίων τους, πράγμα που τις καθιστά «οιονεί Δημόσιο» (θου Κύριε…), β) με βάση τη σημερινή κεφαλαιοποίηση των συστημικών τραπεζών, η πλήρης πώληση των μεριδίων του Δημοσίου σε αυτές το αργότερο μέχρι το 2025 θα φέρει ζημιά πάνω από 40 δισ. ευρώ, μια και τα έσοδα που θα μείνουν στο κρατικό ταμείο δεν θα ξεπερνούν τα 4 δισ. ευρώ, γ) με βάση τη διεθνή εμπειρία και πρακτική στη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης, ο απολογισμός αυτής της καταστροφής πρέπει να γίνει δημόσια και με πλήρη διαφάνεια. Ακόμη και στις ΗΠΑ, που έδωσαν πολλαπλάσια για να σώσουν όσες τράπεζες δεν άφησαν να χρεοκοπήσουν (σχεδόν 700 δισ. δολάρια), στο τέλος έμεινε κι ένα κέρδος 45 δισ. δολαρίων για το Δημόσιο.

Δεν έχω την παραμικρή ελπίδα και προσδοκία ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη, οι ίδιες οι τράπεζες και οι επόπτες τους στη Φρανκφούρτη ή στην Αθήνα, που ζουν τον μύθο του ελληνικού success story, θα μπουν στον κόπο του απολογισμού και καταλογισμού για τη ζημιά που υφίσταται το Δημόσιο, που θα μπορούσε να θεωρηθεί και διασπάθιση δημόσιου χρήματος για την οποία κάποιος/κάποιοι θα έπρεπε να πληρώσουν (εκτός από τους μλκς που θα ξεπληρώνουμε το χρέος). Αλλά αν αυτή είναι μια ηθικά και πολιτικά αποδεκτή συναλλαγή για τον τραπεζικό μας πολιτισμό, δηλαδή το κράτος να δανείζει τις τράπεζες με 46 δισ. και να αποδέχεται τη διαγραφή του 90% της αξίωσής του, ότι δηλαδή με 3-4 δισ. ευρώ πάει, ξόφλησαν οι τράπεζες, γιατί να μην καταστεί αυτό κανόνας και για τα δάνεια των «κόκκινων» δανειοληπτών; Από τα περίπου 100 δισ. «σαπάκια», έναντι των οποίων οι ίδιες οι τράπεζες και τα αντ’ αυτών γεράκια κυνηγάνε νοικοκυριά και περιουσίες, με 10 δισ. ευρώ θα καθάριζαν όλοι, σωστά; Τίμια εξήγηση δεν είναι; Εξάλλου, δεν είναι κρίμα οι αγαπημένες μας τράπεζες, που βλέπουν δολιότητα και σκοτεινούς σχεδιασμούς πίσω από κάθε αδυναμία εξυπηρέτησης των δανείων, να κολλήσουν τη ρετσινιά των κατεξοχήν στρατηγικών κακοπληρωτών της οικονομικής μπανανίας μας; 


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 

Ληστέψανε την τράπεζα

και τι με νοιάζει εμένα

δεν είμαι με κανέναν.

Σου λέω καλά της κάνανε

γιατί μας προκαλούσε...

γεμάτη εκατομμύρια, 

ενώ κι ο Θεός πεινούσε!


Περαστικοί, αδιάφορα,

εκάτσαν κι εκοιτούσαν.

Του διευθυντή της οι κοιλιές,

κι αυτούς τους ενοχλούσαν.


Κάποιος πανικοβλήθηκε

μπας κι ήτανε ο γυιος του

κι ο ιδρωμένος λογιστής,

μπας κι ήταν ανεψιός του

κι όσο για τον ταμία

που πήγε ν' αμυνθεί,

όταν αναρωτήθηκε 

για ποιον και το γιατί,

«στα τέτοια μου» ψιθύρισε

και γέμισε τις τσάντες.


Παύλος Σιδηρόπουλος,  «Αντε... και καλή τύχη μάγκες!»


Saturday, October 28, 2023

Λαγκάρντ, με θέα Ακρόπολη

 Η Εφημερίδα των Συντακτών, 27-29/10/2023


Η Εδουάρδου Λω είναι ένας μικρός δρόμος στο κέντρο της Αθήνας, όχι πάνω από 100 μέτρα, μεταξύ Σταδίου και Πανεπιστημίου. Πολυσύχναστος, μια και τα αυτοκίνητα που ανεβαίνουν τη Σταδίου προς Σύνταγμα, στο φανάρι της Λω μπορούν να στρίψουν αριστερά για να ξαναβγούν Πανεπιστημίου προς Ομόνοια. Για τουλάχιστον μία εβδομάδα ήταν κλειστή. Ασπροκόκκινες λουρίδες δέθηκαν στην είσοδο και στην έξοδό της. Περιπολικά και μηχανές της αστυνομίας εγκαταστάθηκαν, μαζί με τα πληρώματά τους που επί ώρες έπιναν καφέ, μιλούσαν ή χάζευαν στα κινητά τους και σήκωναν τις λουρίδες για να περάσουν μεγάλα οχήματα που εκφόρτωναν ογκώδη αντικείμενα και μηχανήματα. Ή για να σταθμεύσουν ογκώδεις μαύρες λιμουζίνες με σκούρα τζάμια μπροστά στο ανακαινισμένο ξενοδοχείο NYX Esperia. 

Η Εδουάρδου Λω, συνέχεια της Χρήστου Λαδά, όπου κάποτε δέσποζε το αρχηγείο του κραταιού ΔΟΛ, και της Σίνα, που οριοθετεί εξ ανατολών την Αθηναϊκή Τριλογία (Ακαδημία, Πανεπιστήμιο, Βιβλιοθήκη), είναι η μία πλευρά του κεντρικού κτιρίου της Τράπεζας της Ελλάδος που καταλαμβάνει ολόκληρο το τετράγωνο μεταξύ Πανεπιστημίου, Ομήρου, Σταδίου και Λω. Λιτό, κλασικίζον, με δωρικούς κίονες στην είσοδό του, είναι χαρακτηριστικό αρχιτεκτονικό δείγμα του Μεσοπολέμου στο κέντρο της Αθήνας. Κατά κάποιο τρόπο αποπνέει νομισματική κυριαρχία, αυτήν που κάποτε πράγματι είχαν κράτη και κεντρικές τράπεζες, πολύ πριν το ευρώ υπάρξει ως ιδέα. 

Το κτίριο ήταν αρχικά τετραώροφο, αλλά στη δεκαετία του ’80 απέκτησε και το πανωσήκωμά του. Αν και τυπικά πενταώροφο, το τελικό ύψος του υπερβαίνει αυτό μιας δεκαώροφης πολυκατοικίας. Νομίζω και του NYX Esperia, που είναι κι αυτό δεκαώροφο. Η ταράτσα του κτιρίου της ΤτΕ, που είναι διαμορφωμένη ως επισκέψιμο αίθριο, έχει πιάτο ολόκληρη την Αθήνα: Ακρόπολη, Φιλοπάππου, Λυκαβηττό, Πάρνηθα, Πεντέλη, Υμηττό, Αργοσαρωνικό, Σύνταγμα, Βουλή, Ζάππειο, Τριλογία… Αν δεν έχεις υψοφοβία, μπορείς να δεις κάτω, λοξά απέναντι, και το καμένο συγκρότημα των κινηματογράφων Αττικόν και Απόλλων, που χάσκει ακόμη ως μνημείο της μνημονιακής καταστροφής. 

Στην ταράτσα του κεντρικού κτιρίου της ΤτΕ ανέβηκαν και φωτογραφήθηκαν οι κεντρικοί τραπεζίτες που συνθέτουν την ηγεσία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η οποία συνεδρίασε στην Αθήνα Τετάρτη και Πέμπτη (25 και 26 Οκτωβρίου). Κι έτσι ελύθη το μυστήριο της αποκλεισμένης και φρουρούμενης επί μία εβδομάδα Εδουάρδου Λω. Μια σύναξη κεντροτραπεζιτών της ευρωζώνης στην Αθήνα, σε κτίριο μάλιστα που βρίσκεται έναντι ενός ισραηλινών συμφερόντων ξενοδοχείου, προφανώς απαιτεί αυξημένα μέτρα ασφαλείας, την ώρα που στη Γάζα εξελίσσεται μια κανονική γενοκτονία εις βάρος των Παλαιστινίων. 

Στην ίδια ταράτσα με θέα την Ακρόπολη βγήκαν και οι κλασικές οικογενειακές φωτογραφίας της σύναξης. Οι κεντρικοί τραπεζίτες φωτογραφήθηκαν, εξίσου γελαστοί «γεράκια» και «περιστέρια» της νομισματικής πολιτικής, οπαδοί της συνέχισης των αυξήσεων στα επιτόκια μέχρι τελικής πτώσης, και «ρεαλιστές» που αναγνωρίζουν ότι καθώς συνεχίζεται η ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή δεν μας παίρνει να συνεχιστεί αυτό, εκτός αν θέλουμε μια γερή ύφεση στην ευρωζώνη. Το ίδιο γελαστοί, ο οικοδεσπότης Γιάννης Στουρνάρας και η Κριστίν Λαγκάρντ φωτογραφήθηκαν με φόντο έναν αττικό ουρανό με αραιή νέφωση και μια κυματίζουσα ελληνική σημαία. Η πρόεδρος της ΕΚΤ έχει δει πολλές πρωτεύουσες και πολλούς ουρανούς σε όλο τον κόσμο, αλλά οπωσδήποτε ο αττικός ουρανός κάπως ισχυρότερο αποτύπωμα πρέπει να έχει αφήσει στη μνήμη της. Ολη της η θητεία ως διευθύντριας του ΔΝΤ είχε πολλή Ελλάδα, πολλή κρίση χρέους, πολλές αντιπαραθέσεις με την ηγεσία της Ε.Ε. 

Λογικά θα θυμάται ότι λίγα μέτρα πιο κάτω από αυτό τον «Ολυμπο» της νομισματικής κυριαρχίας, στο άλλο κτίριο της ΤτΕ, στην Αμερικής, είχε εγκαταστήσει το αυτί και το μάτι του ΔΝΤ στην Ελλάδα, τον φοβερό και τρομερό Μπομπ Τράα που σχεδόν μία δεκαετία έλυνε κι έδενε στη χώρα: παράγγελνε νομοσχέδια, έκοβε μισθούς, συντάξεις και επιδόματα, συνέτασσε προϋπολογισμούς και γενικώς είχε εξελιχθεί σε συνεκδοχή και των τριών εξουσιών ενός κυρίαρχου κράτους, που φυσικά είχε χάσει κάθε κυριαρχία. Εννοείται, έδινε και λογαριασμό στον προϊστάμενό του, τον Τόμσεν, αλλά και στο αφεντικό του, τη Λαγκάρντ, που μια-δυο φορές πρέπει να είχε επισκεφθεί και το «στρατηγείο» της στο αθηναϊκό προτεκτοράτο, στον 6ο όροφο του κτιρίου της ΤτΕ στην Αμερικής. 

Αλλά αυτό το γραφείο δεν είχε θέα Ακρόπολη. Η θέα και ο καθαρός αέρας αλλάζουν τη ματιά των ανθρώπων. Από την πολυθρόνα του ΔΝΤ στην Ουάσινγκτον η Λαγκάρντ δεν έβλεπε καμιά ευκαιρία βιωσιμότητας στο ελληνικό χρέος (αυτός δεν ήταν ο μόνιμος καβγάς με τη Μέρκελ και τον Ντράγκι;). Χρειάστηκε να περάσει στη Φρανκφούρτη, στον θρόνο της ΕΚΤ, για να τα δει όλα πιο καθαρά. Και ο αθηναϊκός αέρας, ο αττικός ουρανός, η θέα στην Ακρόπολη τη βοήθησαν ακόμη περισσότερο για να δει ένα τεράστιο success story στην Ελλάδα του Μητσοτάκη, στην Αθήνα που «έγινε μια πολύ ζωντανή πόλη σε λίγα χρόνια» (στον ηττημένο Μπακογιάννη πήγαινε αυτό;), στο αίφνης βιώσιμο ελληνικό χρέος των 405 δισ. ευρώ, στην επενδυτική βαθμίδα, στη σκληρή δημοσιονομική πειθαρχία που χρειάζεται για να μη στραβώσει η δουλειά, στο «efharisto Yannis» για το καλωσόρισμα και την πανοραμική θέα. 

Αυτό το πέρασμα της ηγεσίας της ΕΚΤ από την Αθήνα μετά πολλά χρόνια είχε τον συμβολισμό του. Μοιάζει λίγο με επιθεώρηση λόχου («στρατηγέ μου, ιδού ο στρατός σας» ή «πρόεδρέ μου, ιδού το οικόπεδό σας»), ή με εξέταση πεδίου μάχης μετά έναν μακρόχρονο (δημοσιονομικό και νομισματικό) βομβαρδισμό. «Ε, δεν πάθανε και τίποτε», ίσως είναι το συμπέρασμα των κεντρικών τραπεζιτών από όσα είδαν από ψηλά ή από χαμηλά, σε ένα αθηναϊκό κέντρο όπου δύσκολα ξεχωρίζουν τα πλήθη των ντόπιων και των τουριστών. 

Το σόου τέλειωσε. Η Εδουάρδου Λω ξαναδόθηκε στην κυκλοφορία. Η δημοτική αστυνομία θα κάνει τα στραβά μάτια για τα μαύρα SUV του ξενοδοχείου NYX Esperia που εξακολουθούν να καταλαμβάνουν θέσεις «ελεγχόμενης στάθμευσης», ενώ θα κόβει κλήσεις σε όλες τις υπόλοιπες. Εν τω μεταξύ, έχει απομακρυνθεί προ πολλού και ο παράξενος, άστεγος «ερημίτης» της Εδουάρδου Λω, που κουρνιασμένος σε μια εσοχή του θηριώδους κτιρίου της ΤτΕ χτυπούσε συχνά πυκνά τις σωληνώσεις του, σαν καμπάνες συναγερμού και αφύπνισης. Η Τράπεζα έβαλε κάγκελα και του έκανε «έξωση» από το στέκι του. Κάπου αλλού στην περιοχή έχει βρει στέκι και χτυπάει τις «καμπάνες» του. Ακούγονται, αν και κανείς δεν τον ακούει. 


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 

…Κατά τη διάρκεια της πανδημίας η ΕΚΤ διευκρίνισε τη στήριξη που πρόσφερε στην Ε.Ε. ανακοινώνοντας ότι η πολιτική της οφείλει στο εξής να εξασφαλίζει καλές συνθήκες χρηματοδότησης των κρατών-μελών. Η ερμηνεία της εντολής της εσωτερικά, από την ίδια την ΕΚΤ, έδωσε λαβή σε πολλές επιθέσεις, ενώ δεν παύει να τροφοδοτεί συζητήσεις και στοιχήματα στον χώρο του Τύπου αλλά και στους χρηματοπιστωτικούς κύκλους. Για τις τράπεζες και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα = η ερμηνεία ακόμη και των μικρότερων λέξεων που προφέρονται και γράφονται από τους κεντρικούς τραπεζίτες έχει γίνει πια κανονικό επάγγελμα (πρόκειται για τους παρατηρητές της ΕΚΤ - ECB watchers). 


Eric Monnet, «Κεντρικές τράπεζες, κράτος πρόνοιας και δημοκρατία» 


Saturday, October 21, 2023

Η φυσική βλακεία του κεφαλαίου

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 21-22/10/2023


 Στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο της εφημερίδας φτάνουν σχεδόν καθημερινά μηνύματα νέων ανθρώπων που αναζητούν δουλειά ως δημοσιογράφοι, γραφίστες ή σελιδοποιοί. Επισυνάπτουν τα βιογραφικά τους, επιμελημένα και καλά φορμαρισμένα, και δείγμα της δουλειάς τους. Εχουν αποφοιτήσει από πανεπιστημιακές σχολές ή δημόσια και ιδιωτικά ΙΕΚ, αλλά στην περιγραφή τής μέχρι τώρα εμπειρίας τους αντιλαμβάνεται κανείς ότι έχει προηγηθεί μια εργασιακή περιπλάνηση στην οποία τα μίντια είναι η εξαίρεση, ο κανόνας είναι η πώληση, η εστίαση, τα κολ σέντερ. Ντρέπομαι που δεν μπορούμε να ανταποκριθούμε στη μικρή προσδοκία τους να έχουν μια ευκαιρία σε μια συνεταιριστική εφημερίδα/ιστοσελίδα. Συχνά έχω την παρόρμηση να απαντήσω σε μία/έναν προς μία/έναν, ώστε να μην είναι το αναπάντητο μήνυμά τους μια συντριβή της ελπίδας και λαχτάρας για δουλειά. Τουλάχιστον όχι από μας. 

Συμβαίνει φυσικά σε όλες τις δουλειές, σε όλους τους κλάδους, σε όλες τις επιχειρήσεις. Κατακλύζονται από βιογραφικά νέων ανθρώπων με καλά προσόντα και συνήθως με απείρως πιο αναπτυγμένες ψηφιακές δεξιότητες από αυτούς που κατέχουν τις ήδη κατειλημμένες θέσεις εργασίας. Κινητικότητα υπάρχει, δεν μπορεί να πει κανείς, να είναι καλά και οι κρατικές επιδοτήσεις θέσεων εργασίας. Αλλά η πραγματική βασική τάση είναι να μειώνονται οι κανονικές θέσεις πλήρους απασχόλησης στους περισσότερους κλάδους, Και ο μοχλός είναι η λεγόμενη ψηφιοποίηση και η χρήση συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης που υποκαθιστούν φυσικούς εργαζόμενους. Ισως το πιο ευρύ παράδειγμα στην Ελλάδα, που εξακολουθεί να εξαρτάται πολύ από μπετά και τουρισμό, είναι οι ανακεφαλαιοποιημένες με χρήματα των φορολογουμένων τράπεζες. Μέσα σε πέντε χρόνια έχουν μειώσει το προσωπικό τους κατά 10.000 και πλέον άτομα, μεταφέροντας όλο και μεγαλύτερο μέρος των συναλλαγών στην ηλεκτρονική τραπεζική και μετατρέποντας τους πολίτες σε πελάτες του εαυτού τους. Ψηφιακό σελφ σέρβις. 

Αν η ψηφιακή υποκατάσταση μιας θέσης εργασίας σε τράπεζα φαίνεται εύκολη υπόθεση, αν το ίδιο συμβαίνει σε τεράστια κλίμακα στη βιομηχανία ή στα λοτζίστικ, όπου τα ρομπότ έχουν διαταχθεί ήδη στις νέες, ανέπαφες αλυσίδες παραγωγής, αναρωτιέται κανείς πώς η τεχνητή νοημοσύνη θα μπει σε δουλειές σαν τη δική μας, τη δημοσιογραφία. Εχει ήδη μπει με πολλούς τρόπους, αλλά το ερώτημα είναι αν μπορεί πράγματι να υποκαταστήσει τον συντάκτη ενός κειμένου. Κάναμε το πείραμα, παραγγείλαμε ένα θέμα σε σύστημα τύπου chatbot και το αποτέλεσμα δεν ήταν και για πέταμα. Με λίγη επεξεργασία θα μπορούσε να ξεγελάσει έναν φορτωμένο στη δουλειά αρχισυντάκτη. Αλλά στην πράξη ο ψηφιακός κειμενογράφος/ρεπόρτερ δεν θα ξεπερνούσε σε ποιότητα τα κυβερνητικά non paper που αναπαράγονται αμάσητα ή τις κραυγαλέα φιλτραρισμένες πληροφορίες που μεταδίδουν τα εγχώρια και παγκόσμια ενημερωτικά μονοπώλια. Κανένα chatbot δεν μπορούσε να παραγάγει τη βραβευμένη έρευνα για το ναυάγιο της Πύλου ή τη διεθνή έρευνα για τις υποκλοπές. Καμιά τεχνητή νοημοσύνη δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη φυσική ανθρώπινη βούληση που απαιτεί μια έρευνα υψηλού ρίσκου, η οποία ενοχλεί τα κέντρα εξουσίας και ισχύος. 

Φυσικά η ζημιά μπορεί να γίνει και μάλιστα σε τεράστια κλίμακα. Δηλαδή η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να καταργήσει κατά δεκάδες εκατομμύρια θέσεις εργασίας σε κάθε κλάδο δραστηριότητας. Αυτό θα έπρεπε να είναι πηγή χαράς και ελπίδας για την ανθρωπότητα. Γιατί η ενσωμάτωση της τεχνητής νοημοσύνης στην παραγωγική διαδικασία αυξάνει τόσο ιλιγγιωδώς την παραγωγικότητα της εργασίας των φυσικών ανθρώπων, που επιτρέπει να δουλεύουν λιγότερο από ποτέ, παράγοντας επίσης περισσότερο από ποτέ πλούτο. Η AI είναι το κορυφαίο επίτευγμα της συλλογικής ανθρώπινης διάνοιας που επιτρέπει (και) τεχνικά το «πέρασμα από το βασίλειο της ανάγκης στο βασίλειο της ελευθερίας». Μιλάει κανείς γι’ αυτό; Μιλάει για δραστική μείωση των ωρών εργασίας με ταυτόχρονη αύξηση των αμοιβών; Φυσικά όχι, γιατί οι απαλλοτριωτές της συλλογικής διάνοιας, οι κάτοχοι της ΑΙ, προτιμούν να την περιβάλλουν με τη μεταφυσική αχλύ που ενσπείρει φόβο και δέος στους ανθρώπους, λες και οι αλγόριθμοι που βρίσκονται πίσω από τις χιλιάδες εφαρμογές και κινούν τα ρομπότ έχουν μια βούληση άλλη από αυτή των κατασκευαστών τους ή πολύ περισσότερο των ιδιοκτητών τους. Δεν διώχνει το web banking τους τραπεζοϋπαλλήλους, αλλά οι τραπεζίτες. Δεν απολύουν τα ρομπότ τους εργαζόμενους της Amazon, αλλά ο Μπέζος. Γιατί για τους ανθρώπους που ελέγχουν την παγκόσμια παραγωγική και εφοδιαστική αλυσίδα, στην υλική και την άυλη οικονομία, η τεχνητή νοημοσύνη είναι ταυτόχρονα μέσο εκτόξευσης της κερδοφορίας τους και απαλλαγής από το απεχθές βάρος της εργασίας με όλα τα ενοχλητικά παρελκόμενά της: αμοιβές, δικαιώματα, συνδικάτα. 

Από αυτή την άποψη η ΑΙ, απαλλαγμένη από κάθε μυστικιστικό περιτύλιγμα (σ.σ. όχι, τα ρομπότ δεν θα εξεγερθούν κατά των ανθρώπων, εκτός αν οι ιδιοκτήτες τους τα προγραμματίσουν γι’ αυτό), είναι το νέο μεγάλο πεδίο σύγκρουσης κεφαλαίου και εργασίας. Οχι μόνο για να ελεγχθεί ο ρυθμός ενσωμάτωσής της στην παραγωγή ώστε να αποφευχθεί η βίαιη και μαζική καταστροφή θέσεων εργασίας, αλλά και για να διεκδικηθούν τα οφέλη της σε χρόνο (λιγότερες ώρες εργασίας) και σε χρήμα (αυξήσεις αμοιβών). 

Η ΑΙ ξαναφέρνει στο επίκεντρο το θέμα της διανομής του πλούτου. Από τους τεχνολάγνους γράφεται συχνά ότι «η τεχνητή νοημοσύνη πρόκειται να εξελιχθεί στον μεγαλύτερο δημιουργό πλούτου στην ιστορία της ανθρωπότητας, υλικού και πνευματικού». Αλλά δεν υπάρχει μεγαλύτερη φυσική βλακεία από όση περιέχει αυτή η φράση. Οι άνθρωποι, τα εκατομμύρια επιστημόνων, τεχνικών, εργαζόμενων, ακόμη και ανυποψίαστων χρηστών των ψηφιακών εφαρμογών, παραμένουν οι μόνοι παραγωγοί του κοινωνικού πλούτου, έστω κι αν για τη δημιουργία του δεν μεσολαβεί ένα ξύλινο αλέτρι, μια ατμοκίνητη ή ηλεκτροκίνητη μηχανή, αλλά ένα περίπλοκο λογισμικό, κι αυτό φτιαγμένο από τους ίδιους. 

Σε τελική ανάλυση το πρόβλημα δεν είναι να αποτρέψουμε την τεχνητή νοημοσύνη και τις απελευθερωτικές για την ανθρωπότητα εφαρμογές της, αλλά να απαλλαγούμε από τη φυσική -και (αυτό)καταστροφική- βλακεία του κεφαλαίου. 

ΚΙΜΠΙ 

Kibi2g@yahoo.gr , kibi-blog.blogspot.com 


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

Σκεπτόμενες μηχανές δεν υπήρξαν, δεν υπάρχουν και δεν μπορούν να υπάρξουν. Μπορεί να χρησιμοποιούμε την ενεργητική φωνή όταν λέμε ότι το ρομπότ κίνησε το χέρι του ή σκότωσε τον εχθρό, αλλά αυτό δεν μεταφράζεται σε ενεργητική διάθεση: το ρομπότ δεν κάνει τίποτα επειδή το «αποφάσισε», απλά λειτουργεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, σύμφωνα με το λογισμικό που σχεδιάστηκε και εγκαταστάθηκε από τους κατασκευαστές του, ανθρώπους με σάρκα και οστά, με σκέψη και βούληση…

Πέτρου Παπακωνσταντίνου, «Ανθρωποι και ρομπότ»  


Saturday, October 14, 2023

Das Kapital

Η Εφημερίδα των Συντακτών 14-15/10/2023


Με τον κίνδυνο να θεωρηθώ εμμονικός (που παίζει και να είμαι) επανέρχομαι για τρίτη φορά μέσα σε λίγες μέρες (προηγήθηκε ένα «ΑΝΩ ΚΑΤΩ» και ένα podcast) στο «τρέντι» θέμα των ημερών: το Κεφάλαιο. Εντάξει, για να είμαστε ακριβείς και ειλικρινείς, ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. έχει προ πολλού πάψει να «δαιμονοποιεί το κεφάλαιο» και το έχει ποικιλοτρόπως αποδείξει και ως κυβέρνηση και ως αντιπολίτευση («δεν δαιμονοποιούμε την υγιή επιχειρηματικότητα», έλεγε συχνά πυκνά και ο απελθών πρόεδρός του), αλλά η αφοπλιστική ειλικρίνεια με την οποία το διακήρυξε ο νέος πρόεδρός του ακριβώς μέσα στο «γήπεδο» του εγχωρίου κεφαλαίου, στη συνέλευση του ΣΕΒ, ήταν κάτι άλλο. 

Προσωπικά ένιωσα να μου πατάνε δυνατά τον κάλο. Ή, εντάξει, επειδή δεν έχω κάλους να μου δίνουν μια δυνατή κλοτσιά ξέρετε πού. Με το κεφάλαιο ως έννοια έχουμε όλοι, εκόντες άκοντες, μια σχέση διανοητική και υλική ταυτόχρονα. Αυτοπροσδιοριζόμαστε απέναντί του, δίπλα του, στην περίμετρό του ή και εντός του, έστω κι αν το τελευταίο είναι απλώς φαντασίωση ή επιθυμία των «γουοναμπί» κεφάλαιο. 

Αλλά λίγο πολύ όλοι, από τους βαρεμένους συνωμοσιολόγους που τα αποδίδουν όλα σε ορδές ελοχίμ και νεφελίμ που ζουν ακόμη ανάμεσά μας, μέχρι τους οργανικούς και μη διανοούμενους που ρουφάνε φανατικά ό,τι έχει γραφεί ως πολιτική οικονομία εδώ και τρεις αιώνες, συγκλίνουν στο ότι το κεφάλαιο είναι η δύναμη που κυβερνά τον κόσμο. Είτε παίρνει τη μορφή συσσωρευμένου χρήματος, είτε των άυλων χρεογράφων και των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης, είτε τη μορφή της επιρροής που ασκεί ο Μασκ με έναν χρησμό του στο «Χ» (πρώην τουίτερ) ή ο εγχώριος φαρμακοβιομήχανος με ένα εποχούμενο υβριστικό μανιφέστο του στο tik tok, το κεφάλαιο είναι η δύναμη που καταλαμβάνει κάθε σφαίρα της ζωής μας, συχνά πέρα και πάνω από τις προθέσεις και τις στρατηγικές των ίδιων των εκατομμυρίων κατόχων του. 

Αλλά, την επίσημη απο-δαιμονοποίηση του κεφαλαίου την παίρνω προσωπικά. Σκέφτομαι τις δεκαετίες που σπατάλησε ο θείος Κάρολος στη βιβλιοθήκη του Λονδίνου, βασανιζόμενος από τις δοθιήνες που έκαναν αφόρητο το να κάθεται σε καρέκλα, διαβάζοντας ισολογισμούς, εκθέσεις, Ρικάρντο, Σμιθ, κοινοβουλευτικά πρακτικά, κινήσεις μετοχών, Πλάτωνα, Αριστοτέλη, Σέξπιρ, νομοθετικά κείμενα, ιστορικά τεκμήρια, προσπαθώντας να αξιοποιήσει τη σοφία αιώνων στην κατανόηση της πιο καταλυτικής και συνάμα δαιμονικής δύναμης της εποχής του. Αν διαβάσει κανείς, έστω και διαγωνίως ή αποσπασματικά, «Το Κεφάλαιο» του Μαρξ, που παραμένει μέχρι σήμερα η σημαντικότερη και πληρέστερη «αξονική τομογραφία» του καπιταλισμού, είναι απίθανο να μείνει με την εντύπωση ότι θα έρθει η στιγμή που το κεφάλαιο θα απαλλαγεί από τις καταστροφικές (και αυτοκαταστροφικές) και ανήθικες διαστάσεις του και θα συμφιλιωθεί με τον σταθερό αντίπαλό του, την εργασία. Αυτή η αντίθεση αποκλείεται να ξεπεραστεί ανώδυνα κι αναίμακτα, έστω κι αν περάσουν δεκαετίες και αιώνες, κι εμείς οι φιλολογούντες για τον καπιταλισμό έχουμε γίνει πια σκόνη του χρόνου. 

Αλλά αυτό που ανέφερα στην αρχή, πως ήταν σαν να μου πατάνε τον κάλο, εξομολογούμαι ότι αφορά τη σχεδόν φετιχιστική (μήπως και δαιμονική;) σχέση που έχω αναπτύξει από τα εφηβικά μου χρόνια με «Το Κεφάλαιο», σαν απτό, υλικό αντικείμενο. Το Das Kapital. Στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, όταν εξελισσόταν το big bang της διακίνησης ιδεών και εκδόσεων και απαγορευμένα μέχρι τότε βιβλία πλημμύριζαν πάγκους και ράφια βιβλιοπωλείων, θυμάμαι να παίρνω στα χέρια μου και να ξεφυλλίζω τους δυο πρώτους ογκώδεις τόμους του Κεφαλαίου (σε μετάφραση Παναγιώτη Μαυρομμάτη, που δεν αναφέρεται), σε φθηνή χαρτόδετη έκδοση του 1953, του εκδοτικού οίκου «Νέα Ελλάδα». Η μετάφραση, όπως αναφέρει η εισαγωγή, έγινε «με απόφαση της 2ης Ολομέλειας της Κ.Ε. του ΚΚΕ», που φυσικά ήταν παράνομο, και η εκτύπωση έγινε στο Βουκουρέστι, σε 5.000 αντίτυπα. Το γεγονός ότι μέχρι και το 1978, οπότε βγήκε και ο τρίτος τόμος του Κεφαλαίου (από τη «Σύγχρονη Εποχή», με επίσημη πια αναφορά του μεταφραστή) τα αντίτυπα αυτά εξακολουθούσαν να είναι τα μόνα που διακινούνταν στην Ελλάδα, σημαίνει ότι «Το Κεφάλαιο» στα ελληνικά δεν έγινε και ανάρπαστο. Ούτε, άλλωστε, η πολύ λογοτεχνική και δημοτικιστική μετάφραση του Σκουριώτη είχε καλύτερη τύχη. 

Για λόγους που δεν μπορώ να εξηγήσω, αυτούς τους δυο τόμους του Κεφαλαίου τους αντιμετώπιζα ως πολύτιμο απόκτημα. Μαζί με άλλα ημιπαράνομα για το συντηρητικό σπίτι μου αποκτήματα, τους έκρυβα κάτω από το στρώμα (μαλακό, από αφρολέξ) του κρεβατιού. Είναι απορίας άξιο πώς κοιμόμουν εκεί, με τους σκληρούς και ακανόνιστους όγκους των βιβλίων να μου πιέζουν την πλάτη. Αλλά, όταν είσαι 15 αυτά δεν έχουν σημασία. 

Εχω τα ίδια αντίτυπα ακόμη στη βιβλιοθήκη μου. Τα εξώφυλλα έχουν σκιστεί, οι σελίδες τους είναι κιτρινισμένες, τσακισμένες. Τα ξεφυλλίζω και βλέπω υπογραμμίσεις και σημειώσεις σχεδόν πενήντα ετών. Προσπαθώ να θυμηθώ τι εντύπωση είχε κάνει στον έφηβο που ήμουν κάποτε κάθε συγκεκριμένο απόσπασμα. Πρέπει να με είχε συναρπάσει ο φετιχισμός του εμπορεύματος, να με είχε δυσκολέψει η απόλυτη και η σχετική υπεραξία και να με είχε σοκάρει το κεφάλαιο για την πρωταρχική συσσώρευση. Μετά πολλές δεκαετίες είδα αυτό ακριβώς το κεφάλαιο του Κεφαλαίου να γίνεται θεατρική παράσταση, με τη Ρούλα Πατεράκη να διαβάζει για σχεδόν μιάμιση ώρα αποσπάσματα (αλλά σε μετάφραση Θανάση Γκιούρα, πια), με τις βαμπιρικές περιγραφές για την παιδική εργασία στα ανθρακωρυχεία και τα κλωστήρια της Αγγλίας να διακόπτονται από τον σαρκασμό: «Ω, γλυκό μου κεφάλαιο!», και φόντο μια ασπρόμαυρη οπτική σύνθεση του Θανάση Ρεντζή που περνούσε σαν συρμός της Ιστορίας σε μια οθόνη και σκιτσάριζε ζοφερά το έπος του βιομηχανικού καπιταλισμού. 

Η γοητεία που μου είχε ασκήσει το κείμενο του Μαρξ μένει ανεξίτηλη. Ο χρόνος που είχα αφιερώσει στα επιπόλαια ή στα πιο συστηματικά διαβάσματά του τότε και αργότερα είναι ένα κερδισμένος χρόνος. Από τότε, νιώθω ότι καταλαβαίνω τον υλικό κόσμο μας κι όσα συμβαίνουν σ’ αυτόν. Μου είναι αδιάφορο αν κάποιοι θεωρούν ότι φόρεσα παραμορφωτικούς φακούς. Και, όχι, αυτή τη φορά δεν θα βάλω απόσπασμα από «Το Κεφάλαιο» στις «ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ». Θα βάλω Κακουλίδη- Κραουνάκη. 


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 

Τώρα που ’ρθαν όλα τούμπα

Μια Ελλάδα κωλοτούμπα

Ελα απάνω μου κι ακούμπα

Τώρα που ’ρθαν όλα σκούρα

Ο καθένας μια φιγούρα

Ο καθένας μια καμπούρα


Τώρα που ’ρθε κούφια η ώρα

Εποχή θανατηφόρα

Καραγκιόζη μου προχώρα

Ηρωά μου

Φόρα επάνω σου

Τα όνειρά μου λατρεμένη μου σκιά


Κρεμασμένο σε καλούμπα

Πέταγα πάνω απ’ τη Τρούμπα

Ελα απάνω μου κι ακούμπα

Κρεμασμένο στα φεγγάρια

Σ’ είδα σκλάβα στα παζάρια

Να σε παίζουνε στα ζάρια



Γιάννη Κακουλίδη, «Κωλοτούμπα» (Σταμάτη Κραουνάκη, «Τα τραγούδια του Καραγκιόζη», 1996)


Saturday, October 7, 2023

Σασμός στη γη της ελιάς

Η Εφημερίδα των Συντακτών 7-8/10/2023


Ενδεχομένως αυτό είναι και μια δίκαιη τιμωρία. Ας πάει το λάδι, το παλιόλαδο που πάντα ήταν τόσο δεδομένο και αυτονόητο σχεδόν σαν το νερό, στα 15 ευρώ το λίτρο και στα 200 ευρώ ο τενεκές. Αλλά, πρέπει κι εσύ να σκεφτείς, δεν φέρθηκες εντάξει. Είχες 50 ρίζες ελιές, δυο-τρία στρέμματα (απαξίωσες έστω και να τα μετρήσεις σωστά), ξέχασες σχεδόν και πού πέφτει το χωράφι, επικλινές, κακοτράχαλο και λογγωμένο, και η μόνη σου μέριμνα εδώ και δεκαετίες ήταν να το δηλώνεις «βοσκοτόπι» στο Ε9, μην και επιβαρυνθεί ο ΕΝΦΙΑ, αν και την εποχή που έρρεαν οι επιδοτήσεις, φτάνοντας και σε μη «κατ’ επάγγελμα αγρότες», έσπευδες να κάνεις ακριβώς το αντίθετο: και την έκταση την ξεχείλωνες κατά ένα-δυο στρέμματα, και τα δέντρα τα πολλαπλασίαζες στις δηλώσεις που συσσωρεύονταν στα κοινοτικά γραφεία του χωριού. 

Επειτα, έχοντας γίνει πια ένας κανονικός αστός, άνθρωπος της πόλης που έχεις αποκόψει και τις τελευταίες ρίζες με το χωριό, παράτησες το χωράφι στην τύχη του, στη φροντίδα του «Αλβανού», που άπλωσε αυτός καινούργιες ρίζες εκεί, έχοντας αποκόψει τις δικές του, από όποια «Αλβανία» του κόσμου κι αν είχε έρθει. Ποιος τις κλάδευε, τις λίπαινε, τις ξελόγγωνε, τις μάζευε τις ελιές δεν σε ένοιαζε, σου αρκούσαν οι δυο-τρεις τενεκέδες λάδι που έρχονταν με το ταξί κάθε χρόνο, ή χρόνο παρά χρόνο, ως ανταμοιβή. Τις λίγες φορές που πήρες άδεια από τη δουλειά για το εθνικό σπορ της ελαιοσυγκομιδής και πράγματι πήγες στο χωριό, την έβγαζες στο καφενείο με καφέ και τσίπουρα. Ο «Αλβανός» μαζί με μερικούς ακόμη «Αλβανούς» από την Ασία ή από τους κοντινούς καταυλισμούς Τσιγγάνων έκαναν τη δουλειά. 

Μπορεί λοιπόν όλο αυτό να είναι κάποιας μορφής απονομή δικαιοσύνης. Κι αν το καλοσκεφτείς είναι πολύ παράξενο, γιατί δεν σου έλειψαν οι ισχυρές δόσεις εθνικής μυθολογίας στις πέντε έξι δεκαετίες της ζωής σου για την πολυτιμότητα της ελιάς: η Αθηνά να κερδίζει τον Ποσειδώνα στον αγώνα για την Αθήνα χαρίζοντάς της ένα ελαιόδεντρο. Ο Ομηρος να σκηνοθετεί την προετοιμασία εξόντωσης των μνηστήρων από τον Οδυσσέα και τον Τηλέμαχο κάτω από μια ιερή ελιά. Ο κότινος από κλαδιά ελιάς των ολυμπιονικών. Ο Παλαμάς και ο ποιητικός μονόλογος «είμαι η ελιά η τιμημένη» που τον μάθαινες απέξω στο Δημοτικό σχεδόν σαν δεύτερο εθνικό ύμνο. 

Και ύστερα ήρθαν οι νεωτερικές και μετανεωτερικές αναγνώσεις της ελαιώδους εθνικής μυθολογίας: ο Κολλάτος («Οι ελιές», 1964) που γράφει (και σκηνοθετεί αργότερα) πώς τρία αδέρφια σπρώχνουν την ανύπαντρη και «άσχημη» αδερφή τους στο κρεβάτι ενός μεθυσμένου για να την ξεφορτωθούν χωρίς προίκα, «γιατί οι ελιές δεν φεύγουν από την οικογένεια». Η «ανακάλυψη» της μεσογειακής διατροφής που στο κέντρο της μπαίνει το ελαιόλαδο. Η απάτη της «φραπελιάς» διά πάσαν νόσον, που ευτυχώς αποκαλύφθηκε εγκαίρως και δεν θρηνήσαμε θύματα. Και η άλλη, η ακόμη μεγαλύτερη απάτη του ελαιόλαδου που μπήκε σε αριθμημένα συλλεκτικά μπουκάλια και σε λακαρισμένες ξύλινες κασετίνες για να πουλιέται στα Harrods ή στα Εμιράτα 200 έως 1.000 ευρώ το μπουκάλι. 

Οταν το πρωτοδιάβασες αυτό στην αρχή γέλασες, αλλά μετά έκανες ένα μπακαλίστικο υπολογισμό για το πόσα λεφτά μπορεί να έχεις χάσει από τις 50 ρίζες ελιές που έχεις ξεχάσει και πού πέφτουν. Λες ο «Αλβανός» να πλουτίζει εις βάρος σου; Μετά σκέφτεσαι πιο ψύχραιμα και λες πως αν δεν ήταν κι αυτοί οι προκομμένοι άνθρωποι, τα χωριά θα είχαν ερημώσει εντελώς, τα χωράφια θα είχαν ξαναγίνει δάσος. Αλλά πάλι αναρωτιέσαι: πού πάει όλη αυτή η παραγωγή, πού πουλιούνται οι 400.000 τόνοι λάδι τον χρόνο, γιατί δεν έχουμε γίνει ένα από τα πλουσιότερα έθνη της Μεσογείου; Μας το παίρνει το λάδι η ιταλική μαφία; 

Σκέφτηκες μαφία και πήγε ο νους σου στις δύο πιο δημοφιλείς τηλεοπτικές σαπουνόπερες και ολίγον αγροτο-βουκολικά δράματα, τον «Σασμό» και τη «Γη της Ελιάς». Ποιο είναι το καλύτερο λάδι, της Κρήτης ή της Μάνης; Αλλά επειδή εκεί, στις δύο τηλεοπτικές περιοχές, με φόντο τα λιοστάσια, τα χωράφια και τ’ αμπέλια γίνονται τα πάντα -φόνοι, απαγωγές, ληστείες, ξεκαθαρίσματα λογαριασμών, βιασμοί-, αναρωτιέσαι γιατί οι παραγωγοί και οι ευφάνταστοι σεναριογράφοι δεν έχουν σκεφτεί να περιστρέψουν την πλοκή στο απόλυτο έγκλημα της εποχής: την κλοπή ελαιολάδου. Κι όλα τα συναφή εγκλήματα, από τη νοθεία μέχρι την καταπάτηση ιδιοκτησίας. Θα γίνει χαμός! 


Γελάς με τη σκέψη. Αν και δεν έχεις δει στην πραγματικότητα τις σειρές και δεν έχεις ιδέα τι και πώς διαδραματίζεται (εδώ που τα λέμε και οι δημιουργοί δεν έχουν ιδέα πού το πάνε), κάποιες φευγαλέες ματιές σε σκηνές οι οποίες εξελίσσονται σε λιοστάσια που θυμίζουν κήπους των Βερσαλλιών και ελαιοτριβεία που μοιάζουν με μικροβιολογικά εργαστήρια σε κάνουν να γελάς. Κάτι θυμάσαι κι εσύ από συγκομιδή, με τα χτένια να περνούν απ’ τα κλαδιά και τους πρασινόμαυρους καρπούς να κυλάνε στα λιόπανα, τις σκάλες πάνω στα δέντρα για να φτάσεις τα ψηλά κλαριά, τότε που η μέση και το σώμα σου αψηφούσε τη βαρύτητα και τις δισκοκοίλες. 

Ας πρόσεχες. Κι εσύ κι όλοι οι χιλιάδες κάτοχοι των 140 εκατομμυρίων ελαιοδένδρων που η ύπαρξή τους εξαντλείται σε μια δήλωση κτηματογράφησης και ένα Ε9. Η αγορά με το αόρατο χέρι της, που περνάει πάνω από χωράφια, ελαιοτριβεία, εργοστάσια εμφιάλωσης, αποθήκες λαδιού και μετατρέπει σε χρυσό αυτό που άλλοτε ήταν ο ελάχιστος πόρος των φτωχών, αποδίδει τη σκληρή δικαιοσύνη της απογειώνοντας την τιμή του λαδιού και εκτινάσσοντας στη στρατόσφαιρα το κέρδος της γαιοπροσόδου. Θα πεις το λάδι λαδάκι, είναι το κλισέ τον ημερών, της εποχής του νέου καπιταλιστικού φεουδαλισμού που μετατρέπει την τροφή στο απόλυτο πεδίο κερδοσκοπίας. 

Αν μπορούσες να γυρίσεις τον χρόνο πίσω, ίσως επανεξέταζες τη σχέση του με τη γη, μ’ αυτά τα ταπεινά χωράφια που κληρονόμησες. Ισως ένας κάποιος σασμός με τη γη της ελιάς, για λίγες μέρες κάθε χρόνο, με τις αυτοσχέδιες κολεκτίβες φίλων και συγγενών που τη μια μέρα μάζευαν στου Ηλία, την άλλη στου Πάνου, την τρίτη στης Μαρίας, που ήταν και μονάχη της, τα παιδιά της μετανάστες, ίσως ένας τέτοιος σασμός συμφιλίωνε κάπως την πόλη με το χωριό, την αστική υπερανάπτυξη με την αγροτο-κτηνοτροφική παραγωγή, τον μικροαστό που έγινες στη μητρόπολη με το επαρχιωτόπουλο που κατά βάθος πάντα ήσουν. 


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

Είμαι του ήλιου η θυγατέρα

Η πιο απ’ όλες χαϊδευτή

Χρόνια η αγάπη του πατέρα

Σ' αυτό τον κόσμο με κρατεί

Οσο να πέσω νεκρωμένη

Αυτόν το μάτι μου ζητεί.

Είμ’ η ελιά η τιμημένη


Οπου και αν λάχει κατοικία

Δε μ’ απολείπουν οι καρποί.

Ως τα βαθιά μου γηρατειά,

Δεν βρίσκω στην δουλειά ντροπή.

Μ’ έχει ο θεός ευλογημένη,

Και είμαι γεμάτη προκοπή.

Είμ’ η ελιά η τιμημένη.

.....................

Και φως πραότατο χαρίζω

Εγώ στην άγρια τη νύχτα.

Τον πλούτο πια δεν τον φωτίζω,

Συ μ’ ευλογείς φτωχολογιά.

Κι αν απ’ τον άνθρωπο διωγμένη,

Μα φέγγω μπρος στην Παναγιά.

Είμ’ η ελιά η τιμημένη.


Κωστής Παλαμάς, «Η ελιά» (1882) 


Saturday, September 30, 2023

Πιπέρι στο στόμα του φορομπήχτη…

Η Εφημερίδα των Συντακτών 30/9-1/10/2023

 Ανάμεσα στα όσα ζοφερά συμβαίνουν εδώ κι έναν μήνα, από τη στιγμή που οι πρώτες (χοντρές είναι η αλήθεια) σταγόνες της βροχής σκοτώσανε το καλοκαίρι και μαζί κάμποσες περιοχές της Θεσσαλίας κι όχι μόνο, ανάμεσα στα όσα εξωτικά συντελούνται μεταξύ Κουμουνδούρου και Κουκακίου, έγινε και κάτι που μας επιτρέπει να γελάσει τ’ αχείλι μας. Η κυβέρνηση έπαθε… Κατρούγκαλο. Και για να μην αδικώ τον παλιό συμφοιτητή και σύντροφο, που στο κάτω κάτω δεν είπε και τίποτα φοβερά παράδοξο τις παραμονές των εκλογών, όταν εκστόμισε την κουβέντα πως οι εισφορές των επαγγελματιών είναι χαμηλές, αφήνουν τρύπες στον ΕΦΚΑ και ίσως πρέπει να αυξηθούν (σ.σ. όποιος πιστεύει ότι ο περιούσιος μικρομεσαίος λαός εισφέρει τα δέοντα στην κοινωνική ασφάλιση, ας κάνει ένα βήμα μπροστά με τον κίνδυνο να πέσει στη συνταξιοδοτική άβυσσο της προσεχούς δεκαετίας), θα πω ότι η κυβέρνηση έπαθε Θεοχάρη. 

Ως γνωστόν αυτό έπαθε όταν ο υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών άφησε την αμυδρή υπόνοια επανεξέτασης των συντελεστών φορολόγησης των ελευθέρων επαγγελματιών. Πιπέρι στο στόμα του φορομπήχτη έσπευσαν να βάλουν διαδοχικά ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, που δεν τον λες και γαλαντόμο στα φορολογικά. 

Και αφού ο «σούπερμαν» Χατζηδάκης, που όλα τα σφάζει, διαβεβαιώνει ότι δεν παίζει αύξηση των φορολογικών συντελεστών για τον συμπαθή λαό των μικρομεσαίων, που θεωρητικά έδωσε μεγάλο μέρος της εκλογικής νίκης στον Μητσοτάκη, οι ελευθεροεπαγγελματίες υποτίθεται πως μπορούν να κοιμούνται ήσυχοι. Δεν πρόκειται να αντιμετωπίσουν καμιά φορολογική επιβάρυνση, καμιά δυσάρεστη έκπληξη. Πιπέρι στο στόμα του φορομπήχτη. 

Αλλά χλωμό το βλέπω να έχει αυτό αποτέλεσμα, ακόμη κι αν κάψει γλώσσες πολλών υπουργών. Διότι έχει προηγηθεί η μελίρρυτος γλώσσα Μητσοτάκη στη Θεσσαλονίκη, όπου σαν Μωυσής που μόλις κατέβηκε από το Σινά έφερε μαζί του έναν δεκάλογο εντολών υπαγορευμένο απευθείας από τον θεό της δημοσιονομικής πειθαρχίας. Ο ευφημισμός των δέκα φορολογικών εντολών είναι η πάταξη της φοροδιαφυγής, από την οποία υποτίθεται ότι η κυβέρνηση ελπίζει να φέρει τα επιπλέον έσοδα που χρειάζονται για να καλύψει τις τεράστιες τρύπες που άνοιξαν οι καταστροφές στη Θεσσαλία και αλλού.

Ημουνα νιος και γέρασα, η πάταξη της φοροδιαφυγής και η περίφημη διεύρυνση της φορολογικής βάσης είναι το Ελντοράντο στο οποίο δεκάδες οικονομικοί υπουργοί έχουν αφήσει τα πολιτικά κόκαλά τους και από υστεροφημία μηδέν. Εκτός από πιπέρι στο στόμα, οι φορομπήχτες υπουργοί, ακόμη κι όταν επιβάλλουν έναν δίκαιο φόρο (σπάνιο πράγμα), τιμωρούνται με πολιτική εξορία ή δυσμενή μετάθεση. 

Η φοροδιαφυγή είναι υπαρκτή, ποιος έχει αμφιβολία γι’ αυτό; Μετρημένη με ακρίβεια δεν είναι και τα νούμερα που παίζουν δεξιά κι αριστερά από μάλλον κομπογιαννίτικες έρευνες, κάτι μεταξύ 15 και 20 δισ. τον χρόνο, μάλλον δεν πρέπει να τα παίρνουμε τοις μετρητοίς. Αν στα 50 με 55 δισ. ευρώ φορολογικά έσοδα τον χρόνο, κυρίως από έμμεση φορολογία και δευτερευόντως από φορολογία εισοδήματος, προσθέταμε άλλα 15 δισ. με την πολυπόθητη «πάταξη», θεωρητικά θα ήμασταν πασάδες. Αλλά το ερώτημα στο οποίο φοβάται να απαντήσει ευθέως η κυβέρνηση και οι οικονομικοί υπουργοί, ακόμη κι όταν περάσει η επήρεια του καυτού πιπεριού, είναι ποιος φοροδιαφεύγει. Ποια είναι η ταξική ακτινογραφία των φοροφυγάδων ή, για να είμαστε ακριβείς, αυτών που αποκρύπτουν έσοδα και εισοδήματα; Πάλι στο γνωστά με τους υδραυλικούς και τους γιατρούς που δεν κόβουν αποδείξεις θα πέσουμε; 

Για να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους: φοροδιαφεύγουν αυτοί που μπορούν και φοροαποφεύγουν αυτοί που η φορολογική νομοθεσία τούς δίνει τη δυνατότητα να το κάνουν. Προφανώς δεν είναι οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι, άρα ο κλήρος πέφτει στις λοιπές συμπαθείς και αντιπαθείς τάξεις που έσοδό τους είναι ο πακτωλός της δημόσιας και ιδιωτικής καταναλωτικής δαπάνης. Χρήμα του μισθωτού, του συνταξιούχου και μερικών ακόμη ομάδων που έχει φορολογηθεί ήδη στην πηγή (παρακράτηση), όταν μπαίνει στο μίξερ της κατανάλωσης έχει την ευκαιρία να αποφύγει το δεύτερο επίπεδο φορολόγησης (ΦΠΑ, έμμεσοι φόροι) χάρη σε μια υποτίθεται αμοιβαία επωφελή συναλλαγή με τη μη κοπή απόδειξης που αντισταθμίζεται με μείωση τιμής για το προϊόν ή την υπηρεσία. Τρίχες, καμιά αμοιβαιότητα δεν υπάρχει σε αυτό, δεν είναι win win φοροδιαφυγή, αλλά ουσιαστικά επιστροφή του φορολογικού βάρους στον καταναλωτή, τελικά στους μισθωτούς και συνταξιούχους που παραμένουν οι μόνοι σταθεροί και δεδομένοι αιμοδότες του κρατικού ταμείου. Γνωστά αυτά, είναι η καθημερινότητα των περισσότερων από μας. 

Κι αν αντιτείνει κανείς ότι αυτός ο μηχανισμός φοροδιαφυγής ρίχνει όλο το ανάθεμα στους μικρομεσαίους, που στο κάτω κάτω δεν είναι και όλοι ζάμπλουτοι, πρέπει να επισημάνουμε ότι η φοροδιαφυγή της απόδειξης που δεν κόβεται έχει συνενόχους και στα πιο υψηλά οικονομικά κλιμάκια. Γιατί από κάπου πρέπει να ήρθε το προϊόν που πουλήθηκε χωρίς απόδειξη. Με κάποια τιμολόγια μπήκε στο μαγαζί ή μήπως, ούτε τιμολόγια υπάρχουν; (Ρητορικό το ερώτημα, αφού είναι γνωστό ότι η ανθούσα βιομηχανία πλαστών και εικονικών τιμολογίων είναι ο βασικός τροφοδότης των ληξιπρόθεσμων φορολογικών οφειλών στο Δημόσιο που μένουν απλήρωτα ή περιμένουν υπομονετικά τη διαγραφή τους από τα διοικητικά δικαστήρια και τις ίδιες τις φορολογικές αρχές.) 

Επί της ουσίας η κυβέρνηση κρύβεται πίσω από το δάχτυλό της. Θέλει να τα πάρει από μικρομεσαίους και ελευθεροεπαγγελματίες, που προφανώς έχουν τα περισσότερα εκτός φορολογητέας ύλης έσοδα, αλλά χωρίς να το πει ευθέως. Θα ήθελε να τους στριμώξει μέσω υψηλότερων συντελεστών, εφόσον η πλειονότητα εξακολουθούν να δηλώνουν εισοδήματα πένητα, αλλά δεν τολμά να τους προγκήξει. Οι μηχανισμοί αποτροπής της φοροδιαφυγής, με τη διασύνδεση όλων των συναλλαγών από την προμήθεια μέχρι την τελική πώληση (ας γίνει, καμιά αντίρρηση), είναι μια επινόηση για να αυξηθεί η φορολόγηση του περιούσιου μεσαίου λαού χωρίς να αυξηθούν οι συντελεστές. Αλλά θα αποδώσει, αν αποδώσει, σε βάθος χρόνων εκτός τρέχοντος εκλογικού κύκλου. Ως τότε τα μισθωτά υποζύγια θα πληρώνουν τον φορο- πολιτικό τρόμο της κυβέρνησης και όλων των κυβερνητικών κομμάτων, μη και στάξει η ουρά του γαϊδάρου. 


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 

«Κανένας πολίτης δεν εξαιρείται από την τιμίαν υποχρέωσιν του να συνεισφέρῃ κατά την δύναμιν και τα πλούτη του τα εις δημοσίας ανάγκας δοσίματα».

Ρήγας Φεραίος, «Νέα Πολιτική Διοίκησις των κατοίκων της Ρούμελης, της Μικράς Ασίας, των Μεσογείων νήσων και της Βλαχομπογδανίας»