Saturday, January 28, 2023

Μένουμε Ευρώπη. Αλλά η Ευρώπη πού μένει;

 Η Εφημερίδα των Συντακτών, 28-29/1/2023


Ο Βενιζέλος έκανε ρούμπο. Μού ήταν πάντα πολιτικά και ιδεολογικά αντιπαθής -προσωπικά δεν τον ξέρω τον άνθρωπο-, ο ναρκισσισμός και ο ρητορικός αυτοθαυμασμός που απέπνεε μού ήταν ενοχλητικός και φυσικά το μνημονιακό έπος που έγραψε μετά το 2010 τον συγκαταλέγει στους συντελεστές μιας κοινωνικής και οικονομικής καταστροφής. Αλλά έτσι κι αλλιώς, μετά το 2015 ουδείς αναμάρτητος κι αμέτοχος του εγκλήματος από το πολιτικό σύστημα, με τις γνωστές τιμητικές ή απλώς γραφικές εξαιρέσεις. 

Την ευστροφία, την ευγλωττία, την ευστοχία και την ακριβολογία του «Μπένι», όμως, ουδείς μπορεί να την αμφισβητήσει. Ετσι, ο τρόπος που απάντησε στους γραφικούς «μενουμευρωπιστές» -και υποτιθέμενους ομοϊδεάτες του, όπως ο ίδιος είπε- για τη συμμετοχή του στην εκδήλωση για τις παρακολουθήσεις, αποτυπώνει με ακρίβεια την πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί μετά την πύρινη κυβερνητική θητεία ΣΥΡΙΖΑ: με εξαίρεση το ΚΚΕ (κι αυτή η εξαίρεση περισσότερο ρητορική, παρά κυριολεκτική), όλο το κοινοβουλευτικό πολιτικό φάσμα έχει μετατοπιστεί στην πλευρά των «μενουμευρωπιστών» (για να μην πω και «μενουμευρωατλαντιστών»). Εστω κι αν κάθε δύναμη έχει μια διαφορετική Ευρώπη στο μυαλό της.

Αίφνης, αν μείνουμε στην πολιτική συγκυρία της προεκλογικής πόλωσης και της πρωτοφανούς για το πλαίσιο της μεταπολιτευτικής αστικής δημοκρατίας θεσμικής εκτροπής, η μεν Ν.Δ. του Μητσοτάκη βλέπει μια Ευρώπη που από την ώσμωσή της με τον ταύρο-Δία μεταμορφώθηκε σε αγελάδα για άρμεγμα από τα δισεκατομμύρια του Ταμείου Ανάκαμψης και του κοινού ευρωπαϊκού προϋπολογισμού. Ο δε ΣΥΡΙΖΑ και άλλες δυνάμεις του κεντροαριστερού φάσματος βλέπουν στο γλυκό τέρας, τις Βρυξέλλες, την οντότητα που μπορεί να υπερασπίσει τα θεμελιώδη δικαιώματα, τη δημοκρατία και τους στοιχειώδεις κανόνες του κράτους δικαίου. Να τα υπερασπίσει ακόμη και από τον μητσοτακικό ολετήρα. 

Σε γενικές γραμμές, το υπονοούμενο πίσω από το προβοκατόρικο ερωτηματικό στον τίτλο της εκδήλωσης «Μένουμε Ευρώπη;» είναι πως η Ε.Ε. είναι πια μια οντότητα που μπορεί να εγγυηθεί τα βασικά: δημοκρατία, ατομικά και συλλογικά δικαιώματα, δικαιοσύνη, κρατική κυριαρχία, διεθνές δίκαιο, ειρήνη. Αυτά, τα περισσότερα από τα οποία τα καταστρατήγησε με τον πιο βάναυσο τρόπο στη διάρκεια των τριών μνημονίων και της τροϊκανής δικτατορίας στην Ελλάδα, που ουσιαστικά κατάργησε ακόμη και τη νομοθετική εξουσία του κοινοβουλίου. 

 Αλλά όχι. Επειδή πέρασαν πια τα μνημόνια (από πάνω μας), επειδή η Ε.Ε. ανακάλυψε στην πανδημία την ξεριζωμένη από το νεοφιλελεύθερο DNA της κρατική παρέμβαση, τον συλλογικό δανεισμό και το πόσο βλακώδες είναι το Σύμφωνο Σταθερότητας, δεν μεταλλάχθηκε ξαφνικά σε συμπονετική, φιλάνθρωπη κυρία. 

Επομένως, αν έχει απαντηθεί για την πλειονότητα του πολιτικού συστήματος, της οικονομικής ελίτ αλλά και της κοινωνίας –με αποχρώσεις και αστερίσκους- το ερώτημα «Μένουμε Ευρώπη;» μένει να απαντήσουμε στο επόμενο ερώτημα: «Και η Ευρώπη, πού μένει;».

Διότι προφανώς δεν μένει πια στο Δικταίο Αντρο να απολαμβάνει τον έρωτά της με τον Δία, ούτε στην Κρήτη αφοσιωμένη στον μετέπειτα γάμο της με τον Αστερίωνα και στα παιδιά της. Η Ευρώπη για δεκαετίες έμενε κυρίως στο Παρίσι, γοητευμένη από τα φεντεραλιστικά οράματα των Γάλλων εμπνευστών της ενοποίησής της, αλλά πάντα κάτω από τη βαριά σκιά των Αμερικανών νονών της. Υστερα, μετακόμισε ή απλώς απήχθη στη Γερμανία και κυρίως στο Βερολίνο μετά την πτώση του τείχους, που επέβαλε το σκληρό μείγμα δημοσιονομικής πειθαρχίας και νεοφιλελεύθερης απελευθέρωσης της ενιαίας αγοράς (ορντολιμπεραλισμός), προκαλώντας αβυσσαλέα χάσματα ανισότητας ανάμεσα στις χώρες-μέλη. Επειτα, άρχισε να μοιράζει τον χρόνο της μεταξύ Βρυξελλών, όπου αναπτύχθηκε η τεράστια γαλλογερμανικής κοπής νομενκλατούρα και η «δημοκρατία των λόμπι», και Φρανκφούρτης όπου εγκαθιδρύθηκε η ανεξέλεγκτη δικτατορία του ευρώ και της νομισματικής ένωσης. Για τις αρκετές δεκαετίες της γερμανικής αιχμαλωσίας της, η ερωτευμένη με τον γερμανικό ταύρο Ευρώπη απολάμβανε τις κλεφτές αποδράσεις τους προς Μόσχα, της οποίας το φτηνό αέριο και πετρέλαιο έχτισαν το γερμανικό «θαύμα», μαζί βέβαια με τα εκατομμύρια κινεζικά εργατικά χέρια που συναρμολογούν τα γερμανικά αυτοκίνητα και συσκευές. Επειτα, η επιρρεπής σε νέους έρωτες ή βίαιες απαγωγές Ευρώπη, άρχισε να ανακαλύπτει ξανά τη γοητεία του υπερατλαντικού νονού της. Κι αν η μισή της καρδιά βρισκόταν στο Βερολίνο ή στο Παρίσι, η άλλη μισή στη Νέα Υόρκη βρισκόταν. Αλλά το κακό είναι ότι μαζί με την καρδιά της μετακόμιζαν εκεί μαζικά επιχειρήσεις της, κυνηγώντας αμερικανικούς φορολογικούς παραδείσους, κι αυτό θα γίνει ακόμη χειρότερο με τον ανοικτό πια επενδυτικό «πόλεμο» που έχει κηρύξει ο Μπάιντεν, επιδιώκοντας να αποψιλώσει βιομηχανικά και επιχειρηματικά την Ευρώπη. Κι αν αυτός ο «πόλεμος» είναι προς το παρόν μεταφορικός, η Ευρώπη τα έχει δώσει όλα και στον κυριολεκτικό πόλεμο που γίνεται στην καρδιά της, απολαμβάνοντας με μαζοχιστικό πάθος την ύστατη μιλιταριστική της μετάλλαξη. Τον τελευταίο χρόνο η Ευρώπη μένει σχεδόν αποκλειστικά στην Ουκρανία, όταν δεν λείπει ταξίδι στην Ουάσινγκτον ή δεν περνάει από τη Φρανκφούρτη για να παστρέψει λίγο το Δικταίο Αντρο της νομισματικής δικτατορίας της, τώρα που έχουν πέσει φούριες με τα επιτόκια και την εξόντωση του πληθωρισμού. 

Είναι μια μεγάλη αντίφαση, εδώ που τα λέμε. Τώρα που εμείς, οι ιθαγενείς της υποτιθέμενης κοιτίδας της, αποφασίσαμε περίπου αμετακλήτως ότι «μένουμε Ευρώπη», η ίδια η Ευρώπη δεν μένει πια εδώ. Διακτινίζεται όπου Γης μεταξύ ανατολής και δύσης, βορρά και νότου, σε ένα αυτοκαταστροφικό σκόρπισμα και σε έναν κατακερματισμό της ταυτότητάς της. Εβδομήντα χρόνια από τη σύλληψή της η Ευρώπη άγεται και απάγεται από ταύρους που δεν έχουν καν τις τρυφερές ερωτικές προθέσεις του Δία. Της ορμούν ως ταύροι εν υαλοπωλείω. Θα την κάνουν κομμάτια και θρύψαλα. 


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

...Οσο για την ευρωζώνη, η ανεξαρτησία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ουδόλως την εμπόδισε να συμμετάσχει στην Τρόικα, στην περίπτωση της Ελλάδας, ή να στείλει το 2011 μία επιστολή, με την υπογραφή του τότε διοικητή Ζαν-Κλοντ Τρισέ και με την υποστήριξη του Μάριο Ντράγκι (ως διοικητή της Τράπεζας της Ιταλίας), στον Ιταλό πρωθυπουργό Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Η επιστολή αυτή συμπεριελάμβανε ένα κατάλογο «απαραίτητων» μέτρων που θα έπρεπε να λάβει η κυβέρνηση της χώρας- από την ιδιωτικοποίηση δημοσίων υπηρεσιών και τη μείωση μισθών των δημοσίων υπαλλήλων μέχρι τη συνταγματική αναθεώρηση του φορολογικού συστήματος και την κατάργηση περιφερειακών διοικητικών διαιρέσεων. 


Eric Monnet, «Κεντρικές τράπεζες, κράτος πρόνοιας και Δημοκρατία: Για τον εκδημοκρατισμό των Κεντρικών Τραπεζών και της νομισματικής πολιτικής»


Saturday, January 21, 2023

Η καλοσύνη των πάνω

 Η Εφημερίδα των Συντακτών, 21-22/1/2023

Diego Rivera,  Man in the Time Machine, 1934, 

Υπάρχει κάτι διφορούμενο στην εντυπωσιακή έκκληση των 205 «πατριωτών εκατομμυριούχων» (γιατί “πατριωτών”, άραγε;) προς την ελίτ του κόσμου που μαζεύτηκε φέτος στο σχεδόν αχιόνιστο Νταβός: «Φορολογήστε μας τώρα!». Παρότι η έκκλησή τους πήρε μεγάλη δημοσιότητα, προβεβλημένη ακόμη και από παγκόσμια ΜΜΕ ταγμένα στην υπεράσπιση της απληστίας, στη θρησκευτική λατρεία του ακραίου πλούτου και στην επιμελή αγιογράφηση των υπερπλουσίων του κόσμου, δεν προκάλεσε την παραμικρή πολιτική αντίδραση από τους εκπροσώπους της παγκόσμιας διακυβέρνησης. Αντιμετωπίστηκε ως  ακόμη μια γραφική πινελιά στην τοιχογραφία του ζοφερού κόσμου που ανέχεται και «χωνεύει» τους πάντες: τις αποκαλυπτικές έρευνες της Oxfam για τη χαοτική διεύρυνση της ανισότητας στην κατανομή του παγκόσμιου πλούτου, τον θυμωμένο περιβαλλοντικό ακτιβισμό της Γκρέτα Τούνμπεργκ, τις καταγγελίες των εκπροσώπων των φτωχότερων χωρών του πλανήτη που απειλούνται από υποσιτισμό ή περιβαλλοντικό αφανισμό. 

Τι το διφορούμενο υπάρχει σε αυτή την έκκληση (αυτο)θυσίας των «πατριωτών εκατομμυριούχων»; Η ίδια η προέλευσή της, το γεγονός ότι η «λύση» στο πρόβλημα που προκαλεί ο ακραίος πλούτος -η ακραία ανισότητα, ο κατακερματισμός του κόσμου και η έκθεσή του σε υψηλά ρίσκα σύγκρουσης και αυτοκαταστροφής- εκπορεύεται και υποβάλλεται από τους βασικούς συντελεστές του προβλήματος. Η συνήθης και ταξικά φυσιολογική αντίδραση των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, πολυεθνικών ή εθνικών, κάθε φορά που γίνεται η παραμικρή νύξη για αύξηση στη φορολόγηση των κερδών και των μερισμάτων τους είναι γνωστή: «Μα, αυτό είναι δήμευση ιδιοκτησίας!» Αυτό ακριβώς δεν λένε οι δικοί μας ενεργειακοί όμιλοι για την υπεσχημένη (αλλά ακόμη άφαντη) φορολόγηση των υπερκερδών τους; «Αυτό είναι δήμευση! Είναι ανηθικότητα!» Συνήθως, ακολουθούν και μερικές δικαστικές προσφυγές σε εθνικά ή διεθνή δικαστήρια, που εξίσου συνήθως τους δικαιώνουν, γιατί η ιδιοκτησία είναι το ιερό θεμέλιο του κόσμου. 

Αλλά, επειδή η απληστία των υπερπλουσίων συχνά επεκτείνεται και στον ηθικό πλούτο της ανθρωπότητας, διατηρούν πάντα το δικαίωμα να είναι αυτοί οι ηθικότεροι, οι πιο καλοσυνάτοι, οι πιο συμπονετικοί του βυθισμένου στον φθόνο και την κακία κόσμου μας. Η φιλανθρωπία είναι ο αφρός αυτής της ηθικής διάστασης του πλούτου, εκφρασμένη τις τελευταίες δεκαετίες και ως Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη ή ως δέσμευση στους στόχους βιωσιμότητας του ΟΗΕ. 

«Αν είχα όλα αυτά τα χρήματα, θα ήμουν κι εγώ καλή. Κι ακόμη καλύτερη. Το χρήμα είναι σαν το ηλεκτρικό σίδερο. Ισιώνει όλες τις τσαλακωματιές», λέει η Κιμ Τσουνγκ-σουκ, μία από τις ηρωίδες των «Παρασίτων» του Μπο Τζουν Χο, καθώς απολαμβάνει μερικές στιγμές χλιδής στο πλουσιόσπιτο όπου έχει εισβάλει με την άπορη οικογένειά της. 

Δεν είναι και τόσο καινούργια αυτή η δηκτική διαπίστωση. Η Annie Ernaux, στο βιβλίο της «Ο τόπος», παραθέτει το χαρακτηριστικό περί πλούτου αξίωμα με το οποίο γαλουχούνταν μέσω του αναγνωστικού τους τα Γαλλάκια των αρχών του 20ού αιώνα, πριν οδηγηθούν ως κρέας για τα κανόνια του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου: «Το πιο καλό πράγμα στον πλούτο είναι ότι ανακουφίζει τη φτώχεια των άλλων». Η φιλανθρωπία προβάλλεται ως μια εγγενής αρετή του πλούτου και των πλουσίων, ενώ οι φτωχοί είναι επικίνδυνα εκτεθειμένοι στον φθόνο και στην κακία. Η καλοσύνη είναι κάποιου είδους ηθικό αντίσωμα της απληστίας. 

Και πού είναι το πρόβλημα, θα αναρωτηθεί κανείς, στο παρατηρούμενο ηθικό άλμα των κυνηγών του πλούτου από την απλή επίδειξή του -που όπως παρατηρούσε ο οξυδερκής Ανταμ Σμιθ ήταν η κυριότερη απόλαυση που αντλούσαν απ' αυτόν- στην εθελοντική αναδιανομή του υπέρ των αναξιοπαθούντων και των φτωχότερων; Κανένα πρόβλημα, είναι η απάντηση, δεν θα υπήρχε αν οι εκκλήσεις φορολογικής αυτοθυσίας των υπερπλουσίων προς τις πολιτικές ηγεσίες συνοδεύονταν από «γενναιόδωρες» πράξεις εκχώρησης των τεράστιων περιουσιών τους, παραίτησης από τα ιλιγγιώδη επιχειρηματικά κέρδη τους, δέσμευσης ότι δεν θα απολύσουν κανέναν από τους χιλιάδες εργαζομένους τους και, αντιθέτως, ότι θα προχωρήσουν σε μεγάλες αυξήσεις στους μισθούς τους, πάνω από τον πληθωρισμό. 

Ενδεχομένως το κίνητρο των 205 «πατριωτών εκατομμυριούχων» να είναι μια ειλικρινής ανησυχία για τις παρενέργειες του «ακραίου πλούτου». Για το πού μπορεί να καταλήξει «η ιστορία των τελευταίων πέντε δεκαετιών, που είναι μια ιστορία πλούτου που δεν ρέει πουθενά αλλού παρά μόνο προς τα πάνω», όπως λένε στο «μανιφέστο» τους. Είναι, βέβαια, μια λάθος ανάγνωση της Ιστορίας. Δεν είναι υπόθεση πέντε δεκαετιών, αλλά δύο αιώνων. Και δεν μια απόκλιση από κάποια ιστορική κανονικότητα, είναι η μόνη κανονικότητα ενός οικονομικού συστήματος που βασίζει την αναπαραγωγή του στο κέρδος, δηλαδή στη βίαιη απόσπαση πλούτου από τους κάτω προς τους πάνω, από τους πολλούς στους όλο και πιο ελάχιστους, από τους παραγωγούς του πλούτου στους άπληστους απαλλοτριωτές του. Αυτή είναι η «βασική αιτία του διχασμού» του κατακερματισμένου κόσμου που αδυνατούν να δουν και να κατονομάσουν οι κατά τα λοιπά καλών προθέσεων πρόθυμοι δισεκατομμυριούχοι. 

Ο Γκουτέρες, ο γ.γ. του ΟΗΕ, ήταν πολύ πιο ριζοσπαστικός στο Νταβός όταν διακήρυξε ότι το επιχειρηματικό μοντέλο των πετρελαϊκών εταιρειών είναι ασύμβατο με την επιβίωση της ανθρωπότητας. Οχι μόνο των πετρελαϊκών, θα πρόσθετα. Ολο το κυρίαρχο παραγωγικό μοντέλο, φαιό ή πράσινο, είναι στην πραγματικότητα συμβόλαιο θανάτου για το είδος μας. 

Αλλά στην καλοσύνη της απληστίας και στην ηθική ανησυχία των απλήστων υπάρχει κάτι πιο σκοτεινό πίσω από τη λαμπερή τους έκκληση. Μια ιστορική αναίδεια, μια ταξική υπεροψία απέναντι στους φτωχοδιάβολους του κόσμου, στους ριγμένους από την προκλητική ανισότητα στην κατανομή του πλούτου. Μια αμφισβήτηση της ικανότητας και της βούλησής τους να ανατρέψουν αυτή τη ζοφερή κανονικότητα. Ισως και μια βολική διαπίστωση ότι οι πάνω είναι ασφαλείς από τους βυθισμένους στην παθητικότητα και την πλάνη των κάτω. Οι κάτω δεν μπορούν να κάνουν τίποτα. Ο,τι είναι να αλλάξει, για λόγους ευστάθειας και αυτοπροστασίας του συστήματος, μπορεί να αλλάξει μόνο από την καλοσύνη των πάνω. Οποιαδήποτε βελτίωση στο «κόστος του ακραίου πλούτου» μπορεί να προκύψει μόνο από μια ρεαλιστική συναλλαγή των υπερπλουσίων με τις πολιτικές ηγεσίες και τις κυβερνήσεις. Πώς είναι η εθελοντική φορολογική συνεισφορά των Ελλήνων εφοπλιστών; Ε, κάπως έτσι. 

Βεβαίως, αυτή η εκ του ασφαλούς καλοσύνη των πάνω, ενίοτε διακόπτεται από βίαιες εκρήξεις κακίας των κάτω. Να το προσέξουν αυτό οι πάνω. Ποτέ δεν ξέρεις τι κρύβει η σιωπή των αμνών. 


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 

Οι γονείς μου έβλεπαν απληστία και φθόνο σε ό,τι άκουγαν, ακόμη και στα δικά μου λόγια. Οταν είπα, «ξέρω ένα κορίτσι που επισκέφτηκε τα κάστρα του Λίγηρα», ξέσπασαν οργισμένοι, «έχεις χρόνια μπροστά σου να πας, να 'σαι ευτυχισμένη με ό,τι έχεις». Μια συνεχής στέρηση χωρίς νόημα. 

Ομως, επιθυμούσαν ίσα για να επιθυμούν, γιατί κατά βάθος δεν ήξεραν τι ήταν το ωραίο ή τι θαύμαζαν οι άνθρωποι. Ο πατέρας μου ακολουθούσε πάντα τη συμβουλή του μπογιατζή, του μαραγκού για τα χρώματα και τα σχήματα, τίποτα το φανταχτερό, κάτι απλό. Δεν ήξερε ότι κάποιοι περιβάλλονταν από αντικείμενα διαλεγμένα ένα προς ένα…

Το μότο του, Μην απλώνεις τα πόδια σου πέρα από το πάπλωμά σου. 

Annie Ernaux, «Ο τόπος» 


Saturday, January 14, 2023

Η ανθεκτικότητα, μια αράχνη κι ο Κοκός

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 14-15/1/2023



Ο καλός Αϊ Μπαζ βρήκε αυτή την ωραία φωτογραφική σύνθεση που συνδέει τη στήλη απευθείας με Τατόι και με όλους τους βασιλικούς οίκους της γηραιάς ηπείρου, που τελικά είναι πολύ περισσότεροι απ' όσους νόμιζα. Αλλά στη φωτογραφία και στο ιστορικό συμπύκνωμά της θα επανέλθω, αφού περάσω πρώτα από μια άλλη εικόνα.

Στο αυτοκίνητό μου, που αν δεν βρέξει νερό πάνω του σπανίως θα πέσει, μια αραχνούλα έχει πλέξει έναν μικρό ιστό μεταξύ του καθρέφτη του οδηγού και της πόρτας. Τον βλέπω πολλές μέρες, αλλά δεν μου πάει καρδιά να τον καταστρέψω. Πολύ περισσότερο που παρατηρώ την αξιοσημείωτη αντοχή του. Μικρά σκουπιδάκια, φυλλαράκια, σκόνη έχουν μπλεχτεί πάνω του, αλλά, παρά τον αέρα, τον φυσικό ή αυτόν που παράγεται από την ταχύτητα του αυτοκινήτου, ο ιστός μένει στη θέση του. Τον βλέπω να κυρτώνεται, να τεντώνεται, να ταλαντεύεται, αλλά, μόλις το αυτοκίνητο σταματήσει, επανέρχεται στη θέση του. Αυτό λέγεται ανθεκτικότητα. Φυσικά, αν βάλω το χέρι ή περάσω ένα χαρτί από πάνω του, ο ιστός θα διαλυθεί. Αλλά στην πίεση που του ασκούν τα λίγα Μποφόρ φυσικού ή τεχνητού ανέμου αντέχει.

Η ανθεκτικότητα είναι όρος της φυσικής, με την οποία ουδέποτε τα πήγα καλά, οπότε ας μην εκτεθώ περισσότερο. Σε αδρές γραμμές, η ανθεκτικότητα μετρά την ικανότητα ενός αντικειμένου να επιστρέψει στην αρχική του κατάσταση μετά από σοκ ή συνεχή πίεση. Ο ιστός της αραχνούλας μου π.χ., από εκεί που είναι μόλις πέντε, δέκα εκατοστά, όταν τρέχει το αυτοκίνητο μπορεί να επιμηκύνει τη μεγαλύτερη ίνα του μέχρι και τα είκοσι εκατοστά, αλλά μετά επανέρχεται στη αρχική διάσταση, ίσως με κάποιες μικρές απώλειες.
Η ανθεκτικότητα έχει προ πολλού πάψει να αφορά αποκλειστικά τους φυσικούς και τους μηχανικούς και έχει γίνει κυρίαρχη κατηγορία όχι μόνο της ψυχολογίας αλλά και της οικονομίας και της κοινωνικής μηχανικής. Εχει γίνει κριτήριο αποτελεσματικότητας κάθε πολιτικής και κάθε κρατικού ή διακρατικού μέτρου. Εχει γίνει όρος της αειφορίας και της βιωσιμότητας, έχει παρεισφρήσει ακόμη και στην αγορά χρέους, όπου τα «εξωτικά» πράσινα ή κοινωνικά ομόλογα που εκδίδουν κράτη, η Ε.Ε. ή μεγάλες επιχειρήσεις περνούν από φίλτρα κοινωνικής και οικονομικής ανθεκτικότητας.

Και, φυσικά, η ανθεκτικότητα ποζάρει εδώ και τρία χρόνια στο χρηματοδοτικό εργαλείο που υποτίθεται θα επιτρέψει στην Ε.Ε. να σταθεί ξανά στα πόδια της: Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας Next Generation EU, Μηχανισμός Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, RRF, όπου η κρίσιμη λέξη αντιστοιχεί στο δεύτερο R, Resilience, προφερόμενο «ρεζίλιενς», και αρκούμαι σ’ αυτό μη γίνουμε περισσότερο ρεζίλι. Η ανθεκτικότητα έχει γίνει το κυρίαρχο μότο της ευρωπαϊκής νομενκλατούρας.

Και τι ακριβώς είναι η ανθεκτικότητα της πολιτικής, κυβερνητικής και τεχνοκρατικής ελίτ που διαβουκολεί την ήπειρο και το μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη μας; Δεν είναι ακριβώς μια διακήρυξη, δηλαδή μια υπόσχεση ότι με το χρήμα που μοιράζεται, π.χ. μέσω του Ταμείου Ανθεκτικότητας, οι οικονομίες, οι κοινωνίες, οι κοινωνικές ομάδες θα γίνουν ανθεκτικότερες/ελαστικότερες στις έξωθεν πιέσεις. Οχι, γιατί το χρήμα καταλήγει έτσι κι αλλιώς στα ήδη κατά τεκμήριο ανθεκτικότερα πάνω επίπεδα της κοινωνικής πυραμίδας.

Η ανθεκτικότητα της κυρίαρχης ρητορικής είναι περισσότερο μια απαίτηση και ταυτόχρονα μια διαπίστωση ότι τα κάτω επίπεδα της πυραμίδας, οι φτωχοί, οι φτωχότεροι των φτωχών, οι μεσαίοι, οι μικρομεσαίοι που περιδινούνται σε αλλεπάλληλα οικονομικά ή τεχνολογικά σοκ, οφείλουν να επιδείξουν αντοχή στις κρίσεις, για τις οποίες είναι πια δεδομένο ότι η παγκόσμια ηγεσία δεν έχει καμιά ικανότητα, αλλά ούτε πρόθεση να αποτρέψει την ένταση και την όλο και πυκνότερη συχνότητά τους. Οι κοινωνίες υποχρεούνται να δοκιμάζουν την ανθεκτικότητά τους σε όλο και μεγαλύτερες εντάσεις, οι κρίσεις θα είναι η μόνη κανονικότητά τους. Οπότε, για να μη διαλυθεί το μαγαζί, δηλαδή το οικονομικό μοντέλο που διέρρηξε διά παντός τις σχέσεις του με την ευημερία, εκπαιδεύονται σε άμεση επάνοδο στην προτέρα κατάσταση, όση πίεση κι αν υποστούν, όσο πιο κάτω κι αν πέσουν. Επειτα από έναν ευρωπαϊκό πόλεμο, μια ενεργειακή κρίση διαρκείας, μια χρηματοπιστωτική κατάρρευση ή μια κρατική χρεοκοπία. Το νόημα είναι χοντρικά: «Αφού αντέχουν περισσότερο πόνο, γιατί να τους τον στερήσουμε;»,

Εδώ περίπου είναι που, κατά τον νοσηρό συνειρμό μου, η ανθεκτικότητα του ιστού που ύφανε η ανυποψίαστη αραχνούλα συναντά τη φωτογραφία του Αϊ Μπαζ, το θρυλικό «ψωμί, ελιά και Κώτσο βασιλιά», που έθρεψε πολλές γενιές πεινασμένων και παραπλανημένων ιθαγενών. Από τη δεκαετία του 1920, της μικρασιατικής καταστροφής (με άλλον Κωνσταντίνο τότε), μέχρι τη δεκαετία του ’60, της ένδειας, της μαζικής εσωτερικής και εξωτερικής μετανάστευσης, των διωγμών και των παλατιανών πραξικοπημάτων. Ο αναχρονισμός της βασιλείας με την γκλαμουριά του αιμομικτικού δικτύου γαλαζοαίματων όλης της Ευρώπης ήταν ευθέως ανάλογος της εξαθλίωσης στην οποία υποβαλλόταν ιδιαίτερα η φτωχολογιά της υπαίθρου, όπου το ψωμί και η ελιά ήταν μια κυριολεξία επιβίωσης για πολλούς που συνάμα ήταν θερμοί βασιλόφρονες. Αυτό το μίγμα κοινωνικής εξαθλίωσης και πολιτικής ηλιθιοποίησης ήταν για το καθεστώς ένα χρήσιμο μοντέλο ανθεκτικότητας.

Και να και η ειρωνεία της Ιστορίας φέρνει το πρώην «βασιλικό κτήμα» στο Τατόι να εντάσσεται στα έργα που θα χρηματοδοτηθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, εξ ου και η Μενδώνη έπεσε με φούρια στο ξεχορτάριασμα και στον εξωραϊσμό, διότι η καμένη γη που θα δεχθεί στο χώμα της τον τελευταίο Κώτσο ή Κοκό της δυναστείας Γκλίξμπουργκ πώς θα πατηθεί φαιή και ασουλούπωτη από ευαίσθητα πόδια εστεμμένων, ευγενών και πριγκίπων;

Υ.Γ. Στο μεταξύ, την καντέμιασα την αραχνούλα και τον ανθεκτικό ιστό της. Κάτι έγινε και τον βρήκα να κρέμεται σαν ρετάλι από τον καθρέφτη του αυτοκινήτου. Εφτασε στο τέλος της αντοχής του.


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ


«Θεέ μου, αν υπάρχεις, μη μου δώσεις όσα μπορώ ν’ αντέξω»

Ελαφρά πειραγμένη λαϊκή ρήση

Saturday, January 7, 2023

Μια δίκαιη βράβευση

 Η Εφημερίδα των Συντακτών, 7-8/1/2023

Ο βραβευμένος με Νόμπελ λέγεται νομπελίστας.
Ο κάτοχος βραβείου Banker λέγεται μπανκερίστας;

Ειλικρινά δεν καταλαβαίνω τη μεμψιμοιρία, τα ειρωνικά σχολιάκια και τις πλακίτσες με τη βράβευση του υπουργού Οικονομικών από το περιοδικό The Banker. Ηταν μια πέρα για πέρα δίκαιη βράβευση, τουλάχιστον με τα κριτήρια του περιοδικού του ομίλου Financial Times, που είναι αφιερωμένο και αφοσιωμένο στην καλή και εις βάθος πληροφόρηση της τοκογλυφικής «Διεθνούς». 

Θα τολμούσα μάλιστα να πω ότι το The Banker (= Ο Τραπεζίτης) έκανε μεγάλη υπέρβαση βραβεύοντας τον κ. Χρήστο Σταϊκούρα, αφού κατά κάποιο τρόπο αναγκάστηκε να προδώσει τη σεβαστή ομάδα των τραπεζιτών στους οποίους απευθύνεται. Υποθέτω ότι αν η κριτική επιτροπή –θα υπάρχει μια κριτική επιτροπή για το casting των υπουργών, έτσι δεν είναι;– γνώριζε την τιτάνια σύγκρουση του υπουργού με τους τραπεζίτες, τα μπινελίκια που αντάλλαξαν την αποφράδα ημέρα της 14ης Δεκεμβρίου 2022 για τα επιτόκια, το μπούλινγκ που υπέστη από τον υπουργό το ιερατείο του εγχωρίου χρηματοπιστωτικού καρτέλ, αν τα ήξερε όλα αυτά το The Banker, θα το ξανασκεφτόταν να βραβεύσει τον Σταϊκούρα υπουργό Οικονομικών του 2023. 

Τώρα το κακό έγινε. Τα μπινελίκια διεθνοποιήθηκαν και το μπινελίκωμα κινδυνεύει να αναδειχθεί ως βέλτιστη πρακτική για υπουργούς Οικονομικών ανά την υφήλιο. Οι τραπεζίτες θα τρέμουν την ώρα και τη στιγμή που θα συναντηθούν με φιλόδοξους υπουργούς Οικονομικών, τους οποίους ουκ εά καθεύδειν το του Σταϊκούρα τρόπαιον, διότι τα μπινελίκια ας πούμε ότι καταπίνονται (άλλωστε υπάρχουν και βρώσιμα μπινελίκια, μετά μπίρας ή τσίπουρου). Αλλά αν οι υπουργοί απαιτήσουν από τους τραπεζίτες να αυξήσουν τα επιτόκια καταθέσεων, να μειώσουν τα επιτόκια δανεισμού, να μειώσουν ή και να μηδενίσουν τις προμήθειες για κάθε σελφ σέρβις υπηρεσία που δεν προσφέρουν, να σταματήσουν τους πλειστηριασμούς ακινήτων, να κουρέψουν δραστικά τα χρέη των πιο ευάλωτων πελατών τους, να φρενάρουν τη συρρίκνωση του δικτύου καταστημάτων τους, να σταματήσουν τη μείωση και τις απολύσεις των τραπεζοϋπαλλήλων, αν γίνουν όλα τα αυτά τα ύστερα του κόσμου, τι θα γίνει; Θα τα κλείσουνε τα μαγαζιά; 

Κι έπειτα, αν αποδεχθούμε τον ρεαλισμό της λαϊκής θυμοσοφίας «Δώσε θάρρος στο χωριάτη να σ’ ανέβει στο κρεβάτι», ποιο μπορεί να είναι το επόμενο βήμα από τους σχεδόν αποθρασυμένους από τη βράβευση Σταϊκούρα υπουργούς Οικονομικών του κόσμου; Να αμφισβητήσουν την ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών; Να ανατρέψουν την τάξη του κόσμου μας εδώ και μισό αιώνα και να απαιτήσουν από τους κεντροτραπεζίτες να σταματήσουν τις αυξήσεις επιτοκίων; Να τους επιβάλουν να εγκαταλείψουν τον ιερό αγώνα τους κατά του πληθωρισμού; Να τους απαιτήσουν να ενθαρρύνουν και να χειροκροτήσουν ακόμη και τις αυξήσεις στους μισθούς; Να σταματήσουν να ακριβαίνουν το κόστος του χρήματος; Να πετάξουν ξανά χρήμα από το ελικόπτερο; Κι αν καταλήξει σε λάθος χέρια; Να γίνει όλος ο κόσμος Τουρκία, με πληθωρισμό 65%; 

Δίκαιη η βράβευση Σταϊκούρα, κι έχουμε κάθε λόγο να νιώθουμε εθνική υπερηφάνεια για την επιλογή του. Αλλά έχει τα ρίσκα της. Αν ο υπουργός Οικονομικών του 2023 (για την Ευρώπη, για να μην παρεξηγούμαστε, γιατί ανάλογα βραβεία πήραν υπουργοί Οικονομικών στις άλλες ηπείρους) αναδεικνύεται ένας τόσο σκληρός διώκτης των τραπεζών από το περιοδικό των τραπεζιτών, μπορούμε βάσιμα να προσδοκούμε ότι η διεθνής συνομοσπονδία των συνδικάτων θα βραβεύσει τον Χατζηδάκη για τον απεργοκτόνο νόμο και το συνδικαλιστικό μητρώο, η Greenpeace θα αναδείξει τον Σκρέκα κορυφαίο υπουργό «πράσινο» Ενέργειας για την ολική επαναφορά στους υδρογονάνθρακες, η Διεθνής Διαφάνεια θα ανακηρύξει τον Πιερρακάκη κορυφαίο στις απευθείας αναθέσεις, το λόμπι των φαρμακευτικών θα απονείμει στον Πλεύρη το βραβείο αυτοΐασης άνευ φαρμάκων, ο Economist θα επιβραβεύσει τον Αδωνι ως «χρυσό αόρατο χέρι της αγοράς» και το Forbes θα αναγκαστεί να αναθεωρήσει τις λίστες των υπερπλουσίων του κόσμου, ψάχνοντας εξονυχιστικά τα μέλη της κοινοβουλευτικής ομάδας της Ν.Δ. Εννοείται πως ο οίκος Sothby’s θα ανακηρύξει τον Κυριάκο κορυφαίο συλλέκτη της χρονιάς. 

ΥΓ. Στο σκεπτικό του The Banker για τη βράβευση Σταϊκούρα μεταξύ άλλων αναφέρεται «η ψηφιοποίηση της δημόσιας διοίκησης». Οπα! Ο Πιερρακάκης το ξέρει αυτό; Κι ακόμη «η απλούστευση του πλαισίου για την αδειοδότηση επενδύσεων και η τόνωση της έρευνας και της καινοτομίας». Στάκα! Τον Γεωργιάδη τον ρώτησαν γι’ αυτό; Ευτυχώς που τα παλικάρια δεν κατεβαίνουν στις ίδιες περιφέρειες, ειδάλλως θα χυνόταν αίμα. Γαλάζιο και αδελφικό.


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 

Η ψωροκώσταινα πατρίς και πάλιν κοκορεύεται,

άσβεστος κρύπτεται πυρά στης δόξης το καμίνι,

και Στάδια μαρμάρινα κι αγώνας ονειρεύεται

αν κι εκ της πείνας μάρμαρο προώρισται να μείνει.

Γεωργίου Σουρή, «Προς τον Αβέρωφ επιστολή του κακομοίρη του Φασουλή» («Ρωμηός», 8/4/1895)