Saturday, June 29, 2013

Ο μεγάλος θυμός


(Eπενδυτής, 29/6/2013)


Οι Βραζιλιάνοι ξεσαλώνουν με σάμπα. Οι Αιγύπτιοι χορεύουν raqsharqi (το γνωστό οριεντάλ). Οι Πορτογάλοι είναι καθολικοί, οι Τούρκοι μουσουλμάνοι. Οι Ισπανοί βρίζουν στα ισπανικά, οι Μαροκινοί στα αραβικά. Οι Ιταλοί γράφουν τις προκηρύξεις και τα πανό τους από αριστερά προς τα δεξιά. Οι Αλγερινοί αντίστροφα. Οι Σουηδοί πυρπολούν αυτοκίνητα. Οι Τυνήσιοι αυτοπυρπολούνται οι ίδιοι. Οι Έλληνες αυτοκτονούν μοναχικά. Οι Μεσανατολίτες ζώνονται με εκρηκτικά και παίρνουν καμπόσους μαζί τους.
Όταν το ζεις, δεν αντιλαμβάνεσαι το ιστορικό του βάρος. Εδώ και έξι χρόνια όλος ο κόσμος χορεύει, αγανακτεί, διαδηλώνει, εξεγείρεται, συγκρούεται με αστυνομίες και στρατούς. Σε πρωτοφανή μεγέθη, με απίστευτη ένταση. Αναρίθμητα πλήθη γεμίζουν τις πλατείες του κόσμου στις πιο διαφορετικές χώρες, με τις πιο διαφορετικές κουλτούρες, θρησκείες, καθεστώτα, επίπεδα ανάπτυξης. Εκτός από τον μεγάλο θυμό των ανθρώπων, είναι δύσκολο να εντοπίσει κανείς τι συνδέει τους Βραζιλιάνους με τους Τούρκους διαδηλωτές σήμερα ή τι συνέδεε τους Αιγύπτιους και Τυνήσιους της Αραβικής άνοιξης με τους Ισπανούς Indignados ή τους Έλληνες Aγανακτισμένους.

Οι ιστορικοί του μέλλοντος θα δυσκολευτούν να κατατάξουν το μεγάλο κύμα κοινωνικής αναταραχής που σαρώνει τον κόσμο από το 2008. Θα δυσκολευτούν να ορίσουν το σημείο εκκίνησής του – να ήταν άραγε ο ελληνικός «Δεκέμβρης 2008»; Αλλά τι κοινό υπήρχε ανάμεσα στον έφηβο Γρηγορόπουλο, που έπεσε νεκρός από σφαίρα αστυνομικού, και στον 27χρονο Τυνήσιο λαχανοπώλη Μπουαζίζι, που, δυο χρόνια μετά, διαμαρτυρήθηκε για την αστυνομική αυθαιρεσία αυτοπυρπολούμενος; Τι κοινό υπάρχει ανάμεσα στους Τούρκους διαδηλωτές που υπερασπίζονται την κοσμικότητα της κοινωνίας τους και στους Βραζιλιάνους πολίτες που ζητούν να διοχετευτεί στα δημόσια αγαθά μερίδιο από το πλεόνασμα της ανάπτυξης στη χώρα τους;
Εκ πρώτης όψεως δεν υπάρχει τίποτα κοινό. Εκτός από το γεγονός ότι ο μεγάλος θυμός της τελευταίας εξαετίας αποτελεί το δεύτερο «μακρύ κύμα» της μεταπολεμικής ιστορίας που σκάει στα βράχια της «νέας τάξης». Το προηγούμενο κύμα, η «μεγάλη έκρηξη» του 1968, διέκοψε απρόσμενα τη μεταπολεμική αμεριμνησία της ευημερίας. Ήταν ένα κύμα νεανικό, με τους Γάλλους βλαστούς μεσοαστικών οικογενειών να τραγουδούν τη Διεθνή και τους Γερμανούς νέους να πειραματίζονται με το αντάρτικο πόλεων. Ήταν, όμως, καθαρά υπόθεση της Δύσης και των ανεπτυγμένων οικονομιών της. Ένα χασμουρητό πλήξης που εξελίχθηκε σε ουρλιαχτό ηθικής αποδοκιμασίας.

Αλλά ποιο είναι το συνεκτικό στοιχείο του νέου μεγάλου θυμού που έχει βγάλει στον δρόμο, με παράδοξη μεταδοτικότητα και εντυπωσιακό ιστορικό συγχρονισμό, Έλληνες δημοσίους υπαλλήλους,  Ισπανούς ανέργους, Γάλλους αποταμιευτές, Βραζιλιάνους μικροαστούς, πιστούς μουσουλμάνους της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής; Μην ακούσω: «Τα social media!». Το ότι το Facebook και το Twitter έχουν υποκαταστήσει επάξια στην κινητοποίηση των μαζών τις χειρόγραφες προκηρύξεις, τα φέιγ βολάν και τις άλλοτε πολυπληθείς συλλογικότητες δεν κάνει τη διαφορά. Το ερώτημα είναι αν υπάρχει κοινό κίνητρο.
Ένα ευδιάκριτο κίνητρο είναι η διάχυτη δυσφορία απέναντι στην εξουσία. Είτε αυτή έχει τη μορφή της ακραίας απολυταρχίας, είτε καλύπτεται κάτω από τον μανδύα της κοινοβουλευτικής νομιμότητας, η εξουσία αμφισβητείται μαζικά και στην ουσία της. Ο Ερντογάν έχει ευρεία λαϊκή υποστήριξη και το άστρο του ανέτειλε μέσα από σκληρή σύγκρουση με το κεμαλικό καθεστώς. Αλλά, από τη στιγμή που έγινε ο ίδιος καθεστώς, πέρασε στη γκρίζα ζώνη της αμφισβήτησης. Αυτό ισχύει και για τα αραβικά καθεστώτα που, τρία χρόνια από το πρώτο ξέσπασμα της Αραβικής Άνοιξης, αδυνατούν να βρουν σημείο ισορροπίας. Ισχύει και για την πρώην αντάρτισσα Ντίλμα Ρούσεφ που δεν μπορεί να εξηγήσει πειστικά γιατί ο αναπτυξιακός άθλος της Βραζιλίας δεν έχει αγγίξει ούτε τις φαβέλες, αλλά ούτε τη νέα μεσαία τάξη της χώρας. Ισχύει πολλαπλάσια για τις ευρωπαϊκές ηγεσίες, οι οποίες με εξαιρετικό κυνισμό αδειάζουν τη δημοκρατία από το στοιχειώδες κοινωνικό της περιεχόμενο. Καθώς η Ευρώπη αποκτά τυπικά χαρακτηριστικά απολυταρχίας εντός της οποίας η πολιτική επιρροή των κοινωνιών σταδιακά εκμηδενίζεται, οι κοινωνίες θα κινούνται σταθερά μεταξύ δυσφορίας και έκρηξης.

Η μια πηγή, λοιπόν, του μεγάλου θυμού του ετερόκλητου πλήθους είναι ο αυξανόμενος αυταρχισμός και αμοραλισμός της εξουσίας. Παραμένει, ωστόσο, παράδοξο το γεγονός ότι αυτός ο θυμός εκδηλώνεται εξίσου μαζικά, αν και όχι το ίδιο αιματηρά, τόσο σε καθεστώτα τυπικά δημοκρατικά όσο και σε εκείνα που δεν κρατούν δημοκρατικά προσχήματα. Η συγκολλητική ουσία του οικουμενικού μεγάλου θυμού είναι η βιαιότητα που συνοδεύει την τελευταία φάση καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης. Μια γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία, που διασπείρει τη δράση της σε τρεις ηπείρους χρειάζεται σταθερούς όρους αναπαραγωγής και στη Φρανκφούρτη, όπου βρίσκεται το σχεδιαστικό της επιτελείο, και στη Σανγκάη όπου παράγει τα αυτοκίνητά της. Ένας διεθνής χρηματοπιστωτικός κολοσσός έχει ανάγκη την απρόσκοπτη κίνηση των κεφαλαίων του από τη Νέα Υόρκη, όπου επινοεί άπειρες οβιδιακές μεταμορφώσεις του χρήματος, μέχρι το Νέο Δελχί, όπου κακοπληρωμένοι Ινδοί των call centers λύνουν σε άψογα αγγλικά απορίες Ευρωπαίων αποταμιευτών. Το παγκόσμιο χρήμα σε όλες τις εκδοχές του -παραγωγικό, πιστωτικό ή εμπορικό, ακόμη και ψηφιακό- ενοποιεί τα θεσμικά και πολιτικά πλαίσια, απαιτεί και επιβάλλει όλο και πιο ομοιόμορφους όρους πίεσης στην εργασία, εκμετάλλευσης του κοινωνικού πλούτου, ιδιωτικοποίησης των δημοσίων αγαθών, παραπλάνησης ή καταπίεσης του πλήθους, είτε συναλλάσσεται με αιμοσταγείς χούντες είτε δρα σε άψογες δυτικές δημοκρατίες.
Το αποτέλεσμα, όμως, είναι ότι αυτή η μόνιμη πια διαπλοκή του παγκόσμιου χρήματος, με τις αυταρχικές ή φιλελεύθερες πολιτικές ελίτ των χωρών που αποικίζει, γίνεται και μόνιμη πηγή δυσφορίας και θυμού των κοινωνιών. Ούτε ο Ερντογάν μπορεί να χτίσει οθωμανικούς στρατώνες χωρίς «χριστιανικές» πιστώσεις ούτε η κινεζική ηγεσία μπορεί τιθασεύσει τον θηριώδη πληθυσμό της χωρίς γερμανικές επενδύσεις. Είναι υποχρεωμένοι να συνυπάρξουν -για πόσο, άραγε;- με δυσφορούσες ή θυμωμένες κοινωνίες, σταθερά καχύποπτες πια για το πώς η κυριαρχία του παγκόσμιου χρήματος απονεκρώνει τις δημοκρατίες όπου υπάρχουν και τις απομακρύνει όπου δεν έχουν ακόμη υπάρξει. Τη στιγμή ακριβώς που ο καπιταλισμός γίνεται πραγματικά παγκόσμιο σύστημα, προδίδει πόσο άβολα αισθάνεται με ό,τι έχει απομείνει από την κληρονομιά της Γαλλικής Επανάστασης.

Το πλήθος το διαισθάνεται αυτό. Μπορεί να μην αντιλαμβάνεται τον μηχανισμό του, αλλά  το διαισθάνεται. Κι αυτό τρέφει τον μεγάλο του θυμό. Το πότε και σε ποιο σημείο του πλανήτη ο θυμός εκρήγνυται κάθε φορά, ανάγεται στο θρίλερ της ιστορίας. Η σημασία φωλιάζει στ’ ανύποπτα.

 

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

Όταν το πλήθος γίνεται υποκείμενο ηθικής ανυπακοής εναντίον ενός άδικου ή ανήθικου νόμου, τότε ο νόμος φθείρεται και παύει να υφίσταται κοινωνικά, αργότερα και τυπικά. Αλλά, όταν το πλήθος ενώνεται σε μια πολύμορφη και συντονισμένη δημοκρατική ανυπακοή και  αντίσταση, μπορεί, μαζί με τους νόμους, να ανατρέψει και την κυβέρνηση που τους θέσπισε ή τους διαιωνίζει. Το διαπιστώσαμε ζωντανά στην Τυνησία και στην Αίγυπτο. Έπειτα στις πλατείες της Ισπανίας και της Ελλάδας. Η πολιτική ανυπακοή του πλήθους αποτελεί αυθεντική ηθική και δημοκρατία εν δράσει σε αντίθεση με την ανομία της εξουσίας. Είναι αυτό που φοβάται κάθε εξουσία.

Κώστα Δουζίνα, «Αντίσταση και φιλοσοφία στην κρίση. Πολιτική, ηθική και στάση Σύνταγμα»

 

Friday, June 21, 2013

Μνημονιακή μυθολογία

(Επενδυτής, 21/6/2013) 

Αν οι θεοί του Ολύμπου, μαζί και οι ημίθεοι και οι ήρωες που αποτελούν την αυλή ζούσαν σε έναν παράλληλο κόσμο και έριχναν κλεφτές ματιές σε όσα συμβαίνουν στον κόσμο των θνητών, μπορεί και να τα έπαιρναν στο κρανίο. Πώς θα αντιδρούσαν δεν είμαι βέβαιος. Μπορεί να μήνυαν την τρόικα, την Task Force και αρκετούς υπουργούς για αντιποίηση αρχής. Μπορεί να ξεσπούσαν την οργή τους πάνω μας με σεισμούς, λιμούς, καταποντισμούς. Μπορεί κι απλώς να γελούσαν μαζί μας.
Το μνημόνιο, η τρόικα και οι εξ Εσπερίας «αναμορφωτές» της χώρας δεν ξαναγράφουν απλώς την ιστορία της. Ξαναγράφουν τον κώδικα επικοινωνίας, τη γλώσσα, τις λέξεις, τις έννοιες και τους συμβολισμούς της. Ξαναγράφουν και τη μυθολογία της. Οι ετερωνυμίες, οι μετωνυμίες και οι ευφημισμοί βάσει των οποίων διαμορφώνεται εδώ και χρόνια το λεξικό της ενιαίας (και νεοφιλελεύθερης) σκέψης, το μνημόνιο της συνείδησης, δεν κακοποιούν μόνο θεμελιώδεις έννοιες όπως η «πρόοδος», η «αλλαγή», η «μεταρρύθμιση», η «δικαιοσύνη» και η «διαφάνεια», αλλά ακόμη τους ανυποψίαστους πρωταγωνιστές της ελληνικής μυθολογίας.

Στο υπό ανακασκευή -ή κατεδάφιση- κράτος του μνημονίου κάποιοι θεωρούν εαυτούς Ησιόδους που γράφουν τη μικρή «μεταρρυθμιστική» Θεογονία τους. Πιστεύουν πιθανότατα ότι, αν δώσουν το όνομα ενός αρχαίου θεού, ημίθεου ή ήρωα σε κάθε νομοθετική τους «κάκωση», αυτομάτως θα την κάνουν συμπαθή. Συν τοις άλλοις, υποχρεώνουν τους πιο καχύποπτους να ανατρέχουν στα λεξικά της μυθολογίας για να ανακαλύψουν ποιος συνειρμός ευφάνταστου νου συνέδεσε εκείνον ή τον άλλο αρχαίο θεό με κάθε θεσμικό έκτρωμα. Απαριθμώ:
Εργάνη ονομάζει το υπουργείο Εργασίας το σύστημα παρακολούθησης της αγοράς εργασίας, που τους τελευταίους μήνες ανακαλύπτει «πλεόνασμα» προσλήψεων έναντι των απολύσεων. Η Αθηνά Εργάνη, προστάτιδα των τεχνιτών και των συντεχνιών τους στην αρχαία Αθήνα, δίδαξε στους Αθηναίους από το όργωμα μέχρι την υφαντική και από την εξημέρωση του αλόγου μέχρι τη ναυπηγική. Δεν ξέρω πώς θα χρησιμοποιούσε το δόρυ της αν μάθαινε ότι τ’ όνομά της χρησιμοποιείται σε μια μηχανή συγκάλυψης της ανεργίας. Κι αυτό δεν είναι η μόνη αφορμή που της δίνεται να τσαντιστεί. Θεά της σοφίας, εκτός από προστάτιδα των επαγγελμάτων, η Αθηνά θα αναρωτιόταν πόση σοφία υπάρχει σε ένα κράτος που συρρικνώνει επ’ ονόματί της τα πανεπιστήμια.

Η εξίσου ανυποψίαστη Αριάδνη, που πρόδωσε τον ίδιο της τον πατέρα για να βοηθήσει τον Θησέα να ξεφύγει από τον Λαβύρινθο, δεν θα αισθανόταν καλά δανείζοντας τ’ όνομά της σε ένα σύστημα που «κάνει πλάτες» στον ασφαλιστικό Μινώταυρο, ο οποίος μετατρέπει τις συντάξεις σε φιλοδωρήματα.
Εκτός μυθολογίας, ο Καλλικράτης, εις εκ των αρχιτεκτόνων της Ακρόπολης, θα απορούσε βεβαίως γιατί επιλέχθηκε το όνομά του για τη μεταρρύθμιση της Αυτοδιοίκησης, που μετέτρεψε σε Γολγοθά την πρόσβαση των απομακρυσμένων χωριών στις κρατικές υπηρεσίες και εγκατέλειψε την αποκέντρωση εν ονόματι της συγκέντρωσης. Γιατί όχι Κλεισθένης, γιατί όχι Περικλής; Αλλά πώς να συλλάβει κανείς το ραγκούσιο ή το παπανδρεϊκό μεγαλείο σκέψης;

Για τον Δία, που ήταν τζόρας και ζοχάδας, δεν το συζητώ, θα είχε εξαντλήσει τα αποθέματα αστραπών, κεραυνών και βροχής που διαθέτει αν έπαιρνε πρέφα πως ονομάστηκαν «Ξένιος Ζευς» οι επιχειρήσεις-σκούπα εις βάρος μεταναστών, ο εγκλεισμός τους, οι απελάσεις και η άρνηση ασύλου. Ενδεχομένως να μην είχε αντίρρηση στη χρήση του ονόματός του στα αρχικά του ΔΙΑΣ (διατραπεζικά συστήματα), αλλά ως εκεί. Αλλά, θα τα ’παιρνε στο κρανίο αν ανακάλυπτε τα ίδια αρχικά στους αστυνομικούς που κάνουν κόντρες και σούζες πάνω στα θορυβώδη δίκυκλά τους, τάχα για την ασφάλειά μας. Και θα εκρήγνυτο αν έπαιρνε είδηση ότι ολόκληρο το βασίλειό του χρησιμοποιήθηκε για να «βαφτίσει» την πώληση του ΟΠΑΠ. Σχέδιο Όλυμπος, βρε αθεόφοβοι;
Η Θέμις, που δάνεισε εν αγνοία της το όνομά της σε μια κατασκευαστική κατασπατάλησης του δημοσίου χρήματος σε κακότεχνα δικαστικά μέγαρα, θ’ αναζητεί ματαίως ένα ίχνος τάξης και δικαίου σε όσα γίνονται στη χώρα που την επινόησε. Και η Θέτις, θεά της αυγής, που απέτυχε να καταστήσει άτρωτο τον γιο της Αχιλλέα, αποκλείεται να ανεχόταν να δίδεται το όνομά της σε αστυνομικές επιχειρήσεις εκκαθάρισης και εγκλεισμού των τοξικοεξαρτημένων νέων, τόσο μακριά από τη ζωή, τόσο κοντά στον θάνατο.

Αλλά και καμία άλλη από τις Νηρηίδες, τις αδελφές της Θέτιδος, δεν θα ήθελε να συνδεθεί με το ευφάνταστο σχέδιο μπαζοποίησης των δεκάδων φυσικών λιμανιών και ακτών της χώρας που προορίζονται για μαρίνες, λες και μοναδικός προορισμός αυτού του τόπου είναι να υποδέχεται τους όπου γης σκαφάτους, νεόπλουτους και παλαιόπλουτους.
Ο Ήλιος, πάλι, Απόλλων στο ελληνικό δωδεκάθεο, θα ανεχόταν άραγε τον διασυρμό του από το ομώνυμο, πολυδιαφημισμένο και παταγωδώς αποτυχημένο γερμανικό σχέδιο εκμετάλλευσης της ηλιακής ενέργειας; Ή μήπως θα τον παρηγορούσε η ιδέα ότι «βάφτισε» με το όνομά του και το κατά Βρούτση ηλεκτρονικό μητρώο των συντάξεων πείνας;

Ακόμη κι ο Ήφαιστος, ο λιγότερο δημοφιλής, ο πιο κακομούτσουνος, αλλά δουλευταράς θεός, δεν ξέρω αν θα ήθελε να γίνει «νονός» ενός κατ’ επίφαση ηλεκτρονικού συστήματος αντιμετώπισης του λαθρεμπορίου καυσίμων, που έφαγε δύο γενικούς γραμματείς, γλίτωσε 3.500 επιχειρήσεις από πρόστιμα και κατέληξε να «παγώσει» το πανελλήνιο μ’ έναν φόρο που δεν θα τον άντεχε ούτε θεός ούτε άνθρωπος. 

Του Τειρεσία, πάλι, λόγος δεν του πέφτει και πολύ, ένας απλός τυφλός μάντης ήταν, με ποικίλες αστοχίες ενεργητικό του, ως εκ τούτου δικαίως «βάφτισε» το σύστημα παρακολούθησης των κόκκινων δανείων στις τράπεζες. Εδώ δεν τα είδε η Black Rock με τόσα ζευγάρια μάτια, θα τα ’βλεπε ένας στραβός προφήτης;
Τη δόξα των εγχωρίων Ησιόδων εζήλωσαν και οι ξένοι μέντορές τους. Ομογενής Γερμανός βουλευτής πρότεινε να ονομαστεί «Σχέδιο Ηρακλής» ένα πρόγραμμα προεκταμίευσης κονδυλίων του ΚΠΣ και «Σχέδιο Ιόλαος» ένα παράλληλο επενδυτικό πρόγραμμα με κινητοποίηση ιδιωτικών κεφαλαίων. Ωστόσο, η κυρίαρχη μυθολογική έμπνευση των «σωτήρων» της χώρας είναι αναμφίβολα ο τρωικός κύκλος. Το «σχέδιο Ιφιγένεια» μπορεί να μην υιοθετείται επισήμως, αλλά αποτελεί τον αδιαμφισβήτητο τίτλο της θυσίας της Ελλάδας υπέρ Ευρωζώνης, όπως την περιέγραψε η ομηρικής εμπνεύσεως έκθεση «λαθών» του ΔΝΤ.

Μιας και οι κατασκευαστές της νέας μνημονιακής μυθολογίας θέλουν να μυθοποιήσουν το απεχθές έργο τους, ας το κάνουν σωστά. Διαλέγοντας τους σωστούς ήρωες. Μπορούν κάλλιστα να ονομάσουν «Πρόγραμμα Προκρούστης» τη διάλυση του συνταξιοδοτικού συστήματος. «Σχέδιο Πιτυοκάμπτης» τα προγράμματα υπο-απασχόλησης. «Πρόγραμμα Σκίρων» την κινητικότητα στο Δημόσιο και την «απελευθέρωση» της αγοράς εργασίας. Μπορούν να ονομάσουν ολόκληρο το μνημόνιο «Σχέδιο Λερναία Ύδρα» και την τρόικα «Κέρβερο». Δικαιούνται να δώσουν το όνομα της «Σφίγγας» στις εκθέσεις της Κομισιόν και να ονομάσουν «Σχέδιο Σίσυφος» τα φορολογικά μέτρα. Μπορούν να τιτλοφορήσουν «Λωτοφάγοι vs Σειρήνες» το σχέδιο μνημονιακής μονοφωνίας στα ΜΜΕ και λοβοτομής της δημόσιας τηλεόρασης. Να δώσουν το όνομα του «Μίδα» στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και να μετονομάσουν τη χώρα σε «Τάρταρα».

Και για να μην υποστηρίξει κανείς ότι υπερβάλλω σε μυθολογικά λογοπαίγνια, θυμίζω πως «Σχέδιο Προμηθέας» ονομάστηκε το σχέδιο του ΝΑΤΟ για την ανάληψη της εξουσίας από τον στρατό σε περίπτωση «κομμουνιστικού κινδύνου». Ως γνωστόν, το σχέδιο εφαρμόστηκε πλήρως το 1967. Η ελληνική κοινωνία καρφώθηκε για επτά χρόνια στον δικτατορικό Καύκασο, με τις ευλογίες ή τα στραβά μάτια συμμάχων και εταίρων. Των ίδιων που σήμερα μας διασώζουν. Με πρόθεση η «σωτηρία» να κρατήσει πολύ περισσότερο από επτά χρόνια. (Δηλαδή, κάτι περισσότερο από την «πλήρη τετραετία» με την οποία μας απειλεί η πρώην τρικομματική, νυν δικομματική κυβέρνηση).


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
Γλυκό είναι της Ευρώπης το φιλί, και μόνο αν σου σιμώσει
τα χείλη κι αν το στόμα σου λίγο στην άκρη αγγίξει·
μα δεν το αγγίζει με την άκρη των χειλιών· μόλις σφηνώσει
το στόμα, την ψυχή ως τα νύχια, λες, θα σου ρουφήξει.

Ρουφίνου, «Ευρώπης το φίλημα» (Παλατινή Ανθολογία, μτφ. Ν. Χουρμουζιάδη)

 

Sunday, June 16, 2013

«Έκτακτη έκδοση»

Κυριακή, 16/6/2013


Αναζητήστε την «Αδέσμευτη Γνώμη», την απεργιακή έκδοση του συντονιστικού των συνδικαλιστικών ενώσεων δημοσιογράφων, τεχνικών, διοικητικών, τυπογράφων. Κυκλοφορεί σε 100.000 αντίτυπα, και σε ηλεκτρονική μορφή, στις ιστοσελίδες των συνδικαλιστικών ενώσεων (ΕΣΗΕΑ, ΠΟΕΣΥ, ΕΣΠΗΤ, ΠΟΣΠΕΡΤ κλπ).  Και, φυσικά, παρακολουθήστε το πρόγραμμα των εργαζομένων της ΕΡΤ το οποίο αδυνατώ να λινκάρω εδώ, λόγω ασχετοσύνης. Αλλά, προσφέρεται σε εκατοντάδες, ίσως και χιλιάδες ιστοσελίδες.
ΚΙΜΠΙ

Saturday, June 8, 2013

Πυρ και κίνηση

(Επενδυτής, 8/6/2013)


Πρωθυστερόγραφον: Το παρόν πόνημα έχει νόημα κυρίως εφόσον διαβαστεί στην έντυπη εκδοχή του. Αν το διαβάσετε εκ των υστέρων, στην ψηφιακή βερσιόν, προσπαθήστε να φανταστείτε πως έχετε μπροστά σας την προτελευταία σελίδα του πολιτικού τμήματος εφημερίδας, σχήματος 29,5Χ42,5 (μακρόταλο ταμπλόιντ), χρώματος υπολεύκου και βάρους χαρτιού που αγνοώ.

Με τον κίνδυνο να θεωρηθώ ναρκισσιστής, επιτρέψτε μου μια μικρή ανασκόπηση της διαδρομής αυτής της στήλης, πριν καταλήξει εδώ. Πριν από περίπου 14 χρόνια ήμουν σομόν.  Δεν ήταν το χρώμα νεογέννητου με ίκτερο. Ήμουν στη δεύτερη σελίδα σομόν οικονομικού ενθέτου κυριακάτικης εφημερίδας μεγάλου σχήματος και καταλάμβανα -αυτάρεσκα και με το θράσος της αγνοίας μου, ομολογώ-  αρχικά έναν ταπεινό κι αργότερα έναν διόλου ευκαταφρόνητο χώρο. Για λίγο καιρό μετακινούμουν από τα αριστερά στο κάτω μισό και τελικά στο πάνω μισό της σελίδας. Εκεί απάγκιασα.

Μετά επτά χρόνια ξαναμετακόμισα. Δεν άλλαξα σελίδα, αλλά εφημερίδα. Έγινα λευκός και κατέκλυσα, με τα ίδια ασαφή στοιχεία ταυτότητας, τη δεύτερη σελίδα (λευκού αυτή τη φορά) οικονομικού της ενθέτου – το θράσος της θεμελιώδους άγνοιάς μου παρέμεινε μόνος μπούσουλας επιβίωσης της αντι-οικονομικής μου ματιάς σ’ ένα περιβάλλον τίγκα στην οικονομία. Η τρίτη μετακόμιση ήταν κυριολεκτική. Δεν μετακινήθηκα εγώ, μετακινήθηκε η εφημερίδα, ιδιοκτησιακά και οικιστικά, κι εγώ με τους λοιπούς συγκατοίκους ακολουθήσαμε ως παρελκόμενα τις προσδοκίες της νέας ευκαιρίας. 

Αυτή είναι η τέταρτη μετακόμιση. Εσωτερική. Από την τραπεζαρία στο σαλόνι, ας πούμε. Μόνο της στήλης. Σελίδα δεξιά, σχήμα, χρώμα, χαρτί τα αυτά. Αλλά με νέους γείτονες. Καλώς να με δεχτούνε, καλώς να τους δεχτώ. Όσοι παλαιοί πιστοί, συνηθίστε το. Όσοι νέοι περίεργοι, καλωσορίσατε. Σ’ έναν κόσμο που κινείται με ταχύτητες ασύλληπτες από το ανθρώπινο μάτι, οι εφημερίδες δεν μπορούν να μένουν ασάλευτες. Ούτε οι συντελεστές τους. Το αποτέλεσμα της κινητικότητας, βεβαίως, το κρίνετε εσείς. Είμαστε απολύτως στο έλεός σας.

Η κινητικότητα είναι η συνθήκη της νέας εποχής. Πυρ και κίνηση, για όσους το αντιλαμβάνονται σαν κατάσταση πολέμου. Τα πάντα ρει, για όσους έχουν συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι η κίνηση και η αλλαγή είναι οι μόνοι όροι ύπαρξης του κόσμου. Άρα, και ημών των απειροελάχιστων συστατικών του.

Αυτή η αέναη κινητικότητα υπόκειται, βέβαια, σε κάποιους φραγμούς. Οι αλλαγές, οι μετακινήσεις, οι μετακομίσεις συναρπάζουν τους ανθρώπους που δείχνουν αξιοθαύμαστη προσαρμοστικότητα. Όμως, ταυτόχρονα, κάποιας μορφής σταθερότητα, κάποια διαλείμματα ευχάριστης ή στοχαστικής στασιμότητας, κάποια ρουτίνα την έχουν ανάγκη. Ωστόσο, ο κυριότερος φραγμός, ακόμη και στον ανυπότακτο χώρο του σύμπαντος, είναι πως σε κάθε κίνηση, σε κάθε μεταμόρφωση και αλλαγή της ύλης, τίποτα δεν χάνεται. Η αρχή διατήρησης της υλοενέργειας, που έλεγε και ο Λαβουαζιέ. Είναι από τα ελάχιστα πράγματα που έχω συγκρατήσει από την ταλαίπωρη σχέση μου με τις θετικές επιστήμες και τη Φυσική. Και ανακάλυψα με τρόμο πως το ίδιο πράγμα ταλαιπώρησε την κόρη μου στο ετήσιο εξεταστικό βασανιστήριο του γυμνασίου. «Κλέβω» από το σχολικό της βιβλίο: «Η ενέργεια εμφανίζεται με διάφορες μορφές, μετατρέπεται από τη μια μορφή σε άλλη, αλλά κατά τις μετατροπές της η συνολική ενέργεια διατηρείται». Ως εδώ το καταλαβαίνω κι εγώ, ο άσχετος. Στις λεπτομέρειες το χάνω.

 Ύλη, ενέργεια, έργο. Όλα σε κίνηση. Κάθε έργο που καταβάλλουμε για να μετακινήσουμε ένα σώμα  ή να μεταβάλουμε τη μορφή μιας ποσότητας ύλης ή ενέργειας καταλήγει πάντα σε ένα ισοσκελισμένο ισοζύγιο. Η συνολική υλοενέργεια παραμένει αμετάβλητη. Αλλά, ισχύει παντού και πάντα αυτό; Δηλαδή, οφείλω να αισιοδοξώ ότι, από όλο αυτό το «έργο» που εδώ και τέσσερα χρόνια καταβάλλεται για να κινηθεί η ασάλευτη πραγματικότητά μας, δεν θα πάει χαμένο τίποτα και κανείς;

Από πουθενά δεν αποδεικνύεται αυτό. Ίσα ίσα, υπάρχουν όλες οι ενδείξεις ότι το ελληνικό πείραμα «κινητικότητας και αλλαγής» τείνει να εξελιχθεί σε εξαίρεση του συμπαντικού κανόνα για διατήρηση της υλοενέργειας. Δηλαδή, να γίνει η «μαύρη τρύπα» της ευρωπαϊκής γεωγραφίας -και ίσως όχι η μοναδική-, όπου μια τεράστια ποσότητα ύλης και ενέργειας απλώς εξαφανίζεται. Αν διαβάσει κανείς προσεκτικά τις εκθέσεις που σαν ρουκέτες της Χεζμπολάχ εκτόξευσε το ΔΝΤ, διαπιστώνει ότι η Ελλάδα κυριολεκτικά επελέγη ως η μαύρη τρύπα της Ευρωζώνης για να διασωθεί το υπόλοιπο σύμπαν της.

Αυτή η οδυνηρή εξαίρεση ισχύει για τα ελάχιστα, ισχύει και για τα μείζονα της μνημονιακής μας πραγματικότητας. Για παράδειγμα, στο μνημονιακό λεξικό μετωνυμιών και ευφημισμών, ονομάζεται «κινητικότητα» το πρόγραμμα μετακινήσεων δημοσίων υπαλλήλων. Θεωρητικά, πρέπει να καταλήγει σε ένα ισοζύγιο. Αλλά ξέρουμε εκ των προτέρων ότι οι πονηροί φυσικοί της «μεταρρύθμισης» θέλουν να περισσέψει ένας διόλου ευκαταφρόνητος αριθμός δημοσίων υπαλλήλων. Αν μας ενοχλεί η παρασιτική υποαπασχόλησή τους, γιατί δεν τους διοχετεύουμε σε κάτι παραγωγικότερο και κοινωνικά αναγκαίο; Πώς θα διατηρηθεί αμετάβλητη η υλοενέργεια αυτής της κοινωνίας, εφόσον τόσο διακαώς επιθυμούμε την επιστροφή της στην ανάκαμψη;

Στο ίδιο νεοφιλελεύθερο λεξικό, καταγράφονται επίσης ως «κινητικότητα» η απελευθέρωση των απολύσεων, τα προγράμματα κατάρτισης και η επιδότηση της προσωρινής απασχόλησης νέων ανθρώπων που υποχρεούνται να παρακολουθούν τις χαοτικές αλλαγές στην αγορά εργασίας και τις εξίσου χαοτικές μετακινήσεις του κεφαλαίου, όπου υπάρχουν φθηνότεροι φυσικοί και ανθρώπινοι πόροι. Ας υποθέσουμε ότι αυτό έχει κάποια αποτελεσματικότητα από τη σκοπιά του κεφαλαίου – και αποδεδειγμένα έχει κάποια βραχυχρόνια αποτελέσματα για τα κέρδη του, αλλά ως εκεί. Έχει υπολογίσει κανείς πόση ανθρώπινη υλοενέργεια εξαφανίζεται διά παντός, όταν νέοι άνθρωποι χάνουν τις δεξιότητές τους, τις γνώσεις τους, τις επιστημονικές και τεχνολογικές σταθερές τους σε αναλώσιμες και κακοπληρωμένες θέσεις εργασίας; Εξάλλου, μια δεκαετία πειραματισμών κινητικότητας και ευελιξίας στην Ευρωζώνη δεν απέτρεψε το αρνητικό ρεκόρ ανεργίας, την εξ ορισμού μαύρη τρύπα του οικονομικού μας σύμπαντος.

Αλλά, ως απόλυτη εξαίρεση των νόμων της Φυσικής καταγράφεται η ιστορία διαχείρισης του ελληνικού χρέους. Οι δανειστές έχουν διαθέσει από το 2010 περίπου 220 δισ. ευρώ για να μειωθεί χρέος 300 δισ.  Στα τέλη του χρόνου το χρέος θα βρίσκεται στα 347 δισ., έπειτα από μια τετραετία «προσαρμογής» -άλλος ένας ευφημισμός για τη «κινητικότητα» του πλούτου- που έχει κοστίσει 40 δισ. δημόσιας δαπάνης που περικόπηκε, 80 δισ. ιδιωτικού εισοδήματος που χάθηκε στην τρύπα της εσωτερικής υποτίμησης και 80 ακόμη δισ. που μετακόμισαν στις «λευκές τρύπες» των ευρωπαϊκών τραπεζών. Σωρευτικά, επίσης, στην τετραετία του μνημονίου θα έχει εξανεμιστεί διά της ύφεσης πλούτος ύψους ίσος με το 25% του ετήσιου ΑΕΠ, ήτοι περίπου 60 δισ. ευρώ. Με τα κολυβογράμματα που ξέρω, δικαιούμαι να υπολογίσω το ισοζύγιο της υλοενέργειας: θυσιάστηκαν 480 δισ. κοινωνικού πλούτου για να μείνει το χρέος στο ύψος του, και λίγο παραπάνω.

Τόση κινητικότητα, τόσο πηγαινέλα δισεκατομμυρίων, τόση χαμένη υλοενέργεια, αλλά για ποιον σκοπό και ποιο «σχέδιο»; Όλα μοιάζουν να επιβεβαιώνουν το παραφρασμένο δόγμα του Μπερνστάιν – «η κίνηση είναι το παν, ο τελικός σκοπός δεν είναι τίποτα». Εγώ πάλι -για να επιστρέψουμε στη Φυσική- βρίσκω πιο ορθολογική την πρόταση του Αρχιμήδη: «Δος μοι πα στω και ταν γαν κινάσω». Ακόμη κι αν ο σκοπός είναι να μετακινήσουμε τη Γη, είναι αδύνατο να το πετύχουμε αιωρούμενοι στο χάος. Χρειαζόμαστε κάτι σταθερό κάτω από τα πόδια μας.


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
Η «ευελιξία» περιγράφει την ικανότητα του δένδρου τόσο να κάμπτεται όσο και να επανέρχεται στην αρχική του θέση, τη δοκιμασία και την αποκατάσταση της μορφής του. Στην ιδανική περίπτωση, η ευέλικτη ανθρώπινη συμπεριφορά οφείλει να έχει την ίδια ελαστικότητα: να μπορεί να προσαρμόζεται στις μεταβαλλόμενες συνθήκες, αλλά να μη σπάζει από αυτές. Σήμερα, η κοινωνά αναζητά τρόπους για να καταστρέψει τις αρνητικές πλευρές της ρουτίνας, δημιουργώντας πιο ευέλικτους θεσμούς. Ωστόσο οι πρακτικές της ευελιξίας εστιάζονται κυρίως στις δυνάμεις που κάνουν τους ανθρώπους να λυγίζουν.

Richard Sennett, «Ο ελαστικοποιημένος άνθρωπος»

 

 

 

 

 

 

Saturday, June 1, 2013

Generation z

(Επενδυτής, 1/6/2013)


Κάποιοι μιλούν ήδη για τον «νεοκεϊνσιανό» που ξύπνησε εντός του Σόιμπλε. Οσονούπω θα δουν στη Μέρκελ μια μακρινή απόγονο της Λούξεμπουργκ, στον Ολάντ έναν Γράκχο Μπαμπέφ του 21ου αιώνα και στον Μπαρόζο τη μετενσάρκωση του «βασιλιά Λουντ», χωρίς απαραίτητα να καταστρέφει μηχανές και κομπιούτερ.
Εντάξει. Όλα αυτά είναι υπερβολές, χοντροκομμένο χιούμορ. Αλλά η αλήθεια είναι πως υπάρχει κάτι παράξενο στην ατμόσφαιρα της Ευρώπης. Μια μοβ-ροζ αιθαλομίχλη ανησυχίας. Δεν μας είχαν συνηθίσει, τουλάχιστον την τελευταία τριετία, οι Ευρωπαίοι ηγέτες σε δηλώσεις ευαισθησίας για τους νέους που τους καταπίνει η ανεργία, για τον κίνδυνο να δημιουργήσουν μια χαμένη γενιά. Πολύ περισσότερο οι Γερμανοί ηγέτες, που μέχρι προ ολίγων μηνών μιλούσαν με ψυχραιμία, σχεδόν με κυνισμό για τις οδύνες που απαιτεί η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Τώρα, ο Σόιμπλε ψελλίζει χωρίς να τραυλίζει τη λέξη «επανάσταση».

Η αλήθεια είναι ότι ούτε η Ευρωζώνη ούτε η Ε.Ε. βρέθηκαν μέχρι τώρα μπροστά σε τέτοια μεγέθη ανεργίας, ιδιαίτερα νεανικής. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες βρίσκονται μπροστά σε μια αχαρτογράφητη περιοχή, με άγνωστα κοινωνικά και πολιτικά φορτία. Προφανώς κάποιες ανησυχητικές συνάψεις έχουν εντοπίσει ανάμεσα στους εξαγριωμένους νεαρούς ισλαμιστές με τις μασέτες στο Λονδίνο, τους νέους μετανάστες - πυρπολητές της Στοκχόλμης, τους σιωπηλούς νέους ανέργους της Ελλάδας, της Ισπανίας, της Πορτογαλίας, ακόμη και στους νέους που πυκνώνουν ανυποψίαστοι τις τάξεις νεοναζιστικών μορφωμάτων σε όλη την Ευρώπη. Το δεδομένο είναι ότι ανάμεσα σε όλους αυτούς το λεγόμενο «ευρωπαϊκό ιδεώδες», που δεν υπόσχεται πια τίποτα το ιδεώδες, ξεφτίζει επικίνδυνα και ταχύτατα. Επομένως, η ευρωπαϊκή ελίτ έχει μπροστά της κυριολεκτικά μια χαμένη γενιά. Χαμένη πολιτικά, κοινωνικά και παραγωγικά.
Στο παρελθόν, πριν από την ευρωπαϊκή ενοποίηση, το πρόβλημα αυτό λυνόταν δραστικά με τους πολέμους. Οι ευρωπαϊκές ολιγαρχίες, πρωτίστως η γερμανική, η γαλλική και η βρετανική, έριχναν τον περίσσιο ανθό των χωρών τους, τους νέους, στα πεδία των μαχών και καθάριζαν. 18 εκατομμύρια νεκροί στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, πάνω από 72 εκατομμύρια στον Β΄, με τη νεολαία να υπερβαίνει το ήμισυ του αιματηρού απολογισμού, έδωσαν τη ριζική λύση στα προβλήματα «κατάρτισης», «κινητικότητας», «απασχολησιμότητας» των νέων ανέργων και «χρηματοδότησης» των νέων θέσεων εργασίας. Οι χαμένες γενιές ξαναβρίσκονταν εις τα αιωνίους μονάς και οι επιζώντες γίνονταν η βάση της επανεκκίνησης της οικονομίας. Μπορεί, μάλιστα, βάσιμα να υποστηρίξει κανείς ότι ένα από τα κίνητρα της ευρωπαϊκής ενοποίησης μεταπολεμικά ήταν η έλλειψη φρέσκου εργατικού δυναμικού, ιδιαίτερα στις κεντρικές χώρες. Η ιστορία της ευρωπαϊκής ενοποίησης είναι, κατά κάποιο τρόπο, και ιστορία των τεράστιων μεταναστευτικών ρευμάτων από την περιφέρεια στο κέντρο της Ευρώπης, όπου τα κεφάλαια του Σχεδίου Μάρσαλ και της ανοικοδόμησης διψούσαν για εργατικά χέρια. Καλώς ή κακώς, αυτό εξασφάλιζε τη διαρκή μεγέθυνση των ευρωπαϊκών οικονομιών με σχεδόν πλήρη απασχόληση ή οριακή ανεργία, αύξηση μισθών, κοινωνική και πολιτική συναίνεση που μόνο στα τέλη της δεκαετίας του ’60 αμφισβητήθηκε ριζικά, και μάλιστα από μια νεολαία που κάθε άλλο παρά προοριζόταν για χαμένη γενιά.

Η συνθήκη αυτή που κρατούσε την Ευρώπη σε μια μακρόχρονη πολιτική και κοινωνική ισορροπία έχει αλλάξει ριζικά. Και δεν άλλαξε αυθόρμητα ή τυχαία. Αυτό που τρομάζει σήμερα τον «νεοκεϊνσιανό» Σόιμπλε ή τον «λουδίτη» Μπαρόζο είναι αποτέλεσμα της επιλογής τους να στρέψουν εκατοντάδες δισεκατομμύρια δημόσιας και ιδιωτικής δαπάνης από την πραγματική οικονομία στην εικονική, στη χρηματοπιστωτική. Για να κλείσουν «ειρήνη» με τις αγορές επέλεξαν τον «πόλεμο» με τις κοινωνίες. Πρωτίστως με τις νέες, χαμένες γενιές των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Η βίαιη δημοσιονομική προσαρμογή που επιβλήθηκε στις χώρες του Νότου, και όχι μόνον, είναι μέγεθος ευθέως ανάλογο με την ανεργία των νέων, που μετριέται από το μέσο 25% στην Ευρωζώνη μέχρι το εξωφρενικό 65% στην Ελλάδα.
Είκοσι εκατομμύρια νέοι έως 24 ετών, με τα πτυχία και τα πιστοποιητικά υπό μάλης, περιφερόμενοι άπρακτοι και χωρίς ένα ελάχιστο σχέδιο για το μέλλον είναι ένα επικίνδυνο κοινωνικό και πολιτικό φορτίο για τις ευρωπαϊκές ηγεσίες. Αλλά, ταυτόχρονα είναι και ένας μοχλός επαναδιατύπωσης του «ευρωπαϊκού ιδεώδους». Όσοι βλέπουν τον Κέινς, τον Μαρξ ή τη Ρόζα πίσω από τη ρητορική του Σόιμπλε, του Μοσκοβισί και του Μπαρόζο καλύτερα να φορέσουν τα γυαλιά πρεσβυωπίας τους. Η ανεργία ήταν πάντα μέγεθος που επηρέαζε τη διαμόρφωση του κόστους εργασίας. Τώρα, χρησιμοποιείται επιπλέον ως μέσο κοινωνικής μηχανικής για ν’ αλλάξουν τα πάντα στην αγορά εργασίας, στις κοινωνικές σχέσεις, αλλά και στις σχέσεις ανάμεσα στις γενιές.

Το τρίπτυχο χρηματοδότηση, κατάρτιση και κινητικότητα που προβάλλεται ως πανάκεια για την απορρόφηση των νέων ανέργων στην Ευρώπη, οι τεχνικές της «απασχολησιμότητας» που είχε εισηγηθεί ο «εκσυγχρονιστής» Σημίτης και της flexicurity που πολύ προ της κρίσης είχε υιοθετήσει η Ε.Ε. είναι ένα γιγάντιο πείραμα «κοινωνικού προγραμματισμού» της νέας γενιάς. Θυμίζει πολύ το φανταστικό «Θαυμαστό, καινούργιο κόσμο» του Άλντους Χάξλεϊ, μόνο που εδώ λείπει ο γενετικός και βιοτεχνολογικός προγραμματισμός. Ενδεχομένως δεν θα έχουμε έμβρυα του σωλήνα προορισμένα να γίνουν ηλίθιοι σκλάβοι Ε ή πανέξυπνοι επιστήμονες και τεχνικοί Α. Αλλά ίσως η ίδια η ανεργία και η μακρόχρονη, οδυνηρή παραμονή σ’ αυτήν αποδειχθεί το «φάρμακο που θα κάνει τους ανθρώπους να λατρέψουν τη δουλικότητά τους», όπως είχε προβλέψει ο ίδιος ο Χάξλεϊ. Κι αυτούς τους νέους όρους δουλικότητας διαμορφώνουν σήμερα οι ευρωπαϊκές ελίτ, εκπαιδεύοντας μια γενιά υψηλών προσόντων και ελάχιστων απαιτήσεων.
Εμφανίζεται σαν κάτι φυσιολογικό, σαν ευκαιρία, σαν γενναιοδωρία. Αλλά δεν είναι. Νέοι επιστήμονες με βαρείς τίτλους σπουδών μεταναστεύουν. Άνθρωποι με υψηλή ειδίκευση και σημαντικές δεξιότητες επανακαταρτίζονται, κι αυτό μπορεί να τους ξανασυμβεί αρκετές φορές στη ζωή τους. Παίζουν στα δάκτυλα τις νέες τεχνολογίες, μιλούν δυο και τρεις γλώσσες, αφομοιώνουν ταχύτατα νέες μεθόδους και τεχνικές, αλλά μπορεί να περάσουν άπειρες εμπειρίες μαθητείας, από τον ένα κλάδο στον άλλο, από το ένα αντικείμενο στο άλλο. Θα περάσουν τουλάχιστον το ένα τρίτο του εργάσιμου βίου τους σε μια αίθουσα αναμονής, με υποαπασχόληση, mini jobs, κινητικότητα, ανασφάλεια, μισθολογική αστάθεια. Θα είναι η generation z, που θα σπρώχνει τις προηγούμενες γενιές, τις generation x και y, τη γενιά των baby boomers στην άτακτη έξοδο από την αγορά εργασίας και από την ομπρέλα ενός συστήματος κοινωνικής προστασίας όλο και χαμηλότερου επιπέδου. Η αλληλεγγύη γενεών που υποδύεται πως ζητεί από τους Ευρωπαίους ο «νεοκεϊνσιανός» Σόιμπλε και οι λοιποί «κοινωνικοί μηχανικοί» δεν είναι παρά η εγκαθίδρυση ενός ακήρυκτου, αθόρυβου κι αέναου πολέμου γενεών, με κάθε νέα γενιά να φυτοζωεί πάνω στα ερείπια της προηγούμενης.

Τώρα, αν αυτή η νέα συνθήκη «προόδου» που υπόσχεται η ευρωπαϊκή ελίτ θα σώσει τη «χαμένη γενιά» και θα αποτρέψει την «επανάστασή» της που τόσο φοβάται ο Σόιμπλε, πολύ αμφιβάλλω. Αντιθέτως, έχει όλα τα συστατικά κατακερματισμού, κοινωνικής αποδόμησης και διάλυσης της Ευρώπης.


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

«Αναρωτιέμαι», είπε ο Άγριος, «γιατί ενώ μπορείτε να βγάλετε από τις φιάλες ό,τι σχεδόν θέλετε, δεν τους φτιάχνετε όλους Άλφα Δύο Συν;».
Ο Μουσταφά Μοντ γέλασε. «Διότι το θέλουμε το κεφάλι μας. Πιστεύουμε στην ευτυχία και τη σταθερότητα. Μια κοινωνία με Άλφα μόνο θα ήταν σίγουρα ασταθής και δυστυχισμένη. Για φανταστείτε ένα εργοστάσιο επανδρωμένο με Άλφα, δηλαδή άτομα καλής  κληρονομικότητας, αλλά όχι συγγενικά και έτσι προκαθορισμένα ώστε να μπορούν, σε συγκεκριμένα πλαίσια, να αποφασίζουν ελεύθερα και να αναλαμβάνουν ευθύνες. Φανταστείτε!».
Ο Άγριος προσπάθησε, δίχως να τα καταφέρει.
«Είναι εντελώς παράλογο. Ένας εμφιαλωμένος Άλφα με ανάλογα προκαθορισμένα εξηρτημένα αντανακλαστικά, αν είχε να κάνει την εργασία ενός Έψιλον Ημι-Ηλίθιου, θα τρελαινόταν, θα τα έσπαγε όλα. Οι Άλφα είναι κοινωνικοί μόνο όταν κάνουν την εργασία που τους αντιστοιχεί. Μόνο ένας Έψιλον μπορεί να κάνει τις θυσίες που κάνουν οι Έψιλον. Απλούστατα γιατί γι’ αυτόν δεν είναι θυσίες, Βρίσκεται στο τελευταίο στάδιο των απαιτήσεων. Ο προκαθορισμός τού έθεσε την τροχιά της μελλοντικής του πορείας. Το μέλλον του είναι προδιαγεγραμμένο. Αφού βγει από τη φιάλη, ουσιαστικά παραμένει εμφιαλωμένος σε μια άλλη, αόρατα σχηματισμένη από εμβρυακές καθηλώσεις. Ο καθένας φυσικά», είπε με ύφος στοχαστικό ο Διαχειριστής, «περνάει τη ζωή του μέσα σε μια φιάλη. Μόνο που για τους Άλφα είναι αναλογικά θεόρατη. Θα υποφέραμε αν τα πλαίσια ήταν πιο περιορισμένα. Δεν γίνεται να βάλουμε στις φιάλες των κατώτερων τάξεων συνθετική σαμπάνια των ανώτερων τάξεων. Το πείραμα της Κύπρου το απέδειξε».

Άλντους Χάξλεϊ, «Ο θαυμαστός καινούργιος κόσμος»