Thursday, December 22, 2011

Ανταλλακτική οικονομία (23/12/2012)

ΈΠΕΙΤΑ ΑΠΟ ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΧΡΟΝΙΑ, η προϊστορία παίρνει την εκδίκησή της από την Ιστορία. Και μάλιστα -πώς να το φανταστεί κανείς;- μέσω των Χριστουγέννων. Τα πράγματα είναι πολύ απλά. Μετά τις γιορτές, η εμπορευματική οικονομία θα κάνει τον απολογισμό της στις χώρες της ύφεσης, των μνημονίων και της λιτότητας. Και θα βρει το ταμείο μείον. Πολύ μείον. Και θα πέσει κλάμα, μεταφορικό και κυριολεκτικό. Διότι αυτή τη φορά η οικονομία του δώρου δεν θα έχει κάνει το θαύμα της. Αυτή η επιβίωση της προϊοστορίας, το δώρο, βασικός τρόπος συναλλαγής των ανθρώπων πριν εδραιωθεί η ανταλλαγή σε είδος ή σε χρήμα, παίρνει την εκδίκησή της από την εμπορευματική οικονομία διά της απουσίας της.

ΣΚΕΦΤΕΙΤΕ ΤΟ ΛΙΓΟ. Υπάρχουν κλάδοι που κάνουν ακόμη και το 50% του ετήσιου τζίρου τους την περίοδο των γιορτών. Ακόμη και θεσμοί του λεγόμενου κοινωνικού κράτους που θεσπίστηκαν με υπόρρητο προορισμό να τονώσουν τον ετήσιο οικονομικό κύκλο, όπως ο 13ος μισθός, τα δώρα φιλοφρόνησης μεταξύ συναλλασσομένων ή από εργοδότες προς υπαλλήλους φέτος θα λάμψουν διά της απουσίας τους.

Ο ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ, παρά τις ποικίλες συγκρούσεις του με παραδόσεις παλιότερων κοινωνικών σχηματισμών, μεγέθυνε στο έπακρο έθιμα με εμπορευματική αξία και περιθώρια κέρδους. Τα Χριστούγεννα, η Πρωτοχρονιά, μια περίοδος γεμάτη αρχαίες παραδόσεις προσφοράς χωρίς προσδοκία ανταπόδοσης, εξελίχθηκαν σ’ ένα εμπορευματικό ντελίριο στο οποίο επενδύθηκαν κολοσσιαία ποσά. Έπειτα ακολούθησε και το Πάσχα και στις μέρες μας οι διαφημιστικές εταιρείες έχουν φτάσει να μας υπενθυμίζουν ακόμη και τις ονομαστικές γιορτές αγαπημένων προσώπων και φίλων, προκειμένου να κερδίσουν έστω κι ένα χιλιοστό αύξησης του τζίρου σε δώρα. Αν γνώριζαν και τα γενέθλια ή τις επετείους γάμων μας, θα τα περιλάμβαναν στους σχεδιασμούς τους. Και τα δώρα στην εποχή της ολιστικής εμπορευματοποίησης δεν είναι μια ιδιαίτερη κατηγορία προϊόντων. Δώρο, μας υπενθυμίζουν τα «πουμπλί» γιορταστικά αφιερώματα των ΜΜΕ, μπορεί να είναι οτιδήποτε. Από ένα ανόητο, φθηνό μπιχλιμπίδι του ενός ευρώ, μέχρι ένα αυτοκίνητο, ένα ιστιοπλοϊκό σκάφος ή ένα ακριβό μονόπετρο δεκάδων χιλιάδων ευρώ. Ανάλογα με το απόθεμα αγάπης και χρήματος που διαθέτει κανείς.

ΚΑΤΑ ΚΑΠΟΙΟ ΤΡΟΠΟ, ο εμπορευματικός μας πολιτισμός, ιδιαίτερα στην καπιταλιστική του κορύφωση, πέφτει θύμα της τεράστιας επιτυχίας του. Επένδυσε πολλά, πάρα πολλά στον πολιτισμό που θέλησε να εξαλείψει και να υποκαταστήσει πλήρως: στον πολιτισμό του δώρου, ο οποίος, κατά τους ανθρωπολόγους, μαζί με τις άλλες μορφές ανταλλακτικής και πάντως μη χρηματικής οικονομίας, καλύπτει ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας, πολλών χιλιάδων χρόνων, από την εμπορευματική και ιδιαίτερα τη χρηματική του εκδοχή.

Η ΛΙΤΟΤΗΤΑ και η ύφεση συντρίβουν αυτό το εμπορευματικό κεκτημένο. Το δώρο, για την ακρίβεια η αγορά του δώρου, είναι το πρώτο που θα συντριβεί ή θα συρρικνωθεί δραματικά όσο οι συνήθειές μας θα προσαρμόζονται σ’ αυτό που μας περιγράφουν ως μοιραία κατάσταση. Σε συνθήκες στάσης πληρωμών προς την κοινωνία, οι προτεραιότητες αλλάζουν. Η επιβίωση των ανέργων, των υποαμειβόμενων ή απλήρωτων μισθωτών, των συνταξιούχων που υποβαθμίζονται σε μια κατάσταση υποσιτισμού περιθωριοποιεί ως πολυτελείς τις ανάγκες ηθικής, συναισθηματικής αξίας και αλληλεγγύης προς τέκνα, εγγόνια, βαφτιστήρια, ανίψια, γονείς, θείους, μπατζανάκηδες, συγγενείς γενικώς, φίλους, συναδέλφους, γνωστούς. Το μότο των ημερών είναι «να βρεθούμε, αλλά τα δώρα κομμένα και δεν παρεξηγούμεθα» και αντιρρήσεις πολλές δεν ακούγονται από την άλλη πλευρά, που άλλοτε θα αντέτεινε «μα πώς, να έρθουμε σπίτι σας με τα χέρια ξερά;».

ΒΕΒΑΙΩΣ, επειδή η αρχέγονη παράδοση έχει αποδειχθεί πιο ανθεκτική στον χρόνο από οποιαδήποτε μεταγενέστερη νεωτερικότητα που απαιτεί την εκδήλωση της προσφοράς και την έκφραση της συγγενικής ή φιλικής αγάπης συσκευασμένη σε αμπαλάζ με πολυτελή χαρτιά και χρυσές κορδέλες, το πιθανότερο είναι οι άνθρωποι να αποδειχθούν εφευρετικοί σε υποκατάστατα δώρου. Το λέμε στην πλάκα εδώ και καιρό, αλλά μην εκπλαγείτε αν αρχίσει το πάρε δώσε των δώρων εκ των ενόντων, χωρίς άμεσο οικονομικό κόστος. Έχεις, για παράδειγμα, πενήντα ρίζες ελιές στο χωριό σου, αλλά δεν έχεις ανάγκη και τους οκτώ τενεκέδες λάδι που βγάζουν. Οπότε σκας μύτη στο ρεβεγιόν της Πρωτοχρονιάς στον κουμπάρο σου μ’ έναν τενεκέ, εν ανάγκη του κοτσάρεις και μια κόκκινη κορδέλα να το κάνεις υπερπαραγωγή. Κι αυτός καταϋποχρεώνεται και, όταν σου ανταποδίδει την επίσκεψη, εμφανίζεται στην πόρτα με μια καλαθούνα που του ’στειλε η μάνα του απ’ το χωριό με δέκα χωριάτικα αυγά, ένα τάπερ με χωριάτικη πίτα κι ένα σακούλι με χειροποίητο ξινοτραχανά, που τον έχεις επιθυμήσει από τότε που ήταν μέρα παρά μέρα το πρωινό ή το βραδινό σου. Αντιλαμβάνεστε ότι για ένα διόλου ευκαταφρόνητο τμήμα του πληθυσμού αυτής της μορφής η ανταλλακτική οικονομία μπορεί να περιλάβει δεκάδες προϊόντα αγροτο-βουκολικής προέλευσης, από κρασί και τσίπουρο μέχρι τυροκομικά, λαχανικά και φρούτα από οικιακά μποστάνια και οπωρώνες. Μια ολόκληρη παραοικονομία της διατροφής- γιατί παραοικονομία θα τη θεωρήσει η τροϊκανή μας δημοκρατία- μπορεί να αποτρέψει έναν ενδεχόμενο λιμό για ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού των πόλεων, ακόμη κι αν η χώρα χρεοκοπήσει.

ΚΙ ΕΠΕΙΔΗ Η ΕΦΕΥΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ των ανθρώπων όταν πρόκειται να δώσουν τη μάχη της επιβίωσης δεν γνωρίζει όρια, καταγωγές και ονομασίες προέλευσης, μπορούμε να φανταστούμε την επέκταση αυτής της ανταλλακτικής οικονομίας στις πόλεις των απολυμένων μισθωτών και των υποαμειβόμενων δημοσίων υπαλλήλων σε είδη που καλύπτουν ευρύτερες ανάγκες, πέρα από τη διατροφή. Είσαι, για παράδειγμα, βιβλιοφάγος, έχεις εκατοντάδες βιβλία που τα έχεις διαβάσει, δεν χωρούν πια στη βιβλιοθήκη, οπότε διαλέγεις μερικά, τα συσκευάζεις και τα δωρίζεις στον κολλητό σου. Ο οποίος είναι μανιώδης συλλέκτης δίσκων και σου ανταποδίδει με την πρώτη ευκαιρία τρία τέσσερα καλά CD, ενδεχομένως και μερικά σπάνια βινίλια. Έπειτα, η σύζυγος, που στις καλές εποχές αγόραζε τα ρούχα με το κιλό και τώρα οι ντουλάπες σφύζουν από αφόρετα συνολάκια, που δεν της κάνουν κιόλας γιατί έχει στρογγυλέψει, αποφασίζει να τα ξεσκαρτάρει και μερικές ελαφρές μεταποιήσεις να τα χαρίσει στην καλύτερή της φίλη ή στην ανιψιά της. Κι η αγαπημένη της ανιψιά, φοιτήτρια πια, σαΐνι στα μαθηματικά, ενθουσιασμένη από τα ρούχα που της χάρισε η θεία, αφιερώνει ένα απόγευμα την εβδομάδα για να κάνει ιδιαίτερα στη μικρή της ξαδέλφη, κόρη της θείας, που δυσκολεύεται στο γυμνάσια. Η δε καλύτερή της φίλη, που έχει καταϋποχρεωθεί από τις σούπερ κασμιρένιες μπλούζες που της χάρισε, της προσφέρει ως αντίδωρο μερικά ζευγάρια γόβες σε αρίστη κατάσταση που αδυνατεί η ίδια να φορέσει, διότι το ουρικό οξύ είναι ανεβασμένο -ου γαρ μόνον…- και «γεννάει» επώδυνους κάλους στα πόδια.

ΚΙ ΑΥΤΗ Η ΝΕΑ ανταλλακτική οικονομία μπορεί να πάρει άπειρες μορφές, να περιλάβει χιλιάδες είδη και αγαθά, ακόμη κι εκείνα που η πονηρή οικολογία τα στέλνει πριν την ώρα της στην ανακύκλωση για να απορροφηθούν οι νέες σειρές προϊόντων που ο κύκλος ζωής τους όλο και μικραίνει για να στηρίξει την αειφορία πωλήσεων και κερδών των πολυεθνικών. Μπορεί να περιλάβει υπηρεσίες και δεξιότητες των ανθρώπων – «θα σου δωρίσω ένα service στο αυτοκίνητο», «κι εγώ θα στο ανταποδώσω κρατώντας τα λογιστικά σου βιβλία», «θα σου βάψω το σπίτι», «θα κάνω αγγλικά στο παιδί σου»… Κι έτσι η τρόικα, η κυβέρνηση Παπαδήμου ή όποια τη διαδεχθεί μπορούν να μετρούν πανικόβλητες τις αποτυχίες των δημοσιονομικών τους στόχων, να αντικρίζουν με τρόμο την ύφεση να αναρριχάται σε διψήφια νούμερα και ν’ απορούν πώς είναι η δυνατό η κοινωνία να επιβιώνει, γιατί δεν έχουν λιμοκτονήσει οι συνταξιούχοι, γιατί δεν έχουν αυτοκτονήσει οι μισθωτοί, γιατί δεν έχουν μεταναστεύσει οι άνεργοι, γιατί επιμένουν να ζουν και ν’ αντιστέκονται και με την παραοικονομία του δώρου και της ανταλλαγής, εκπέμποντας ένα ευδιάκριτο μήνυμα, πως υπάρχει ζωή πέρα από το ευρώ, την Ε.Ε., την υποταγή στους πιστωτές, το PSI, πως η κοινωνία μπορεί να οργανώσει την επιβίωσή της και πως το μόνο παράταιρο πράγμα είναι αυτή η εξουσία που μένει κολλημένη να μετρά δείκτες, εικονικό χρήμα, πλασματικά χρέη, αναπτυξιακές επιδόσεις, αδιάφορη για την κατάσταση των ανθρώπων, μα τρομοκρατημένη από την κραυγή τους: «Δεν θα πεθάνουμε, κουφάλες! Κακά Χριστούγεννα και δυστυχισμένος ο καινούργιος χρόνος σας. Και τελευταίος!»

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (23/12/2011)

Ποτέ δεν βρήκα άνθρωπο φιλόξενο και γαλαντόμο τόσο
που δώρο ν’ αρνηθεί,
μήτε κι ανοιχτοχέρη έτσι με το βιός του
που ν’ αποκρούσει αμοιβή.
Με ρούχα κι άρματα οι φίλοι πρέπει
να ευφραίνουν την καρδιά,
όλοι το ξέρουν δα απ’ την πείρα τους.
Αν είναι όλα να γυρίσουν στο καλό,
φίλοι πολύχρονοι θα μείνουν όσοι
ανταλλάζουν δώρα.
Φίλος στο φίλο να ’σαι, στο δώρο του δώρο ν’ αντιγυρίζεις.
Ξέρε καλά, αν έχεις φίλο έμπιστο και τη χρεία του έχεις,
δώρα κι ιδέες άλλαξε μαζί του και να
τον επισκέπτεσαι συχνά.
Οι μεγαλόψυχοι κι οι τολμηροί ζούνε καλά,
αμέριμνοι από έγνοιες.
Όλα τα τρέμει όμως ο δειλός κι ο σφιχτοχέρης
για τα δώρα του όλο γκρινιάζει.
Κάλλιο να λείπει η προσευχή παρά περίσσιες προσφορές.
Το δώρο ζητά ανταπόκριση.
Κάλλιο να λείπει κι η θυσία παρά σφαγή περίσσια.


Χαβαμάλ (από την Ποιητική Edda της εποχής των Βίκινγκς, 13ος αιώνας)

Saturday, December 17, 2011

Keppler 22 B (17/12/2011)

Με επισκέφθηκαν στο γραφείο ο Νίκος και η Ελένη. Φίλοι αναγνώστες. Άνθρωποι νέοι, δημιουργικοί και ανήσυχοι. Κάναμε μια ευχάριστη κουβέντα, όσο ευχάριστη μπορεί να είναι μια κουβέντα για τα γνωστά: η κρίση, ποιος ή τι την προκάλεσε, πώς θα βγούμε απ’ τον λάκκο με τα σκατά που ’χουμε χωθεί. Υπήρχε μια ψύχραιμη απελπισία στην εξέλιξη της συζήτησης, διαπιστώναμε πως η διέξοδος μπορεί μεν να περιγραφεί σε αδρές γραμμές, αλλά, όταν τίθενται το ερώτημα «ποιος και με ποιους» θα τη δώσει, φτάνουμε σε ένα νέο αδιέξοδο. Έφτασε κι η κουβέντα και στον θεμελιώδη ανορθολογισμό του «συστήματος» – όπως κι αν το αποκαλέσουμε αυτό που περιγράφεται ως σύστημα, καπιταλισμό, ελεύθερη αγορά, εμπορευματικό πολιτισμό ή παγκόσμια δικτατορία των πιστωτών: γιατί επιχειρεί να λύσει την κρίση με εργαλεία και μέσα που την επιτείνουν; Πώς είναι δυνατό να κάνουν ανάπτυξη με πολιτικές ύφεσης; Και πού, σε ποιον προσδοκά να πουλήσει τα προϊόντα του κάθε επιχειρηματίας όταν αφαιρεί από τους κατά τεκμήριο πελάτες τους τα μέσα για να τα αγοράσουν, μειώνοντας την απασχόληση και το εισόδημα των υπαλλήλων του;

Το μυστήριο δεν έχει λυθεί στους τρεις αιώνες επέλασης και εδραίωσης του καπιταλισμού στον πλανήτη, αλλά, όταν με τον Νίκο και την Ελένη ξαναθέσαμε ρητορικά το ερώτημα «πού περιμένουν να πουλήσουν την πραμάτεια τους», η Ελένη απάντησε αφοπλιστικά: «Μήπως στον Κέπλερ 22 B;». Για όσους τυχόν δεν παρακολούθησαν τη σχετική αστρονομική ανακοίνωση, ο Κέπλερ 22 B είναι ο τελευταίος πλανήτης που εντόπισαν οι επιστήμονες με πιθανά χαρακτηριστικά Γης. Βρίσκεται σε απόσταση μόλις 600 ετών φωτός από τη Γη (δηλαδή εδώ παρακάτω) και οι επιστήμονες της NASA εικάζουν ότι η θέση του και η απόσταση από τον δικό του ήλιο επιτρέπουν την ύπαρξη νερού σε υγρή μορφή, βασική προϋπόθεση για τη φιλοξενία ζωής.

Υποθέτω ότι οι επιστήμονες της NASA, αν θέλουν να σέβονται τους εαυτούς τους και την επιστημοσύνη τους, δεν προβαίνουν στις ανακοινώσεις για τις περίπου 1.000 Γαίες που έχουν εντοπίσει στον γαλαξία μας ώστε να δημιουργήσουν κλίμα «μετακόμισης», αποικισμού των ταλαίπωρων γήινων σε άλλους πλανήτες. Αντιθέτως, το περίφημο 1% που δυναστεύει το υπόλοιπο 99% των ανθρώπων, κατά το εύστοχο σύνθημα του κινήματος Occupy Wall Street, συμπεριφέρεται στη Γη και στους κατοίκους της ακριβώς σαν να πρόκειται τον άλλο μήνα κιόλας να επεκτείνει την οικονομική του επικράτεια σε νέες, εξωγήινες αγορές, αφού προηγουμένως έχει εξαντλήσει και την τελευταία γήινη.

Προσπαθώ να φανταστώ πώς το φαντάζονται. Ο αειφόρος καπιταλισμός χωρίς σύνορα ετοιμάζεται να διασχίσει τον γαλαξία και τα 600 έτη φωτός που μας χωρίζουν από τον Κέπλερ 22-B, άγνωστο πώς, ίσως καβάλα πάνω στα μποζόνια και στα σωματίδια του Χιγκς που εντόπισαν στο CERN, τα οποία αψηφούν τα όρια ταχύτητας και, πολύ περισσότερο, τα όρια του ανθρώπινου χρόνου. Οι κονκισταδόρες των αγορών προσγειώνονται -προσκεπλερώνονται για την ακρίβεια- στην επιφάνεια του νέου φιλόξενου πλανήτη που ανακάλυψαν ως άλλοι Κολόμβοι. Εκεί τους υποδέχονται περιχαρή δισεκατομμύρια μικρόβια, αμοιβάδες και πρωτόζωα (διότι τι άλλου είδους ζωή μπορεί να φιλοξενεί η νέα «Γη» και ποιος τους βεβαιώνει ότι η εξέλιξη θα έχει ακολουθήσει τη γήινη γραμμή που κατέληξε στο δίποδο ανθρωποειδές του μεγαλείου και της βλακείας) πρόθυμα να υποταγούν στους «κατακτητές» ως εργοδότες, επενδυτές και πωλητές των γήινων αγαθών. Μετά το πάρτι της υποδοχής, οι αμοιβάδες και τα πρωτόζωα πρέπει να μετατραπούν σε πειθήνιους και ολιγαρκείς εργάτες, αλλά ταυτόχρονα σε ενθουσιώδεις πελάτες. Και, φυσικά, υποχρεούνται να εξελιχθούν ταχύτατα σε νοήμονα όντα, να υπερβούν τα εμπόδια του μικροσκοπικού τους μεγέθους, να χειριστούν υπολογιστές ή βαρέα οχήματα εξόρυξης μετάλλων, να βρουν τρόπους ώστε να τους είναι χρήσιμα τα iPhone 4, τα ψηφιακά πλυντήρια και τα κορν φλέικς από μεταλλαγμένο καλαμπόκι, να γίνουν φανατικοί τηλεθεατές και ακροατές διαφημιστικών μηνυμάτων και, φυσικά, να μάθουν να συναλλάσσονται σαν άνθρωποι. Που σημαίνει να συναλλάσσονται με χρήμα, τη μόνη ανταλλαγή ύλης που είναι κατανοητή για το 1% των ανθρώπων.

Δεν είναι προφανές αν οι ανυποψίαστοι κάτοικοι του εξωπλανήτη Κέπλερ 22-Β είναι υποχρεωτικό να περάσουν από όλα τα στάδια δουλείας -δουλεία κανονική, δουλοπαροικία, μισθωτή εργασία- μέχρι να φτάσουν στην τελευταία της λέξη, στη δουλεία του χρέους. Βάσει της ανθρώπινης εμπειρίας, τα πρώτα 5.000 χρόνια είναι δύσκολα με τον μηχανισμό της δουλείας του χρέους. Μετά, τα πράγματα στρώνουν. Αλλά 5.000 χρόνια είναι ένας αδιανόητος χρόνος ακόμη και για το 1% των κονκισταδόρες των αγορών που αγοράζουν και την ίδια την αθανασία με τον πλούτο που συσσωρεύουν. Το πιθανότερο, λοιπόν, είναι πως θα υποβάλουν τους μικροσκοπικούς ιθαγενείς του Κέπλερ 22-Β σε υπερεντατικά προγράμματα κατάρτισης και μύησης στην πίστωση. Διότι χρήμα χωρίς πίστωση δεν νοείται, ούτε και χρέος χωρίς χρήμα. Πρέπει να διδάξουν τα πρωτόζωα, τα μικρόβια, τις αμοιβάδες ή τα λίγα πρώτα μικρά ασπόνδυλα που είναι κάπως ορατά στον εξωπλανήτη πως, όταν τελειώνουν το 12ωρο της εργασίας τους, στην έξοδο από το εργοστάσιο δεν θα τους περιμένει η ανταμοιβή τους με τη μορφή των αγαθών που τους είναι απαραίτητα για τη συντήρηση και την αναπαραγωγή τους -άφθονο πλαγκτόν στις θάλασσες και τις άλλες υδάτινες μάζες του πλανήτη, ένα ανθρώπινο σώμα να το αποικίσουν ως σπιτικό τους-, αλλά εικονικό χρήμα με το οποίο οφείλουν να πάνε στο σούπερ μάρκετ για να ψωνίσουν ό,τι τραβάει η ψυχή τους. Διότι οι επιθυμίες του καταναλωτή είναι το θεμέλιο της ελεύθερης αγοράς. Να, όμως, που οι κάτοικοι του Κέπλερ 22-B, χαμένοι μέσα στους ατέλειωτους διαδρόμους του σούπερ μάρκετ, θαμπωμένοι από την απίστευτη αφθονία σε άχρηστα για τους ίδιους προϊόντα κι ανυποψίαστοι ότι αυτά είναι αποτέλεσμα της δικής τους δουλείας, ανακαλύπτουν πως το εικονικό χρήμα που έχουν στα χέρια τους δεν φτάνει παρά για ελάχιστα απ’ όσα έχουν ανάγκη -που πριν τα έβρισκαν δωρεάν- και επαρκεί για ακόμη λιγότερα από όσα δεν έχουν ανάγκη.

Το επόμενο βήμα είναι οι γενναιόδωροι έποικοι-επενδυτές του εξωπλανήτη να υποδείξουν στους ιθαγενείς τις χάντρες, δηλαδή τα πιστωτικά ιδρύματα που βρίσκονται δίπλα, μεσοτοιχία με τα εργοστάσια και τα σούπερ μάρκετ, και πρόθυμα να τους χορηγήσουν κι άλλη πίστωση με χρήμα φτιαγμένο από το τίποτα, φτιαγμένο απλώς από το χρέος άλλων που προηγήθηκαν στο γκισέ της τράπεζας. Έτσι, με την ταχύτητα του φωτός, οι κάτοικοι του Κέπλερ 22-Β κάνουν όλα τα μεγάλα άλματα στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού, μέχρι να ξυπνήσουν ένα πρωί από τον συναγερμό που έχουν σημάνει οι κονκισταδόρες των διαπλανητικών αγορών για να τους ανακοινώσουν ότι ο πλανήτης έχει χρεοκοπήσει. Και για να εξοφλήσει το χρέος στους γενναιόδωρους πιστωτές πρέπει οι κάτοικοί του να δουλεύουν δωρεάν για μερικές δεκαετίες, ως δούλοι του χρέους που με την απληστία και τη σπατάλη τους δημιούργησαν. Ειδάλλως -θα τους απειλήσουν οι κονκισταδόρες της αγοράς και της πίστωσης- οι γενναιόδωροι εκπολιτιστές τους είναι αναγκασμένοι να εγκαταλείψουν κι αυτόν τον πλανήτη, όπως εγκατέλειψαν και τη Γη και τους απερίσκεπτους γήινους, για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε άλλους πλανήτες, σε κάποιες από τις 1.000 Γαίες του γαλαξία και, πού ξέρεις, ίσως και σ’ άλλους γαλαξίες, καβάλα πάντα σε σωματίδια του Χιγκς που αψηφούν τον χωροχρόνο.

Αν βέβαια οι εξελίξεις στον Κέπλερ 22-B ακολουθήσουν τις παράξενες καμπές της γήινης ιστορίας, δεν αποκλείεται οι επενδυτές του εξωπλανήτη να μην καταφέρουν να φύγουν ποτέ από εκεί, αντιμέτωποι με μια εξέγερση των ιθαγενών που επιστρατεύουν τα μυστικά τους όπλα, γνωστά κι από την εμπειρία της ανθρωπότητας: στρατιές από βακτήρια Yersinia Pestis που εξολοθρεύουν τους αποίκους με πανούκλα. Ορδές από δονάκια της χολέρας που τους παραδίδουν σε οδυνηρό θάνατο. Και ποταμούς από αμοιβάδες που πλημμυρίζουν το έντερό τους και τους υποχρεώνουν να περάσουν τις τελευταίες ώρες της ζωής τους καρφωμένοι σε μια λεκάνη τουαλέτας.
Ας πρόσεχαν. Ας προσέχαμε κι εμείς που έχουμε ήδη τη φανταστική τύχη των κατοίκων του Κέπλερ 22-B, μιας και δεν έχουμε χρησιμοποιήσει ούτε το 1% της δύναμης που διαθέτουμε. Κι ας μην είμαστε αμοιβάδες.

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (17/12/2011)

Η τάση προς το εικονικό χρήμα από μόνη της δεν είναι ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του καπιταλισμού. Για την ακρίβεια, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Για το μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας τα συστήματα εικονικού χρήματος σχεδιάστηκαν και ρυθμίστηκαν για να διασφαλίσουν ότι τίποτε σαν τον καπιταλισμό δεν θα μπορούσε να προκύψει – τουλάχιστον όχι με τη μορφή που παρουσιάζεται σήμερα, με το μεγαλύτερο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού εγκλωβισμένο σε συνθήκες που σε πολλές άλλες περιόδους θα μπορούσαν να θεωρηθούν ισοδύναμες της δουλείας. Το δεύτερο στοιχείο είναι να υπογραμμίσουμε τον καθοριστικό ρόλο της βίας στον προσδιορισμό των όρων με τους οποίους φανταζόμαστε και την «κοινωνία» και τις «αγορές» – στην πραγματικότητα, τα θεμέλια της αντίληψής μας για την ελευθερία. Ένας κόσμος που διαπνέεται λιγότερο από τη βία θα ανέπτυσσε ταχύτατα άλλους θεσμούς (σ.σ.: για την αποτροπή της νέας δουλείας). Τελικά, η σκέψη για το χρέος, πέρα από τον διπλό πνευματικό ζουρλομανδύα του κράτους και της αγοράς, ανοίγει συναρπαστικές δυνατότητες. Για παράδειγμα, μπορούμε να θέσουμε το ερώτημα: σε μια κοινωνία στην οποία αυτά τα θεμέλια της βίας έχουν ανατιναχτεί, τι ακριβώς θα χρωστούν οι ελεύθεροι άνδρες και γυναίκες ο ένας στον άλλον; Τι είδους υποσχέσεις και δεσμεύσεις θα αναλάβει ο ένας απέναντι στον άλλο; Ας ελπίσουμε ότι ο καθένας μας κάποια μέρα θα είναι σε θέση να αρχίσει να θέτει τέτοιες ερωτήσεις. Σε καιρούς σαν τους δικούς μας, ποτέ δεν ξέρεις…

David Graeber «Debt: The first five thousand years»

Saturday, December 10, 2011

Βαβυλώνα, Ρώμη, Βρυξέλλες (10/12/2011)

Ο τρόπος που συμπεριφέρονται η Μέρκελ, ο Σαρκοζί κι όσοι τους ακολουθούν πιστά στην εγκαθίδρυση της σιδηράς αυτοκρατορίας της Πίστης (της τραπεζικής, φυσικά) στην Ευρώπη δεν είναι απλά καταστροφικός. Είναι και αυτοκαταστροφικός. Χαρακτηρίζεται από έλλειψη μιας στοιχειώδους αίσθησης της Ιστορίας. Παρ’ ότι ο αιώνας στον οποίο γεννήθηκαν και ξεκίνησαν την πολιτική τους καριέρα δίνει τα οδυνηρά παραδείγματα δύο παγκόσμιων πολέμων, με το διάλειμμα ενός ολέθριου κραχ και με παρονομαστή τον ίδιο: το χρέος.

Η Ιστορία προσφέρει, βέβαια, πολύ περισσότερα παραδείγματα ολέθριας ή σωτήριας διαχείρισης του δημόσιου ή ιδιωτικού χρέους. Από μια άποψη, ολόκληρη η Ιστορία της ανθρωπότητας μπορεί να διαβαστεί κι ακριβώς έτσι: σαν μια Ιστορία του χρέους, από τα προϊστορικά χρόνια μέχρι τις μέρες μας.
Διάβασα μια εξαιρετικά διαφωτιστική προσέγγιση για το πώς η διαχείριση του χρέους και ο τρόπος που αυτή επηρέαζε τη σχέση οικονομίας και πολιτικής κατέληξε να καταστρέφει ή να διασώζει κράτη και αυτοκρατορίες στο πέρασμα των χιλιετιών. Ο Michael Hudson, καθηγητής Οικονομικής Έρευνας στο Πανεπιστήμιο του Μιζούρι, εξετάζει υπό αυτό το πρίσμα τη μοίρα της Βαβυλώνας, της Αιγύπτου, της Αθήνας, της Ρώμης, των βασιλείων του Μεσαίωνα και των δημοκρατιών νεότερων χρόνων. Ξεκινώντας από τον Αριστοτέλη και την ανάλυσή του για την εναλλαγή αριστοκρατίας, ολιγαρχίας, δημοκρατίας και τυραννίας στο πέρασμα του χρόνου, θέτει στο επίκεντρο τον πολιτικό και κοινωνικό ρόλο που έπαιξε στην εξέλιξη των πολιτευμάτων η αυτονόμηση της τάξης των πιστωτών.

Η ιστορία είναι λίγο πολύ γνωστή. Από τα προϊστορικά χρόνια οι υπήκοοι των αρχέγονων κρατών είχαν δύο επιλογές για να αντεπεξέλθουν στις δυσκολίες της ζωής: ή να ξεπληρώσουν μέχρι κεραίας το χρέος τους στους πιστωτές τους, χρέος σε είδος ή σε χρήμα, ή να γίνουν δούλοι τους. Αν ο πόλεμος ήταν η μία πηγή αυτής της φθηνής «πρώτης ύλης», των δούλων, το χρέος ήταν η δεύτερη. Συχνά, μάλιστα, υπήρχε μια συνέργεια ανάμεσα στις δύο «πηγές», μια κι οι πιστωτές ήταν και χρηματοδότες των πολέμων. Όταν η δουλεία των υπερχρεωμένων υπηκόων έφτανε στα όρια συναγερμού για το κράτος, οι πιο διορατικοί ηγέτες έκαναν το αποφασιστικό βήμα: διέγραφαν τα χρέη, αγροτικά κυρίως, των υπηκόων τους. Το έκανε ο Χαμουραμπί στη Βαβυλώνα 3.700 χρόνια πριν, το έκαναν αρκετοί φαραώ στην Αίγυπτο, το έκανε κι ο Σόλων στην Αθήνα, που έδωσε το πιο λαμπερό ιστορικό παράδειγμα σεισάχθειας, το οποίο κατά κάποιο τρόπο αποτελεί και ιδρυτική πράξη της αθηναϊκής δημοκρατίας. Η αποδυνάμωση της τάξης των πιστωτών, των ραντιέρηδων της αρχαίας Αθήνας, είναι ο προπομπός των δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων που ακολούθησαν. Και μαζί αφετηρία της εντυπωσιακής οικονομικής άνθησης της Αθήνας, που την κατέστησε ιμπεριαλιστική δύναμη του γνωστού τότε κόσμου.

Τα κίνητρα των ηγετών που διέγραφαν τα χρέη των υπηκόων τους δεν ήταν φυσικά ανιδιοτελή. Τα βασίλεια των οποίων ηγούντο ήταν σε διαρκείς πολέμους. Ο πόλεμος και η εδαφική επέκταση ήταν ίσως το κυριότερο μέσο επιβίωσης, απόκτησης νέων αγορών και αύξησης των πλουτοπαραγωγικών πόρων τους. Και πόλεμος χωρίς στρατιώτες, πολίτες ελεύθερους από τη δουλεία στους πιστωτές τους, ήταν αδύνατος. Τι να υπερασπίσουν οι στρατιώτες-αγρότες αν είναι αποστερημένοι από τη γη τους και τελικά από το ίδιο τους το σώμα;

Ίσως, πάντως, το κορυφαίο παράδειγμα των αρχαίων χρόνων είναι η αργόσυρτη κατάρρευση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας ακριβώς υπό την πίεση του χρέους και της διαρκώς αυξανόμενης επιρροής της τάξης των πιστωτών, των πατρικίων, στη δημοκρατία. Είναι γνωστό το φρικτό τέλος των Γράκχων στην προσπάθειά τους να προστατεύσουν τους φτωχούς Ρωμαίους αγρότες από την αρπάγη των πιστωτών τους. Η εξόντωσή τους εγκαινίασε μια μακρά σειρά εμφυλίων πολέμων που κατέληξαν στην πολιτική αποδυνάμωση των φτωχών, στην υποδούλωση λόγω χρεών τουλάχιστον του ενός τετάρτου του πληθυσμού της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, στην υπερχρέωση του ίδιου του κράτους στους πιστωτές για τη χρηματοδότηση διαρκών πολέμων για τη διατήρηση της συνοχής του αποσυντιθέμενου ρωμαϊκού imperium και, τελικά, στην κατάρρευση της απογυμνωμένης από χρήματα αυτοκρατορίας τον 5ο μ.Χ. αιώνα. Αυτό ήταν και η απαρχή της οικονομικής και παραγωγικής παρακμής της Δύσης που ακολούθησε κατά τον Μεσαίωνα.

Σε μιαν αναλογία
αυτό συμβαίνει και σήμερα. Η διολίσθηση της ρωμαϊκής δημοκρατίας στην ολιγαρχία, μέσω της αυξημένης πολιτικής επιρροής των πιστωτών, βρίσκει την αντιστοιχία της στην πεμπτουσία των πολιτικών που ακολουθούν με αποκλίσεις οι ΗΠΑ και πολύ περισσότερο, με δογματική εμμονή, η ηγεσία της Ευρωζώνης. Η αμερικανική ηγεσία, από την αρχή της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, έχει διαθέσει στις τράπεζες με τον ένα ή τον άλλο τρόπο το ιλιγγιώδες ποσό των 16 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, θέτοντας υπό τραπεζική ομηρία όλες τις πολιτικές του αμερικανικού κράτους. Το οποίο δεν διατρέχεται μεν από πληθωριστικά ταμπού, αλλά στην πραγματικότητα έχει εκχωρήσει στις τράπεζες το δικαίωμα να τυπώνουν και να πλημμυρίζουν τον πλανήτη με πληθωριστικά δολάρια. Με μια διαφοροποιημένη, αντιπληθωριστική εκ πρώτης όψεως, πολιτική η ευρωπαϊκή ηγεσία εμπνέεται από το ίδιο σύμβολο πίστης: «σώστε τις τράπεζες». Μέρκελ και Σαρκοζί, υπερασπίζοντας την «ανεξαρτησία» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ως πεμπτουσία της «ευρωπαϊκής δημοκρατίας», ουσιαστικά διακηρύσσουν την παραίτηση της πολιτικής εξουσίας από το δικαίωμα να δημιουργεί χρήμα και πίστωση υπέρ της ανάπτυξης. Αυτή η εξουσία εκχωρείται στις τράπεζες που μπορούν να διεκδικήσουν ως άλλοι Σάιλοκ την πληρωμή τους για το δημόσιο χρέος όχι μόνο σε χρήμα, αλλά και σε είδος. Σε δημόσια περιουσιακά στοιχεία, σε δικαιώματα εκμετάλλευσης εθνικών πόρων, σε αποκλειστική προτεραιότητα σε κάθε μικρό ή μεγάλο πλεόνασμα που δημιουργεί μια οικονομία. Η μόνη «σεισάχθεια» που υπερασπίζεται με πάθος η ευρωπαϊκή ηγεσία είναι η διαγραφή των τραπεζικών χρεών. Αυτών που πληρώθηκαν με 1,6 τρισ. ευρώ από την αρχή της χρηματοπιστωτικής κρίσης και θα συμπληρωθούν μ’ άλλα τόσα μέσω του προγράμματος ανακεφαλαιοποίησης των ευρωπαϊκών τραπεζών, αυτών που από ιδιωτικά χρέη των ίδιων των τραπεζών έγιναν δημόσια χρέη των Ευρωπαίων φορολογουμένων.

Αυτή η συνδιαχείριση της εξουσίας με το χρηματοπιστωτικό λόμπι βρίσκει την έκφρασή της και στη διθυραμβική προβολή της πολιτικής αποτελεσματικότητας των «τεχνοκρατών» – αυτή είναι η νέα, κωδική ονομασία για τους πληρεξουσίους των πιστωτών. Κι αυτή αποτελεί την πιο σύγχρονη εκδοχή της κατά Αριστοτέλη διολίσθησης από τη δημοκρατία στην ολιγαρχία μέσω του χρέους.

Αυτό δεν είναι απλά ένα λάθος. Είναι μια εγκληματική επιλογή, μια βαθύτατα ταξική επιλογή που δεν έχει στόχο την επιστροφή σε έναν «ενάρετο κύκλο», όπως ευαγγελίζονται οι Μερκοζί. Θέτοντας ως απόλυτο στόχο τον αποπληθωρισμό του χρέους με τους όρους των πιστωτών, επιλέγουν να στραγγαλίσουν τις οικονομίες. Τις εγκλωβίζουν στον αποκλειστικό προορισμό να πληρωθεί μέχρι και το τελευταίο σεντ που έχουν εγγεγραμμένο ως χρέος οι τράπεζες στα βιβλία τους. Αυτό υποδηλώνει η μονότονη επανάληψη της διακήρυξης ότι η Ελλάδα είναι η πρώτη και τελευταία εξαίρεση, ότι η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους ήταν μια αναπόφευκτη αλλά μοναδική απόκλιση, ενδεχομένως κι ένα λάθος, όπως ξέφυγε από το στόμα του Γάλλου πρωθυπουργού Φρανσουά Φιγιόν, ο οποίος έστειλε με μια κουβέντα στη φισκαρισμένη χωματερή των ευρωπαϊκών συνόδων και τις αποφάσεις του Ιουλίου και του Οκτωβρίου.

Και ποιο θα είναι το αποτέλεσμα της εμμονής στη μέχρι σεντ εξόφληση των τοκογλυφικών δανείων στους πιστωτές; Ακόμη κι αν η Ευρωζώνη αποφύγει τη διάλυση, τη διάσπαση ή τον ακρωτηριασμό των ασθενέστερων μελών της, η δέσμευση κάθε παραγωγικής ικμάδας στην εξυπηρέτηση του χρέους θα καταστήσει το χρέος ακόμη πιο ανεξόφλητο. Αυτός είναι ο πραγματικός «δρόμος προς τη δουλεία» – στον αντίποδα της άλλης «δουλείας» που απεχθανόταν ο πατέρας του οικονομικού φιλελευθερισμού Φρίντριχ φον Χάγιεκ. Ο δρόμος προς τη δουλεία του χρέους. Η κατάληξή του, πέρα από την υποδούλωση των κοινωνιών στο κυνήγι μιας φενάκης, είναι η οικονομική παρακμή και κατάρρευση. Οι Βρυξέλλες, το Βερολίνο, το Παρίσι δεν θα αποφύγουν την τύχη της Ρώμης. Εκτός κι αν εμφανιστεί ένας Χαμουραμπί, ένας Σόλωνας και καταλάβει πως τα χρέη που δεν είναι δυνατό να εξοφληθούν απλούστατα δεν εξοφλούνται. Εκτός κι αν εμφανιστούν κάποιοι αδελφοί Γράκχοι και δεν έχουν κατάληξη να βρεθούν σφαγμένοι στον Τίβερη, στον Σηκουάνα, στον Ρήνο. Ή στον Κηφισό…

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (10/12/2012)

Η τάση που έχουν τα χρέη να αυξάνονται ταχύτερα από τη δυνατότητα του πληθυσμού να τα αποπληρώσει είναι μια βασική σταθερά σε όλη την καταγραμμένη ιστορία. Τα χρέη διογκώνονται με γεωμετρική πρόοδο απορροφώντας το πλεόνασμα και υποβαθμίζοντας όλο και μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού σε κατάσταση αναγκαστικής εργασίας έναντι της υπερχρέωσής του. Για την αποκατάσταση της οικονομικής ισορροπίας η κραυγή του αρχαίου κόσμου για ακύρωση του χρέους διαλαλεί τι έκαναν τα κράτη της Εγγύς Ανατολής της Εποχής του Χαλκού με ένα απλό βασιλικό διάταγμα: διέγραφαν διά μιας τα υπερτροφικά χρέη.

Michael Hudson, «Η δημοκρατία και το δημόσιο χρέος» (δημοσιεύτηκε στην «Frankfurter Algemeine Zeitung», στις 5 Δεκεμβρίου 2011)

Saturday, December 3, 2011

Service (23/12/2011)

Ο κλάδος που ενδεχομένως θα είναι ο μοναδικός με θετικό αναπτυξιακό πρόσημο τα χρόνια της μεγάλης ύφεσης θα είναι των επισκευών. Σχεδόν τίποτα δεν θα αντικαθίσταται πια. Όλα θα επισκευάζονται.

Υπάρχει στη γειτονιά μου ένα κατάστημα επισκευών για μικρές φορητές ηλεκτρικές συσκευές. Κάποτε ήταν μια τρύπα, πιο πολύ αποθήκη θα το έλεγες, τώρα φιλοξενείται σε μεγάλο, προβεβλημένο χώρο και σε κεντρική οδό. Κι έχει εξελιχθεί σε αλυσίδα, με ένα δυο ακόμη καταστήματα. Έχει πάντα κόσμο. Ουρά. Πάντα είχε, αλλά τώρα έχει μεγάλο σουξέ. Οι πελάτες φέρνουν κάθε τι φορητό – όχι τις μεγάλες συσκευές, αλλά ό,τι ηλεκτρικό υπάρχει σπίτι και χρησιμοποιείται σαν επέκταση ή υποκατάστατο των χεριών μας στο νοικοκυριό: ηλεκτρικές σκούπες, σκουπάκια, χύτρες ταχύτητας, σίδερα, πρεσοσίδερα, καφετιέρες, βραστήρες, σεσουάρ, μίξερ, μπλέντερ, αποχυμωτές. Εδώ παρελαύνει ο μικρόκοσμος των πολυεθνικών, κυρίως γερμανικός, αν και made in China. Με όλα τα αναλώσιμα, τα ακριβά γνήσια, αλλά και τα φθηνότερα αντίγραφα. Όλα τα καλά του καταναλωτικού σύμπαντος, που πριν από λίγο καιρό από «διαρκή» είχαν γίνει αναλώσιμα, γιατί εύκολα, με μερικές άτοκες δόσεις, τα αντικαθιστούσαμε με νέα, ανακτούν τώρα το αρχικό χαρακτηριστικό της «διάρκειας». Υπό τον όρο ότι επισκευάζονται, βέβαια.

Το κόστος της επισκευής, ιδιαίτερα όταν γίνεται από τα επίσημα δίκτυα των εταιρειών κατασκευής, σε κάνει ν’ αναρωτιέσαι αν συμφέρει για ένα τόσο δα ασήμαντο ανταλλακτικό από πλαστικό ή μέταλλο να διαθέσεις ακόμη και το μισό της αρχικής αξίας της συσκευής. Αλλά αυτό είναι ένα ρίσκο που το αναλαμβάνουν πια οι πελάτες, έπειτα από μερικά δευτερόλεπτα περισυλλογής, και αφού έχουν ακούσει από τον χαμογελαστό υπάλληλο την τιμή της επισκευής.

Αυτός ο άψογα οργανωμένος μηχανισμός του λεγόμενου after sale service, που ισχύει βεβαίως και για τις άλλες, μεγάλες και πολύ ακριβότερες ηλεκτρικές συσκευές, από τα ψυγεία μέχρι τους υπολογιστές, τα κινητά και τ’ αυτοκίνητα, αποκαλύπτει και μια πρόνοια των πολυεθνικών που ικανοποιούν κάθε ανάγκη ή επιθυμία μας πριν καν εκδηλωθεί. Δεν αφορά απλώς την ικανοποίηση των «δικαιωμάτων του καταναλωτή», με την παροχή μακρόχρονων εγγυήσεων και υπηρεσιών συντήρησης του προϊόντος. Αφορά και την πρόνοια βλάβης όχι στη συσκευή, αλλά «βλάβης» στην αγορά. Μια βαθιά ύφεση, για παράδειγμα, που θα μειώσει ή και εκμηδενίσει την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών, άρα και την κερδοφορία των επιχειρήσεων, από την αγορά συσκευών νέας γενιάς που αντικαθιστούν με ρυθμούς εξαμήνου τις παλαιότερες. Για αγορές σαν την ελληνική, καταδικασμένες να πιάσουν καταναλωτικό πάτο, οι επισκευές είναι μια κάποια λύση για τις εταιρείες που ήδη έχουν επιβραδύνει τους ρυθμούς εισαγωγής των νέων προϊόντων τους. Μαζί με μια δραστική μείωση του κόστους τους στο δίκτυο πωλήσεων, οι επισκευές μπορεί να αποδειχθούν ένα κερδοφόρο υποκατάστατο. Η φτωχοποίηση μιας κοινωνίας δεν σημαίνει καθόλου υποστολή της σημαίας του κέρδους.

Η λεγόμενη οικονομία της αγοράς, λοιπόν, έχει ανταλλακτικά κερδοφορίας ακόμη στην ύφεση. Τα προϊόντα, αν δεν έχουν πάθει το ανεπανόρθωτο, αν δεν τους έχει «καεί ο εγκέφαλος», όπως ακούγεται για τα περισσότερα ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά αγαθά της ψηφιακής εποχής, παίρνουν μια παράταση ζωής, μια μικρή «ανάσταση». Για τους ανθρώπους όμως δεν είναι το ίδιο. Δεν είναι πάντα επισκευάσιμοι. Μπορεί να υπάρχουν τα νοσοκομεία για το «ρεκτιφιέ», τα «σέρβις» και τα «ανταλλακτικά» μας -μερικά στεντς, ένα μπαλονάκι, μια «αλλαγή λαδιών» για επαναφορά από ένα εγκεφαλικό, σπανιότερα μια καινούργια καρδιά, ένα νεφρό- αλλά μερικές φορές η βλάβη είναι ανήκεστος. Και δεν εννοώ τόσο τη φυσική βλάβη, αυτή που φέρνει η φθορά του χρόνου ή η έκθεση στους βιολογικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους. Αλλά τη ζημιά που προκαλεί η έκθεση στους οικονομικούς και κοινωνικούς κινδύνους. Εκεί το after sale service του οικονομικού μας πολιτισμού πάσχει. Κι όχι απλώς πάσχει. Τώρα πια φέρνει σε Καιάδα.

Κοιτάξτε τι γίνεται με τη δημόσια διοίκηση και τη γιγαντοτέραστια «μεταρρύθμιση» της μισθωτής εφεδρείας. Στα 55 τους χρόνια, άνθρωποι με δεκαετίες εμπειρίας βγαίνουν στην απόσυρση, την ίδια στιγμή που το ασφαλιστικό «σύστημα» τείνει στην παράταση του εργάσιμου βίου τουλάχιστον μέχρι τα 65 χρόνια. Σχιζοφρένεια. Κι ακόμη χειρότερα, οι ένα εκατομμύριο άνεργοι, στην πλειοψηφία τους σε παραγωγική ακμή, βγαίνουν περιττοί για άγνωστο διάστημα. Οι τυχεροί που παραμένουν στην παραγωγή πρέπει να συνηθίσουν στην ιδέα ότι θα δουλεύουν περισσότερο και για τουλάχιστον 25% λιγότερα χρήματα. Κι έπειτα, όλοι μαζί, εργαζόμενοι και άνεργοι και συνταξιούχοι πρέπει να εξοικειωθούν με μια ζωή στη ζώνη του λυκόφωτος, στη σφαίρα του απρόβλεπτου. Το λίγο ή το ελάχιστο εισόδημά τους και η όποια αποταμίευση ή περιουσία τους κατά κάποιο τρόπο τελούν υπό εφεδρεία. Υπό φορολογική ομηρία. Κανείς δεν ξέρει πώς θα ξυπνήσουν αύριο ο υπουργός Οικονομικών, η τρόικα, η Γερμανοί επιτηρητές, οι πιστωτές. Ποιο τέχνασμα θα βρουν για να βάλουν στο χέρι ό,τι έχει απομείνει στις τσέπες των φορολογικών υποζυγίων.

Ε, δεν θέλει πολύ ο άνθρωπος. Χαλάει. Στην αρχή η βλάβη φαίνεται ασήμαντη. Το χαμόγελο που σβήνει στα χείλη. Ένας κόμπος στο στομάχι – κατά κανόνα συνδυασμένος με αριθμητικούς υπολογισμούς για το ανέφικτο ισοζύγιο του μήνα. Έπειτα, η ζημιά περνάει στον «κινητήρα», η μηχανή βογκάει, κολλάει στις ανηφόρες, δεν ανεβάζει στροφές. Κατάθλιψη, δυσκινησία ή και πλήρης ακινησία. Δυσκολεύεσαι να προγραμματίσεις τη ζωή σου, τα στοιχειώδη πνίγονται στη ρευστότητα και στην αβεβαιότητα. Ας πούμε ότι μέχρι εδώ επισκευάζεσαι. Το after sale service του συστήματος προβλέπει ασπιρίνες, βιταμίνες, αναλγητικά, καμιά φορά και επιθετική χημειοθεραπεία. Διά βίου κατάρτιση, εκπαίδευση στη στέρηση, εν ανάγκη μετανάστευση, αν είσαι νέος κι έχεις τα κότσια. Η φιλοσοφία της «επισκευής» είναι να ανακατασκευαστούν και να επανασυναρμολογηθούν οι άνθρωποι, έτσι που να μην έχουν την ενοχλητική μνήμη των κεκτημένων, την απαιτητικότητα των καιρών της ευημερίας, την προσδοκία για βελτίωση της ατομικής και συλλογικής κατάστασης.

Στο τέλος, όμως, καίγεται κι ο εγκέφαλος. Κι αυτό δεν είναι σχήμα λόγου. Γίνεται κυριολεξία όταν τόσο μαζικά, τόσο μεγάλα στρώματα της κοινωνίας εξωθούνται σε μακροχρόνια αδιέξοδα. Η παραγωγική, δημιουργική ικμάδα των ανθρώπων χάνεται για χρόνια, ίσως και δεκαετίες. Δεν επισκευάζεται. Ούτε αντικαθίσταται η μια «χαλασμένη» γενιά, από μια επόμενη που θα ζήσει με καλύτερους όρους. Ίσα ίσα, οι απόγονοί μας, τα «ανταλλακτικά» μας στη μηχανή αναπαραγωγής του οικονομικού συστήματος, μπαίνουν σ’ αυτό με πολύ χειρότερους όρους. «Χαλασμένοι», τσαλακωμένοι εξ απαλών ονύχων, γυμνοί από δικαιώματα. Κι όλοι μαζί, ως παρελθόν, παρόν και μέλλον, γλιστράμε προς τη χωματερή της Ιστορίας. Με τον τρόπο που ένα σωρό έθνη οδηγήθηκαν βίαια στην παρακμή.

Ό,τι ισχύει για τους ανθρώπους, σε κάποια αναλογία, ισχύει και για τους πολιτισμούς, για τα οικονομικά και πολιτικά συστήματα. Υπάρχει το διαδεδομένο κλισέ ότι «η κρίση είναι ευκαιρία». Το after sale service της Ιστορίας, είναι αλήθεια, έχει επιφυλάξει ευκαιρίες νεκρανάστασης σε συστήματα που όχι μόνο έφτασαν στο χείλος του γκρεμού, αλλά έπεσαν αυτοβούλως και στην άβυσσό του. Το κραχ του 1929 αποτελεί το κλασικό παράδειγμα δια του λόγου το αληθές. Η κρίση που διαπέρασε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο του μεσοπολέμου οδήγησε στον φασισμό, στον ναζισμό και στον φονικότερο πόλεμο της Ιστορίας. Για τον καπιταλισμό, αυτό το καπάκι της αβύσσου που άνοιξε ήταν μια πραγματικά μεγάλη ευκαιρία αναζωογόνησης. Οι 40 εκατομμύρια νεκροί του πολέμου έγιναν η πρώτη ύλη για μια νέα τάξη πραγμάτων που, παρά τον Ψυχρό Πόλεμο και το αντίπαλο δέος της ΕΣΣΔ και του ανύπαρκτου σοσιαλισμού, αποτέλεσε τη χρυσή μεταπολεμική πεντηκονταετία του καπιταλισμού. Η οικονομία της αγοράς αυτο-επισκευάστηκε θεαματικά. Αλλά εξασφάλισε πράγματι την αθανασία; Θα επαναλάβει το μεταπολεμικό θαύμα μέσα από αυτή τη νέα κρίση που όλα δείχνουν ότι θα θυμίζει τραγικά αυτή του 1929; Με τίποτα! Δεν έχουμε πια να κάνουμε απλώς με βλάβη σ’ ένα εύκολα αντικαταστάσιμο ανταλλακτικό, ούτε καν με βλάβη στον κινητήρα του καπιταλισμού, που η τρίτη τεχνολογική επανάσταση θα τον επισκευάσει και θα τον παραδώσει σαν καινούργιο. Έχει καεί ο «εγκέφαλος». Ζει το απόλυτο burnout. Αδυνατεί να θρέψει ανθρώπινες προσδοκίες. Έχει εξοκείλει από τη νοητή γραμμή της προόδου. Καθιστά όρο της ύπαρξής του την αχρήστευση όλο και περισσότερου ανθρώπινου δυναμικού. Η επιβίωσή του μοιάζει ασύμβατη με την επιβίωσή μας. Τα συμπτώματα είναι όλα γνωστά: η χρηματοπιστωτική κρίση, το χάος στην Ευρωζώνη, η επιταχυνόμενη απομάκρυνση των πολιτικών αποφάσεων από την επιρροή των κοινωνιών, η ροπή στον αυταρχισμό. Και το κυριότερο, αδυνατεί να βρει σημείο ισορροπίας ανάμεσα στα ανταγωνιστικά συμφέροντα που φλερτάρουν ξανά με μια «θερμή» λύση. Αλλά αυτή τη φορά η «θερμή» λύση δεν θα είναι «ευκαιρία». Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα είναι το τέλος.

Πολύ απλά, η «μηχανή» έχει χαλάσει. Δεν επισκευάζεται. Είναι για πέταμα. Οι θυσίες που μας ζητάει για να πάρει παράταση είναι πεταμένα λεφτά, πεταμένες ζωές. Πάμε για αντικατάσταση. Με τι, είναι η άλλη μεγάλη συζήτηση.

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (3/12/2011)

Γεννήθηκα στην Κιβωτό
μαζί με τ' άλλα ζώα
και τώρα εδώ σας τραγουδώ
δαιμόνια κι αθώα

Γεννήθηκα και μου 'δωσαν
για προίκα μια μαγκούρα
να τη βαράω με δύναμη
στου νου μου την καμπούρα

Είμαι εξάρτημα εγώ της μηχανής σας
κι ο γιος μου τ’ ανταλλακτικό
θα ’ναι εντάξει μια ζωή στη δούλεψή σας
είναι από άριστο υλικό.

Γεννήθηκα με ένα γιατί
μες την καρδιά κρυμμένο
ποιους μάγκες εξυπερετώ
ποιοι μ’ έχουν κουρδισμένο

Με φέρανε και μου ’πανε
ποτέ μιλιά μη βγάλω
πως είναι που γεννήθηκα
προνόμιο μεγάλο.

Γεννήθηκα στην Κιβωτό
εννιά και δεκατρία
την ώρα που οι πλανήτες μου
βαράγαν μα...

Μαρία με τα κίτρινα
με βάση τα δεδόμενα
εδώ ο πλανήτης χάνεται
κι εσύ το παίζεις γκόμενα.

Ελένη Βιτάλη, «Η κιβωτός» (στίχοι και μουσική από τον δίσκο «Το απέναντι μπαλκόνι», 1989)

Saturday, November 26, 2011

Επιστροφή στην απολυταρχία (26/11/2011)

Ιδρυτικός μύθος της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ότι αποτελεί το ιδεώδες πλαίσιο εδραίωσης της δημοκρατίας και της ειρηνικής συνύπαρξης των κοινωνιών, στην ήπειρο που κατεξοχήν έχει δοκιμαστεί από ανθρωποκτόνους πολέμους, αυταρχικά καθεστώτα, φασισμούς και αντιδημοκρατικές εκτροπές. Αυτό αποτέλεσε και το θεμελιώδες επιχείρημα της ελληνικής πολιτικής και οικονομικής ελίτ όταν αποφάσισε, με νωπή ακόμη την εμπειρία της δικτατορίας, την ένταξη της χώρας στην τότε ΕΟΚ.

Ένας λίγο μεταγενέστερος μύθος, καλλιεργημένος και διανθισμένος με πλούτο επιχειρημάτων από τους γκουρού του φιλελευθερισμού και αργότερα του νεοφιλελευθερισμού, λέει πως όχι απλώς η Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά ο καπιταλισμός της ελεύθερης αγοράς γενικότερα, αυτός που προβλήθηκε αλλά και επιβλήθηκε σχεδόν σε κάθε γωνιά του πλανήτη, είναι ασύμβατος με οποιοδήποτε άλλο πολιτικό καθεστώς πέρα από τη δημοκρατία. Αγορά και δημοκρατία, λένε, είναι οι όψεις του ίδιου νομίσματος. Η μία είναι alter ego της άλλης. Στο έδαφος αυτής, άλλωστε, της δοξασίας ενθαρρύνθηκε η κατάρρευση των αυταρχικών καθεστώτων του ανύπαρκτου σοσιαλισμού. Και με την ίδια δοξασία ο νεοσυντηρητισμός επένδυσε στις πολεμικές επιχειρήσεις «εξαγωγής της δημοκρατίας» στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν.

Φυσικά, αυτή η αρχή εφαρμόστηκε αλά καρτ, επιλεκτικά, όπως αποδεικνύει μια πανσπερμία εξόφθαλμων εξαιρέσεων: το ημι-απολυταρχικό καθεστώς του ρωσικού καπιταλισμού, όπου συγκυβερνούν οι (εναλλάξ) τσάροι Πούτιν και Μεντβέντεφ με μια ευάριθμη ομάδα ολιγαρχών, η εδραίωση του καπιταλισμού στην Κίνα υπό το καθεστώς μονοκομματικής δικτατορίας, για την αποτελεσματικότητα της οποίας οι φιλελεύθεροι εκφράζουν έναν κρυφό θαυμασμό, η αγωνιώδης προστασία καθεστώτων όπως η Σαουδική Αραβία από τον ιό της «αραβικής άνοιξης».

Η αντίληψη αυτή περί μαθηματικής «ταυτότητας» καπιταλισμού και δημοκρατίας έφτασε στο απόγειό της με την εισήγηση του Φουκουγιάμα για «το τέλος της ιστορίας», που ορίζει τον καπιταλισμό ως το σύστημα που κάνει πραγματικότητα την ευημερία για όλους (τουλάχιστον μια ευημερία αντίστοιχη με αυτή που απεικονίζουν οι χολιγουντιανές ταινίες στα προάστια των αμερικανικών πόλεων), βάζει τέλος στις κοινωνικές και διακρατικές συγκρούσεις και, κυρίως, αναδεικνύει την αντιπροσωπευτική δημοκρατία ως το μόνο πολιτικό μοντέλο εντός του οποίου υλοποιείται η καπιταλιστική «ουτοπία» της αειφόρου ανάπτυξης.

Η διάψευση αυτής της αφήγησης ήταν και παραμένει παταγώδης. Στα 22 χρόνια που μεσολάβησαν, οι πολεμικές συρράξεις και οι «απελευθερωτικές» εκστρατείες της Δύσης ήταν οι μεγαλύτερες σε ανθρώπινο και οικονομικό κόστος από την εποχή του Βιετνάμ. Η εδραίωση του καπιταλισμού στην Ανατολική Ευρώπη συνδυάστηκε με την ανάδυση «γκρίζων» καθεστώτων, που κυμαίνονται από εικονικές κοινοβουλευτικές δημοκρατίες μέχρι κανονικότατες απολυταρχίες. Η απελευθέρωση των αγορών κεφαλαίων και αγαθών και τα προσοδοφόρα συμβόλαια εκμετάλλευσης του φυσικού πλούτου εξυπηρετήθηκαν μια χαρά από τα αποκρουστικά καθεστώτα που κλυδωνίζονται τώρα στον αραβικό κόσμο και που επιβιώνουν, σε συνθήκες αιματηρών εμφυλίων, στην Αφρική. Και φυσικά, το απόλυτο παράδειγμα της ευθέως ανάλογης εξέλιξης πολιτικού αυταρχισμού και ιλιγγιώδους καπιταλιστικής ανάπτυξης παραμένει η Κίνα.

Αλλά, και η ίδια η Ευρώπη, κοιτίδα του καπιταλισμού αλλά και του δημοκρατικού μοντέλου διακυβέρνησης, αποτελεί ένα παράδειγμα αναίρεσης του θεμελιώδους φιλελεύθερου μύθου ότι η αντιπροσωπευτική δημοκρατία αποτελεί το πολιτικό οξυγόνο του οικονομικού μας πολιτισμού. Οι εκτροπές προς τον αυταρχισμό ουδέποτε στάθηκαν εμπόδιο στην ανάπτυξη των βασικών οικονομιών που σήμερα δεσπόζουν στη Γηραιά Ήπειρο. Η Τρίτη Γαλλική Δημοκρατία γεννήθηκε με μια πολιτική γενοκτονία: τον μαζικό τουφεκισμό δεκάδων χιλιάδων κομμουνάρων του 1871. Η σαραντάχρονη δικτατορία του Φράνκο στην Ισπανία και η σχεδόν πενηντάχρονη του Σαλαζάρ στην Πορτογαλία δεν απέκλεισαν τις δυο χώρες από τον ευρωπαϊκό καπιταλιστικό καταμερισμό εργασίας και το ίδιο περίπου ισχύει για την επτάχρονη ελληνική χούντα. Και φυσικά η χιτλερική Γερμανία και η μουσολινική Ιταλία που βύθισαν όλο τον κόσμο στον θάνατο και στην καταστροφή προσέφεραν μιαν επικερδέστατη διέξοδο στην επιχειρηματική ελίτ που επένδυσε στη στρατικοποίηση της οικονομίας των δύο χωρών. Και όχι μόνον αυτών, αν λάβουμε υπόψη την απογείωση της αμερικανικής οικονομίας στη διάρκεια του πολέμου.

Το αντεπιχείρημα σ’ αυτό το σκοτεινό παρελθόν της Ευρώπης είναι, όπως υποστηρίζουν οι γκουρού του φιλελευθερισμού, ότι ο μεταπολεμικός κανόνας, τουλάχιστον για την Ευρώπη, είναι η εμπέδωση του δημοκρατικού μοντέλου στις περισσότερες χώρες που παρέμειναν στον δρόμο της καπιταλιστικής ευημερίας. Ότι το κεϊνσιανό μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης, που στηρίχθηκε στην κοινωνική διαπραγμάτευση και στο κοινωνικό κράτος, βρήκε την ιδεώδη πολιτική απεικόνισή του στη δημοκρατική εναλλαγή των κομμάτων στη διακυβέρνηση. Και ότι το μεγάλο ευρωπαϊκό πείραμα της ενιαίας, απελευθερωμένης αγοράς και του κοινού νομίσματος είναι και ένα πείραμα αναβάθμισης της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Ξαφνικά η δημοκρατία αποκτά διπλή υπόσταση, ως εθνική και ως ευρωπαϊκή. Και οι Ευρωπαίοι αποκτούν διπλή πολιτική δύναμη.

Σ’ αυτή την ειδυλλιακή αφήγηση παραλείπονται, βεβαίως, μερικές κρίσιμες λεπτομέρειες. Όπως, για παράδειγμα, η διατήρηση άκαμπτων δικομματικών εκλογικών συστημάτων τύπου Βρετανίας που αποκλείουν την πλειοψηφία από την εκπροσώπηση και τη διακυβέρνηση, η κατάρρευση του διαβρωμένου από τη διαπλοκή με τη μαφία και τις μυστικές υπηρεσίες κομματικού συστήματος της Ιταλίας πριν από δύο δεκαετίες και η διαδοχή του από τη σκανδαλώδη μπερλουσκονική μιντιοκρατία, η υποβάθμιση του Ευρωκοινοβουλίου σε έναν άχαρο γνωμοδοτικό ρόλο, ή τέλος η αλλεργία που προκαλεί η προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία, όπως συνέβη με το παρ’ ολίγον ελληνικό δημοψήφισμα.

Ωστόσο, αν όλα αυτά αντιμετωπίζονταν ως αναπόφευκτες αποκλίσεις από τον «δημοκρατικό κανόνα» του ευρωπαϊκού καπιταλισμού, σήμερα βρισκόμαστε μπροστά σε κάτι πολύ διαφορετικό. Ο πανικόβλητος τρόπος με τον οποίο η ευρωπαϊκή νομενκλατούρα προσπαθεί να διασώσει την ελευθερία του κεφαλαίου, θυσιάζοντας ζωτικές ελευθερίες των ανθρώπων, ατομικές και συλλογικές, αποτελεί μια ομολογία διάψευσης του φιλελεύθερου μύθου πως αγορά και δημοκρατία, καπιταλισμός και λαϊκή κυριαρχία είναι έννοιες ταυτόσημες. Στον πυρήνα της προωθούμενης μεταρρύθμισης των ευρωπαϊκών συνθηκών βρίσκεται η προσπάθεια στεγανοποίησης της οικονομικής διαδικασίας και των πρωταγωνιστών της -κεφάλαια, αγορές, τεχνοκράτες της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής- από οποιαδήποτε επίδραση της δημοκρατικής διαδικασίας. Τα κέντρα λήψης των αποφάσεων και ρύθμισης (ή απορύθμισης) των αγορών μεταφέρονται σε ένα στενό επιτελείο τεχνοκρατών, στο οποίο συνυπάρχουν ανεξέλεγκτοι εκπρόσωποι του χρηματοπιστωτικού συστήματος, επιχειρηματικά λόμπι και πολιτικοί εκπρόσωποι λίγων ισχυρών χωρών. Μακριά από κάθε επίδραση των κοινωνιών που υποχρεούνται να αποδέχονται φοβισμένες τα εξουθενωτικά αποτελέσματα των πολιτικών αποφάσεων και δικαιούνται απλώς, στην καλύτερη περίπτωση, να διαμαρτύρονται διά της ψήφου τους κάθε τέσσερα χρόνια.

Ακόμη και το τραγελαφικό επεισόδιο με τις «υπογραφές» του Σαμαρά υπό τον εκβιασμό της έκτης δόσης αποκαλύπτει μια βαθιά απέχθεια της ευρωκρατίας απέναντι στην ελεύθερη, δημοκρατική έκφραση του λαού. Τι είδους δέσμευση εκπροσωπούν οι υπογραφές κομμάτων τα οποία, προς το παρόν, είναι άγνωστο αν πραγματικά εκπροσωπούν τη λαϊκή πλειοψηφία; Κι αν οι εκλογές, όποτε γίνουν, φέρουν τα κόμματα της «μεγάλης συγκυβέρνησης» στη θέση μιας ισχνής μειοψηφίας; Να υποθέσουμε ότι θα τιμωρηθεί ο λαός για την αποκοτιά του με στέρηση δόσεων…

Το παράδειγμα της Ευρωζώνης, αν και δεν είναι το μοναδικό όπως δείχνουν ο «τσαρικός» καπιταλισμός της Ρωσίας και ο «κομμουνιστικός» καπιταλισμός της Κίνας, είναι διδακτικό. Αν η υποβάθμιση της δημοκρατίας, η αποδυνάμωση της λαϊκής κυριαρχίας και ο ευνουχισμός του κοινοβουλευτισμού προβάλλονται ως όροι επιβίωσης της Ευρωζώνης, τι μας εμποδίζει να πιστέψουμε ότι το δημοκρατικό μοντέλο για το οποίο επαίρεται η ελίτ της Δύσης δεν ήταν παρά μια παρένθεση προορισμένη να κλείσει; Μήπως ο καπιταλισμός του μέλλοντός μας, καταδικασμένος να επιφέρει απίστευτης έκτασης κοινωνική καταστροφή και να προκαλεί κοινωνικές εκρήξεις, είναι υποχρεωμένος να τις αντιμετωπίζει με αυταρχισμό, καταστολή, νέες απολυταρχίες και σιδερένια φτέρνα; Μήπως η οικονομία της αγοράς και η δημοκρατία εξελίσσονται από σιαμαία -κατά τον φιλελεύθερο μύθο- αδέρφια σε αλληλοαποκλειόμενες καταστάσεις;

Σ’ αυτά τα ρητορικά ερωτήματα υπάρχει, βέβαια, και μια αισιόδοξη οπτική. Η ολίσθηση του οικονομικού μας πολιτισμού σε όλο και πιο αντιδημοκρατικές, απολυταρχικές λύσεις είναι - μαζί με την κρίση που τον διατρέχει παγκόσμια- το σύμπτωμα του επιθανάτιου ρόγχου του. Ο ιστορικός κύκλος τριών αιώνων κλείνει. Κανείς δεν γνωρίζει, όμως, πόσο μακρόχρονη θα είναι αυτή η επιθανάτια αγωνία. Και το χειρότερο, κανείς δεν ξέρει πόσους από μας θα πάρει μαζί του, μέχρι η Ιστορία να του κλείσει τα μάτια. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις οι κοινωνίες διαθέτουν μία λύση: την ευθανασία.

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (26/11/2011)

Η εκκένωση των «προοδευτικών δημοκρατιών», δηλαδή η αποβολή του συγκεκριμένου αντιφασιστικού τους χαρακτήρα που είχε μεταφραστεί σε συνταγματικές αρχές, πραγματοποιήθηκε σε δύο συγκλίνοντα επίπεδα: σε θεσμικό επίπεδο με την ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας και με εκλογικούς νόμους που μετατοπίζουν το εκλογικό σώμα προς το κέντρο και επιλέγουν με περιουσιακά κριτήρια το πολιτικό προσωπικό, οδηγώντας στην οριστική ήττα της καθολικής ψηφοφορίας. Σε πρακτικό επίπεδο με την αύξηση της «επιρροής» που ασκούν οι ισχυρές ολιγαρχίες στο σύνολο της κοινωνίας ( αποψίλωση των νομοθετικών εξουσιών των κοινοβουλίων, ενίσχυση των τεχνοκρατικών και χρηματοπιστωτικών οργανισμών, συστηματική διάδοχη της κουλτούρας του πλούτου, ή μάλλον του μύθου και της λατρείας του πλούτου μέσα από ένα βαθιά διαβρωτικό σύστημα μαζικής ενημέρωσης)…
Στο τέλος επήλθε η επικράτηση, της οποίας η διάρκεια προβλέπεται μακρά, εκείνου που οι Έλληνες αποκαλούσαν «μεικτό πολίτευμα», όπου ο λαός εκφράζεται, αλλά αυτοί που έχουν τον πρώτο λόγο είναι οι κατέχοντες. Σε πιο σύγχρονη γλώσσα, πρόκειται για τη νίκη μιας ολιγαρχίας δυναμικής με πυρήνα τη μεγάλη συγκέντρωση πλούτου, αλλά ικανής να οικοδομεί τη συναίνεση και να νομιμοποιεί ελέγχοντας τους εκλογικούς μηχανισμούς.

Λουτσιάνο Κάνφορα, «Η δημοκρατία: Ιστορία μιας ιδεολογίας»

Saturday, November 19, 2011

Τρύπες της Ιστορίας (19/11/2011)

Θέλω δεν θέλω, ξανακάθισα στα θρανία. Λόγω της κόρης μου. Ξεφυλλίζω τα βιβλία της Α΄ Γυμνασίου και αντιλαμβάνομαι ένα άλμα που έχει συντελεστεί τα 35 χρόνια που με χωρίζουν από το σχολείο. Άλμα όχι απαραίτητα καλό. Η κλασική, αφαιρετική αλλά καλά «εικονογραφημένη» αφήγηση της γενιάς μου έχει αντικατασταθεί από έναν λόγο επιστημονικοφανή, γεμάτο στρυφνούς όρους, ακατάληπτους για τους εφήβους του Facebook, της τηλοψίας και της χαλαρής σχέσης με το βιβλίο. Η πρόθεση να γίνει η γνώση ουσιαστική εξελίσσεται σε μια άκαμπτη άσκηση λεξιλαγνικής δεξιότητας.

Διαβάζω από το βιβλίο της Ιστορίας: «Από το 1100 μέχρι περίπου το 950 π.Χ., η Ελλάδα βρίσκεται σε κρίση. Ο πληθυσμός μειώνεται δραστικά. Η οικονομία επανέρχεται σε πρωτογενή σχήματα… Η κεντρική εξουσία εξασθενεί, σχεδόν εξαφανίζεται…». Κι αλλού: «Σε αυτή την περίοδο, η Ελλάδα διαμορφώνεται φυλετικά, οι Έλληνες μορφοποιούν όλα εκείνα τα στοιχεία που θα τους επιτρέψουν να αναπτύξουν τον δικό τους πολιτισμικό λόγο…». Πιάσ’ τ’ αυγό και κούρεψ’ το. Αλήθεια, τι πραγματικά συνέβη σ’ αυτούς τους ανθρώπους του τόσο μακρινού παρελθόντος, που ακόμη και των ηγετών τους τα ονόματα μας είναι άγνωστα; Γιατί κατέρρευσαν τα μυκηναϊκά βασίλεια, πώς καταστράφηκαν τα επιβλητικά ανάκτορά τους, γιατί παρήκμασε το ναυτικό τους που όργωνε όλη τη Μεσόγειο με τα ξύλινα καράβια του; Τι σήμαινε κρίση, οικονομική, πολιτική και κοινωνική κατάρρευση στη δεύτερη ή στην πρώτη χιλιετία προ Χριστού;

Είναι μάταιο να προσπαθεί κανείς να βρει αναλογίες ανάμεσα στη δική μας κρίση και στην κρίση αυτής της τόσο σκοτεινής, «λιγομίλητης» ιστορικά εποχής των κατά συνθήκην προγόνων μας. Η τραπεζική δεν έχει ακόμη ανακαλυφθεί, νόμισμα δεν υπήρχε, οι εμπορικές ανταλλαγές των Μυκηναίων με τους πιο μακρινούς εταίρους τους, τους Αιγυπτίους για παράδειγμα, γίνονταν σε είδος, τα ανάκτορά τους βασίζονταν στον πλούτο που παραγόταν στην επικράτειά τους, το υποτυπώδες φορολογικό τους σύστημα στηριζόταν κι αυτό στην εγχώρια παραγωγή και στο εμπόριο, οι άνακτες δεν δανείζονταν από άλλα βασίλεια, ακόμη και η πολεμική τους δράση ήταν συχνά μια εμπορική συναλλαγή – έδιναν στρατιώτες, έπαιρναν αγαθά ή δούλους. Αλλά, έπειτα από τρεις αιώνες ακμής και προόδου, κατέρρευσαν μυστηριωδώς. Πάντως, όχι υπό το βάρος μιας κρίσης χρέους.

Θεωρίες για τους Μυκηναίους ή για τους Μινωίτες και τους Κυκλαδίτες, που ακολούθησαν μιαν ανάλογη τροχιά ακμής και παρακμής, υπάρχουν πολλές. Όπως και για όλες τις μικρές ή μεγάλες αυτοκρατορίες οι οποίες έλαμψαν για μερικούς αιώνες στην εύκρατη ζώνη του πλανήτη, που είχε και έχει το προνόμιο να φιλοξενήσει τους λεγόμενους μεγάλους πολιτισμούς από τα προϊστορικά χρόνια μέχρι τις μέρες μας. Για ορισμένους απ’ αυτούς έχουν διασωθεί λαμπερές ή εφιαλτικές λεπτομέρειες για το πώς πέτυχαν και πώς κατέρρευσαν υπό το βάρος της ίδιας της επιτυχίας τους. Οι πρωταγωνιστές τους κατά κανόνα έδρασαν αδιάφοροι για το στίγμα που θα αφήσουν στην Ιστορία, κινούμενοι από απληστία, ιδιοτέλεια, αλαζονεία, περηφάνια και -σπανιότερα- από μια γνήσια αγωνία για τις κοινωνίες που κυβερνούσαν. Και οι κομπάρσοι αυτών των πολιτισμών, άνθρωποι καθημερινοί, αγρότες, τεχνίτες, έμποροι, δούλοι, δουλοπάροικοι, μισθωτοί, άνδρες και γυναίκες υπήρξαν κι έδρασαν κινούμενοι απλά από το ένστικτο της επιβίωσης. Αλλά και από έναν ακαταμάχητο πόθο για ελευθερία που συχνά τούς μεταμόρφωνε, από ειρηνικούς και ανυποψίαστους παραγωγούς, σε στίφη πολεμιστών, σε ορδές πεινασμένων μεταναστών ή σε επαναστατημένα πλήθη ανθρώπων. Πάντως, ανεξάρτητα από τις προθέσεις πρωταγωνιστών και κομπάρσων της Ιστορίας, τα μεγάλα της κεφάλαια, αυτά που διασώζονται ως στιγμές ακμής ή δραματικής αντίστασης στην παρακμή, γράφτηκαν όταν οι αποφάσεις βγήκαν από τους χοντρούς τοίχους των ανακτόρων κι έγιναν υπόθεση των χιλιάδων ανώνυμων υπηκόων. Αυτό δεν το γνώριζαν ενδεχομένως οι ανυποψίαστοι Μυκηναίοι, που απορούσαν γιατί τα πλοία που έφευγαν για τις άλλες αγορές με το στάρι ή το αρωματικό τους λάδι, για να επιστρέψουν με χαλκό, χρυσό ή ελεφαντόδοντο, δεν γύρισαν ποτέ. Αλλά το γνωρίζουμε εμείς, που έχουμε το προνόμιο να ρίχνουμε λοξές, χρήσιμες ματιές στο παρελθόν 3.000 και πλέον χρόνων.

Αναρωτιέμαι, όμως, αν το γνωρίζουν κι αυτοί, στα ανάκτορα των Αθηνών ή των Βρυξελλών, που τόσο συχνά καταχρώνται τις επικλήσεις στην Ιστορία. Μιλώντας για ιστορικές συμφωνίες της 21ης Ιουλίου ή της 27ης Οκτωβρίου, για ιστορικά βήματα συναίνεσης στην Ελλάδα, για ιστορικές αλλαγές ή κρίσιμες καμπές της Ιστορίας, για την ιστορική κατάκτηση του ευρώ, που -αν χαθεί- η Ιστορία θα μας αποβάλει από τα κιτάπια της. Έχουν εκείνο το ύφος του προνομιακού πελάτη της Ιστορίας, η οποία πάντως είναι άγνωστο αν θα τους κάνει τη χάρη έστω και μιας απλής καταγραφής στις υποσημειώσεις της.

Προσπαθήστε να κάνετε μια φανταστική προβολή στο μέλλον. Σε χίλια χρόνια από τώρα. Τι θα έχει διασωθεί στη συλλογική μνήμη της ανθρωπότητας απ’ αυτό που διαδραματίζεται στην Ευρώπη; Ίσα ίσα, ο ιστορικός του μέλλοντος θα έχει πρωτίστως την υποχρέωση να ξεσκαρτάρει δισεκατομμύρια άχρηστες πληροφορίες, σωζόμενες στους ψηφιακούς «δίσκους της Φαιστού». Κι απ’ αυτό το ξεσκαρτάρισμα είναι βέβαιο ότι δύσκολα θα διασωθούν κάποιοι κύριοι Papademos, Μόντι, Μέρκελ, Σαρκοζί, Γιούνκερ ή Ρεν, που μιλούν και συμπεριφέρονται λες και σηκώνουν όλο το βάρος του κόσμου, αν και κάνουν το αντίθετο: ρίχνουν όλο το βάρος στον κόσμο. Ίσως κι όλη η ενδεκάχρονη περιπέτεια του ευρώ ή η πενηντάχρονη διαδρομή της ευρωπαϊκής ενοποίησης ενταχθεί από τους ιστορικούς του μέλλοντος σε εκείνες τις δυσανάγνωστες περιόδους της ανθρωπότητας, στις μαύρες τρύπες της Ιστορίας που η αναλυτική τους καταγραφή περισσότερο μπελά παρά όφελος σήμαναν για την ανθρώπινη πρόοδο. Αν υποθέσουμε μάλιστα ότι σε χίλια χρόνια από τώρα θα έχει πράγματι επέλθει το πολλάκις αναγγελθέν «τέλος της Ιστορίας», με κοινωνίες απελευθερωμένες από τον ανταγωνισμό και τον αλληλοσπαραγμό, αναπαυμένες σε μια γλυκιά ρουτίνα ευημερίας, ελεύθερες από κοινωνικούς καταναγκασμούς, είναι αμφίβολο αν η περιπέτεια του ευρώ θα τύχει μιας μικρής υποσημείωσης.

Βλέπετε, η Ιστορία είναι εκλεκτική. Τίμησε όλες τις μακραίωνες αυτοκρατορίες, κι ας ήταν βουτηγμένες στο αίμα, συνδεδεμένες με απάνθρωπους πολέμους και διωγμούς πληθυσμών, απίστευτη καταπίεση και στερήσεις ελευθερίας. Αλλά τις τίμησε υπό την προϋπόθεση ότι, ανεξάρτητα από τη βούληση και τη σκληρότητα των πρωταγωνιστών τους, άφησαν πίσω τους επιτεύγματα και κατακτήσεις που συνιστούν άλματα στον ανθρώπινο πολιτισμό.
Ποιο είναι το άλμα που συντελείται στην Ευρωζώνη; Η ύπαρξη ενός κοινού νομίσματος που αποτελεί πεμπτουσία του χρηματικού φετιχισμού, σφραγίδα της τραπεζοκρατίας;
Ποια είναι η συμβολή στην εξέλιξη του πολιτικού πολιτισμού; Η αποξένωση των κοινωνιών από τις αποφάσεις, η συρρίκνωση της δημοκρατίας και η συγκέντρωση της εξουσίας σε μια σέχτα ιεροφαντών του χρήματος;
Ποια είναι η ώθηση που δίνει η Ευρωζώνη στην ειρηνική συνύπαρξη των εθνών και των κοινωνιών; Ο διαχωρισμός τους σε πλούσιο Βορρά και φτωχό Νότο, η καλλιέργεια του φθόνου ανάμεσα σε «ράθυμους μπαταχτσήδες» και «παραγωγικούς δανειστές»; Η υποδαύλιση νέων εθνικών ανταγωνισμών που εκκολάπτουν τους πολέμους του μέλλοντός μας;
Ποια είναι η συμβολή της Ε.Ε. στην ανθρώπινη χειραφέτηση; Η μετατροπή ολόκληρων χωρών σε υποζύγια των πιστωτών; Η υποθήκευση του μέλλοντος μιας ολόκληρης γενιάς στην αποπληρωμή του χρέους; Η εξώθηση των κοινωνιών σε νέα κύματα μεταναστευτικής φυγής;

Ποια είναι τα πολιτιστικά και πνευματικά επιτεύγματα που θα αντέξουν στον χρόνο; Το φρούριο της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας, το Berlaymont, οι δυσανάγνωστες και διαρκώς αναθεωρούμενες ευρωπαϊκές συνθήκες ή η ανάδειξη του νεοφιλελευθερισμού, στην πιο ακραία και απάνθρωπη εκδοχή του, σε σύνταγμα της τραπεζοκρατούμενης Γιουρολάνδης;
Και, τέλος, ποιο είναι το «κοινωνικό συμβόλαιο» με το οποίο η Ευρωζώνη επιδιώκει να δεσμεύσει 300 εκατομμύρια ανθρώπους; Η διαρκής επιδείνωση της ζωής τους εν ονόματι της ευημερίας των αριθμών;

Ευτυχώς, η Ιστορία, όπως είπαμε, είναι εκλεκτική και ολιγογράφος. Γράφει το βιβλίο της με εξαιρετική λιτότητα, ακριβώς για να το καταστήσει πιο πλούσιο. Και δυστυχώς -για να παραφράσουμε τον πρωθυπουργό Λ. Παπαδήμο, που στις προγραμματικές δηλώσεις μας είπε πως «ένα εκατοστό εθνικής ευθύνης ισοδυναμεί με ένα μέτρο οικονομικής και κοινωνικής προόδου»- η ανθρωπότητα για κάθε σταγόνα προόδου αφήνει πίσω της τόνους από σκουπίδια. Γι’ αυτό κι ο κάδος απορριμμάτων της Ιστορίας είναι τεράστιος. Και μπορεί να χωρέσει σούμπιτη την παλινδρομική περιπέτεια του ευρώ.

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ(19/11/2011)

Επίσκοποι και προεστοί
κατακτητές και στρατηλάτες
επαναστάτες και αστοί
της Ιστορίας οι πελάτες.

Στο Σούλι και στην Αλαμάνα
κάναμε φως τη συμφορά
θα μας θυμούνται τάχα μάνα
καμιά φορά;

Χτυπάτε της οργής προφήτες
καμπάνα στην Καισαριανή
να ’ρθουν απόψε οι Διστομίτες
να ’ρθουν κι οι Καλαβρυτινοί
με σπαραγμό κι απελπισία
για τη χαμένη τους θυσία.

Άραγε είναι αληθές ότι η θυσία των απέβη επί ματαίω;
Ουδείς δύναται να αποφανθή μετά βεβαιότητος και ουδείς δύναται να προεξοφλήση το μέλλον, διότι η ιστορία των ανθρώπων είναι μία συνεχής παλινδρόμησις. Αλλά με την διαρκώς ογκούμενην υπερτροφίαν της Αττικής αι προοπτικαί διαγράφονται σκοτειναί. Οι αρχαίοι θεοί δεν υπάρχουν πλέον δια να δώσουν την λύσιν, και ούτω, θάττον η βράδιον, αι Αθήναι θα συγκεντρώσουν εις τους κόλπους των και θα εξαφανίσουν διά παντός την ελληνικήν αρετήν, ως ο Κρόνος εις το απώτατον παρελθόν κατέτρωγε τα ίδια αυτού τέκνα ή ως ο Ήλιος εις το απώτατον μέλλον θα συγκεντρώσει εις τας αγκάλας του τους πλανήτας του
και θα καταβροχθίσει αυτούς! Γένοιτο! και εις τους αιώνας των αιώνων αμήν.

Πότε θ’ ανθίσουνε τούτοι οι τόποι;
Πότε θα ’ρθούνε καινούργιοι ανθρώποι
να συνοδεύσουνε τη βλακεία
στην τελευταία της κατοικία;

Νίκου Γκάτσου, «Ελλαδογραφία» (από τον δίσκο του Μ. Χατζιδάκι «Τα παράλογα»)

Saturday, November 12, 2011

Η χούντα του ευρώ (12/11/2011)

«...O λαός
έχασε την εμπιστοσύνη της κυβέρνησης
και δεν μπορεί να την ξανακερδίσει
παρά μονάχα με διπλή προσπάθεια. Δε θα’ ταν τότε
πιο απλό, η κυβέρνηση
να διαλύσει το λαό
και να εκλέξει έναν άλλον;»


Μ’ αυτό τον ποιητικό
σαρκασμό απαντούσε ο Μπρεχτ στην αντίδραση του ανατολικογερμανικού καθεστώτος στην εξέγερση του 1953. Όπως συμβαίνει με κάθε καθεστώς, ανεξαρτήτως της αυταρχικής ή δημοκρατικής περιβολής του, η ανατολικογερμανική ηγεσία λάτρευε τον λαό όσο αυτός χειροκροτούσε τις επιλογές της. Κι όταν το χειροκρότημα σταματούσε, το πρόβλημα δεν το είχε το καθεστώς αλλά ο λαός φυσικά. Κι επειδή δεν είχε ανακαλυφθεί τρόπος αντικατάστασης του λαού, το πρόβλημα του καθεστώτος ήταν πάντα η «συμμόρφωση» και «αναμόρφωση» του λαού.

Στη σαπουνόπερα της «εθνικής σωτηρίας» που παρακολουθούμε εδώ και δέκα μέρες μεταξύ Βρυξελών και Αθηνών, όπως θα έχετε παρατηρήσει, δεν υπάρχει πουθενά ο λαός. Υπάρχει ο Παπανδρέου, ο Σαμαράς, ο Καρατζαφέρης, η Μπακογιάννη, ο Παπαδήμος, ο Ρουμελιώτης, ο Διαμαντούρος, ο Ρεν, η Λαγκάρντ, ο Ντράγκι, η Μέρκελ, ο Σαρκοζί και ο Ομπάμα, φυσικά, υπάρχουν χίλιοι δύο τύποι, κομισιονάριοι, υπουργοί, υπουργίσκοι, αξιωματούχοι, τεχνοκράτες, υπάλληλοι, τραπεζίτες από κάθε ευρωπαϊκή πρωτεύουσα, υπάρχουν οι άνκορμεν και οι ακατάσχετα ομιλούσες κεφαλές της τηλεόρασης, αλλά δεν υπάρχουν οι Έλληνες πολίτες. Λες και εφαρμόστηκε κατά γράμμα και κατά κυριολεξία η σαρκαστική συμβουλή του Μπρεχτ, κι ο ανεπίδεκτος μαθήσεως ελληνικός λαός -οι τεμπέληδες, οι μπαταχτσήδες, οι διεφθαρμένοι, οι ακατέργαστοι, οι απατεώνες Έλληνες- απολύθηκε για να αντικατασταθεί από έναν άλλο λαό. Έναν λαό ολιγάριθμο, ακριβοπληρωμένο, γραβατωμένο και πάντα ατσαλάκωτο, διεσπαρμένο σε πολυτελή γραφεία στις πρωτεύουσες του κόσμου, κυρίως στις Βρυξέλες και στη Φρανκφούρτη, μα πάντως άξιο εμπιστοσύνης.

Παλιότερα, όταν η δημοκρατία δεν ήταν παντού απαραίτητη κι οι Αμερικανοί «έσπερναν» την υφήλιο με χούντες, το πρόβλημα λυνόταν δραστικά με τον στρατό. Ο στρατός αντικαθιστούσε τον λαό και διόρθωνε με τα όπλα, τις φυλακίσεις, τα βασανιστήρια, τις εξορίες τις λανθασμένες και καταστροφικές επιλογές του. Με τον καιρό τα πραξικοπήματα έγιναν «πασέ». Ίσως ξεπεράστηκε η τεχνογνωσία της δικτατορίας, ίσως να θεωρείται πια ακριβή και ασύμφορη η συντήρηση μιας χούντας σε περιόδους «δημοσιονομικής προσαρμογής». Ίσως πάλι να θεωρήθηκε πιο αποτελεσματική η «εξαγωγή της δημοκρατίας» – αυτής της ειδικού τύπου «δημοκρατίας» που προσκυνά την προτεραιότητα της αγοράς και δεν αμφισβητεί τις γεωπολιτικές ηγεμονίες του κόσμου μας. Αλλά κι αυτή η εξαγόμενη δημοκρατία ήταν αδύνατη χωρίς τα όπλα, τις στρατιωτικές επεμβάσεις, τους βομβαρδισμούς. Οι ευρωατλαντικοί σύμμαχοι, εδώ και μια εικοσαετία, εφάρμοσαν αποτελεσματικά την τεχνική «ανακατασκευής» ή «αντικατάστασης» των λαών διά της εξαγωγής της δημοκρατίας στην ανατολική Ευρώπη, στα Βαλκάνια, στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν και εσχάτως στη Μέση και Εγγύς Ανατολή.

Στην περίπτωσή μας τα πράγματα αποδείχθηκαν λίγο πιο περίπλοκα. Η κρίση χρέους στην Ελλάδα και στην Ευρωζώνη και η παταγωδώς αποτυχημένη διαχείρισή της από τους ευρωκράτες και τους εγχώριους υφισταμένους τους ανέδειξαν τον παράγοντα λαό που φοβάται, αποδοκιμάζει, διαμαρτύρεται, αντιδρά, αγανακτεί, απορρίπτει και έχει οδηγήσει το πολιτικό σύστημα σε πλήρη χρεοκοπία. Αυτή είναι η πρώτη, κανονική, πλήρης χρεοκοπία που έχει συντελεστεί πριν από την οικονομική χρεοκοπία, με αδιάψευστους μάρτυρες τις διαδηλώσεις, τις απεργιακές αντιδράσεις, τις δημοσκοπήσεις. Η πολιτική χρεοκοπία στις δημοκρατίες, αυτές τις έστω ανάπηρες δημοκρατίες, με έναν τρόπο μόνο διορθώνεται. Ο λόγος δίνεται στον λαό. Είτε για να καταγραφεί ένας νέος συσχετισμός δύναμης στο κομματικό σύστημα μέσω των εκλογών και να αναδειχθούν οι εναλλακτικές λύσεις διακυβέρνησης. Είτε για να τοποθετηθούν οι πολίτες πάνω στα κρίσιμα διλήμματα της πολιτικής μέσω δημοψηφίσματος, το αποτέλεσμα του οποίου περιορίζει αυτόματα τις επιλογές μιας κυβέρνησης και οδηγεί ενδεχομένως πάλι σε εκλογές.

Ανεξάρτητα από το αν το παπανδρεϊκό δημοψήφισμα ήταν μπλόφα ή γκάφα, ανεξάρτητα και από το αν οι εκλογές που ζητεί η αντιπολίτευση περιέχουν και την ιδιοτελή προσδοκία να αναβαθμίσουν την ισχύ τους και την επιρροή τους στη διακυβέρνηση (ή να την αναλάβουν, όπως ευελπιστεί ή Ν.Δ.), η αντίδραση των ευρωηγεμόνων αποκαλύπτει βαθύ μίσος στη δημοκρατία. Οι εκλογές, το δημοψήφισμα, η διαμεσολάβηση του λαού στη διαχείριση των αποφάσεων που κρίνουν το μέλλον και την επιβίωσή του αντιμετωπίζονται σαν μια ανωμαλία, μια παρέκκλιση, μια εκτροπή από τη φυσιολογική ροή των πραγμάτων. Η ίδια η δημοκρατία εξοβελίζεται σαν μια ακριβή και περιττή πολυτέλεια από το ιερατείο των Βρυξελλών και της Φρανκφούρτης.

Κι αυτό πια δεν είναι μια ανομολόγητη πίστη. Οι ευρωκράτες ξεπέρασαν τους εαυτούς τους, βιάζοντας και σκοτώνοντας τη δημοκρατία στην υποτιθέμενη κοιτίδα της, στην Αθήνα. Το αλισβερίσι δηλώσεων, υποδείξεων και εκβιασμών που διατυπώθηκαν δημόσια από αμετροεπείς τύπους που δεν εκπροσωπούν τίποτα και κανέναν -πέρα από τις αγορές και τη χρηματοπιστωτική δικτατορία -, όπως ο Όλι Ρεν, αποκαλύπτει την πρόθεση να αποκτήσει θεσμική υπόσταση και κοινωνική νομιμοποίηση αυτή η δικτατορία. Ο τρόπος που παραβιάστηκε άγαρμπα ακόμη και το σαβουάρ βιβρ της μη επέμβασης στην εσωτερική πολιτική ζωή μιας χώρας, η επιμονή να υποδειχθεί το σχήμα, το περιεχόμενο, ακόμη και τα πρόσωπα της αναγκαστικής συγκυβέρνησης ΠΑΣΟΚ - Ν.Δ. και να αποτραπεί η διαμεσολάβηση του λαού στη μακρόχρονη δέσμευσή του με το αγνώστου περιεχομένου «συμβόλαιο πιστωτικής κατοχής της χώρας» αναδεικνύει φόβο και μίσος στις κοινωνίες. Αποδεικνύει πως στο μυαλό των ευρωκρατών η διάσωση του ευρώ είναι περίπου ασύμβατη με τη δημοκρατία.

Φυσικά, βρίσκουν και τα κάνουν. Σε άλλες εποχές, ακόμη και πριν από λίγα χρόνια θα ήταν αδιανόητο μια κυβέρνηση ή μια αξιωματική αντιπολίτευση να ανέχεται τους προσβλητικούς εκβιασμούς των «δυνάμεων κατοχής» χωρίς να τα έχει κάνει μπουρλότο. Ωστόσο, ο αστικός κόσμος στο σύνολό του, απεμπολώντας ακόμη και τα ανακλαστικά αυτοσυντήρησής του, επέλεξε να δικαιώσει τις επικρίσεις για συμπεριφορά «Τσολάκογλου», επέλεξε στάση πλήρους υποτέλειας εν ονόματι μιας αμφίβολης «εθνικής σωτηρίας». Τι πιο χαρακτηριστικό από τον βουλευτή της Ν.Δ. που ζήτησε «ακόμη και τον Φούφουτο να βάλουν πρωθυπουργό» προκειμένου να σχηματιστεί κυβέρνηση που θα επικυρώσει τη νέα δανειακή σύμβαση;

Μέρες που έρχονται, όλα όσα συμβαίνουν δίνουν μια απίστευτα νέα επικαιρότητα στο ξεθωριασμένο στη συλλογική μνήμη μήνυμα της 17ης Νοέμβρη. Το μείζον εθνικό, κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό ζήτημα δεν είναι η 6η δόση και το νέο δάνειο, είναι η υπεράσπιση της δημοκρατίας. Και δεν είναι μόνο ελληνικό ζήτημα. Είναι πανευρωπαϊκό. Είμαστε μάρτυρες ενός πανευρωπαϊκού πραξικοπήματος, μιας χούντας του ευρώ που επιχειρεί να εδραιώσει τη θέση της με όλες τις κοινωνίες, αλλά πρωτίστως τις υπό χρεοκοπία, απέναντί της. Η χούντα του ευρώ δεν είναι μια απροσδιόριστη κατάσταση, ένα σχήμα λόγου. Είναι κάτι απολύτως χειροπιαστό, συγκροτημένο και προσωποποιημένο. Είναι το περίφημο «γκρουπ της Φρανκφούρτης» που έχει επισημοποιήσει την εδραίωσή του ως ηγεσίας της Ευρωζώνης σε όλα τα όργανα και τις διαδικασίες της, σε μιαν εξόφθαλμη θεσμική εκτροπή, συμβολικά εκφρασμένη στις κονκάρδες με την επιγραφή «Frankfurt Group» που φορούν οι άνθρωποι της χούντας του ευρώ σε όλα τα ευρωπαϊκά fora. Είναι οι «Μερκεζί» και οι αξιωματούχοι Γερμανίας και Γαλλίας, είναι η ηγεσία και οι τεχνοκράτες της ΕΚΤ, οι επίτροποι και τα στελέχη της Κομισιόν, ο επικεφαλής του Eurogroup Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Χέρμαν βαν Ρομπάι, η Λαγκάρντ κι όλοι οι εγκατεστημένοι στην Ευρώπη τεχνοκράτες του ΔΝΤ, είναι και οι εκπρόσωποι των τραπεζών, απαραίτητοι πλέον σε κάθε πολιτική απόφαση για το μέλλον της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης. Είναι μια δράκα ανθρώπων που επιβάλλουν σε κυβερνήσεις και κοινωνίες την πυγμή τους χωρίς καμιά δημοκρατική νομιμοποίηση, υπεράνω λογοδοσίας και πολιτικού ή κοινωνικού ελέγχου (προσέξτε και τη σημειολογία των προσώπων που παρήλασαν ως υποψήφιοι πρωθυπουργοί: ένας άνθρωπος της ΕΚΤ, ένας άνθρωπος του ΔΝΤ, δύο άνθρωποι της ευρωπαϊκής νομενκλατούρας. Δικά τους παιδιά, εν ολίγοις…). Είναι ένα ιερατείο θρησκόληπτα προσηλωμένο στις πιο ακραίες, ανάλγητες, νεοφιλελεύθερες συνταγές διάσωσης των αγορών και των τραπεζών και καταστροφής των κοινωνιών. Είναι μια χούντα με όλη τη σημασία της λέξης, μόνο που αντί όπλων -προς το παρόν- βομβαρδίζει τις κοινωνίες με τον φόβο της χρεοκοπίας, την απειλή πιστωτικού στραγγαλισμού, τον εκβιασμό αποβολής από το ευρώ και τον βάναυσο βιασμό της κυριαρχίας και της δημοκρατίας.

Αλλά, όταν η χούντα του ευρώ αμφισβητεί τον πυρήνα της ύπαρξης ενός κράτους -την εθνική κυριαρχία του, τη δημοκρατία του και τους όρους επιβίωσης της κοινωνίας του-, ποιο ακριβώς είναι το κίνητρο παραμονής στο ευρώ που προβάλλεται ως «εθνική σωτηρία»; Ποιο είναι το κίνητρο αποφυγής ακόμη και αυτής της χρεοκοπίας και της επιστροφής στο εθνικό νόμισμα που προβάλλεται ως μπαμπούλας στους οικονομικά εξουθενωμένους και πολιτικά ακρωτηριασμένους πολίτες;

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (12/11/2011)

Η εμμέσως αντιπροσωπευτική δημοκρατία λειτουργεί βάσει θεμελιωδών κανόνων δικαίου, το σύνολο των οποίων συνιστά το Σύνταγμα κάθε χώρας. Σε ορισμένες έκτακτες περιπτώσεις -στρατιωτική κατοχή, δικτατορία οικονομικοπολιτική επιτήρηση, δημοσιονομική εξυγίανση κ.λπ.- η ισχύς του γενικού αυτού νόμου αναστέλλεται (ρητώς στις δύο πρώτες περιπτώσεις και σιωπηρώς στις υπόλοιπες). Υπό παρόμοιες συνθήκες, εννοείται ότι οποιαδήποτε αναφορά στο Σύνταγμα καθίσταται πλέον άνευ νοήματος ή -προκειμένου για την ελληνική περίπτωση- παραπέμπει αποκλειστικώς στην ομώνυμη πλατεία. Στην τελευταία συγκεντρώνονται πλήθη διαμαρτυρομένων, ενίοτε δε και οργισμένων, πολιτών. Οι συγκεκριμένοι άνθρωποι αποδεικνύονται συνήθως ανίκανοι να αντιληφθούν την ανάγκη συμμόρφωσής τους προς το σύνολο των αποφάσεων του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτικού συστήματος και ως εκ τούτου μετατρέπονται σε εκούσιους ή ακούσιους υπονομευτές του. Στις περιπτώσεις αυτές, η δημοκρατική νομιμότητα αποκαθίσταται διά της βίας (βλ. έκτο κεφάλαιο, «Η ενστολοκρατία»).
Νίκου Κουνενή, «Περί δημοκρατίας: σάτιρα ηθών και θεσμών»

Monday, November 7, 2011

Η ΣΥΝΩΜΟΣΙΑ ΤΩΝ ΑΥΤΟΧΕΙΡΩΝ (5/11/2011)

Η καλή και αισιόδοξη είδηση της εβδομάδας, από τις ελάχιστες που υπήρξαν, είναι η ανακοίνωση Αυστραλών επιστημόνων ότι πλησιάζουν ταχύτατα στη δημιουργία θεραπείας αντιγήρανσης που θα επιτρέψει στους ανθρώπους να ζουν μέχρι τα 100, ίσως και τα 150 χρόνια. Οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι αυτό μπορεί να επιτευχθεί μ’ έναν συνδυασμό θεραπείας βλαστοκυττάρων που βοηθούν το σώμα να «επισκευάσει» τον εαυτό του και με τη χρήση συνθετικών μορίων που βασίζονται στη χημική ουσία ρεσβερατρόλη και ενεργοποιεί τις πρωτεΐνες σιρτουίνες που παρατείνουν τη ζωή των κυττάρων. Τέλος πάντων, οι λεπτομέρειες δεν έχουν σημασία εδώ. Σημασία έχει πως, καλώς εχόντων των πραγμάτων, σε 5-10 χρόνια θα έχουμε στη διάθεσή μας τα μαγικά χαπάκια που θα μας προσθέτουν χρόνια ζωής.

ΣΑΣ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΩ στο σημείο αυτό ότι η είδηση προκάλεσε το ζωηρό ενδιαφέρον της τρόικας και των ηγεμόνων της Ευρωζώνης. Το ενδιαφέρον τους δεν έχει τόσο σχέση με τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος ή με το κόστος του συστήματος υγείας, όσο με τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Μετά τα δημόσια πανηγύρια για τη συμφωνία της 27ης Οκτωβρίου, που ακολούθησε τον τρίμηνο κλαυσίγελο για τη συμφωνία της 21ης Ιουλίου και τους αλλεπάλληλους τραγέλαφους των προηγούμενων «τελικών λύσεων», η τρόικα, σε συνεργασία με τους πιστωτές που καλούνται να φανούν γενναιόδωροι με το «κούρεμα» 50%, έκανε τους δεύτερους και τρίτους υπολογισμούς τους για την εξέλιξη του τέρατος. Υπολόγισε λοιπόν ότι, αφού, βάσει της τελευταίας συμφωνίας, σε μια δεκαετία από τώρα το χρέος θα βρίσκεται θεωρητικά εκεί που ήταν το 2009, δηλαδή στο 120%, με βάση τις συνήθεις αποκλίσεις των μέχρι τώρα μνημονίων, το ελληνικό χρέος το 2020 αποκλείεται να βρίσκεται κάτω από το 140%. Αν λοιπόν στο μεταξύ δεν έχουν καταρρεύσει η Ιταλία, η Ισπανία, η Γαλλία, το Βέλγιο, ίσως η ίδια η Γερμανία και τελικά όλη η Ευρωζώνη, θα χρειαστεί να μεσολαβήσουν μερικά ακόμη μνημόνια, κουρέματα και «τελικές λύσεις» (φυσικά με όλα τα παρελκόμενα, δηλαδή γερές δόσεις λιτότητας, περικοπών, συρρίκνωσης του κράτους κλπ), για να επανέλθει το χρέος σ’ ένα βιώσιμο επίπεδο 130% (όπως βλέπετε, ο πήχυς βιωσιμότητας ανεβαίνει κάθε εβδομάδα).

ΑΛΛΑ, αυστηρή προϋπόθεση της βιωσιμότητας του χρέους 130% του ΑΕΠ (και 150%, δεν τους χαλάει), είναι η βιωσιμότητα των ανθρώπων. Δεν μπορώ να σας το μεταφέρω στην τεχνοκρατική αργκό που χρησιμοποιούν οι τροϊκανοί επιτηρητές στις συνομιλίες τους με τους εγχώριους υφισταμένους τους, αλλά το νόημα είναι χοντρικά πως, κουρεμένο ή ακούρευτο, το χρέος οι Έλληνες πρέπει να το πληρώσουν μέχρι τελευταίου σεντ, κι ας φτύσουν το γάλα της μάνας τους. Και γι’ αυτό πρέπει να ζήσουν μέχρι τα βαθιά τους γεράματα, όρθιοι και αρκετά ακμαίοι, ώστε να δουλεύουν μέχρι τα 75-80, προς τα οποία τείνει ταχέως το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης, να πληρώνουν τους φόρους τους και να αποδέχονται παλικαρίσια όλα τα κύματα μεταρρυθμίσεων που θα απαιτηθούν μέχρι να αλλάξουμε βουλιάζοντας ή να βουλιάξουμε αλλάζοντας.

ΚΑΛΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΜΕΝΕΣ πηγές, προσκείμενες στην τρόικα διαβεβαιώνουν, λοιπόν, ότι κάτω από τον παγκόσμιο κουρνιαχτό που προκάλεσε το παρ’ ολίγον δημοψήφισμα του ΓΑΠ βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο διαβουλεύσεις τεχνοκρατών με ερευνητές της αντιγήρανσης. Στόχος είναι η Ελλάδα να αποτελέσει (πάλι) το πειραματόζωο των νέων θεραπειών που θα παρατείνουν τη ζωή των υποζυγίων για όσα χρόνια χρειαστούν ώστε να επανέλθει το χρέος σε τροχιά βιωσιμότητας, περί το 2050 μ.Χ. (ή έτος 40 μ.Μ.= μετά Μνημόνιο). Μάλιστα, ένα μέρος του νέου δανεισμού (εφόσον τελεσφορήσει και δεν γίνει κανένα «ατύχημα») μέχρι του ποσού των 20 δισ. ευρώ θα δεσμευτεί για το υπό ίδρυση ΤΧΜ (Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Μακροημέρευσης), με στόχο τη χρηματοδότηση των ερευνών ώστε να φτάσουν το ταχύτερο δυνατό σε μια υλοποιήσιμη θεραπεία.

Η ΦΙΛΟΔΟΞΙΑ είναι τα βρέφη που θα γεννιούνται από τούδε και στο εξής, αλλά και όσα σήμερα είναι νήπια, παιδιά και έφηβοι, το 2035 -οπότε το χρέος θα βρίσκεται στο διαχειρίσιμο επίπεδο του 150% χάρη στο 30ό μνημόνιο- να αποτελέσουν την κρίσιμη μάζα απασχολήσιμων (για να θυμηθούμε τον Σημίτη), φορολογίσιμων, απολύσιμων, μεταρρυθμίσιμων και, κυρίως, χρεώσιμων ώριμων ανθρώπων με προσδόκιμο ζωής άνω των 100 ετών, ώστε να υπάρχει η βεβαιότητα για σταθερή απομείωση του χρέους μέχρι το τέλος του αιώνα σε επίπεδα ακόμη και κάτω του 100% του ΑΕΠ!


ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΑΛΛΩΣΤΕ και το νόημα της ευφυούς πρωτοβουλίας Παπανδρέου να προσφύγει στο παρ’ ολίγον δημοψήφισμα για τη συμμετοχή στην Ευρωζώνη. Επεκτείνοντας τη σκέψη των συντακτών της γερμανικής εφημερίδας «Handelsbatt», που την περασμένη εβδομάδα διατύπωνε την πρόβλεψη (ή μήπως την ιδέα;) ότι η «θεραπεία» που εφαρμόζεται στην Ελλάδα μπορεί να οδηγήσει σε δικτατορία, ο ΓΑΠ επεδίωξε να επιτύχει δύο σε ένα: δικτατορία διά της δημοκρατίας ή πραξικόπημα νομιμοποιημένο με ένα δημοκρατικότατο δημοψήφισμα. Έτσι, θα υπήρχε ισχυρή αυτοδέσμευση των νεοελλήνων στα μνημόνια, στα κουρέματα, στις οδυνηρές πλην αναγκαίες «μεταρρυθμίσεις», στη λιτότητα και εντέλει στην αποπληρωμή του χρέους εις τον αιώνα τον άπαντα. Όπως αποδεικνύει η Ιστορία, η αποτελεσματικότερη και μακροβιότερη μορφή δουλείας είναι η εθελοδουλία.

ΚΙ ΑΥΤΟ ΔΙΟΤΙ, κατά τους εμπνευστές της δημοψηφισματικής δημοκρατίας, ενώπιον της κάλπης θα επικρατούσε το ακατανίκητο ένστικτο της αυτοσυντήρησης των προοριζόμενων για αντιγηραντική θεραπεία Ελλήνων που καλούνταν να απαντήσουν ελεύθερα κι ανεπηρέαστα σε διλήμματα του τύπου: να παίρνω ή να μην παίρνω σύνταξη; Να σώσω ή να χάσω την κατάθεσή μου; Να παίρνω τον πετσοκομμένο μισθό μου από το Δημόσιο ή να τον χάσω κι αυτόν; Να μείνω εδώ και τώρα άνεργος ή όχι; Να χρεοκοπήσουμε ατάκτως ή όχι; Να μετατραπεί η χώρα σε χωματερή χρέους ή όχι; Και ούτω καθεξής. Ερωτήματα καθαρά και εύληπτα που επιδέχονται κατά κανόνα μία απάντηση, η οποία συμπυκνώνεται στο δόγμα ότι μπορεί η Ευρωζώνη να είναι ήδη μια αιώνια κόλαση, αλλά πού ξέρει κανείς αν εκτός αυτής μπορεί τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα;

ΕΥΤΥΧΩΣ, η Μέρκελ, ο Σαρκοζί, ο Νταλάρα, ο Γιούνκερ, ο Μπαρόζο, ο Παπανδρέου, αλλά και ασμένως ο Σαμαράς, ο Καρατζαφέρης, η Μπακογιάννη κι όλη η μεγάλη συμμαχία των προθύμων απάλλαξαν τους ταλαιπωρημένους από τα επιθανάτια διλήμματα Έλληνες που τους υποχρέωναν να αποφασίσουν δημοκρατικά και ελεύθερα να διαλέξουν ανάμεσα στην κόλαση του ευρώ και κάποιαν άλλη, εκτός ευρώ, κόλαση. Θα αποφασίσουν αυτοί αντ’ αυτών. Και θα επικεντρωθούν στο σχέδιο μακροζωίας των Ελλήνων για τη μακροημέρευση των πιστωτών τους μέσω της μακρόχρονης αποπληρωμής του χρέους που τους οφείλουν.

ΑΛΛΑ ΣΕ ΚΑΘΕ δράση υπάρχει αντίδραση. Οι πρώτες διαρροές των λεπτομερειών του σχεδίου για το νέο, αιώνιο μνημόνιο αντιγήρανσης των Ελλήνων, ώστε να ζουν μέχρι τα 100 και βάλε και να πληρώνουν τους πιστωτές, προσκρούει, πρώτον, σε εσωτερικές αντιθέσεις της τρόικας, μέλη της οποίας αντιπροτείνουν ένα τολμηρό σχέδιο ευθανασίας των συνταξιούχων άνω των 75 που τολμούν και ζουν λεηλατώντας τα ταμεία, ενώ έτερα μέλη, προσκείμενα στην έχουσα γνώση και εμπειρία γερμανική πλευρά, προτείνουν την πραγματική τελική λύση (Endlösung), αντίστοιχη αυτής που εφαρμόστηκε στη Γερμανία, με την επί τόπου εξόντωση όσων δεν πληρώνουν τις έκτακτες εισφορές. Οι εισηγήσεις αυτές πάντως προς το παρόν απορρίπτονται και το «μνημόνιο μακροζωίας και αιώνιας τιμωρίας» προωθείται ταχύτατα, με μόνο τον φόβο της αντίδρασης των διαρκώς ευεργετούμενων αλλά πάντα αχάριστων Ελλήνων. Έσχατο τεκμήριο της αχαριστίας τους οι πληροφορίες ότι ήδη συγκροτούνται συνωμοτικές ομάδες «αρνητών ζωής» -«Δεν ζω», στα πρότυπα του «Δεν πληρώνω»- και «λέσχες αυτοχείρων» που σχεδιάζουν να ματαιώσουν την εφαρμογή της μαζικής αντιγηραντικής θεραπείας του πληθυσμού με μαζικά τρομοκρατικά σόου μπροστά στη Βουλή και σε άλλους δημόσιους χώρους. Η Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία αναζητά πληροφορίες ώστε να αποτρέψει σχεδιαζόμενες μαζικές αυτοκτονίες από γνωστούς-αγνώστους, με χαρακίρι σε δημόσιους χώρους από τους πιο άγριους ή μαζική λήψη κώνειου από όσους επιθυμούν αναίμακτη διαμαρτυρία υπό το σύνθημα «καλύτερα ένα φρικτό τέλος παρά μια φρίκη δίχως τέλος». Οι αστυνομικές δυνάμεις και οι δυνάμεις ασφαλείας της χώρας βρίσκονται σε επιφυλακή, ιδιαίτερα για τις μέρες συγκρότησης της μεταβατικής- εθνοσωτηριακής-έκτακτης-εκλογικής κυβέρνησης που θα κλειδώσει τη δανειακή σύμβαση (και την κοινωνία εντός αυτής), οπότε υπάρχουν φόβοι για μαζικές αυτοχειρίες αρνητών ζωής (που ζωή δεν τη λες κιόλας…).

ΑΚΟΜΗ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ανησυχεί τις υπηρεσίες της τρόικας το ενδεχόμενο αυτοχειρίας ενός σημαντικού ποσοστού των Ελλήνων επί της κάλπης, όποτε αυτή προκύψει, όταν κι εφόσον το επιτρέψει ο ιδανικός αυτόχειρας ΓΑΠ. Καθότι κάθε μορφή άρνησης της εντός ευρώ μακράς και αργόσυρτης ευθανασίας θεωρείται από τους στοργικούς εταίρους μας πολιτική αυτοκτονία. Οι έρευνες για την αποκάλυψη της συνωμοσίας των αυτοχείρων συνεχίζονται, ενώ στους επιστήμονες της αντιγήρανσης δόθηκε η εντολή να ερευνήσουν τη δυνατότητα χορήγησης της θεραπείας υποχρεωτικής μακροζωίας όχι με χάπια, αλλά με από αέρος ψεκασμό του πληθυσμού. Όπως το DDT στα κουνούπια…

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (5/11/2011)

Είστε υπέρ ή κατά;
Έστω, απαντήστε, μ’ ένα ναι ή μ’ ένα όχι.
Το έχετε το πρόβλημα σκεφτεί.
Πιστεύω, ασφαλώς, πως σας βασάνισε.
Τα πάντα βασανίζουν στη ζωή.
Παιδιά, γυναίκες, έντομα.
Βλαβερά φυτά, χαμένες ώρες.
Δύσκολα πάθη, χαλασμένα δόντια.
Μέτρια φιλμ. Κι αυτό θα σας βασάνισε, ασφαλώς.
Μιλάτε υπεύθυνα, λοιπόν. Έστω, με ναι ή όχι.
Σ’ εσάς ανήκει η απόφαση.
Δε σας ζητούμε, φυσικά, να πάψετε
τις ασχολίες σας να διακόψετε τη ζωή σας.
Τις προσφιλείς εφημερίδες σας, τις συζητήσεις
στο κουρείο, τις Κυριακές σας στα γήπεδα.
Μια λέξη μόνο. Εμπρός λοιπόν:
Είστε υπέρ ή κατά;
Σκεφτείτε το καλά. Θα περιμένω.

Μανόλη Αναγνωστάκη, «Η απόφαση» (Ποιήματα, ευγενής χορηγία Γ. Γουγά στη στήλη)

Friday, October 28, 2011

Μικρόκοσμος (28/10/2011)

Η τηλεόραση ακούγεται στη διαπασών – αυτός χυμένος στον καναπέ, με το τηλεκοντρόλ στο χέρι, αυτή όρθια μπροστά στη σιδερώστρα, με το σίδερο στο χέρι και μια στοίβα ρούχα δίπλα της. Τα μόνα πράγματα που ακούγονται στο δωμάτιο είναι ο συριστικός θόρυβος του ατμοσίδερου και οι ομιλούσες κεφαλές του δελτίου των 8. «Και τι σημαίνει, Γιάννη, κούρεμα των ομολόγων χωρίς πιστωτικό γεγονός;». «Αυτό ας μην το θεωρούμε καθόλου βέβαιο, Όλγα…». «Κλείσ’ το», λέει αυτή, χωρίς να σηκώνει τα μάτια απ’ τη μπλούζα που σιδερώνει, «δεν μπορώ να τους ακούω άλλο… Βάλε Star καλύτερα». Αυτός υπακούει απρόθυμα. Αλλάζει κανάλι, χαμηλώνει τον ήχο. «Πήγες για εκείνη τη δουλειά;», διακόπτει αυτή το ρεπορτάζ για το ριάλιτι της Βίσση. «Δεν υπάρχει τίποτε ακόμη», απαντά αυτός μέσα απ’ τα δόντια του. «Θα πληρώσουμε τη δεύτερη δόση;», ξαναρωτάει αυτή. «Με τι;». «Έβαλαν και πετρέλαιο, χρωστάμε κοινόχρηστα», επιμένει αυτή και συνεχίζει, υψώνοντας τον τόνο της φωνής για να καλύψει τα ναζιάρικα σχόλια της ρεπόρτερ για τη Βίσση. «Γιατί δεν ξαναπερνάς από την τράπεζα να δεις αν γίνεται διακανονισμός για το δάνειο; Κάθεσαι που κάθεσαι…». Αυτός εκτοξεύει στον τοίχο το τηλεκοντρόλ – το τηλεκοντρόλ περνά ξυστά από την τηλεόραση πριν πέσει κάτω, ξεκοιλιασμένο από τις μπαταρίες του, σαν χυμένα σωθικά. Εξαφανίζεται στην κρεβατοκάμαρα. Αργότερα, την ώρα του ύπνου, θα μεταφερθεί με μια κουβέρτα στο σαλόνι.
***
Γυρίζοντας απ’ τη δουλειά στο σπίτι, βγαίνοντας από το ασανσέρ στον όροφό της, αισθάνεται την ψύχρα του κλιμακοστάσιου. Ασυναίσθητα, ακουμπά το χέρι στους χοντρούς κεντρικούς σωλήνες του καλοριφέρ. «Κανείς δεν άναψε ούτε σήμερα», σκέφτεται. Θυμάται πως συνήθως, τέτοιο καιρό και μ’ αυτή τη θερμοκρασία, κάθε φορά που γύριζε τέτοια ώρα απ’ τη δουλειά αισθανόταν τη θαλπωρή του κλιμακοστάσιου και τους σωλήνες καυτούς κάτω απ’ την παλάμη της. Βάζει το κλειδί στην πόρτα, δεν έχει κλειδωνιά, το παιδί έχει γυρίσει απ’ το σχολείο. «Έφαγες;» ρωτάει απότομα την κόρη της, ενώ ένα κύμα θυμού κοκκινίζει το πρόσωπό της καθώς τη βλέπει ξαπλωμένη στον καναπέ, να χαζεύει τηλεόραση. «Διάβασες; Τι χαζολογάς; Έχεις και φροντιστήριο σήμερα». Η κόρη της δεν αντιδρά, έχει συνηθίσει το σχεδόν μόνιμα νευρικό ύφος της μάνας τον τελευταίο καιρό. «Θα διαβάσω… Να χαλαρώσω λίγο. Να σου πω και τα ευχάριστα. Θαύμα, θαύμα, πήραμε άλλα δύο βιβλία σήμερα. Μαθηματικά και ιστορία». Η μητέρα της προσπαθεί να θυμηθεί τον εαυτό της μαθήτρια, σχεδόν τρεις δεκαετίες πριν. Τέλη Οκτώβρη χωρίς βιβλία, πάντως, δεν είχε μείνει ποτέ. «Δηλαδή, αυτό σε εμπόδιζε να διαβάσεις μέχρι τώρα;», της λέει με εριστικό ύφος. «Κλείσ’ την τηλεόραση τώρα και στο δωμάτιό σου αμέσως. Δεν θα ξεπατώνομαι τζάμπα εγώ για να χαζεύεις. Θα σ’ το κόψω το φροντιστήριο». Η μάνα ξαφνιάζεται με τον εαυτό της. Θυμάται πως πάντα, αυτή την ώρα, αυτή η συνάντηση με την κόρη της έκλεινε με μια αγκαλιά κι ένα φιλί.
***
«Βρε καλώς τον πρωτευουσιάνο…». Ο Γ. ξέρει ότι αυτή η υποδοχή από τους χωριανούς, κάθε πρωί που μπαίνει στο καφενείο, έχει κυρίως έναν σαρκασμό. Αλλά δεν δίνει σημασία. Δεν τον παίρνει, άλλωστε. Τις σπάνιες φορές που ερχόταν παλιότερα στο χωριό ο πατέρας του τού επεφύλασσε ένα γύρο του θριάμβου, με αναλυτική παρουσίαση κάθε καινούργιας επιτυχίας του γιου του: η εισαγωγή στο πανεπιστήμιο, το πτυχίο, το μεταπτυχιακό στην Αγγλία που κόστισε δυο χωράφια, η πρώτη δουλειά, η πρώτη καλοπληρωμένη μεταγραφή, η πρώτη προαγωγή, η πρώτη θέση στελέχους… Υπήρχε πάντα μια πρωτιά να επιδειχθεί. Μέχρι που ήρθε η πρώτη απόλυση. Άντεξε την ανεργία ένα χρόνο στην Αθήνα, κι ύστερα τα μάζεψε και γύρισε στο χωριό, τριανταπεντάρης και νεόκοπος καφενόβιος, ανάμεσα σε συνταξιούχους, αλλά και κάποιους συνομήλικους θαμώνες που δίνουν νέα ζωή στα παρηκμασμένα καφενεία των χωριών. «Βρε καλώς τον πρωτευουσιάνο…». Υπάρχει και μια πιο ταπεινωτική παραλλαγή σ’ αυτή την υποδοχή που την αποδέχεται απλώς σαν καλοπροαίρετο χιούμορ – αν και δεν είναι: «Βρε καλώς τον Λονδρέζο…». Σ’ αυτό περιέχεται μάλλον μια μομφή για τα πεταμένα λεφτά των σπουδών. Αλλά, ο Γ. την ανέχεται περισσότερο από τα κατηφή, μελαγχολικά βλέμματα των γονιών του στο σπίτι, που μέχρι πέρσι αγωνιούσαν απλώς για το πότε θα παντρευτεί.
***
Προσπαθεί να βαδίζει πάντα στο πεζοδρόμιο, αλλά είναι αδύνατο. Οι σωροί των σκουπιδιών και τα γλοιώδη τους περιεχόμενα, χυμένα έξω από τις σακούλες, τον υποχρεώνουν να κάνει ζιγκ ζαγκ. Απ’ το πεζοδρόμιο στον δρόμο και τούμπαλιν. Την αποφορά την έχει συνηθίσει και συλλαμβάνει τον εαυτό του να μην αισθάνεται τον θυμό που του γεννούσε συνήθως μια απεργία των εργαζόμενων στην αποκομιδή. Αισθάνεται κάποια κάποιου είδους αλληλεγγύη από τότε που ο διευθυντής του ανακοίνωσε περικοπή 20% στον μισθό του. Άλλωστε, κι ο ίδιος δεν έκανε καμιά προσπάθεια αυτοσυγκράτησης με τα σκουπίδια του, δεν τα ανεχόταν ούτε λεπτό στο στενό μπαλκόνι του διαμερίσματός του, εξάλλου διαπίστωσε ότι υπήρχαν τουλάχιστον δύο άτομα που κάθε πρωί έκαναν ανασκαφές στα σκουπίδια της γειτονιάς, ψάχνοντας κάτι ενδιαφέρον. Όχι βρώσιμο, ελπίζει κανείς. Ίσως, λοιπόν, είναι περισσότερο συνενοχή παρά αλληλεγγύη αυτή η ανοχή που δείχνει. Απόδειξη, ο θυμός του όταν ανακαλύπτει ότι τα λεωφορεία έχουν πάλι σήμερα απεργία. «Πώς δεν το πήρα είδηση, ο μαλάκας; Κι αυτοί οι παπάρες το ’χουν παραχέσει», σκέφτεται, και παίρνει απ’ το κινητό στη δουλειά, να ειδοποιήσει πως θ’ αργήσει λόγω ποδαρόδρομου…
***
«Λες να πληρώσει, σήμερα;», λέει ο ψηλός της ομήγυρης που κάνει διάλειμμα για τσιγάρο στην είσοδο της επιχείρησης. Οι άλλοι γελάνε λες κι είπε ανέκδοτο. «Αγορίνα μου, ξέρεις πόσες επιταγές τού σφραγίσανε αυτή τη βδομάδα;», τον πληροφορεί ο διπλανός του. Ένας τρίτος, χαμηλώνοντας συνωμοτικά τη φωνή, προσθέτει κρίσιμη φήμη μέσα απ’ το λογιστήριο ότι έχουν σκάσει ένα σωρό προμηθευτές που ετοιμάζονται για ασφαλιστικά και τέτοια. Κι ο τέταρτος εκμυστηρεύεται αποκλειστική πληροφορία μέσα από τη διεύθυνση ότι ετοιμάζεται και νέα λίστα απολύσεων. «Δε γαμιέται, καλύτερα ένα φρικτό τέλος παρά μια φρίκη δίχως τέλος», φιλοσοφεί ο πέμπτος. «Δεν τ’ αξίζω αυτό», σχεδόν μονολογεί ο ψηλός, ρουφώντας νευρικά το τσιγάρο, «δεν τ’ αξίζω, έχω πατήσει πολλή δουλειά σ’ αυτό το κωλοχανείο για να ’μαι απλήρωτος τρεις μήνες… Και να κινδυνεύω να μείνω χωρίς δουλειά. Δεν τ’ αξίζω…». «Γιατί, εμείς τ’ αξίζουμε;». «Ναι, ρε μαλάκες, αλλά εγώ έχω κι οικογένεια, έχω δάνειο…». «Κι εμείς, οι εργένηδες, δηλαδή, είμαστε για Καιάδα, ρε φίλε;». Ευτυχώς που το τσιγάρο τελειώνει πριν εξελιχθεί σύρραξη εργένηδων - οικογενειαρχών. Μπαίνουν στ’ ασανσέρ αμίλητοι, ψυχροί. Κι ύστερα κατευθύνονται σκυθρωποί καθένας στο γραφείο του.
***
Είναι προετοιμασμένος, σχεδόν έχει προβάρει στον καθρέφτη τα λόγια που θα της πει, αλλά την κρίσιμη στιγμή κωλώνει. Την αγαπάει; Ναι, μάλλον την αγαπάει. Τουλάχιστον τόσο ώστε να μη θέλει να την πληγώσει. Αλλά, πώς να της το πει; Ξεχνάει όλα τα λόγια που έχει προβάρει. «Μπορούμε να τελειώνουμε μ’ αυτό το μυστήριο; Λέγε, τι θέλεις να μου πεις; Θες να χωρίσουμε;». Ο τρόπος που τον αιφνιδιάζει αυτή βαραίνει την ατμόσφαιρα. «Δεν είναι αυτό που νομίζεις…». «Δεν ήρθα εδώ ν’ ακούσω ηλίθιες ατάκες από ελληνικές ταινίες. Πες το στα ίσια. Θα τ’ αντέξω. Μας αναλογεί παραπάνω από ένας γκόμενος στη ζωή. Απλώς… Νόμιζα ότι θα καταλήγαμε κάπου οι δυο μας». «Φεύγω». «Κι αφήνεις πίσω σου συντρίμμια… Ποια είναι; Την ξέρω;». «Φεύγω από εδώ. Απ’ την Ελλάδα». Αυτή σιωπά, αιφνιδιασμένη από την τροπή της κουβέντας. «Πάω Καναδά. Είναι ο αδελφός της μάνας μου εκεί, σου ’χω πει. Δουλειά υπάρχει, τη γλώσσα την έχω, μου το περιγράφουν μάλλον εύκολο, αν αντέξω το κλίμα… Δεν μπορώ στα 32 μου να με ταΐζει η μάνα μου, με μια σύνταξη 800 ευρώ». Αυτή κλαίει αθόρυβα, μ’ ένα μείγμα ανακούφισης κι απελπισίας. «Κι άμα δω πως με σηκώνει το κλίμα, θα σε περιμένω να ζήσουμε εκεί». «Μη λες μαλακίες», τον διακόπτει με λυγμούς αυτή, «αφού το ξέρεις…Δεν πρόκειται να ξαναβρεθούμε». Πέφτει στην αγκαλιά του, αδιαφορώντας για τις έτσι κι αλλιώς αδιάφορες παρέες στα γύρω τραπέζια. Όταν αποτραβιέται, ένας χάρτης από δάκρυα έχει ζωγραφιστεί στο πουκάμισό του. Μοιάζει με τον χάρτη του Καναδά.
***
Το χειρότερο με τη χρεοκοπία δεν είναι που μας κάνει φτωχότερους, είπε ο Γιώργος. Το χειρότερο είναι που γαμάει τις ζωές των ανθρώπων. Σαν σαράκι που κατατρώει τις σχέσεις τους.

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (28/10/2011)

… Η ορθόδοξη πολιτική οικονομία δεν μπορούσε να ευχηθεί κάτι καλύτερο για να επαληθεύσει το δόγμα της, σύμφωνα με το οποίο η αθλιότητα πηγάζει από τον απόλυτο υπερπληθυσμό και η ισορροπία αποκαθίσταται ξανά με την ελάττωση του πληθυσμού. Πρόκειται για ένα πείραμα πολύ πιο σημαντικό από την πανούκλα των μέσων του δέκατου τέταρτου αιώνα, που την έχουν εκθειάσει τόσο πολύ οι μαλθουσιανοί…. Η πείνα του 1846 στην Ιρλανδία στοίχισε τη ζωή σε πάνω από ένα εκατομμύριο ανθρώπους, επρόκειτο όμως μόνο για φουκαριάρηδες. Δεν προκάλεσε ούτε καν την παραμικρότερη ζημιά στον πλούτο της χώρας. Η διαρκώς αυξανόμενη έξοδος του πληθυσμού από την Ιρλανδία, που ακολούθησε και συνεχίζεται εδώ και είκοσι χρόνια, δεν αποδεκάτισε μαζί με τους ανθρώπους και τα μέσα παραγωγής τους, όπως έκανε λ.χ, ο Τριακονταετής Πόλεμος. Η ιρλανδική ιδιοφυΐα εφεύρε μια εντελώς καινούργια μέθοδο για να ξαποστείλει τον φτωχό λαό χιλιάδες μίλια μακριά από το θέατρο της δυστυχίας του. Οι μετανάστες που εγκαταστάθηκαν στις Ενωμένες Πολιτείες στέλνουν κάθε χρόνο χρήματα στα σπίτια τους, τα ναύλα για όσους απέμειναν στην Ιρλανδία. Κάθε φουρνιά που μεταναστεύει τον ένα χρόνο τραβάει μια δεύτερη φουρνιά τον επόμενο. Έτσι η μετανάστευση, αντί να στοιχίζει και στην Ιρλανδία, αποτελεί ένα από τους πιο προσοδοφόρους κλάδους του εξαγωγικού εμπορίου της.

Καρλ Μαρξ, το Κεφάλαιο (τόμος Α΄)

Saturday, October 22, 2011

Στη ζούγκλα… (22/10/2011)

«Έξω από το ευρώ είναι η ζούγκλα», είπε πριν από μερικές μέρες στη Βουλή ο Β΄ αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Οικονομικών -ο αίρων τας αμαρτίας της τρόικας- Ευάγγελος Βενιζέλος. Και μέσα στο ευρώ τι υπάρχει, είναι το εύλογο ερώτημα που ακολουθεί. Κανείς δεν τολμά πλέον να μιλήσει όχι για παράδεισο, αλλά έστω για ένα καθαρτήριο που διασώζει την προσδοκία της εξιλέωσης και της «μεταγραφής» στον παράδεισο, έπειτα από μια μακρά, οδυνηρή τιμωρία. Την απάντηση στο «τι υπάρχει» και ακόμη περισσότερο «τι θα υπάρχει» σε λίγο καιρό εντός του ευρώ δεν τολμούν να τη δώσουν, έστω και υπαινικτικά, ούτε οι πιο θερμοί θιασώτες του.

Για τη σημειολογία του πράγματος, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι υπάρχει μια άδικη κατάχρηση της έννοιας «ζούγκλα», με όλα όσα υπονοούνται για τους άγριους νόμους της. Ωστόσο, η ζούγκλα δύσκολα μπορεί να ταυτιστεί με τη βιβλική περιγραφή της άνυδρης και σκοτεινής κόλασης, με τα καζάνια στα οποία σιγοβράζουν της γης οι κολασμένοι, σ’ ένα ατέλειωτο τιμωρητικό μαρτύριο. Στην πραγματικότητα, η ζούγκλα αντιστοιχεί πολύ περισσότερο στη μυθολογική έννοια του παραδείσου, όπου υπάρχει χώρος για όλα τα πλάσματα και είδη, σε μια ισορροπία που δεν αποκλείει μεν τα φονικά ένστικτα των πιο σαρκοφάγων και επιθετικών από αυτά, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν απειλεί με εξαφάνιση κανένα. Στη ζούγκλα, αν δεν διαταραχθούν οι νόμοι της από κάποια εξωτερική επέμβαση, κατά κανόνα ανθρώπινη, διατηρείται πάντα ένα σοφό ισοζύγιο ανάμεσα σε δυνατά και αδύναμα είδη, σαρκοβόρα και φυτοφάγα, άλογα ή έλλογα. Δεν ήταν η ζούγκλα και οι σκληροί νόμοι της που απείλησαν την ύπαρξη των ανθρώπινων φυλών που ζουν ακόμη στη λίθινη εποχή, στον Αμαζόνιο για παράδειγμα. Αντιθέτως, ήταν ο «πολιτισμός» -με τη μορφή θηριωδών εκσκαφέων που ανοίγουν δρόμους, υδροηλεκτρικών φραγμάτων ή μηχανικών πριονιών- που αφάνισε κι αφανίζει τους τελευταίους του είδους μας που κατοικούν ακόμη στην παραδείσια ζούγκλα.

Υπήρχε, άλλωστε, ένα παλιό τραγούδι του Γιάννη Μαρκόπουλου που αποκαθιστούσε την οπτική μας για τη ζούγκλα, ως ιδανικό καταφύγιο από τη «ζούγκλα» του πολιτισμού. «Θα πάω στη ζούγκλα με τον Ταρζάν/ θα φύγω σ’ ένα μήνα./ Θα πάω στη ζούγκλα με τον Ταρζάν / τον παιδικό μου φίλο,/ παρέα με τον ελέφαντα/ να μη μου δίνουν ξύλο Θ' αφήσω το γραφείο μου/ και τα υπάρχοντά μου,/ θα πάρω το κορίτσι μου / να το 'χω συντροφιά μου. / Κι αν θα μας φάνε τ' άγρια θηρία/ θα μας γράψουν και στην ιστορία/ πως μας φάγανε τα ζώα/ κι όχι η μπόρα του αιώνα». Μεγάλο σουξέ του 1972, με τη χούντα στα ντουζένια της και τους δημιουργούς να ψάχνουν τρόπους να παρακάμψουν τη λογοκρισία, έστω και με μια υπαινικτική μόνον σάτιρα, την οποία τελικά το καθεστώς δεν άντεξε και απαγόρευσε το τραγούδι, ένα χρόνο μετά, το 1973. Το τραγούδι, επί τη ευκαιρία, γνωρίζει μια νέα περίοδο ακμής στην καινούργια μπόρα του αιώνα, ακόμη κι ανάμεσα στους αγέννητους επί χουντικής επταετίας. Τυχαίο; Δεν νομίζω…

Διότι η εκτός ευρώ ζούγκλα, που περιγράφεται ως χώρος απερίγραπτων δεινών από την κυβέρνηση, τους ένθερμους ευρωπαϊστές και την ίδια την ευρωπαϊκή ελίτ, αίφνης έχει αναδειχθεί στα μάτια της μουδιασμένης από τα αλλεπάλληλα σοκ ελληνικής κοινωνίας ως τόπος έσχατης καταφυγής. Το σκεπτικό είναι απλούστατο: «τι χειρότερο μπορεί να μας συμβεί εκεί έξω;». Και η απάντηση έρχεται όχι από τους αναμενόμενους ορκισμένους εχθρούς της Ευρωζώνης. Έρχεται από τους ίδιους τους «θεματοφύλακες» του ευρώ, τους αρχιτέκτονες της υποτιθέμενης διάσωσής του (από ποιους άραγε;).

Οι ψηφίδες του σχεδίου που ιχνογραφείται μεταξύ Βερολίνου, Παρισιού και Βρυξελλών, όσες προστεθούν μέχρι το τέλος της πρώτης πράξης του δράματος στις δύο συνόδους κορυφής της Κυριακής και της Τετάρτης, κι αυτές που απομένουν για τις επόμενες πράξεις, για τη σύνοδο του G20, στις αρχές Νοέμβρη, και για πολλές ακόμη ενδεχομένως συνόδους των ηγεμόνων του κόσμου μας, συνθέτουν μια αδρή, ζοφερή εικόνα για την Ελλάδα και την Ευρωζώνη του μέλλοντός μας. Δεν είναι η εικόνα μιας ζούγκλας, που στο κάτω κάτω έχει τους νόμους και τους κανόνες της. Είναι η εικόνα ενός πολιτικού και κοινωνικού νεκροταφείου, με τους «ενοίκους» του σε μια κατάσταση νεκροζώντανων. Το σχέδιο είναι πια πολύ ορατό για να το αγνοεί ή να μην το αντιλαμβάνεται κανείς.

Στο εργαστήριο του δόκτορος Καλιγκάρι, στο οποίο έχει μετατραπεί η Ευρωζώνη, για την Ελλάδα επιφυλάσσεται ο ρόλος του ζόμπι, που θα περιφέρεται ως υπόδειγμα φρίκης και τρομοκράτησης όλων των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Το ζόμπι δεν είναι βέβαια ένα άγριο, σαρκοβόρο θηρίο της ζούγκλας, αλλά είναι ένα πλάσμα σκιά της ύπαρξης ή της ανυπαρξίας του, ένα ον σε ληθαργικό κώμα, που στην κουλτούρα του λατινοαμερικανικού βουντού μπορεί να γίνει υποχείριο των μάγων-γιατρών που περιφέρουν τα δύστυχα θύματά τους, πεθαμένους-απέθαντους, για να επιδεικνύουν την ισχύ τους και να επιβάλλουν τον φόβο στους άλλους. Οι μάγοι μπορούν να θάβουν και μετά να ανασταίνουν τα ζόμπι τους, μπορούν να τα μετατρέπουν σε φονικά όπλα ή σε κατατονικά όντα, ανίκανα να αυτοσυντηρηθούν («Μαθαίνουν την Ελλάδα πώς να πεθάνει θεραπευμένη», είπε ακόμα κι ο Ντελόρ, δίνοντας μια ακριβή περιγραφή της θεραπείας- ζόμπι, διά του βουντού της τρόικας).

Τα βήματα της θεραπείας-ζόμπι, άλλωστε, περιγράφονται γλαφυρά σε όσα αφήνουν να διαρρεύσουν οι άρχοντες του ευρώ, αλλά και σε όσα ήδη συντελούνται στο πειραματόζωο:
Βήμα πρώτο. Επιβολή κατάστασης εσωτερικής χρεοκοπίας. Τα εισοδήματα του φτωχότερου τμήματος της κοινωνίας και του περιούσιου λαού της μεσαίας τάξης υφίστανται την πιο βίαιη μείωση σε ποσοστά άνω του 50%. Τα κατώτερα και μεσαία κοινωνικά στρώματα χάνουν κάθε διαπραγματευτική δυνατότητα. Τα ήδη ανάπηρα δημοκρατικά, συνταγματικά τους δικαιώματα τίθενται σε αναστολή επ’ αόριστον. Το κράτος χάνει την ήδη ισχνή κοινωνική του υπόσταση και στις υπηρεσίες που υποτίθεται ότι πρέπει να παρέχει έναντι της βαρύτατης φορολογίας επιβάλλεται ουσιαστική στάση πληρωμών. Η αξία των περιουσιακών στοιχείων, δημόσιων και ιδιωτικών, καταβαραθρώνεται για να αποτελέσουν αδάπανη λεία για πιστωτές και επίδοξους «επενδυτές».
Βήμα δεύτερο. Το περίφημο «κούρεμα» του ελληνικού χρέους, σε όποιο ποσοστό και σε όσες φάσεις κι αν αυτό πραγματοποιηθεί, γίνεται εργαλείο για να βρεθούν νέες ισορροπίες ανάμεσα στην πολιτική και την τραπεζική ελίτ της Ευρωζώνης. Οι τριβές ανάμεσα στο τραπεζικό λόμπι και στη γερμανική, κυρίως, πολιτική ηγεσία είναι προφανές ότι θα αφήσουν πίσω τους και μερικούς «νεκρούς» εκατέρωθεν, αλλά αυτό που πραγματικά εμπνέει τις δύο πλευρές είναι η αλληλοδιάσωση. Αν η Ευρωζώνη βγει τελικά ζωντανή απ’ αυτόν τον αλληλοσπαραγμό, θα ηγεμονεύεται από έναν ακόμη πιο θηριώδη τραπεζικό Λεβιάθαν και από τερατώδεις στις εμπνεύσεις τους πολιτικές ηγεσίες.

Βήμα τρίτο. Οι παλιές, χλομές ευρωπαϊκές δημοκρατίες, με τις κοινοβουλευτικές τους ιεροτελεστίες, την προσήλωσή τους στη διάκριση των εξουσιών και τις ιδιαίτερες πολιτικές τους κουλτούρες αποτυπωμένες στα συντάγματά τους, μετατρέπονται κι αυτές σε ζόμπι. Το σχέδιο της Κομισιόν για τη λεγόμενη οικονομική διακυβέρνηση, εμπλουτισμένο με τις πρόνοιες της γερμανικής ηγεσίας για την τύχη των χωρών που βρίσκονται σε δημοσιονομική εκτροπή, αποτελεί το τέλος της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας όπως την ξέραμε. Η παράδοση της εκτελεστικής εξουσίας σε σκιώδεις κυβερνήσεις Ευρωπαίων τεχνοκρατών, που θα ελέγχουν από τον προϋπολογισμό μέχρι τα νοσοκομεία και από την ιδιωτικοποίηση της κρατικής περιουσίας μέχρι το αν και πώς θα λειτουργούν τα δημόσια σχολεία, αποτελεί την άσεμνη τελετή ενταφιασμού της δημοκρατίας και της κρατικής κυριαρχίας. Και η Ελλάδα, ως πρώτο πεδίο εφαρμογής αυτής της «τελικής λύσης», θα περιφέρεται ως σκιάχτρο, ως αποκρουστικό ζόμπι, σε όλες τις δυσπροσάρμοστες κοινωνίες του ευρώ που θα αντιμετωπίζουν το γνώριμο δίλημμα της ζούγκλας: μέσα στην κοινωνική έρημο της ΟΝΕ ή έξω, στη ζούγκλα των εθνικών νομισμάτων;

Κάτι μου λέει πως αργά ή γρήγορα όλο και περισσότεροι Ευρωπαίοι θα επιλέγουν να πάνε στη ζούγκλα με τον Ταρζάν…

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (22/10/2011)

Το κοπάδι των ανθρώπων είναι οργισμένο. Πετούν πέτρες και μιλούν σαν παιδιά. Το στόμα μου γέμισε αίματα. Αφήστε με να φύγω.
Μες στη νύχτα, μες στη ζεστή βραδιά, τρέξτε γρήγορα μαζί μου, αδέρφια μου. Θ’ αφήσουμε τα φώτα του χωριού και θα πάμε ν’ ανταμώσουμε το χαμηλό φεγγάρι.
Νερά του Βενγκούνγκα, το κοπάδι των ανθρώπων μ’ έδιωξε. Εγώ δεν του έκανα κανένα κακό, αλλά εκείνοι με σκιάζονταν. Γιατί;
Κοπάδι των λύκων, κι εσείς με διώξατε. Έκλεισε για μένα η ζούγκλα, έκλεισαν κι οι πόρτες του χωριού. Γιατί;
Χορεύω πάνω στο τομάρι του Σιρχάν, κι όμως η καρδιά μου είναι βαριά. Οι πέτρες του χωριού χτύπησαν το στόμα μου και το πλήγωσαν. Τώρα που γύρισα πίσω στη ζούγκλα. Η καρδιά μου ξαλάφρωσε. Γιατί;
Ράντγιαρντ Κίπλινγκ, «Το βιβλίο της ζούγκλας»

Saturday, October 15, 2011

Οι κεκαρμένοι (15/10/2011)

Εδώ και δύο χρόνια, όπως έχετε αντιληφθεί, ασχολούμαστε με τρίχες. Κυριολεκτικά και μεταφορικά. Λες κι όλη η κοινωνία, όλη η Ευρώπη, ίσως κι ο κόσμος όλος έχει μετατραπεί σ’ ένα απέραντο κουρείο. Ένα hair styling studio, αν η λέξη «κούρεμα» προσβάλλει την αισθητική σας. Λες και οι τρίχες είναι το πιο στοιχειώδες συστατικό του κόσμου μας, κάτι σαν το σωματίδιο Highs. Όλα μετρούνται με βάση το μήκος των τριχών. Για την ακρίβεια, με το μήκος κοπής τους, το κούρεμά τους.

ΟΛΑ ΚΟΥΡΕΥΟΝΤΑΙ. Το δημόσιο ή το ιδιωτικό χρέος, οι μισθοί, οι συντάξεις, τα εισοδήματα, οι αξίες των περιουσιακών στοιχείων, οι δημόσιες δαπάνες, τα δημόσια αγαθά, τα ατομικά και συλλογικά δικαιώματα, οι ελευθερίες, η εθνική κυριαρχία, η δημοκρατία, οι υπουργοί, οι βουλευτές, η αντοχή και η συνείδησή μας. Το μόνο που δεν κόβεται, αντίθετα μακραίνει σαν τα μαλλιά της Γενοβέφας, είναι οι φόροι. Η λέξη «κούρεμα» έχει γίνει ένα πασπαρτού για ν’ ανοίξει κάθε πόρτα του ζοφερού οικονομικού και κοινωνικού μας σύμπαντος.

ΑΚΡΙΒΗΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ του αγγλικού haircut, χωρίς ωστόσο την χάρη και τη λεπτότητά του, θα μπορούσε να αντικατασταθεί με ποικίλες άλλες ελληνικές εκφράσεις. Από την αρχαϊκή «κουρά εν χρω» ή τη βυζαντινή «απόκαρσιν εν χρω», μέχρι τις νεότερες: γουλί, κατακούρι, κουρούπα, λουξ, σύρριζα, στον άσο, στον πάτο, στην πέτσα… Σ’ αυτές τις εκφράσεις δίνονται με μεγαλύτερη ακρίβεια οι αποχρώσεις ταπείνωσης, τιμωρίας, καταπίεσης και υποταγής που περιέχει η ιεροτελεστία της κουράς, πριν βέβαια γίνει μόδα και στιλ το σύρριζα ακόμη και για καθωσπρέπει μάνατζερ τραπεζών.

ΣΑΣ ΘΥΜΙΖΩ, λοιπόν, ότι αν το μακρύ μαλλί ήταν άλλοτε ένδειξη ρώμης - στην περίπτωση του Σαμψών ήταν μάλιστα η πηγή της δύναμής του-, αργότερα το ψαλίδι, το ξυράφι και η κουρευτική μηχανή του μπαρμπέρη (μερικές φορές και του χασάπη) έγιναν εργαλεία άσκησης εξουσίας. Η Εκκλησία διατηρεί ακόμη και σήμερα την «ποινή της κειρίας» για ιερείς που παραβαίνουν τους κανόνες, ενώ η τελετή της κουράς αποτελεί εισιτήριο εισόδου στον μοναχικό ή εκκλησιαστικό βίο, εν είδει απάρνησης του κοσμικού βίου και ταπείνωσης ενώπιον του Θεού. Το κούρεμα με την ψιλή ήταν για αιώνες βασικό σύμβολο ταπείνωσης και πειθάρχησης των στρατιωτών, εργαλείο σωφρονισμού των φυλακισμένων, σύμβολο ταπεινωτικής διάκρισης για πολιτικούς εξόριστους, αιχμαλώτους πολέμου και κρατουμένους στρατοπέδων συγκέντρωσης, μέσο διαπόμπευσης για γυναίκες που παρέβαιναν τα χρηστά σεξουαλικά ήθη, διαδικασία καταστολής της προσωπικότητας των μαθητών (θυμηθείτε τα ομοιόμορφα, σαν γλόμπους αγορίστικα κεφάλια, παραταγμένα στη σειρά για την έπαρση της σημαίας και την προσευχή, σαν αυγουλάκια στις καρτέλες τους), ακόμη και μέσο στιλιστικής τιμωρίας των νεαρών ταραχοποιών των μετεμφυλιακών χρόνων, σύμφωνα με τον νόμο 4000 περί τεντιμποϊσμού. Φυσικά και η χούντα αξιοποίησε στο έπακρο αυτή την ποινή, ιδιαίτερα εις βάρος μαθητών, φοιτητών και αντιστασιακών.

Η ΕΞΟΥΣΙΑ, λοιπόν, έχει μια διαχρονική σχέση με το κούρεμα. Ιδιαίτερα αν μιλάμε για κούρεμα γουλί. Το χρησιμοποιούσε πάντα σαν να στερούσε με τον τρόπο αυτό τη δύναμη των υπηκόων της. Κι αυτό ανεξάρτητα από το αν οι ίδιοι οι υπήκοοι επέλεγαν για τον εαυτό τους κάποια στιλιστική δήλωση, περιποιούμενοι την κόμη τους κατά βούληση και με μια σαφή ή αδιόρατη ιδεολογική χροιά: χωρίστρα δεξιά, χωρίστρα αριστερά, κούρεμα καπελάκι, σβέρκος αεροδρόμιο, πεζοναυτικό, γιάπικο, πολιτικά ορθό, κάσκα, χαίτη, μοϊκάνα, κουρέιβερ και κόψιμο εν χρω, του τύπου «μαδάω, πάρ’ τα όλα»…

ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΥΡΙΟΛΕΞΙΑ στη μεταφορά, το «κούρεμα» των πρωτοσέλιδων τίτλων και της νέας αργκό του καπιταλισμού, του χρέους και της λιτότητας εμπεριέχει τα περισσότερα, αν όχι όλα, τα ιδεολογικά στοιχεία της σημειολογίας της κουράς. Ως πολίτες της υπό χρεοκοπία χώρας κυκλοφορούμε ήδη ως οι κεκαρμένοι της Ευρώπης. Σαν να υφιστάμεθα ένα είδος συλλογικής τιμωρίας για την περιπέτεια στην οποία έχει περιέλθει η ήπειρος, αν όχι όλος ο κόσμος. Η παγκόσμια διαπόμπευσή μας -σαν τις μάγισσες του Μεσαίωνα πριν την πυρά ή τις πόρνες και τις μοιχαλίδες των πουριτανικών κοινοτήτων- έχει ήδη ξεκινήσει με το ανεπίσημο «κούρεμα» των κρατικών ομολόγων στις αγορές και στην ΕΚΤ και την εκτόξευση των spreads, που λειτούργησαν ως η πρώτη σκάλα της κουρευτικής μηχανής. Ωστόσο, το πρόβλημά μας είναι ότι παρ’ ότι έχουμε ήδη κουρευτεί στον πόντο, εξακολουθούμε να είμαστε υποχρεωμένοι να πληρώσουμε τα μαλλιά της κεφαλής μας στους ίδιους τους κουρείς, τους μπαρμπέρηδες των αγορών, που περιφέρουν ως λάφυρο τη τζίβα μας στα παραγεμισμένα μαξιλάρια των CDS.

ΑΥΤΟ ΤΟ ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ και εικονικό, προς το παρόν, κούρεμα το πληρώνουμε ήδη μ’ ένα δεύτερο, πραγματικό και οδυνηρό. Δεμένοι κυριολεκτικά πάνω στην καρέκλα του μπαρμπέρη, υφιστάμεθα μια εξευτελιστική «ποινή της κειρίας», με μια μηχανή σκουριασμένη, με τα ξυράφια της στομωμένα ν’ αφήνουν μικρά αιματηρή ίχνη, καθώς οργώνουν άγαρμπα το κρανίο μας. Αυτό το κούρεμα λέγεται μνημόνιο, μεσοπρόθεσμο, οσονούπω και μεσομακροπρόθεσμο, και λίγο αργότερα, ποιος ξέρει, ισόβιο. Γιατί οι τρίχες της κεφαλής μας, ιδιαίτερα αν αυτή είναι αγύριστη, έχουν την τάση να ξαναβγαίνουν, οι αθεόφοβες, οπότε δεν αποκλείεται η επόμενη ποινή να περιλαμβάνει σαδιστική χαλάουα, ακόμη και ριζική αποτρίχωση.

ΑΥΤΟ ΤΟ ΚΟΥΡΕΜΑ, στο οποίο απόλυτη προτεραιότητα έχουν οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι, οι μικρομεσαίοι και γενικώς οι αναξιοπαθούντες, είναι σε αντιστοιχία με το άλλο υπό συζήτηση κούρεμα: το καθαυτό κούρεμα του χρέους. Αυτό που το λέγαμε και αναδιάρθρωση. Θυμάστε; Αυτό που θα ήταν καταστροφή αν γινόταν με πρωτοβουλία του πελάτη, δηλαδή ημών, και όχι του κουρέα, δηλαδή των πιστωτών. Τώρα οι κουρείς, με πρώτους τους Γαλλογερμανούς μπαρμπέρηδες, διαβουλεύονται πάνω από το κεφάλι μας. Το ψειρίζουν, το ξεψειρίζουν, περνούν εκνευρισμένα τα δάχτυλά τους μέσα από τις τούφες, τις ορθώνουν, τις μετρούν, δοκιμάζουν πάνω τους τα ψαλίδια τους, «στον πόντο» λέει ο ένας, «στην πέτσα» λέει ο άλλος, διαπληκτίζονται για το βάθος της κουράς -στου κασιδιάρη το κεφάλι όλοι μπαρμπέρηδες θέλουν να γίνουν, που έλεγε κι ο Κολοκοτρώνης-, αλλά ομονοούν σε ένα: ό,τι κόψουν από τα κεφάλια μας θα το εμφυτεύσουν σε άλλα κεφάλια. Σαν τα μαλλιά των Κινέζων θανατοποινιτών, που αποτελούν περιζήτητο αξεσουάρ στην αγορά προσθετικής και hairstyling της Δύσης.

ΤΟ ΚΟΥΡΕΜΑ του ελληνικού χρέους, λοιπόν, θα αντισταθμιστεί με μια εμφύτευση στο τραπεζικό χρέος. Βλέπετε, μπορεί τα κεφάλια των PIIGS να έχουν τζιβιάσει από τρίχες αχτένιστες, ατίθασες, μπερδεμένες, μες στην ψείρα και την κόνιδα, φουλ στην ψαλίδα, αλλά τα κεφάλια των θεών της τραπεζικής πίστης πάσχουν από κάτι πιο μόνιμο και βασανιστικό. Τριχοφάγος είναι, αλωπεκία είναι, θα σας γελάσω, η διάγνωση είναι αβέβαιη, αλλά τα συμπτώματα πασίγνωστα. Αν υποθέσουμε ότι εμείς, ως κοινωνία, αλλά και όλες οι κοινωνίες του πλανήτη χρωστούν τα μαλλιά της κεφαλής τους -43 δισ. δολάρια μέχρι το τέλος του χρόνου μόνο ως κρατικό χρέος- σε ποιους τα χρωστούν; Κατά βάση στις τράπεζες. Για να ξεπληρωθεί αυτό το ποσό, αν πράγματι ποτέ υπήρξε, θα πρέπει η ανθρωπότητα να υποβληθεί σε επώδυνη χαλάουα, να μετατραπεί σε ένα άτριχο είδος, να μείνει με το πετσί της. Και πάλι κάτι θα μένει να οφείλει στα ευαγή ιδρύματα που έχουν εκ γενετής αυτό το πρόβλημα, της αλωπεκίας, του τριχοφάγου, κι όσες εμφυτεύσεις και ανακεφαλαιοποιήσεις κι αν αποφασίσουν η Μέρκελ με τον Σαρκοζί, η Ευρωζώνη, το G20, που έχουν πιαστεί μαλλί με μαλλί για το εύρος του κουρέματος και την έκταση της εμφύτευσης, στα κεφάλια τους θα χάσκουν πάντα άτριχες τρύπες.

ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΕΙΔΟΥΣ το κούρεμα του τύπου «πιάσ’ τ’ αυγό και κούρευ’ το», βεβαίως, αν και οδυνηρό για τους ήδη κεκαρμένους, έχει και μια χρησιμότητα: αν και οι επίδοξοι και αδέξιοι μπαρμπέρηδες διακινδυνεύουν εκεί που πάνε για μαλλί να βγούνε κουρεμένοι, να προκαλέσουν δηλαδή αντί για κούρεμα τον αποκεφαλισμό της Ευρωζώνης, με την πρεμούρα τους αποδεικνύουν αυτό που λίγοι βαρεμένοι εξαρχής υποστήριζαν, ότι το βαθύ ξύρισμα του χρέους είναι και πολιτικά αναγκαίο και οικονομικά εφικτό και κοινωνικά δίκαιο. Το θέμα, βέβαια, είναι ποιος κρατάει τη λεπίδα και σε ποιου το κεφάλι τη γλιστράει. Μπαρμπέρης με πάρκινσον προφανώς θα την κάνει τη ζημιά. Σκεφτείτε να εμπιστευτούμε τη λεπίδα, όπως καλή ώρα τώρα, στον Φρέντι Κρούγκερ του «Εφιάλτη στον δρόμο με τις λεύκες» ή στον Σουίνι Τοντ, τον φονικό κουρέα της οδού Φλιτ. Θυμάστε πόσο «ριζικά» κούρευε ο τελευταίος τους πελάτες του; Θα του εμπιστευόσασταν το κεφάλι του; Ε, λοιπόν, αυτό είναι το πρόβλημα. Το να εμπιστευτούμε το «κούρεμα» του χρέους σ’ αυτούς που το διαχειρίζονται σήμερα είναι σαν να αποφασίζουμε να γίνουμε κρεατόπιτες προορισμένες για το στομάχι του τραπεζικού Λεβιάθαν. Και δεν κουρευόμαστε μόνοι μας καλύτερα;