Λανθασμένα πίστευε πως το όνομα θα έπρεπε να βρίσκεται στον χθεσινό κατάλογο, και τώρα βρισκόταν μπροστά στο απίστευτο σκάνδαλο του ανθρώπου που έπρεπε να πεθάνει πριν από δύο μέρες και αυτός εξακολουθούσε να είναι ζωντανός. Και δεν ήταν αυτό το βασικό. Ο διαβολεμένος ο τσελίστας, που από τότε που γεννήθηκε είχε σημαδευτεί για να πεθάνει νέος, σαράντα εννέα μόλις ανοίξεων, τώρα έκλεινε ξεδιάντροπα τα πενήντα, διαψεύδοντας έτσι το πεπρωμένο, τη μοίρα, το κισμέτ και όλες τις υπόλοιπες δυνάμεις που έχουν αφιερωθεί στο να αντιτίθενται με όλα τα ηθικά και ανήθικα μέσα στην τόσο μα τόσο ανθρώπινη θέλησή μας να ζήσουμε. Ήταν μια ολοκληρωτική ατίμωση. Και τώρα πώς θα επανορθώσει μια παρέκκλιση που δεν μπορεί να έχει συμβεί, σε μια περίπτωση που δεν έχει προηγούμενο και τίποτα δεν προβλέπει κάτι παρόμοιο στους κανονισμούς, αναρωτιόταν η θάνατος, κυρίως γιατί έπρεπε να είχε πεθάνει στα σαράντα εννιά του χρόνια και όχι στα πενήντα που είναι σήμερα. Ήταν φανερό πως η καημένη η θάνατος ήταν μπερδεμένη, συγχυσμένη και λίγο έλειψε να χτυπήσει το κεφάλι της στον τοίχο από τη στενοχώρια. Σε τόσες χιλιάδες αιώνες διαρκούς δραστηριότητας ουδέποτε της είχε συμβεί λειτουργικό σφάλμα, και τώρα, πάνω ακριβώς που εισήγαγε κάτι νέο στην κλασική σχέση των θνητών με την αυθεντική causa mortis, εκείνη δεχόταν το πιο σκληρό χτύπημα.
Ζοζέ Σαραμάγκου, «Περί θανάτου»
No comments:
Post a Comment