Βεβαίως, όταν τα φωτεινά μυαλά της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ανέλαβαν να μετρήσουν τον πλούτο του ευρωπαϊκού Βορρά και Νότου, πράγμα που το «Spiegel» έσπευσε να αναπαραγάγει με κατακίτρινο ζήλο, είχαν βάλει στην άκρη τις μεταφυσικές τους ανησυχίες και τις μεταθανάτιες αγωνίες τους. Ο στόχος τους ήταν πολύ επίγειος, υλικός και ιδιοτελής. Η απλοϊκή εμφάνιση των κοινωνιών του ευρωπαϊκού Νότου ως πλουσιότερων από αυτές του Βορρά απλώς επειδή κατέχουν κατά μέσο όρο μεγαλύτερη ακίνητη περιουσία φωτογραφίζει τον επόμενο, τέταρτο στόχο της μεγάλης «αρπαχτής»: μετά την επιδρομή στη δημόσια περιουσία, στο ιδιωτικό εισόδημα και στις καταθέσεις των τεμπέληδων Νοτίων, το «προτεσταντικό πνεύμα του καπιταλισμού» στοχοποιεί και την ακίνητη περιουσία τους. Την πρώτη κατοικία τους, το εξοχικό τους -αν έχουν- και τα αμπελοχώραφά τους.
Η απλοϊκότητα αυτής της προσέγγισης, που από οικονομική άποψη έχει τόση αξιοπιστία όση και οι πολλαπλασιαστές του ΔΝΤ ή οι βλακώδεις υπολογισμοί των νεοφιλελεύθερων για τη σχέση κρατικού χρέους και ύφεσης, ανάγκασε ακόμη και τη Μέρκελ να διαφοροποιηθεί. Και να απαντήσει στο «Spiegel» ότι αυτός ο τρόπος υπολογισμού του πλούτου των Ευρωπαίων του Νότου αποκρύπτει άλλες πηγές πλούτου που απολαμβάνουν οι Βόρειοι και στερούνται οι Νότιοι, όπως τα πιο γενναιόδωρα συστήματα ασφάλισης, υγείας, κοινωνικής πρόνοιας και συνταξιοδότησης. «Η αγορά ενός ακινήτου αντισταθμίζει το ανεπαρκές κοινωνικό κράτος των φτωχότερων κοινωνιών», είπε η Μέρκελ, εκπλήσσοντας με την επιείκειά της έναντι των μαύρων προβάτων της Ευρώπης. Τι συνέβη εντός της και ανέλαβε αυτή την απρόσμενη υπεράσπιση αδυνατώ να αντιληφθώ. Μήπως αφυπνίστηκε μέσα της η νεαρά μαχήτρια της FDJ, της ανατολικογερμανικής κομμουνιστικής νεολαίας, κι αποφάσισε να επανεκτιμήσει τα αγαθά της κοινωνικής ιδιοκτησίας έναντι της ατομικής; Σας διαβεβαιώ πως όχι. Το πιθανότερο είναι πως κάποιος της ψιθύρισε τον κίνδυνο να επαναληφθεί η γκάφα με τη στοχοποίηση των καταθέσεων. Αν η γερμανική αμετροέπεια προκαλέσει ένα σκάσιμο της φούσκας των ακινήτων στον ευρωπαϊκό Νότο, είναι απίθανο το ωστικό κύμα που θα προκαλέσει να μη φτάσει μέχρι τις πύλες της καγκελαρίας.
Σε κάθε περίπτωση, εν τη αφελεία ή εν τη ιδιοτελεία τους, οι φλύαροι Γερμανοί τεχνοκράτες και δημοσιολόγοι ανοίγουν πολύ χρήσιμα κεφάλαια για τα θεμελιώδη του υπαρκτού καπιταλισμού. Στην ύστατη νεοφιλελεύθερη μετάλλαξή του, «αυτός, αυτός, ο μόνος υπαρκτός» κονταροχτυπιέται ακόμη και με τον κορυφαίο «άγιό» του, τον Άνταμ Σμιθ, που δεν διανοήθηκε ότι μπορούν να υπάρξουν άλλες πηγές του πλούτου των εθνών πέρα από την εργασία, έστω και μεταμορφωμένη σε κέρδος, ενοίκιο γης και μισθό.
Κατά το «Spiegel» και όσους ανέλαβαν εργολαβικά να ξαναμετρήσουν τον πλούτο των εθνών με τα νέα, ιδιοκτησιακά κριτήρια, ο Μίδας με το τρομερό χάρισμα ό,τι πιάνει να γίνεται χρυσάφι ήταν προφανώς ο πλουσιότερος άνθρωπος που εμφανίστηκε στη Γη, αν και δεν διαφέρει διόλου από τον πένητα Αφρικανό που απειλείται από ασιτία, δίψα, αρρώστια και θάνατο. Κατά μία αναλογία, οι πληθυσμοί του ευρωπαϊκού Νότου, που φτωχοποιούνται μαζικά και βίαια μέσω μνημονίων και λοιπών εργαλείων λιτότητας, παραμένουν οι πλουσιότεροι Ευρωπαίοι επειδή είναι ιδιοκτήτες ακινήτων σε ποσοστά πολύ άνω του 40% που αντιστοιχούν στους Γερμανούς. Θα προσμετρηθεί, άραγε, ως στοιχείο του πλούτου τους το γεγονός ότι η ακίνητη περιουσία τους αποκτήθηκε με έναν μοχλευμένο και σχεδόν καταναγκαστικό δανεισμό με τον οποίο οι τράπεζες συντηρούσαν για δεκαετίες τα παραφουσκωμένα ενεργητικά τους; Διότι, αν ισχύει αυτό το μέτρο πλούτου, τότε κακώς χρεοκόπησαν οι φορτωμένες με ενυπόθηκα ακίνητα αμερικανικές τράπεζες. Και κατά λάθος αυτός ο ζηλευτός πλούτος των εθνών προκάλεσε το παγκόσμιο τσουνάμι της χρηματοπιστωτικής κρίσης που ακόμη πληρώνουμε.
Αν ξεπεράσουμε την ανοησία του ισχυρισμού περί πλούσιου ευρωπαϊκού Νότου, η ιστορία της φούσκας των ακινήτων θυμίζει έναν άρρητο νόμο του καπιταλισμού: τα περιουσιακά στοιχεία διατηρούν ψηλά τις αποτιμήσεις τους μόνον όσο κατανέμονται άνισα και άδικα στην κοινωνία. Όταν ένα περιουσιακό στοιχείο αποκτάται από μεγάλο μέρος του πληθυσμού, όταν «εκδημοκρατίζεται» υπερβολικά, η φούσκα της τιμής του σκάει. Δεν έχει παρά μόνο την αξία χρήσης από τον κάτοχό του. Κι αυτή αμφίβολη, όταν του λείπουν οι υπόλοιποι όροι επιβίωσης. Οι τοίχοι, τα πλακάκια και τα ντουλάπια δεν τρώγονται, ως γνωστόν, κι ας δουλεύουμε όλοι για τα μπετά και τα λεφτά, που λένε ο Μάλαμας με τον Καρρά – οποία έκπληξις!
Το στοιχείο που αποκάλυψε η κρίση σε όλο το μεγαλείο και όλη την αθλιότητά του είναι πως η ιδιοκτησία, που θυμίζει στον μέσο Ευρωπαίο απλώς ότι υπάρχει, δεν είναι πια ένδειξη πραγματικού πλούτου. Διατηρεί ενδεχομένως τα ηθικά και συμβολικά της στοιχεία – για τους πλούσιους ως τελευταίο μέσο επίδειξης στον μικρό περίγυρο της ματαιοδοξίας τους, αρκεί σ’ αυτόν να μην περιλαμβάνεται η εφορία, για τους φτωχούς ως έσχατο μέσο διαπραγμάτευσης με την τράπεζα, αρκεί αυτή να μην τους πασάρει στην εισπρακτική εταιρεία. Αλλά ακόμη κι αυτά τα συμβολικά στοιχεία εξαφανίζονται όταν το πολυτελές ακίνητο (με πισίνα) του πλουσίου γίνεται «αγνώστου ιδιοκτήτη», εξαφανισμένο στο χαρτοφυλάκιο μιας offshore αγνώστων μετόχων. Ή, όταν το ταπεινό διαμέρισμα των 85 τ.μ. του μικρομεσαίου δανειολήπτη δεν χωράει στο «κόκκινο» χαρτοφυλάκιο μιας τράπεζας. Τώρα πια, ούτε καν οι τράπεζες επιθυμούν να γίνουν επίσημοι ιδιοκτήτες των ενυπόθηκων ακινήτων. Γιατί γνωρίζουν ότι, σε όσο μεγαλύτερη αφθονία τα αποκτούν, τόσο φτωχότερες γίνονται.
Να η παράδοξη συνθήκη της εποχής: ο πλούσιος ευρωπαϊκός Νότος γίνεται φτωχότερος ακριβώς γιατί είναι πλουσιότερος, τουλάχιστον κατά τα κριτήρια της ΕΚΤ και του «Spiegel». Γιατί, όσο περισσότερο καταστρέφονται οι πραγματικές πηγές πλούτου και εισοδήματος των ιδιοκτητών, τόσο πιο αζήτητη και απαξιωμένη μένει η ακίνητη περιουσία τους. Και δεν έχει καν τη λειτουργία που υπερασπίζεται η Μέρκελ: ένα αποκούμπι για τα γεράματα, ένα αντιστάθμισμα για το διαλυόμενο κοινωνικό κράτος, μια παρακαταθήκη για τη νεότερη γενιά, τη γενιά των ανέργων ιδιοκτητών.
Αυτή η παραδοξότητα θυμίζει μια ιστορική, θεωρητική αντιπαράθεση που καταγράφηκε πριν περίπου ενάμιση αιώνα στη Γερμανία – άλλο παράδοξο κι αυτό. Ο Εμίλ Ζαξ υπήρξε ένας Αυστριακός οικονομολόγος που, με ένα δημοφιλές στην εποχή του βιβλίο, το 1869, υποδείκνυε ως μέσο χειραφέτησης της εργατικής τάξης την απόκτηση ιδιοκτησίας. «Είναι κάτι ιδιοφυές η ανθρώπινη επιθυμία απόκτησης γαιοκτησίας, ένα κίνητρο που δεν μπορεί να το εξασθενήσει ούτε η σημερινή πυρετική κυκλοφορία των αγαθών», έγραφε με θέρμη, για να καταλήξει: «Όποιος έχει την ευτυχία να είναι ιδιοκτήτης γης έχει φτάσει στο ανώτατο σκαλοπάτι οικονομικής ανεξαρτησίας… Έχει μια περιοχή όπου μπορεί κυριαρχικά να κάνει ό,τι θέλει, είναι κύριος του εαυτού του… Ο εργάτης, που βρίσκεται σήμερα χωρίς βοήθεια, εκτεθειμένος στις εναλλαγές της οικονομικής κατάστασης, σε διαρκή εξάρτηση από τον εργοδότη… θα γινόταν κεφαλαιοκράτης και η ουσιαστική πίστωση που για τον λόγο αυτό θα ήταν στη διάθεσή του θα τον εξασφάλιζε από τους κινδύνους της ανεργίας και της ανικανότητας για εργασία. Μ’ αυτόν τον τρόπο, θα περνούσε από την τάξη των ακτημόνων στην τάξη των ιδιοκτητών». Ποιος είδε τον Θεό και δεν τον φοβήθηκε! Ο κολλητός του Μαρξ, ο Φρίντριχ Ένγκελς, ανέλαβε να αποκαθηλώσει αυτό το χαρίεν όραμα του καπιταλισμού των «ιδιοκτητών εργατών» και να αποδομήσει τη μόδα των οικοδομικών συνεταιρισμών (building societies) που έκανε θραύση τότε στη Γερμανία, στη Γαλλία και στην Αγγλία. Και τα κατατρόπωσε στο περίφημο έργο του «Για το ζήτημα της κατοικίας», με θεωρητικά και κυρίως με τα χειροπιαστά επιχειρήματα που του έδινε η πραγματικότητα. «Ας κοιτάξει ο κύριος Ζαξ τους Γάλλους και τους δικούς μας αγρότες της Ρηνανίας. Τα σπίτια και τα χωράφια τους είναι πέρα για πέρα επιβαρυμένα με υποθήκες, η σοδειά τους ανήκει πριν καν τη μαζέψουν στους πιστωτές και στην περιοχή τους δεν κάνουν αυτοί ό,τι θέλουν κυριαρχικά, αλλά είναι ο τοκογλύφος, ο δικηγόρος, ο δικαστικός κλητήρας που κάνουν ό,τι θέλουν», σάρκαζε ο Ένγκελς στην περίφημη πολεμική του. Πολεμική γεμάτη ανατριχιαστικές αναλογίες με τη σημερινή κατάρρευση της «δημοκρατίας των ιδιοκτητών» στον ευρωπαϊκό Νότο, που ακολουθεί τις καταρρεύσεις και άλλων χαζοχαρούμενων «δημοκρατιών», όπως η «δημοκρατία των μετόχων» προ δωδεκαετίας ή πρόσφατα οι «δημοκρατίες» των ομολογιούχων και των καταθετών, που ο εγγυημένος τους πλούτος σφάχτηκε στο γόνατο ενός PSI ή μιας τραπεζικής διάσωσης.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
Κεφάλαιο είναι η εξουσία πάνω στην απλήρωτη εργασία. Το σπιτάκι του εργάτη γίνεται λοιπόν κεφάλαιο τότε μόνον όταν το νοικιάζει σε ένα τρίτο πρόσωπο και με τη μορφή του νοικιού ιδιοποιείται ένα μέρος από το προϊόν της εργασίας αυτού του τρίτου προσώπου. Με το ότι κάθεται όμως ο ίδιος μέσα, εμποδίζει ίσα ίσα το σπίτι του να γίνει κεφάλαιο, ακριβώς όπως και το σακάκι παύει να είναι κεφάλαιο από τη στιγμή που το αγοράζω από τον ράφτη και το φορώ. Ο εργάτης που έχει το σπιτάκι αξίας χιλίων ταλίρων παύει να είναι βέβαια προλετάριος, αλλά πρέπει να είναι ο κύριος Ζαξ για να μπορεί να τον ονομάσει κανείς κεφαλαιοκράτη.
Φρίντριχ Ένγκελς, «Για το ζήτημα της κατοικίας»
Η «θέση-άποψη» του Γερμανικού περιοδικού Der Spiegel γενικά με την ιδιοκτησία των Νοτίων , αποπροσανατολίζει τους αναγνώστες του από μια άλλη βασική έννοια , ολίγον συγγενική με την προαναφερθείσα : Την έννοια της «ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής» των Βορείων ! Αν οι Γερμανοί ζηλεύουν τόσο πολύ, αυτήν την ιδιοκτησία των Νοτίων , ας τους προτείνουμε να κάνουμε μια αμοιβαία ανταλλαγή ..
ReplyDelete