Saturday, February 24, 2024

Ευτυχόμετρα και δυστυχόμετρα

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 24-25/2/2024


Καμιά αντίρρηση. Ο,τι χρειάζομαι είναι λιγότερο χρέος...

 Είμαι έτοιμος να συμφωνήσω με τον Μπάμπη (Μιχάλη), που το περασμένο Σάββατο δημοσίευσε στην «Εφ.Συν.» την άκρως ενδιαφέρουσα έρευνα για τις αυτόνομες κοινότητες σε πολλές περιοχές της Γης οι οποίες αποδεικνύουν ότι «τα λεφτά δεν αγοράζουν την ευτυχία» (διαβάστε το: «Εφ.Συν.» 24-25/2/2024). Ή ότι εν πάση περιπτώσει ο βαθμός ικανοποίησης από τη ζωή δεν εξαρτάται από την ποσότητα χρηματικού πλούτου που διαθέτει κανείς. 

Είμαι επίσης διατεθειμένος να συμφωνήσω και με τον Τάσο (Τσακίρογλου), που στο αντίστοιχο podcast του (ακούστε το στο efsyn.gr) επαύξησε την προσέγγιση του Μπάμπη, εισφέροντας κι άλλες μελέτες, εμπειρίες και θέσεις που καταλήγουν στο ίδιο συμπέρασμα. Είμαι πρόθυμος να συμφωνήσω ότι πράγματι τα λεφτά δεν αγοράζουν την ευτυχία, αρκεί προηγουμένως να βρεθεί κάποιος να μου πληρώσει τα εξής: τα τέλη κυκλοφορίας που λήγουν σε λίγες μέρες, τους λογαριασμούς της σταθερής και κινητής τηλεφωνίας που εκκρεμούν, τον λογαριασμό της ΔΕΗ (πράσινο τιμολόγιο), που νόμιζα ότι θα έρθει χαμηλότερος αλλά ήρθε 30% πάνω, τις περσινές δόσεις του ΕΝΦΙΑ που είναι ληξιπρόθεσμες και όλο και τσιμπάνε λίγα ευρουλάκια προσαύξησης, τις νέες δόσεις του ΕΝΦΙΑ που ετοιμάζονται να κρεμαστούν στο myAADE (σ.σ. δεν ξέρω αν έχετε αντιληφθεί ότι με τόσα my που διαθέτουμε έχουμε γίνει συνιδιοκτήτες της χώρας), τα κοινόχρηστα της πολυκατοικίας, τις δόσεις του στεγαστικού δανείου μη γίνει καμιά στραβή και μπουκάρει η τράπεζα στο σπίτι, τα ασφάλιστρα κατοικίας (που δεν έχω καταλάβει τι ακριβώς μας προσφέρουν), τα ασφάλιστρα του αυτοκινήτου (γι’ αυτά κάτι έχω καταλάβει), ένα στοιχειώδες σέρβις στο σαράβαλο που έχει να δει συνεργείου πρόσωπο τρία χρόνια, τις βενζίνες για να εξασφαλίσουμε τουλάχιστον το πήγαιν'-έλα στη δουλειά, την εξαγορά μερικών πλασματικών χρόνων μπας και καταφέρω να πάρω ποτέ σύνταξη, τα ψώνια του σουπερμάρκετ και της λαϊκής (ως οικογένεια είμαστε πλέον μετριοπαθείς καταναλωτές, δεν είναι πολλά), την αντικατάσταση δύο-τριών ηλεκτρικών συσκευών που τα έχουν φτύσει, τα δίδακτρα για ένα μεταπτυχιακό της κόρης μου (ιδανικά εκτός Ελλάδας, αλλά συμβιβαζόμαστε και με εγχώριο δημόσιο ΑΕΙ) και, τέλος, επειδή ούκ επ’ άρτω μόνο ζήσεται άνθρωπος, ένα μικρό επίδομα αναψυχής ίσα για να καλύπτει την έξοδο του Σαββατοκύριακου (ένα σινεμαδάκι και μια μπίρα, η παιδαγωγική της λιτότητας μας έχει κάνει εγκρατείς) και ένα πενθήμερο διακοπών τον χρόνο. 

Ζητάω πολλά; Οχι υποθέτω. Τα στοιχειώδη, αυτά που βασανίζουν τον μέσο άνθρωπο των βιομηχανικών και μεταβιομηχανικών κοινωνιών, του οποίου οι πραγματικές, οι επινοημένες ή επιβεβλημένες ανάγκες του ακολουθούν τον οικονομικό και επιχειρηματικό κύκλο και τη λατρεία της οικονομικής μεγέθυνσης, ανεξάρτητα από τον βαθμό ικανοποίησης και απόλαυσης (αν υποθέσουμε πως αυτά τα δύο είναι συστατικά της «ευτυχίας) που αντλεί από αυτές. 

Αυτή η εκθετική οικονομική μεγέθυνση, η ανάπτυξη εντός ή εκτός εισαγωγικών, μετριέται σε χρήμα αενάως αυξανόμενο. Αν όπως μας λέει η Credit Suiss, που έχει το κατά τεκμήριο πιο αξιόπιστο πλουτόμετρο, ο παγκόσμιος πλούτος είναι περίπου 450 τρισ. δολάρια και θα ξεπεράσει τα 600 τρισ. στα επόμενα τρία χρόνια, κανονικά θα έπρεπε όλοι να είμαστε αν όχι ευτυχείς, πάντως λιγότερο δυστυχείς. Αλλά δεν παίζει αυτό, όχι μόνο γιατί τα πολλά λεφτά βρίσκονται στη λάθος πλευρά της Ιστορίας, της κοινωνίας και του πλανήτη. Ούτε μόνο γιατί υπάρχουν πράγματα που το χρηματικό ευτυχόμετρο δεν τα πιάνει –κοινωνικές σχέσεις, ελευθερίες, δικαιώματα, ένα ερωτικό φιλί, ένα παιδικό χάδι, ένα χαλαρό ριγιούνιον με παιδικούς φίλους. Αλλά και γιατί πάνω από το μισό του πληθωρικού παγκόσμιου πλούτου, 307 τρισ. δολάρια σύμφωνα με το ΔΝΤ που κρατάει το δυστυχόμετρο του κόσμου μας, είναι χρέος. Χρέος κρατικό και ιδιωτικό. Και επειδή το χρήμα είναι εξ ορισμού χρέος, η κατοχή του, ανεξαρτήτως ποσότητας, δεν έχει άλλο προορισμό από το να εξοφλά παλιό και να δημιουργεί νέο χρέος (ρωτήστε τις τράπεζες και θα σας το εξηγήσουν), είτε αποτιμάται σε κρατικά και εταιρικά ομόλογα, είτε σε λογαριασμούς και ανεξόφλητες οφειλές σαν αυτές που σας περιέγραψα παραπάνω. 

Το χρηματικό ευτυχόμετρο έχει λοιπόν προ πολλού καταστεί κυρίως δυστυχόμετρο. Δηλαδή το χρήμα προφανώς δεν μπορεί να αγοράσει ευτυχία, αλλά ίσως μπορεί να εξαγοράσει ένα μέρος δυστυχίας, να μας απαλλάξει από τις πηγές της καθημερινής δυσφορίας, τα χρέη και τις οφειλές μας. Θεωρητικώς ο άνθρωπος (να εξηγούμαστε: ο μέσος, κανονικός άνθρωπος, όχι ο Μασκ ή ο Μπέζος) που έχει κάποιες προϋποθέσεις να νιώσει ευτυχής, ή να αντλήσει ικανοποίηση από τη ζωή και τις μικρές χαρές της, είναι αυτός που δεν χρωστάει τίποτα και σε κανένα. 

Γι’ αυτό επαναλαμβάνω: Μήπως προσφέρεται κάποιος να εξαγοράσει τα χρέη μου; 

ΥΓ. Προφανώς τα λεφτά δεν αγοράζουν την ευτυχία. Κόμματα αγοράζουν όμως;


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

Από τότε που 'φτιαξε ο Θεός την πλάση

Ενα πράγμα μου 'φταιξε, μου 'φταιξε, μου 'φταιξε

Ο φτωχός ο άνθρωπος τι είχε να περάσει


Που πανάθεμα το μήλο και την Εύα την μπιρμπίλω

Του παράδεισου το τζάμπα μια για πάντα είχε χάσει

Κι όπως έχει η βδομάδα τα μερόνυχτα εφτά

Η ζωή μας η ρημάδα δε φτουράει χωρίς λεφτά


Τα λεφτά, τα λεφτά, ποιος τ' ανακάλυψε

Τα λεφτά, τα λεφτά, την πορτοφόλα

Τα λεφτά, τα λεφτά, και μας παράλειψε

Τι παθαίνει ο άνθρωπος με του παρά τη φόλα

Τα λεφτά, τα λεφτά, τα εκατομμύρια

Τα λεφτά, τα μπερντέ, τα μπικικίνια

Τα ψιλά, τα χοντρά, τριάντα αργύρια

Στο καζίνο την πατάς εφόσον έχεις γκίνια


Αμα είσαι στην ανάγκη και διά χειρός Βαράγκη

Θα πουλήσεις το τραπέζι και τη σάλα σου

Κι άμα τρέχουν οι πιστώσεις και τη μάνα σου θα δώσεις

Προκειμένου να γλιτώσεις την κεφάλα σου



«Τα λεφτά», Λίνα Νικολακοπούλου, Σταμάτης Κραουνάκης, δίσκος «Σπεράντζα» (1998) 


No comments:

Post a Comment