Wednesday, July 1, 2015

Η όρθια στάση κάνει τον άνθρωπο



 
Άκουσα κάτι νόστιμο: το μεγαλύτερο λάθος του είδους μας ήταν ότι αποφάσισε να κατέβει από τα δέντρα. Και τώρα, ιδού το αποτέλεσμα.

Εν μέρει έχει δίκιο ο ποιητής. Τι θες να μπαίνεις σε περιπέτειες, κάτσε στο κλαδί σου, τρώγε τη μπανάνα σου, μάσα τα φιστίκια σου, πήδα, παίξε, κοιμήσου. Και κρύψου. Προ παντός κρύψου όταν εμφανιστεί ο κίνδυνος. Σ’ έφαγε όμως η περιέργεια: Να δω τι θα γίνει αν κατέβω απ’ το δέντρο, τι θα συμβεί αν σταματήσω να περπατώ στα τέσσερα, τι μπορώ να κάνω με τα μπροστινά μου πόδια, τι θα αλλάξει αν σταθώ στα δυο πισινά μου. Κάπως έτσι άρχισαν όλα, έτσι δεν είναι;

Η όρθια στάση έκανε τον άνθρωπο. Είχε τα ρίσκα της, δε λέω. Αλλά μάλλον άξιζε τον κόπο. Αν βάλεις στο δεξί χέρι όλα τα δεινά, όλο τον ζόφο που σώρευσε ο ανθρώπινος πολιτισμός στο πέρασμά του και στ’ αριστερό όλα όσα μεγαλειώδη έχει πετύχει σε μαγικές εικόνες, απίστευτα τεχνολογικά επιτεύγματα, θεσπέσια αρχιτεκτονήματα, υπέροχα γλυπτά, νότες, σκέψεις, ιδέες, θεωρίες, λύσεις που κάνουν τη ζωή ευκολότερη, να ‘σαι σίγουρος, το αριστερό σου χέρι θα λυγίσει απ’ το βάρος. Το ισοζύγιο καταστροφής- δημιουργίας βγάζει συντριπτικό πλεόνασμα υπέρ της δεύτερης. Αν και εκ φύσεως απαισιόδοξος, δεν μπορώ να αφαιρέσω ούτε γραμμάριο από τον στόμφο που μπορεί να έχει η διαπίστωση: ό,τι πετυχαίνει ο άνθρωπος, το πετυχαίνει όρθιος. Όχι σκυφτός, ούτε πολύ περισσότερο γονατιστός ή έρπων.

                                                ****

Από την περασμένη Παρασκευή βλέπω ανθρώπους σκυφτούς μπροστά στις οθόνες των ΑΤΜ. Ουρές από σκυφτούς ανθρώπους που αγωνιούν να φτάσουν στα πλήκτρα του μηχανήματος που ξερνάει ευρώ, πριν αυτό στερέψει (σ.σ. μεταξύ μας, ήμουν κι  εγώ σε κάποιες απ’ αυτές τις θλιβερές ουρές). Κι από τη Δευτέρα η κύρτωση του αυχένα και της πλάτης σαν να αυξήθηκε, κι ας λιγόστεψαν τα χαρτονομίσματα που μπορούν να αποσπάσουν απ’ το μηχάνημα. Ίσως δεν ξέρουν, τουλάχιστον όχι όλοι, ότι κάθε ημερήσια επίσκεψή τους στο ATM μετριέται live στις τερματικές οθόνες της ΕΚΤ, στη Φρανκφούρτη. Κάθε ανάληψη του πολυπόθητου πενηντάρικου καταγράφεται σαν μια μικρή κατάθεση της ψυχής τους. Οι άρχοντες του ευρώ μετρούν όλες αυτές τις μικρές καταθέσεις σαν προκαταβολή της μεγάλης, ολόσωμης και ολόψυχης κατάθεσης που θέλουν να εξασφαλίσουν στην Κυριακή της κάλπης. Θέλουν ένα λιπόψυχο, ηττημένο, ταπεινωμένο, φοβισμένο, αγωνιώδες, ένα σκυμμένο, ει δυνατόν και έρπον «ναι» από τα εκατομμύρια των Ελλήνων ψηφοφόρων. Γι’ αυτό και έχουν φορτώσει στην πλάτη του καθενός ένα χρέος 40.000 ευρώ. Να ’χουν να πορεύονται σκυφτοί, στα τέσσερα, έρπην. Χέστηκαν αν αυτό το χρέος θα πληρωθεί ποτέ- το ξέρουν ότι δεν πρόκειται αυτό να συμβεί-. Αρκεί να το ’χει στην πλάτη του κάθε υποζύγιο εφ’ όρου ζωής (κάπως έτσι υπολογίζουν τη «βιωσιμότητα» του χρέους: τη μετρούν με κριτήριο την ανοχή μας).

Μ’ αυτό το φόρτωμα στην πλάτη, με τις τράπεζες κλειστές, με τον ΣΕΒ, τη ΓΣΕΕ, τον αρχιεπίσκοπο, τον Άνθιμο, τον επίτιμο, την ΕΣΕΕ, τον Σαμαρά, τον Βενιζέλο, τη Φώφη, τον Σταύρο, τον Ρουβά, τις εργοδοτικές ενώσεις, τους καθωσπρέπει οικονομολόγους, τους τραπεζίτες, τα ΜΜΕ της διαπλοκής, το λόμπι του ευρώ, τους αρχιτέκτονες της ελληνικής χρεοκοπίας, τον Ραχόι, τον Γιούνκερ, τον Σουλτς, τη Μούσχουρη, τον Ράμφο, τον Ψινάκη, όλους τους αστέρες του καθεστωτικού μπλοκ να κραυγάζουν υστερικά «ΝΑΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙ! Ναι σε όλα, ναι σε ό,τι νάναι», πώς θα τα καταφέρεις εσύ να φτάσεις όρθιος και ευθυτενής στην κάλπη; Πώς να αντέξεις να διασώσεις όλα τα «όχι» σου, όλα τα «όχι» που ’χεις μαζεμένα από τότε που στάθηκες όρθιος, βρέφος ενός έτους;

Δεν υπάρχει άλλος τρόπος, παρά μόνο να σταθείς όρθιος, ενάντια στο ρεύμα. Σκέψου λίγο: αυτό που έχεις στην πλάτη σου δεν είναι δικό σου φορτίο. Είναι φορτίο άλλων. Όλων αυτών που συνωθούνται στον κλαυσίγελω του «ναι», στην ιλαροτραγωδία του «μένουμε Ευρώπη». Αυτών που έκαναν πάρτι με τη φούσκα της ευημερίας. Αυτών που έκαναν πάλι πάρτι με τη φούσκα του ευρώ. Των ίδιων που κάνουν για πολλοστή φορά πάρτι με την τσιχλόφουσκα της χρεοκοπίας. Μένουνε Ευρώπη. Εκ του ασφαλούς, βεβαίως. Γιατί έχουν φύγει από την Ελλάδα. Όχι ακριβώς οι ίδιοι. Αλλά τα 110 δισ. των καταθέσεων που έχουν φυγαδεύσει στο Λουξεμβούργο, στο Βερολίνο ή στο Παρίσι. Κι αυτά είναι μόνο αυτά που ξέρουμε, αυτά που παρακολουθεί εδώ και χρόνια ακόμη και ο Ντράγκι online. Για τα άλλα, τα μαύρα κι άραχλα, δεν ξέρω, ρωτήστε τον Γιούνκερ, θα ξέρει καλύτερα.

Πέταξε, λοιπόν, το φορτίο απ’ την πλάτη σου. Φόρτωσέ το στην πλάτη αυτών που τους ανήκει. Στους κατοίκους του «Μενουμευρωπιστάν», αυτής της άγνωστης χώρας που υπερασπίζεται- κατά πως λέει ο Σαμαράς- «σαράντα χρόνια κατακτήσεων». ( Οπ! Για στάκα! Ποιων κατακτήσεων; Αυτών που, κατά την τρόικα, καθιστούν την Ελλάδα failed state και κράτος ανεπίδεκτο μεταρρυθμίσεων; Μενουμευρωπίτες και μενουμευρωπίτισες! Ξεκαθαρίστε το αυτό, γιατί στην τρόικα δεν αρέσουν οι «κατακτήσεις». Ή η τελευταία 40ετία ήταν το επαίσχυντο άγος της μεταπολίτευσης, της πελατοκρατείας, της συντεχνιοκρατίας, του διεφθαρμένου κράτους και της κλεπτοκρατίας. Ή ήταν μια 40ετία ευρωγκλαμουριάς και ευρωκατακτήσεων. Τα δυο καλά δεν γίνονται). Εσύ, κάτοικε της No Mans Land, που ζεις στο υβρίδιο προτεκτοράτου των δανειστών, πολίτη της άλλης, της συντετριμμένης και ταπεινωμένης Ευρώπης, παρία της Γιουρολάνδης, πήγαινε στην κάλπη ανάλαφρος, χωρίς το φορτίο που σε γονάτιζε. Να θυμάσαι πάντα πως η όρθια στάση κάνει τον άνθρωπο. Μην το υπερβάλουμε, άλλωστε. Οι γονείς μας, οι παππούδες και οι προπαππούδες μας υπήρξαν διαδοχικά θύματα της ίδιας αλαζονικής Δύσης. Μόνο που δεν είχαν απέναντί τους ELA, capital controls και άδεια ATMs, αλλά κανόνια, σφαίρες, ερπύστριες, ναπάλμ και πείνα. Αληθινή πείνα. Αλλά, στάθηκαν όρθιοι. Με τα μεγάλα «όχι» τους, τα «ναι μεν, αλλά…» τους, τις μεγάλες, αιματηρές τους απώλειες. Αλλά όρθιοι. Γιατί η όρθια στάση κάνει τον άνθρωπο.

Μάζεψε όλα τα «όχι» σου και στάσου όρθιος. Όχι στο ψέμα, όχι στην τρομοκρατία, όχι στον πανικό, όχι στη λιτότητα, όχι στην ευρωυστερία, όχι στην ευρωκρατία, όχι στην ευρωυποκρισία, όχι στις κότες, όχι στους ξενέρωτους, όχι στους χέστηδες, όχι στην εθελοδουλεία, όχι στις κωλοτούμπες (τις παρελθούσες και τις επερχόμενες), όχι στο παράνομο χρέος, όχι στην τοκογλυφία των δανειστών, όχι στους ραντιέρηδες, όχι στο ευρώ των τραπεζών, όχι στη χούντα της ΟΝΕ, όχι στην εξόντωση των ηλικιωμένων, όχι στον ευνουχισμό των ωρίμων, όχι στον εξανδραποδισμό των νέων, όχι στις ομιλούσες κεφαλές της διαπλοκής, όχι σε νέο μνημόνιο, όχι στην τρομοκρατία των εργοδοτών, όχι στον φασισμό των αγορών, όχι στην παράδοση της κρατικής κυριαρχίας, όχι στον εκβιασμό της λαϊκής κυριαρχίας, όλα τα όχι του κόσμου συμπυκνωμένα σε ένα και μόνο όρθιο «ΟΧΙ». (Μ’ αρέσει που το «όχι» της Κυριακής είναι τόσο πλουραλιστικό, ο καθένας θα εισφέρει τη δική του σύνθεση από «όχι». Είναι «όχι» πατριωτικό, αλλά είναι και διεθνιστικό, είναι ευρωσκεπτικιστικό, αλλά είναι και ευρωπαϊκό, είναι φιλοκυβερνητικό, αλλά είναι και αντικυβερνητικό, είναι «όχι» θυμωμένο, αλλά είναι και ψύχραιμο, είναι ρομαντικό, αλλά είναι και ρεαλιστικό, είναι και «όχι» αναδρομικό, όλα τα «όχι» που δεν εκστομίστηκαν από το 2010 και μετά από «ναιναίδες» και «νενέκους». Ενώ το «ναι» τους είναι απλώς ένα μονολιθικό, μονόχρωμο, δογματικό, λιπόψυχο «ναι», μια υπογραφή σε λευκή επιταγή με το πιστόλι στον κρόταφο).

                                      ****

Οφείλουμε στους εαυτούς μας ένα όρθιο, καθαρό «όχι». Η όρθια στάση κάνει τον άνθρωπο. Με την οσφυαλγία δεν ξέρω τι παίζει, αλλά θα τ’ αντέξουμε.

ΚΙΜΠΙ

 

 

Tuesday, May 5, 2015

Βαθύς ΣΥΡΙΖΑ, ρηχός ΣΥΡΙΖΑ



Mark Rothko, “White over red” (1957)
 

Έχουμε και λέμε: Φλεβάρης, Μάρτης, Απρίλης και ολίγος Μάης. Τρεις μήνες. Κάτι λιγότερο από την ηλικία της κυβέρνησης. Το μπλογκ έπιασε αράχνες. Μια ανάρτηση μπας και βγάλει το καλοκαίρι.

Τρεισήμισι μήνες από τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛΛ, μερικές δεύτερες σκέψεις, σωρευμένες σαν σκουπίδια ξεχασμένα στο μπαλκόνι. Δυσώδη και σε προχωρημένη σήψη. Ή σαν λουλούδια μαραμένα στο βάζο- για να το κάνω πιο τρυφερό.  

                                         ***
Κατ’ αρχάς, το παροιμιώδες ερώτημα: Ποιος κυβερνά αυτό τον τόπο; Ούτε η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, και δη του κυβερνώντος ΣΥΡΙΖΑ, έχει αυταπάτες γι’ αυτό. Κυβερνά αυτός που κυβερνούσε πάντα, τις τελευταίες δεκαετίες τουλάχιστον. Το βαθύ κράτος παραμένει στα χέρια ανθρώπων που κάνουν αυτό που έκαναν πάντα. Φροντίζουν να διατηρείται το ισοζύγιο ταξικής κυριαρχίας, να λειτουργούν οι ταξικά μεροληπτικοί κρατικοί και άλλοι θεσμοί, να συντηρείται η αυτοτροφοδοτούμενη γραφειοκρατία, να μη θίγεται το status quo. Διατηρείται ακόμη και το καθεστώς έκτακτης ανάγκης υπό το οποίο το βαθύ κράτος ασκεί την κουτσουρεμένη εξουσία του. Δηλαδή, το καθεστώς μνημονιακής επιτήρησης και χρηματοδοτικής ομηρίας. Ουδείς μπορεί να κατηγορήσει-  πολλώ μάλλον να επαινέσει- τον ΣΥΡΙΖΑ ότι επέφερε μέχρι στιγμής κάποιο ρήγμα στη συνέχεια του βαθέως κράτους, που διατηρεί το βαθύ πρασινογάλαζο χρώμα του. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ ελέγχει το ρηχό, το πολύ ρηχό κράτος.

Μεταξύ βαθέως και ρηχού κράτους εξελίσσεται ένας καθημερινός ειρηνοπόλεμος. Σε πολλά πεδία ταυτόχρονα. Ακόμη και η μέσω Βρυξελλών, Βερολίνου και  Αθηνών συμφωνία της 20/2 καρκινοβατεί αβέβαιη ανάμεσα στους δυο πόλους της δυαδικής εξουσίας. Κάθε υπουργός ή αξιωματούχος του ρηχού κράτους που θέλει στοιχεία για να κοστολογήσει τα μέτρα που προτείνει στο Brussels Group ή για να ενημερώσει τα τεχνικά κλιμάκια του Hiltons Group πέφτει στην ανάγκη του βαθέως κράτους. Οποιοσδήποτε υπηρεσιακός παράγων ή πρόσωπο που συνδέεται στενά με τις προηγούμενες κυβερνήσεις και, τελικά, με το μακρόβιο καθεστώς, μπορεί να τον στείλει αδιάβαστο. Να τον εμφανίσει μαλάκα έναντι των αξιοσέβαστων θεσμών.

Έπειτα, το βαθύ κράτος είχε μάθει αλλιώς. Είχε αποκτήσει απευθείας, αδιαμεσολάβητη σχέση με το υπερκράτος της τρόικας. Κι αυτή η σχέση ενίοτε είχε και τα τυχερά της και για τις δυο πλευρές. Μεγάλη χαλάστρα, κι άσχετη με το αν το ρηχό κράτος του ΣΥΡΙΖΑ τρέχει την υπόθεση προς τη ρήξη ή τον συμβιβασμό- έντιμο, ανέντιμο, ά-τιμο, διατιμημένο, υποτιμητικό, διαλέξτε όποιον προσδιορισμό, αρκεί να έχει την «τιμή» στο θέμα του.

Η προσπάθεια του ρηχού κράτους να περιορίσει στοιχειωδώς την ισχύ του βαθέως περνά από διάφορες φάσεις αναμέτρησης. Έχει όμως ένα απόλυτο όριο: το βαθύ ελληνικό κράτος δεν ασκεί την κυριαρχία του αποκλειστικά εντός της εδαφικής επικράτειας, στις κρατικές υπηρεσίες που λειτουργούν με την κεκτημένη ταχύτητα της μεροληψίας υπέρ των κυρίαρχων ελίτ. Ένα μεγάλο μέρος αυτής της κυριαρχίας ασκείται εξ αποστάσεως, στις Βρυξέλλες και τη Φραγκφούρτη. Αρχίζοντας από τη δεύτερη, από τα περιστατικά του τελευταίου τριμήνου, μόνο οι παντελώς ηλίθιοι δεν έχουν καταλάβει τι σημαίνει για ένα κράτος και μια κυβέρνηση να μη διαθέτει νομισματική κυριαρχία, να μη μπορεί να καλύψει τις τρύπες της ρευστότητας με νέο χρήμα, να μην του ανήκει ούτε η κεντρική του τράπεζα, η οποία ανήκει στο «Ευρωσύστημα». Έχουν όλοι καταλάβει, επίσης, τι σημαίνει για μια κυβέρνηση να μην εποπτεύει τις λιγοστές πια συστημικές τράπεζες, που ανήκουν στον ευρωπαϊκό μηχανισμό εποπτείας, τον SSM, και τελικά στην ΕΚΤ του ταλαντούχου κ. Ντράγκι. Έχουν, επίσης, καταλάβει τι σημαίνει για την κρατική κυριαρχία να μην έχεις το δικαίωμα να δανειστείς όχι μόνο από τις αγορές, αλλά ακόμη και από τις δικές σου τράπεζες, αυτές που έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί με χρήματα που βαραίνουν τους μαλάκες φορολογούμενους πολίτες. Και, τέλος, έχουν καταλάβει τι σημαίνει να ελέγχει η Κομισιόν και η κοινοτική γραφειοκρατία τους λιγοστούς επενδυτικούς πόρους που υποτίθεται ότι είναι διαθέσιμοι, μέσω των ΕΣΠΑ. Όλες οι πιθανές πηγές ρευστότητας και χρήματος ελέγχονται από ένα βαθύ υπερκράτος, αυτό της Ευρωζώνης και της Ε.Ε., με εξουσία πιστωτικής ζωής και θανάτου πάνω στη χώρα.

                                  ****
Αλλά, ακόμη κι αν αποφασίσει κανείς να αγνοήσει την ισχύ αυτού του απόμακρου κι απρόσιτου βαθέως υπερκράτους και να αναζητήσει λύσεις εκ των ενόντων, θα βρει τεράστια εμπόδια, τα οποία είτε θα αποφασίσει να τα σαρώσει είτε θα ρουφηχτεί απ’ αυτά. Το παράδειγμα είναι η φορολογία. Η περίφημη γενική γραμματεία εσόδων εξελίχθηκε μέσω των μνημονιακών νόμων σε ένα υπερυπουργείο που ελέγχει ίσως τον πιο νευραλγικό βραχίονα του κράτους. Εν ονόματι της αποστείρωσής της από την πολιτική εξουσία και της αποτροπής χρήσης του φοροεισπρακτικού μηχανισμού ως πελατειακού εργαλείου, η τρόικα επέβαλε «ανεξαρτητοποίηση» αυτής της γενικής γραμματείας.  Ακόμη και το πρόσωπο που επελέγη για την ηγεσία της συμπύκνωσε όλα τα χαρακτηριστικά της ταξικότητας του φορολογικού συστήματος- ένας άνθρωπος των ελεγκτικών εταιρειών που φρόντιζε να πληρώνουν οι μεγάλες επιχειρήσεις από τίποτε έως κάτι. Αν το ρηχό κράτος θέλει να έχει έναν στοιχειώδη έλεγχο στα φορολογικά έσοδα, αυτό τον ελάχιστο πόρο ύπαρξης, θα πρέπει να άρει την «ανεξαρτησία» αυτής της μακράς χειρός των δανειστών. Εξ όσων έχω αντιληφθεί, εδώ διεκδικείται ως κορυφαία «μεταρρύθμιση» η ενίσχυση της «ανεξαρτησίας» αυτής. Η χαρά της τρόικας...

                                                 ****
Υπάρχουν εκατοντάδες μικρές και μεγάλες εστίες έντασης και σύγκρουσης μεταξύ ρηχού και βαθέως κράτους. Σε μεγάλο βαθμό οι «διαχειριστικές» ανεπάρκειες που καταλογίζονται στο προσωπικό της νέας κυβέρνησης είναι αποτέλεσμα αυτού του ιδιότυπου καταμερισμού στην άσκηση της κυριαρχίας που έχει διαμορφώσει η προσαρμογή στο καθεστώς της Ε.Ε., της Ευρωζώνης και των μνημονίων. Ακόμη και ο πιο «έντιμος» συμβιβασμός με τους δανειστές θα αφήσει ανέγγιχτη από το ρηχό κράτος των Αθηνών μια μεγάλη, γκρίζα ζώνη κυριαρχίας. Το προηγούμενο ρηχό κράτος είχε προσαρμοστεί απόλυτα στην ιδέα αυτή και τα στελέχη του ήταν καλά εκπαιδευμένα στον σεβασμό του «βαθέως κράτους εξωτερικού».

Αυτή, πάντως, η θεμελιώδης αντίφαση καθορίζει σε μεγάλο βαθμό και την έκβαση του εγχειρήματος της διακυβέρνησης από τον ΣΥΡΙΖΑ και τους εταίρους της. Ο ΣΥΡΙΖΑ, ως κόμμα εξουσίας πλέον, επιχειρεί να εκφράσει ένα ευρύτατο κοινωνικό φάσμα, ταξικά ετερόκλητο, που κινείται από την περιοχή των ακραία φτωχών και εξαθλιωμένων στρωμάτων μέχρι τις παρυφές της επιχειρηματικής ελίτ η οποία αναζητά εναλλακτικές πολιτικής και οικονομικής επανεκκίνησης. Συμμαχία ανάμεσα στα στρώματα αυτά είναι φύσει και θέσει αδύνατη. Οι αντιθέσεις είναι χαοτικές, τα πεδία σύγκλισης συμφερόντων σχεδόν ανύπαρκτα. Θα ήταν, ενδεχομένως, εφικτή μια σύγκλιση γύρω από στόχους ρήξης με τους δανειστές, διακοπής εξυπηρέτησης του χρέους, ανάκτησης της νομισματικής κυριαρχίας της χώρας. Αλλά, οι έλεγχοι του κεφαλαίου και του πλούτου που προϋποθέτει μια τέτοια επιλογή φέρνει σχεδόν αυτόματα απέναντι το μεγαλύτερο μέρος των κατόχων τους- εκτός αν αυτοί θυσιάζονταν από κάποια έξαρση πατριωτικού ζήλου.

Η διαχείριση αυτής της αδύνατης συμμαχίας, αργά ή γρήγορα, θα καθορίσει και την ιδεολογική φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ. Για να μην ξεχνιόμαστε, ο ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε την περιπετειώδη του πορεία σαν μια ομοσπονδία σχημάτων της ριζοσπαστικής αριστεράς, από την αριστερή σοσιαλδημοκρατία μέχρι τις παρυφές της αντιεξουσιαστικής αριστεράς. Για μια δεκαετία αντιμετωπίστηκε από το καθεστώς σαν ακραία, επικίνδυνη, στα όρια της νομιμότητας, αντισυστημική δύναμη. Η πολυφωνία, η πολυχρωμία, η ζωηρή εσωτερική του ζωή, η ριζοσπαστική ρητορική του θεωρήθηκε ότι τον θέτουν εξ ορισμού εκτός πολιτικού παιχνιδιού, ήτοι εκτός πάλης για την εξουσία.

Προφανώς, ο ΣΥΡΙΖΑ αιφνιδίασε αλλά και αιφνιδιάστηκε από την εξέλιξη των πραγμάτων. Καθώς τα μνημόνια και η τρόικα προκαλούσαν τον πιο βίαιο μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας εδώ και μισό αιώνα, προκάλεσαν έναν ανάλογα βίαιο μετασχηματισμό του πολιτικού συστήματος. Κι αυτό αφορούσε και τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο βαθύς ΣΥΡΙΖΑ, αυτό το «εξωτικό» συνονθύλευμα κομμουνιστών, κομμουνιστογενών, αντιεξουσιαστών, ριζοσπαστών-ρεφορμιστών, μαοϊκών, τροτσκιστών, ευρωπαϊστών, αντιευρωπαϊστών, διεθνιστών, αριστερών εθνικιστών, δέχθηκε μια ορμητική, μαζική εισβολή από το μεταναστευτικό ρεύμα του ρηχού ΣΥΡΙΖΑ. Δηλαδή των ανθρώπων που, αφού επέζησαν της κατάρρευσης του δικομματισμού, αναζήτησαν πολιτική στέγη σε ένα νέο κόμμα εξουσίας. Εξυπακούεται ότι η μεγάλη δεξαμενή πολιτικής μετανάστευσης ήταν το καταρρεύσαν ΠΑΣΟΚ. Αλλά, δίπλα σ’ αυτό, μια αρκετά μεγάλη ομάδα ανθρώπων με μακρινούς και σχεδόν ξεχασμένους δεσμούς με την Αριστερά- επιμελώς εξαφανισμένους από τα βιογραφικά τους- έσπευσαν να «πουλήσουν» τεχνογνωσία διακυβέρνησης και διαχείρισης και επί τούτου ανακλήθηκαν στον δημόσιο βίο, έπειτα από μια μακρά θητεία στην αγορά, στην επιχειρηματικότητα και στην πολιτική ιδιώτευση.

Μια προσεκτική ματιά στην ανθρωπογεωγραφία της στενής και της ευρείας κυβέρνησης δείχνει ότι ο ρηχός ΣΥΡΙΖΑ μάλλον έχει τον πρώτο λόγο σ’ αυτήν, σε σχέση με τον βαθύ ΣΥΡΙΖΑ που είτε είναι περιθωριοποιημένος, είτε στέκεται απέναντί της κριτικός, αμήχανος, θορυβημένος, μπερδεμένος, πολύγλωσσος, εναγώνιος, αμφίθυμος, επιφυλακτικός, αναποφάσιστος, μουδιασμένος… Υπάρχει μακρά λίστα κατηγορηματικών προσδιορισμών που μπορούμε να αποδώσουμε στον βαθύ ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ο άλλος, ο ρηχός ΣΥΡΙΖΑ, διαπραγματεύεται με τους θεσμούς, ασκείται στην διαχείριση του ρηχού κράτους αναμετρούμενος με το ρηχό κράτος και προσπαθεί να ισορροπήσει πάνω στα ασαφή ίχνη των περίφημων κόκκινων γραμμών.

Ανάμεσα στον βαθύ ΣΥΡΙΖΑ και τον ρηχό ΣΥΡΙΖΑ υποβόσκει ένταση που είναι αδύνατο να αφήσει ανεπηρέαστη την ενδιάμεση και τη μεγάλη διαπραγμάτευση με τους δανειστές, ή τη διαφαινόμενη συγχώνευσή τους. Και, αντιστρόφως, είναι αδύνατο να μείνει ο ίδιος ανεπηρέαστος ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ, βαθύς ή ρηχός, από τη διαπραγμάτευση και την έκβασή της. Κατά κάποιο τρόπο, το δίλημμα «ρήξη ή έντιμος συμβιβασμός» που διαπερνά τη συριζέικη φιλολογία αφορά πρωτίστως τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ και τις εσωτερικές σχέσεις των ανθρώπων του.

Υ.Γ. Μη θαρρείτε πως γράφω με την αναισθησία του αμέτοχου παρατηρητή, επειδή τάχα έχω την πολυτέλεια να μην είμαι ΣΥΡΙΖΑ, ούτε βαθύς ούτε ρηχός ούτε μεσαίος. Όταν συναντώ ανθρώπους του ΣΥΡΙΖΑ, ρηχού ή βαθέως, (και συναντώ αρκετούς και συχνά, για λόγους πολιτικο-επαγγελματικούς) τους ρωτάω: «Κοιμάστε καλά τα βράδια;» Οι περισσότεροι με κοιτάζουν απορημένοι- κι απορώ που απορούν. Κι εγώ σπανίως τους εξομολογούμαι ότι έχω χάσει τον ύπνο μου. Σαν να σηκώνω το βάρος του κόσμου. Κι ας σέρνω μόνο το βάρος μου…

Tuesday, February 10, 2015

Για όλα τα πεταμένα «ν» του κόσμου



(Κρείττον το λαλείν του σιγάν- διαβάστε καλά πριν σπεύσετε να διορθώσετε- άλλωστε πήγα να σκάσω ένα μήνα τώρα).


Παραμελημένο γράμμα το Ν, κανείς δεν το ’βαλε σε κύκλο όπως το Α, δεν έχει το αμετάκλητο κύρος ενός Ωμέγα, κανείς δεν το βάζει πια ούτε στο πίσω τζάμι του αυτοκινήτου, κι ας είναι ατζαμής πρωτάρης οδηγός. Το καημένο το Ν δεν έχει το μυστήριο και το υπονοούμενο του Χ, δεν έχει την ιστορία του Ζ, ακόμη και η χρήση του στα μαθηματικά είναι ως υποκατάστατου, «ν= αόριστος φυσικός αριθμός», η νιοστή δύναμη ή η νιοστή ρίζα μπορεί να είναι οποιαδήποτε, κι όταν βρεθεί σε μιαν εξίσωση η μοίρα της είναι να εξαφανιστεί με τη λύση της, το «ν» δεν έχει θέση στο αποτέλεσμα. Παραμελημένο κι αδικημένο γράμμα το Ν. Κρίμα, κι είναι τόσο μουσικό κι εύηχο, μπορεί να είναι στιγμιαίο, αλλά και διαρκές, ο πολλαπλασιασμός του παράγει ηχητικό αποτέλεσμα, βάλτε είκοσι, εκατό Ν στη σειρά και προφέρετέ τα και θα βγει μια ωραία βυζαντινή ή ευρωπαϊκή οκτάβα, και το Α μπορεί να το κάνει αυτό, και όλα τα φωνήεντα το κάνουν, και το Μ οπωσδήποτε, αλλά δοκιμάστε το ίδιο με το Κ ή το Χ, τίποτα δεν γίνεται. Το Ν είναι ωραίο γράμμα. Κρίμα να το πετάει κανείς. Οι Πελοποννήσιοι και οι Δυτικοελλαδίτες που το έχουν περί πολλού το πολλαπλασιάζουν μεταξύ γλώσσας και ουρανίσκου, όταν βρίσκεται προ του «ι», και παράγουν αυτό το παιχνιδιάρικο «ννιι», που μαζί με το «λλιι» προκαλούν τη χλεύη των καθαρολόγων Αθηναίων.

                                                  ****

Το μικρό μου όνομα είναι Γιάννης. Μ’ αρέσει που έχει δυο Ν, δεν θα πέταγα κανένα από τα δυο. Και τρία Ν να είχε δεν θα τ’ άλλαζα. Ούτε θα ’βαζα κανένα σε παρένθεση. Όχι από καθαρολογία και ορθογραφική μανία, αλλά καλό είναι οι λέξεις και τα ονόματα να διασώζουν κάτι από την ιστορία τους. Ζωντανοί οργανισμοί οι γλώσσες και οι γραφές, μεταλλάσσονται μαζί με την ανθρωπότητα, αλλά οι φθόγγοι κρατάνε γερά, χιλιάδες χρόνια, από τότε που οι κραυγές ζώου έδωσαν τη θέση τους στην ανθρώπινη ομιλία. Όσα Ν κι αν πετάξει κανείς απ’ τα ονόματα και τις λέξεις, είναι αδύνατο να ανατρέψει τη θέση του στην ιεραρχία φθόγγων-γραμμάτων. Το Ν κρατά τα σκήπτρα της τέταρτης θέσης σε συχνότητα χρήσης στα ελληνικά, μετά το Α, το Ο και το Τ, την πέμπτη στα αγγλικά. Είκοσι τουλάχιστον γράμματα τρώνε τη σκόνη του…

Αν το Ν συναντάται στη γλώσσα σε τέτοια σχετική αφθονία, ποιος ο λόγος να το χρησιμοποιεί κανείς με φειδώ, σαν να απειλούμαστε από έλλειψή του; Ίσως για έναν οικονομολόγο, όπως ο υπουργός Οικονομικών που υπογράφει με έμφαση ως «Γιάνης» του ενός Ν, αυτό είναι κάτι αναπόφευκτο. Η σπάνις -ή η έλλειψη-  είναι ο κινητήρας της οικονομικής σκέψης και πράξης από καταβολής της, θεμελιωμένη στο προπατορικό αμάρτημα και στην έξωση των πρωτόπλαστων από τον παράδεισο της αφθονίας. Αλλά είναι ο καπιταλισμός και η οικονομία της αγοράς που της έδωσε ρόλο ρυθμιστή ενός ανελέητου, δαρβινικού αγώνα ανάμεσα σε «παραγωγούς»  και «καταναλωτές», σε «αγοραστές» και «πωλητές», σε «πιστωτές» και «οφειλέτες», στα οικονομικά της «προσφοράς» κι αυτά της «ζήτησης». Το παράδοξο είναι ότι, ενώ ο καπιταλισμός είναι το παραγωγικό σύστημα που ανέλαβε να λύσει το πρόβλημα της σπάνεως, δημιουργώντας με την τεχνολογική και οργανωτική καινοτομία έναν επίγειο παράδεισο αφθονίας, ταυτόχρονα η αφθονία που δημιουργεί τού είναι ανυπόφορη. Αυτό είναι το μικρό, βρόμικο μυστικό του. Το μυστικό πίσω από τις κρίσεις του. Ο καπιταλισμός και οι καπιταλιστές, για να συνεχίσουν να υπάρχουν, πρέπει διαρκώς να επινοούν την σπανιότητα, την έλλειψη, ακόμη και στα πεδία που αυτές είναι αδιανόητες.

Πάρτε για παράδειγμα την ελληνική και ευρωπαϊκή κρίση χρέους. Η αδυναμία επίλυσής της υποτίθεται ότι βασίζεται στην σπανιότητα των χρηματικών πόρων. Κι όμως, το χρήμα είναι από τα ελάχιστα «αγαθά» που, στην εποχή της κυριαρχίας του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, μπορεί να «παράγεται» σε απεριόριστες ποσότητες και στις πιο αδιανόητες για τους ανυποψίαστους χρήστες του μορφές. Εξού και η χρηματοπιστωτική φούσκα. Θεωρητικά σε όλο τον κόσμο κυκλοφορεί χρήμα αξίας πάνω από 80 τρισ. δολάρια, χρήμα που φτάνει να αγοράσει κανείς τουλάχιστον το 1/3 του παγκόσμιου πλούτου των 241 τρισ. δολαρίων. Αν, όμως, ένας παλαβός και γενναιόδωρος άγνωστος σας έδινε μια επιταγή 80 τρισ. δολαρίων και σας έλεγε «πηγαίνετε να την εξαργυρώσετε στην τράπεζα και με τα χρήματα που θα πάρετε αγοράστε ότι αγαπάει η ψυχή σας», με το που εμφανιζόσασταν στην τράπεζα θα κατέρρεε το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, θα χρεοκοπούσαν όλα τα κράτη κι όλες οι επιχειρήσεις, ενώ η «τιμή» του παγκόσμιου πλούτου απλώς θα μεγεθυνόταν στο άπειρο.

Γι’ αυτό και οι πανούργοι διαχειριστές του κόσμου θέλουν να μας πείσουν ότι «λεφτά δεν υπάρχουν». Κι ας αντιστοιχεί πλούτος αξίας 51.600 δολαρίων σε κάθε ανθρώπινο πλάσμα, ας αντιστοιχούν 18.000 δολάρια ζεστό χρήμα σε κάθε τσέπη. Η έλλειψη των πόρων, του χρήματος, του πλούτου δεν επινοείται απλώς, υλοποιείται κιόλας, για να γίνει εργαλείο βασανισμού των ανθρώπινων κοινωνιών. Όταν στο πλουσιότερο 10% των ανθρώπων αντιστοιχεί το 86% του παγκόσμιου πλούτου, μοιραίο είναι το υπόλοιπο 90%, 6,6 δισ. ψυχές, να βασανίζονται διαρκώς από την έλλειψη.  

Στο σημείο αυτό αναλαμβάνουν καθήκοντα οι οικονομολόγοι, οι πολιτικοί, οι σχεδιαστές της κοινωνικής μηχανικής. Εν χορώ, σπεύδουν να επαινέσουν τις αρετές της φειδούς, της περικοπής των δαπανών, του λιτού βίου, της εξόφλησης του χρέους, των ισοσκελισμένων ή πλεονασματικών προϋπολογισμών. Το κακό γι’ αυτούς είναι ότι πέφτουν θύματα της επιτυχίας τους. Ενώ η επινόηση της σπάνεως- άρα των αναγκαίων «θυσιών» και του περιορισμού της ζήτησης – γίνεται για δοθεί στον καπιταλισμό η ευκαιρία να βγει από την «κρίση αφθονίας» του, τελικά μένει κολλημένος σ’ αυτήν. Κολλημένος σε μια σχεδόν πια μόνιμη κρίση υπερσυσσώρευσης, τροφοδοτούμενος από μια εξίσου μόνιμη «θεραπεία λιτότητας».

                                                 *****

Τι σχέση έχουν όλα αυτά με όλα τα Ν του κόσμου, όλα τα παραμελημένα και κομμένα Ν του κόσμου, τα Ν εις τη νιοστή, με το «ν» να τείνει στο άπειρο; Αναρωτιέμαι αν η απουσία του από το μικρό όνομα του υπουργού Οικονομικών, η περικοπή του από το «Για(ν)νης», δεν είναι απλώς ζήτημα στυλ- του στυλ που έχει κάνει τα διεθνή ΜΜΕ να τον αντιμετωπίζουν ως ποπ σταρ ή sex symbol της οικονομίας-, αλλά συνεκδοχή μιας προγραμματικής έκπτωσης από την «ελπίδα», που παραδόξως δεν έχει κανένα Ν εντός της. Έχει, όμως, η «νίκη», ένα Ν τεράστιο, σχηματισμένο μεταξύ δείκτη και μέσου, και με εφαλτήριο αυτήν θα περίμενε κανείς μόχλευση και όχι απομόχλευση της προσδοκίας, έστω για λόγους διαπραγματευτικούς και μόνο: Η μόνη αμοιβαία επωφελής λύση για το χρέος είναι η διαγραφή του επαχθούς και απεχθούς μέρους του κι όχι η τεχνική διαιώνισή του· δεν υπάρχει καλή πτυχή μνημονίου- κι ας έχει δυο Ν αυτό-· δεν υπάρχουν αξιοσέβαστοι κανόνες στο Σύμφωνο Σταθερότητας, υπάρχουν αυτοκτονικοί-δολοφονικοί κανόνες· κάθε ελάχιστο ποσοστό πλεονάσματος που αποδέχεσαι είναι και καταδίκη μερικών χιλιάδων ανθρώπων σε φτώχεια και ανεργία· δεν υπάρχουν εταίροι, υπάρχει μια χρηματοπιστωτική χούντα και μια νεοφιλελεύθερη συμμορία που κοιτάζουν να σώσουν τα τομάρια τους, υπάρχει μια γερμανική αυτοκρατορία που θα συμβιβαστεί μόνο αν ταρακουνηθεί· δεν υπάρχουν υπερατλαντικοί φίλοι ή εναλλακτικοί βόρειοι σύμμαχοι, υπάρχουν καπιταλιστικές αυτοκρατορίες που μόνο αν υποψιαστούν ότι θα τους κάνεις χαλάστρα θα προστρέξουν ως πρόθυμοι διαμεσολαβητές. Δεν εννοώ ότι είμαστε μόνοι σε πόλεμο εναντίον όλων, αλλά ότι ο μόνος τρόπος να μας μετρήσουν και να μας υπολογίσουν είναι να αντιληφθούν ότι δεν επιδιδόμαστε απλώς σε μια πασιφιστική εκστρατεία πειθούς, αλλά σε μια διαπραγμάτευση με το όπλο παρά πόδα. Ή στο τραπέζι, που θα ’λεγε κι ο ολετήρας ΓΑΠ.

                                                 *****

«Μιλάτε πολύ δυνατά, ένρινα και ενοχλητικά», είπε το αυστηρό Κ στο παιχνιδιάρικο Ν. «ΝΝΝΝΝΑΙ! Αλήθεια λέτε, αλλά έτσι είναι ο τρόπος μου. Κι εμένα και του αδερφού μου, του Μ», απάντησε το Ν. «Αλλά, δεν είμαστε τόσο κακόηχα», συνέχισε. «Ξέρετε αυτή την ωραία καρκινική επιγραφή που έχει πέντε λέξεις με έξι Ν, τέσσερα Μ, τέσσερα Α, τέσσερα Ο, αλλά ούτε ένα Κ; . ΝΙΨΟΝΑΝΟΜΗΜΑΤΑΜΗΜΟΝΑΝΟΨΙΝ». Το Κ έβγαλε ένα «κχχχ», σαν βρυχηθμό περιφρόνησης, σαν βήχα, κι έφυγε...

ΚΙΜΠΙ



  


Sunday, January 11, 2015

Η τέλεια προσομοίωση…


 
…Αφού, πάντως, ήθελαν να τα δοκιμάσουν όλα- πώς είναι να σέρνονται στο τραχύ οδόστρωμα τα ανάλαφρα Tod’s σου, πώς νιώθεις κάνοντας αλυσίδα για να μη σπάσει η κεφαλή της πορείας, πώς αισθάνεσαι φωνάζοντας,  προσπαθώντας να φτάσει η φωνή σου, η οργή σου, το παράπονό σου στ’ αυτιά της βαρήκοης εξουσίας, πώς είναι να διαδηλώνεις, να πορεύεσαι μαζί με τους ανυποψίαστους θνητούς υποτελείς σου, την πωλήτρια Ζαν, τον μεταλλεργάτη Λυκ, τον αποθηκάριο Αλί, τον μετανάστη Αντρέι, τον απολυμένο Γιώργο-, αφού, λοιπόν, ήθελαν μια τέλεια προσομοίωση δημοκρατίας, διαμαρτυρίας, μαχητικότητας, γιατί δεν φρόντιζαν να συμβεί και σ’ αυτή τη διαδήλωση του Παρισιού ό,τι συμβαίνει σε όλες τις διαδηλώσεις που διαταράσσουν την ηρεμία της εξουσίας τους; Γιατί δεν φρόντιζαν να τους επιτεθούν με βία έφιπποι Βέλγοι ή Σουηδοί αστυνομικοί, γιατί δεν έδωσαν εντολές να τους φλομώσουν με χημικά τα ελληνικά ΜΑΤ; Γιατί δεν τους έριξαν στην άσφαλτο ορμητικοί πίδακες νερού εκτοξευμένοι από «κανονάκια» της αστυνομίας, γιατί δεν τους έριξαν δακρυγόνα και κροτίδες κρότου λάμψης, γιατί δεν τους κτύπησαν με γκλομπς, και μάλιστα από τις μεταλλικές τους λαβές, γιατί δεν τους προσήγαγαν μαζικά, γιατί δεν τους συνέλαβαν, γιατί δεν τους απήγγειλαν κατηγορίες σε βαθμό κακουργήματος για αντίσταση κατά της αρχής, γιατί δεν λέρωσαν τα καμιλό, κασμιρένια, ολόμαλλα παλτά τους με την άσπρη σκόνη από τις φισούνες της αστυνομίας, γιατί δεν έβαλαν μααλόξ και βαζελίνη στα μάτια, γιατί δεν μάτωσαν οι μύτες τους, γιατί δεν έχουν ούτε γρατζουνιά στα κεφάλια τους; Αν πρόκειται αυτοί οι τύποι να υπερασπίσουν τη δημοκρατία, την ελευθερία σκέψης και λόγου, πρέπει να τους δοθεί η ευκαιρία να ξέρουν τι θυσίες θα χρειαστεί να κάνουν. Η προσομοίωση να είναι τέλεια. Ξύλο και δακρυγόνα για τον αφρό της Δύσης, για τις κεφαλές του κόσμου…
ΚΙΜΠΙ

Tuesday, December 16, 2014

Αεροσκατολογία

(Το μπλογκ παρά λίγο να πεθάνει από απεργία γραφής. Μια προσπάθεια να το σώσω...)



Από πολλές απόψεις χαίρομαι που υπάρχουν. Χαίρομαι που υπάρχουν ο Βενιζέλος, ο Σαμαράς, ο Χαρδούβελης, ο Στουρνάρας, ο Γιούνκερ, ο Μοσκοβισί, η Βούλτεψη. Χαίρομαι που υπάρχουν και μιλούν. Που τα λόγια  βγαίνουν από το στόμα τους σαν ούρα ακράτειας, σαν ασυγκράτητες μάζες αερίων που απεγκλωβίζονται με βία από τον εντερικό σωλήνα, κατατροπώνοντας την άμυνα του σφιγκτήρος μυός, σαν διάρροιες που ακολουθούν την ίδια ακριβώς εκρηκτική διαδρομή. Χαίρομαι που υπάρχουν, μιλούν και δεν υποψιάζονται πόσο αποτελεσματική μπορεί να είναι η δυσωδία που προκαλούν.

Να ένα μικρό, απαράμιλλο δείγμα λογο-διάρροιας: «Οποιαδήποτε μαγκιά στην Ε.Ε. πληρώνεται με τρόπο καταλυτικό και άμεσο και ο ψευτοτσαμπουκάς στην Κομισιόν για θέματα της απολύτου αρμοδιότητας της φέρνει άμεση και ζεστή την εκδίκηση της». Βενιζέλος έφα. Στην Καστοριά. Στα γουναράδικα.  Σαν αλεπού που της λείπει επίγνωση του κινδύνου ότι κάθε έξοδος για αναζήτηση τροφής μπορεί να είναι κι ένα μοιραίο ραντεβού με το τσιγκέλι και το μαχαίρι του εκδοροσφαγέα. Αυτή ήταν η μαγκιά της αλεπούς κατά τη λαϊκή παράδοση, που τη δανείστηκε κι ο Άρης κατά την ιστορική παράδοση. Με τη μαγκιά του Βενιζέλου, σχέση ουδεμία. Με τη μαγκιά του ΣΥΡΙΖΑ, που υπονοεί ο Βενιζέλος, θα δείξει αν υπάρχει επαφή. Ελπίζει κανείς στο στοιχειώδες.

Άλλο είναι το θέμα μας. Η μαγκιά της Κομισιόν. Ο τσαμπουκάς του ευρωπαϊκού ιερατείου, που τόσο γλαφυρά και απολύτως ρεαλιστικά περιγράφει ο αντιπρόεδρος, η αντιπροεδράρα και προεδράρα συνάμα. Τέτοιες ακριβώς είναι η Κομισιόν, η Ε.Ε., η Ευρωζώνη, η ΕΚΤ. Άμα τους μπει κανένας στη μύτη έχουν έτοιμη, άμεση και ζεστή την εκδίκησή τους. Η Ε.Ε. έχει γίνει μια αίθουσα βασανιστηρίων, ο θάλαμος απομόνωσης σωφρονιστικού καταστήματος, ένα κολαστήριο, ένας μηχανισμός τιμωρίας και εκδίκησης. Ευχαριστούμε, αντιπρόεδρε. Ευγνωμονούμε για τη συμβολή του στην εμπέδωση αυτού που προ πολλού έχουμε καταλάβει, αλλά είναι άλλο πράγμα να τ’ ακούμε από το στόμα του, να βγαίνει βροντερό ως βίαιη εξαέρωση, απειλητικό σαν ορμητική εκκένωση. Ευχαριστούμε τον κ. Βενιζέλο για την παρρησία και ειλικρίνεια με την οποία ομολογεί ότι κι αυτός κι ο προϊστάμενός του πρωθυπουργός είναι μέσ’ στα σκατά. (Εφόσον ισχύει ο διάλογος κατά τη συνάντησή του με τον Τσίπρα, που μετέφεραν ΤΑ ΝΕΑ. Τον αναπαράγω με την ευκαιρία. «Βενιζέλος: Μα τι σε έχει πιάσει και θέλεις ντε και καλά να βουτηχτείς στα σκ@τ@. Τι βιάζεσαι; Περίμενε. Έτσι και αλλιώς θα γίνεις κάποια στιγμή. Τσίπρας: Γιατί πρέπει απαραίτητα να βουτηχτώ στα σκ@τ@; Θα τα καταφέρουμε έτσι, που να μη χρειαστεί να γίνει τίποτε από όλα αυτά. Βενιζέλος: Αγόρι μου, δεν έχεις καταλάβει. Θα σε γαμ@@@ με το που θα αναλάβεις...» Εφόσον είναι αληθής ο διάλογος- και ποιος τολμά να αμφισβητήσει τη ναυαρχίδα της διαπλοκής, ΤΑ ΝΕΑ;-, οφείλουμε να ευχαριστήσουμε πάλι τον αντιπρόεδρο για μια ακόμη ακριβέστερη περιγραφή του ευρω-αποχωρητηρίου. Άλλωστε και τα σκατά- δεν μας χρειάζονται τα σύμβολα απόκρυψης στη λέξη- προϊόν εκκένωσης είναι).

Ευχαριστούμε, επίσης, τον Γιούνκερ που μας υπενθυμίζει ότι την έχει χεσμένη (ή κλασμένη) τη δημοκρατία, αυτό το αδειανό πουκάμισο που δεν δικαιούται να κάνει μαγκιές στο Διευθυντήριο. Ευχαριστούμε και τον Μοσκοβισί, που μας κουνάει κουτοπόνηρα το χαρτί του Grexit μέσ’ στη μούρη μας, να φοβηθούμε, σκιαχτούμε, να λουφάξουμε, να το βουλώσουμε, να χεστούμε πάνω μας, να καταλάβουμε το κοινοβούλιο και να απειλήσουμε με ξύλο όποιον βουλευτή τολμήσει να μην ψηφίσει πρόεδρο. Ευχαριστούμε την Κομισιόν που δείχνει πόσο απεχθής τής είναι η λαϊκή βούληση, ούτε καν η ίδια η λαϊκή βούληση, απλώς και μόνο η προσφυγή σ’ αυτήν. Ευχαριστούμε την όλη Ε.Ε., όλο το γραφειοκρατικό συνονθύλευμα που ευχαρίστως θα απαγόρευε τις εκλογές, αν πραγματικά πίστευε ότι αρκούσαν για ν’ αλλάξουν τα πράγματα. Ευχαριστούμε τις ευγενείς γραφίδες του συστημικού Τύπου για την αμετροέπεια με την οποία υποστηρίζουν πόσο επικίνδυνο και ολέθριο πράγμα είναι οι εκλογές. Ευχαριστούμε τον Ψαριανό και όλους τους εκλεγμένους συναδέλφους του που με κάθε ευκαιρία λένε το ίδιο, τους ευχαριστούμε που ομολογούν πόσο απεχθής τους είναι αυτό που αποκαλείται κοινωνία, λαός, ψηφοφόρος που πρέπει να πάρει μιαν απόφαση, να αναλάβει μιαν ευθύνη, ένα ρίσκο. Να μην παραλείψουμε να ευχαριστήσουμε και τη Βούλτεψη, ακάματη παραγωγό ρητορικών εκκενώσεων. Να ευχαριστήσουμε και τους δημοσκόπους, που κάνουν ότι μπορούν για «να κλείσουν την ψαλίδα», σαν τον σφιγκτήρα που προσπαθεί απεγνωσμένα να κλείσει την έξοδο μιας ασυγκράτητης πορδής.  

Τους ευχαριστούμε όλους για τη μαγκιά τους, την παρρησία τους, την λογοδιάρροιά τους, τον τσαμπουκά με τον οποίο μας απειλούν όλους με την άμεση, ζεστή εκδίκηση της Ε.Ε. Ζεστή και άμεση σαν αέρια ή υγρή εντερική εκκένωση. Τους ευχαριστούμε που ομολογούν πόσο πλήρεις αισθάνονται ζώντας μέσ’ στα σκατά.

Τους ευχαριστούμε για τη διάθεση και την ικανότητά τους να τσαντίσουν την κοινωνία μέχρι εκεί που δεν παίρνει. Τους ευχαριστούμε για την πιθανότητα να φέρουν την πλειοψηφία των ηττημένων, υποταγμένων και χωμένων μέσ’ στα σκατά ανθρώπων σε διάθεση να τους χέσει όλους πατόκορφα, να εγκαταλείψει τη νιρβάνα της ανάθεσης και να πει «άι σιχτίρ εσύ και το ευρώ σου, άι χέσου εσύ και το ATM σου, άι γαμήσου κι εσύ και το ΕΣΠΑ σου». Τους ευχαριστούμε για το ενδεχόμενο να μετατρέψουν τον βόθρο που αποτελεί το ελληνικό και ευρωπαϊκό μας ενδιαίτημά σε εκρηκτική κόλαση. Και, ξέρετε, δεν παλεύεται το μεθάνιο όταν εγκλωβιστεί σε μεγάλες ποσότητες. Ούτε με τάπες ούτε με πορδοβουλώματα.

ΚΙΜΠΙ

Υ.Γ. Για όσους τυχόν αισθάνονται πως η αεροσκατολογία του παραπάνω πονήματος προσβάλλει την αισθητική τους, απολογούμαι ότι, έχοντας να αναρτήσω κείμενο σε αυτό το blog ενάμιση μήνα, αισθάνθηκα ακριβώς σαν υπερκορεσμένος εντερικός σωλήνας, σαν βόθρος στα πρόθυρα έκρηξης. Κι οι αφορμές που μας δίνουν έχουν προ πολλού καταρρίψει τα όρια ορθολογισμού, πολιτικής ορθότητας και αισθητικής ευπρέπειας. Ως άλλοθι, πάντως, επιστρατεύω μια διάσημη σκατολογία του Σουρή, και με την ευκαιρία αναβιώνω τη θυγατρική στήλη που συνόδευε πάντα τα κείμενα του «Ελεύθερου Σκοπευτή».


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

Μυρωμένοι στίχοι

Τίποτε δεν απόμεινε στον κόσμο πια για μένα,
όλα βρωμούν τριγύρω μου και φαίνονται χεσμένα.
Όλα σκατά γενήκανε και ο δικός μου κώλος
σκατά εγίνηκε κι αυτός, σκατά ο κόσμος όλος.

Μόνο σκατά φυτρώνουνε στον τόπο αυτό τον άγονο
κι όλοι χεσμένοι είμαστε, σκατάδες στο τετράγωνο.
Μας έρχεται κάθε σκατάς, θαρρούμε πως σωθήκαμε,
μα μόλις φύγει βλέπομε πως αποσκατωθήκαμε.

Σκατά βρωμάει τούτος δω, σκατά βρωμά κι εκείνος,
σκατά βρωμάει το σκατό, σκατά βρωμά κι ο κρίνος.
Σκατά κι εγώ, μες στα σκατά, και με χαρτί χεσμένο
ό,τι κι αν γράψω σαν σκατό προβάλλει σκατωμένο.

Σκατά τα πάντα θεωρώ και χωρίς πια να απορώ,
σκατά μασώ, σκατά ρουφώ, σκατά πάω να χέσω,
απ΄ τα σκατά θα σηκωθώ και στα σκατά θα πέσω.

Όταν πεθάνω χέστε με, τα κόλλυβά μου φάτε
Και πάλι ξαναχέστε με και πάλι ξαναφάτε,
μα απ’ τα γέλια τα πολλά κοντεύω ν’ αρρωστήσω
και δεν μπορώ να κρατηθώ, μου φεύγουν από πίσω.

Σκατά ο μεν, σκατά ο δε, σκατά ο κόσμος όλος
κι απ’ το πολύ το χέσιμο μου πόνεσε ο κώλος!

Γεωργίου Σουρή, στίχοι δεν δημοσιεύτηκαν όσο ζούσε, πιθανότατα για λόγους λογοκρισίας, αλλά κυκλοφορούσαν σε χειρόγραφα.

Saturday, November 8, 2014

Το λάθος είναι ο πρόγονος του σωστού



Πριν από πολλά χρόνια, όταν ήμουν ακόμη σχετικά νέος στη δημοσιογραφία, ο διευθυντής της εφημερίδας που δούλευα με επέπληξε μια μέρα, με αστική ευγένεια είναι αλήθεια,  για το γεγονός ότι είχε διαφύγει της προσοχής μου συντακτικό λάθος σε τίτλο κειμένου. Παρ’ ότι ήμουν αρκετά καλός γνώστης και χρήστης της ελληνικής, δεν υπήρξα ποτέ φανατικός καθαρολόγος, είτε της λαϊκότροπης είτε της λογίας εκδοχής. Και σε κάθε περίπτωση δεν ήμουν πιστός στους κανόνες των γλωσσικών εγχειριδίων, για τον απλούστατο λόγο ότι, όπως όλοι της γενιάς μου, έζησα την ραγδαία μετάβαση από την κυριαρχία της απλής καθαρεύουσας του επίσημου λόγου στον θρίαμβο της απλής δημοτικής, που καθιστούσε «ορθά» και απολύτως αποδεκτά χιλιάδες «λάθη» της παλαιάς γλώσσας.
«Μετά από…». Αυτό ήταν το λάθος που προκάλεσε την παρατήρηση του διευθυντή μου. «Κλασικό λάθος, δυο προθέσεις, η μια μετά την άλλη δεν πάνε ποτέ», είπε για να τεκμηριώσει την παρατήρηση. Ακριβής παρατήρηση, σύμφωνα με τους κανόνες της αρχαΐζουσας, της απλής καθαρεύουσας ή της λόγιας δημοτικής που επιχείρησαν να επιβάλουν οι εφημερίδες τις προηγούμενες δεκαετίες, αλλά τόσο ασύμβατη με τη ζωντανή πραγματικότητα της γλώσσας. Στα περισσότερα επίσημα κείμενα, στα σχολικά βιβλία, στα δικόγραφα, τις δικαστικές αποφάσεις, τα ΦΕΚ ή τα επίσημα κείμενα της Ευρωπαϊκής Ένωσης το λάθος «μετά από» είναι πια το νέο σωστό. Η πλειοψηφία των «ασυντάκτων» επέβαλε τον νέο κανόνα της στους καθαρολόγους της συντακτικής ακαμψίας. Οι γλώσσες είναι ζωντανοί οργανισμοί γιατί τις μιλούν ζωντανοί άνθρωποι, κι αν αυτοί συμφωνήσουν ότι με το «λάθος» τους εννοούν το ίδιο «σωστό» πράγμα, τότε το λάθος γίνεται σωστό. Εκ των πραγμάτων, το λάθος είναι ο πρόγονος του σωστού.

Μού ξανασυνέβη αυτό πρόσφατα, όταν αναζητούσα την οδό «Πεύκων» στο Ηράκλειο, αλλά όλοι όσους ρώτησα να με προσανατολίσουν με διόρθωναν, άλλος αυστηρά, άλλος αυθόρμητα: «Πευκών»! Τα πεύκα των πεύκων, ή τα πεύκα των πευκών; Με έκανε να αναρωτιέμαι η βεβαιότητα με την οποία με διόρθωναν, έκλινα όσα δευτερόκλιτα ουδέτερα μου έρχονταν στο μυαλό, «τα δένδρα των δένδρων, όχι των δενδρών, τα δώρα των δώρων, όχι των δωρών, δεν μπορεί να κάνω λάθος», αλλά ο αταλάντευτος τονισμός των κατοίκων με κάνει να πιστεύω ότι, τελικά, ο οδογράφος του εγγύς μέλλοντος θα προσαρμοστεί και θα κατεβάσει τον τόνο. Ή το πολύ πολύ θα κρύψει την πάλη ανάμεσα στο «λάθος» και το «σωστό» πίσω από έξι κεφαλαία γράμματα: ΠΕΥΚΩΝ. Κι όλοι θα ‘ναι ευχαριστημένοι.

                                     ***
Η γλώσσα είναι ένα σχετικά ανώδυνο πεδίο αυτού του κανόνα, ότι το σωστό είναι πρόγονος του λάθους. Κανείς δεν έπαθε τίποτα επειδή μια πρόθεση χρησιμοποιείται πια σαν σύνδεσμος, κανείς δεν έπαθε τίποτα επειδή ένας τόνος κατεβαίνει ή ανεβαίνει λάθος, κανείς δεν διανοήθηκε ποτέ να διορθώσει τη λάθος προστακτική «επέστρεφε» στο ποίημα του Καβάφη, κι αν αποφάσιζε κανείς να διορθώσει ριζικά όλες τις παραφθορές στις λέξεις που γεννούν νέες λέξεις, στο τέλος θα κατέληγε σε ένα ιδίωμα που δεν θα καταλάβαινε κανείς. Ο κανόνας είναι απλούστατος: ανεξαρτήτως τόνου, ορθογραφίας, σύνταξης όλοι ή οι περισσότεροι να εννοούμε το ίδιο πράγμα και με το σωστό και με το λάθος που κυριαρχεί ως σωστό.

Τα πράγματα δυσκολεύουν όταν βγούμε πέρα από το λεκτικό σύμπαν, όταν περάσουμε στο πεδίο της χειροπιαστής πραγματικότητας, αυτής που ρυθμίζει τις ζωές μας και καθορίζει την επιβίωσή μας σε ένα περιβάλλον εξ ορισμού επικίνδυνο, ενίοτε και εχθρικό προς τη φύση μας. Ένας πυρήνας αδιαπραγμάτευτης ορθότητας πρέπει να υπάρχει, δεν μπορεί. Ίσως είναι ανεκτό να γίνει «λάθος» το «ορθό» «ου μοιχεύσεις», ίσως υπό συγκεκριμένες συνθήκες το «ου κλέψεις» είναι λάθος, αφού εξαρτάται από το ποιος κλέβει ποιον- έτσι κι αλλιώς είναι «σωστό» ο πλούσιος να κλέβει τον φτωχό, πώς αλλιώς θα υπήρχαν πλούσιοι και φτωχοί, είναι «σωστό» το κράτος να κλέβει τους πάντες, αλλιώς πώς θα υπήρχε κράτος-. Αλλά όταν φτάνεις στο «ου φονεύσεις» τα πράγματα αλλάζουν, ο «σωστός» φόνος είναι η απόκλιση –άμυνα, πόλεμος-, το ου φονεύσεις δεν θα γίνει ποτέ «λάθος», εκτός αν αποφασίσουμε ή αποφασίσουν άλλοι για μας να αφανιστούμε ως είδος.

                                                  ***
Αυτά φαίνονται κι ακούγονται αυτονόητα, υποτίθεται ότι όλοι μας έχουμε εμπεδωμένο έναν αδιαπραγμάτευτο πυρήνα ορθότητας, η ίδια η κοινωνική δομή, όσο εκμεταλλευτική και καταπιεστική κι αν είναι, το ίδιο το σύστημα διακυβέρνησης, όσο αυταρχικό, ψευδοδημοκρατικό ή απάνθρωπο κι αν είναι, έχουν τον δικό τους πυρήνα ορθολογισμού, έστω ως κώδικα αυτοσυντήρησης, που δεν τους επιτρέπει να βαφτίζουν κάθε τι «λάθος» σε «σωστό» κι αντίστροφα.

Κι όμως, πολλά συνηγορούν ότι το καπιταλιστικό μας σύμπαν γοργά εγκαταλείπει κι αυτόν τον ελάχιστο πυρήνα ορθολογισμού. Η Δύση, με το δεξιό αλλά και με το αριστερό προφίλ της, παρακολουθεί με αποτροπιασμό και συντάσσεται με σπάνια ομοθυμία στη εξόντωση του ανορθολογικού Ισλαμικού Κράτους στη Συρία, που ισοπεδώνει κάθε κώδικα σωστού και λάθους. Αλλά την ίδια στιγμή σαρώνει στο έδαφός της ό,τι έχει απομείνει από την παράδοση Διαφωτισμού και Ορθολογισμού που τη γέννησε. Υποτίθεται ότι ο ανταγωνισμός- ανάμεσα σε έθνη, κράτη, πολιτισμούς, τάξεις, άτομα- αναγνωρίστηκε ως πηγή φθοράς και αυτοκαταστροφής και το «σωστό» ήταν η αυστηρή οριοθέτησή του. Τώρα, η ανταγωνιστικότητα προβάλλεται ως όρος ύπαρξης και αναπαραγωγής υπερεθνικών ενώσεων, κρατών, τάξεων και ατόμων. Ναι, ακόμη και τάξεων, αφού η κυρίαρχη οικονομική ελίτ έχει κάνει τα πάντα για να «καταργήσει» την πάλη των τάξεων, αλλά ταυτόχρονα έχει κηρύξει έναν ανελέητο πόλεμο εξόντωσης των υποτελών τάξεων.

Το χειρότερο σύμπτωμα αυτής της αλλαγής είναι η ευκολία προσαρμογής των υποτελών στρωμάτων στη νέα κλίμακα «ορθού και λάθους» που επιβάλλει η οικονομική και πολιτική ελίτ του κόσμου. Ανεπαισθήτως, προσχωρούμε στο «λάθος» που γίνεται «σωστό». Μεσολάβησαν χιλιετίες για να αποκτήσουν οι κοινωνίες και να θεσπίσουν τα κράτη μιαν ελάχιστη αλληλεγγύη γενεών- δεν θανατώνουμε τους γέρους στον Καιάδα, δεν εγκαταλείπουμε τους ανάπηρους, δεν απομονώνουμε τους παραβάτες, δεν εκθέτουμε τα παιδιά σε κίνδυνο-. Αυτό το ελάχιστο, που ονομάστηκε βαρύγδουπα «κοινωνικό κράτος», αντιμετωπίζεται σήμερα σαν ένα παράλογο εμπόδιο της «προόδου», ένα εμπόδιο που πρέπει να απαλειφθεί ή να εκμηδενιστεί ως κόστος.
Μεσολάβησαν αιώνες μέχρι να εξοικειωθεί το «σύστημα» με την ιδέα ότι υπάρχει ένα απαραβίαστο όριο στο πόση φτώχεια ή πείνα αντέχουν τα ανδράποδα της μισθωτής εργασίας, για να μπορούν να ξαναπάνε την άλλη μέρα στη δουλειά, ή πόσες ώρες δουλειάς σηκώνουν τα χέρια και το μυαλό τους. Κι όμως, τώρα, αυτό το «απαραβίαστο όριο» εξαφανίζεται ραγδαία από το νομοθετικό εποικοδόμημα των καπιταλιστικών κοινωνιών.

Μεσολάβησαν ποταμοί αίματος και αιώνες κοινωνικών συγκρούσεων μέχρι να συμβιβαστούν οι ιθύνουσες τάξεις με την ιδέα ότι κάποιας μορφής κοινωνική διαπραγμάτευση είναι αναπόφευκτη, ένας βαθμός αναδιανομής του πλούτου, έστω για να κλείνουν στόματα και να εξασφαλίζεται ταξική ειρήνη, είναι αναγκαίος. Τώρα, δεν υπάρχει όριο στο πόσο πλούτο χρειάζεται να συσσωρεύσει το 0,1% της ανθρωπότητας που ζει εις βάρος του 99,9%. Η απληστία είναι η μόνη πηγή πλούτου, η εργασία ένα περιττό βάρος.

Δεν είναι κάτι πρωτοφανές για τα ιερατεία της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας η προσχώρηση στον (αυτό)καταστροφικό ανορθολογισμό. Πρωτοφανής είναι η ταχύτητα και βιαιότητα με την οποία διεισδύει στα μυαλά των υποτελών. Ό,τι ήταν κραυγαλέα λάθος πριν από είκοσι χρόνια, σήμερα έχει γίνει το αυτονόητα σωστό. Ό,τι ήταν οπισθοδρόμηση χαρακτηρίζεται πρόοδος. Ο αδιανόητος αποκεφαλισμός ξεκίνησε από το ανώδυνο λεκτικό παιχνίδι, κατέλαβε κάθε περιοχή νοήματος και τώρα επιβάλλει μια καθημερινότητα βαναυσότητας και καχεξίας. Οικονομικής και διανοητικής. Δεν υπάρχει καμιά αντίφαση πια ανάμεσα στις λέξεις κι αυτό που νοηματοδοτούν. Το λάθος κατακλύζει την ενδοχώρα του σωστού.   

 

Thursday, October 9, 2014

Φου μπου ορ νοτ φου μπου;

(Καιρός δεν ήταν ν' ανεβάσω κάτι; Κι ας το διαβάσει μόνο η οικογένεια...)



Έπειτα από ταλάντευση πολλών ετών αποφάσισα να μπω στην κοιλιά του κτήνους. Αγοραφοβικός, τεχνοφοβικός και δεν ξέρω τι άλλου είδους –φοβικός, αντιμετώπιζα τα social media με τον τρόπο που κάποτε τα έκραζε από ραδιοφώνου ο Πανούσης: «κουφάλες φεισμπουκάκια, ήρθεν η ώραν σας». Έτσι ακριβώς. Από την άλλη πλευρά, σκεφτόμουν ότι ίσως ήταν υπερβολικός σνομπισμός αυτή η τεχνοαποχή, στο «φου μπου» είσαι το ίδιο εκτεθειμένος στην παρακολούθηση, στη ρουφιανιά, στο φακέλωμα, στον εξευτελισμό και αυτοεξευτελισμό, στον ευτελισμό τελικά, όσο είσαι χρησιμοποιώντας απλώς το κινητό ή το σταθερό τηλέφωνο, το διαδίκτυο εν γένει, ή όσο εκτεθειμένος είσαι ακόμη και ως αναχωρητής, στυλίτης στην Καππαδοκία ή γκουρού στην Ινδία, μόνος κατάμονος, αλλά παρακολουθούμενος από δορυφόρους που είναι σε θέση να σε απαθανατίσουν την ώρα που πατάς τον όρκο της σεξουαλικής αποχής και αμαρτάνεις με τον εαυτό σου, με τον γνωστό παραδοσιακό τρόπο που έχεις μάθει από τότε που ήσουν παιδί κι ανακάλυψες το «σκουληκάκι» ανάμεσα στα πόδια σου.

Ουδέν κρυπτόν και ουδείς κρυπτός υπό τον ήλιο των δικτύων, η ψευδαίσθηση της αυτοπροστασίας καταρρέει όταν ανακαλύπτεις ότι ένα τόσο δα μικρό παράθυρο ν’ ανοίξεις έχει εισβάλλει ένα σύμπαν ολόκληρο στο τάχα προστατευμένο ψηφιακό σου κατάλυμα, το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι ν’ ανοίξεις όλες τις πόρτες και τα παράθυρα μήπως ο χείμαρρος περάσει ανάμεσα και δεν το πάρει μαζί του. Ένα ένα τα κάστρα σου πέφτουν, πριν δεκαπέντε χρόνια το email, πριν δέκα το κινητό, πριν οκτώ η κατ’ οίκον σύνδεση ίντερνετ και το μπλογκ, σ’ όλα με καθυστέρηση είσαι μέσα, στην αρχή της παρακμής τους μάλλον, παρά στην ακμή τους. Facebook or not Facebook, «φου μπου ορ νοτ φου μπου», το έσχατο δίλημμα, πολύ μεγάλο θέμα το έχεις κάνει μεγάλε, ουδείς ασχολείται με τις φοβίες, τις εμμονές και τις ανασφάλειές σου, είναι ένα μέσο σαν όλα τ’ άλλα, για να κάνεις τη δουλειά σου, 1,5 δισεκατομμύριο είναι μέσα, δεν έπαθε κανείς τίποτα, σούργελο μπορείς να γίνεις και με τα παραδοσιακά μέσα, μιλώντας από το βήμα της βουλής, για παράδειγμα.

Μπήκα. Η άγνοια ανταγωνίστηκε την ανικανότητα, προσπάθησα να εγκαταστήσω μόνο τον ετερώνυμο εαυτό μου (ΚΙΜΠΙ), μόνο αυτό ήθελα, έπεσε η «πελατεία» στο μπλογκ γαρ, το κτήνος μου αρνήθηκε την είσοδο, άσχετος όντας πώς να το ξεγελάσω, τελικώς έσκυψα το κεφάλι και μπήκα με την αυθεντική αστυνομική μου ταυτότητα στα δόντια.

 Οι βασικοί μου φόβοι αστραπιαία επιβεβαιώθηκαν. Το ιμέιλ μου πλημμύρισε με αιτήματα φιλίας αληθινών φίλων, απλώς γνωστών και εντελώς αγνώστων, «οχ, τι κάνουμε τώρα», το κτήνος θέλει να το ταϊζεις συνεχώς με «αιτήματα και αποδοχές φιλίας», μα εγώ μερικές αναρτήσεις ήθελα να κάνω, να διαβάζει κανένας άνθρωπος παραπάνω κείμενα που σκορπάνε δεξιά αριστερά- η εμπορική ιδιοτέλεια του πράγματος, «δια να απολαύσω της εκτιμήσεως του πλήθους», ο αναπόφευκτος ναρκισσισμός του δημοσιογράφου. Πολλώ μάλλον του δημοσιογραφικά αστέγου δημοσιογράφου. Λάθος, φιλαράκο, για να σε εξυπηρετήσει το κτήνος- να διαβάσεις ό,τι σε ενδιαφέρει και να διαβάσουν οι άλλοι ό,τι δικό σου πιθανά τους ενδιαφέρει-, πρέπει να το ταΐζεις το θηρίο. Πώς το ’λεγε μια διαφήμιση της Νου Δου παλιά; «Είσαι φίλος, γίνε μέλος». Εδώ ισχύει το αντίστροφο. Είσαι μέλος, γίνε φίλος. Αλλιώς, θα σε χωνέψει το κτήνος.

Με παρηγορεί η ιδέα ότι αρκετοί ειδικοί προβλέπουν ότι η βασιλεία του FB θα αρχίσει να δύει κατά το 2017, οπότε είναι πιθανό να έχει χάσει το 80% των χρηστών του. Λογικό είναι. Αν μέχρι τότε όλοι έχουν γίνει φίλοι με όλους, αν ο Έλληνας με τους περισσότερους φίλους στο facebook  είναι ο Χατζηγιάννης ή ο Ρουβάς και διεθνώς η Coca Cola με 189 εκατ. «φίλους», η εμπορική αξία του δικτύου θα πέσει θύμα της τεράστιας επιτυχίας της. Οι προαναφερθέντες καλλιτέχναι θα απολύσουν τους διαχειριστές της σελίδας τους, γιατί θα νομίζουν ότι αυτοί φταίνε που δεν πουλάνε «εκατό χιλιάδαι δίσκοι» τον μήνα και το παγκόσμιο αναψυκτικό θα αναζητήσει άλλο δίαυλο για να φτάσει από στα στομάχια των ανθρώπων μέσω υπόφυσης.

Τέλος πάντων, αυτά τα μακροπρόθεσμα δεν έχουν και τόση σημασία, έτσι κι αλλιώς μακροπρόθεσμα όλοι θα πεθάνουμε, που θα ’λεγε κι ο Κέυνς, απλώς εγώ ψάχνω τρόπο να ορθολογικοποιήσω το απονενοημένον μου διάβημα, ένα φλύαρο πρόσχημα για την πρώτη ανάρτηση στον καμβά του θηρίου, πρέπει να βρω και μια φωτό, λέει, να είναι της προκοπής, η κόρη μου θα μου κάνει καζούρα, θα καμουφλαριστώ πίσω από την ετερωνυμία γι’ αυτή την πρώτη φορά. «Φου μπου ορ νοτ φου μπου;» «Φου μπου», λοιπόν, να δούμε ποια θα είναι η συνέχεια. «Και τι φρικτή η μέρα που ενδίδεις,/(η μέρα που αφέθηκες κ’ ενδίδεις)», κατά τον Καβάφη. Μπα, μια χαρά μέρα είναι, του Οκτώβρη εννέα, λιακάδα και καλοκαίρι, ψήφου εμπιστοσύνης ημέρα δεύτερη, τα απολωλότα πρόβατα γυρίζουν στο μαντρί, η βουλή αναδύει αρώματα εθνικής συνεννόησης, η ανεργία πέφτει, ο Σαμαράς δεν θέλει άλλα δανεικά, η ευρωπαϊκή ηγεσία ανησυχεί για τους ανέργους, το ΔΝΤ για την ανισότητα… Αν καθένα απ’ αυτά ήταν ανάρτηση στο fb, πόσα λάικ λέτε ότι θα έπαιρνε; Ας μη στοιχηματίσει κανένας μας, είμαι σίγουρος ότι θα χάσουμε.

ΚΙΜΠΙ