Sunday, November 23, 2008

Η δικαιοσύνη του σκύλου (22/11/2008)

«Ο οικοδεσπότης του κ. Κ. είχε ένα σκύλο που παρουσιάστηκε μια μέρα με σκυμμένο κεφάλι, σαν ένοχος. Κάτι έχει κάνει, πρέπει αμέσως να του μιλήσετε με αυστηρότητα και πικρία, είπε ο κ. Κ. Ναι, μα δεν ξέρω τι έχει κάνει, δικαιολογήθηκε ο οικοδεσπότης. Αυτό δεν μπορεί να το ξέρει ο σκύλος, επέμεινε ο κ. Κ., πρέπει να εκφράσετε αμέσως τη δυσαρέσκειά σας αλλιώς θα πληγωθεί το αίσθημα δικαιοσύνης του».

Μπέρτολντ Μπρεχτ, «Οι ιστορίες του κ. Κόυνερ»

Τι να κάνει κι ο σκύλος; Το περί δικαίου αίσθημα με το οποίο γεννιέται είναι απλό, απλούστατο. Πρέπει να φάει, να πιει, να αναπαραχθεί, να επιβιώσει με κάθε τρόπο. Erga omnes. Αυτό είναι το πρωτογενές δικαίωμά του, που απορρέει από την ίδια του την ύπαρξη. Το δευτερογενές, αυτό που παρήγαγε η κοινωνικοποίησή του ως κατοικίδιου, λέει ότι όλα αυτά τα αυτονόητα δεν εξαρτώνται από τη δική του βούληση, αλλά από τη βούληση του αφεντικού του. Άρα, η δικαιοσύνη του σκύλου είναι η δικαιοσύνη του αφεντικού του. Δικαιοσύνη θετική, αλλά κυρίως αποθετική. Με πολλά «όχι» και «απαγορεύεται». Ο αφέντης του σκύλου καθορίζει το χώρο της ελευθερίας του, το πόσο επιτρέπεται να φάει και να πιει, το αν και πότε θα ικανοποιήσει τις γενετήσιες ορμές του, το πότε θα δείξει τα δόντια του στους εχθρούς. Του αφέντη, φυσικά, όχι τους δικούς του. Εν ολίγοις, ο σκύλος γεννιέται εξ ορισμού ένοχος, ύποπτος εγκλήματος, υπόλογος μιας παραβίασης της ανθρώπινης δικαιοσύνης. Γι’ αυτό και ο χώρος της ελευθερίας του είναι στην ουσία μια προληπτική φυλακή, αυτή που ορίζεται από το μήκος της αλυσίδας που είναι δεμένη γύρω από το λαιμό του.

Στη θέση του σκύλου είμαστε λίγο πολύ όλοι. Απολαμβάνουμε μιαν ελευθερία ανάπηρη, προσδιορισμένη από χιλιάδες απαγορεύεται κι αποτροπές. Είμαστε όλοι ύποπτοι παραβίασης κανόνων που καθορίζονται από σχέσεις εξουσίας, ισχύος και υποταγής. Η δικαιοσύνη του σκύλου είναι η δικαιοσύνη μας. Καθορίζεται όχι από τις ελευθερίες και τα δικαιώματα που ασκούμε, αλλά απ’ αυτά από τα οποία παραιτούμαστε. Το δίκαιο, εδώ και χιλιάδες χρόνια, είναι μια σειρά από «όχι». Τα δέκα «ου» του μωσαϊκού νόμου, τα δεκάδες «μη» της Καινής Διαθήκης, τις εκατοντάδες απειλές τιμωρίας του Κορανίου, τα χιλιάδες «απαγορεύεται» των σύγχρονων ποινικών δικαίων. Δεν υπάρχει ανθρώπινη εκδήλωση και συμπεριφορά που να μην έχει ποινικοποιηθεί. Αλλά η ποινικοποίηση αφορά την μικροκλίμακα των ανθρώπινων σχέσεων. Στη μεγάλη κλίμακα, στο επίπεδο του κοινωνικού ή του γεωπολιτικού πολέμου, οι απαγορεύσεις κάμπτονται, γίνονται παιχνίδι εξουσίας και κύρους, διπλωματία, όπλα, ιμπεριαλισμός. Κλέβεις από μια τράπεζα 50.000 ευρώ και πριν χαρείς το πρώτο χιλιάρικο έχει βρεθεί πίσω από τα σίδερα. Την ίδια ώρα το χρηματοπιστωτικό σύστημα όλου του πολιτισμένου κόσμου ελέγχεται για τη λεηλασία τρισεκατομμυρίων ευρώ ή δολαρίων, αλλά ουδείς διανοείται να ξεστομίσει κάτι περισσότερο από ηθικές απαξιώσεις για την απληστία των μάνατζερ, ουδείς τολμά να προφέρει τη λέξη κλοπή. Σκοτώνεις τον ερωτικό σου αντίζηλο, σε μια στιγμή παραφοράς, κι έχεις εξασφαλίσει ισόβια- σε κάποιες χώρες και τον θάνατο. Αλλά την ίδια ώρα ένα αμερικανικό F16 αφοδεύει τις βόμβες του και αφανίζει τους αμάχους ενός ολόκληρου αφγανικού χωριού και κανείς δεν διανοείται να ξεστομίσει έστω τη φράση «έγκλημα πολέμου». Η δικαιοσύνη του σκύλου αφορά μόνο τον σκύλο, όχι τον αφέντη του.

Γνωστά και χιλιοειπωμένα αυτά, αλλά απέκτησαν μια καινούργια διάσταση τις τρεις εβδομάδες που οι κρατούμενοι των ελληνικών φυλακών μας θύμισαν την ύπαρξή τους. Ή την ανυπαρξία τους, για να είμαστε ακριβείς. Επέστρεψαν στο συσσίτιο, βέβαια, έχουν στο πενιχρό χαρτοφυλάκιο της ζωής τους μια μικρή ηθική νίκη, αλλά το άγος του σωφρονιστικού συστήματος παραμένει εκεί, κουφάρι της συλλογικής μας υποκρισίας, που παλινωδεί ανάμεσα στον φιλανθρωπικό οίκτο και τη διαρκή πίεση για ασφάλεια, όλο και περισσότερη ασφάλεια. Υπερεκτιμημένο και υψηλού κόστους αγαθό, όταν τα μεγαλύτερα εγκλήματα κατά της ζωής και της ιδιοκτησίας πραγματοποιούνται από τους υποτιθέμενους εγγυητές της ασφάλειας. Η ύφεση, αυτό το ενδογενές καρκίνωμα του οικονομικού μας πολιτισμού, θα αφήσει πίσω της περισσότερα πτώματα, θα αφανίσει περισσότερες περιουσίες και αγαθά απ’ όσα θα μπορούσε ένας παγκόσμιος στρατός εγκληματιών, φονιάδων, κατσαπλιάδων, ανεξέλεγκτων τζάνκι, μαφιόζων, διαρρηκτών και εξοργισμένων φτωχοδιάβολων. Κι αυτό, χωρίς να υπολογίζει κανείς το ενδεχόμενο μιας ακραίας της εκτόνωσης σε έναν διεθνή ή πολλούς περιφερειακούς πολέμους. Και η κρίση έχει πολλούς αυτουργούς, φυσικούς και ηθικούς, που δεν πρόκειται να προσαχθούν στη δικαιοσύνη ή να διαβούν το κατώφλι της φυλακής.

Αλλά, της φυλακής τα σίδερα είναι για τους λεβέντες, είναι όμως κυρίως για τους κιοτήδες. Οι έγκλειστοι υπάρχουν υπέρ ημών, των ελεύθερων. Όχι μόνο γιατί υπογραμμίζουν την ψευδαίσθηση ελευθερίας που απολαμβάνουμε, αλλά και γιατί πληρώνουν το τίμημα της κάθε αποκοτιάς τους με ένα δείγμα ζωής, μια υποτυπώδη επιβίωση. Η τιμωρία που τους επιβάλλει η οργανωμένη κοινωνία δεν αρκείται στη στέρηση της ελευθερίας, αλλά επεκτείνεται σε ένα βάναυσο υποβιβασμό της ανθρωπιάς τους, αυτής που υποτίθεται ότι πρέπει να αποκατασταθεί εντός του σωφρονιστικού καταστήματος. Ακριβώς όπως στην περίπτωση της δικαιοσύνης του σκύλου: αλυσίδα κοντή και σφιχτή, λίγα τετραγωνικά μέτρα κίνησης, φαγητό μετρημένο, ανάγκες ικανοποιούμενες σε δόσεις ελάχιστες και οργή που εκτονώνεται εντός των τειχών, σε κατασκευασμένους εχθρούς.

Δεν χρειάζεται ιδιαίτερα επιχειρήματα για να αποδείξει κανείς ότι το σωφρονιστικό σύστημα είναι αναποτελεσματικό. Αλλά αναδεικνύεται διπλά ακριβό και αναποτελεσματικό σε μια συγκυρία που το κοινό περί δικαίου αίσθημα δέχεται αλλεπάλληλα πλήγματα. Αν ο στόχος της φυλακής είναι ο σωφρονισμός, ποια είναι τα κριτήριά του, ποιοι σώφρονες ταγοί της κοινωνίας είναι το μέτρο της σωφροσύνης; Οι χρυσοκάνθαροι που λεηλατούν τον κοινωνικό πλούτο; Οι υπουργοί που κάνουν πρωταθλητισμό στο real estate; Οι μοναχοί του κραδαίνουν τα σουλτανικά φιρμάνια διεκδικώντας τη μισή ελληνική επικράτεια; Οι εθνοπατέρες που διαγκωνίζονται για τις σχέσεις τους με το «επιχειρηματικό» παρακράτος των σκυλάδικων και των ροζ μπαλέτων; Οι ελαφροχέρηδες του χρηματιστηριακού εγκλήματος του 1999 που απολαμβάνουν ελεύθεροι τον πλούτο που άρπαξαν σε ελάχιστους μήνες; Οι «σελέμπριτι» της πολιτικής, της επιχειρηματικότητας και της δημοσιογραφίας που δεν λένε ούτε καλημέρα χωρίς να αλληλο-ηχογραφούνται, να βιντεσκοπούνται και να εκβιάζονται; Οι «κουμπάροι» της γαλακτοβιομηχανίας, οι εφευρέτες των δομημένων ομολόγων, οι εμπνευστές των υποκλοπών, οι απαγωγείς των Πακιστανών, οι οικοδεσπότες των μυστικών φυλακών της CIA, οι βασανιστές του Γκουαντάναμο, οι «ειρηνευτές» του Ιράκ και του Αφγανιστάν;

Μακρά, ατέλειωτη η λίστα της σωφροσύνης των σωφρονιστών. Και επαρκής για να δημιουργήσει ρήγματα στις βεβαιότητες της σιωπηράς πλειοψηφίας ότι «οι κακοί είναι στις φυλακές», άρα οι καλοί έξω απ’ αυτές. Όπως και στην περίπτωση του σκύλου, ο ίδιος ξέρει τι κακό έχει κάνει, αλλά πώς θα αντιδράσει αν τ’ αφεντικό του κάνει πολλαπλάσια και ατιμωρητί; Μπορεί και να δαγκώσει.

2 comments:

  1. Εξαιρετικά επίκαιρο. Ο Μπρεχτ αποτέλεσε την αφορμή για μία ρεαλιστική προσέγγιση σ'ένα διαχρονικό πρόβλημα. Μπράβο...

    ReplyDelete
  2. Συγχαρητήρια ΚΙΜΠΙ για το άρθρο. Παρακολουθώ την αρθρογραφία σου ήδη από την εποχή της Καθημερινής. Ουδέποτε μπόρεσα να καταλάβω ποιος φαεινός εγκέφαλος σε έκανε να φύγεις τη στιγμή μάλιστα που στα Οικονομικά της Καθημερινής (με εξαίρεση τη Ζήκου) δε βλέπω κανέναν άλλο να ασχολείται με την οικονομία με μια ματιά πιο συνολική στην Οικονομία. Τα άρθρα είναι λίγο πολύ διαφημίσεις εταιρειών ή ισολογισμοί με λόγια, αντί για γράμματα. Μια ευχή που νομίζω ότι θα ήθελες να πραγματοποιηθεί. Εύχομαι να δεις τη μέρα που τα άρθρα σου θα περιγράφουν έναν κόσμο που θα είναι ήδη παρελθόν.

    DE OMNIBUS DUBITANS

    ReplyDelete