(Επενδυτής, 18/08/2012)
Ένα
σμήνος από μύγες έχει εισβάλει στα τριάντα τετραγωνικά του ενοικιαζόμενου
δωματίου. Βρίσκονται παντού. Στο υπνοδωμάτιο, πάνω στα σεντόνια, στις
κουρτίνες, στους τοίχους, στο υποτυπώδες κουζινάκι, στα ρούχα που είναι
σκορπισμένα παντού. Στα σώματα. Κυρίως σ’ αυτά. Διασχίζουν κάθε γυμνό τους σημείο
και τρυγάνε κάθε υποψία τροφής, αόρατης στο ανθρώπινο μάτι, που έχει διασωθεί
από το επίμονο μούλιασμα στη θάλασσα και από τα αλλεπάλληλα ντους που επιβάλλουν
οι ρυθμοί των διακοπών.
Οι
μύγες. Τίποτα το παράξενο για τα πλάσματα που αφθονούν το καλοκαίρι και που
συνοδεύουν τον μέσο νεοέλληνα σε κάθε χώρο που βρίσκεται σε μια ελάχιστη έκθεση
στο φυσικό περιβάλλον. Αλλά αυτές οι μύγες είναι αλλιώτικες. Είναι μικρές, όχι
πάνω από μισό εκατοστό μήκος, αδύνατες, λιπόσαρκες- αν θα μπορούσαμε να
αποκαλέσουμε σάρκα αυτό το εύθραυστο σκεύος του απεχθούς ζωμού – νωχελικές,
συχνά ασάλευτες, εύκολα θύματα μιας φονικής μυγοσκοτώστρας. Με λίγα λόγια, δεν
είναι οι μύγες του Αυγούστου, οι παχουλές, ζουμερές, καλοθρεμμένες και απεχθείς
μύγες του Αυγούστου.
Μια μικρή έρευνα στο ευρύτερο περιβάλλον – ένα
κυκλαδονήσι που τις μέρες περί τον Δεκαπενταύγουστο προσπαθεί να βγάλει τα
σπασμένα μιας κακής τουριστικής σεζόν- καταδεικνύει ότι τίποτε δεν έχει αλλάξει
τόσο ριζικά ώστε ο χώρος να πάψει να αποτελεί το κατάλληλο ενδιαίτημα για το
ενοχλητικό ιπτάμενο είδος, την ανάπτυξη και τον πολλαπλασιασμό του. Σε απόσταση
ασφαλείας κάδοι απορριμμάτων σφύζουν από οργανικά υπολείμματα που υπόσχονται
πλούσια γεύματα στις μύγες του Αυγούστου. Στην ενδοχώρα του νησιού ένας
αξιόλογος πληθυσμός αγελάδων και άλλων ζώων, ελευθέρας βοσκής ή εγκλείστων σε
μικρές μονάδες εκτροφής, εξακολουθεί να παράγει ποσότητες αφοδευμάτων επαρκείς
για να αποτελέσουν τα «μαιευτήρια» εκατομμυρίων μυγών. Το ίδιο υποθέτω ότι
εξακολουθούν να κάνουν οι άνθρωποι, λιγότερο προκλητικά από τις αγελάδες και τα
λοιπά οικόσιτα θηλαστικά και πτηνά, στους μικρούς αρωματισμένους από καλλυντικά
και απορρυπαντικά χώρους οι οποίοι δεν αποτελούν παρά την πολυτελή είσοδο στον
σκοτεινό και δυσώδη βόρβορο ενός βόθρου, ενός αποχετευτικού αγωγού, μιας
μονάδας βιολογικού καθαρισμού.
Εκ
πρώτης όψεως όλα είναι στη θέση τους, στη φυσική ισορροπία που θα δικαιολογούσε
την πληθυσμιακή έκρηξη αλλά κι τη σωματική ανάπτυξη των μυγών του θέρους, στον
βαθμό και στο μέγεθος που θα δικαίωνε τη δοξασία ότι τον Αύγουστο είναι πάντα
παχιές οι μύγες. Δεν ξέρω πόσο είναι ιδέα μου, αλλά φέτος τίποτε δεν δικαιώνει
την πεποίθηση αυτή.
Μην
ανησυχείτε, δεν αποφάσισα αίφνης να τεθώ επικεφαλής εκστρατείας για τη «διάσωση
της μύγας» ούτε να ιδρύσω ΜΚΟ που θα διεκδικήσει και τα σχετικά κονδύλια
χρηματοδότησης της εκστρατείας αυτής. Απλώς αναρωτιέμαι αν μπορεί να σταθεί η
υπόθεση εργασίας ότι οι απεχθείς κι ενοχλητικές μύγες, που μου φάνηκαν αυτή τη
φορά σχεδόν αξιολύπητες, θα μπορούσαν να θεωρηθούν θύματα των μνημονίων. Από
τροφαντές μύγες του Αυγούστου, καχεκτικές μύγες του Μνημονίου.
Οι
ειδικοί- βιολόγοι, εντομολόγοι, μυγολόγοι, αν υπάρχουν- θα αντιτείνουν ότι
πρόκειται περί καθαρής ανοησίας νοσηρού νου που φιλτράρει τα πάντα μέσα από τις
αντιμνημονιακές του εμμονές. Κι εγώ θα μπορούσα ν’ αντιγυρίσω πως είναι το
Μνημόνιο, αυτό το άναρχο πρόγραμμα κοινωνικής υποβάθμισης και καταστροφής, που
εξελίσσεται σε φίλτρο ανυπολόγιστων στο ορατό μέλλον ανατροπών που διόλου δεν
αποκλείεται να διαταράξουν μακρόχρονες ισορροπίες στη βιολογική και τροφική
αλυσίδα της οποίας είμαστε αναπόφευκτα μέρος.
Κάποιοι
άλλοι ειδικοί- οι ψυχολόγοι, οι κοινωνιολόγοι- θα μπορούσαν να ισχυριστούν ότι
οι μυγολογικές μου ανησυχίες είναι υπόρρητη ομολογία ενοχής για το γεγονός ότι
είμαι σε θέση να κάνω έστω και ολιγοήμερες διακοπές, αυτές που έγιναν
αδιανόητες για μια απροσδιοριστη πλειοψηφία θυμάτων του μνημονίου. Κι εγώ θα
μπορούσα να αντιτείνω ότι ακόμη κι αν αυτή η σχεδόν εξαφανισμένη από τις άδειες
πόλεις του Αυγούστου πλειοψηφία δεν έχει διέξοδο πληρωτέων διακοπών, διατηρεί
το μισητό στους Βορειοευρωπαίους προνόμιο των ιδιόκτητων πατρογονικών εστιών
στην ύπαιθρο, ορεινών, καμπίσιων ή παραθαλάσσιων, που επιτρέπει μια κάπως
ανεκτή, αν όχι κι ευχάριστη λαθροβίωση, αφήνοντας ζωτικό χώρο και στις μύγες
που τη συνοδεύουν.
Και
τέλος, κάποιοι επίσης ειδικοί- οι ανθρωπολόγοι ή οι ακτιβιστές των
ανθρωπιστικών κρίσεων- θα μπορούσαν να αντικρούσουν την παρατήρηση μου με
εικόνες λιπόσαρκων παιδιών της Αφρικής που τα πρόσωπα και τα σώματά τους
συντηρούν ολόκληρες αποικίες ευτραφών μυγών, παρά τον απελπιστικό υποσιτισμό
των πλασμάτων που τις φιλοξενούν. Σ’ αυτό το σημείο σηκώνω τα χέρια ψηλά,
καταπίνω τις συνενοχές μου και προτείνω το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα, που
έχουν χρηματοδοτήσει πάμπολλα εξυγιαντικά προγράμματα εξαθλίωσης στις χώρες
αυτές, να χρηματοδοτήσουν άλλο ένα: οι επιπτώσεις των κρατικών «διασώσεων» στο
πληθυσμό των μυγών. Υποθέτω ότι θα το κάνουν πιο πρόθυμα από το να ερευνήσουν
(και να εξηγήσουν) πώς αυτές οι «διασώσεις» επιδρούν στον ανθρώπινο πληθυσμό,
το επίπεδο υγείας του ή το προσδόκιμο επιβίωσης.
Στο
μεταξύ, ο ήλιος ανεβαίνει, το μελτέμι δυναμώνει και πυκνώνει τις τάξεις των
νωχελικών και καχεκτικών μυγών του Αυγούστου που εισβάλλουν στα παραθεριστικά
δωμάτια, σε πείσμα των άοσμων εντομοαποθητικών και των συσκευών υπερήχων που
υπόσχονται εξολόθρευση- τα μηχανικά μέσα, οι σίτες, οι ερμητικά κλειστοί
κλιματιζόμενοι χώροι που αποκλείουν μαζί με τις μύγες και τον καθαρό αέρα,
αποδεικνύονται πιο αποτελεσματικά, αλλά οι ιπτάμενοι εισβολείς όλο και κάποια
τρύπα βρίσκουν στη γραμμή άμυνας. Αλλά είναι πάντα παράξενα εκτεθειμένοι στα
παραδοσιακά μέσα εξολόθρευσης, τη μυγοσκοτώστρα, μια εφημερίδα, μια παντόφλα,
αν δεν λυπάσαι τους τοίχους, τα σεντόνια, αν δεν σιχαίνεσαι να νιώσεις στο
δέρμα σου το ειδεχθές απόσταγμα της εξόντωσης. Κάτι τρέχει με τον πτητικό τους
μηχανισμό- τον τελειότερο στο ζωικό βασίλειο κατά τους αεροναυπηγούς-, σαν να
έχουν μείνει από καύσιμα, σαν να υποσιτίζονται…
Αναρωτιέμαι,
λοιπόν, αν αυτή η αβέβαιη παρατήρηση είναι το αποτέλεσμα δραστικών περικοπών ή
υποβάθμισης στις καταναλώσεις των παραθεριστών. Παρ’ ότι τα καταστήματα
εστίασης κάθε άλλο παρά βαράνε μύγες – μεταφορικά μόνο, γιατί στην κυριολεξία
προφανώς τις φιλοξενούν εν αφθονία-, μυρίζομαι μια αισθητή στροφή στα ποικίλα
υποκατάστατα τροφής που σερβίρονται με γκουρμέ μασκαρέματα και ανεκτές τιμές,
άλλοτε με επιλογή των καταναλωτών και άλλοτε ερήμην τους, στο πλαίσιο της
αστείρευτης επιχειρηματικής επινοητικότητας στην ανεύρεση «οικονομιών
κλίμακας». Το αποτέλεσμα της γαστρονομικής υποβάθμισης είναι πιθανότατα η
υποβάθμιση και των τελικών προϊόντων της ανθρώπινης κατανάλωσης και της
θρεπτικής και άλλης αξίας που αυτά έχουν για τις μύγες και τα εκατομμύρια
εκκολαπτόμενα μικρά τους.
Βεβαίως,
όλα αυτά δεν αποκλείεται να είναι προϊόντα αντιμνημονιακής υπερευαισθησίας, ή
επινοήσεις μιας ραστώνης που δεν φορτίζεται με ειδήσεις, δεν ερεθίζεται από
οίστρους (ήτοι, αλογόμυγες), πάσχει από σύνδρομο επικοινωνιακής στέρησης κι
αναζητεί προσχήματα στα απειροελάχιστα πράγματα που συμβαίνουν στα λίγα
τετραγωνικά ενός ενοικιαζόμενου δωματίου, στην επιφάνεια ενός τραπεζιού μετά το
φαί, σε μια φέτα καρπούζι ή σε μια αμμουδιά εκατοντάδων μέτρων όπου μύγες,
σφήκες κι άλλα έντομα ψάχνουν να τρυγήσουν έστω και ίχνη αντηλιακού πάνω στα
σώματα. Αλλά κι απ’ τις κλεφτές ματιές στο σύμπαν της ενημέρωσης διαπιστώνω ότι
κι αυτό συναγωνίζεται την επινόηση των μυγών του Μνημονίου. Σαν να έχει
σταματήσει ο χρόνος στην κοπτοραπτική των11,5 δισ. ευρώ, στο άγρυπνο κώμα της
ευρωζώνης, στη δίνη της παγκόσμιας ύφεσης που στο μέλλον ίσως μετριέται με τις
αυξομειώσεις στο βάρος και τον πληθυσμό των μυγών.
Δεν
ξέρω, θα περιμένω να δω και τους κολιούς, που λέγεται πως ο καιρος τους είναι ο
Αύγουστος, και θα σας πω αν πρέπει ν’ ανησυχούμε.
ΘΕΩΡΙΕΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
Είναι
θλιβερό όταν μια μητέρα πρέπει να χρησιμοποιήσει λόγια σε βάρος του ίδιου της
του γιού. Αλλά δεν μπορούσα να τους αφήσω να πιστεύουν ότι είμαι δολοφόνος.
Τώρα θα τον πάρουν μακριά, όπως έπρεπε να έχω κάνει εγώ η ίδια εδώ και χρόνια.
Ήταν πάντα κακός και στο τέλος ισχυρίστηκε ότι εγώ σκότωσα εκείνα τα κορίτσια
και εκείνο τον άντρα….λες και μπορούσα να κάνω οτιδήποτε άλλο εκτός από το να
κάθομαι ασάλευτη στην καρέκλα, ακριβώς σαν εκείνα τα βαλσαμωμένα πουλιά. Ξέρουν
ότι δεν μπορώ να κουνήσω ούτε ένα δάχτυλο. Θα καθίσω εδώ ήσυχη, απλώς για την περίπτωση
που με υποψιάζονται. Πιθανότατα με παρακολουθούν τώρα. Ας με παρακολουθούν. Ας
δουν τι είδους άτομο είμαι. Δεν πρόκειται να διώξω ούτε καν αυτή τη μύγα από το
χέρι μου. Ελπίζω να με παρακολουθούν. Θα δουν, και θα καταλάβουν και θα πουν:
«Γιατί; Αυτή δεν θα μπορούσε να βλάψει ούτε μύγα».
Αλφρεντ Χίτσκοκ, Τζοζεφ Στέφανο, «Ψυχώ»
No comments:
Post a Comment