Η γραμμή της ζωής στην παλάμη μας, είναι μία καμπύλη. Κατά τους χειρομάντες μας αποκαλύπτει την πεπρωμένη διάρκεια ζωής. Σε άλλους, φτάνει μέχρι τη ρίζα του καρπού, την απαρχή της κερκίδας. Αλλων, διακόπτεται απότομα κάπου στο μέσον της σαρκώδους βάσης που αποκαλείται θέναρ. Για τους πρώτους, η καμπύλη υπόσχεται ότι θα είναι κορακοζώητοι. ΟΙ δεύτεροι θα πρέπει να έχουν το νου τους.
Αυτά κατά τους χειρομάντες. Ο μέσος άνθρωπος, πάντως, φαντάζεται τη ζωή του όχι σαν μια δυσοίωνη ρυτίδα, αλλά σαν μια ευθεία γραμμή που αντιστοιχεί σε μια μέση διάρκεια ζωής, ανάλογη με το λεγόμενο προσδόκιμο επιβιώσεως. Οι πιο αισιόδοξοι της δίνουν μια τιμή που υπερβαίνει τα 80 χρόνια, οι πιο ρεαλιστές αντιλαμβάνονται ότι κάπου ανάμεσα στα 74 και τα 79 βρίσκεται η μερίδα ζωής που δικαιούνται, τουλάχιστον αν ζουν στην Ευρώπη ή στην Ελλάδα. Αν, λοιπόν, στο ξεκίνημα της ζωής σας, σας ανέθεταν να διαχειριστείτε αυτή τη νοητή γραμμή, πώς θα τη χωρίζατε; Δεν υπάρχουν και πολλές εναλλακτικές λύσεις.
Υποθέτω ότι ο μέσος νεοέλληνας του 2007 θεωρεί επαρκές να διαθέσει την πρώτη εικοσιπενταετία της ζωής του στην προετοιμασία της κοινωνικής ένταξης. Ν’ αποκτήσει γνώσεις, δεξιότητες, ένα στοιχειώδες σχέδιο ζωής. Η 25ετία αυτή είναι περίπου ανελαστική με βάση τα δεδομένα των εκπαιδευτικών συστημάτων, της αγοράς εργασίας, του κοινωνικού μοντέλου. Θεωρητικά, λοιπόν, το 25ο έτος της ζωής είναι ένα καλό σημείο εκκίνησης του εργασιακού βίου ο οποίος είναι η επόμενη, λεόντεια και πιο παραγωγική μερίδα ζωής που αντιστοιχεί στο μέσο άνθρωπο. Αλλά, κι αυτή η πρώτη 25ετία δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν μια παραγωγική «μαύρη τρύπα». Το αντίθετο. Στην πραγματικότητα τα βρέφη, τα νήπια, τα παιδιά, οι μαθητές, οι φοιτητές, οι ειδικευόμενοι, οι περιπλανώμενοι άνεργοι νέοι προσφέρουν κοινωνική εργασία. Εισφέρουν στις κοινωνίες ένα πολύτιμο αγαθό χωρίς το οποίο θα βυθίζονταν σε παρακμή και αργό θάνατο. Τις ανανεώνουν, πλουτίζουν τις κουλτούρες τους, τροφοδοτούν με νέα μέλη όλες τις τάξεις και τα στρώματα, από τη βάση έως τις φυσικές ηγεσίες τους, είναι οι βασικοί αποδέκτες των μικρών και μεγάλων τεχνολογικών και πολιτιστικών επαναστάσεων που διατηρούν ζωντανά τα παραγωγικά ανακλαστικά των κοινωνιών. Απ’ την άποψη αυτή, η πρώτη παραγωγική εικοσιπενταετία της ζωής των ανθρώπων θα έπρεπε να είναι αμειβόμενη και ασφαλισμένη. Και είναι, αλλά στα εγχώρια δεδομένα, είναι τρομακτικά υποαμειβόμενη για τη μεγάλη πλειοψηφία των νέων. Και ανασφάλιστη. Το κενό το καλύπτει η οικογενειακή κοινωνική πρόνοια.
Ας διατρέξουμε και το υπόλοιπο της γραμμής της ζωής. Ακολουθεί, λοιπόν, το διάστημα του εργασιακού βίου. Πόσο πρέπει να του διαθέσουμε; Τα ασφαλιστικά μας δεδομένα προβλέπουν κατά μέσο όρο 30-35 χρόνια, με αποκλίσεις προς τα κάτω και προς τα πάνω για μεγάλες κατηγορίες πληθυσμού. Θεωρητικά, ο μέσος άνθρωπος θα προτιμούσε να είναι δραστήριος για πάντα, μέχρι ξαφνικά, απροειδοποίητα, γλυκά να τον αγγίξει ο θάνατος. Η εργασία, όπως και η ιδιοκτησία, μας θυμίζει ότι υπάρχουμε. Το βλέπουμε στους ανθρώπους που διανύουν την τρίτη ηλικία, στους γονείς και στους παππούδες μας. Παρ’ ότι είναι συνταξιούχοι, συνεχίζουν, όσο τους επιτρέπει η σωματική τους ικμάδα, τις δραστηριότητες που έχουν μάθει καλά.Ή, τουλάχιστον μια αξιοπρεπή προσομοίωσή τους. Απόμαχοι οικοδόμοι που βρίσκουν πάντα ένα μερεμέτι που θα γεμίσει τη μέρα τους, αγρότες που καταπονούνται στο ολίγων τετραγωνικών μποστάνι τους, κτηνοτρόφοι που διαθέτουν στα 2-3 ζωντανά τους το χρόνο που άλλοτε διέθεταν στα πολυπληθή κοπάδια τους, δάσκαλοι που διοχετεύουν τα παιδαγωγικά τους αποθέματα στα εγγόνια ή στα γειτονόπουλα, γιατροί, δικηγόροι, επιστήμονες και επώνυμοι κορακοζώητοι πολιτικοί που δίνουν τη γνώση και τη γνώμη τους σαν να μην έχει αλλάξει τίποτα από τότε που πήραν σύνταξη. Πολλές φορές με ωράρια που είναι αδιανόητα για έναν οικονομικά ενεργό άνθρωπο. Εν όλιγοις, ο μέσος άνθρωπος συμπεριφέρεται σαν να μην θέλει να σταματήσει ποτέ να είναι παραγωγικός. Πέστε, τώρα, στους ίδιους ανθρώπους ότι η εργασία που προσφέρουν ανιδιοτελώς, πέρα από παραγωγικούς καταναγκασμούς, χωρίς αμοιβή και ασφάλιση θα ενταχθεί στον καθ’ εαυτό εργασιακό τους βίο, αμειβόμενη και ασφαλισμένη, παρατείνοντας την συμβατική 35ετία κατά 5-10 χρόνια. Θα σας δαγκώσουν. Θα ξεσηκωθούν κι οι πέτρες. Δεν υπάρχει καμιά γεροντική παραξενιά σ’ αυτό. Αντίθετα, υπάρχει μια απόλυτα νεανική καχυποψία απέναντι σε οποιονδήποτε τρίτο- το κράτος, τους αναλογιστές, τους ασφαλιστικούς φορείς, τους εργοδότες, τους επαγγελματίες συνδικαλιστές- τολμήσει να ανατρέψει τις βασικές προβλέψεις του μικρού σχεδίου που έχει καθένας μας για τη ζωή του. Έστω κι αν στην πραγματικότητα σπάνια αυτό το σχέδιο υλοποιείται στις λεπτομέρειές του είτε γιατί το ανατρέπει ένα απρόοπτο τέλος, είτε γιατί συνήθως ο οπτιμισμός του σχεδίου διαψεύδεται από τον πεσιμισμό της πραγματικότητας.
Ετσι, περνάμε στην τρίτη μεγάλη φέτα από τη γραμμή της ζωής, αυτήν που υποτίθεται καλείται να «ασφαλίσει» το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης. Από το κατά συνθήκη προσδόκιμο επιβιώσεως ο μέσος άνθρωπος οραματίζεται να αναλογεί στη φέτα αυτή τουλάχιστον μια δεκαπενταετία. Είναι το πιο σύντομο κομμάτι του βίου του. Αντιστοιχεί μόλις στο 20%-25%. Και, ανά πάσα στιγμή, μπορεί να συρρικνωθεί απογοητευτικά, αφού τρίτη ηλικία είναι τόσο εκτεθειμένη στους βιολογικούς καταναγκασμούς. Αλλά θα έπρεπε να είναι απαλλαγμένο από κοινωνικούς καταναγκασμούς. Αν στη νεότητά του ο άνθρωπος προετοιμάζεται (και τελικά «εργάζεται») χάριν της κοινωνίας, αν στην ωριμότητά του παράγει πλούτο τον οποίο «μοιράζεται» θέλει-δεν θέλει με το κοινωνικό σύνολο (κατά κανόνα με ένα ληστρικό σύστημα διανομής), στην τρίτη φάση της ζωής του υπάρχει χάριν του εαυτού του (και εργάζεται, τεμπελιάζει, καταναλώνει, απολαμβάνει ή μοιράζεται κατά βούληση). Είναι για τον ίδιο λόγο άλλωστε που οι περισσότεροι επώνυμοι κι ανώνυμοι της οικονομικής, πνευματικής και πολιτικής ελίτ, οι οποίοι ουδέποτε είχαν αγωνίες για τα συντάξιμα χρόνια τους, τα όρια ηλικίας και το ύψος της σύνταξής τους, παραμένουν ενεργοί μέχρι βαθέως γήρατος, διαψεύδοντας ιατρικά προγνωστικά και δημογραφικές στατιστικές, αντλώντας απόλαυση από τη μόνη διάσταση που είχε η ζωή γι’ αυτούς: την άσκηση εξουσίας. Αλλά, όλη η ζωή, χωρίς φέτες και διαστήματα, χωρίς κοινωνικούς καταναγκασμούς και προθεσμίες.
Αυτό το ψυχολογικό υπόστρωμα αδυνατούν να κατανοήσουν οι επίδοξοι μεταρρυθμιστές των ασφαλιστικών συστημάτων, οι αναλογιστές, αυτοί που πανικοβάλουν τις κοινωνίες για τη δημογραφική καταστροφή που μας απειλεί, αυτοί που από την ασφάλεια των επαύλεών τους κατακεραυνώνουν τα «ρετιρέ» της εργασίας (επ’ ευκαιρία, δεν τους έχει πει κανείς ότι τα ρετιρέ του χρυσού αιώνα της αντιπαροχής είναι πλέον σε απόλυτη παρακμή; Εξ όσων γνωρίζω, αγοράζονται πλέον μόνο από οικονομικούς μετανάστες). Αδυνατούν να κατανοήσουν ότι τη δύση της ζωής του ο μέσος άνθρωπος δεν έχει την πολυτέλεια να τη διαπραγματευτεί και να τη μοιραστεί με κανένα. Τη θέλει σε ένα πλαίσιο όσο πιο ασφαλές γίνεται- ασφαλές οικονομικά, χρονικά, κοινωνικά. Αλλιώς, τι άλλο νόημα έχει η Κοινωνική Ασφάλεια; Υ.Γ. Μια και ξεκίνησα με χειρομαντεία, επιτρέψτε μου να μαντέψω τι εξέλιξη θα έχει η σύγκρουση της κυβέρνησης με τα «ρετιρέ» της επαγγελματικής μου συντεχνίας. Σε κανα-δυο εβδομάδες βλέπω το σχέδιο ενοποίησης στο «ταμείο επιστημόνων» να αποσύρεται διακριτικά. Κι έπειτα, θα πέσει ασφαλιστική σιγή. Λέτε η όλη υπόθεση να είναι μια κουτοπόνηρη κίνηση μαζικής εξαγοράς των δημοσιογράφων;
No comments:
Post a Comment