Το ανέκδοτο είναι γνωστό και αρκετά παλιό. Ο άρχοντας φεύγει για σταυροφορία και εμπιστεύεται στον πιο εχέμυθο και έμπιστο ιππότη του το κλειδί της ζώνης αγνότητας με την οποία έχει «ασφαλίσει» τη γυναίκα του. Του δίνει την εξής αυστηρή εντολή: «Κράτησέ το κλειδί για ένα χρόνο. Αν περάσει ένας χρόνος και δεν έχω γυρίσει, ξεκλείδωσε τη ζώνη και άσε τη γυναίκα μου να συνεχίσει τη ζωή της». Ο άρχοντας έχει ξεμακρύνει από τον πύργο του μόλις δυο-τρία χιλιόμετρα όταν, ασθμαίνων, τον προλαβαίνει ο έμπιστος ιππότης του κραυγάζοντας: Αφεντικό, μου έδωσες λάθος κλειδί!»
Ο δημόσιος βίος μας θυμίζει σε πολλά τις δυστυχείς συζύγους των σταυροφόρων του μεσαίωνα που εγκαταλείπονταν κλειδωμένες στο σιδηρούν εσώρουχο το οποίο δεν επέτρεπε τίποτε άλλο εκτός τις φυσικές ανάγκες τους, κι αυτές όχι και στις πιο υγιεινές συνθήκες. Για να είμαστε δίκαιοι πάντως, πρέπει να πούμε ότι νεότεροι (και πιο καχύποπτοι) ιστορικοί υποστηρίζουν ότι αυτή η μυθολογία της βαναυσότητας κακώς βαρύνει τον μεσαίωνα, αφού τα παλαιότερα ευρήματα αυτής απάνθρωπης συνήθειας προέρχονται από τον 19ο αιώνα. Δηλαδή, η ζώνη αγνότητας ως προϊόν γεννήθηκε στο λυκαυγές του καπιταλισμού, στη χρυσή εποχή του laissez-faire. Ο μεσαίωνας δεν έχει αφήσει τίποτε πέρα από μερικά ευφάνταστα σχέδια της απεχθούς κατασκευής. Ωστόσο, είναι ο Όμηρος που αναφέρει πως ο ζηλιάρης, πλην δύσμορφος, Ήφαιστος προσπάθησε να εγκλωβίσει τις σεξουαλικές ορμές της Αφροδίτης με ένα σιδερένιο, απαραβίαστο δίχτυ. Αλλά, αυτή ήταν μια καθαρή πράξη ζήλιας και εκδίκησης, όχι μια υπόθεση τιμής που δεν σήμαινε και πολλά για τον ηθικό κώδικα των Θεών του Ολύμπου.
Να επιστρέψουμε, όμως, στο πολιτικό μας σύστημα (και όχι απαραίτητα μόνο το εγχώριο). Θυμίζει, λοιπόν, σε πολλά τον μεσαιωνικό μύθο. Χρειάζεται μόνο να ξεκαθαρίσουμε τους ρόλους σ’ αυτό το ερωτικό τρίγωνο (ενδεχομένως και τετράγωνο) που απαρτίζεται από τον σύζυγο, την σύζυγο, τον κλειδοκράτορα και τον επίδοξο εραστή.
Υποθέτουμε ότι η σύζυγος είναι το κράτος, το μεγάλο ταμείο του οποίου διαθέτει τιμή όχι απλώς ως ιδέα, αλλά ως μετρήσιμο σε χρήμα, ΑΕΠ, ακίνητα, αξίες και υπεραξίες μέγεθος. Ο σύζυγος, πέραν πάσης αμφιβολίας, είναι η κυβέρνηση-φαιή, πράσινη, φαιοπράσινη, δεν έχει σημασία. Για πολλά χρόνια ο σύζυγος (και όλοι όσοι εναλλάχτηκαν διαδοχικά σ’ αυτό το ρόλο) ήταν εξοικειωμένος με την ιδέα ότι θα μοιράζεται τη σύζυγό του και με άλλους, μόνιμους ή περιστασιακούς ερωτικούς παρτενέρ. Ήταν συμφιλιωμένος με την αντίληψη μιας ιδιότυπης κοινοκτημοσύνης της συζύγου του, από την κλίνη της οποίας μπορούσαν να περάσουν και να αντλήσουν κατά βούληση τους ερωτικούς χυμούς της οι προμηθευτές του δημοσίου, οι συνήθεις τρόφιμοι του πρυτανείου, η εκλογική πελατεία του εκάστοτε κυβερνώντος κόμματος, οι θαμώνες της κομματικής επετηρίδας από την οποία αντλούνταν τα στελέχη της δημόσιας διοίκησης, οι κρατικοί λειτουργοί, οι γενικοί γραμματείς ή οι υπουργοί.
Για λόγους που δεν έχουν διευκρινιστεί μέχρι στιγμής, ξαφνικά ξύπνησε ο Οθέλλος στην ψυχή του συζύγου. Ο οποίος αποφάσισε όχι βεβαίως να σκοτώσει την πολυπόθητη Δεισδαιμόνα του, αλλά να της φορέσει ζώνη αγνότητας. Δοκίμασε πολλές τεχνικές: σταυροφορίες διαφάνειας, εκστρατείες εξυγίανσης και επανίδρυσης του κράτους, νόμους για το βασικό μέτοχο, αδιάβλητα συστήματα προμηθειών, καθαρούς διαγωνισμούς προσλήψεων, εσωτερικές αστυνομίες αυστηρές ποινές για επίορκους δημόσιους λειτουργούς, διαδικασίες διαπόμπευσης, χειροπέδες, μαχαίρια που φτάνουν βαθιά στο κόκαλο, έρευνες σε βάθος, νόμους για την άρση των τραπεζικών και τηλεφωνικών απορρήτων των υπόπτων. Ο σύζυγος διέθετε πλέον ένα πλήρες οπλοστάσιο για να κλειδώσει όχι μόνο το μυστικό λουλούδι της λάγνας συζύγου του, αλλά για να την καταστήσει σιδερόφρακτη από κορυφής έως ονύχων.
Το επόμενο δίλημμα του συζύγου, όταν ξεπέρασε το θέμα της τεχνολογίας της ζώνης αγνότητας, ήταν σε ποιον θα εμπιστευτεί το κλειδί. Στην αρχή εμπιστεύτηκε το κλειδί στις υπερεθνικές αρχές. Στο ρόλο του κλειδοκράτορα παρέλασαν πολλοί διεθνείς οργανισμοί: ο ΟΟΣΑ, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, οι Κομισιονάριοι των Βρυξελλών οι οποίοι εφήρμοσαν τακτικές κατήχησης και εκπαίδευσης της συζύγου στη σεξουαλική εγκράτεια. Έπειτα, ο σύζυγος στράφηκε στις Ανεξάρτητες Αρχές- για μια δεκαετία φύτρωναν σαν μανιτάρια υπηρεσίες επί υπηρεσιών, ένα δεύτερο στρώμα κράτους που ανέλαβε, ανεπιτυχώς και αυτό, να αστυνομεύσει την αμαρτωλή συζυγική κλίνη και να αποτρέψει τις εισβολές ανεπιθύμητων εραστών. Ακολούθως, ήρθε η σειρά των δικαστών, οι οποίοι είχαν και το τεκμήριο ανεξαρτησίας ως εκ της κατά Μοντεσκιέ διάκρισης των εξουσιών. Αλλά, και από αυτών τις υπηρεσίες ο σύζυγος δεν έμεινε ικανοποιημένος. Άλλοτε ανακάλυπτε έκπληκτος ότι η κλειδαριά της ζώνης ήταν παραβιασμένη ή ότι τα αντικλείδια κυκλοφορούσαν σαν φέιγ βολάν, κι άλλοτε ότι οι δικαστές είχαν υπερβεί τα όρια εξουσίας τους, οπότε τους κατήγγειλε για «κράτος δικαστών».
Η ύστατη λύση στην οποία προσέφυγε ο διαρκώς απατώμενος σύζυγος, που ανακάλυπτε ότι η σύζυγός του εξακολουθούσε παρά τις κλειδαριές ασφαλείας να χρησιμοποιείται ως δημόσια γυναίκα από εχθρούς και φίλους, έμπιστους και άπιστους, ήταν ένας άλλος πόλος εξουσίας, άτυπης αλλά ισχυρής. Της 4ης εξουσίας. Ο σύζυγος είχε για πολλά χρόνια σχέσεις δυσπιστίας με τα εκδοτικά συγκροτήματα στα οποία αναγκαζόταν τώρα να αναθέσει το κλειδί της ζώνης αγνότητας. Κάποτε, τους είχε καταγγείλει ως νταβατζήδες της ίδιας του της συζύγου, τώρα αποφάσιζε να ρισκάρει να τους αναθέσει τη φύλαξη του πολύτιμου κλειδιού.
Ζούμε τη φάση της κατάρρευσης της τελευταίας συμμαχίας του απατημένου και απελπισμένου συζύγου. Έχει πιάσει στα πράσα τη σύζυγό του, όχι μόνο με τους ακόρεστους συνήθεις εραστές της, αλλά με μια ολόκληρη στρατιά ανθρώπων: η συζυγική κοίτη έχει μετατραπεί σε πεδίο μιας απέραντης παρτούζας με πρωταγωνιστές την αφελή Δεισδαιμόνα από τη μια και απ’ την άλλη κρατικούς λειτουργούς, πολιτικά πρόσωπα, πελάτες του κράτους, εθνικούς και υπερεθνικούς προμηθευτές, εθνικούς νταβατζήδες, αδέκαστους δικαστές, αμερόληπτες ανεξάρτητες αρχές, ασυμβίβαστους εκδότες, ανελέητους ελεγκτές της εξουσίας.
Από μιαν άποψη ο σύζυγος δεν έχει παρά μία λύση: να αποφασίσει ότι είναι αδύνατο να υπερνικήσει τον συλλογικό πόθο, την ερωτική απληστία των επίδοξων εραστών για τη σύζυγό του, ότι είναι αδύνατο να ασφαλίσει το θησαυροφυλάκιο της αγνότητας, ότι είναι αδύνατο να συγκρατήσει το αόρατο χέρι της αγοράς και το ορατό χέρι των δημόσιων λειτουργών, και να το ρίξει στην ομοιοπαθητική. Να κόψει εισιτήριο. Να επιβάλει ταρίφα. Να γίνει ο ίδιος εκδότης της συζύγου του. Νταβατζής της. Αυτό θα σήμαινε πρακτικά νομιμοποίηση της μίζας, ως ένα είδος αμοιβής του κράτους για τις υπηρεσίες του σε ημετέρους και προμηθευτές. Ακούγεται ως βλασφημία κατά των οραματιστών του πνεύματος και της ηθικής. Αλλά ενδεχομένως να κοστίζει λιγότερο από την ακριβή, σιδηρά ζώνη της αγνότητας που μέχρι στιγμής έχει μετατρέψει το κράτος σε οίκο ανοχής. Για τον οποίο όλοι διαθέτουν αντικλείδια, πλην ημών των καρτερικών υπηκόων του.
ΚΙΜΠΙ
Kibi2g@yahoo.gr (και kibi_blog.blogspot.)
Δεν πρόκειται για ανέκδοτο: είναι απόσπασμα από τις Σταυροφορίες του Τσιφόρου.
ReplyDeletenai re file...alla san anekdoto den einai?! :P
ReplyDelete