Monday, July 28, 2008

Arbeit Macht Frei (26/07/2008)

Υπάρχουν πολλοί συνένοχοι στον θεμελιώδη μύθο για τον απελευθερωτικό χαρακτήρα της εργασίας και διατρέχουν σχεδόν όλη την ιδεολογική και πολιτική κλίμακα Δεξιάς - Αριστεράς. Οι ανθρωπολόγοι και οι κοινωνιολόγοι -συμπεριλαμβανομένου και του θείου Ένγκελς- μας έπεισαν για το νρόλο της εργασίας στην εξανθρώπιση του πιθήκου. Οι θεολόγοι -ιδιαίτερα της χριστιανικής κοσμοθεωρίας- πρόσθεσαν στην εργασία τον ρόλο της δύναμης αποτροπής από το πεδίο της αμαρτίας. Οι προτεστάντες, ακόμη περισσότερο, προσέδωσαν στην εργασία την ακτινοβολία μιας δύναμης εξαγνισμού και της έδωσαν τον χαρακτήρα ενός εγκόσμιου ασκητισμού που νομιμοποιεί τον πλούτο. Σ’ αυτό συνέκλιναν με τους θεμελιωτές της αστικής πολιτικής οικονομίας που αναγνώρισαν την εργασία ως τη βασική -αν όχι και μόνη- πηγή πλούτου, αλλά και με τον μαρξισμό, που έδωσε απόλυτο χαρακτήρα σ’ αυτή τη συνάρτηση. Και οι ναζί απογείωσαν την «απελευθερωτική» κουλτούρα της εργασίας, απαλλάσσοντας κυριολεκτικά από το μαρτύριο της υλικής ζωής τα εκατομμύρια ανθρώπων που εξόντωσαν στα στρατόπεδα «εργασίας», με το σαρκαστικό σύνθημα στις πύλες τους: Arbeit Macht Frei (η εργασία απελευθερώνει).

Οι προκαταρκτικές αυτές παρατηρήσεις, αν και κινούνται στα όρια της εγκυκλοπαιδικής κοινοτοπίας, μας εισάγουν στην πιο ανατριχιαστική είδηση της εβδομάδας: 142 Ιάπωνες εργαζόμενοι πεθαίνουν κάθε χρόνο από υπερβολική εργασία. Στατιστική επίσημη, μετρήσιμη από κρατικούς φορείς σε μια χώρα υπεράνω αντικαπιταλιστικής υποψίας. Έχει, δε, όπως μάθαμε, και την επίσημη ορολογία της: φαινόμενο ή σύνδρομο «καρόσι».

Μας παρηγορεί ενδεχομένως η ιδέα ότι οι Ιάπωνες έχουν, έτσι και αλλιώς, μια παράδοση αυτοκαταστροφικής -αυτοχειριακής, για την ακρίβεια- σχέσης όχι μόνο με την εργασία, αλλά και με άλλες διαστάσεις της ζωής: το καθήκον, τη μάθηση, την κατανάλωση, την εγκράτεια, τις διακοπές. Α, ναι, ειδικά με τις διακοπές, που οι Ιάπωνες αποφεύγουν ως θανάσιμο αμάρτημα σε σημείο ώστε κυβερνήσεις αλλά και επιχειρήσεις να προσφεύγουν σε κίνητρα ή και εξαναγκασμό των εργαζομένων σε διακοπές. Αλλά, στην πραγματικότητα, αυτή η ροπή τους δεν είναι ένας ανατολίτικος εξωτισμός, αλλά μια φανατική, ακραία μετάγγιση του προτεσταντικού πνεύματος του καπιταλισμού στη βουδιστική ή κομφουκιανή Ανατολή.

Έτσι μάθαμε ότι η εργασία μπορεί να παράγει ακόμη και στις μέρες μας μικρά, ατομικά ολοκαυτώματα που επί της ουσίας δικαιώνουν το αιματηρό χιούμορ των ναζί στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Η απελευθερωτική διάσταση της εργασίας έχει πάντα μια μακρινή συγγένεια με τον θάνατο.

Η αλήθεια είναι ότι η ανθρωπότητα δεν αποδέχθηκε ποτέ με ευκολία, χωρίς διαμαρτυρίες και αντιστάσεις αυτή τη βεβαιότητα. Κι αυτό καταδεικνύεται από κινήσεις ιστορικών διαστάσεων, όπως οι αγώνες για τη μείωση του ωραρίου, αλλά και από στάσεις ατομικές, καθημερινές, ανεπαίσθητες. Αν ήμασταν πεισμένοι ότι η εργασία (ιδιαίτερα στην εκδοχή της ως μισθωτή σκλαβιά) μας απελευθερώνει, δεν θα μετρούσαμε με άγχος τα λεπτά πριν από τη λήξη του οκταώρου, ούτε τις μέρες μέχρι την επόμενη αργία ή μέχρι τη φυγή για τις θερινές διακοπές. Εδώ υπάρχει μια αντίστροφη βεβαιότητα: η ενδόμυχη πεποίθηση ότι, αν δεν απελευθερωθούμε από τον «απελευθερωτή» έστω και για λίγο, θα μας μαζεύουν με τα κουτάλια. Άρα, οι περισσότεροι από εμάς γνωρίζουμε ακόμη και υποσυνείδητα ότι η εργασία περιέχει πάντα και μια μικρή ή μεγαλύτερη δόση θανάτου. Και αντίστροφα, ότι η διακοπή της εργασίας -και οι διακοπές- αναπληρώνουν τα ελλείμματα ζωής που προκαλεί ο εργασιακός καταναγκασμός.

Γι’ αυτό και, παρ’ ότι κανείς από τους θεωρητικούς και απολογητές του οικονομικού μας πολιτισμού δεν έχει παραιτηθεί επισήμως από το δόγμα της «απελευθερώτριας εργασίας», η ιστορική τάση είναι ο αργός θάνατος της ίδιας της εργασίας. Ουδέποτε συμμερίστηκε κανείς, βέβαια, την υπεραισιόδοξη πρόβλεψη του κ. Ρίφκιν για το «Τέλος της εργασίας», αλλά η αλήθεια είναι ότι σε κλίμακα δεκαετιών και αιώνων η εργασία αποδυναμώνεται τουλάχιστον στο σκέλος της χρονικής της διάρκειας. Κι αυτή η ιστορική τάση διόλου τυχαία συνοδεύεται από τη συνεχή αύξηση του προσδόκιμου επιβιώσεως.

Σ’ αυτή την ιστορική τάση, της σταδιακής απελευθέρωσης από τον «απελευθερωτή», αντιστέκονται πολλοί. Αίφνης, λίγα εικοσιτετράωρα μετά τις ανακοινώσεις για το μικρό εργασιακό ολοκαύτωμα στην Ιαπωνία, στη Γαλλία οι εθνοπατέρες ψήφιζαν με χέρια και με πόδια την ουσιαστική κατάργηση του 35ωρου. Αυτή η μικρή κατάκτηση άντεξε μόλις μια δεκαετία στις ασφυκτικές πιέσεις των δυνάμεων της αγοράς. Τώρα, η συγκυρία της υποβόσκουσας οικονομικής ύφεσης έδωσε την ευκαιρία της χαριστικής βολής (ιδού πάλι η κουλτούρα των ναζί και του «Arbeit Macht Frei» να τρυπώνει στον ναό της δημοκρατίας). Η επίσημη αιτιολογία για την παράκαμψη του 35ωρου είναι πως μειώνει την ανταγωνιστικότητα των γαλλικών επιχειρήσεων. Σ’ αυτό το επιχείρημα υπάρχει, ωστόσο, και η πολύ ενδιαφέρουσα ομολογία ότι η εργασία (άρα οι εργαζόμενοι) είναι ο βασικός παράγοντας ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας. Κι όταν ο επιχειρηματικός κόσμος και η επίσημη πολιτική μιλούν για ανταγωνιστικότητα, εννοούν δύο πράγματα: μεγαλύτερα μερίδια αγοράς, υψηλότερα ποσοστά κέρδους. Έτσι, η εργασία αναδεικνύεται πράγματι σε απελευθερωτή, όχι εκείνου που την παρέχει, αλλά αυτού που την αγοράζει.

Όχι μόνο στην Ανατολή, λοιπόν, αλλά και στη δονούμενη από μεταρρυθμιστικό οίστρο Δύση αυξάνονται οι μικρές «δόσεις θανάτου» που περιέχονται στην εργασία με την τάση επιμήκυνσης του ωραρίου, αλλά και επιμήκυνσης του εργασιακού βίου εν ονόματι της επιβίωσης των ασφαλιστικών συστημάτων. Πρόκειται για τάσεις αφύσικες, αντιιστορικές και -τολμώ να πω- ανάλογα τερατώδεις με τις ιδεολογικές συντεταγμένες του ναζισμού που θεωρήθηκε μια εξαίρεση, μια θλιβερή παρένθεση στον δυτικό πολιτισμό (αυτό δεν είναι, βεβαίως, παρά ένας βολικός μύθος). Τα τεχνολογικά άλματα που έφεραν οι μεταπολεμικές δεκαετίες έχουν πράγματι καταστήσει θεωρητικά εφικτή τη συρρίκνωσή της σχεδόν μέχρι «θανάτου» ή τη μεταμόρφωσή της σε μια νωχελική, διασκεδαστική καθημερινότητα. Οι μελλοντολόγοι περιγράφουν ένα κοινωνικό σύμπαν στο οποίο οι άνθρωποι, απαλλαγμένοι από τον καταναγκασμό του χρόνου και του χώρου, θα μπορούν να παράγουν αξίες και υπεραξίες εκατομμυρίων χωρίς καν να μετακινηθούν από το σπίτι τους, χωρίς το ασφυκτικό πλαίσιο ενός ωραρίου. Περιγράφουν δηλαδή παραγωγή πλούτου χωρίς εργασία. Για την ακρίβεια, από την εργασία κρατούν το αμιγώς απελευθερωτικό της περιεχόμενο, πετούν τις αλυσίδες της, της προσδίδουν τη διάσταση απόλαυσης που θα καθιστούσε ακόμη και τον τζίτζικα το πιο φιλόπονο πλάσμα του σύμπαντος.

Πού είναι αυτό το μέλλον που αφαιρεί από την εργασία τις μικρές και μεγάλες «δόσεις θανάτου» που μας επιφυλάσσει και τις αντικαθιστά με γενναίες δόσεις ζωής και απόλαυσης; Προς το παρόν, στην τολμηρή φαντασία των μελλοντολόγων, στην ανυποψίαστη δημιουργικότητα των τεχνολόγων που απλώνουν στο άπειρο τα σύνορα του ψηφιακού μας σύμπαντος, στα οράματα των ανθρώπων που θεωρούν ότι η στενωπός των αγορών δεν είναι μονόδρομος.

Ξέρουμε πάντως ποιοι εμποδίζουν αυτό το μέλλον: οι λίγοι που έχουν ήδη απαλλαγεί από τον καταναγκασμό της εργασίας χάρη στην εργασιακή δουλεία ή εθελοδουλεία που έχουν επιβάλει στους υπόλοιπους. Έχουν πολλές μορφές: του μεταρρυθμιστή, του τεχνοκράτη της οικονομίας και της πολιτικής, ή του κηφήνα που αντλεί απόλαυση από τη συσσώρευση ισχύος και πλούτου, δηλαδή από την ιδιοποιημένη εργασία των άλλων.
Πράγματι, λοιπόν, arbeit macht frei. Αλλά το θέμα είναι, ποιους;

1 comment:

  1. αυτό το ΚΙΜΠΙ τι είναι? εβραικό?

    ReplyDelete