Monday, January 4, 2010

Δώρο το άδωρον (31/21/2009)

Να μου το θυμηθείτε: παρά την εγκράτεια που επιδείξατε λόγω ύφεσης, λόγω επικείμενης δημοσιονομικής καταστροφής, λόγω επερχόμενης πτώχευσης, ο απολογισμός της καταναλωτικής ευφορίας των εορτών θα είναι καταστροφικός. Μην μπείτε καν στον κόπο να τον κάνετε. Θα μετανιώσετε για όλη την κοινωνικότητα που επιδείξατε, για όλες τις σχέσεις αβροφροσύνης που θελήσατε να διασώσετε, για πολλά από τα «χρόνια πολλά» που συσκευάσατε σε μικρά ή μεγάλα πακέτα με χρυσαφιές κορδέλες και πολύχρωμα χαρτιά. Μια αίσθηση περιττής δαπάνης, ίσως ακόμη χειρότερα, μια βεβαιότητα αυτοκαταστροφικής σπατάλης θα διαλύσει τα αισθήματα ευχαρίστησης που νιώσατε για κάθε δώρο που διαλέξατε για τα παιδιά σας, τα βαφτιστήρια σας, τους παραμελημένους γονείς σας, τους κολλητούς σας φίλους, τους εραστές και τις ερωμένες σας. Κακή, πολύ κακή αρχή για μια χρονιά που προμηνύει μια δραστική συρρίκνωση εισοδήματος, ακόμη κι αν ισχύσει το ηπιότερο σενάριο «δημοσιονομικής προσαρμογής» που θα επινοήσει ο Παπακωνσταντίνου με τον Μπαρόζο ή τον Τρισέ. Θα έχετε εξασφαλίσει ένα πρόγραμμα ψυχολογικής αστάθειας πολύ πριν η κυβέρνηση καταλήξει στο Πρόγραμμα Σταθερότητας.

Ήδη, οι πρώτοι προειδοποιητικοί απολογισμοί της αγοράς είναι τρομοκρατικοί: οι Αυστραλοί -λέει- δαπάνησαν μέχρι τα Χριστούγεννα 8,5 δισ. δολάρια για δώρα, από τα οποία αρκετές δεκάδες εκατομμύρια πήγαν σε «άχρηστα» δώρα. Μια άλλη εκτίμηση περιορίζει τον παγκόσμιο τζίρο του «άχρηστου δώρου» στο 1 δισ. δολάρια. Πταίσμα μπροστά στα τρισεκατομμύρια των άχρηστων «χρήσιμων δαπανών», όπως οι εξοπλιστικές, για παράδειγμα. Οι πιο αυστηροί Γερμανοί οικονομολόγοι υποστηρίζουν, πάντως, ότι οι συμπατριώτες τους πετάνε 70 δισ. ευρώ τον χρόνο σε αποτυχημένα δώρα. Υπερβολικό μού ακούγεται. Φαίνεται τελικά ότι οι άκαμπτοι οικονομέτρες δεν έχουν έναν αξιόπιστο τρόπο υπολογισμού της παγκόσμιας οικονομίας του δώρου που παρακολουθεί αδιαλείπτως τον κύκλο της ζωής, από τη γέννηση μέχρι τον θάνατο, αλλά και τον κύκλο των εποχών όπως σηματοδοτείται από τη διαδοχή μικρών και μεγάλων γιορτών, σε όλους τους πολιτισμούς, όλες τις κοινωνίες, όλες τις λατρείες. Ίσως γιατί η έννοια του δώρου ξεφεύγει από την αθλιότητα της «φυσικής οικονομίας» στην οποία υποτίθεται ότι κινούμαστε από καταβολής είδους. Δεν υπακούει στο πλαίσιο της χρησιμοθηρίας και του ωφελιμισμού που επέβαλαν τόσοι αιώνες εμποροκρατίας και το οποίο απογείωσε ο καπιταλισμός.

Η εμπορευματική οικονομία και ιδιαιτέρως ο καπιταλισμός, με την καθολική επιβολή του ορθολογισμού, μας έχει πείσει ότι ο homo economicus, ο «οικονομικός άνθρωπος», πρέπει να υποτάξει κάθε πράξη συναλλαγής στο σχήμα επένδυση-απόδοση. Κάθε δαπάνη που δεν συνοδεύεται από μια λογική προσδοκία ανταπόδοσης με κέρδος βρίσκεται πέρα από τη λογική, είναι οικονομικά απαράδεκτη. Και καθώς το κέρδος στον καπιταλισμό νοείται μόνο ως ατομικό, θεωρούνται οικονομικά απαράδεκτα και τα ενδεχόμενα συλλογικά οφέλη που προκύπτουν από μια δαπάνη που δεν αφορά αυστηρά ατομικές ανάγκες και επιθυμίες. Αν πράγματι εφαρμόζαμε αυτό το ατομοκρατικό μοντέλο με μια αυστηρότητα στο σύνολο του οικονομικού μας πολιτισμού, είναι αμφίβολο αν θα είχε επιτευχθεί έστω και το ένα δέκατο της οικονομικής και τεχνολογικής προόδου για την οποία επαίρεται ο καπιταλισμός. Διότι, αν το καλοσκεφτείτε, είναι ασύλληπτος ο αριθμός και η αξία των καθημερινών, τακτικών ή μακροπρόθεσμων δαπανών που κάνει ο καθένας μας σαν χειρονομία καλής θέλησης, αλληλεγγύης ή απλής αισθητικής ευχαρίστησης του εαυτού μας και των άλλων. Τρελαινόμαστε να κάνουμε δώρα, χωρίς απαραίτητα να έχουμε την παραμικρή επιθυμία ή ρεαλιστική να μας τα ανταποδώσουν.

Ας αρχίσουμε από τα θεμελιώδη. Όλη η προσφορά των γονιών στα παιδιά τους είναι ένα δώρο. Ακόμη και το γεγονός ότι αποφασίζουν να τα φέρουν στη ζωή. Ύστερα, όσο τους βαστάνε τα πόδια τους, τρέχουν. Για να τα θρέψουν, να τα μορφώσουν, να τα ψυχαγωγήσουν, να ικανοποιήσουν τα πιο τρελά τους όνειρα, να τα αποκαταστήσουν, να τους κληροδοτήσουν περιουσιακά στοιχεία, να τους διαθέσουν τον χρόνο τους για να ανατραφούν τα εγγόνια τους. Στην πραγματικότητα, η μόνη προσδοκία ανταπόδοσης που έχουν είναι ηθική. Έχουν επίγνωση του ρίσκου να εισπράξουν μόνο την αχαριστία των παιδιών τους και απλώς ελπίζουν ότι στην αποδρομή του βίου τους θα τύχουν λίγης τρυφερότητας, μιας συμπαράστασης στη δύσκολη μάχη με τα γερατειά, της συντροφιάς στη μοναξιά των γιορτών. Με όρους homo economicus η δοτικότητα των γονιών στα παιδιά τους, αυτή η ανυπολόγιστου κόστους οικονομία του δώρου, είναι παράλογη. Ένας επενδυτικός σύμβουλος, εφαρμόζοντας αυστηρά όσα έχει μάθει, θα πρότεινε να τεθούν υπό επιτροπεία σχεδόν όλοι οι γονείς, να κατασχεθούν όλα τα περιουσιακά τους στοιχεία και να ανατεθεί η διαχείρισή τους σε ειδικές επιτροπές (βεβαίως, ο ίδιος σύμβουλος θα πρότεινε να κατεδαφιστεί εδώ και τώρα και το τελευταίο ίχνος κοινωνικού κράτους, το οποίο, κατά το μοντέλο επένδυσης-απόδοσης, είναι δώρο-άδωρο: τι νόημα έχουν οι συντάξεις, τα γηροκομεία, τα άσυλα ανιάτων, τα επιδόματα απορίας, η συντήρηση ενός ασθενούς σε κώμα όταν υπάρχουν οι Καιάδες;).

Δώρα δεν κάνουμε μόνο στα παιδιά μας. Κάνουμε στους φίλους μας, στους συγγενείς μας, στους συναδέλφους μας, στους/στις συζύγους μας, στις γκόμενες και στους γκόμενους, στον προϊστάμενό μας. Δώρα κάνουμε ακόμη και σε αγνώστους που εμφανίζονται στον δρόμο ως επαίτες και αναξιοπαθούντες, είτε μας εξαπατούν είτε όχι. Θεωρούμε αδιανόητο να πάμε με τα χέρια άδεια σ’ έναν γάμο και αποτολμούμε ένα λουκούλλειο δείπνο για φίλους στο σπίτι, κι ας μας κοστίσει μισό μηνιάτικο. Υπάρχει ενδεχομένως ένας βαθμός ιδιοτέλειας στα δώρα που προορίζονται για όλους αυτούς, είτε τους είχε χρήσιμα είτε όχι, είτε τα φυλάνε με μια τρυφερότητα είτε τα πετάνε ως κακόγουστα, αλλά είναι μια ιδιοτέλεια ηθικής τάξης που δεν υπάγεται στο ισοζύγιο επένδυσης-απόδοσης. Ακόμη κι όταν σκεφτόμαστε με βλαχοπονηριά και προσπαθούμε να δούμε τη σβησμένη από το μπλάνκο τιμή του δώρου που μας ανταπέδωσε κάποιος άσπονδος φίλος ή γνωστός, δεν είναι για να κάνουμε έναν ορθολογικό ισολογισμό του δώρου και του αντίδωρου στις στήλες παθητικό-ενεργητικό. Αλλά για να αντλήσουμε ίσως την ικανοποίηση ότι το δικό μας δώρο έχει μεγαλύτερο ηθικό βάρος, γιατί επιδεικνύει τον πλούτο, την ανωτερότητά μας, το καλό γούστο μας, τον χρόνο που σπαταλήσαμε στην επιλογή του ή τη στέρηση στην οποία υποβληθήκαμε για να το αγοράσουμε. Στη χειρότερη περίπτωση, εξαγοράζουμε τις τύψεις μας για τη δυστυχία των άλλων (ελεημοσύνη) ή αποζητούμε την εύνοιά τους για μια μικρή θέση στο περίσσευμα ευτυχίας τους (δώρο κολακείας).

Σε κάθε περίπτωση, τα δισεκατομμύρια ευρώ που ξοδεύουμε τα Χριστούγεννα και τις δεκάδες άλλες αφορμές που έχουμε εφεύρει, πέρα από μια σπονδή στον πολιτισμό του περιττού (τον οποίο ο καπιταλισμός απαξιώνει οικονομικά, αλλά και εμπορεύεται μέχρι τελευταίας ρανίδας), είναι και η επιβίωση μιας αρχέγονης οικονομικής συμπεριφοράς που ανατρέπει το στερεότυπο πολλών αιώνων για τον «οικονομικό άνθρωπο» που δρα με αποκλειστικό κίνητρο το κέρδος. Η οικονομία του δώρου αποκαλύπτει ότι στον άνθρωπο ως «οικονομικό ζώο» επιβιώνουν κάποια από τα θεμελιώδη κίνητρα της ζωής που αντιστέκονται στους θεμελιώδεις νόμους της «αξίας», στην κυριαρχία του κέρδους και του ατόμου: η χαρά της προσφοράς στο σύνολο, η τέρψη της γενναιόδωρης αισθητικής δαπάνης, η απόλαυση της φιλοξενίας και της συναναστροφής, η έκφραση της αλληλεγγύης σε όσους έχουν περισσότερη ανάγκη από μας, η εξαγορά της εύνοιας, της συμμαχίας ή της ουδετερότητας ενός «ανταγωνιστή» μας προκειμένου να αποτρέψουμε έναν «πόλεμο» αλληλοεξόντωσης, ακόμη και η ηδονή της καταστροφής που μας προσφέρει το σπάσιμο του καλού σερβίτσιου στα πόδια του φίλου που χορεύει με δεξιοτεχνία το «Ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας»…

Εδώ και 82 χρόνια, ο Γάλλος ανθρωπολόγος Μαρσέλ Μος, με μια ριζοσπαστική για την εποχή του έρευνα, που ξεκίνησε από τις νεολιθικές κοινότητες των ιθαγενών Αμερικής και Πολυνησίας κι έφτασε στα εορταστικά έθιμα των σύγχρονων ευρωπαϊκών κοινωνιών, απέδειξε ότι το δώρο, η συναλλαγή στο πλαίσιο μιας «αγοράς» αυτοπροαίρετης προσφοράς και ανταπόδοσης, είναι μάλλον ο κανόνας οικονομικής συμπεριφοράς στην πολλών χιλιετιών προϊστορία και ιστορία της ανθρωπότητας. Και ότι αυτό που προβάλλεται ως «φυσική οικονομία», ως DNA του άπληστου και προορισμένου να κυνηγά το ατομικό κέρδος είδους μας, ίσως είναι απλώς η θλιβερή παρένθεση. Οφείλουμε να της αναγνωρίσουμε ότι «δώρισε» στην ανθρωπότητα μια χωρίς προηγούμενο παραγωγική και τεχνολογική ανάπτυξη. Αλλά ως εκεί. Ό,τι ήταν να δώσει το έδωσε. Τώρα, κυρίως παίρνει κι από μας κι απ’ το μέλλον. Και, όπως λένε οι Μαορί, «δώσε όσα παίρνεις, κι όλα θα πάνε καλά».

1 comment:

  1. Σύντροφε,
    Χρόνια Πολλὰ γιὰ τὸ Νέον Ἔτος 2010 καὶ γιὰ τὴν ὀνομαστική σου ἑορτή.
    Ὅπως βλέπεις σὲ μήνυμα ἠλεκτρονικοῦ ταχυδρομείου τὸ ὁποῖον σοῦ στέλλω κεχωρισμένως στὴν διεύθυνση ἠλεκτρονικοῦ ταχυδρομείου ποὺ δίδεις στό blog σου, φέτος θὰ ἑορτάσωμε τοὺς Τρεῖς Ἱεράρχας ὅπως παλαιά στὴν παλαιά, πλέον, ἀλλὰ πάντοτε κλεινὴ σχολή μας.
    Μὲ χαιρετισμοὺς καὶ εὐχὲς καὶ στὴν οἰκογένειά σου.
    Γεώργιος Ἰακ. Γεωργάνας

    ReplyDelete