"Το μόνο κόκκινο πανεπιστήμιο είναι αυτό που καίγεται», έλεγαν οι ευφάνταστοι Γάλλοι φοιτητές του Μάη του ’68, και η αλήθεια είναι ότι έβαλαν αρκετές φωτιές μέσα κι έξω από τα πανεπιστήμια μέχρι να πάρουν οι σχολές τους την επιθυμητή απόχρωση. Δεν τους προέκυψε πάντως το αποτέλεσμα, παρ’ ότι έγιναν συμπαθείς στους έκπληκτους Γάλλους μικροαστούς και αστούς γονείς τους, στους καχύποπτους προλετάριους, στους άκαμπτους πολιτικούς, στους ανελαστικούς συνδικαλιστές. Αλλά ο δικός τους Μάης βρήκε μιαν απροσδόκητη θέση στην επίσημη ιστορία. Τα συνθήματά τους, που σήμερα θα κινητοποιούσαν τα υπερευαίσθητα ανακλαστικά μυστικών υπηρεσιών και αντιτρομοκρατικών μηχανισμών, διεμβόλισαν οριζοντίως το ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα. Οι πρωταγωνιστές του Μάη έτυχαν μιας εντυπωσιακής επιβράβευσης στο ευρωπαϊκό πολιτικό στερέωμα- έγιναν βουλευτές, υπουργοί, εκδότες, στελέχη επιχειρήσεων- κι όλοι οι κρυφοί και φανεροί θαυμαστές τους φάνηκαν αρκετά πρόθυμοι να ξεχάσουν τις επικίνδυνες παρεκτροπές του παρελθόντος: τον κόκκινο Ντάνι πάνω στα οδοφράγματα, τον Γιόσκα Φίσερ να βγάζει γλώσσα στους μπάτσους, τον Ρούντι Ντούτσκε να εκτοξεύει μια περιποιημένη κοκτέιλ μολότοφ κι άλλους πολλούς σε ριψοκίνδυνες διασταυρώσεις ακόμη και με το αντάρτικο πόλεων της δεκαετίας του ’70.
Το ευρωπαϊκό εκπαιδευτικό σύστημα οφείλει πολλά στους σημερινούς εξηντάρηδες που κάποτε απείλησαν να κάνουν κόκκινα- απ’ τη φωτιά- τα πανεπιστήμια. Τα οποία όχι μόνο δεν απαίτησαν αποζημιώσεις για τις παράπλευρες απώλειες που υπέστησαν, αλλά σ’ ένα βαθμό συμμορφώθηκαν στις υποδείξεις των νεαρών «αποστατών» της τάξης τους. Οφείλουμε στους «Μάηδες» μια νέα άνθιση των ανθρωπιστικών σπουδών, μιαν έκρηξη ιδεών που σάρωσε αμφιθέατρα και ακαδημαϊκά σπουδαστήρια, έναν εμβολιασμό των θετικών σπουδών με κείνη την ελάχιστη δόση ανθρωπιστικών αξιών που τις εξέτρεψε από το μονόδρομο της αγοράς και του στενού επαγγελματισμού. Τα πανεπιστήμια προς στιγμήν ανέκτησαν λίγη από τη λάμψη της αναγέννησης και του διαφωτισμού που τα γέννησαν, αρκετούς αιώνες πριν, μαζί με την άνθιση των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων.
Σαράντα χρόνια μετά, από τα κόκκινα πανεπιστήμια του Μάη του ’68, απέμεινε μόνο ένα κόκκινο φωτάκι στην είσοδό τους, να θυμίζει την κραυγαλέα εκπόρνευσή τους στο πεδίο της αγοραίας οικονομίας. Εκπόρνευση δύο ταχυτήτων, αλλά μιας ουσίας. Εκπορνεύτηκαν από το κράτος και τους υπερκρατικούς οργανισμούς που τα ποδηγέτησαν ιδεολογικά και πολιτικά, με πατερναλιστικά θεσμικά πλαίσια, χρηματοδοτικές εξαρτήσεις, κραυγαλέες διοικητικές επεμβάσεις και με την παραγωγή μιας επιστημονικής γραφειοκρατίας που στηρίζει τα ιερά και τα όσια του καπιταλισμού. Για το ξεκάρφωμα, αφήνουμε και καμιά αιρετική φωνή ν’ ακούγεται πού και πού, επιτρέπουμε την ύπαρξη μερικών «ερυθρών» ακαδημαϊκών νησίδων.
Αλλά, τα πανεπιστήμια εκπορνεύτηκαν και από την αγορά και Την επιθετική επιχειρηματικότητα, με το δέλεαρ της πρόσθετης χρηματοδότησης ή της μαζικής παραγωγής πτυχιούχων. Δεν χρειάστηκε άρθρο 16, δεν χρειάστηκαν νόμοι-πλαίσια, δεν χρειάστηκαν ηχηρές μεταρρυθμίσεις και απορυθμίσεις. Στην Ευρώπη- και πολύ περισσότερο στις ΗΠΑ- η «έκδοση» των πανεπιστημίων έγινε αθόρυβα, Πρώτα, με τη συστηματική απεμπόληση όλο και περισσότερων στοιχείων «οικουμενικότητας» από τα πάλαι ποτέ Universities. Κι έπειτα με την απευθείας βιομηχανοποίηση της γνώσης, με τη δημιουργία καταστημάτων πώλησης επιστημονικών προσόντων και επαγγελματικών δεξιοτήτων. Ο,τι πληρώνεις παίρνεις.
Τα κόκκινα πανεπιστήμια έγιναν ροζ, λοιπόν. Με όλο τον συμβολισμό του χρώματος. Η Ελλάδα έμεινε μέχρι στιγμής προστατευμένη από αυτού του είδους την εκπόρνευση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και έρευνας. Αλλά δεν γλίτωσε από άλλες ασθένειες- τις παιδικές ασθένειες ενός ξεθυμασμένου Μάη που έφτασε εδώ με καθυστέρηση σχεδόν μιας εικοσαετίας και από το μοναδικό ουμανιστικό του περιεχόμενο, άφησε μόνο την καρικατούρα της πολιτικής συμμετοχής. Η οποία εξελίχθηκε σε χλωμή συνδιαχείριση και συναλλαγή. Κι έτσι γνωρίσαμε και τα πράσινα πανεπιστήμια. Τα αιτήματα ενός πολύχρωμου, ρωμαλέου κινήματος που στα 1980 ξέφυγε από την ρουτίνα του οικονομισμού και έθεσε ζητήματα ποιότητας και προσανατολισμού της γνώσης, χωνεύτηκαν τελικά στην ψευδαίσθηση της συμμετοχής και ευτελίστηκαν σε διακομματική νομή της μικροεξουσίας στα πανεπιστήμια- με την αριστερά προκλητικά συνένοχη. Πριν εικοσιπέντε χρόνια, βεβαίως, οι αλλαγές αυτές- η κατάργηση της έδρας και της καθηγητικής παντοδυναμίας, η φοιτητική συμμετοχή- ήταν μια κοσμογονία σε μικροκλίμακα. Αλλά πάλι άφηναν στον απυρόβλητο την ουσία: το πρόβλημα της δημοκρατικής διαχείρισης της γνώσης και όχι των επίπλων, των κτιρίων, των κονδυλίων και των θώκων που καταλάμβαναν οι καρεκλοκένταυροι της ακαδημαϊκής εξουσίας. Που στη συνέχεια, εξασκημένοι στη μικροπολιτική του ΑΕΙ, έγιναν αστέρες και της πολιτικής εξουσίας και της κρατικής γραφειοκρατίας. Ρίξτε μια ματιά στο κοντινό παρελθόν των μελών του σημερινού υπουργικού συμβουλίου, στις ηγεσίες των ΔΕΚΟ και των τραπεζών και βγάλτε τα συμπεράσματά σας.
Κι ήρθε η ώρα των μπλε πανεπιστημίων. Επένδυσε πολλά η σημερινή πολιτική ηγεσία στην πλήρη κατεδάφιση των παρηκμασμένων θεσμών της «αλλαγής». Σιγά το δύσκολο, βέβαια. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς τους θεσμούς έχουν αυτοκατεδαφιστεί- πολιορκημένοι από μικρά και μεγάλα σκάνδαλα και απομακρυσμένοι από τις νέες γενιές φοιτητών που μπαίνουν με το άγχος για ένα «πτυχίο με αξία». Τ’ ακούμε και σήμερα αυτό το «αίτημα της κοινωνίας» που εμβολιάζει έτσι με μια θανατηφόρα δόση αγοράς τον προορισμό της γνώσης. Πτυχίο με αξία, σημαίνει πτυχίο με τιμή αγοράς και πώλησης. Η τιμή αγοράς, για τα ελληνικά δεδομένα, είναι το κόστος προπαρασκευής των υποψηφίων για την εισαγωγή σε μια καλή σχολή. Στην καλύτερη περίπτωση 60.000 ευρώ για τρία χρόνια φροντιστηρίου. Η μέση ελληνική οικογένεια πληρώνει ήδη δίδακτρα για να μπουν τα παιδιά της στα πανεπιστήμια, χάρη στην παγκόσμια πρωτοτυπία της παραπαιδείας. Αλλά η τιμή πώλησης του πτυχίου και του πτυχιούχου, ποια είναι; Ποιος την καθορίζει; Η αγορά, φυσικά. Προσφορά και ζήτηση. Και το κράτος έχει φροντίσει να σπείρει με ανώτατες σχολές όλη την επικράτεια, έτσι ώστε η προσφορά να εξασφαλίζεται αθρόα και η τιμή του πτυχίου χαμηλή. Κι επειδή η φιλελεύθερη κουστωδία πιστεύει τόσο βαθιά στην οικονομία της αγοράς, φροντίζει να εισαγάγει και μέτρα διατίμησης των πτυχίων, με το επαίσχυντο σύστημα αξιολόγησης των ιδρυμάτων βάσει του οποίου θα εκδοθεί και ο τιμοκατάλογος των πτυχιούχων. Τόσο καλά.
Εννοείται, ότι το μπλε πανεπιστήμιο, αν εξελιχθεί όπως το φαντάζονται οι κατ’ εξακολούθησιν μεταρρυθμιστές, δεν έχει καμιά σχέση με τον κοινωνικό προορισμό του. Αντί να διαχειριστεί τη γνώση ως συλλογικό αγαθό της κοινωνίας και της ανθρωπότητας, αντί να την κεφαλαιοποιήσει, να την εμπλουτίσει και να την επιστρέψει στους φυσικούς της αποδέκτες σαν εφαρμοσμένη γνώση, σαν αγαθά, υπηρεσίες, επιστημονικά επιτεύγματα, την κατακερματίζει, την ιδιωτικοποιεί, την κόβει σε μετοχές. Αλλες φουσκωμένες με τις υπεραξίες ενός μεγαλογιατρού που παίρνει 150 ευρώ για δέκα λεπτά εξέταση κι άλλες ευτελισμένες στα επίπεδα ενός penny stock, στο επίπεδο ενός ανέργου επιστήμονα με μεταπτυχιακό και τρεις γλώσσες που ευχαρίστως δέχεται μια θέση στο γκισέ τράπεζας, με το μισθό ανειδίκευτου.
Μοιραία, λοιπόν, οι looser αυτού του εκσυγχρονισμού που κάνει περήφανους τους «μεταρρυθμιστές», ευχαρίστως θα μετέτρεπαν τα μπλε πανεπιστήμια σε κόκκινα. Με ό,τι φλογερό μπορεί να σημαίνει αυτό.
ΚΙΜΠΙ
Kibi2g@yahoo.gr
No comments:
Post a Comment