Ας φανταστούμε την ελευθερία και την ασφάλεια ως χρηματιστηριακά προϊόντα. Οσο περισσότεροι ζητούν ν’ αγοράσουν ελευθερία, τόσο αυξάνεται η τιμή της. Αν στραφούν φοβισμένοι, πανικόβλητοι στην ασφάλεια, η «μετοχή» της θα γίνεται ρουκέτα. Αλλά τελικά πρόκειται για μια «φούσκα».
Πόσες φορές το έχετε ακούσει το τελευταίο δεκαήμερο; «Ελευθερία και ασφάλεια δεν είναι ασυμβίβαστες έννοιες». Πόσες φορές το έχετε ακούσει από τον Σεπτέμβρη του 2001, όταν τα «τρελά» αεροπλάνα καρφώνονταν στους Δίδυμους Πύργους; Πέντε χιλιάδες φορές; Εκατό χιλιάδες φορές; Οσες περισσότερες φορές το έχετε ακούσει, τόσο περισσότερο υπογραμμίζεται ότι πρόκειται για μιαν απίστευτη βλακεία. Η ελευθερία και η ασφάλεια ήσαν πάντα δύο αντιτιθέμενες δυνάμεις, από τότε που υπάρχει άνθρωπος με συνείδηση της ύπαρξής του. Θυμάστε τον Καλικάντζαρό μου, τον Κωλοβελόνη που, πριν δύο εβδομάδες, παραμονή των Φώτων στην ίδια σελίδα προσπαθούσε να διατυπώσει την εξίσωση της ευτυχίας; Από την ελευθερία αφαιρούσε την ασφάλεια και τον ανταγωνισμό. Κάτι ήξερε.
Ισως πρόκειται για το πιο ευαίσθητο ισοζύγιο του πολιτισμού μας. Την εποχή της απόλυτης ελευθερίας τους, στην ημιζωώδη κατάστασή τους, τα ανθρώπινα πλάσματα ήσαν και απόλυτα εκτεθειμένα στην ανασφάλεια. Εκτεθειμένα στους καταναγκασμούς της φύσης, στον κεραυνό, στο κρύο, στη ζέστη, στο πεινασμένο σαρκοφάγο ζώο, σε μια απλή ίωση, στον εχθρικό του γείτονα που θα τον σκότωνε προκειμένου να απαλλοτριώσει το ζωτικό χώρο, μια σπηλιά ή ένα προστατευμένο από τον κωλόκαιρο κατάλυμα. Ολες οι χιλιετίες εκπολιτισμού που μεσολάβησαν επεφύλασσαν ένα ακατάπαυστο ροκάνισμα της ελευθερίας, στην απόλυτη, άκαμπτη και ριψοκίνδυνη εκδοχή της, και μια διόγκωση της ασφάλειας και όλων των μέσων που την θωρακίζουν. Ολο το ζήτημα είναι ποια αναλογία ελευθερίας και ασφάλειας είμαστε διατεθειμένοι να ανεχτούμε για να έχει η ελευθερία έναν ρεαλιστικό, ζωτικό χώρο υλοποίησης. Γιατί ελεύθερος και νεκρός, δεν λέει…
Η γραμμή ασφαλείας είναι το ισοζύγιο. Αν το ισοζύγιο ελευθερίας και ασφάλειας παραμένει θετικό υπέρ της πρώτης, μπορούμε να ισχυριζόμαστε ότι ο πολιτισμός και οι δημοκρατίες για τις οποίες επαιρόμαστε στη Δύση δεν ρέπει προς τη φασιστική βαρβαρότητα. Και απαράβατος όρος για ένα θετικό ισοζύγιο είναι να ξεκαθαρίσουμε εξ αρχής πως ιεραρχούμε τα δύο αγαθά. Αν δηλαδή η ελευθερία διατηρεί την απόλυτη προτεραιότητά της έναντι κάθε άλλου δημόσιου και ιδιωτικού αγαθού. Και σ’ αυτό, η περίφημη ελευθερία των αγορών (αυτός ο συμβατικός ευφημισμός του άγριου καπιταλισμού) έχει να μας προσφέρει μια χρήσιμη υπηρεσία (ίσως την πρώτη και τελευταία της).
Πρέπει να φανταστούμε την ελευθερία και την ασφάλεια ως χρηματιστηριακά προϊόντα. Να υποθέσουμε μια κοινωνία ως αγορά όπου οι άνθρωποι αλλά και οι συλλογικότητες- τα κράτη, οι διεθνείς οργανισμοί, τα κόμματα, τα συνδικάτα- έρχονται και διαπραγματεύονται για την τιμή τους. Οσο περισσότεροι ζητούν ν’ αγοράσουν ελευθερία, τόσο αυξάνεται η τιμή της. Αν στραφούν φοβισμένοι, πανικόβλητοι στην ασφάλεια, η «μετοχή» της θα εκτιναχθεί. Αυτό είναι απλή εφαρμογή του νόμου προσφοράς και ζήτησης. Ο οποίος, όπως σε κάθε πραγματική- και όχι φανταστική, εγχειριδιακή αγορά- δεν έχει και τόση τύχη. Η «αγορά δικαιωμάτων» υφίσταται βάναυσες στρεβλώσεις, έχει όλες τις αναπηρίες κάθε χρηματιστήριου- τα παπαγαλάκια, την εσωτερική πληροφόρηση, την παραπλάνηση του κοινού. Εχει πάνω απ’ όλα τη στρέβλωση της καταθλιπτικής παρουσίας ενός όλο και πιο αυταρχικού κράτους που «αγοράζει» αφειδώς ασφάλεια, αλλά έχει πάψει προ πολλού να επενδύει έστω κι ένα ευρώ στην ελευθερία.
Εδώ και έξι χρόνια κράτη, διακρατικές ενώσεις και διεθνείς οργανισμοί αγοράζουν μόνον ασφάλεια. Τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι (των τρομαγμένων Αμερικανών), επενδύουν εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ και δολάρια. Συστήματα παρακολούθησης των τηλεφωνικών μας συνδιαλέξεων, δορυφόροι που υποκλέπτουν τις συνομιλίες μας και φωτογραφίζουν τις κινήσεις μας, ψηφιακά μάτια που καταγράφουν τις διαδικτυακές μας πλοηγήσεις, κάμερες στους δρόμους, στα καταστήματα, στις υπηρεσίες, πιστωτικές κάρτες που προδίδουν τις προτιμήσεις και τις απόκρυφες αδυναμίες μας, τράπεζες των προσωπικών μας δεδομένων, διακινητές των βιογραφικών μας, διαβατήρια και ταυτότητες με τα βιομετρικά μας δεδομένα, πολυπληθείς μυστικές υπηρεσίες, ιδιωτικοί στρατοί ασφάλειας, δημόσια σώματα αστυνόμευσης, λευκές και μαύρες λίστες κακοπληρωτών και καλοπληρωτών. Όλα συγκροτούν έναν πανάκριβο εφιάλτη ασφάλειας, έναν πολυπρόσωπο «Μεγάλο Αδελφό». Αλλά, πέστε μου ειλικρινά, τι άλλο από διάχυση της παγκόσμιας ανασφάλειας έχει προκαλέσει η υστερία της 11ης Σεπτεμβρίου 2001;
Οι πηγές της ανασφάλειας έχουν πολλαπλασιαστεί. Οι ίδιοι οι Αμερικανοί, αν το 2001 ένιωθαν εύλογα ανασφαλείς στο ένα τρίτο του πλανήτη, πέντε χρόνια μετά δεν είναι πουθενά ασφαλείς. Εχουν πολλαπλασιάσει τους εχθρούς τους ακόμη και στις χώρες που ένιωθαν σαν στο σπίτι τους, στη Βρετανία για παράδειγμα. Μια Κύπρος μ’ όλον της τον πληθυσμό έχει χαθεί στο Ιράκ. Μια ευμεγέθης αμερικανική κωμόπολη είναι οι επίσημα μετρημένες απώλειες των ίδιων των Αμερικανών στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ. Ένα Λουξεμβούργο μ’ όλους τους κατοίκους του έχει χαθεί στους εμφυλίους της Αφρικής εδώ και πέντε χρόνια. Η πολιτική της ασφάλειας το μόνο που έχει καταφέρει είναι να πολλαπλασιάσει τους επίδοξους θυμωμένους τρομοκράτες, έτοιμους να ρισκάρουν ή να γίνουν παρανάλωμα μαζί μ’ έναν συμβολικό αμερικανικό ή δυτικό στόχο. Ένα σπασμένο τζάμι στην πρεσβεία…Τρίχες! ΠΟΛΥ ΚΑΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΤΙΠΟΤΑ. Να τους στείλουμε έναν τζαμά. Τα έξοδα δικά μας. Το ξέρουν κι οι ίδιοι ότι η επίθεση ελάχιστα υπερβαίνει τη σημειολογία του πληγωμένου γοήτρου. Αλλά ίσως αποτελεί την ευκαιρία να σερβιριστεί το ξαναζεσταμένο φαγητό της ελληνικής «τρομοκρατίας».
Και για να ξαναγυρίσουμε στην «αγορά» δικαιωμάτων, στο χρηματιστήριο ελευθερίας και ασφάλειας το συμπέρασμα είναι ότι τα εκατοντάδες δισεκατομμύρια που διοχετεύτηκαν στο νέο «υπέρτατο αγαθό», το καθιστούν μια καραμπινάτη χρηματιστηριακή φούσκα. Που σκάει καθημερινά στα μούτρα μας. Με όρους κόστους- απόδοσης, η επιχείρηση ασφάλεια έχει χρεοκοπήσει. Κανονικά, πρέπει να επέμβει η επιτροπή κεφαλαιαγοράς και οι λοιπές αρχές και να θέσει τη μετοχή «ασφάλεια» εκτός ταμπλό. Να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας της εταιρείας «Μεγάλος Αδελφός». Να παραπέμψει τη διοίκησή της στη δικαιοσύνη για την πιο κραυγαλέα απάτη εις βάρος των επενδυτών. Να δώσει πίσω τα λεφτά στο εξαπατημένο παγκόσμιο κοινό. Και να στρέψει τον πακτωλό πόρων της ασφάλειας, σε ταπεινές, αθόρυβες επενδύσεις στην ελευθερία.
Γιατί η ελευθερία στην πραγματικότητα, αν και είναι η πιο διαχρονική και ακαταμάχητη υπεραξία του ανθρώπινου πολιτισμού, απαιτεί ελάχιστες επενδύσεις. Τι μας κοστίζει, αλήθεια, η επένδυση στην ανοχή, στην αυτοδέσμευση, στην αλληλεγγύη, στη συνύπαρξη, στην αυτοκυβέρνηση, στην αυτοδιάθεση, στο σεβασμό της διαφορετικότητας και τελικά στον αυτοσεβασμό μας;
Εκτός των άλλων, οι ανέξοδες υπεραξίες ελευθερίας απελευθερώνουν πόρους για να επενδύσουμε σ’ ένα άλλο υπέρτατο αγαθό: την αθανασία. ‘Η μηπως σας φαίνεται βαρετή;
ΚΙΜΠΙ
No comments:
Post a Comment