Η είδηση μου έκανε εξαιρετική εντύπωση. Και ενδεχομένως αποτελεί μιαν επανάσταση στο μέλλον των κοινωνικών και παραγωγικών σχέσεων. Τα πράγματα έχουν ως εξής: Ερευνητές Ωκεανογραφικού Ινστιτούτου των ΗΠΑ έλαβαν χρηματοδότηση 270.000 δολαρίων για να αναπτύξουν πρόγραμμα εκπαίδευσης της μαύρης τσιπούρας ιχθυοτροφείου ώστε, αφού περάσει ένα διάστημα ελευθερίας (και αδάπανης διατροφής) στην ανοικτή θάλασσα, να επιστρέφει στο ιχθυοτροφείο (τόπο γέννησής της) περιμένοντας καρτερικά (και ανυποψίαστα) την «εκτέλεσή» της. Σατανικό! Η τεχνική των ερευνητών είναι απλούστατη. Ο ιχθυοκαλλιεργητής εκπαιδεύει τη μαύρη τσιπούρα εντός του κλωβού της σε ένα ηχητικό σήμα που συνδέεται με την ώρα του φαγητού. Αφού σιγουρευτεί ότι έχει πάρει το μάθημά της, την απελευθερώνει στην ανοικτή θάλασσα. Όταν περάσει το αναγκαίο διάστημα για να πάρει η τσιπούρα το κατάλληλο (για το πιάτο μας) μέγεθος, ο ιχθυοκαλλιεργητής την καλεί πίσω με το γνώριμο ηχητικό σήμα και το ψάρι, που έτσι κι αλλιώς δεν έχει μάθει να απομακρύνεται και πολύ από τον τόπο γέννησης και διαμονής του (άντε 100 μέτρα) επιστρέφει για να υποστεί τη μοίρα της και τον προορισμό της ως γεύμα.
Προσωπικώς δεν θα ήθελα να υπάρξω ως τσιπούρα, αλλά η τεχνική, αν επιβεβαιωθεί η αποτελεσματικότητά της, μπορεί να αποδειχθεί πολλαπλώς χρήσιμη για το ανθρώπινο είδος και όλες τις νοσηρές του σχέσεις με το ζωικό βασίλειο. Υποθέτω ότι αν, κατά τα πειράματα του πρώτου διδάξαντα Παβλόφ, μπορούν να εκπαιδευτούν και άλλα είδη σ’ αυτόν τον αυτοχειριασμό, μπορούμε να ελπίζουμε ότι στο μέλλον οι αγελάδες θα αυτο-αρμέγονται για να μας παρέχουν το γάλα, τα μοσχάρια θα αλληλοσφαγιάζονται μέχρι να γίνουν μπριζόλες και κιμάς, τα αρνάκια θα κουρεύονται, θα σφάζονται και θα σουβλίζονται αυτοβούλως, τα κατσίκια θα πηδούν αδιαμαρτύρητα στα τσιγκέλια για να γδαρθούν, τα γουρουνάκια γάλακτος θα αυτοκτονούν ακριβώς πάνω από το ταψί και οι κότες θα βουτούν χαρούμενες στο βραστό νερό για να μαδηθούν, πριν πέσουν στα καζάνια μας για να γίνουν σούπα. Πριν, όμως, αυτό το μαζικό αυτοχειριασμό των εκτρεφόμενων ζώων, τα συμπαθή βρώσιμα ζωάκια θα έχουν την ευτυχία της ελεύθερης βοσκής, της ένωσης με τη μητέρα φύση, πράγμα που εκτός από οικονομίες κλίμακας (σε ζωοτροφές, εργατικά χέρια, εγκαταστάσεις), εξασφαλίζει επίσης άνοδο των παραγωγικών στάνταρτς στο επίπεδο της βιολογικής διατροφής που αποτελεί τη νέα, ανερχόμενη αξία του καταναλωτικού μας προφίλ.
Αναρωτιέμαι αν η μέθοδος θα μπορούσε να αναπτυχθεί και στα φυτά, ώστε η βιομηχανία διατροφής να αυτοματοποιηθεί πλήρως χωρίς να παρεμβάλλεται μηχανή και μόνο ελάχιστα το ανθρώπινο χέρι. Θα μπορούσε, άραγε, ο μαϊντανός μόλις αναπτυχθεί στο προγραμματισμένο ύψος να αυτό-κόπτεται, τα μήλα και οι λοιπές οπώρες να πέφτουν από τα δένδρα την κατάλληλη στιγμή, τα μαρούλια να αναπτύσσονται ως έτοιμες συσκευασίες σαλάτας, οι τομάτες να αυτό-πολτοποιούνται για να γίνουν χυμός; Δύσκολο μου φαίνεται, αλλά ποτέ δεν ξέρεις.
Τολμώ, όμως, να πω ότι η σατανική αυτή ανακάλυψη της εκπαίδευσης στην εναλλαγή δουλείας- απελευθέρωσης- επανεγκλωβισμού- αυτοχειρίας μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά χρήσιμη στο ανθρώπινο πεδίο. Εξ ου και η προσδοκώμενη επανάσταση στις κοινωνικές και παραγωγικές σχέσεις.
Αίφνης, εκτός από τις τσιπούρες, τα ψάρια και τα βρώσιμα θηλαστικά, και οι μισθωτοί θα μπορούσαν να εκπαιδευτούν πριν καν ενταχθούν στην αγορά εργασίας να είναι φθηνοί, παραγωγικοί και πάντα διαθέσιμοι. Παίρνετε ένα έφηβο. Όσο βρίσκεται στο σχολείο και στην όλη εκπαιδευτική διαδικασία, τον μαθαίνετε ότι έξω, στην ελεύθερη αγορά, τον περιμένουν οι μεγάλες ευκαιρίες- αρκεί να είναι εκεί να τις αρπάξει. Μετά το πέρας της εκπαιδευτικής διαδικασίας (πτυχίο, μάστερ κλπ) βγαίνει όντως να τις αρπάξει και επί αρκετό καιρό αρπάζει τα γνωστά τρία του. Αφού περιπλανηθεί μεταξύ ανεργίας και υποαπασχόλησης, όταν υποψιάζεστε ότι έχει εξαντληθεί η υπομονή του, αναρτάτε πινακίδες «ζητούνται κάτοχοι μεταπτυχιακού για εργασίες γενικών καθηκόντων- μισθός ανειδίκευτου». Είναι βέβαιο ότι θα τσιμπήσει, χωρίς καν ηχητικό σήμα.
Για τους ασφαλισμένους, η εκπαίδευση θα είναι μια πιο πολύπλοκη και μακρόχρονη διαδικασία. Κάθε πέντε- έξι χρόνια θα δέχονται μια ελεγχόμενη δόση μεταρρύθμισης που θα επιμηκύνει τον ασφαλιστικό τους βίο κατά ένα χρόνο. Έτσι, στη δύση του εργασιακού του βίου κάθε ασφαλισμένος που άρχισε να εργάζεται για τριακονταπενταετία θα ανακαλύπτει ότι έχει ήδη κλείσει τεσσαρακονταετία και βάλε. Μόλις ετοιμάζεται να υποβάλει τα χαρτιά του για σύνταξη, ένα ηχητικό σήμα θα ξυπνά τον άπληστο εργασιομανή μέσα του και θα σπεύδει να αξιοποιήσει τα κίνητρα για παραμονή στην απασχόληση. Στα 70 και κάτι, όταν η παρουσία του στην εργασία είναι πλέον αντιπαραγωγική (φύρα) θα του δείχνετε ευγενικά την έξοδο. Αλλά το κλου είναι αλλού. Όταν πια αναγκαστικά θα βγαίνει στη σύνταξη, εκπαιδευμένος να εργάζεται ακατάπαυστα, θα αισθανθεί, άχρηστος, περιττός, βάρος στην κοινωνία, θα πέφτει σε κατάθλιψη και μετ’ ου πολύ θα προβαίνει σε απονενοημένο διάβημα. Με ποσοστό επιτυχίας ακόμη και 20% στις απόπειρες αυτοκτονίας συνταξιούχων, τα ασφαλιστικά ταμεία θα απαλλάσσονται από μια ολότελα αντιπαραγωγική δαπάνη.
Η τεχνική «αυτόχειρες τσιπούρες» μπορεί να βρει εφαρμογή όχι μόνο σε άτομα αλλά και σε συλλογικότητες. Τα συνδικάτα, ιδιαίτερα, μπορούν να εκπαιδευτούν στη μακρόχρονη εργασιακή ειρήνη. Πρώτα δοκιμάζετε να ανακλαστικά τους σε μείζονα θεσμικά ζητήματα πχ. Ασφαλιστικό, εργασιακές σχέσεις κλπ. Εδώ χρειάζεστε «λαγούς»- εκπροσώπους του κράτους ή των επιχειρηματικών ενώσεων που εκτοξεύουν ρουκέτες (σύνταξη στα 80, κατάργηση συντάξεων, απολύσεις χωρίς όριο- τέλος πάντων κάτι θα βρείτε, φαντασία να υπάρχει). Ξεσηκώνεται θύελλα αντιδράσεων, απεργίες, διαδηλώσεις, το αγωνιστικό φορτίο της συνδικαλιστικής νομενκλατούρας εξαντλείται, οι εργαζόμενοι αναρωτιούνται τι συνέβη και μετρούν απωλεσθέντα ημερομίσθια και την ώρα που τα κουρασμένα παλικάρια μαζεύουν τα πανό, η άλλη πλευρά τα καλεί σε διαπραγματεύσεις. Διότι, ως γνωστόν, το Α και το Ω στον πολιτισμό της μισθωτής εργασίας και της οικονομίας της αγοράς είναι η ρύθμιση του μισθού. Σ’ αυτόν συμπυκνώνονται οι σχέσεις σύγκρουσης και σύνθεσης κεφαλαίου και εργασίας. Οπότε, η σύνθεση φιλτράρεται από τη λογική «τρεις το λάδι, τρεις το ξίδι, πέντε το λαδόξιδο». Όπου λάδι είναι ο πληθωρισμός, ξίδι οι πραγματικές απώλειες στους μισθούς και λαδόξιδο οι τελικές αυξήσεις. Η διαπραγμάτευση τελειώνει με συνοπτικές διαδικασίες, οι συνδικαλιστικές ηγεσίες ανακοινώνουν περιφανή νίκη, η επιχειρηματικές ηγεσίες «διαβάζουν» εργασιακή ειρήνη και όλοι επιστρέφουν ησύχως στα σπίτια τους κρατώντας το θυμό μέχρι τις προσεχείς εκλογές. Αν και ο θυμός με τον καιρό ξεθυμαίνει.
Κάτι σας θυμίζει αυτό, κάτι μου θυμίζει και μένα αλλά ας φερθούμε σαν καθωσπρέπει τσιπούρες και ας προσποιηθούμε ότι δεν καταλάβαμε.
No comments:
Post a Comment