Την ώρα που ο Καραμανλής ετοίμαζε τα μπαγκάζια του για τη Μόσχα, εμείς ετοιμάζαμε τα δικά μας μπαγκάζια για την ύπαιθρο. Εκ πρώτης όψεως δεν υπάρχει καμία συσχέτιση ανάμεσα στα δύο γεγονότα. Αυτός πήρε το πρωθυπουργικό αεροπλάνο. Εμείς τα ταπεινά μας Ι.Χ. – κάποιοι από μας, όχι και τόσο ταπεινά, αντιθέτως με ενεργοβόρα 4Χ4. Αυτός κατέλυσε στο Κρεμλίνο. Εμείς στο ξενοδοχείο, στο πατρικό – ή το πεθερικό, ως άδολοι σώγαμπροι. Αυτός στην ενεργειακή πρωτεύουσα της Ευρασίας. Εμείς στις κωμοπόλεις της τσίκνας, της σούβλας και του αμνού.
Κι όμως, υπάρχει κάτι που συνδέει τα δύο ταξίδια. Το ρεκόρ της πασχαλινής εξόδου. Από το ελεεινόν άστυ βγήκαν φέτος -όπως ανακοινώνουν περήφανα οι τροχαίοι και αναπαράγουν με θλιβερή αφέλεια τα δελτία ειδήσεων- πάνω από ένα εκατομμύρια αυτοκίνητα. Κι άλλο τόσα (ελπίζω χωρίς διαρροές) θα επιστρέψουν. Αυτό σημαίνει ότι σε πολύ λίγα χρόνια τα αυτοκίνητα των κατοίκων του λεκανοπεδίου μπορεί να γίνουν ενάμιση ή δύο εκατομμύρια. Σε κάθε περίπτωση, η ακόρεστη δίψα των ρεζερβουάρ για καύσιμα θα αυξηθεί. Θα υπάρξει ανάγκη για περισσότερο πετρέλαιο, για ταχύτερη μεταφορά και διύλιση, για περισσότερο αέριο, για περισσότερους αγωγούς μεταφοράς μαύρου και διάφανου χρυσού. Θεωρητικά λοιπόν, το ταξίδι Καραμανλή στη Μόσχα είναι μια επένδυση στο μέλλον. Και επομένως οφείλουμε στον Καραμανλή την ενεργειακή επιβίωση ημών και των απογόνων μας. Ωραία, να του στήσουμε από τώρα τον ανδριάντα. Να αυξήσουμε τη συλλογή στο πάνθεον των ηρώων του αυτονόητου. Διότι, βεβαίως, ήταν αυτονόητο ότι άλλος Καραμανλής (ο Θείος θείος…) καλώς έκανε προ τριακονταετίας το πρώτο άνοιγμα στη Μόσχα (στη Μόσχα, αδερφές μου, στη Μόσχα…), υπερβαίνοντας τις εμφυλιοπολεμικές αγκυλώσεις της τάξης και της παράταξής του. Και είναι, βεβαίως, αυτονόητο πως είναι καλό να έχουμε πρόσβαση σε περισσότερο και φθηνότερο πετρέλαιο, περισσότερο και φθηνότερο αέριο, κι ας είναι και ρωσικό. Ή μήπως όχι;
Υπάρχουν πολλοί αντίλογοι. Όπως η υστερική αμερικανική αντίδραση. Η ατλαντική «αυτοκρατορία» δεν κρατά ούτε τα προσχήματα και συμπεριφέρεται σαν εξοργισμένος νταβατζής που έχασε μια παραγωγική πόρνη. Υπάρχει, επίσης, η αμήχανη αντίδραση της ευρωπαϊκής «αυτοκρατορίας», που δεν είναι απόλυτα βέβαιη αν πρέπει να ενισχύσει κι άλλο την ενεργειακή ισχύ της ευρασιατικής «αυτοκρατορίας». Αλλά υποτάσσεται αδιαμαρτύρητα στην ακόρεστη πείνα της αγοράς για αδιάλειπτη παροχή ενέργειας. Υπάρχουν, επίσης, οι συνήθεις μεμψιμοιρίες των πολιτικών παραγόντων που δεν αισθάνονται άνετα βλέποντας τον Καραμανλή να πιστώνεται διπλωματικές επιτυχίες ή να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες αυτονόμησης από την ευρωατλαντική ρουτίνα. Υπάρχουν, τέλος, οι υπόγειες υπονομεύσεις εγχωρίων και ξένων «ντίλερ» των ανταγωνιστικών αγωγών που βλέπουν τα άπληστα όνειρά τους να καίγονται, όπως ακριβώς το αέριο ή το πετρέλαιο και τα παράγωγά του. Υπάρχουν όλοι αυτοί οι αντίλογοι, αλλά προσωπικά μού είναι αδιάφοροι.
Ο σοβαρότερος αντίλογος στο παιχνίδι με τους αγωγούς έχει σχέση ακριβώς με το μέλλον που υποτίθεται ότι το καραμανλικό «ματ» μάς εξασφαλίζει. Το μέλλον το εγγύς και το απώτερο. Το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο είναι τα καύσιμα του παρόντος, αν όχι του παρελθόντος. Καίνε, μαζί με τις οργανικές ενώσεις του άνθρακα, τον ζωτικό χώρο του είδους μας και τελικά ένα μέρος από το μέλλον του. Καίνε δυνατότητες επιβίωσης σε ένα μελλοντικό γήινο περιβάλλον που οι περισσότερες επιστήμες περιγράφουν πλέον ως κόλαση – επιεικώς. Καίνε επίσης τεράστιους επενδυτικούς πόρους που θα μπορούσαν να διοχετευθούν σε έρευνα και τεχνολογία για την ενεργειακή αειφορία και την περιβαλλοντική επιβίωση.
Ας το σκεφτούμε ψυχραιμότερα. Σήμερα μας νοιάζει να γεμίζουμε τα ρεζερβουάρ με όσο το δυνατόν φθηνότερη βενζίνη, να έχουμε αδιάκοπη ροή πετρελαίου ή αερίου στους καυστήρες και τις ηλεκτρικές μας συσκευές, να διοχετεύουμε αδιάλειπτη ενεργειακή πνοή στην παραγωγή και στην κατανάλωση. Αλλά, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο είναι εξαντλήσιμοι φυσικοί πόροι. Η βιασύνη να εξορύξουμε και τα τελευταία κοιτάσματα, στα τελευταία υπόγεια «πηγάδια» της γης είναι βέβαιο ότι θα φέρει το τέλος τους σε μερικές δεκαετίες. Τι επενδύουμε, λοιπόν, στην επόμενη μέρα; Προς το παρόν -και ο Καραμανλής δεν είναι η εξαίρεση στον ευρωπαϊκό κανόνα- επενδύονται τεράστια ποσά σε έναν πόρο καταδικασμένο να τελειώσει. Η επένδυση στις λεγόμενες εναλλακτικές πηγές ενέργειας από οικονομική άποψη είναι ένα ευρωπαϊκό αστείο – και για την Ελλάδα ένα βαλκανικό ανέκδοτο. Κι αν από το σύνολο των «εναλλακτικών» αφαιρέσουμε τα άκρως αμφιλεγόμενα βιοκαύσιμα, τι μένει; Ίσως μόνο η πυρηνική ενέργεια, καλυμμένη κι αυτή κάτω από ένα πέπλο παγκόσμιας καχυποψίας – κι όχι άδικα. Τι επενδυτικοί πόροι διοχετεύονται στην έρευνα για την πολλά υποσχόμενη -και ασφαλή- πυρηνική σύντηξη; Πού είναι η περίφημη «οικονομία του υδρογόνου» που θα απάλλασσε τον πλανήτη από το μόνιμο ενεργειακό στρες; Πουθενά…
Δεν απαιτώ, φυσικά, να υπάρξει κάποια ελληνική πρωτοπορία σ’ αυτή την ενεργειακή terra incognita, βλάκας δεν είμαι. Θα περίμενα, όμως, την ελάχιστη πρόνοια να αποταμιευτούν, έστω, κάποιοι αναπτυξιακοί πόροι για την ενεργειακή οικονομία του μέλλοντος. Αντ’ αυτού, υπάρχει μια σχεδόν διακομματική συναίνεση στον μονόδρομο των αγωγών. Οκέι, καλό είναι που διαφοροποιούνται οι πηγές τροφοδοσίας μας, καλό είναι που μοιράζουμε τις σχέσεις μας σε περισσότερους πόλους της διεθνούς ισχύος, καλό είναι που ποικίλουν οι όροι των γεωπολιτικών μας εξαρτήσεων, αλλά το θέμα είναι αν θα απαλλαγούμε ποτέ από τις εξαρτήσεις αυτές.
Εξάλλου, και από καθαρά οικονομική σκοπιά, η μανιώδης επένδυση στην οικονομία των υδρογονανθράκων επιταχύνει τον εγκλωβισμό των εθνικών οικονομιών στη δίνη της κρίσης, που δεν έχουμε αποφασίσει ακόμη αν είναι πετρελαϊκή ή κρίση τιμών, ή χρηματοπιστωτική, ή κρίση διατροφής. Ξέρουμε μόνο ότι είναι μια κρίση που αδειάζει την τσέπη μας. Για την ακρίβεια, αδειάζει την τσέπη -και τα στομάχια- των φτωχών, αλλά γεμίζει τα χαρτοφυλάκια των κερδοσκοπικών κεφαλαίων που επενδύουν στο πετρέλαιο, στο αέριο, στο σιτάρι, στο νερό, στη γη και στο μέλλον -ποιος ξέρει;- στον αέρα που αναπνέουμε. Η διαρκής επένδυση κρατών και κοινωνιών στην πετρελαϊκή οικονομία εξασφαλίζει απλώς τη διαρκώς αυξανόμενη ζήτηση πετρελαίου και φυσικού αερίου και μεγεθύνει τον φαύλο κύκλο της ανατίμησής τους (η τάση εξαίρεσης του αερίου απ’ αυτόν τον φαύλο κύκλο είναι μια βλακεία. Το φθηνότερο αέριο ακολουθεί σαν πιστό σκυλί το πετρέλαιο, κι αν το δεύτερο φτάσει τα 200 δολάρια, το πρώτο απλώς θα είναι 20% φθηνότερο).
Αλλ’ αυτό που χρειάζονται οι -καταναλωτικές- κοινωνίες για να σπάσουν τον ενεργειακό φαύλο κύκλο είναι μια επανάσταση στην πλευρά της προσφοράς, όχι της ζήτησης. Όχι με νεοφιλελεύθερες συνταγές λιτότητας και απαγόρευσης, αλλά με μια φιλοσοφία αυτοσυγκράτησης. Με μια αντίληψη διαχωρισμού του αναγκαίου από το περιττό, μια λογική προστασίας του μέλλοντος από την απληστία του παρόντος. Γιατί είναι προφανές πια πως η απόσταση της ανάπτυξης από την ύφεση, του πλούτου από την ένδεια, του κορεσμού από την πείνα, δεν είναι τόσο μεγάλη όση φαίνεται. Η μετάπτωση από τη μία κατάσταση στην άλλη μπορεί αν γίνει σε λίγους μήνες ή και εβδομάδες ακόμη.
Γι’ αυτό και δεν πρόκειται να σπεύσω να στήσω ανδριάντα στον Καραμανλή για τον ενεργειακό άθλο της Μόσχας. Σκέφτομαι, άλλωστε, ότι ακόμη κι αν η κόρη μου είναι στην τυχερή γενιά που δεν θα υποφέρει από κρύο ή ποδαρόδρομο, τα εγγόνια μου -αν υπάρξουν- μάλλον θα παίζουν κρυφτό στα κατάξερα κουφάρια των αγωγών (ρωσικών, αμερικανικών, τουρκικών, τι σημασία έχει;) ή θα τα επισκέπτονται ως μνημεία της ενεργειακής μας προϊστορίας.
No comments:
Post a Comment