Sunday, December 30, 2007

Ο καζαμίας της ουτοπίας (29/12/2007)

Προσπαθούμε να μαντέψουμε το μέλλον σχεδόν από τότε που υπάρχουμε ως είδος. Κατανοητό, αλλά και μάταιο. Επιμένουμε εδώ και χιλιετίες να κάνουμε πλούσιους όλους όσοι υπόσχονται να ανοίξουν έστω μια μικρή χαραμάδα στο άγνωστο: οιωνοσκόπους, ιερείς, μάντεις, αστρολόγους, χαρτορίχτρες, καφετζούδες, παραψυχολόγους. Για να είμαστε δίκαιοι, αυτό δεν συμβαίνει μόνο στην πλευρά του ανορθολογισμού, όπου επικρατεί ο τσαρλατανισμός. Και το στρατόπεδο του ορθολογισμού μάς έχει δώσει ουκ ολίγες ευφάνταστες υποσχέσεις για τον διακτινισμό μας στο μέλλον. Ο Αϊνστάιν υποσχέθηκε ελεύθερες μετακινήσεις στον χωροχρόνο και ο Στίβεν Χόκινς θεαματικά σλάλομ στις σήραγγες του χρόνου. Γενικώς, η αφρόκρεμα της επιστημονικής κοινότητας ασχολείται με την πιθανότητα να προβλέψει το απρόβλεπτο.

Αλλά και της εφαρμοσμένης επιστήμης και γνώσης όλες οι προσπάθειες κατατείνουν στην πρόβλεψη και την επιτάχυνση του μέλλοντος. Κάθε προϊόν που βγαίνει από τα εργαστήρια της βιομηχανίας επαίρεται ότι ενσωματώνει ένα κομμάτι μέλλοντος, ότι μας απαλλάσσει από αναπηρίες και καταναγκασμούς του παρόντος. Από την άποψη αυτή, το μέλλον είναι η πιο επικερδής βιομηχανία του καιρού μας. Επικερδής ακόμη και γι’ αυτούς που υπόσχονται βραχυπρόθεσμες, μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες προβλέψεις για όλα: για τις επόμενες τεχνολογικές επαναστάσεις, για τα γυρίσματα του οικονομικού και επιχειρηματικού κύκλου, για τις αποδόσεις και τις υπεραξίες των επενδυτικών προϊόντων, για τη διαχείριση των ενεργειακών αποθεμάτων του πλανήτη, για τις αλλαγές στη γεωπολιτική αρχιτεκτονική του κόσμου μας, για τις υπερδυνάμεις της επόμενης εικοσαετίας, για την εξέλιξη των κοινωνιών και των κοινωνικών σχέσεων, για την επερχόμενη καταστροφή του περιβάλλοντος, για το πότε θα επέλθει η εξάλειψη του ανθρώπινου είδους ή ο αποικισμός του Γαλαξία, για το ενδεχόμενο καταστροφής της Γης, για το σε πόσα δισεκατομμύρια χρόνια θα καταστραφεί το σύμπαν, κλείνοντας τον κύκλο της ύπαρξης που άνοιξε με ένα big bang.

Αν το καλοσκεφτείτε, οι περισσότεροι άνθρωποι ασχολούνται με το μέλλον. Ελάχιστος χώρος έχει μείνει για το παρόν, την πιο ασύλληπτη διάσταση του χρόνου. Είμαστε όλοι μελλοντολόγοι. Παρ’ όλα αυτά, το μέλλον στέκεται απέναντί μας ακίνητο, σκοτεινό, παγερά αδιάφορο για τις αγωνίες μας. Παρά την αίσθηση της ματαιότητας, ακόμη και οι πιο άκαμπτοι ορθολογιστές, αυτές της μέρες, στο γύρισμα του συμβατικού ανθρώπινου χρόνου, θα ρίξουμε κλεφτές ματιές σε αστρολογικές προβλέψεις, θα στήσουμε αυτί στις τηλεοπτικές μπαρούφες για τα τυχερά και τα άτυχα ζώδια της χρονιάς και θα ευχηθούμε να μην αποδειχθεί πραγματικά δίσεκτο το 2008. Ας το ομολογήσουμε: η ροπή μας στο μεταφυσικό είναι ακατανίκητη (και φυσιολογική, αν σκεφτούμε ότι η μόνη μας βεβαιότητα, εκτός από την ύπαρξή μας, είναι η επερχόμενη ανυπαρξία μας). Αγοράζουμε προσδοκίες. Θα πληρώναμε όσο όσο για να γίνουν οι ευχές μας πραγματικότητα. Είτε για να γίνουμε πλούσιοι. Είτε για να βεβαιωθούμε ότι θα έχουμε μετά θάνατον ζωή.

Σ’ αυτό το ψυχολογικό υπόβαθρο βασίζεται η διαχρονική απήχηση του καζαμία κάθε εποχής. Είτε εμφανίζεται σαν ανάλαφρη και απαστράπτουσα αστρολόγος. Είτε έχει το περισπούδαστο και γεμάτο βαριά επιστημοσύνη ύφος ενός μελλοντολόγου. Ο καζαμίας δίνει υπόσταση στους θεμελιώδεις φόβους και στις μεγάλες προσδοκίες μας. Απ’ την άποψη αυτή, νομιμοποιούμαι κι εγώ να εκθέσω τον μικρό καζαμία της ουτοπίας που ακολουθεί. Ένας ευχολογικός δωδεκάλογος για δώδεκα δημιουργικές καταστροφές που θα ήθελα να συμβούν τους δώδεκα μήνες του 2008 (αλλά και το 2009 να γίνουν, δεν με χαλάει).

Ιανουάριος: Στο Νταβός της Ελβετίας, η οικονομική και επιχειρηματική ηγεσία του πλανήτηκ που συναντάται στο Διεθνές Οικονομικό Φόρουμ, αποκηρύσσει οριστικά τις νεοφιλελεύθερες φανφάρες, δηλώνει δέσμια του οικονομικού και επιχειρηματικού κύκλου, που επιστρέφει δριμύς και απειλητικός. Κηρύσσει πίστη στον κεϊνσιανισμό και ζητεί επιστροφή του κράτους στην οικονομία, για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο κατάρρευσης.

Φεβρουάριος: Η παγκόσμια πετρελαϊκή βιομηχανία παραπαίει, αντιμέτωπη με μια διεθνή συνωμοσία αποχής. Οι πολίτες του βορείου ημισφαιρίου, παρά τον δριμύ χειμώνα, χρησιμοποιούν όλο και λιγότερο πετρέλαιο θέρμανσης, προσαρμόζονται στις χαμηλές θερμοκρασίες και διανύουν όλο και μεγαλύτερες αποστάσεις με τα πόδια, αφήνοντας τα αυτοκίνητα στα πάρκινγκ τους. Οι τιμές του πετρελαίου καταρρέουν στα 40 δολάρια το βαρέλι και οι μετοχές πετρελαϊκών και ναυτιλιακών εταιρειών εξελίσσονται σε penny stocks.

Μάρτιος: Ο Πούτιν αναλαμβάνει και τυπικά την πρωθυπουργία στη Ρωσία, αλλά αιφνιδιάζει τους πάντες με μιαν απροσδόκητη απόφαση: επανεθνικοποιεί όλες τις ενεργειακές βιομηχανίες της χώρας που είχαν αρπαχτεί από τους νέους ολιγάρχες, καταργεί την ατομική ιδιοκτησία σε όλους τους πλουτοπαραγωγικούς φυσικούς πόρους της Ρωσίας και μοιράζει μετοχές στον λαό, σε ένα νέο εγχείρημα λαϊκού καπιταλισμού.

Απρίλιος: Το Διεθνές Γραφείο Εργασίας καλεί τους κοινωνικούς εταίρους των αναπτυγμένων χωρών να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις για τη μείωση των ωρών εργασίας στις 6 κατ’ ανώτατο όριο την ημέρα και για την επιμήκυνση του δικαιώματος αδείας στους 2,5 μήνες τον χρόνο. Οι υπουργοί Απασχόλησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης χειροκροτούν πρώτοι την έκκληση, δηλώνοντας ότι αποτελεί μονόδρομο για το ιδεώδες της πλήρους απασχόλησης.

Μάιος: Έπειτα από πολύμηνο διάλογο με όλες τις πλευρές, η Ελλάδα γίνεται η χώρα που εφαρμόζει την πιο ρηξικέλευθη ασφαλιστική μεταρρύθμιση. Μειώνει τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης στα 55 χρόνια για όλους, υπολογίζοντας ότι οι χιλιάδες θέσεις εργασίας που θα αποδεσμευτούν θα αποκαταστήσουν την ισορροπία εργαζομένων - συνταξιούχων στο σύστημα. Η μεταρρύθμιση προβλέπει, επίσης, τη δυνατότητα χρήσης του συνταξιοδοτικού δικαιώματος στην αρχή του εργασιακού βίου, με όριο ηλικίας τα 18 χρόνια.

Ιούνιος: Οι υπουργοί Οικονομίας, Ενέργειας και Εξωτερικών του G8 συνεδριάζουν όλο τον μήνα στην Ιαπωνία, προπαρασκευάζοντας τη σύνοδο κορυφής. Οι ανακοινώσεις τους, που παρέχονται διακριτικά και σε μικρές δόσεις, προκαλούν αναταραχές στις χρηματοοικονομικές αγορές. Μεταξύ άλλων, διαρρέουν διαπιστώσεις όπως ότι το πρόβλημα των οικονομιών δεν είναι η μεγέθυνση αλλά η διανομή του πλούτου και ότι η μισθωτή εργασία έχει αδικηθεί για δεκαετίες, καθώς της επιστρέφεται μικρό μέρος της παραγωγικότητας που πραγματικά επιτυγχάνει.

Ιούλιος: Σοκ προκαλεί στις διεθνείς αγορές η ανακοίνωση του G8 στην Ιαπωνία, ότι αποφασίζουν να διαγράψουν μέχρι τελευταίου σεντ τα χρέη των φτωχότερων χωρών. Οι πλουσιότερες βιομηχανικές χώρες του πλανήτη ομολογούν ένοχες για την άνιση ανάπτυξη και την ανέχεια στην οποία έχουν βυθίσει τους παρίες του κόσμου και δηλώνουν μετάνοια για την αποικιοκρατία, τη νεοαποικιοκρατία και την καταλήστευση των φυσικών τους πόρων.

Αύγουστος: Μήνας διακοπών. Τα διασημότερα τουριστικά θέρετρα και οι διεθνείς αλυσίδες ταξιδιών και ξενοδοχείων ανοίγουν τις πόρτες τους στους πληβείους, εντασσόμενες στα προγράμματα επιδοτούμενου κοινωνικού τουρισμού. Οι δικαιούχοι της ελληνικής Εργατικής Εστίας επιλέγονται για τα θέρετρα της Καραϊβικής.

Σεπτέμβριος: Η ελληνική κοινή γνώμη κεραυνοβολείται από την ανακοίνωση της διάλυσης του ΣΕΒ. «Δεν υπάρχει ελληνική βιομηχανία, είμαστε όλοι μεταπράτες», δηλώνει ο πρόεδρός του σ’ ένα ξέσπασμα ειλικρίνειας και προσθέτει: «Τα προϊόντα μας δεν έχουν ίχνος προστιθέμενης αξίας, ούτε ίχνος ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Χωρίς το κρατικό και το κοινοτικό χρήμα θα ήμασταν ανύπαρκτοι».

Οκτώβριος: Η μία μετά την άλλη οι διεθνείς αλυσίδες ταχυφαγείων ανακοινώνουν συρρίκνωση των καταστημάτων τους σε όλο τον κόσμο. Ο απρόσμενη διάδοση του κινήματος slow food κερδίζει επιχειρήσεις, αλλά και πόλεις, που αυτοανακηρύσσονται σε slow cities και καθιερώνουν υποχρεωτική μεσημβρινή σιέστα και γαστρονομική απόλαυση. Η «Βραδύτητα» του Κούντερα γίνεται παγκόσμιο best seller.

Νοέμβριος: Η Διεθνής των Τραπεζιτών συνεδριάζει στην Ελβετία σε κατάσταση πανικού. Έχει προηγηθεί μαζική απόσυρση των καταθέσεων εκατομμυρίων αποταμιευτών στον αναπτυγμένο κόσμο και ένα πρωτοφανές πάγωμα στα δάνεια. Ο κόσμος αρνείται πλέον να δανειστεί και επιδίδεται σε ασκήσεις εγκράτειας και αγοραστικής αποχής, προκαλώντας ταυτόχρονα πτώση των τιμών. Οι τραπεζίτες συνοδεύουν την ανακοίνωση σταδιακού μηδενισμού στα επιτόκια δανεισμού με την ομολογία ότι «το χρήμα δεν γεννάει χρήμα».

Δεκέμβριος: Δυσάρεστη έκπληξη περιμένει τους εκπροσώπους 191 χωρών, που συναντώνται στο Πόσναν της Πολωνίας για να συζητήσουν ένα νέο πρωτόκολλο για την προστασία του κλίματος. Βρίσκονται πολιορκημένοι από δεκάδες χιλιάδες πολίτες του κόσμου, που ξεφυτρώνουν από παντού. Η πολυήμερη πολιορκία των ηγετών λήγει μόνο όταν ο εκπρόσωπος του ΟΗΕ ανακοινώνει στους διαδηλωτές ότι υπογράφτηκε δεσμευτική συμφωνία για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (29/12/2007)

Ο άγιος Βασίλης μας μπορεί να χαρακτηριστεί ιδιόρρυθμος. Μαστορεύει, μαγειρεύει, αρμενίζει, χορεύει, γελάει αρκετά συχνά με τον εαυτό του και με την τρέλα που τον περιβάλλει. Είναι τσαντίλας με το άδικο, είναι ροκολατινοτζαζορεμπέτης, στέλνει κουφά e-mail στον Ζορό, τον Δον Κιχώτη, τον Χριστό, τον Μάρξ, τον Σούπερμαν, τον Ρομπέν των Δασών, τον Κάστρο, σε άγνωστα μουσικά σχήματα, σε εικαστικούς της arte povera, σε θιάσους δρόμου, σε άστεγους, μετανάστες, ταχυδακτυλουργούς και ζογκλέρ. Τα βράδια παίζει θέατρο δρόμου, ενώνεται με graffiti groups, ταΐζει και παίζει με τα αδέσποτα, κάνει αφάνταστες καλικαντζαριές στους γύρω Δήθεν που μας έχουν περικυκλώσει… Ο άγιος Βασίλης μας, όπως έχετε καταλάβει, δουλεύει καθημερινά εκτός διακοπών, που σαφέστατα κάνει ό,τι γουστάρει.

Ελένη Γύρα (από ένα εορταστικό φυλλάδιο της Εταιρείας Ψυχοκοινωνικής Αντιμετώπισης)

Sunday, December 23, 2007

Το αστέρι που δεν έγινε σταρ (22/12/2007)

«You can be a star!», είπε ο Γαλαξίας στον αστεροειδή Β666, που προοριζόταν αυτή τη χρονιά να λάμψει πάνω από τη Γη την παραμονή των Χριστουγέννων. Ο αστεροειδής, που εδώ και εκατομμύρια χρόνια κινούνταν στα απώτατα άκρα του ηλιακού συστήματος, δεν είχε καμιά όρεξη να εγκαταλείψει την ατέρμονη περιπλάνησή του στον Γαλαξία. Ο οποίος με τη σειρά του έπρεπε να τον πείσει να αναλάβει αυτόν τον ρόλο στην εξυπηρέτηση ενός γήινου εθίμου. Ελλείψει προθύμων, έριξε όλο του το βάρος σ’ αυτόν τον ακανόνιστο σαν πατάτα αστεροειδή, έναν πυριτικό βράχο με μάζα όχι μεγαλύτερη από ένα βουναλάκι σαν τον Λυκαβηττό. «Είσαι ο ξεχωριστός ανάμεσα στους 300.000 επίσημα καταγραμμένους του ηλιακού συστήματος», είπε ο Γαλαξίας σε μια ύστατη προσπάθεια να τον πείσει. «Και τι με νοιάζει αν είμαι καταγραμμένος;», απάντησε ο Β666. Και ο Γαλαξίας πέρασε από την πειθώ στον εξαναγκασμό.

Ο Β666 ξεκίνησε για την αποστολή του με την απορία γιατί επιλέχτηκε αυτός, ο εξορισμένος στα σύνορα του ηλιακού συστήματος, δύσμορφος σαν στραβοχυμένος λουκουμάς αστεροειδής, αντί για τους μεγάλους, ολοστρόγγυλους και λαμπερούς σαν μικρούς ήλιους που συνήθως αναλάμβαναν να ικανοποιήσουν την αχαλίνωτη ανθρώπινη φαντασία. Θα του λυνόταν κι αυτή η απορία, αργότερα.

Προορισμός του ήταν να αποτελέσει το υπέρλαμπρο άστρο των Χριστουγέννων του 2007 – παρ’ ότι δεν αποτελούσε ούτε το ένα εκατομμυριοστό του πιο μικρού άστρου στο Γαλαξία. Αλλά αυτός ήταν ο τίτλος που συνόδευε αυτή τη συμπαντική αγγαρεία. Αφού θα έμπαινε σε τροχιά γύρω από τον παράξενο πλανήτη, έπρεπε να φωτίσει κάτι ξεχωριστό, ένα γεγονός κοσμοϊστορικό για τους γήινους. Για τις ανάγκες της αποστολής έπρεπε να καταστρατηγήσει τους νόμους της βαρύτητας και τους κανόνες της νευτώνειας Φυσικής.

Ο αστεροειδής Β666 άρχισε την περιπλάνησή του, σε απόσταση ασφαλείας στην αρχή, γιατί δεν έπρεπε να αποκαλύψει όλη του τη λαμπρότητα πριν από τα μεσάνυχτα της Παραμονής. Αυτή η αναγκαστική του προσαρμογή στο ανθρώπινο timing τον έκανε να αισθάνεται ολίγον σαν βεγγαλικό που θα έσκαγε σε πάρτι γήινου celebrity ή σαν φωτεινή χριστουγεννιάτικη γιρλάντα, κινεζικής κατασκευής φυσικά.

Σε ελεύθερη τροχιά πάνω από τη Γη, προσπαθώντας να αποφύγει τα πανίσχυρα ηλεκτρονικά τηλεσκόπια των αστρονόμων που θα κήρυτταν συναγερμό για επερχόμενη καταστροφή του πλανήτη, άρχισε να τον «σκανάρει» σπιθαμή προς σπιθαμή. Έπειτα από αρκετά γήινα 24ωρα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα 6 δισεκατομμύρια κάτοικοι του γαλάζιου πλανήτη ήταν πολύ απορροφημένα σε πράξεις απληστίας, καταστροφής, ρουτίνας και απελπισίας.

Στην αρχή πίστεψε ότι το κυρίαρχο άγχος του ανθρώπινου είδους αυτό τον καιρό ήταν οι πηγές ενέργειας. Του ίδιου τού ήταν ακατανόητο, καθώς γνώριζε ότι το σύμπαν διέθετε αστείρευτή ενέργεια για να κινεί τρισεκατομμύρια σώματα μπροστά στα οποία η Γη ήταν ανύπαρκτο μέγεθος. Την ανάγκη φιλοτιμίαν ποιούμενος, όμως, ο αστεροειδής Β666 έψαξε ωκεανούς και ηπείρους. Κάπου στον Ειρηνικό, στ’ ανοικτά των λατινοαμερικανικών ακτών, εντόπισε ένα ερευνητικό σκάφος, το οποίο είχε μόλις βεβαιωθεί για ένα τεράστιο υποθαλάσσιο κοίτασμα πετρελαίου. Θα έδινε ενεργειακή αυτονομία στους γήινους τουλάχιστον για έναν ακόμη αιώνα. Αλλά ο Β666 αποφάσισε ότι αυτό δεν ήταν ΤΟ γεγονός που έψαχνε. Το κοίτασμα θα πρόσθετε απλώς κι άλλα δηλητηριώδη αέρια που έκοβαν την ανάσα του πλανήτη.

Οι γήινοι είχαν επίσης άγχος με τις τιμές. Ο Β666 δεν είχε, βέβαια, αντιληφθεί για ποιο λόγο οι άνθρωποι εφηύραν το χρήμα ως μέσο συναλλαγής στον μόνο πλανήτη του ηλιακού συστήματος που πρόσφερε σε αφθονία τα μέσα συντήρησής τους. Έβλεπε, όμως, πολλούς να μετρούν με περίσκεψη το περιεχόμενο των πορτοφολιών τους ή το υπόλοιπο των λογαριασμών τους μετά την απομάκρυνσή τους από τα ταμεία. Ακόμη κι όταν ψώνιζαν είδη διατροφής. Σκέφθηκε, λοιπόν, ότι θα ήταν καλό να φωτίσει την καθημερινότητα μιας φυλής στη Μελανησία που διατηρεί την ευρωστία της χωρίς χρηματικές συναλλαγές. Αγνοεί τι εστί πληθωρισμός για τον απλούστατο λόγο ότι όλα τα αγαθά συντήρησης δεν έχουν τιμή και διατίθενται ανάλογα με τις ανάγκες κάθε ατόμου ή νοικοκυριού. Αλλά κι αυτή την επιλογή την εγκατέλειψε τελικά ο Β666 όταν κατάλαβε ότι έτσι ήταν μέχρι πριν έναν αιώνα ολόκληρη η Μελανησία, πριν αλωθεί πλήρως από τις ιεραποστολές και τις εταιρείες εκμετάλλευσης φυσικών πόρων. Κι ότι ο λόγος που αυτή η φυλή διατηρούσε την οικονομική της ιδιαιτερότητα ήταν πως αποτελούσε τουριστική ατραξιόν.

Η επόμενη επιλογή του περιπλανώμενου αστεροειδούς ήταν πιο παραδοσιακή. Υπέθεσε ότι η Μέση Ανατολή ίσως έδινε ένα ακόμη κοσμοϊστορικό γεγονός, κρυμμένο πάλι σε μια ταπεινή στάνη. Κάτι που να δικαιολογούσε εκείνο το «πασέ» σύνθημα «και επί γης ειρήνη». Πέρασε πάνω από τα καθωσπρέπει διαμερίσματα των Εβραίων, τις συνοικίες των εποίκων, τις γειτονιές των Φιλισταίων, έπειτα μεγάλωσε την ακτίνα έρευνας σε όλη την περιοχή των λαών της Βίβλου, αλλά δεν εντόπισε τίποτα περισσότερο από μίσος, ανταγωνισμό, αδιέξοδες διαπραγματεύσεις, όπλα, θρησκευτικό φανατισμό, θάνατο σκορπισμένο παντού. Είτε με τη μορφή της απελπισμένης άμυνας είτε στην εκδοχή της βίαιης καταστολής.

Ο χρόνος περνούσε, οι επιλογές του αστεροειδούς της ιστορίας μας μειώνονταν δραματικά – παρ’ ότι του ήταν αδιάφορη η γαλαξιακή αποστολή, δεν γούσταρε καθόλου τη ρετσινιά του αποτυχημένου. Προσανατολίστηκε σε μικρότερα γεγονότα, συμβατά με τους πιο ανθεκτικούς ανθρώπινους μύθους. Έψαξε το κοριτσάκι με τα σπίρτα κι ανακάλυψε μ’ απογοήτευση ότι πουλούσε πια συλλεκτικούς αναπτήρες zippo και ηλεκτρονικούς, πετυχημένες απομιμήσεις όλων των γνωστών μαρκών. Ανακάλυψε επίσης ότι όλοι οι Εμπενίζερ Σκρουτζ της γης εξαγόραζαν πλέον τις τύψεις τους με μια νέα μορφή φιλανθρωπίας, βασισμένης στη φιλοσοφία «βοήθα τους φτωχούς να βοηθήσουν τους εαυτούς τους». Τους δάνειζαν χρήματα με κυμαινόμενο επιτόκιο ή τους παρείχαν τεχνογνωσία για ανάπτυξη της μικρής επιχειρηματικότητας. Όταν ήθελαν να είναι πιο «λαρτζ», γίνονταν δωρητές ή χορηγοί μη κυβερνητικών οργανώσεων, κερδίζοντας φυσικά την ανάλογη φοροαπαλλαγή. Ευτυχισμένους Πρίγκιπες δεν εντόπισε, όλα τα γλυπτά στα κέντρα των μητροπόλεων είχαν αντικατασταθεί από installations μεταμοντέρνων καλλιτεχνών, τις οποίες δεν πλησίαζαν πια τα πουλιά.

Η τελευταία ελπίδα του αστεροειδούς μας ήταν τα παιδιά. Αλλά, όπως διαπίστωσε βάσει της γήινης στατιστικής, από τα 250.000 που θα γεννιόνταν, το κρίσιμο εικοσιτετράωρο κανένα δεν ήταν προϊόν παρθενογένεσης. Το 5% θα πέθαιναν από πείνα ή αρρώστια τα πρώτα 24ωρα, άλλο ένα 10% θα είχαν την ίδια τύχη μέχρι τα 5 χρόνια τους. Το 20% θα μεγάλωναν περίπου στα πούπουλα, αλλά θα ήταν τόσο απορροφημένα από τη μόρφωση και τη μελλοντική τους καριέρα, ώστε σχεδόν δεν θα αντιλαμβάνονταν ότι υπήρχε κόσμος γύρω τους. Άλλο ένα 10% έθεταν σοβαρή υποψηφιότητα να πυκνώσουν τις τάξεις της τρομοκρατίας του μέλλοντος, μεγαλώνοντας μέσα σε ακατανόητη μιζέρια και αδικία. Αντίστοιχο ποσοστό θα διοχέτευαν τον θυμό τους για όσα θα τους συνέβαιναν στην εφηβική παραβατικότητα και στο κοινό έγκλημα. Ένα 30% των νεογέννητων παιδιών -άνισα κατανεμημένο σε Ανατολή, Δύση, Βορρά, Νότο- θα μεγάλωνε με την πεποίθηση ότι ο κόσμος είναι πολύ ανταγωνιστικός και για να επιβιώσουν σ’ αυτόν δεν έπρεπε να επενδύουν σε τίποτε άλλο εκτός από τους εαυτούς τους. Ένα 10% ήταν προορισμένο σχεδόν εκ γενετής να γίνουν οι μάνατζερ, οι τεχνοκράτες και οι Κροίσοι του μέλλοντος – κάπου στο τέλος της εφηβείας τους η ευφυΐα και οι δεξιότητές τους θα ήταν ιδιοκτησία εταιρειών. Και τέλος, το 5% ήταν οι γόνοι των οικογενειών που ελέγχουν το 35% του παγκόσμιου πλούτου. Δεν υπήρχε η παραμικρή πιθανότητα να ανησυχήσουν ούτε για τους άλλους ούτε για τους εαυτούς τους. Δεν είχαν και λόγους, άλλωστε.

Η αποστολή του αστεροειδούς οδηγούνταν με μαθηματική ακρίβεια σε αποτυχία, η τροχιά του πλέον πάνω από την Γη πήρε χαρακτηριστικά νευρικής κρίσης. Σε απόλυτη απελπισία ο Β666 κινούνταν πάνω-κάτω, από Βορρά προς Νότο, ύστερα από Ανατολή προς Δύση, έκανε απίστευτα άλματα από ήπειρο σε ήπειρο. Ήταν πια απίθανο να μην τον εντοπίσουν τα γήινα τηλεσκόπια και οι άγρυπνες διαστημικές υπηρεσίες. Και φυσικά, μ’ αυτή τη θεότρελη τροχιά και το εκτός γεωμετρίας σχήμα του, κανείς δεν τον συνδύασε με τη γοητευτική, γαλαξιακή αποστολή του. Ήταν μια πέτρινη, απειλητική πατάτα. «Fire!» ήταν η εντολή που δόθηκε ταυτόχρονα από τις διαστημικές υπηρεσίες των γήινων. Κι από τους απαστράπτοντες δορυφόρους με τους οποίους διασταυρωνόταν αδιάφορα ο Β666, εκτοξεύτηκαν φωτεινές ακτίνες που τον κονιορτοποίησαν σε δευτερόλεπτα. Έγινε αστρική σκόνη, χωρίς να βγάλει την παραμικρή λάμψη στο σκοτεινό στερέωμα τ’ ουρανού. Και φυσικά το γεγονός αποσιωπήθηκε, στερώντας από τον Β666 έστω και την μικρή πολυτέλεια της επιστημονικής καταγραφής.

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (22/12/2007)

«Είναι φανερό πως πέρασες όλη τη ζωή σου στην εξοχή», αποκρίθηκε η Ρουκέτα, «αλλιώς θα ’πρεπε να ξέρεις ποια είμαι. Όμως σε συγχωρώ για την άγνοιά σου. Θα ’ταν άδικο να περιμένω άλλους ανθρώπους να είναι το ίδιο διακεκριμένοι με μένα. Χωρίς αμφιβολία, θα έμενες έκπληκτη αν σου έλεγα πως μπορώ να πετάξω στον ουρανό κι ύστερα να κατέβω μέσα σε μια χρυσή βροχή».
«Δεν το νομίζω και τόσο σπουδαίο», είπε η πάπια, «αφού δεν βλέπω σε τι θα χρησίμευε αυτό. Τώρα, αν όργωνες ας πούμε τα χωράφια όπως το βόδι, ή αν έσερνες ένα κάρο σαν άλογο ή αν φύλαγες τα πρόβατα τουλάχιστον σαν μαντρόσκυλο, θα ’λεγα πως κάτι ήσουνα».
«Φτωχό μου πλάσμα», φώναξε η Ρουκέτα με τρομαχτικό τόνο στη φωνή της, «βλέπω πως ανήκεις στια κατώτερες τάξεις. Ένα πρόσωπο της δικής μου θέσης ποτέ δεν είναι χρήσιμο. Εμείς έχουμε ορισμένα προσόντα κι αυτό είναι αρκετό. Εγώ προσωπικά δεν συμπαθώ καθόλου την εργατικότητα κανενός είδους, κι ακόμη χειρότερα αυτές που ανέφερες. Αλήθεια, πάντα είχα τη γνώμη πως η σκληρή δουλειά είναι μονάχα για τους απόκληρους της κοινωνίας».

Όσκαρ Ουάιλντ, «Μια διακεκριμένη ρουκέτα»

Monday, December 17, 2007

Σημειώσεις για μια πορεία (15/12/2007)

Σκούριασαν, φαίνεται, τα επαναστατικά και συνδικαλιστικά μου ανακλαστικά. Με ξάφνιασε η πλημμυρίδα στο κέντρο της Αθήνας για το ασφαλιστικό την περασμένη Τετάρτη. Και καθώς πέρασε με καθυστέρηση σχεδόν μιας μέρας από τον παραμορφωτικό φακό της τηλοψίας, έμεινε το ζωντανό της αποτύπωμα να κλέβει την παράσταση. Χαλαρή και πολύχρωμη σε συγκρότηση, εντυπωσιακή σε όγκο, πλαδαρή και αντιφατική σε συνθήματα, μάλλον θα καταγραφεί σαν μια από τις επιβλητικότερες κοινωνικές αντιδράσεις των τελευταίων δεκαετιών. Αρκεί να διαψεύσει τη ρουτίνα της συνδικαλιστικής επετηρίδας που ορίζει στα συνδικάτα να κλείνουν με αγωνιστικά προσχήματα τον απεργιακό ισολογισμό της χρονιάς, πριν ο κόσμος σκορπίσει στις αγορές των Χριστουγέννων, στα χαρτοπαικτικά καρέ και στα επιτραπέζια λαϊκο-ποπ ξεφαντώματα στου Τερζή ή στης Κοκκίνου.

Οι εκτιμήσεις λένε πως η πορεία μπορεί να ήταν και διπλάσια από την αντίστοιχη πριν δέκα χρόνια, στην ασφαλιστική «εξέγερση» κατά του νομοσχεδίου Γιαννίτση. Οπότε, ίσως επιβεβαιωθεί με κάποιο τρόπο η φιλολογία περί του ομωνύμου συνδρόμου που απειλεί τον κ. Μαγγίνα. Αν και ο υπουργός Απασχόλησης απειλείται προς το παρόν από άλλο σύνδρομο. Ινδικό. Κάμα Σούτρα. Και ενδέχεται, αν η αόρατη μεταρρύθμισή του τυλιχτεί σε μια κόλλα χαρτί, την επιτυχία να την πιστωθεί τελικά όχι αυτό το ενδιαφέρον σκίρτημα της κοινωνίας του καναπέ, αλλά τα εκδοτικά λαγωνικά που έχουν αναλάβει εργολαβικά να αποδομήσουν ηθικά το πρόσωπο και όχι απαραίτητα την πολιτική του. Είναι κι αυτό ένα σύμπτωμα της εποχής. Ως νεοέλληνες έχουμε εναποθέσει στα πρωτοσέλιδα, στα δελτία των 8 και στις κρυφές κάμερες τις πολιτικές διορθώσεις και αποκαθηλώσεις. Ετσι, η πολιτική εξουσία βρίσκει στα Μέσα το άλλοθι μιας υποχώρησης στα- έστω και κουρασμένα- κινήματα.

Αλλά, μερικές φορές, τα κινήματα έχουν αξία καθεαυτά. Για τρεισήμισι ώρες περνούσε η πορεία μπροστά από τη βουλή. Νωρίτερα, η κυκλοφορία στους δρόμους θύμιζε Κυριακή ή αργία. Συνωστισμός στο μετρό, κόσμος που κατέβαινε στο κέντρο και όχι απαραίτητα για ψώνια. Η σύνθεση των διαδηλωτών ενδιαφέρουσα. Ανάμεσά τους και άνθρωποι που δεν έχουν και την καλύτερη γνώμη για την «κακή συνήθεια» να διακόπτεται η κυκλοφορία. Ή άνθρωποι που έχουν χρόνια να βρεθούν στο δρόμο. Επαγγελματίες χωρίς τις στολές και τα αξεσουάρ του επαγγέλματος και άλλοι με πλήρη εξάρτυση. Μηχανικοί που άφησαν τους χαρτοφύλακές τους στα γραφεία. Δικηγόροι, χωρίς τα κοστούμια και τα ταγέρ, ή με τις γραβάτες στην τσέπη. Ιπτάμενοι της Ολυμπιακής με τις στολές και τα πηλίκιά τους. Δημοσιογράφοι και τεχνικοί των ΜΜΕ με σφυρίχτρες. Αναρχικοί με το πανό τους και το αντισυνδικαλιστικό τους αντίλογο- όχι απαραίτητα με μολότοφ. Συνταξιούχοι που δεν έχουν λόγους ν’ ανησυχούν πια, αλλά κάποιο ένστικτο αλληλεγγύης τους ώθησε στην ταλαιπωρία. Γιατροί χωρίς ακουστικά και λευκές στολές. Εργαζόμενοι των ιδιωτικών εταιρειών κινητής τηλεφωνίας. Επαγγελματίες συνδικαλιστές που αντιμετώπιζαν μάλλον με έκπληξη το γεγονός ότι, κάτω από τα συνήθως μοναχικά πανό τους, υπήρχαν και οι άνθρωποι που εκπροσωπούν. Μπλοκ της νεολαίας ΠΑΣΟΚ μ’ ένα τεράστιο πανό με το σύνθημα «όχι στην ανασφάλιστη εργασία» (λέγε με Λαύριο). Τα γνωστά, αλλά πάντα ακατάληπτα, εξωκοινοβουλευτικά αρχικά. Και νέοι, αρκετοί νέοι της γενιάς των 700 ευρώ. Εκλεισε η πορεία τον κύκλο της στο Σύνταγμα, έφυγα κι εγώ προς Βασιλίσσης Σοφίας, πάνω στην ώρα άλλαζε κι η φρουρά στον Αγνωστο Στρατιώτη, ένας από τους Εύζωνες σκόρπιζε στο πεζοδρόμιο μαύρες χοντρές κλωστές σε κάθε θορυβώδες βήμα μου. Από την κάλτσα του ήταν, απ’ το τσαρούχι του; Θα σας γελάσω…Απλώς το προσθέτω ως detail που συμπληρώνει το φωτορεπορτάζ.

Αυτή είναι, βέβαια, η μακροσκοπική, πανοραμική εικόνα της κινητοποίησης που με ξάφνιασε ευχάριστα. Αν ζουμάρουμε στις λεπτομέρειες, αν μπούμε στο μικρόκοσμο αυτής της οιονεί κοινωνικής αντιπολίτευσης, τα πράγματα αλλάζουν. Ενδεχομένως να ανακαλύψουμε, αντί της κοινωνικής αντιπολίτευσης, μια κοινωνία που αντιπολιτεύεται μαζοχιστικά, σχεδόν αυτιστικά τον εαυτό της. Ιδού μερικές υποσημειώσεις, στο περιθώριο της γενικής εντύπωσης για την πορεία της Τετάρτης.

Πρώτον. Η γενική αντίδραση στην άνευ σχεδίου κυβερνητική επιδρομή καλύπτει μια πανσπερμία μικρο-αντιστάσεων, που δεν βρίσκονται πάντα στην πλευρά της προόδου. Ενδεχομένως να αναδύουν ένα βαθύτατο συντηρητισμό, τον οποίο μάλιστα κολακεύουν τα συνδικάτα. Το σύνθημα «κάτω τα χέρια από τα ταμεία», αίφνης, τι σημαίνει; Ότι κάθε κλάδος υπερασπίζεται το «μαγαζάκι» του, κάθε επαγγελματική ομάδα ετοιμάζεται να στήσει οδοφράγματα και να αναδείξει «Γαβριάδες» υπέρ των ασφαλιστικών μικροπρονομίων της και ότι, τελικά, καθένας περιχαρακώνεται στη συντεχνία του. Συντεχνία έναντι όλων. Εναντι των άλλων κλάδων αλλά και έναντι των άλλων γενιών. Από εκεί προκύπτει και το παράδοξο των δημοσκοπήσεων. Η κοινωνία εμφανίζεται θετική σε μια γενική μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος, αλλά απορρίπτει τις κυβερνητικές ακριτομυθίες για αλλαγές εντός κάθε κοινωνικής ομάδας και κλάδου.

Δεύτερον. Η υπεράσπιση του ασφαλιστικού κατακερματισμού –κάθε κλάδος και ταμείο, κάθε ομάδα και επικουρικό- αποτελεί το καλύτερο υπέδαφος για την ιδιωτικοποίηση της κοινωνικής ασφάλισης και υποθάλπει τον κατακερματισμό της εργασίας. Η ενοποίηση του ασφαλιστικού παζλ μπορεί να είναι και καλό πράγμα, ανεξάρτητα από τις ληστρικές κυβερνητικές προθέσεις. Αντίθετα, ένα γενικό σύνθημα του τύπου «η συγχώνευση των ταμείων είναι καταστροφή», χωρίς διευκρινίσεις και όρους, είναι βαθύτατα αντιδραστικό καθώς νομιμοποιεί αποκλεισμούς και διαιρέσεις, καταλύει την αλληλεγγύη εντός της κοινωνικής ομάδας και καθαγιάζει την εργασιακή ζούγκλα, με εργαζόμενους που δουλεύουν δίπλα- δίπλα, κάνουν την ίδια δουλειά και στο ίδιο ωράριο αλλά αμείβονται και ασφαλίζονται άνισα.

Τρίτον. Η διατήρηση δεκάδων ταμείων και εκατοντάδων διαφορετικών ασφαλιστικών «συμβολαίων» για κάθε κοινωνική ομάδα, κατηγορία και γενιά, εξαφανίζει το ένα και μοναδικό «συμβόλαιο» που θα έπρεπε να δεσμεύει κράτος και κεφάλαιο απέναντι στην εξ ορισμού αδύναμη εργασία. Μια αντίθεση που, παρά την «κοινωνικοποίηση» του καπιταλισμού της αγοράς, παραμένει ενεργή, εξαφανίζεται πίσω από δεκάδες υπαρκτές μεν αλλά δευτερεύουσες αντιθέσεις, ανάμεσα σε ρετιρέ, ισόγεια και υπόγεια της εργασίας. Το κεφάλαιο μένει στην ταράτσα, κρυμμένο, καλά προστατευμένο σ’ αυτή την ατέρμονα διαπραγμάτευση για τη μεταρρύθμιση των ασφαλιστικών συστημάτων στην οποία προσέρχονται το κράτος ως εξαντλημένος φιλάνθρωπος και η εργασία ως συνένοχος μιας λεηλασίας εις βάρος των φορολογουμένων. Το γεγονός ότι προηγήθηκαν δεκαετίες καταλήστευσης εισφορών και κοινωνικών πόρων εν ονόματι της «ανάπτυξης» προκαλώντας τη χρηματοδοτική κρίση του συστήματος πριν καν ξεμυτίσει η δημογραφική, με κάποιο μαγικό τρόπο έχει χαθεί από την εικόνα. Η αλήθεια, όμως, είναι αυτή: τα χρόνια που επιχειρηματικές ηγεσίες των χωρών της κεντρικής Ευρώπης επένδυαν στα δικά τους «κοινωνικά συμβόλαια» καταβάλλοντας ένα διόλου ευκαταφρόνητο τίμημα για το κράτος πρόνοιας που όλοι ζηλεύουμε, οι εγχώριοι συνάδελφοί τους περί άλλα τύρβαζαν. Εστηναν γλέντια με τα αποθεματικά των ασφαλιστικών οργανισμών, τους κοινωνικούς και κοινοτικούς πόρους και άφηναν το κράτος να κάνει τη βρομοδουλειά του «κοινωνικού εταίρου». Και τα συνδικάτα προσέφεραν τη συνένοχη σιωπή τους.

Ισως γι’ αυτό έχει αξία η τοποθέτηση του προέδρου του ΣΕΒ, την παραμονή της απεργίας, την οποία παραθέτω αυτούσια στη «θυγατρική» στήλη «Θεωρίες για την υπεραξία». Διαβάστε την με προσοχή. Πέρα από την αίσθηση που αναδύει ότι ο μεγαλύτερος εργοδοτικός φορέας της χώρας σχεδόν επικροτεί την απεργία, υπογραμμίζει ότι ταυτόχρονα δεν θεωρεί εαυτόν μέρος του προβλήματος, αλλά μόνον μέρος της λύσης του. Και ρίχνει όλα του τα (πάντα ευγενή) πυρά στην αμήχανη κυβέρνηση.

Θα μπορούσε κανείς να προσυπογράψει την ανακοίνωση αυτή, ακόμη κι αν είναι αναρχοσυνδικαλιστής. Και ν’ απαιτήσει να γίνει πράγματι ο διάλογος για το ασφαλιστικό υπόθεση των «δυνάμεων της εργασίας», όπως λέει ο πρόεδρος του ΣΕΒ. Μόνον που θα πρέπει η πλευρά που εκπροσωπεί να μην προσέλθει στο διάλογο ως Πόντιος Πιλάτος, αλλά ως συνένοχος του προβλήματος.

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (15/12/2007)

«Ο ΣΕΒ συμμερίζεται την εύλογη κοινωνική ανησυχία και ανασφάλεια που εκφράζει η αυριανή γενική απεργία. Οι δυνάμεις της εργασίας –εργοδότες και εργαζόμενοι– έχουν κάθε λόγο να αξιώνουν μία ολοκληρωμένη και βιώσιμη λύση του Ασφαλιστικού. Έχουν κάθε λόγο να αντιτίθενται στην επιβολή αποσπασματικών μέτρων, τα οποία «μπαλώνουν» συγκυριακά και στην ουσία μεταθέτουν το πρόβλημα διογκώνοντάς το.
Αξιώνουμε, ακόμη, έναν ουσιαστικό και όχι προσχηματικό διάλογο, στον οποίο να προσέλθουν όλοι με ανοιχτά χαρτιά. Η μέχρι σήμερα διαδικασία διαλόγου καλλιέργησε, δυστυχώς, τη δυσπιστία και έδωσε άλλοθι στην υπεκφυγή.
Ο ΣΕΒ θεωρεί ότι η αυριανή απεργία αναδεικνύει την ανάγκη για κοινές πρωτοβουλίες και δράσεις των κοινωνικών εταίρων, με στόχο ένα ασφαλιστικό σύστημα, το οποίο να αποτελεί πυλώνα κοινωνικής ασφάλειας, σιγουριάς και δικαιοσύνης».
Δήλωση του προέδρου του ΣΕΒ Δ. Δασκαλόπουλου, 11/12/2007

Monday, December 10, 2007

Χρήσιμα αντικείμενα, για τα σκουπίδια (8/12/2007)

Αναρωτιέμαι συχνά τι πρέπει να απαντήσω στην κόρη μου όταν μου θέσει το ερώτημα: «Τι να γίνω όταν μεγαλώσω;» Προς το παρόν, διανύει την περίοδο της αθωότητας. Θέλει να γίνει τοπ μόντελ ή τραγουδίστρια ή παρουσιάστρια τηλεόρασης ή γιατρός χωρίς σύνορα ή γενετίστρια που θα βρει το ελιξίριο της νιότης ή κομμώτρια ή βομβίστρια του αντιεξουσιαστικού πεδίου. Της έχω εξηγήσει ότι αυτό δεν είναι επάγγελμα, αλλά δεν δίνει σημασία. Όλα αυτά, ανάλογα με τα φεγγάρια της. Κάποια στιγμή το ερώτημα θα τεθεί πιο στέρεα και θα απαιτεί απαντήσεις πέρα από τις παρορμήσεις των οκτώ χρόνων της. Γιατί, αναζητώντας το επάγγελμα του μέλλοντος το 2007, πρέπει να πιθανολογήσει κανείς ποιες από τις σημερινές παραδοσιακές ή μοδάτες κι ακριβοπληρωμένες εξειδικεύσεις θα έχουν επιβιώσει το 2027. Οι μελλοντολόγοι της απασχόλησης υπολογίζουν ότι ο κύκλος ακμής (ή και ζωής) ενός επαγγέλματος θα γίνεται όλο και πιο σύντομος, όσο ο αρχέγονος καταμερισμός εργασίας εξελίσσεται σε εξουθενωτικό κατακερματισμό της.

Υπάρχουν πάντως ορισμένα επαγγέλματα που αποκτούν μιαν ιδιαίτερη αντοχή στο χρόνο. Αίφνης, σκέφτομαι το επάγγελμα του παλιατζή ή του ρακοσυλλέκτη. Μάλλον βιαστήκαμε να τα κατατάξουμε στα επαγγέλματα που χάνονται, όπως για παράδειγμα ο παπουτσής, ο γανωτζής, ο πεταλωτής, ο χαλκιάς και άλλες τέχνες που κοσμούσαν τα αναγνωστικά των παιδικών μας χρόνων. Έχω την υποψία ότι ο παλιατζής είναι το επάγγελμα του μέλλοντος. Δεν είμαι σίγουρος αν θα χειραγωγήσω την κόρη μου προς αυτό (η γονεϊκή μου ματαιοδοξία, προς το παρόν, δεν το αντέχει), αλλά αυτή είναι μια ρεαλιστική διαπίστωση με βάση το ρυθμό που παράγουμε, καταναλώνουμε και απορρίπτουμε τα αντικείμενα της κατανάλωσής μας.

Ενδεχομένως, ο παλιατζής του μέλλοντος δεν θα έρχεται με το τρίκυκλο ή το ημιφορτηγό στα σοκάκια της γειτονιάς μας. Δεν θα διαλαλεί τις υπηρεσίες του από το φορητό του μεγάφωνο, εναλλάσσοντας τη φωνή του με στροφές από το τελευταίας εσοδείας λαϊκο-πόπ σουξεδάκι. Θα καταφθάνει σαν τεράστιο φορτηγό που θα παραλαμβάνει από τους ειδικούς κάδους τα στοιβαγμένα χαρτιά, πλαστικά, γυαλιά ή αλουμίνια. Θα έρχεται με ειδικό όχημα που θα φορτώνει τις άχρηστες ηλεκτρικές συσκευές ή τα «τελειωμένα» αυτοκίνητα. Το ραντεβού για την παραλαβή των λαφύρων της κατανάλωσής σας θα είναι απαραίτητο. Και ο παλιατζής θα φορά ολοκάθαρη φόρμα εργασίας, θα έχει γνώσεις χημικού μηχανικού ή ανάλογες (ενδεχομένως και το αντίστοιχο πτυχίο) και θα δίνει εντολές από το κομπιούτερ του για την αξιολόγηση κάθε αντικειμένου. Αλλωστε, αυτό που περιγράφω εδώ ως εικόνα του μέλλοντός μας, σε ορισμένες χώρες είναι εν μέρει παρόν.

Βρέθηκα προ ημερών σε ένα κατάστημα κινητής τηλεφωνίας. Εκατοντάδες κινητά τηλέφωνα και αξεσουάρ αραδιασμένα στις προθήκες του. Χωρισμένα σε κατηγορίες, με χαρακτηριστικά που περιγράφονταν με ακατάληπτες –για μένα- ορολογίες. Η ερώτηση που έκανε ο μέσος υποψήφιος αγοραστής ήταν πότε κυκλοφόρησε κάθε μοντέλο. Απ’ όσο κατάλαβα, το παλαιότερο ήταν μόλις δύο ετών. Το νεότερο, μόλις δύο εβδομάδων. Ουσιαστικά, κάθε κινητό τηλέφωνο προανήγγελλε ήδη από τα «στοιχεία ταυτότητάς» του τον επερχόμενο θάνατό του, την ημερομηνία λήξης του. Ο κύκλος ζωής του δεν υπερβαίνει τον ένα χρόνο. Αλλωστε, και οι εταιρείες κινητής τηλεφωνίας προσυπογράφουν τη «θανατική καταδίκη» κάθε προϊόντος τους πολύ πριν τα «φτύσει» πραγματικά με τις πολιτικές επιδότησης συσκευής. «Εξ άλλου σε ένα χρόνο θα έχετε πάλι δικαίωμα αναβάθμισης….», λένε χωρίς προσχήματα οι πωλητές. Σε μια γωνιά του καταστήματος υπάρχει ειδικό stand ανακύκλωσης συσκευών και αξεσουάρ. Κινητά, φορτιστές, μπαταρίες, χαντς φρι, μπλου τουθ βρίσκονται κατά δεκάδες συσσωρευμένα εκεί αν και δεν έχει έρθει η ώρα του «φυσικού θανάτου» τους. Προηγείται ο «κοινωνικός» τους θάνατος χάρη στον ακόρεστο μηχανισμό δημιουργίας αγαθών με ρυθμό που υπερβαίνει το ρυθμό δημιουργίας των αναγκών. Ακόμη κι οι διαφημιστές των προϊόντων έχουν παραιτηθεί από τη διαφήμιση της διάρκειας ζωής ενός προϊόντος. Κανείς δεν ισχυρίζεται πια ότι το ψυγείο, η τηλεόραση ή το αυτοκίνητο που πουλάει είναι «για μια ζωή». Αυτά που κάποτε αποκαλούσαμε «διαρκή καταναλωτικά αγαθά» έχασαν το βασικό χαρακτηριστικό τους. Δεν το αποκλείω διόλου στο εγγύς μέλλον το after sale service που διαφημίζουν προς το παρόν οι κατασκευαστές ως τελευταία λέξη του marketing να αντικατασταθεί από το after using recycling και ο ανταγωνισμός τους να μεταφερθεί από το πεδίο της παραγωγής και της κατανάλωσης, στο πεδίο της διαχείρισης των απορριμμάτων.

Προς το παρόν, αντιμετωπίζουμε τη διαχείριση των απορριμμάτων και την ανακύκλωση με τα αθώα μάτια της οικολογίας και της προστασίας του περιβάλλοντος. Τα αντιμετωπίζουμε μόνο ως παρενέργειες της κατανάλωσης και είμαστε έτοιμοι να αναλάβουμε το μερίδιο συνενοχής που μας αναλογεί. Είμαστε έτοιμοι να την εξαγοράσουμε με πράξεις ευαισθησίας. Φυσικά, υπάρχει αυτή η συνενοχή. Κανείς δεν μας βάζει το πιστόλι στον κρόταφο για ν’ αλλάζουμε κινητό κάθε χρόνο, αυτοκίνητο κάθε πέντε χρόνια και ακίνητο κάθε είκοσι. Αλλά αυτής της δικής μας συνενοχής, προηγείται μια άλλη ισχυρότερη ενοχή. Η κατασκευαστική βιομηχανία έχει πλέον ανάγκη τη βιομηχανία της καταστροφής (και ανακύκλωσης) των προϊόντων της. Καθώς ο επιχειρηματικός κύκλος μικραίνει, στενεύουν και τα όρια ζωής κάθε αγαθού. Ο ανταγωνισμός εκμηδενίζει την ανταλλακτική του αξία πριν μειωθεί η αξία χρήσης του. Το κινητό που πετιέται με άνεση (και ίσως με ένα αίσθημα οικολογικής ορθότητας) στα σταντ της ανακύκλωσης μπορεί να έχει μιαν αξία χρήσης για πολλά χρόνια ακόμη. Θα ήταν πολύτιμο, μάλιστα, στις παρθένες ακόμη αγορές της ψηφιακής εποχής, στην Αφρική ή στις αναπτυσσόμενες χώρες της Ασίας. Αλλά ακόμη και ο καταναλωτής της ανεπτυγμένης Δύσης δεν έχει προλάβει να αξιοποιήσει, μέχρι να το πετάξει, το 100% των δυνατοτήτων του. Κατά κάποιο τρόπο, λοιπόν, η βιομηχανία των ψηφιακών (και όχι μόνον αυτών) προϊόντων έχει ανάγκη κάποιον που θα νομιμοποιεί τη σύντμηση του κύκλου ζωής κάθε αγαθού, τον «βίαιο» θάνατό του. Κι αυτό το συνεργό τον βρίσκει στο «πρόσωπο» του παλιατζή. Που φυσικά, μπορεί να έχει τη μορφή του γραφικού επαγγελματία, αλλά μπορεί να πάρει και τη διάσταση της γιγάντιας βιομηχανίας ανακύκλωσης.

Το μέλλον είναι γραμμένο στα σκουπίδια μας, λοιπόν. Στη διαχείρισή τους συναντώνται οι ανάγκες και οι ανησυχίες πολλών: της κατασκευαστικής βιομηχανίας που θα ανταγωνίζεται όλο και περισσότερο για ταχύτερη κυκλοφορία των προϊόντων της αλλά και για φθηνότερες πρώτες ύλες. Των περιβαλλοντικών οργανώσεων που αγωνιούν για το οικολογικό ολοκαύτωμα και την εξάντληση των πόρων του πλανήτη. Των καταναλωτών που θυσιάζουν τα τελευταία αποθέματα εισοδήματος σε θνησιγενή αγαθά. Και των γονιών που, επιτέλους, βρίσκουν μια ορατή διέξοδο για το επαγγελματικό μέλλον των παιδιών τους.

Εγώ, τουλάχιστον, το σκέφτομαι σοβαρά για την κόρη μου. Υποθέτω ότι θα έχει τις αντιρρήσεις της, αλλά κάποια πιο «πρεστιζάτη» ονομασία θα βρεθεί συν τω χρόνω για τα επαγγέλματα του μέλλοντος, τους παλιατζήδες και τους ρακοσυλλέκτες.

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (8/12/2007)

…Στο ντους χρησιμοποιώ κατ’ αρχάς ένα υδατενεργό καθαριστικό τζελ και στη συνέχεια ένα καθαριστικό σώματος από μέλι και αμύγδαλο, ενώ στο πρόσωπο ένα απολεπιστικό καθαριστικό τζελ. Το σαμπουάν Βιτάλ Σασούν είναι ιδιαίτερα καλό για την απομάκρυνση των στρωμάτων στεγνωμένου ιδρώτα, των αλάτων, των λιπών, των ρύπων που μεταφέρονται από τον αέρα και της βρομιάς, τα οποία βαραίνουν τα μαλλιά και τα κολλάνε στο κεφάλι, πράγμα που σε κάνει να φαίνεσαι μεγαλύτερος. …Το σαββατοκύριακο προτιμώ να χρησιμοποιώ το σαμπουάν Γκρεν Νάτσουραλ Ρηβαϊταλάζινγκ, το κοντίσιονέρ του και το συμπλήρωμα θρεπτικών ουσιών Νιούτριεντ Κόμπλεξ. Πρόκεται για ενώσεις οι οποίες περιέχουν D- πανθενόλη που είναι παράγοντας βιταμινών Β, πολυσορβικό οξύ 8(0) που είναι καθαριστικό για το δέρμα του κεφαλιού και φυσικά βότανα. Το σαββατοκύριακο σχεδιάζω να πάω στο Μπλούμινγκντέϊλ’ς και ακολουθώντας τη συμβουλή της Εβελυν να αγοράσω ένα Γιουροπήαν Σάπλεμεντ και σαμπουάν της Φολτέν για τα αδύνατα μαλλιά…Επίσης, το Βίβατζεν Χαιρ Ενρίτσμεντ, που εμποδίζει την επικάθιση μετάλλων και παρατείνει τον κύκλο ζωής των μαλλιών…

Μπρετ Ηστον Ελλις, «Αμερικανική Ψύχωση»

Monday, December 3, 2007

Αναμνήσεις από το ασφαλιστικό μας μέλλον (1/12/2007)

Κανονικά, θα έπρεπε να το γιορτάζω σήμερα. Και να είμαι το πρώτο θέμα στις ειδήσεις. Είμαι ο πρώτος άνθρωπος που συμπληρώνει έναν αιώνα ζωής -δεν έχω τη ματαιοδοξία και για δεύτερον- και εξακολουθεί να εισπράττει τη σύνταξή του, μετά τη μεταρρύθμιση του σωτηρίου έτους 2008 και τις άλλες 12 που ακολούθησαν μέχρι το 2018. Εν έτει 2060 μ.Χ. (και 42 μ.Μ.- μετά Μεταρρύθμιση), οι αιωνόβιοι κάτοικοι είμαστε κάτι αρκετά συχνό σ’ αυτή τη χώρα και σ’ όλη τη Γηραιά Ήπειρο. Αλλά αισθανόμαστε ως αποδιοπομπαίοι τράγοι. Κι εγώ αισθάνομαι τύψεις, βαθύτατες τύψεις που τολμώ να ζω. Το βλέπω στα βλέμματα των παιδιών μου -που δουλεύουν ακόμη, αν και έχουν πατήσει τα 70- και πολύ περισσότερο των εγγονιών μου. Υπάρχει κάτι το επικριτικό στο ύφος τους, «πώς αντέχεις να ζεις ακόμη;» και μια σαφής υποσημείωση, ότι εγώ κι όλη μου η γενιά φταίμε που έχουν δεκαετίες εργάσιμου βίου ακόμη μπροστά τους. Για τα δισέγγονά μου, δεν το συζητώ. Τα περισσότερα δεν τα ’χω δει παρά μία φορά. Υποθέτω ότι δεν έχουν καμιά διάθεση να με γνωρίσουν. Μια φορά μόνο, πριν πέντε χρόνια, μου είχαν στείλει δώρα – τα άνοιξα με απίστευτη χαρά που εξατμίστηκε μόλις τα είδα: μια αμπούλα υδροκυανίου, μία επικίνδυνα κοφτερή λεπίδα, ένα χάπι βιάγκρα τριακονταπλάσιας δόσης κι ένα ψηφιακό παιχνίδι που είναι της μόδας: «Kill Granddad»!

Αλλιώς το φανταζόμουν αυτό το ρεκόρ επιβίωσης. Σαν μια ιστορική συνάντηση γενεών. Εγώ, τα παιδιά μου, τα εγγόνια και τα δισέγγονά μου, ίσως και τα τρισέγγονα, πάνω στο γενναιόδωρο τραπέζι της αλληλεγγύης. Το φανταζόμουν κυρίως σαν γιορτή, έναν θρίαμβο του πολιτισμού που, από γενιά σε γενιά, αποσπά όλο και μεγαλύτερο έδαφος από τον ζωτικό χώρο του θανάτου. Αλλά, όσο αυξάνει ο ζωτικός χώρος της ζωής τόσο περισσότερο βλέπω την κοινωνία να βυθίζεται στο πένθος. Παραλογισμός.

Οι προϊστορικοί άνθρωποι ζούσαν το πολύ 30 χρόνια. Από τα υπολείμματα των κοινοβίων τους έχουμε μάθει ότι, παρά την τρομακτική στενότητα πόρων, τα νεότερα μέλη κάθε κοινότητας αποχαιρετούσαν με οδύνη τα γηραιότερα που πέθαιναν. Αν σκέπτονταν αποκλειστικά το οικονομικό βάρος που συνεπαγόταν ένας υπερήλικας, θα έπρεπε να χαίρονται. Αλλά κάτι τέτοιο δεν συνέβαινε. Προφανώς, χιλιάδες χρόνια πριν εφευρεθεί το κράτος πρόνοιας, προϋπήρχε η αξία της αλληλεγγύης, έστω και στο στενό πλαίσιο ενός ολιγάριθμου κοινοβίου. Υποθέτω πως οι Σπαρτιάτες είναι μία από τις ελάχιστες εξαιρέσεις της ιστορίας όπου η αλληλεγγύη ίσχυσε μόνον αντίστροφα: το άτομο όφειλε να θυσιαστεί στον Καιάδα για να μην επιβαρύνει με το αντιπαραγωγικό βάρος της ηλικίας ή της αναπηρίας του το κοινωνικό σύνολο. Τώρα, κι εγώ κι όλοι οι συνομήλικοί μου νιώθουμε τα βλέμματα των νεοτέρων να μας παροτρύνουν να πέσουμε σ’ έναν Καιάδα που, ευτυχώς, δεν έχει δημιουργηθεί.

Για να πω την αλήθεια, κανείς από μας τους αιωνόβιους δεν έχει την παραμικρή διάθεση για κάτι τέτοιο. Το αντίθετο. Η επιστήμη μάς έχει δώσει τη δυνατότητα να απολαμβάνουμε αρκετά πράγματα ακόμη, παρά το βαθύ γήρας. Χρώματα, γεύσεις, αρώματα. Ακόμη κι εκείνο το μπλε χάπι που κάποτε παίρναμε κρυφά από τα φαρμακεία έχει εξελιχθεί τόσο που επιτρέπει ακόμη και σ’ εμένα… Ξέρετε… Μια φορά τον μήνα, βέβαια, όχι παραπάνω.

Αυτή είναι και η σχιζοφρένεια του πολιτισμού μας. Όλα τα μεγάλα και μικρά θαύματα της βιοτεχνολογίας για τα οποία δούλεψε και η δική μου γενιά κατέληξαν να εξασφαλίσουν μεγαλύτερη και ποιοτικότερη ζωή – μικρές δόσεις αθανασίας, θα μπορούσε να πει κανείς. Αλλά, την ίδια στιγμή, τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, δημόσια και ιδιωτικά, δυσφορούσαν γι’ αυτές τις κατακτήσεις, έβλεπαν την παράταση του μέσου όρου ζωής σαν την επερχόμενη ολοκληρωτική καταστροφή. Εγώ, για παράδειγμα, εισπράττω σύνταξη εδώ και 40 χρόνια. Προηγουμένως δούλεψα άλλα 40 χρόνια, πλήρωσα τις εισφορές που μου αναλογούσαν. Και εισέφερα στο σύστημα και εις είδος: έκανα δύο παιδιά, τα οποία μόρφωσα και κατέστησα παραγωγικούς πολίτες, τα παιδιά μου έκαναν άλλα τέσσερα παιδιά κι αυτά με τη σειρά τους άλλα οκτώ. Άρα, στη διάρκεια του ασφαλιστικού μου βίου -εργασιακού και συνταξιουχικού- εισέφερα με 14 εργασιακές και ασφαλιστικές «μονάδες». Κι αυτό, κινούμενος εντός των μέσων όρων γεννητικότητας. Υπάρχουν αυτοί που έχουν εισφέρει και πάνω από τους μέσους όρους. Και υπάρχουν κι αυτοί που στο μεταξύ έχουν πεθάνει. Κι αυτοί εισέφεραν στο σύστημα με το έλλειμμα ζωής τους, αλλά κανείς δεν τους το αναγνωρίζει. Λοξοκοιτάζουν όλοι εμάς τους ζωντανούς.

Έτσι, κατάντησε η κοινωνία σχεδόν να γιορτάζει τους θανάτους και να θρηνολογεί στα δυο σημαντικότερα γεγονότα της ζωής ενός ανθρώπου: στη γέννησή του (θρηνούν προκαταβολικά για τα 45 χρόνια εργασίας και τα 35 χρόνια εκπαίδευσης και διά βίου κατάρτισης που τον περιμένουν) και στα εκατοστά του γενέθλια (εκεί θρηνούν όχι τον ίδιο, αλλά τους απογόνους του). Εγώ ως θρήνο για τα δικά μου γενέθλια εκλαμβάνω το γεγονός ότι το εικονοτηλέφωνο δεν χτύπησε σήμερα ούτε μια φορά, κανείς δεν μου έστειλε ευχετήριο e-mail, ούτε έλαβα έστω μια θετική τηλεσκέψη – τη νέα μόδα των ψηφιακών επικοινωνιών. Το αντίθετο μάλιστα: το μυαλό μου κατέκλυσαν αρνητικά ραδιοκύματα απ’ όλο το σόι. Στο στιλ: «Καλή ψυχή κωλόγερε».

Δεν βοήθησε, βλέπετε, ούτε ο αποικισμός της Σελήνης -μια πηδησιά τόπος κι αυτός, τι να σου κάνει- και για τον αποικισμό του Άρη δεν υπάρχει ιδιαίτερη προσφορά. Το πρόγραμμα γαιοποίησης δεν πάει και τόσο καλά. Κι εν τω μεταξύ, στη Γη αναπτύσσονται περίεργα έθιμα. Για παράδειγμα, τα ασφαλιστικά ταμεία πριμοδοτούν με μείωση εισφορών τις οικογένειες των υπέργηρων συνταξιούχων που αυτοκτονούν. Φυσικά, μεσολαβεί μια διαδικασία ζύμωσης εντός της οικογένειας και κανείς δεν ξέρει πόσοι ανάμεσα στους αυτόχειρες είναι θύματα καθαρών ψυχολογικών δολοφονιών. Επίσης, οι εταιρείες ιδιωτικών συνταξιοδοτικών προγραμμάτων καλύπτουν τα έξοδα κηδείας των συνταξιούχων που πεθαίνουν σε ηλικία κάτω του μέσου όρου ζωής βάσει συντελεστή. Ένας που πεθαίνει, για παράδειγμα, στα 75 κηδεύεται δωρεάν, ένας στα 90 έχει έκπτωση 10%-20%. Εγώ δεν δικαιούμαι πια καμιά έκπτωση. Σκασίλα μου κιόλας… Από τις νέες ασφαλιστικές δοξασίες προέκυψε και η μεγαλύτερη ανατροπή στα ταφικά έθιμα από τη νεολιθική εποχή. Ενώ όλοι οι άλλοι θάβονται ή καίγονται κανονικά, οι άνω των 90 πετάγονται σε χώρους «υγειονομικής ταφής», βορά των ορνέων, των γερακιών και άλλων αρπακτικών των οποίων ο πληθυσμός έχει αυξηθεί εντυπωσιακά, προς ικανοποίηση των οικολόγων. Σκασίλα μου πάλι.

Ωστόσο, δεν τους αδικώ. Αυτή η αντιστροφή στη σχέση ζωής και θανάτου, με την υπερπροσφορά της πρώτης να αντισταθμίζεται από μια τρομακτική ζήτηση του δεύτερου, είναι το τίμημα που πληρώνει η γενιά μου για τον τρόπο που πουλήσαμε τους αγέννητους και τους ανυποψίαστους νέους. Τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας. Με πόση ευκολία δεχτήκαμε τότε, σαράντα χρόνια πριν, αυτή την ανιστόρητη συναλλαγή! Γλιτώσαμε δυο τρία συντάξιμα χρόνια εμείς και φορτώσαμε μια δεκαετία στους απογόνους μας. Κατά κάποιον τρόπο εμείς κηρύξαμε πρώτοι τον πόλεμο των γενεών, θυσιάζοντας την αλληλεγγύη της τάξης στην ιδιοτελή αλληλεγγύη της γενιάς. Αντί της κατανομής του χρήματος, διαπραγματευτήκαμε την κατανομή του χρόνου. Καθαρή βλακεία!

Τελικά, θα γιορτάσω τα εκατοστά μου γενέθλια στο ΚΑΠΗ. Έχουμε κανονίσει virtual όργιο, τούρτα, μπουφέ Ανταρκτικής -τελευταία λέξη της μόδας- και φυσικά περιμένω την έκπληξη των φίλων (που δεν είναι έκπληξη): birthday girl. Μια εβδομηντάρα θεά που το ’χει ρίξει στο στριπ τιζ για να συμπληρώσει τα ένσημα της σύνταξης.

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (1/12/2007)

…Τότε, όμως, συνέβη κάτι απρόοπτο. Απρόοπτο και απρόβλεπτο: είχε ζήσει γύρω στα τρία τέταρτα του αιώνα, και η παραγωγική, ενεργή ζωή του είχε φύγει. Ούτε ασκούσε πια τη σαγήνη του παραγωγικού αρσενικού, ούτε ήταν ικανός να λοχεύσει τις χαρές του αρσενικού, και προσπαθούσε να μην τις λαχταράει και πολύ. Όταν ζούσε μόνος του, για πολύ λίγο είχε νιώσει ότι το ελλείπον συστατικό θα επέστρεφε με κάποιον τρόπο για να τον ξανακάνει απαραβίαστο και να του επαναεπιβεβαιώσει τη μαστοριά του. Ότι η από λάθος λαβωμένη δικαιοδοσία του θα επανορθωνόταν. Ότι θα μπορούσε να τα ξαναπιάσει όλα από το σημείο όπου είχε σταματήσει, μόλις πριν από λίγα χρόνια. Τώρα, όμως, φαινόταν πως, όπως κάθε ηλικιωμένος, είχε μπει στη διαδικασία να φυραίνει και να φυραίνει, και θα ’ταν αναγκασμένος να ζήσει τις άσκοπες μέρες του ως το τέλος χωρίς να ’χει αλλάξει το παραμικρό – τις άσκοπες μέρες, τις αβέβαιες νύχτες, την αδυναμία της εξοικείωσης με τη σωματική κατάπτωση, την τερματική θλίψη, το να μην έχεις να περιμένεις τίποτα. Έτσι τελειώνει, σκέφτηκε, κι αυτό είναι κάτι που δεν μπορούσες να το ξέρεις.

Φίλιπ Ροθ, «Καθένας»