Thursday, August 13, 2009

Γιατί τον Αύγουστο είναι παχιές οι μύγες;(14/8/2009)

Παιδιόθεν είχα θεμελιώδεις απορίες για τον βίο και την πολιτεία της μύγας της οικιακής. Και των άλλων μυγών, αλλά -όσο να ’ναι- με την οικιακή υπήρχε ένας δεσμός ψυχικός, άμα τε και μυστικιστικός. Στην ηλικία που τα σύνορα φαντασίας και πραγματικότητας είναι ανύπαρκτα, όταν η μάνα μου ήθελε να μου αποσπάσει την απόλυτη σιωπή για να κάνει τη δουλειά της, μου έλεγε: «Σσσσσ, ν’ ακούσουμε το φτερό της μύγας!». Τέντωνα εγώ τ’ αΥτιά μου (τα είχα και μεγάλα), έκανα φιλότιμες προσπάθειες να συλλάβω τον ανεπαίσθητο ήχο, αλλά εις μάτην. Το φτερό της μύγας δεν τ’ άκουγα. Η υπερηχητική πτήση των μυγών άφηνε το ηχητικό της αποτύπωμα μόνο τα ζεστά μεσημέρια του καλοκαιριού, όταν οι μύγες έρχονταν απρόσκλητες και πετούσαν πάνω από τα ακάλυπτα μέρη δέρματος που ήθελαν να «τρυγήσουν», προκαλώντας εκείνο το γαργαλιστικό βασανιστήριο που τάραζε τον Μορφέα και μετέτρεπε τη σιέστα σε κόλαση. Τότε, ακουγόταν, πού και πού, το φτερό της μύγας.

Με τον καιρό ξεσκεπάστηκε η αθώα απάτη της μάνας μου -δεν κράτησα κακία-, πλην όμως άλλες απορίες για τα απεχθή και παρεξηγημένα πλάσματα που γέμιζαν τις ζεστές μέρες του Αυγούστου (όπως οι κώνωπες οι ανωφελείς γέμιζαν τις νύχτες του…) έμεναν ανεπίλυτες. Όπως, για παράδειγμα, γιατί τον Αύγουστο είναι παχιές οι μύγες; Μέγα επιστημονικό μυστήριο, που με τα χρόνια το κλείσαμε έξω από τα σπίτια μας, μαζί με τις μύγες, οι οποίες έτσι κι αλλιώς δεν συμπαθούν τους κλειστούς κλιματιζόμενους χώρους. Με αποτέλεσμα, αν και οικιακές, να έχουν γίνει είδος εν ανεπαρκεία στις οικίες μας.

Το γεγονός ότι οι μύγες δεν μας επισκέπτονται συχνά πια στα σπίτια των μεγαλουπόλεων δεν σημαίνει ότι τις εξαλείψαμε. Αντιθέτως. Κάπου διάβασα πως η μύγα εξακολουθεί να αποτελεί πιθανότατα το πρώτο πλάσμα με το οποίο έρχονται σ’ επαφή τρία στα τέσσερα παιδιά όταν έρχονται στον κόσμο, πριν από τον μαιευτήρα, τη μαμή ή τη μαμά τους. Προφανώς γιατί τα δύο πρώτα πρόσωπα είναι αδιανόητη πολυτέλεια για το μεγαλύτερο μέρος της Αφρικής, της Ασίας, της Ν. Αμερικής. Και, αντιστρόφως, γιατί οι μύγες, στην άπειρη αφθονία τους, είναι για τις ίδιες περιοχές από τους ελάχιστους δείκτες «πλούτου». Τόσο, ώστε πολλοί επιστήμονες να ισχυρίζονται σοβαρότατα πως οι μύγες θα λύσουν το πρόβλημα της τροφής, όταν ο πλανήτης «φρακάρει» και δεν μπορεί πια να ταΐσει τα 12 δισ. στόματα που θα φιλοξενεί μέχρι το 2050, ίσως και νωρίτερα. Είναι απεριόριστες, πολλαπλασιάζονται ασύστολα, δεν χρειάζεται να τις εκθρέψουμε και προσφέρουν άφθονη και καθαρή πρωτεΐνη. Πολύ καλύτερες και υγιεινότερες από τα χάμπουργκερ ή τα σουβλάκια με πίτα.

Αντιλαμβάνομαι ότι αηδιάζετε στην ιδέα, αλλά σας διαβεβαιώνω ότι η απέχθειά σας είναι περισσότερο συνάρτηση μιας ιστορικής προκατάληψης που συνδέει τη μύγα με τις δέκα πληγές του φαραώ ή με τις επιδημίες που σκότωσαν περισσότερους ανθρώπους απ’ όσους σκοτώθηκαν στους πολέμους. Ωστόσο, στην πραγματικότητα ο κύκλος ζωής της μύγας είναι ένα αξιοζήλευτο μοντέλο αειφόρου ανάπτυξης και ανακύκλωσης των φυσικών πόρων. Καθώς τρέφεται με ό,τι αποσυντίθεται, με τα σκουπίδια και τα περιττώματα του κυρίαρχου δίποδου και όλων των άλλων τετράποδων θηλαστικών, κάνει κυριολεξία το «τίποτα δεν πάει χαμένο», όσο εμετικό κι αν μας φαίνεται. Οι βρομερές της συνήθειες απέχουν από τις δικές μας μόλις κατά έναν μακρύ πεπτικό σωλήνα και μερικά εικοσιτετράωρα. Κι εμείς και η μύγα καταναλώνουμε νεκρή φύση. Εμείς στην αρχή της αποσύνθεσης. Αυτή στο τέλος της. Εμείς χρειαζόμαστε έναν πεπτικό σωλήνα αρκετών μέτρων για να ολοκληρώσουμε την αποσύνθεση. Αυτή αρκείται στα ελάχιστα χιλιοστά της. Εμείς καταβροχθίζουμε τους πόρους του πλανήτη. Αυτή αρκείται σε μια απειροελάχιστη ποσότητα από τ’ απορρίμματά μας.

Παραμένει πάντα άλυτο, βεβαίως, το μυστήριο του Αυγούστου. Υποθέτω ότι οι μύγες δεν κάνουν κάποια ειδική δίαιτα πάχυνσης το καλοκαίρι. Αλλά είναι προφανές ότι ο κύκλος των εποχών και των θερμοκρασιών τούς εξασφαλίζει έναν σταθερό κύκλο παραγωγής και αναπαραγωγής. Η ζέστη επιταχύνει την αποσύνθεση, το κρύο την επιβραδύνει. Άρα, ζέστη και κρύο -με όλες τις ενδιάμεσες διαβαθμίσεις τους- είναι για τις μύγες ό,τι για τον οικονομικό μας πολιτισμό η εναλλαγή ύφεσης, επιβράδυνσης και ανάπτυξης. Η ζέστη τούς παρέχει αφθονία πόρων κι επίσης, όπως διάβασα σχετικά, τις ιδεώδεις συνθήκες για να εκτονώσουν το ερωτικό και το μητρικό τους ένστικτο, σπέρνοντας πάνω σε ακαθαρσίες κατά εκατοντάδες τα αυγά τους. Είναι παρατηρημένο, δε, ότι οι προνύμφες που εναποτίθενται, για παράδειγμα, στο περίττωμα του σκύλου σας (αφού τον βγάζετε για να ανακουφιστεί χωρίς να μαζέψετε την «περιουσία» του), όταν σφίξουν οι ζέστες, τον Αύγουστο ας πούμε, ξεπετάγονται σε μια-δυο εβδομάδες και αναπτύσσονται σε ευτραφείς ενήλικες μύγες, έτοιμες να γαργαλήσουν ανθρώπινα σώματα, να τρυγήσουν όγκους ακαθαρσιών και να το ρίξουν σε αχαλίνωτο σεξ. Ιδεώδης και δίκαιος ρυθμός ανάπτυξης για ένα πλάσμα που ο κύκλος ζωής του δεν ξεπερνά τους δύο μήνες.

Ας πούμε, λοιπόν, πως η ζέστη είναι λύση του μυστηρίου μας για τις παχιές μύγες του Αυγούστου. Καταλαβαίνω, όμως, ότι δεν αρκεί για να τις καταστήσει συμπαθείς και να τις απαλλάξει από τη ρετσινιά του πιο άχρηστου, ρυπαρού και επικίνδυνου έμβιου όντος, για την προστασία του οποίου είναι απίθανο να δημιουργηθεί κάποια μη κυβερνητική οργάνωση ή να καθιερωθεί μια παγκόσμια μέρα. Τουλάχιστον στον ορατό ορίζοντα. Η μύγα, προς το παρόν, παραμένει ένα προγραμμένο είδος. Ελάχιστα τη διασώζουν οι φιλότιμες προσπάθειες των επιστημόνων που γοητεύονται από τα γνωστά ή άγνωστα χαρίσματά της: τον εκπληκτικό πτητικό της μηχανισμό που προσπαθούν επίμονα να αντιγράψουν οι στρατόκαβλοι της πολεμικής βιομηχανίας. Την ασύλληπτη όραση που της εξασφαλίζουν τα 4.000 μάτια-κάμερες τα οποία περιλαμβάνει κάθε μάτι της, ικανό να συλλαμβάνει 200 εικόνες το λεπτό (σκοτεινό αντικείμενο του πόθου της οπτικοακουστικής βιομηχανίας ή των μυστικών υπηρεσιών κάθε χώρας που σέβεται τον εαυτό της και παρακολουθεί νυχθημερόν τους «εσωτερικούς εχθρούς» της). Την υπερ-ακοή της ή την υπερ-οσμή της, που τη βοηθάει να αντιληφθεί πτώμα-υποψήφιο γεύμα ακόμη και σε απόσταση 20 χιλιομέτρων, δεξιότητα επισήμως χρήσιμη πλέον ακόμη και στο FBI όταν εξιχνιάζει δολοφονίες.

Αρκετά με τα εγκυκλοπαιδικά δεδομένα. Η συνέχεια στη σχετική έκδοση του ΣΚΑΪ (μη μου πείτε ότι δεν έχει βγάλει βιβλίο για τη μύγα… Αποκλείεται!) Η δική μου συνέχεια περιλαμβάνει δευτερογενείς απορίες περί μύγας. Όπως, για παράδειγμα, για πόσο ακόμη θα είναι απαξιωτική για τον μέσο βλάκα η έκφραση «χάφτει μύγες», από τη στιγμή που οι επιστήμονες διαβεβαιώνουν ότι κάποτε όλοι θα χάφτουμε μύγες για να επιβιώσουμε. Επίσης, τι νόημα έχει πλέον η έκφραση για τον τσιγκούνη πως «βγάζει από τη μύγα ξύγκι», όταν αφενός η μύγα δεν έχει ξύγκι (εξ ου και είναι πρώτης τάξεως τροφή) και αφετέρου στο σπορ αυτό επιδίδεται πρωτίστως το κυρίαρχο είδος του πλανήτη, το χρηματοπιστωτικό κηφηναριό, που μετέτρεψε σε πηγή πλούτου τη χειρότερη οικονομική κρίση των τελευταίων 80 χρόνων και κάνει πάρτι αδηφαγίας πάνω στα περιττώματα της ύφεσης. Τι σημαίνει επίσης η έκφραση «σαν τη μύγα μες στο γάλα», όταν είναι δεδομένο ότι η φυλετική και χρωματική ομοιομορφία των κοινωνικών γαλαξιών μας υπάρχει μόνο στη φαντασία μας, όλοι μας είμαστε μύγες σε μια πολύχρωμη μάζα όπου το λευκό και «καθαρό» είναι η εξαίρεση. Και τι σημαίνουν, τέλος, οι εκφράσεις «θα φάει η μύγα σίδερο…» ή «δεν σηκώνει μύγα στο σπαθί του», όταν είναι γνωστό ότι το είδος μας είναι ο αποκλειστικός χρήστης και του σίδερου και των αιματηρών εφαρμογών του σε σπαθιά και άλλα ασύλληπτα όπλα που προκαλούν γενοκτονίες ανθρώπων, αφήνοντας ανέπαφες -και με άφθονη τροφή- τις μύγες.

Εν ολίγοις, θαρρώ πως πρέπει να εξετάσουμε τη σχέση μας με τις μύγες, παχιές ή αδύνατες, οικιακές ή αλανιάρες, αλογόμυγες, κρεατόμυγες, drosophila melanogaster, τσε τσε, και, αντί των μικρών γενοκτονιών που τους προσφέρουμε με μυγοπαγίδες, μυγοσκοτώστρες, σύννεφα εντομοκτόνων και φώτα «ολοκαυτώματος», να τους αποδώσουμε ξανά μέρος της αξίας που τους απέδιδε ο Σωκράτης, όταν παρομοίαζε τον εαυτό του με «οίστρο της πόλεως». Δηλαδή, με την απεχθή, ενοχλητική βοϊδόμυγα. Και τι θ’ απογίνουμε χωρίς οίστρους, οίστρο, οιστρογόνα και οιστρηλασία;

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (14/8/2009)

Ω, Μύγες, αν το θέλατε, αν πραγματικά το θέλατε, θα μπορούσατε να είσαστε ανίκητες! Πράγματι, οι Αράχνες είναι ακόμα ισχυρές σήμερα, αλλά είναι λίγες. Ακόμα και αν εσείς οι Μύγες είστε αρκετά ασήμαντες και χωρίς επιρροή, αριθμητικά φτιάχνετε στρατό, είστε η ίδια η ζωή, είστε ο κόσμος – αν πραγματικά το θέλατε. Αν μόνο ενωνόσασταν, αν όλες μαζί επιτίθεστε θα καταστρέφατε όλα τα νήματα, θα σαρώνατε όλους τους ιστούς της αράχνης που σας παγιδεύουν σήμερα, που σας κάνουν να υποφέρετε και να πεθαίνετε από την πείνα. Θα μπορούσατε να εξαφανίσετε τη φτώχεια και τη δουλεία, αν πραγματικά το θέλατε.
Γι΄ αυτό, μάθετε να θέλετε.

Βίλχεμ Λίμπνεχτ (1826-1900), «Η Αράχνη και η Μύγα» (από την ιστοσελίδα http://politikokafeneio.com )

Sunday, August 9, 2009

Η παλινόρθωση της απάτης (8/8/2009)

Φρεσκάρετε λίγο τη μνήμη σας. Είναι υπόθεση μόνο μερικών μηνών. Μέχρι τον Γενάρη οι τεχνοκράτες της αγοράς, οι επενδυτικοί οίκοι ανοχής, οι μετρητές πιστοληπτικής ανικανότητας, οι μεγαλοσχήμονες μάνατζερ των υπό χρεοκοπία κολοσσών, οι διεθνείς οργανισμοί δημοσιονομικής χειραγώγησης των κρατών, οι αναλυτές του αγοραίου χάους, τα γκόλντεν μπόις της οικονομίας και τα σίλβερ μπόις της πολιτικής, οι νομπελίστες ιερείς του νεοφιλελεύθερου δόγματος, όλοι τους, είχαν λουφάξει τρομαγμένοι από τον τεκτονικό σεισμό που ταρακουνούσε το οικοδόμημά τους. Οι προβλέψεις τους έφταναν στα υπαρξιακά τους άκρα: αποτόλμησαν ακόμη και την εκτίμηση για την επερχόμενη κατάρρευση του καπιταλισμού έπειτα από τέσσερις αιώνες κυριαρχίας. Και οι πιο μετριοπαθείς δεν έκρυβαν -με λυγμούς, είναι αλήθεια- την ανησυχία τους ότι δεν υπάρχει η παραμικρή πιθανότητα να επιβιώσει το σύστημα της παγκοσμιοποιημένης απορρύθμισης των αγορών και πως, σε κάθε περίπτωση, θα το διαδεχθεί ένα ισχυρό πλαίσιο ρυθμίσεων και κρατικής εποπτείας.

Οι γκουρού των προβλέψεων για τις επιδόσεις της μικροοικονομίας και τις προοπτικές της μακροοικονομίας είχαν εξαφανιστεί ακόμη και από τις στήλες των «ευαγγελίων» του κεφαλαίου, ενώ οι διεθνείς οργανισμοί τύπου ΔΝΤ και ΟΟΣΑ είχαν βυθιστεί στην απόλυτη ανυποληψία (και συνενοχή) για τη μεγάλη απάτη που έφερε την παγκόσμια οικονομία στο χείλος της κατάρρευσης. Να σας θυμίσω πόσοι είχαν προτείνει ακόμη και την εδώ και τώρα διάλυσή τους;

Για τους πολιτικούς -δεν το συζητώ- η μαζική δυσλεξία είχε διαδεχθεί τη συνήθη οπτιμιστική τους φλυαρία περί αειφόρου ανάπτυξης. Και αρκετοί πλήρωσαν τοις μετρητοίς την ύποπτη αμετροέπειά τους που δεν ήξερε, δεν ρώταγε, δεν προέβλεπε και δεν προστάτευε τις κοινωνίες από την επερχόμενη κρίση. Αρκετοί, αλλά όχι όσοι χρειαζόταν για να αποσυρθεί το γλοιώδες είδος γλοιωδών που υπερασπιζόταν με πάθος τα μεγέθη και αδιαφορούσε για τους ανθρώπους.

Αυτά πριν από μερικούς μήνες. Τι συνέβη κι όλοι αυτοί αποκαθίστανται σταδιακά και χωρίς αιδώ στον θρόνο της απάτης; Από πού αντλεί το θράσος η «επιστημονική» γραφειοκρατία της διεθνούς οικονομίας που εκφράζεται μέσω του ΟΟΣΑ και του ΔΝΤ και παρεμφερών οργανισμών και διατυπώνει υποδείξεις για την ανάταξη του ημιθανούς θύματός της;

Κατ’ αρχάς, φρόντισαν να ανεχτεί ο οργανισμός τους μιαν ελαφρά ιδεολογική μετάλλαξη, βάζοντας ολίγον κεϊνσιανισμό στο DNA τους -αλλά εκείνο το είδος του κεϊνσιανισμού που επιτρέπει την απρόσκοπτη ροή χρήματος στον ιδιωτικό τομέα, χωρίς να απαιτεί καμιά αντιπαροχή σε εγγυήσεις ανάπτυξης, εισοδήματος και απασχόλησης. Αυτή τη μετάλλαξη την παρατηρούμε σε διάφορες εκδοχές και ποικίλες δόσεις, με αποτέλεσμα οι ανανήψαντες αναλυτές να επικροτούν σήμερα με την ίδια άνεση και «επιστημονική» συνέπεια και τα αμερικανικά μέτρα κρατικοποίησης χρεοκοπημένων κολοσσών και τη φιλελεύθερη ευρωπαϊκή ακαμψία. Και τις πληθωριστικές ανάσες που δίνει η Fed στην οικονομία, αλλά και τις ευρωπαϊκές εμμονές στην αντιπληθωριστική ορθοδοξία του (νεκροζώντανου πια) Συμφώνου Σταθερότητας.

Ακολούθως, αποκατέστησαν τον μηχανισμό παραγωγής και διάδοσης του ψεύδους. Αν καταγράψουμε όλες τις εκτιμήσεις που έχουν διατυπώσει ιδιωτικοί και δημόσιοι φορείς -από τους οικονομολόγους των επενδυτικών οίκων μέχρι τους τεχνοκράτες των διεθνών οργανισμών, και από τους υπουργούς οικονομίας μέχρι τους κοινοτικούς επιτρόπους (συμπεριλαμβανομένου του εγχωρίου υπουργού που μας «αποκάλυψε» μόλις προχθές επισήμως ότι ήταν ψευδείς οι δεσμεύσεις για μείωση του ελλείμματος εντός του 2010)-, θα διαπιστώσουμε ότι έχουμε μπροστά μας μια αποτυχημένη σαλάτα ασύνδετων υλικών: βγαίνουμε ή δεν βγαίνουμε από την ύφεση; Θα προηγηθούν οι αναδυόμενες αγορές στην ανάκαμψη ή οι παλιές καραβάνες της Γηραιάς Ηπείρου θα κάνουν πρώτες το φίνις; Θα είναι αργόσυρτη και βασανιστική η επιστροφή στην ομαλότητα ή εκρηκτική και λυτρωτική; Πιθανότατα τίποτε από αυτά δεν ισχύει, διότι απλούστατα οι σοφοί παντογνώστες που αδυνατούσαν να διαβλέψουν την παρούσα κρίση ούτε τώρα είναι βέβαιοι για την αποκατάσταση οποιουδήποτε άλλου μεγέθους πλην αυτών που σχεδόν αποκλειστικά τους ενδιαφέρουν: της εταιρικής κερδοφορίας, των μετοχικών αποδόσεων και των παχυλών αμοιβών τους.

Τι πιο αποκαλυπτικό από την πρόσφατη έκθεση του γενικού εισαγγελέα της Νέας Υόρκης Άντριου Κουόμο (τον οποίο τα τρωκτικά της αγοράς λοιδορούν νυχθημερόν στα αμερικανικά «ευαγγέλια» της αγοράς ακόμη και ως «κομμουνιστή») για το σύστημα των αμοιβών των τραπεζικών στελεχών (βλέπει σχετικό απόσπασμα παραπλεύρως); Μόνο για το 2008 τα ευαγή πιστωτικά ιδρύματα που προκάλεσαν τη χρηματοπιστωτική κρίση και έφτασαν στην κατάρρευση, «φιλοδωρήθηκαν» από το κράτος με 175 δισ. δολάρια. Απ’ αυτά τα 33 δισ. τα μοιράστηκαν ως μπόνους και αμοιβές οι επικεφαλής τους. Το σκηνικό θα επαναληφθεί και με τις πολλαπλάσιες κρατικές ενισχύσεις του 2009, σ’ αυτή τη μοναδική αγορά εργασίας όπου ο «εργαζόμενος» είναι «εργοδότης» του εαυτού του με δικαίωμα να διαπραγματεύεται αποκλειστικά με τον εαυτό του το ύψος της αμοιβής του, έστω κι αν η «δουλειά» του ήταν σκέτη καταστροφή. Φυσικά -το έχω ξαναπεί- η θεωρία των «golden boys» εξηγεί ένα μόνο μέρος της κρίσης, καθώς με την ηθικολογία της απαλλάσσει την ιδιοκτησία, τους μεγαλομετόχους, τον μηχανισμό του κέρδους και της απληστίας. Ωστόσο, αυτή η αποκατάσταση στη λειτουργία της «μηχανής που κόβει χρήμα» για τα χαρτοφυλάκια στελεχών και αναλυτών εξηγεί τη σπουδή ορισμένων -της Merrill Lynch και της Citigroup για παράδειγμα- να βομβαρδίζουν τις αγορές και τους επενδυτές με βεβαιότητες για διεθνή ανάκαμψη και εταιρική κερδοφορία. Πώς να μην τα βλέπεις όλα αισιόδοξα όταν από τα 55 δισ. δολάρια του πακέτου σωτηρίας των δύο τραπεζών τα 9 δισ. θα ενθυλακωθούν από τα στελέχη τους ως μπόνους για την καταστροφή στην οποία συνέβαλαν;

Κι εδώ ερχόμαστε στον τρίτο συντελεστή της παλινόρθωσης της απάτης, τις ίδιες αγορές. Αποδέκτες της νέας εσοδείας κέρδους και παραπλάνησης, τα επενδυτικά κεφάλαια, αλλά και ο παροιμιώδης για την απληστία του μέσος επενδυτής, συμμετέχουν συνένοχα στη νέα εικονική πραγματικότητα των χρηματιστηρίων αξιών και απαξιών. Δεν έχει καμία σημασία αν η ανεργία προσεγγίζει στις ΗΠΑ το ιστορικό ρεκόρ του 10%, δεν έχει καμία σημασία αν τα σκυλοφτιαγμένα εταιρικά κέρδη δεν αντιστοιχούν στις παραγωγικές και εμπορικές επιδόσεις των επιχειρήσεων, δεν έχει καμία σημασία αν η όποια κατανάλωση συντηρείται με τα κρατικά φιλοδωρήματα που φορούν τον μανδύα της κρατικής πρόνοιας, δεν έχει καμία σημασία αν ο «κεϊνσιανισμός» νέας κοπής έχει φέρει μικρές και μεγάλες χώρες σε κατάσταση τυπικής ή ουσιαστικής χρεοκοπίας, δεν έχει καμία σημασία αν η ζήτηση πετρελαίου πέφτει. Σημασία έχει ότι «οι προοπτικές είναι θετικές», «πιάσαμε πάτο, άρα ακολουθεί η ανάδυση». Ποιος το λέει; Αυτοί που από το 2007 κάνανε τις πάπιες για την επερχόμενη κατάρρευση, το 2008 απλώς μετρούσαν τα μπόνους τους και στις αρχές του 2009 απειλούνταν σε κάθε χώρα με δημόσιο ανασκολοπισμό. Τώρα, παίρνουν την εκδίκησή τους μοιράζοντας λελογισμένες δόσεις αισιοδοξίας, υπεραξίες μετοχών και υψηλές αποδόσεις από τις τιμές εμπορευμάτων, από το πετρέλαιο μέχρι τα μέταλλα, από τα στάρια μέχρι τη σιλικόνη. Πρόκειται για μια κολοσσιαία επανασυσσώρευση του πλούτου που ξέρασε η κρίση.

Φυσικά, ο τρόπος που ξαναστήθηκε ο μηχανισμός της απάτης περιλαμβάνει τους πολιτικούς, που με έναν μαγικό τρόπο ανασύρθηκαν κι αυτοί από την κατάσταση ανυποληψίας στην οποία είχαν περιέλθει. Μικρά ιδεολογικο-πολιτικά λίφτινγκ μετέτρεψαν κυνικούς νεοφιλελεύθερους σε φανατικούς κρατιστές, αγοραίους σοσιαλδημοκράτες σε ένθερμους υποστηρικτές του κράτους πρόνοιας. Οι δημόσια διατυπωμένες ανησυχίες τους για απρόβλεπτες κοινωνικές εκρήξεις αποσύρθηκαν σιγά σιγά, ο μεταρρυθμιστικός τους οίστρος επανήλθε και μπορεί κανείς με βεβαιότητα να πει ότι, τουλάχιστον στην Ευρώπη, η κρίση επισωρεύει πολιτικές και μέτρα που οδηγούν σε μια νέα ευρύτατη θεσμική ήττα για τον κόσμο της εργασίας. Καθώς ολοκληρώνεται η παλινόρθωση του μηχανισμού της απάτης, οι αντιθέσεις οικονομίας-πολιτικής απαλύνονται και οι δημοσιονομικές κρατικές εφεδρείες στερεύουν, η εργασία γίνεται πάλι η αίρουσα τις αμαρτίες του καπιταλισμού. Οι ιδέες της απορρύθμισης και ελαστικοποίησης της απασχόλησης, του ωραρίου, του εργάσιμου χρόνου, των συνθηκών υγιεινής, ασφάλειας και ασφάλισης επιστρέφουν από την πίσω πόρτα και εμφανίζονται πάλι ως εξυγιαντικές πολιτικές.

Θα μου πείτε: βρίσκουν και τα κάνουν. Όλους αυτούς τους μήνες που οι πρωταγωνιστές της απάτης έτρεμαν τη δημόσια οργή και βούλιαζαν στον βάλτο της ανυποληψίας, δεν χρειάζονταν συμπάθεια, επιείκεια, ανοχή. Αλλά ένα χέρι να τους στείλει βαθιά στον πάτο.

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (8/8/2009)

Με πολλούς τρόπους τα περασμένα τρία χρόνια έχει διαμορφωθεί ένα εικονικό εργαστήριο στο οποίο δοκιμάζεται ο ισχυρισμός ότι η πολιτική αμοιβών στη χρηματο-οικονομική βιομηχανία βασίζεται στις εταιρικές επιδόσεις. Αλλά ακόμη και μια επιπόλαιη εξέταση των δεδομένων καταδεικνύει ότι σε αυτούς τους γεμάτους προκλήσεις οικονομικούς καιρούς η πολιτική αμοιβών των τραπεζικών στελεχών έχει αποδεσμευτεί από τα αποτελέσματα των τραπεζών.
Έτσι, όταν οι τράπεζες πήγαιναν καλά, τα στελέχη τους πληρώνονταν καλά. Όταν οι τράπεζες είχαν φτωχά αποτελέσματα, τα στελέχη τους πληρώνονταν πάλι καλά. Και όταν οι τράπεζες είχαν τραγικά αποτελέσματα, χρηματοδοτούνταν από τους φορολογούμενους και τα στελέχη τους πληρώνονταν και πάλι αδρά… Στην πραγματικότητα η έρευνά μας καταδεικνύει μια πλήρη αποσύνδεση ανάμεσα της πολιτικής αμοιβών των στελεχών από τα εταιρικά αποτελέσματα που είχε συνέπεια την επικράτηση μιας κουλτούρας «κορώνα κερδίζω, γράμματα χάνεις» στο σύστημα των μπόνους. Μ’ άλλα λόγια το σύστημα στερείται αρχών και οδηγεί σε μια πολιτική αμοιβών με το κεφάλι προς τα κάτω.


Άντριου Μ. Κουόμο, γενικός εισαγγελέας Νέας Υόρκης, «Πέρα από τη λογική: το πόρισμα για την κρίση και τα μπόνους των τραπεζικών στελεχών»

Sunday, August 2, 2009

Έξι κουταλάκια του γλυκού αντηλιακό…(1/8/2009)

Οι Αρχές θέλουν να σώσουν, εκτός από την ψυχή μας, και το σώμα μας. Ανησυχούν και φροντίζουν γι’ αυτό. Όλες οι Αρχές. Οι κρατικές, οι διακρατικές, οι κοινοτικές, οι παγκόσμιες. Η ανησυχία τους είναι ανιδιοτελής. Ή, αν η ανησυχία τους περιέχει κάποιο βαθμό ιδιοτέλειας, αυτή αφορά το συλλογικό όφελος και τις μέλλουσες γενιές. Θέλουν να είμαστε υγιείς και αρτιμελείς, όχι μόνο να για να πηγαίνουμε όρθιοι και παραγωγικοί στη δουλειά, όχι μόνο για είμαστε συνεπείς φορολογούμενοι και πρόθυμοι καταναλωτές, αλλά για να μπορούμε και ως κοινωνίες να αναπαραγόμαστε και ως είδος να βελτιωνόμαστε.

Οι Αρχές ανησυχούν για το σώμα μας διαρκώς. Όχι μόνο τις ώρες και τις μέρες της εργασίας. Αλλά και στα διαλείμματα της σχόλης. Ανησυχούν και φροντίζουν για σας ακόμη και τώρα, που είστε σε διακοπές, όπως συμβαίνει περίπου με το ένα τρίτο των νεοελλήνων που προτιμούν Αύγουστο και ήλιο καυτό. Αλλά ο ήλιος είναι πρόβλημα, το ξέρετε πια. Έστω και πλημμελώς ακολουθείτε τις επιστημονικές συστάσεις. Αλλά οι συστάσεις αγριεύουν ευθέως ανάλογα με την επικινδυνότητα της υπεριώδους ακτινοβολίας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για παράδειγμα. Αφού εξαντλεί την αυστηρότητά της προς τις φαρμακευτικές και τις εταιρείες καλλυντικών, επιβάλλοντας περισσότερη προστασία και λιγότερη παραπλάνηση, ύστερα στρέφεται στα αντικείμενα της προστασίας της, τους καταναλωτές, και με το ίδιο αδιάλλακτο ύφος ανοργασμικής δασκάλας τους θυμίζει: Μην τολμήσετε και βγείτε στον ήλιο χωρίς καπέλο, γυαλιά ηλίου και προπαντός αντηλιακό. Άφθονο αντηλιακό στο δέρμα σας. Σε κάθε εκατοστό του. Άφθονο; Δηλαδή, πόσο ακριβώς; Οι Αρχές, συνεπικουρούμενες πάντα από τους επιστημονικούς φορείς, δεν φείδονται λεπτομερειών όταν πρόκειται να αποδείξουν την αυστηρή τους τρυφερότητα. Ένας μέσος ενήλικας χρειάζεται περίπου 35 γραμμάρια αντηλιακού, ή καλύτερα έξι κουταλάκια του γλυκού ή 25 ml. Εσείς δεν δίνετε σημασία στο κόστος της σύστασης. Εγώ όμως, που έχω γίνει τσιγκούνης στο πλαίσιο της ευρύτερης κρίσης της μέσης ηλικίας, κάθομαι και υπολογίζω τι κοστίζουν οι αντηλιακές συστάσεις των αρχών. Έχουμε και λέμε: Μια μέση, τετραμελής ελληνική οικογένεια στη χειρότερη περίπτωση θα κάνει μια εβδομάδα διακοπές κι άλλα επτά σκόρπια μπάνια. Θα εκτεθεί (ολόσωμη) στον ήλιο 14 φορές. Αν υποθέσουμε ότι η ηλιοπροστασία εξαντλείται μόνο στις παρά θιν’ αλός ημίγυμνες εμφανίσεις (που δεν εξαντλείται) θα χρειαστεί περίπου 1000 ml αντηλιακού (υπολογίζοντας την κανονική δόση για τους ενήλικες και τη μισή για τα παιδιά). Που σημαίνει πέντε συσκευασίες αντηλιακού προϊόντος των 200 ml. Ο μεθερμηνευόμενον σημαίνει ένα κόστος τουλάχιστον 100 ευρώ αν τ’ αγοράσετε από το φαρμακείο και 80 ευρώ αν πάτε στην αλυσίδα καλλυντικών, που υποτίθεται ότι κάνει έκπτωση επί της αναγραφόμενης τιμής έτσι, από φιλανθρωπία. Κι αυτό το κόστος αντιστοιχεί μόνο σε συμβατικό, φθηνό προϊόν.

Βεβαίως, ούτε οι αρχές ούτε οι επιστημονικοί φορείς έχουν υποστηρίξει ποτέ ότι το αντηλιακό σας είναι απαραίτητο μόνο στα μπάνια και στις διακοπές σας. Ούτε επίσης ότι είναι περιττό την άνοιξη, το φθινόπωρο ή και τον χειμώνα. Αντιθέτως. Αν θέλετε, λοιπόν, να επιτελέσετε με συνέπεια το καθήκον να είστε υγιείς, θα πρέπει να υπολογίσετε μια ετήσια οικογενειακή δαπάνη μόνο για την ηλιοπροστασία πεντακοσίων ευρώ, επιεικώς. Αν, εκτός από τις συστάσεις των Αρχών, πάρετε τοις μετρητοίς τις λεπτομερέστερες και τρυφερότερες συμβουλές των δερματολόγων, των ιατρικών συλλόγων αλλά και των χορηγών τους, των φαρμακευτικών εταιρειών και των βιομηχανιών καλλυντικών, θα πρέπει να γίνετε πιο σχολαστικοί και να αγοράσετε ξεχωριστό προϊόν για το πρόσωπο που είναι διαρκώς εκτεθειμένο στον ήλιο και, φυσικά, άλλο προϊόν για τα παιδιά, που δεν έχουν δέρμα-γυαλόχαρτο σαν το δικό σας. Στην καλύτερη περίπτωση, αυτή η υγειονομική πολυτέλεια που προσφέρετε στους εαυτούς σας και στην οικογένειά σας για να μην αρπάξετε κανένα καρκίνο ανεβάζει το κόστος της ηλιοπροστασίας στα 800 ευρώ το χρόνο.

Οι αρχές δεν έχουν σκεφτεί πώς ακριβώς θα καλύψετε αυτή τη δαπάνη- δεν είναι δουλειά τους άλλωστε, δουλειά τους είναι να σας διατάσσουν να είστε υγιείς. Δουλειά τους είναι να σας υποδείξουν όλους τους κινδύνους που, πέρα από τον ήλιο, πολιορκούν το σώμα σας. Και να σας υποδείξουν επίσης τα μέσα με τα οποία μπορείτε να αντιμετωπίσετε τους κινδύνους αυτούς. Αν τώρα τα μέσα αυτά τυγχάνει να μην είναι ματζούνια παρασκευαζόμενα στο σπίτι και αυτοσχέδιες χημείες με συνταγή της γιαγιάς, αλλά εμπορεύματα που υπόκεινται στο νόμο της προσφοράς και της ζήτησης, δικό σας πρόβλημα. Ουδείς από σας δικαιούται να κατηγορήσει της Αρχές ότι λειτουργούν σαν ιατρικοί επισκέπτες, σαν κοινοί ντίλερ των φαρμακευτικών εταιρειών και της βιομηχανίας καλλυντικών. Άλλωστε, αν τα ασφαλιστικά ταμεία δεν βρίσκονταν στα πρόθυρα κατάρρευσης, επειδή εσείς αρνείστε να διαθέσετε το σώμα σας για πέντε –δέκα χρόνια παραπάνω στον παραγωγικό ολετήρα, οι Αρχές ευχαρίστως θα ενέκριναν γενναιόδωρες ασφαλιστικές καλύψεις όχι μόνο για τα αντηλιακά, αλλά ακόμη και για τις κρέμες σύσφιξης για την περιοχή των γλουτών, για τα τζελ αντιγήρανσης προσώπου και για τους ορούς των ρυτίδων γύρω από τα μάτια. Δικά σας λεφτά είναι άλλωστε, ό,τι θέλουν τα κάνουν οι Αρχές.

Διότι, παρά τις περί του αντιθέτου εντυπώσεις, οι Αρχές ως φορείς της εξουσίας που τους έχετε εκχωρήσει, δεν σας θέλουν νεκρούς- τι να σας κάνουν, άλλωστε; Ούτε ψηφίζετε, ούτε δουλεύετε, ούτε καταναλώνετε, ούτε φορολογείστε παγωμένοι, φαιοί κι ακίνητοι στο ένα μέτρο κάτω από το χώμα. Δεν σας θέλουν καν φθαρμένους, γερασμένους, συρρικνωμένους, αδύναμους, σακάτες, σκεβρωμένους, ανάπηρους- αυτό δεν ίσχυε ποτέ, ούτε στον 19ο αιώνα όταν έστελναν τους προγόνους σας ανθρακωρύχους στις στοές κι ήταν άγνωστο πόσοι, ποιοι και πώς θα ξαναβγούν στο φως της μέρας. Ίσα- ίσα, σας θέλουν ανθεκτικούς στις επιδημίες, άτρωτους στις λοιμώξεις, άκαμπτους στις κακουχίες, άφθαρτους στην επίθεση του χρόνου, αλύγιστους στο οκτάωρο του γραφείου, ευθυτενείς στη γραμμή παραγωγής, ευλύγιστους στις σκαλωσιές, μυώδεις στα ορύγματα των μεγάλων έργων, ακάματους, γόνιμους, αγέραστους, ωραίους και ωραίες. Αν ήταν δυνατόν- αν τους περίσσευαν χρήματα από τα χρήματά σας- θα χρηματοδοτούσαν το πιο γενναίο, το πιο κολοσσιαίο, το πιο μεγαλεπήβολο πρόγραμμα ευγονικής για την παραγωγή του βιονικού ανθρώπου, με ένα χάπι για κάθε όργανο του σώματός του, μια κρέμα για κάθε εκατοστό του δέρματός του. Αλλά δεν τους περισσεύουν χρήματα από τα χρήματά σας. Τους περισσεύουν όμως οι καλές προθέσεις. Γι’ αυτό οι Αρχές γίνονται σχεδόν κουραστικές στις συστάσεις τους: Φορέστε αντηλιακά. Επισκέπτεστε συχνά τον δερματολόγο σας. Πάρτε μάσκες για τη γρίπη. Αγοράστε αντισηπτικά διαλύματα για τα χέρια. Πηγαίνετε τακτικά στον οδοντίατρό σας. Γυμνάζεστε, ξεκουράζεστε, κοιμηθείτε τουλάχιστον 8 ώρες τη μέρα. Τραφείτε σωστά και υγιεινά, σε σταθερές ώρες, πέντε γεύματα τη μέρα. Κάνετε μαστογραφία, κολονοσκόπηση, βυθοσκόπηση, γαστροσκόπηση και κάθε είδους ενδοσκόπηση.

Οι Αρχές σας θέλουν υγιείς. Δεν είστε πια κρέας για τα κανόνια, αλλά δέρμα, μύες, ιστοί, οστά για χιλιάδες προϊόντα, για τη μεγάκη αγορά του σώματος. Με τι λεφτά; Οι Αρχές δεν μπορούν να σας βοηθήσουν σ’ αυτό. Στην καλύτερη περίπτωση θα φιλοδωρήσουν την αυτοσυντήρησή σας με επιδοτήσεις και ποσοστά συμμετοχής.
Οι Αρχές άλλωστε κάνουν πάντα τα μνημόσυνα με ξένα κόλυβα. Και τις γιορτές και τις διακοπές επίσης.

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (1/8/2009)

Η αλήθεια είναι… η δική μου αλήθεια- ας ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα, μιλώ για τον εαυτό μου-, η αλήθεια είναι λοιπόν πως είμαι άρρωστη. Ένας καρκίνος θεώρησε ότι το σώμα μου είναι ένα καταπληκτικό παραδεισένιο νησί, κι έτσι ήρθε να κάνει τις διακοπές του, με τα πόδια του να βρέχονται στον ωκεανό του αίματός μου και το κορμί του να λιάζεται στον ήλιο της καρδιάς μου… Δεν χρειάζεται παρασόλι, αδιαφορεί για τα εγκαύματα. Οι μετ’ αποδοχών διακοπές του, στοχεύουν στον θάνατό μου. Υποφέρω φρικτά. Για να μη διπλώνομαι απ’ τους πόνους, είμαι υποχρεωμένη να κάνω ενέσεις μορφίνης και να καταπίνω ένα σωρό αναλγητικά…Αυτό έχει ένα κόστος, το κόστος της συνείδησής μου ότι υπάρχω. Έχω ακόμα σώας τας φρένας, αλλά αυτό ενδέχεται να μην κρατήσει για πολύ, έτσι λοιπόν προτιμώ να με βγάλω εγώ η ίδια από τη μέση, παρά να αφήσω έναν γιατρό να με «βγάλει από την πρίζα», ξαπλωμένη κι αναίσθητη στο κρεβάτι ενός νοσοκομείο. Είναι κι αυτό μια μικρή ελευθερία, μια πενιχρή ελευθερία…

Μαρτέν Παζ, «Πώς έγινα βλάκας»