Sunday, May 24, 2009

Για ένα πουκάμισο αδειανό, για μιαν Ευρώπη…(23/5/2009)

«Κάντε τώρα αίτηση σύνδεσης και κερδίστε το τριήμερο του Αγίου Πνεύματος δωρεάν στη Μύκονο», αναγγέλλει η διαφήμιση εταιρείας κινητής τηλεφωνίας. Την ίδια περίπου προσφορά και την ανάλογη διαφημιστική καμπάνια κάνουν τις τελευταίες μέρες -εκτός από τηλεφωνικές εταιρείες- τουριστικά πρακτορεία, τράπεζες, αεροπορικές εταιρείες, εμπορικά πολυκαταστήματα. Λογικό είναι, ο περισσότερος κόσμος προτιμά να αντιλαμβάνεται τη σκληρή εργασιακή του καθημερινότητα σαν διάλειμμα ανάμεσα σε αργίες, άδειες και διακοπές. Είναι η πιο υγιής αντίδραση σ’ έναν καταναγκασμό που δεν διεκπεραιώνεται ευχάριστα, ιδιαίτερα σε συνθήκες ύφεσης, ψυχολογικών εκβιασμών και οικονομικού άγχους. Έπειτα, το καλοκαίρι είναι ήδη εδώ κι αυτή η αργία επισημοποιεί την είσοδο στην περίοδο της ραστώνης.

Βεβαίως, αυτή η αργία της 8ης Ιουνίου έχει φέτος αυτή την αναποδιά. Είναι αμέσως μετά την 7η Ιουνίου των ευρωεκλογών. Τι δίλημμα κι αυτό! Η αγορά -τουλάχιστον αυτό το κομμάτι της που επενδύει στις αργίες και στη φυγή- δεν φαίνεται να βασανίζεται ιδιαίτερα από το δίλημμα αυτό. Ψηφίζει αναφανδόν αποχή από την ευρωκάλπη ή τουλάχιστον αυτό συνιστά στους πελάτες της. Οι ξενοδόχοι της περιφέρειας -και ιδιαίτερα των νησιών- δηλώνουν εξαιρετικά ικανοποιημένοι από την πληρότητα που έχουν εξασφαλίσει για το πρώτο τριήμερο του καλοκαιριού. Που σημαίνει ότι αρκετοί ψηφοφόροι-καταναλωτές έχουν απαντήσει προ πολλού με τον ίδιο τρόπο στο δίλημμα «κάλπη ή βουτιά;», επιλέγοντας τη δεύτερη. Ως εκ τούτου, η συντεταγμένη υποχρεωτικότητα της ψηφοφορίας είναι μια μάλλον γραφική λεπτομέρεια στο σκηνικό αυτό.

Τα κόμματα, οι διεκδικητές της ψήφου μας, δεν φαίνεται να ανησυχούν ιδιαίτερα από την επαπειλούμενη αποχή στις ευρωεκλογές, παρ’ ότι δηλώνουν πως επενδύουν πολλά σ’ αυτή την αναμέτρηση. Ωστόσο, δεν είναι και πολύ πειστικοί για τη γνησιότητα της αγωνίας τους. Είναι πρόθυμοι να συνδέσουν την αποχή με την ιερή αργία για να της αποδυναμώσουν κάθε ίχνος πολιτικής στάσης.

Πάλι καλά, στην Ελλάδα έχουμε αυτή τη βολική δικαιολογία της αργίας του Αγίου Πνεύματος (διότι η αργία του μη αγίου πνεύματος είναι διαρκής…) για να αντέξουμε μιαν αποχή ακόμη και πάνω από 40%. Άλλωστε, από καταβολής αειμνήστου, τα μπάνια του λαού είναι καθαγιασμένα και από την επίσημη πολιτική. Αλλά στη λοιπή Ευρώπη; Πώς θα δικαιολογήσουν ποσοστά αποχής άνω του 50% και 60% στη Βρετανία, στην Ιταλία, στη Ρουμανία ή στην Πολωνία; Τι ερμηνεία θα δώσουν στο δεδομένο ότι ο μέσος Ευρωπαίος θεωρεί πολυτελώς περιττή τη συμμετοχή του στη μόνη δημοκρατική διαδικασία της Ενωμένης Ευρώπης, στον μόνο αντιπροσωπευτικό και με στοιχειώδη νομιμοποίηση θεσμό της;

Παραδόξως, κι εκεί η αγορά είναι που αποφασίζει για το μέγεθος της αποχής, ίσως όχι με τον τρόπο που αποφασίζει στην Ελλάδα και στον μεσογειακό νότο, με τις ζεστές θάλασσες και τις κατάλληλες αργίες. Στις 27 χώρες των σχεδόν 500 εκατομμυρίων πολιτών, η αγορά, ως κυρίαρχη διάσταση του ευρωπαϊκού εγχειρήματος, εκτοπίζει συστηματικά την πολιτική και υπονομεύει με τρόπο ηγεμονικό τις λιγοστές διαδικασίες δημοκρατικής έκφρασης. Η συμπεριφορά απέναντι στα δημοψηφίσματα που απορρίπτουν τις εκάστοτε ευρωπαϊκές συνθήκες είναι χαρακτηριστική. Τι λέει το Ευαγγέλιο; «Και έσται ο λόγος ναι ναι και ου ου». Ε, λοιπόν, ξεχάστε το. Στη χριστιανική κατά τα λοιπά Ευρώπη, αυτό δεν ισχύει. Η διαδικασία δημοκρατικής νομιμοποίησης κάθε βήματος προς την οικονομική και πολιτική ολοκλήρωση είναι ένα είδος εξετάσεων των ψηφοφόρων. Αν απαντήσουν «όχι» στο οποιοδήποτε θεμιτό ή αθέμιτο όραμα της ευρωπαϊκής πολιτικής ελίτ, έχουν δύο επιλογές: ή να επανεξεταστούν μέχρι να προκύψει το απαιτούμενο «ναι» ή να απορριφθούν, εξαιρούμενοι από τα τυχόν οφέλη της ενοποίησης. Ακόμη και να αποπεμφθούν ως έθνη και οικονομίες. Η αντίληψη και η συμπεριφορά αυτή είναι τρομακτικές στην αντιδημοκρατικότητά τους και στην αλαζονεία τους. Λένε, εν ολίγοις, ότι η ιθύνουσα τάξη της Ευρώπης κατέχει ένα υψηλό όραμα του μέλλοντος, πολύ σημαντικό για να αφήνεται στα χέρια των κοινών θνητών και στα δημοψηφίσματά τους. Αν λοιπόν οι θνητοί αδυνατούν να παρακολουθήσουν και να επιβραβεύσουν τα πολιτικά μέσα με τα οποία υλοποιείται το όραμα αυτό, καλύτερα να κάτσουν σπίτια τους. Απ’ αυτή την άποψη, η πολιτική Ευρώπη, στον ίδιο περίπου βαθμό με την οικονομική Ευρώπη, την αγορά, ενθαρρύνει την αποχή ως στάση των ψηφοφόρων. Και για τους πολίτες, αντίστροφα, η πολιτική Ευρώπη γίνεται τρομακτικά απούσα από την καθημερινότητά τους που τόσο καθορίζει ως αγορά. Γίνεται ένα πουκάμισο αδειανό, μια Ελένη…

Όσο αντιευρωπαϊστής ή ευρωσκεπτικιστής κι αν είναι κανείς, οφείλει να αναγνωρίσει ότι, έστω κι απ’ τη σκοπιά των κυρίαρχων τάξεων και των πολιτικών ελίτ της Ευρώπης, το εγχείρημα της σταδιακής της ενοποίησης τα τελευταία πενήντα χρόνια είναι μια τεράστια πρόοδος σε σχέση με το παρελθόν των παγκόσμιων και ευρωπαϊκών πολέμων των οποίων η Γηραιά Ήπειρος ήταν το προνομιακό θέατρο, με δεκάδες εκατομμύρια νεκρούς. Η αντίληψη ότι μια ενιαία αγορά μπορεί να αποτρέψει την εκτόνωση του οικονομικού ανταγωνισμού σε αιματηρές πολεμικές συρράξεις ή ανώφελους εθνικούς και πολιτικούς ανταγωνισμούς είχε έναν ταξικό ρεαλισμό. Εξάλλου, το εγχείρημα αντιστοιχούσε στο νέο επίπεδο κοσμοπολιτισμού του ευρωπαϊκού κεφαλαίου που λειτουργούσε ασφυκτικά κάτω από τον υπερατλαντικό πατερναλισμό του Σχεδίου Μάρσαλ. Ωστόσο, οι παράλληλες διαδικασίες οικονομικής και πολιτικής ενοποίησης, εκτός από βασανιστικά, εξελίχθηκαν και τρομακτικά άνισα. Η αγορά έγινε ταχύτατα μια απτή πραγματικότητα, το ίδιο και η οικονομική διακυβέρνηση, που πήρε γρήγορα τη μορφή ενός αυταρχικού διευθυντηρίου που επιβάλλει κανόνες, οικονομικές πολιτικές, φόρους, μεταρρυθμίσεις, αλλαγές κυβερνητικών προγραμμάτων, εγκρίνει ή απορρίπτει μέτρα που έχουν την έστω τυπική δημοκρατική νομιμοποίηση των εθνικών Κοινοβουλίων ή των ψηφοφόρων κάθε κράτους. Αλλά του «διευθυντηρίου» οι επιλογές ποια δημοκρατική νομιμοποίηση έχουν; Κατά κανόνα, καμιά. Η οικονομική αγορά αποφασίζει καθημερινά, μέσω χρηματιστηρίων, μέσω επιχειρηματικών λόμπι, μέσω συναλλαγών που επιβραβεύουν ή στέλνουν απορριπτικά μηνύματα στις αποφάσεις της Κομισιόν ή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η πολιτική αγορά των 500 εκατομμυρίων, όμως, μένει τρομακτικά σιωπηλή για πέντε χρόνια και, όταν καλείται να εκλέξει εκπροσώπους, όταν δεν απέχει απ’ αυτή την πολυτελή διαδικασία, συμμετέχει με κρύα καρδιά και με σχεδόν αμιγώς εθνικά κριτήρια. Το Μπερλεμόν είναι πολύ μακριά και, ακόμη κι αν καίγεται, όπως την περασμένη Δευτέρα, δύσκολα στην Αθήνα θα πάρει κανείς μυρωδιά. Έτσι, η ευρωκρατία νομιμοποιείται εκ των υστέρων να κρίνει αφ’ υψηλού την επιλογή των Ευρωπαίων (την αποχή, την απάθεια, την πριμοδότηση μικρών, «περιθωριακών», γραφικών κομμάτων, την αποδοκιμασία των κυρίαρχων «ευρωπαϊκών» κομμάτων) «σαν μια επιλογή μεταξύ γνώσης και άγνοιας, μεταξύ εμπειρογνωμοσύνης και ιδεολογίας, μεταξύ μετα-πολιτικής διακυβέρνησης και παλαιών πολιτικών παθών», όπως γράφει ο Σλαβόι Ζίζεκ. Σωστά, αλλά, όταν η ενιαία αγορά τρέχει με 200 χιλιόμετρα την ώρα, η πολιτική ελίτ της Ευρώπης τρέχει με 100 και ο μέσος Ευρωπαίος έχει καθηλωθεί στα 5 χιλιόμετρα την ώρα (και με τα πόδια), δεν μπορείς να τον λες από πάνω και άσχετο. Κάποιου είδους πολιτική δυσφορία κρύβει η σιωπή, η αποχή του, η «εναλλακτική ψήφος» του.

Βεβαίως, απ’ την άλλη υπάρχουν τα λεφτά. Πολλά λεφτά, είναι αλήθεια, που πέφτουν σαν μάνα εξ ουρανού από τα ΚΠΣ και τα Ταμεία Συνοχής σε παλαιές και νέες χώρες που συνωστίσθηκαν στην είσοδο της Ευρώπης, κάθε φορά που άνοιγε λίγο ή διάπλατα η πόρτα της διεύρυνσης. Τα λεφτά γίνονται το άλλοθι του δημοκρατικού ελλείμματος, γίνονται ένας μηχανισμός εξαγοράς της πολιτικής ανοχής των Ευρωπαίων στην αμήχανη, νεκροζώντανη πολιτική δημοκρατία. Αυτή η προσέγγιση παρουσιάζει την Ε.Ε. περίπου σαν φιλανθρωπικό ίδρυμα, με χορηγούς τις μεγάλες χώρες της Κεντρικής Ευρώπης και επαίτες την ευρωπαϊκή περιφέρεια, τους Βαλκάνιους εταίρους, τις χώρες του πρώην «ανύπαρκτου» σοσιαλισμού κ.λπ. Πρόκειται για μιαν ιστορική λαθροχειρία. Τα λεφτά ήταν πράγματι πολλά, πολλά κι αυτά που χάθηκαν στον δρόμο, πολλά κι αυτά που βγήκαν από τα ταμεία των γενναιόδωρων χορηγών, της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας. Αλλά, κάποιος πρέπει επιτέλους να κάτσει και να υπολογίσει τι λεφτά έχουν βγάλει οι φιλάνθρωποι χορηγοί από το γεγονός ότι μετέτρεψαν τα αξιοπρεπή τους εθνικά σούπερ μάρκετ σε ένα γιγάντιο Mall 4,3 εκατομμυρίων τετραγωνικών χιλιομέτρων, 27 χωρών, 23 γλωσσών, 500 εκατομμυρίων πελατών και δισεκατομμυρίων αγαθών με το σήμα CE. Αν βγει ποτέ ο ισολογισμός (μην ελπίζετε…) να δείτε πως τα λεφτά είναι πολύ λίγα για ένα πουκάμισο αδειανό, για μιαν Ευρώπη τόσο καχεκτική πολιτικά…

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (23/5/2009)

Το διακύβευμα της δημοκρατίας είναι, όπως έλεγε ο Λίνκολν πριν από πολλά χρόνια, ότι δεν είναι δυνατόν να απατάται όλος ο κόσμος διαρκώς. Είναι αλήθεια ότι ο Χίτλερ έφθασε στην εξουσία με δημοκρατικό τρόπο (όχι όμως απόλυτα σωστό), αλλά, μακροπρόθεσμα, παρά τις πολλές ταλαντεύσεις και συγχύσεις, πρέπει να εμπιστευόμαστε την πλειοψηφία. Αυτό το διακύβευμα είναι που διατηρεί ζωντανή τη δημοκρατία: αν το απορρίψουμε, δεν μιλάμε πλέον για δημοκρατία. Κι είναι μ’ αυτήν την έννοια που οι Ευρωπαίοι ηγέτες κάνουν ένα οικτρό λάθος. Αν ήσαν αληθινά έτοιμοι να «σεβαστούν» την απόφαση των ψηφοφόρων, θα έπρεπε να αποδεχτούν το μήνυμα της διαρκούς δυσπιστίας του λαού: το σχέδιο της ευρωπαϊκής ενοποίησης, έτσι όπως διατυπώνεται σήμερα, έχει κάποια θεμελιώδη ελλείμματα. Αυτό που αντιλαμβάνονται οι ψηφοφόροι είναι η ανυπαρξία ενός αληθινού πολιτικού οράματος κάτω από τη ρητορική της εμπειρογνωμοσύνης – το μήνυμά τους δεν είναι αντι-ευρωπαϊκό, αλλά μια απαίτηση για περισσότερη Ευρώπη. Το ιρλανδικό όχι είναι μια πρόσκληση για να αρχίσει ένας γνήσιος πολιτικός διάλογος πάνω στο είδος της Ευρώπης που επιθυμούμε να έχουμε.

Σλαβόι Ζίζεκ, «Οι Ευρωπαίοι θέλουν περισσότερη Ευρώπη» (άρθρο στην «El Pais», Ιούλιος 2008)

Monday, May 18, 2009

Ρέκβιεμ για μιαν ιθύνουσα τάξη (16/5/2009)

Έχει απόλυτο δίκιο ο κ. Δασκαλόπουλος. Έχει δίκιο όταν, μιλώντας ως εκπρόσωπος του ΣΕΒ, του ιστορικότερου και ισχυρότερου επιχειρηματικού φορέα της χώρας, χαρακτηρίζει «στομωμένη» τη μεταπολιτευτική μας δημοκρατία και εξαντλημένο το κομματικό μας σύστημα. Παραβιάζει, βεβαίως, ανοικτές θύρες αυτή η διαπιστωτική του προσέγγιση (για να το πούμε λαϊκότερα: ο κόσμος το ’χει τούμπανο κι εμείς κρυφό καμάρι…), αλλά έχει αξία ν’ ακούς αυτές τις διαπιστώσεις, κοινές στη λαϊκή θυμοσοφία και πληθωρικές στα δημοσιογραφικά κλισέ, από τον εκπρόσωπο μιας ολόκληρης τάξης. Γιατί, ο κ. Δασκαλόπουλος εκφράζει την τάξη που ηγεμονεύει, μαζί με ευκαιριακούς ή σταθερούς συμμάχους της, στον κοινωνικό σχηματισμό της χώρας καθ’ όλη σχεδόν τη μετεμφυλιακή περίοδο. Πάνω από μισό αιώνα. Και ως ιθύνουσα τάξη, ευνόησε -αν δεν καθόρισε στις βασικές του συνιστώσες- το μεταπολιτευτικό πολιτικό μοντέλο, που συμπυκνώνεται στον δικομματισμό και την εναλλαγή στη διακυβέρνηση δύο κομμάτων εξουσίας. Ωστόσο, για λόγους ιστορικής αυτογνωσίας, οφείλουμε να θυμίσουμε ότι μιλούμε για την ίδια τάξη που είχε ευνοήσει (ή συμβιβαστεί με) την αντικοινοβουλευτική εκτροπή της χούντας και, πιο πριν, την ανάπηρη κοινοβουλευτική δημοκρατία της μετεμφυλιακής περιόδου.

Έχει δίκιο, λοιπόν, ο κ. Δασκαλόπουλος να εγκαλεί για ανεπάρκεια, για έλλειψη οράματος, για απουσία σχεδίου και για «απεμπόληση του καθοδηγητικού του ρόλου» το πολιτικό και κομματικό σύστημα. Και είναι άκρως ενδιαφέρουσα -αν και κοινότοπη- η περιγραφή των συμπτωμάτων της κρίσης ανυποληψίας στην οποία έχει βυθιστεί: δυστοκία… κομματικός αλληλομηδενισμός… υστέρηση δημόσιου λόγου… υποσχέσεις με ακάλυπτα γραμμάτια… σκάνδαλα… επιδοτούμενη ευημερία… ανάπτυξη με δανεικά. Το τελευταίο έχει ενδιαφέρον στην πλήρη ανάπτυξή του: «Για δεκαετίες τώρα, η χώρα μας αναπτυσσόταν με δανεικά, κρατικές επιχορηγήσεις και κοινοτικές επιδοτήσεις, τις οποίες, εν πολλοίς, σπαταλήσαμε, ενίοτε δε καταχραστήκαμε». Υποθέτω ότι ο πληθυντικός δεν είναι της ευγενείας ή της μεγαλοπρεπείας. Είναι πληθυντικός της κυριολεξίας. Και περιλαμβάνει τόσο τα κόμματα εξουσίας που διαχειρίστηκαν τα δισεκατομμύρια ευρώ των τριών συν ένα ΚΠΣ όσο και τα εκλεκτά μέλη της τάξης που εκπροσωπεί ο κ. Δασκαλόπουλος, τα οποία υπήρξαν οι προνομιακοί τελικοί αποδέκτες κρατικών και κοινοτικών πόρων, είτε ως προμηθευτές και εργολάβοι του κράτους είτε ως ανήμποροι, πλην διαρκώς επιβραβευόμενοι επιχειρηματίες. Οπότε, τη διαπίστωση του κ. Δασκαλόπουλου τη δεχόμαστε και ως αυτοκριτική.

Έχει δίκιο, επίσης, ο κ. Δασκαλόπουλος να επισημαίνει ότι η κρίση απλώς μας προσγείωσε από την εικονική στη μοναδική πραγματικότητα της σαθρότητας του αναπτυξιακού άθλου, για τον οποίο επαίρονταν και η πολιτική και η επιχειρηματική τάξη εδώ και μία δεκαπενταετία. Και υποθέτω ότι η ομολογία του ψεύδους, της εικονικότητας, περιλαμβάνει όχι μόνον τη δημοσιονομική βιτρίνα που έστησαν διαδοχικά η πράσινη εξουσία της δημιουργικής λογιστικής και η γαλάζια της απογραφής. Περιλαμβάνει προφανώς και την πλασματική ευρωστία που εξέπεμπαν οι ισολογισμοί των επιχειρήσεων που εκπροσωπεί ο κ. Δασκαλόπουλος, όταν επρόκειτο να απομυζήσουν τα δισεκατομμύρια που διέθεταν σε εισαγωγές και αυξήσεις κεφαλαίων οι άπληστοι νεοέλληνες μικροαστοί το 1999. Ή και τώρα, πιθανότατα. Είναι κι αυτή μια ενδιαφέρουσα και χρήσιμη ομολογία, που ωστόσο δεν συνιστά αυτόματα και ανάληψη ευθύνης για τα αποτελέσματά της, δηλαδή για την παρούσα κρίση. Στο πεδίο αυτό η αυτοκριτική της ιθύνουσας τάξης είναι ισχνή, αν όχι ανύπαρκτη, παρ’ ότι οι αποκαλύψεις που προηγήθηκαν διεθνώς και εγχωρίως από το περασμένο φθινόπωρο ήταν καταιγιστικές. Και υπογραμμίζουν, πέρα από την ηθικολογία που κατέκλυσε τη δημόσια ρητορεία για την αδηφαγία των golden boys (αλλά η αδηφαγία των αφεντικών τους, των ιδιοκτητών, πού πήγε;), ότι το δίπολο πολιτικής και οικονομικής κρίσης είναι το αποτέλεσμα της θεμελιώδους διαχειριστικής ανικανότητας και της ιθύνουσας τάξης και του πολιτικού της συστήματος.

Έχει, και πάλι, δίκιο ο κ. Δασκαλόπουλος να οργίζεται με το πολιτικό σύστημα που έχει απολέσει τη σχετική αυτονομία του, απαραίτητη για να δρα εξ ονόματος όλης της κοινωνίας, έστω κι αν μεροληπτεί υπέρ μιας τάξης και των εκάστοτε συμμάχων της. Και η αυτονομία αυτή έχει χαθεί μέσα στις δαιδαλώδεις σχέσεις διαπλοκής και συναλλαγής που αποκαλύπτονται με ρυθμούς θλιβερής ρουτίνας. Μόνο που οι σχέσεις διαπλοκής έχουν πάντα δύο πόλους. Κι αν ο ένας είναι το «κομματικοποιημένο κράτος» (ή τα «κρατικοποιημένα κόμματα»), ο άλλος δεν είναι βεβαίως μόνον οι φτωχοδιάβολοι της πολιτικο-κομματικής πελατείας. Είναι πρωτίστως η επιχειρηματική ελίτ, εκπαιδευμένη για χρόνια να παρακάμπτει διά της μίζας και τη διεφθαρμένη γραφειοκρατία και τους αδιάφθορους μηχανισμούς «διαφάνειας». Αν λοιπόν η ηγεσία του ΣΕΒ εξανίσταται με τον δωροδοκούμενο, ποια ακριβώς είναι τα συναισθήματα που της προκαλεί ο δωροδόκος;

Έχει δίκιο, τέλος, ο κ. Δασκαλόπουλος να διακηρύσσει δημόσια ότι το υπάρχον πολιτικό και κομματικό σύστημα έχουν πάψει να εξυπηρετούν το κοινωνικό μπλοκ εξουσίας που κυριάρχησε τη μεταπολιτευτική τριακονταπενταετία, με επικεφαλής την τάξη του. Αγνοεί όμως κάτι θεμελιώδες: ότι η τάξη του, η βιομηχανική επιχειρηματική ελίτ, είναι μια κοινωνική ομάδα σε απόλυτη παρακμή. Παραγωγική και κοινωνική. Εξαντλημένη σε μια εντελώς καταναλωτική σχέση με την εξουσία, αδυνατεί να παίξει τον ρόλο της στην αναπαραγωγή του κεφαλαίου. Παρακολουθεί εδώ και δεκαετίες με χαρακτηριστική αβουλία την προϊούσα αποβιομηχάνιση που καθιστά την εθνική οικονομία παραγωγικά ανάπηρη. Συρρικνώνεται δραματικά ως ποσοστό του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος. Κινείται ως εκκρεμές ανάμεσα στον βαλκανικό μικρομεγαλισμό και στην εγχώρια αποεπένδυση. Στέκεται αναποφάσιστη μεταξύ Ανατολής και Δύσης, Ευρωατλαντισμού και Ρωσίας. Παρακολουθεί ζαλισμένη τη διόγκωση των υπηρεσιών και τη μετάλλαξή της σε μεταπράτη αξιών που έχουν παραχθεί πολύ μακριά, στην Κίνα, στην Ταϊλάνδη ή στην Ουκρανία. Διαπληκτίζεται συστηματικά με τον νέο κυρίαρχο του παιχνιδιού, το χρηματοπιστωτικό σύστημα, που έχει υποκαταστήσει, τύποις και ουσία, στην ιδιοκτησία και την επιρροή τους, τα παλιά και νεότερα βιομηχανικά τζάκια τα οποία μεσουρανούσαν μέχρι την προηγούμενη δεκαετία στο εγχώριο οικονομικό σύμπαν. Μοιάζει ανίκανη να διατυπώσει ένα στρατηγικό σχέδιο για τον οικονομικό και κοινωνικό μετασχηματισμό της χώρας. Πώς φαντάζονται την Ελλάδα της επόμενης δεκαετίας; Χρηματοπιστωτικό κέντρο των Βαλκανίων; Οπωρώνα της Ευρώπης; Παράδεισο της αποϋλοποιημένης οικονομιας; Θέρετρο των αστών και των προλεταρίων της Γηραιάς Ηπείρου; Ένα γιγάντιο Mall όπου τα πάντα πουλιούνται κι αγοράζονται, αλλά τίποτε δεν παράγεται; Ας υποδείξουν κάτι, οτιδήποτε, για να μπορούν να ισχυριστούν ότι εξακολουθούν να είναι η ηγετική δύναμη της κοινωνίας και, άρα, ότι μπορούν να υποβάλουν προνομιακά το σχέδιό τους για τον ανασχηματισμό και την ηθική αναγέννηση του πολιτικού συστήματος.

Εδώ έχει άδικο, λοιπόν, ο κ. Δασκαλόπουλος. Μετά λύπης μου (όχι και τόσης, για να πω την αλήθεια), το στρώμα που εκπροσωπεί έχει προ πολλού χάσει το σημαντικό ειδικό κοινωνικό βάρος του, μαζί με τις ευκαιρίες που έχασε να εγγυηθεί έναν αξιόπιστο καπιταλισμό, μ’ ένα αξιοπρεπές κοινωνικό κράτος, έναν στοιχειώδη μηχανισμό αναδιανομής του πλούτου (ορθολογικής, όχι δίκαιης), έναν βαθμό διάχυσης της ευημερίας στους εξ ορισμού αποκλεισμένους. Χαμένες ευκαιρίες που θα μπορούσαν να καταστήσουν τουλάχιστον τη χώρα αυτή συγκρίσιμη με άλλες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης. Αντ’ αυτού του οράματος, που δεν έχει τίποτε το επαναστατικό, είναι απλώς διαχειριστικό και τελικά μια πράξη αυτοσυντήρησης της ίδιας της ιθύνουσας τάξης, γίναμε μάρτυρες του νεοελληνικού αεριτζιδισμού, της αρπαχτής, της συναλλαγής, της φοροκλοπής, της επαιτείας κρατικών ενισχύσεων, της πολεοδομικής και οικιστικής αυθαιρεσίας, της κακογουστιάς και του βάναυσου τραυματισμού του περιβάλλοντος ως κυρίαρχων συμπεριφορών όχι μόνο της ταξικής μας αφρόκρεμας, αλλά όλου του κοινωνικού ιστού, μέχρι τον πάτο του. Λογικό είναι, αφού όλες οι τάξεις και όλα τα στρώματα της κοινωνικής πυραμίδας είχαν άριστους δασκάλους, όσους βρίσκονταν στην κορυφή της.

Έχει απόλυτο δίκιο, λοιπόν, η ηγεσία του ΣΕΒ να παρουσιάζει το «στομωμένο πολιτικό σύστημα» της χώρας υπό απόσυρση. Μόνο που θα πρέπει να αναρωτηθεί μήπως μαζί του πρέπει να αποσυρθεί και η παρηκμασμένη τάξη που το εξέθρεψε και εκτράφηκε απ’ αυτό. Αυτά τα πράγματα πάνε πακέτο.

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (16/5/2009)

Οι παλαιοί γνωστοί βιομήχανοι δείχνουν αδυναμία και είναι προβληματισμένοι. Σύμφωνα όμως με την κοινή λογική, αυτοί που πρέπει να αντικαταστήσουν τα αδράχτια τους ή να τα αυξήσουν είναι οι πραγματικοί φορείς, που έχουν και τη γνώση της εργασίας και την πείρα και την πελατεία τους έτοιμη. Αυτοί πρέπει να τολμήσουν. Γιατί δεν τολμούν, αλλά συζητούν για την περικοπή της παραγωγής τους κατά είκοσι τοις εκατό; Αντίθετα, έχουμε τους ξένους προς τον κλάδο (και εννοούσα τους νυν, όπως ο Φουστάνος) που ζητούσαν όπλα (και εννοούσα χρήματα), για να σαρώσουν την Κοινή Αγορά. Η τολμηρή σκέψη είναι ότι το κράτος έχει τα λεφτά αλλά μυαλό δεν έχει, και εμείς που έχουμε μυαλό δεν έχουμε λεφτά. Η λύση είναι να βάλουμε το μυαλό εμείς και το κράτος τα λεφτά. Αν πάμε καλά, έχει καλώς, και αν όχι, θα πούμε ότι προσπαθήσαμε αλλά αποτύχαμε από τον πολύ μεγάλο ανταγωνισμό…

Ελευθέριος Μουζάκης, «Αυτοβιογραφία, το ντοκουμέντο μιας ζωής»

Monday, May 11, 2009

Μεγάλη αναταραχή, ωραία κατάσταση… (9/5/2009)

Από μιαν άποψη, είναι διασκεδαστικό να ακούς από τόσο επίσημα χείλη, σαν του κ. Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, του προέδρου του Eurogroup, να διατυπώνουν με πραγματικό δέος τους βαθύτερους φόβους τους για την κοινωνική κρίση που θα προκαλέσει η ύφεση και η έκρηξη της ανεργίας στην Ευρώπη. Κι ακόμη πιο διασκεδαστική ακούγεται η άποψη που διατύπωσε ο επίτροπος Σπίντλα για τον κίνδυνο η κοινωνική κρίση να τροφοδοτήσει ένα κύμα πολιτικού εξτρεμισμού. Προφανώς κάτι περισσότερο ξέρουν από μας, που δεν έχουμε μυρίσει ακόμη το μπαρούτι. Ίσως στα μέρη τους οι κοινωνικές διεργασίες είναι πιο προφανείς, και πάντως λιγότερο στρεβλωμένες από τους παραμορφωτικούς καθρέφτες της παρα-πολιτικής. Στην παρα-χώρα Ελλάδα η πολιτική νοείται πλέον μόνο ως σχέση αντιπαλότητας ή συνεργασίας των πολιτικών και χάνει και τα τελευταία στοιχεία διαδραστικότητας με τον κοινωνικό ιστό. Ακόμη και με τους παραδοσιακούς όρους της πελατείας.

Στην κεντρο-Ευρώπη συμβαίνουν, αντιθέτως, πιο ενδιαφέροντα πράγματα, ιδιαίτερα στο ευαίσθητο πεδίο της απασχόλησης. Το τσουνάμι των απολύσεων, η εκρηκτική αύξηση της ανεργίας μέσα στους λίγους μήνες επισημοποίησης της ύφεσης, η προκλητική συμπεριφορά των επιχειρηματικών ελίτ που προβαίνουν σε «προληπτική» μείωση των θέσεων εργασίας για να διασώσουν το ιερόν ποσοστό κέρδους, η άρνησή τους να ανταποκριθούν έστω και στις στοιχειώδεις απαιτήσεις της νομοθεσίας για τη νομιμότητα των απολύσεων και τις αποζημιώσεις των απολυομένων, όλα αυτά έχουν τροφοδοτήσει ενδιαφέρουσες αυθόρμητες κοινωνικές συμπεριφορές που υπερβαίνουν τη συνδικαλιστική ρουτίνα: από το bossnaping (ομηρίες μάνατζερ και εργοδοτών) μέχρι τις καταλήψεις εργοστασίων και από τις ξενοφοβικές αντιδράσεις κατά των μεταναστών μέχρι τους μηχανισμούς αλληλεγγύης που στήνουν συνδικάτα και κοινωνικές οργανώσεις για τη στήριξη των φτωχότερων εργαζομένων. Οι συμπεριφορές αυτές περιέχουν βεβαίως το σπέρμα ενός ριζοσπαστισμού, που προς το παρόν είναι ασαφές σε ποιο βαθμό θα εκφραστεί στις ευρωεκλογές. Είναι επίσης ένας ριζοσπαστισμός αντιφατικός, που άλλοτε διαχέεται σε εκρήξεις διαμαρτυρίας και αυτοάμυνας και άλλοτε εκτρέπεται στις επικίνδυνες ατραπούς του ρατσισμού. Το ενδιαφέρον, πάντως, είναι ότι αυτή η πανσπερμία συμπεριφορών έχει κρατήσει αρκετά από το ιδεολογικό φορτίο που διοχέτευσαν κατά το ξέσπασμα της κρίσης οι πολιτικές ελίτ της Ευρώπης, επιδιδόμενες σε ανέξοδη ρητορεία κατά της απληστίας, του παρασιτισμού των τραπεζών, των golden boys, της απελεύθερης αγοράς και τελικώς του ίδιου του καπιταλισμού. Στο σύντομο φθινόπωρο της λεκτικής ανταρσίας, στο λυκαυγές της ύφεσης, σημειώθηκε η πιο συστηματική ηθική αποδόμηση του οικονομικού συστήματος, που με ιερά προσήλωση οικοδομήθηκε την τελευταία εικοσαετία.

Από την άποψη αυτή, λοιπόν, ο κ. Γιούνκερ, ο κ. Σπίντλα, όλοι οι ευρωκράτες και οι ηγέτες της Ε.Ε. που σήμερα εκφράζουν διακριτικά ή κραυγαλέα την αγωνία τους για την «κοινωνική έκρηξη» που έρχεται, θερίζουν τις θύελλες των ανέμων που έσπειραν. Με τα χεράκια τους, με τα στοματάκια τους, με την αμετροέπειά τους.

Η περίοδος της επίσημης αντικαπιταλιστικής ρητορείας έχει όμως περάσει. Το διάλειμμα τελείωσε, τα κεφάλια μέσα. Όταν τα golden boys της πολιτικής εκτονώθηκαν εις βάρος των golden boys της αγοράς, ακολούθησε η περίοδος πολιτικής και ιδεολογικής ανασύνταξης. Πρώτα με την ανάκληση του κράτους από την οικονομική εξορία, έπειτα με την τεχνοκρατική παρέμβαση ανασύνθεσης των όρων και των ορίων ελευθερίας των αγορών, κατόπιν με τη γενναιόδωρη κρατική χρηματοδότηση των υπαιτίων της κρίσης και τελικά με τη συστηματική ψυχοθεραπεία ανύψωσης του ηθικού των επενδυτών, είτε με δειλές προβλέψεις ανάκαμψης των οικονομιών μέχρι το τέλος του έτους είτε με τις γενναιόδωρες πολιτικές εγγυήσεις που προσφέρονται στο ανώτατο επίπεδο (τους G20, τους G8, την Ε.Ε., το ΔΝΤ, τον ΟΟΣΑ), ότι κανείς δεν πρόκειται να αφήσει τον καπιταλισμό να καταρρεύσει. Έτσι, στον αντίποδα της μαζικής κατάθλιψης που προκαλείται στις ευρωπαϊκές κοινωνίες των 2/3 σε εργαζόμενους, άνεργους και καταναλωτές με ισχνά εισοδήματα, στις χρηματιστηριακές αγορές συντηρείται μια σχιζοφρενική κατάσταση ευφορίας: οι επιχειρήσεις απολύουν αλλά οι μετοχές τους ανεβαίνουν, οι παραγγελίες μειώνονται αλλά η κερδοφορία τους συντηρείται σε ανεκτά επίπεδα, οι τράπεζες ξεμένουν από πελατεία και κρατούν στα χαρτοφυλάκιά τους ένα σωρό «σαπάκια» επισφαλών δανείων αλλά οι λογιστικές τους καταστάσεις, ως διά μαγείας, λάμπουν από υγεία. Πώς συντελείται αυτό το θαύμα; Κύριος οίδε…

Αυτή τη σχιζοφρενική αντίφαση οι πολιτικές ελίτ της Ευρώπης πρέπει να την επιλύσουν αριστοτεχνικά. Είναι μάλλον αδύνατο να εξηγήσουν στις κοινωνίες -οι οποίες θα διοχετεύσουν τη δυσφορία τους στην πιο μαζική έκφραση γνώμης, στις ευρωεκλογές του Ιούνη- γιατί όλες οι πολιτικές που έχουν προωθήσει μέχρι στιγμής σε εθνικό ή ευρωπαϊκό επίπεδο έχουν τελικό (και μοναδικό) αποδέκτη τους κερδοσκόπους, οι οποίοι συνεχίζουν αμέριμνοι το παγκόσμιο χρηματιστηριακό πάρτι που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Γιατί τα «λαμόγια» που έφεραν τις οικονομίες στο χείλος της καταστροφής (και αρκετές στην ίδια την καταστροφή) είναι οι μόνοι ωφελημένοι και επιβραβευόμενοι. Πολύ περισσότερο που η ύφεση -ανεξάρτητα από τις εικονικές ή πραγματικές προσπάθειες ανακοπής της- θα κάνει «δουλειά» στη λεγόμενη πραγματική οικονομία για πολλούς μήνες ή και χρόνια ακόμη. Οι θέσεις εργασίας που καταργούνται θα αργήσουν πολύ να ξαναδημιουργηθούν. Οι επιχειρήσεις που βάζουν λουκέτα ή προχωρούν σε εξαγορές και συγχωνεύσεις δεν θα επανέλθουν στην προτέρα κατάσταση. Το εισόδημα που χάνουν τα μεσαία και κατώτερα στρώματα θα κάνουν πολλά χρόνια να το αναπληρώσουν. Τα εργασιακά δικαιώματα που ισοπεδώνονται εν ονόματι της κρίσης και της απασχόλησης δεν θα ανασυσταθούν χωρίς σκληρές αναμετρήσεις. Και, γενικώς, η κρίση μπορεί να είναι μια προσωρινή κατάσταση, αλλά δημιουργεί επώδυνες για την εργασία μονιμότητες.

Τι είδους διεργασίες προκαλεί αυτό το δίπολο (ευφορία των αγορών - δυσφορία των ανθρώπων) στις κοινωνικές συνειδήσεις; Ποιο είναι το ψυχολογικό αποτύπωμα αυτής της προφανέστατα ταξικής επιλογής με την οποία επιλύεται η κρίση στους εργαζόμενους, στους απολυμένους, στους άγρια φορολογούμενους (εν ονόματι χρέους και ελλειμμάτων) πολίτες, στους μετανάστες που υποβάλλονται σε έναν «ευγενή» διωγμό με πληρωμή των ναύλων της επιστροφής; Θα ήταν παράδοξο να περιμένουν ο κ. Γιούνκερ, ο κ. Σπίντλα και οι λοιποί συμπαθείς ευρωκράτες κάτι λιγότερο από οργή, κοινωνική αναταραχή, άγριες διαμαρτυρίες και ανεξέλεγκτες καταστάσεις. Και δεν έχουν καν την πολυτέλεια μιας αξιοπρεπούς πολιτικής διαμεσολάβησης εκείνων των δυνάμεων που κάποτε, παρά τη ριζοσπαστική τους ρητορική, απορροφούσαν την κοινωνική διαμαρτυρία για να τη διοχετεύσουν στην προσδοκία της επανάστασης ή της συντεταγμένης σοσιαλιστικής μεταρρύθμισης (όταν και όποτε ωρίμαζαν οι συνθήκες… Αλλά δεν ωρίμαζαν ποτέ, διάολε!). Τα κομμουνιστικά κόμματα ζουν το υπαρξιακό τους ψυχόδραμα και, στον αντίποδά τους, ενισχύονται πολιτικά ρεύματα που δεν έχουν κουλτούρα καθωσπρεπισμού, ούτε διάθεση συνδιαλλαγής με τα συστήματα εξουσίας και κερδίζουν τη μικρο-ηγεμονία στην Αριστερά (το φαινόμενο Μπεζανσενό, στη Γαλλία, δεν είναι το μόνο στην Ευρώπη). Τίποτε δεν φαίνεται ικανό να αποτρέψει, λοιπόν, κοινωνικές αναφλέξεις (άνισες, ανομοιόμορφες, σποραδικές και ιδεολογικά ετερόκλητες) στην Ευρώπη, και δικαίως ανησυχούν οι Ευρωπαίοι ηγέτες.

Αλλά, «καλώς να έλθουν», λέω εγώ. «Μεγάλη αναταραχή, θαυμάσια κατάσταση», που θα ’λεγε κι ο Μεγάλος Τιμονιέρης. Τι περισσότερο έχουν προσφέρει ως διέξοδο στην κρίση οι διαχειριστικές πολιτικές στην Ευρώπη; Τι παραπάνω έδωσαν τα τείχη προστατευτισμού που υψώνει ο Σαρκοζί, το δημοσιονομικό σωφρονιστήριο που επιβάλλει η Κομισιόν, η ελευθερία των αγορών που υπερασπίζονται με πάθος οι νεοφώτιστοι Ανατολικοευρωπαίοι; Ποια ελπίδα για το μέλλον συντηρεί το ελλαδικό πολιτικό τέλμα που κινείται ακόμη στον εικοσαετή φαύλο κύκλο «διαφθορά - διαφάνεια - κάθαρση»; Πώς ακριβώς υπερασπίζεται τις «κοινοβουλευτικές αξίες» ένα Κυνοβούλιο (και δεν υπάρχει ορθογραφικό λάθος!) που κατεβάζει την κουκούλα μέχρι τον λαιμό μπροστά σε εξόφθαλμα σκάνδαλα; Πώς κερδίζεται η εμπιστοσύνη στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία όταν οι εκπρόσωποι ψηφίζουν μόνο κατ’ εξαίρεση «κατά συνείδηση»;

Καλώς να έλθουν οι «εκρήξεις», λοιπόν. Κάπως πρέπει να αποδείξουν οι ευρωπαϊκές κοινωνίες ότι είναι ακόμη ζωντανές, κάπως πρέπει να αποδείξουν οι εκπροσωπούμενοι ότι διαθέτουν τη συνείδηση που έχουν χάσει οι εκπρόσωποί τους…

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (9/5/2009)

Φτώχεια ουσ. Λίμα κατάλληλη για τα δόντια των αρουραίων της μεταρρύθμισης. Ο αριθμός των νομοσχεδίων για την κατάργησή της είναι ίσος με το άθροισμα των μεταρρυθμιστών που υποφέρουν από αυτήν και των φιλοσόφων που δεν γνωρίζουν καν την ύπαρξή της. Τα θύματά της διακρίνονται από το γεγονός πως κατέχουν όλες τις αρετές και από την πίστη τους σε ηγέτες που επιζητούν να τους οδηγήσουν σε μιαν ευημερία, στην οποία -όπως ισχυρίζονται- οι εν λόγω αρετές είναι κάτι εντελώς άγνωστο.

Αμπρόουζ Μπηρς, «Το αλφαβητάρι του διαβόλου»

Sunday, May 3, 2009

Το χοιρόγραφον του χοίρου (2/5/2009)

…Ήρθε ο καιρός να πάρω το αίμα μου πίσω. Τώρα αρχίζει ο αιώνας μου. Ο χοιρότερος αιών. Όχι, δεν υπάρχει κανένα ορθογραφικό λάθος σε ό,τι διαβάζετε. Εσείς ήρξασθε χοίρων αδίκων. Έχω γεμίσει τα στομάχια σας, έχω κορέσει την παμφάγα πείνα σας, το αίμα μου γεμίζει έναν Νείλο κι έναν Αμαζόνιο, κι όμως, μ’ έχετε εξορίσει στο περιθώριο της κοινωνικής σας μυθολογίας. Ακάθαρτο ζώο; Εγώ; Κι εσείς τι είστε; Λέτε «Γουρούνι!» κι εννοείτε ό,τι πιο ρυπαρό, ελεεινό και σιχαμένο, ενώ χλαπακιάζετε τα πιτόγυρα γεμάτα με την καψαλισμένη ροδαλή σάρκα μου. Εγώ, όμως, θα σας εκδικηθώ πολιτισμένα. Με τα όπλα σας. Με τη γλώσσα σας. Στο εξής θα συστήνεστε με χοιραψία, όταν πλακώνεστε στο ξύλο θα χοιροδικείτε, όταν βρίζεστε θα χοιρονομείτε απειλητικά, τα κείμενά σας θα γράφονται χοιρόγραφα, οι ιερείς σας θα χοιροτονούνται, τα έπιπλα και τα σκεύη σας θα είναι χοιροποίητα, θα μετακινήστε μόνον με χοιράμαξες ή με μέσα μαζικής μεταφοράς κρεμασμένοι από χοιρολαβές, οι περισσότεροι θα γίνετε χοιρώνακτες, το ψωμί σας θα είναι αδύνατο να το αποκτήσετε χωρίς χοιρόμυλους, τα παιδιά σας θα διδάσκονται ως βασικό μάθημα τη χοιροτεχνία, ο χοιροβοσκός θα γίνει το επάγγελμα του μέλλοντος, θα σκουπίζετε τις μύτες σας με χοιρόμακτρα, η ζωή σας στα νοσοκομεία θα εξαρτάται από χοιρουργούς και αντί μασέζ θα διαθέτετε μόνον χοιροπράκτες, οι πολιτικοί σας θα σας χοιραγωγούν, η χοιροκτονία θα μετατραπεί σε θανάσιμο αμάρτημα και οι χοιροκτόνοι θα οδηγούνται σε χοιροστάσια -φυλακές με χοιροπέδες, έτσι ώστε να αποκτήσει πλήρες νόημα το σύνθημα «μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι», που αδικεί εμένα, όχι τους μπάτσους. Το βιοτικό σας επίπεδο θα βαίνει από το κακό στο χοιρότερο, θα προσφεύγετε στους χοιρομάντες για να σας πουν τα μελλούμενα, αλλά όσοι επιβιώνετε από τον λοιμό θα μπορείτε να αναφωνήσετε «το μη χοίρον, βέλτιστον». Αν ορφανέψετε ή χοιρέψετε, να είστε σίγουροι ότι ο Αβραμόπουλος θα σας εξασφαλίσει σύνταξη χοιρίας. Αυτά θα είναι τα χοιροπιαστά αποτελέσματα της επιδημίας που ονομάσατε γρίπη των χοίρων.

Α, όχι! Δεν θα τη γλιτώσετε τόσο εύκολα. Νομίζετε ότι θα με εξευμενίσετε αν αλλάξετε το όνομα του ιού; Τι θα πει novel flu; Όχι! Γρίπη των Χοίρων! Εγώ γράφω την ιστορία τώρα! Αρκετά με την παραπλάνηση. Είχατε 7.000 χρόνια στη διάθεσή σας ως είδος να αποφασίσετε αν είμαι ένα ρυπαρό τέρας ή ένας συνοδοιπόρος στην εξέλιξή σας. Οι μουσουλμάνοι δεν με βάζουν στο στόμα τους (δεν με χαλάει αυτό, μ’ αφήνουν στην ησυχία μου), οι Εβραίοι με θεωρούν βρομερό είδος (σκεφτείτε, οι αθεόφοβοι, ούτε τη νόσο δεν αναφέρουν με το όνομά μου. Τη λένε γρίπη του Μεξικού!), οι χριστιανοί, παρ’ ότι με περιδρομιάζουν ασυστόλως, με αντιμετωπίζουν σαν ενσάρκωση του Διαβόλου – για πέστε μου, τι σημαίνει το θαύμα του Ιησού με τους δαιμονισμένους Γαδαρηνούς; Γιατί να μπει η λεγεώνα των δαιμόνων στα ανυποψίαστα γουρουνάκια που έπεσαν και πνίγηκαν στη θάλασσα; Απ’ τους αρχαίους Έλληνες δεν έχω παράπονο. Και ο Όμηρος με περιποιήθηκε, είχε περί πολλού και το είδος μου και τους χοιροβοσκούς. Και η Κίρκη, η μάγισσα, δεν νομίζω ότι χρησιμοποίησε προσβλητικά τη μορφή μου μεταμορφώνοντας σε γουρούνια τους συντρόφους του Οδυσσέα. Νομίζω ότι το περιστατικό υπογραμμίζει τη διάθεση δέσμευσης που με χαρακτηρίζει. Και εντέλει ουδείς εσφάγη.
Και οι Κινέζοι, επίσης, μου έχουν φερθεί κοσμίως. Όχι μόνο με απολαμβάνουν ως τροφή, αλλά με περιλαμβάνουν και στο ωροσκόπιό τους, ως σύμβολο γονιμότητας, καλοτυχίας και αλήθειας. Για το πρώτο, όχι να το παινευτώ, αλλά είμαι πρωταθλητής του σεξ με διάρκεια οργασμού μισής ώρας! Εσάς, πόσο κρατάει, κοκοράκια μου; Αφήστε δε την αναπαραγωγική μου ικανότητα. Ο δικός μου πληθωρικός οργασμός και η δική σας ακόρεστη ζήτηση για χοιρινό έχει φτάσει τον παγκόσμιο πληθυσμό μου σε 900 εκατομμύρια! Το αντιλαμβάνεστε; Αντιστοιχούμε ένα γουρούνι που φτάνει και τα εκατό κιλά σε έξι κατοίκους αυτού του πλανήτη. Βγάλε τα δύο δισεκατομμύρια που δεν με βάζουν στο στόμα τους γιατί είμαι ακάθαρτο και η αναλογία πέφτει στο ένα προς τέσσερις. Κι όμως, έχετε καταφέρει οι μισοί απ’ αυτούς να λιμοκτονούν για ένα σπυρί στάρι! Θα ήταν πανευτυχείς με ένα καλαμάκι από το τρυφερό μου κρέας.

Δικό σας πρόβλημα. Μην περιμένετε από το θύμα σας να σας υποδείξει τρόπους να λύσετε με το αίμα του το διατροφικό πρόβλημα του πλανήτη. Δεν είναι δουλειά μου να σας πω πώς θα ξεπεράσετε την αδικία και τη μεταφυσική βλακεία σας. Εγώ θέλω μόνο να αποκαταστήσουμε την αλήθεια και να ανατρέψουμε τους θεμελιώδεις μύθους σας. Την επιδημία πρέπει να την αντιληφθείτε όχι μόνο ως απειλή, αλλά σαν μιαν αντίστροφη παραβολή για την προαιώνια σχέση μας. Θα με βγάλετε από την ακαθαρσία των χοιροστασίων στα οποία με εγκλωβίζετε, αλλά και από την ακαθαρσία των νοσηρών εγκεφάλων σας. Αφού είμαι καθαρό για τα στομάχια σας, θα είμαι καθαρό και στη μυθολογία σας. Θα είμαι το τρυφερό, τριανταφυλλί γουρουνάκι της Ρόζας - Ροζαλίας της Λιλιπούπολης, θα είμαι η έξυπνη Piggy του Muppet Show, θα είμαι ο Babe, το έξυπνο γουρουνάκι, θα είμαι το εξυπνότερο από τα τρία γουρουνάκια που πήρε στο κυνήγι ο Κακός Λύκος. Άλλωστε, μέσα στα κύματα της ανθρώπινης αμφιθυμίας για το είδος μου, κάνατε και κάτι που μάλλον θα πρέπει να με κολακεύει. Όταν με επιλέξατε ως σύμβολο του προτεσταντικού πνεύματος του καπιταλισμού, όταν δηλαδή έγινα το γουρουνάκι-κουμπαράς της αποταμίευσης, πίστεψα προς στιγμήν ότι θα γίνω η ενσάρκωση όλου του οικονομικού σας πολιτισμού. Αλλά εσείς παραχώσατε μέσα στο κούφιο πλαστικό σώμα μου, εκτός από τις οικονομίες σας σε κέρματα, όλη σας την απέχθεια για τις μικρές αθώες αδυναμίες μου: τη λαιμαργία και την αδηφαγία μου. Τι υπονοείτε μ’ αυτό, λοιπόν; Ότι είμαι το πνεύμα της απληστίας, του ακόρεστου αποθησαυρισμού; Και το ισχυρίζεστε ακόμη και τώρα που η ύφεση έκανε την αποταμίευση ντεμοντέ και τα γουρουνάκια τ’ αφήνετε μόνο για διακοσμητικά σε παιδικά δωμάτια; Ουδε γρυ απεκρίνασθε… (Τι δεν καταλαβαίνετε, τώρα; Δεν ξέρετε ούτε τη γλώσσα σας; Γρυ, γρύλλισμα, γρύζω, γρυνιάζω, γρύλλος… Για τη λαλιά μου μιλούν όλες αυτές οι πανάρχαιες λέξεις).

Όχι, λοιπόν, χρυσά μου. Η απληστία, η αδηφαγία είναι δικά σας χαρίσματα, δικές σας γουρουνιές. Σας χαρίζω τις αλητείες στον Κόλπο των Χοίρων, τα «Γουρουνίσια Χρόνια» στο Βιετνάμ. Όλοι οι πόλεμοι, οι ανθρωπιστικές, οι διατροφικές και οι οικονομικές κρίσεις είναι οι δικοί σας χοιροσπέλεθοι, τα γουρουνόσκατα που καταπίνετε σαν λαχταριστές λιχουδιές μέχρι το τελευταίο. Με τις υγείες σας. Κυλιστείτε στη λάσπη και στην κόπρο της ταραγμένης ευημερίας σας κι αφήστε με να ξαναγράψω την ιστορία μου με τον δικό μου τρόπο. «Η φάρμα των ζώων» του ΄Οργουελ θα επαναληφθεί, αλλά αυτή τη φορά με χάπι έντ. Τα γουρούνια, ως τα ευφυέστερα ζώα της φάρμας, επαναλαμβάνουμε το εγχείρημα της επανάστασης, αλλά δεν ξαναπέφτουμε στην παγίδα της ιεραρχίας, του καταμερισμού εργασίας και του εκμαυλισμού της εξουσίας. Δικαιούμαστε τουλάχιστον να ξαναγράψουμε σωστά και δίκαια τον κοινωνικό μας μύθο. Αν δεν ακολουθήσετε το παράδειγμά μας, το πολύ πολύ να έχετε την τύχη του ήρωα του Παζολίνι, στο «Χοιροστάσιο». Θα γίνετε εσείς η τροφή μας, όπως χιλιετίες τώρα είμαστε εμείς η δική σας τροφή. Ίσως όχι κυριολεκτικά, αλλά μεταφορικά. Τώρα πια, ένα φτάρνισμά μας είναι αρκετό για να σας θάψει…

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (2/5/2009)

«Πράγματι… δηλαδή… Κατά κάποιο τρόπο, φυσικά… Σκεφτείτε ορισμένες συχνές εκφράσεις όπως “έφαγα σαν γουρούνι” ή “έγινα γουρούνι” – έτσι δεν είναι; Το γουρούνι παραπέμπει στη σεξουαλικότητα… στη λαγνεία, κατά κανόνα... έννοιες που συνδέονται με τον Διάβολο, όπως λέμε “τρώω σαν γουρούνι”, που φυσικά σημαίνει ότι δεν έχω τρόπους και παραπέμπει, βεβαίως, στη λαιμαργία… -έτσι δεν είναι;- ή… “Γουρούνι με τιράντες”, μια εικόνα που θυμίζει τον διεφθαρμένο πλούσιο, τον τύραννο -έτσι δεν είναι;- αλλά βλέπω μια αρκετά σαφή ταύτιση του χοίρου με την ηδονή, του χοίρου με την αμαρτία, του χοίρου με τη ρυπαρότητα, και λοιπά και λοιπά, συνεπώς… κατά συνέπεια… βλέπω σαφή σύνδεση…ε… χμ, του Χοίρου και του Διαβόλου, που είναι πράγματι το ζητούμενο… εκεί που θέλαμε να καταλήξουμε».
«Και δεν θα ήταν απλούστερη εξήγηση για το σημείωμα το γεγονός ότι το πτώμα βρέθηκε σ’ ένα σφαγείο για χοιρινά;»

Πάμπλο Τουσέτ, «Ο άρχοντας των χοιρινών»