Saturday, October 31, 2020

Η μάσκα μιλάει

ΕφΣυν 31/10-1/11-2020

 

Σώπα κι άκουσε. Τώρα μιλάω εγώ. Μιλάω, αν και δεν έχω στόμα, δεν έχω σώμα, πνευμόνια, κεφάλι. Μιλάω εγώ που φωνητικές μου χορδές είναι τα λάστιχα γύρω απ’ τ’ αυτιά σου, όταν δεν τα τυλίγεις στον καρπό σαν βραχιόλι, στον αγκώνα ή στο μπράτσο σαν περιβραχιόνιο. Μιλάω χωρίς στόμα και για τις επόμενες μέρες, βδομάδες και μήνες θα φράζω το δικό σου απύλωτο στόμα, ώρες πολλές κάθε μέρα, θα αποκρούω τις θύελλες από σταγονίδια κι αέρα που εκπνέεις σε κάθε βήμα, θα συγκρατώ τα βδελυρά εκκρίματα που εκτοξεύεις από την υγρή άβυσσο πίσω από τα δόντια και τα ρουθούνια σου, θα παραμορφώνω τις λέξεις και τις φράσεις που κατεβαίνουν από το περίπλοκο νευρωνικό δίκτυο στο κεφάλι σου στον πιο ευκίνητο και τρυφερό μυ που διαθέτεις, που την ύπαρξή του σχεδόν την αγνοείς καθημερινά, αντιστρόφως ανάλογα με την ακατάπαυστη χρήση του, εκτός κι αν τον δαγκώσεις οδυνηρά από αδηφαγία ή τον βυθίσεις με απληστία σ’ ένα άλλο στόμα, σ’ ένα βαθύ, υγρό, ζεστό γλωσσόφιλο.


Τώρα θα μιλήσω εγώ, που για πολλές ώρες της μέρας θα διχοτομώ οριζόντια τα πρόσωπά σας ανάμεσα στο ψέμα και την αλήθεια, γιατί τα χείλη και το στόμα μπορούν να υποκριθούν, να προσποιηθούν χαρά, εγκαρδιότητα, θλίψη, ευθυμία, αλλά το βλέμμα δύσκολα μπορεί να υποδυθεί και να κρύψει τη λύπη, τον θυμό, τη δυσφορία, την αδιαφορία, το μίσος ή τη λαχτάρα, τη φιλία, την αγάπη για τον απέναντι. Θα υποστείτε μέχρι εξουθενώσεως ο ένας την αλήθεια του άλλου κι εγώ, το ευτελές ορθογώνιο κομμάτι από χαρτί ή πανί που θα είμαι ό,τι πιο αυτοκόλλητο στο σώμα σας πέρα από τα εσώρουχά σας, καθαρό στην αρχή της μέρας, ρυπαρό στο τέλος της έπειτα από ατέλειωτες καταχρήσεις μου σαν σκουλαρίκι κρεμασμένο στ’ αυτί, μούσι στο πηγούνι, περικάρπιο ή πατσαβούρι χωμένο στην τσέπη, παρόν ακόμη κι όταν με πετάξετε στα σκουπίδια ή με ρίξετε στο βραστό νερό και με πατήσετε κάτω από τους 200 βαθμούς του πυρωμένου ατμοσίδερου, εγώ λοιπόν θα γίνω η μάσκα που θα ξεσκεπάσει από τα πρόσωπά σας όλες τις μάσκες της πλάνης και της απάτης.
Θα σκίσω τις μάσκες των ηρώων, των από μηχανής θεών, των ηγεμόνων και των αυτόκλητων ελευθερωτών. Θα πετάξω τη νεκρική προσωπίδα του Αγαμέμνονα, τη μάσκα του Ζορό, του Μπάτμαν και της Κατγούμαν, του Σπάιντερμαν και του αιμοδιψούς Τζέισον, του θεού Ρα και του φαραώ Τουταγχαμόν, τις μάσκες των Anonymous και τις μάσκες των Eponymous, τις μάσκες όλων των μασκοφόρων του κόσμου, τη μάσκα της «μασκέ πιπέζ», ακόμη και τη μάσκα του Ελον Μασκ. Φιλοδοξώ εγώ, η μάσκα που θα σκεπάζει για μήνες τα στόματα και τις μύτες σας, να γίνω αφορμή και μέσο για να δείτε τον κόσμο κατάματα, ν’ αντικρίσετε την πραγματικότητα χωρίς μάσκες, προσωπεία και θεατρινισμούς.

Οι μάσκες ήδη πέφτουν. Οι Μωυσήδες κατεβαίνουν απ’ το Σινά χωρίς νόμους και λύσεις, μόνο με απαγορεύσεις, εκφοβισμούς και βούρδουλα. Οι βουκόλοι του πλανήτη σηκώνουν τα χέρια ψηλά κι αμολάνε τα σκυλιά. Ολα τα μεγάλα όπλα τους πέφτουν άχρηστα μπροστά σε κάτι τόσο μικροσκοπικό, αόρατο, ιλιγγιωδώς διασπειρόμενο και διαρκώς μεταλλασσόμενο. Οι Λεβιάθαν της Δύσης λυγίζουν με δέος στο μεγάλο κύμα της πανδημίας. Οι τεχνοπολιτικές τους συντρίβονται, τα φράγματα φθηνού χρήματος παρασύρονται από διαδοχικά κύματα ύφεσης, οι μετοχές τους βυθίζονται, οι αγορές τους κλυδωνίζονται, οι επιχειρήσεις τους χρεοκοπούν, συρρικνώνονται, αγκιστρώνονται στο κρατικό χρήμα ή στήνουν μακάβριο κερδοσκοπικό πάρτι θανάτου. Γιατί για κάποιους, ακόμη και τώρα, ο θάνατός σας είναι η ζωή τους. Κι όσο η υπερφίαλη, διαιρεμένη, τρομοκρατημένη, παραπλανημένη ανθρωπότητα περιδινείται σε μια κρίση υγειονομική, ένα σοκ από το οποίο ο οικονομικός πολιτισμός σας νόμιζε ότι ήταν απρόσβλητος, τόσο οι υπερπλούσιοι του κόσμου μπαζώνουν πλούτο σε ποσότητες ασύλληπτες, με τη βεβαιότητα ότι αυτοί είναι οι μόνοι που και μπορούν και δικαιούνται να επιβιώσουν από μια πανδημία, μια πυρηνική καταστροφή, μια κλιματική κατάρρευση. Προφυλαγμένοι στα πολυτελή καταφύγιά τους, προστατευμένοι πίσω από τις μάσκες της αυταπάτης τους.

Εγώ δεν είμαι παρά ένα ταπεινό κομμάτι χαρτί ή πανί, βγαλμένο από μακρές αλυσίδες παραγωγής. Δεν έχω τη δόξα ενός κορονοϊού που τον φοβούνται και τον θαυμάζουν, τον παρατηρούν και τον αναλύουν σε χιλιάδες εργαστήρια σ’ όλο τον κόσμο. Ομολογώ ότι έκανα κι εγώ αρκετούς χαρούμενους και πλουσιότερους δίνοντάς τους την ευκαιρία να με παράγουν και να με πουλάνε κατά δισεκατομμύρια και σε κάθε δυνατή εκδοχή -χάρτινες, πάνινες, άσπρες, κόκκινες, εμπριμέ, πουά- αθροίζοντας τζίρους και κέρδη που τους ήταν αδιανόητα. Αλλά μου είναι αδύνατο να ανταγωνιστώ τον Covid-19, που έχει υποβάλει κυβερνήσεις, κεντρικές τράπεζες, επιστημονικά ινστιτούτα, ερευνητικά εργαστήρια, πολυεθνικές εταιρείες στην ανάγκη να επενδύσουν εκατοντάδες δισεκατομμύρια σε εμβόλια, φάρμακα, νέα μοντέλα εργασίας, νέες μορφές εκμετάλλευσης, ψηφιακούς μηχανισμούς επιτήρησης και αστυνόμευσης, νέες μεθόδους διακυβέρνησης, σε έναν ζοφερό καπιταλισμό νέου τύπου που αδυνατούν ακόμη και να τον περιγράψουν. 

Οχι, εγώ δεν έχω τη δύναμη του Covid-19 να σας οδηγήσω στη σκοτεινή δυστοπία της επόμενης πεντηκονταετίας. Ο ταπεινός μου προορισμός είναι μόνο να σας κάνω να νοιαστείτε για τους άλλους με το καλυμμένο κάτω μισό του προσώπου σας, και να τους δείτε καθαρά με το ακάλυπτο πάνω μισό. Να ζείτε με την αλήθεια του βλέμματος, χωρίς τη μάσκα του ψέματος.



ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

Το τεράστιο αυτό εργοστάσιο λειτουργούσε με ένα μυστηριώδες σύστημα δαπανών παραγωγής: λαμβάνοντας υπόψη του το οικονομικό αξίωμα ότι το επενδεδυμένο κεφάλαιο πρέπει να αποφέρει κέρδος, ήταν αφιερωμένο στον τερατώδη βωμό του Τίποτα. Δεν είναι περίεργο λοιπόν που κάθε πρωί οι εργάτες έπρεπε ν’ απαγγέλλουν ένα μυστικό όρκο. Ποτέ μου δεν είχα δει τόσο παράξενο εργοστάσιο. Ολες οι μέθοδοι της σύγχρονης επιστήμης και διαχείρισης, και μαζί ο πιο ακριβής και ορθολογιστικός στοχασμός πολλών «μεγάλων κεφαλών», ήταν ταγμένα σε ένα και μοναδικό σκοπό: τον Θάνατο. Παράγοντας το μοντέλο Μηδέν των μαχητικών αεροπλάνων που χρησιμοποιούσαν οι μοίρες αυτοκτονίας, το τεράστιο αυτό εργοστάσιο έμοιαζε με μια μυστική θρησκεία που λειτουργούσε εκκωφαντικά- μουγκρίζοντας, στριγγλίζοντας, θρηνώντας.

Γιουκίο Μισίμα, «Εξομολογήσεις μιας μάσκας»

Saturday, October 24, 2020

Ο τρίτος γύρος

 ΕφΣυν, 24-25/10/2020

Ειδυλλιακό μεν το τοπίο, αλλά με πολλές σκληρές ιστορίες κάτω από το νερό (Λίμνη Κρεμαστών).

Υποθέτω –είμαι βέβαιος, δηλαδή– ότι ο τίτλος οδηγεί τον νου σας αλλού. Κάποιοι, όσοι δεν έχουν βαθιά ιστορικά τραύματα ή είναι ιστορικά λωβοτομημένοι, ίσως υποθέσουν ότι θα διαβάσουν κάτι για τον τρίτο γύρο μέτρων στο επόμενο, τρίτο κύμα, της πανδημίας. Αν τον Απρίλιο είχαμε μετακινήσεις μόνον κατόπιν sms στον Νικ Χαρντ, αν τώρα απαγορεύεται η κυκλοφορία τη νύχτα, τότε τον Γενάρη τι ακριβώς θα γίνει; Καθολικό λοκντάουν;

Αλλά δεν πρόκειται
περί αυτού. Φυσικά δεν πρόκειται για τον τρίτο γύρο επιστρεπτέας προκαταβολής, τον τρίτο γύρο παράτασης του ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ ή άλλους τρίτους γύρους αποτυχημένων μέτρων ανάσχεσης της ύφεσης – εκεί μετράμε τέταρτους και πέμπτους γύρους χωρίς αποτέλεσμα. Και, τέλος, δεν πρόκειται περί της εκκρεμούς από το 1949 αναμέτρησης-ρεβάνς, όταν οι «αναρχοκομμουνιστοσυμμορίτες» ηττήθηκαν από το «εθνικό κράτος» κι έτσι δεν πήραν τα σπίτια και τα χωράφια των νοικοκυραίων, όπως απειλούσαν οι νικητές εθνομοναρχοφασίστες. Ισα ίσα, ήταν το «εθνικό κράτος» που πήρε τα σπίτια και τα χωράφια των εξόριστων και σκορπισμένων σ’ όλη την ανατολική Ευρώπη ηττημένων – οι περιουσίες τους δημεύονταν ή απλώς αρπάζονταν από άσπονδους χωριανούς και συγγενείς. Είναι κι αυτή μια μεγάλη αρπαγή που έχει περάσει στα ψιλά της Ιστορίας. Ας μπούμε στο ψητό που έχει αφορμή το κυβερνητικό Πτωχευτικό τερατούργημα.

Μεταπολεμικά και κυρίως μετεμφυλιακά, οι νεοέλληνες, που υποτίθεται πως γλίτωσαν τα σπίτια τους από τα νύχια των «κόκκινων εχθρών της ιδιοκτησίας», αντιμετώπισαν δυο μεγάλους γύρους ή κύματα αποστέρησης των περιουσιακών στοιχείων τους. Ο πρώτος μεγάλος και μακρόχρονος γύρος ήταν οι σαρωτικές αναγκαστικές απαλλοτριώσεις που άρχισαν από τη δεκαετία του 1950 με εξαιρετική πυκνότητα και συχνότητα, στο όνομα της οικονομικής ανασυγκρότησης και του βιομηχανικού εκσυγχρονισμού. Νομίζουμε ότι οι απαλλοτριώσεις που γίνονταν, για παράδειγμα, για τα ορυχεία της ΔΕΗ, τα υδροηλεκτρικά φράγματα, οι μονάδες παραγωγής ρεύματος, η Πεσινέ, τα μεταλλεία και ορυχεία στη Στερεά Ελλάδα και στη Μακεδονία, τα εργοστάσια, τα μεγάλα ναυπηγεία της Αττικής, τα διυλιστήρια στον Ασπρόπυργο, στην Ελευσίνα και την Κόρινθο, τα μεγάλα οδικά έργα, όλα αυτά που αποτέλεσαν σήμα κατατεθέν της μεταπολεμικής εκβιομηχάνισης της χώρας, έγιναν ανώδυνα, χωρίς ν’ ανοίξει ρουθούνι;

Κάθε άλλο. Αυτή η ιστορία δεν γραφόταν πάντα ήρεμα στα δικαστήρια που όριζαν το τίμημα ή το αντάλλαγμα της απαλλοτριωμένης ιδιοκτησίας. Η βία με την οποία ολόκληρα χωριά εκατοντάδων κατοίκων χάθηκαν κάτω από όγκους νερού για να γίνει ένα φράγμα ή ισοπεδώθηκαν για να αναπτυχθεί ένα πεδίο εξόρυξης, ο εξαναγκασμός χιλιάδων ανθρώπων να γίνουν από μικροκαλλιεργητές και κτηνοτρόφοι στα χωριά τους ανειδίκευτοι εργάτες στα αστικά κέντρα δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τις αποκρουστικές μεθόδους της πρωταρχικής συσσώρευσης του κεφαλαίου στην Αγγλία από τον 17ο αιώνα και μετά. Τότε που αγρότες απογυμνώνονταν από το βιος τους για να γίνουν τα φτηνά εργατικά χέρια σε μανουφακτούρες, ανθρακωρυχεία, βιομηχανίες, και μάλιστα μαζί με τα παιδιά τους. Η διαφορά είναι ότι η Αγγλία έγινε κοιτίδα και πρότυπο του παγκόσμιου βιομηχανικού καπιταλισμού, ενώ η Ελλάδα αποδείχθηκε τελευταίο και καταϊδρωμένο κακέκτυπό του. Τόση αρπαγή, τόση βία, τόσο άφθονη και φθηνή προσφορά γης, κεφαλαίου κι εργατικών χεριών κι όμως, πήγε στράφι γιατί, μεταξύ άλλων, είχαμε την τύχη να διαθέτουμε την πιο άχρηστη, άπληστη, αποτυχημένη και παρασιτική αστική τάξη της Ευρώπης.

Αυτό το τελευταίο το αντιλήφθηκαν ακόμη και οι δανειστές, η τρόικα, οι Ευρωπαίοι εταίροι, οι σύμμαχοι –πείτε τους όπως θέλετε–, που με τα τρία μνημόνια και τον διαβόητο μηχανισμό της εσωτερικής υποτίμησης τροφοδότησαν τον δεύτερο μεγάλο γύρο μαζικής απαλλοτρίωσης ιδιοκτησίας, οικογενειακής και παραγωγικής. Πέρα από τα χιλιάδες ενυπόθηκα σπίτια που συσσώρευσαν οι τράπεζες, πέρα από τα χιλιάδες διαμερίσματα που εκπλειστηριάστηκαν κι έφυγαν από τα χέρια των υπερχρεωμένων ιδιοκτητών τους, πέρα από τα δεκάδες χιλιάδες ακίνητα που έχουν μπαζώσει το Δημόσιο, η ΕΤΑΔ, το ΤΑΙΠΕΔ, το Υπερταμείο, με προορισμό την πώλησή τους, οι δανειστές μέσω του ελέγχου των τραπεζών και της «δημιουργικής καταστροφής» που προκάλεσε η ύφεση ενορχήστρωσαν μιαν αθόρυβη, μεγάλων διαστάσεων αναδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης της χώρας. Κατά κάποιον τρόπο, ενθάρρυναν την απαλλοτρίωση των απαλλοτριωτών του πρώτου γύρου.

Αναρωτηθείτε πού είναι σήμερα
τα μεγάλα επιχειρηματικά τζάκια που μεσουρανούσαν τη δεκαετία του 1990 και την επόμενη; Τι έχει απομείνει από τις βιομηχανικές αυτοκρατορίες της κλωστοϋφαντουργίας, της μεταλλουργίας, της ναυπηγοεπισκευής; Πόσα εγκαταλειμμένα βιομηχανικά κουφάρια σε ζώνες χιλιάδων στρεμμάτων έχουν αλλάξει χέρια; (Μαθαίνω ότι η Microsoft θα φτιάξει τα data center της στις εγκαταστάσεις της άλλοτε κραταιάς κλωστοϋφαντουργίας «Αιγαίο», του φοβερού και τρομερού κάποτε Καρέλλα – μακαρίτης πια. Δεν είναι ειρωνεία της ιστορίας;) Πόσες χιλιάδες ξενοδοχεία έχουν περάσει στον έλεγχο μεγάλων ξένων αλυσίδων και tour opetrators, ψωνισμένα κοψοχρονιά, ακριβώς την περίοδο της εκτίναξης των τουριστικών αφίξεων στην Ελλάδα; Αυτή είναι ακόμη μια άγραφη ιστορία αναδιανομής πλούτου και περιουσίας που συντελέστηκε μέσω των μνημονίων, με βασικό μοχλό τις τράπεζες. Η διαφορά από τον πρώτο είναι ότι εξελίχθηκε σε μόλις 506 χρόνια.

Ενώ, λοιπόν, δεν έχουμε κάνει
καν το ταμείο του δεύτερου γύρου και οι επιτελείς της «Γαλάζιας Πατρίδας» –του Κυριάκου, όχι του Ταγίπ– μας εισάγουν κιόλας στον τρίτο, που πράγματι προμηνύεται τελικός, μοβόρος, νικηφόρος και κομμουνιστικός, κατά το περιπαικτικό σύνθημα της δεκαετίας του 1980, με έναν κομμουνισμό που μόνον ο ακραίος νεοφιλελευθερισμός μπορεί να επιβάλει – τα εμά εμά και τα σα πάλι εμά. Ο μητσοτάκειος Πτωχευτικός είναι η συμπύκνωση του τραπεζοκρατικού καπιταλισμού, η υπόμνηση ότι η ιδιοκτησία που μας θυμίζει ότι υπάρχουμε (όπως στον Ρίπλεϊ της Π. Χάισμιθ) δεν υπάρχει, ή υπάρχει μέχρι να μας την απαλλοτριώσουν. Τίποτε δεν μας ανήκει, ούτε το σπίτι που μένουμε, στην πρώτη στραβή της ζωής –κι ζωή τι άλλο είναι από μια διαδοχή από στραβές κι ανάποδες;–, στο πρώτο βουναλάκι χρέους που σε πνίγει, μπορεί να σου χτυπήσει ένα πρωί κάποιος την πόρτα και σίγουρα δεν θα είναι ο γαλατάς, γιατί δεν υπάρχουν γαλατάδες πια. Αλλά μπορεί να είναι ο δικαστικός κλητήρας που θα σου ανακοινώσει ότι είσαι και τυπικά πτωχός –με «π», γιατί το ότι είσαι φτωχός, σιγά το νέο, το ήξερες– και έχεις προθεσμία δύο μηνών να τα μαζεύεις, εκτός αν θες να ’σαι νοικάρης στο σπίτι σου. Ναι, τελικά, θα μας πάρουν και τα σπίτια και τα σώβρακα με τον τρίτο γύρο τους, μήπως πρέπει να κάνουμε κάτι με τον δικό μας;


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 

 
Η απαλλοτρίωση των άμεσων παραγωγών πραγματοποιείται με τον πιο αμείλικτο βανδαλισμό και με κίνητρο τα πιο άνομα, τα πιο βρομερά και τα πιο μικροπρεπή και απεχθή πάθη. Η ατομική ιδιοκτησία, που αποκτήθηκε με τη δουλειά και που στηρίζεται, σαν να λέμε, στη σύμφυση του μεμονωμένου, ανεξάρτητα εργαζόμενου ατόμου με τους όρους δουλειάς του, παραμερίζεται από την κεφαλαιοκρατική ατομική ιδιοκτησία, που βασίζεται στην εκμετάλλευση ξένης, μα τυπικά ελεύθερης εργασίας. 
 

Καρλ Μαρξ, «Το Κεφάλαιο» (τόμος Α΄, κεφάλαιο 24, «Η λεγόμενη πρωταρχική συσσώρευση»)
 

Saturday, October 17, 2020

Η ζωή στα σύννεφα

ΕφΣυν, 17-18/10/2020

Α, ναι, υπάρχει και το cloud της Μέρι Πόπινς. Βικτωριανό, λιτό και σικάτο.
 Οταν η κόρη μου ήταν νήπιο, στο ερώτημά της «πού πηγαίνουν οι άνθρωποι όταν πεθαίνουν;» η μητέρα της κι εγώ ξεπερνούσαμε την αμηχανία μας και αποφεύγαμε τον μακάβριο υλισμό μας καταφεύγοντας στη γνωστή μεταφυσική ευκολία: «Στον ουρανό». Συνήθως έπιανε, και δεν ακολουθούσε άλλη ερώτηση, αλλά κάποια στιγμή φαίνεται ότι το παιδί επεξεργάστηκε σε εικόνες την απάντηση, και αποφάνθηκε: «Πω πω, χαμός θα γίνεται εκεί πάνω! Αστέρια, σύννεφα, σκελετοί, πώς χωράνε;» Για να απεικονίζει τους πεθαμένους ως αιωρούμενους σκελετούς φαίνεται ότι είχε ήδη καταλάβει ότι μεσολαβεί μια αποκρουστική διαδικασία αποσύνθεσης των σωμάτων στη γη. Αυτό, δηλαδή, που θέλαμε ν’ αποφύγουμε να περιγράψουμε.

Πολύ πιο κάτω από τον ουρανό, κάτω κι από τη στρατόσφαιρα, στη γήινη τροπόσφαιρα, μεσουρανούν οι θύσανοι, τα στρώματα κι οι σωρείτες, αυτές οι συγκεντρώσεις υδρατμών, σταγονιδίων και κρυστάλλων που, παρά τη γοητεία ή την απειλητικότητά τους, απομυθοποιήθηκαν νωρίς από την προϊστορική ανθρωπότητα. Οσες μεταφυσικές, υπερφυσικές ή μυθολογικές διαστάσεις κι αν αποδόθηκαν στα σύννεφα, η βασική τους λειτουργία συνδέθηκε με τον κύκλο του νερού, των βροχών, των εποχών και τελικά την επιβίωση της ανθρωπότητας. Η ζωή κάτω από τον ουρανό, η ζωή ΜΕ τα σύννεφα είχε τα οφέλη και τις απειλές της. Η ζωή ΣΤΑ σύννεφα ήταν υπόθεση φαντασίας και ψυχαγωγίας. Κι αυτά πολύ πριν η μετεωρολογία αποκαλύψει τα μυστικά των νεφών. 


Αν το φυσικό νέφος της γήινης ατμόσφαιρας το έχουμε αναλύσει μέχρι τελευταίο μορίου, υπάρχει ένα νέο νέφος που εμπνέει περιέργεια και δέος, αν και πρόκειται για ανθρώπινο δημιούργημα. Χάρη στην τεχνολογική άγνοιά μας και τον ψηφιακό αναλφαβητισμό μας, το cloud, το υπολογιστικό νέφος που αγκαλιάζει σαν ψηφιακή ατμόσφαιρα τον πλανήτη, αποκτά μια διάσταση μεταφυσική. Το «νέφος» μπορεί να μην είναι μετά θάνατον καταφύγιο ψυχών ή κατοικία θεών, αλλά είναι το ενδιαίτημα δισεκατομμυρίων πράξεων, συναλλαγών, συνομιλιών που καθημερινά πραγματοποιούν οι άνθρωποι μέσω του πληκτρολογίου τους, των τηλεφώνων τους και κάθε συσκευής δημόσιας ή ιδιωτικής χρήσης που αποθηκεύει οπτικοακουστικά στοιχεία, διαθέτει GPS και είναι συνδεμένη στο διαδίκτυο. 


Οπότε, το αγωνιώδες ερώτημα που προκύπτει είναι πού πάνε τα δεδομένα μας, οι σκέψεις, οι εκμυστηρεύσεις μας, τα μυστικά μας, οι βρομιές μας, οι κωδικοί πρόσβασης σε κάθε είδους λογαριασμό μας, οι συνομιλίες κι οι καβγάδες μας στο κινητό ή στα κοινωνικά δίκτυα, τα τσάτρουμ και τα μέσεντζερ; Πού φυλάσσονται τα μεγάλα δεδομένα που διαθέτουν τα κράτη για την ασφάλεια των πολιτών τους, για τη λειτουργία των διοικητικών μηχανισμών, για τη διασύνδεση επιχειρήσεων, τραπεζών, καταναλωτών, για την ασφάλεια των πτήσεων και κάθε είδους επίγειων μετακινήσεων, για την άμυνα και την προστασία μιας χώρας από εξωτερικές απειλές; Με λίγα λόγια: πού αποθηκεύονται τα συστατικά της κυριαρχίας κάθε κράτους και της ιδιωτικότητας των πολιτών του; 


Στο cloud είναι η απάντηση που θα έδινε με την άψογη αμερικανική προφορά του ο Μητσοτάκης, στο «νέφος» μάς παραπέμπουν και οι απαντήσεις όλων των εκπροσώπων των ψηφιακών κολοσσών που «έχουν τον έλεγχο των πιο κρυφών κυττάρων μας, του οργασμού, της πείνας μας, της μάρκας των τσιγάρων μας», κι ας το ’χουμε κόψει. Στο νέφος, αδερφές μου, στο νέφος, μας παραπέμπουν και ο Γκέιτς, ο Μπέζος, ο Ζούκενμπεργκ, ο Πέιτζ και ο Μπριν που απλώνουν εδώ και χρόνια- πριν ο Κυριάκος ανακαλύψει την Αμερική και τη Microsoft- δεκάδες κέντρα δεδομένων σε όλη το πλάτος της πυκνοκατοικημένης εύκρατης ζώνης του πλανήτη, σαν ζώνη ελέγχου ή σαν ψηφιακή εκδοχή του Πανοπτικού του Μπένθαμ. Εκεί, μεταξύ των δισεκατομμυρίων ατομικών και κεντρικών σέρβερ, δικτύων οπτικών ινών, κεραιών, συχνοτήτων και δορυφόρων αναπτύσσεται στην κυριολεξία μια δεύτερη ζωή μας. Ζωή στα σύννεφα που θα ήταν παραδεισένια αν ξέραμε πως έχουμε τον έλεγχό της. 


Αλλά δεν τον έχουμε, είναι βέβαιο. Ο λυτρωτικός, απελευθερωτικός χαρακτήρας της τεχνολογίας αντιστρέφεται από τη στιγμή που κατανοούμε ότι μια πολύ μικρή ομάδα ψηφιακών κολοσσών, που η χρηματιστηριακή τους αξία υπερβαίνει κατά πολύ το ΑΕΠ όλης της Ε.Ε. των 27, καταλαμβάνει χωρίς τον παραμικρό μέχρι στιγμής έλεγχο την τεράστια αγορά των μικρών και μεγάλων δεδομένων, τη ζωή στα σύννεφα 7,5 δισ. ανθρώπων. Το γεγονός ότι περίπου 1 στους 3 Ευρωπαίους πολίτες, σύμφωνα με τη Eurostat, δεν εμπιστεύεται προσωπικές πληροφορίες και δεδομένα στα επιχειρηματικά ή κοινωνικά δίκτυα δεν είναι προϊόν δαιμονοποίησης της τεχνολογίας, αλλά διαίσθηση του κινδύνου που συνιστά η τεράστια ισχύς που αποκτά μια δεκάδα πολυεθνικών. Που εκτός από ανεξέλεγκτη φοροαποφυγή θέλουν να εξασφαλίσουν ασυλία στη διαχείριση της τεράστιας αγοράς δεδομένων, μικρών και μεγάλων, ατομικών και συλλογικών. 


Το πρόβλημα με τη δεύτερη ζωή μας στα σύννεφα, όπως και με τη ζωή μας στα δίκτυα και τις συχνότητες, δεν είναι η μεταφυσική ιδέα ότι αυτή η περίπλοκη τεχνολογία κάποια στιγμή θα αυτονομηθεί ακόμη και από τους δημιουργούς και κατόχους της και θα στραφεί εναντίον μας, όπως ο HAL στην «Οδύσσεια του Διαστήματος». Αλλά αντιθέτως, ότι μονοπωλείται από μια στενή ομάδα σκληρά ανταγωνιζόμενων κολοσσών, που λειτουργούν ως παγκόσμια υπερκράτη, με τα κράτη και τις κυβερνήσεις αμήχανους παρατηρητές, αλλά και πρόθυμους πελάτες. Τα παγκόσμια μονοπώλια του νέφους και της διασύνδεσης είναι περίπου ότι ήσαν η Βρετανική και Ολλανδική Εταιρείες Ανατολικών Ινδιών για σχεδόν δύο αιώνες: συμμορίες εμπόρων, τραπεζιτών, πειρατών, αποικιοκρατών και κατσαπλιάδων που εξασφάλισαν κυριαρχία κράτους πάνω από τα κράτη. 


Οταν η Facebook διαθέτει 1,6 δισ. καθημερινούς χρήστες- υπηκόους, περισσότερους από το πολυπληθέστερο κράτος της Γης, είναι προφανές ότι έχει ήδη εγκαθιδρύσει την ψηφιακή Νεφελοκοκκυγία της, τη κραταιά αυτοκρατορία των νεφών, όχι όμως ως ουτοπία των ελεύθερων πουλιών, αλλά ως δυστοπία των ασύδοτων πολυεθνικών. Αν τα κράτη συνειδητοποιήσουν ότι όσο συμπεριφέρονται ως πρόθυμα πελατάκια τους θα τους καταπιούν τα αδηφάγα νέφη τους, ίσως αποφασίσουν να βάλουν φρένο και να αποδώσουν στην τεχνολογία τον αληθινά ανθρωπιστικό, απελευθερωτικό χαρακτήρα της.


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ


ΚΗΡΥΚΑΣ: Ω συ, που έκτισες πόλη αιθέρια, ένδοξη!
Δεν ξέρεις τι τιμή κερδίζει!
Πόσοι θνητοί την πόλη σου ερωτεύτηκαν!
Πριν να την ιδρύσουν, όλοι Λακεδαιμόδειχναν
Αφηναν μαλλούρα, μέναν νηστικοί, βρωμούσαν
Σωκρατόφερναν, κρατούσαν ροπαλάκια...
Τώρα όμως το ’στριψαν στην ορνιθομανία!
Ολα καταχαρούμενα τα κάνουν, όπως τα πουλιά.
Πρώτα ότι όλοι τους μόλις σηκωθούν
χαράματα ακόμα- όπως εμείς στο βόσκημα-
στα νομικά τους όλοι σκύφτουνε και πάνω από τα ψηφίσματα!
Ορνιθομανία απερίφραστη!


Αριστοφάνη, «Ορνιθες» (Μετάφραση Κώστα Τοπούζη)

Saturday, October 10, 2020

Και μετά τη δίκη τι;

ΕφΣυν, 10-11/10/2020

The Serpent's Egg (Blu-ray) : Target
Επ' ευκαιρία, η μοναδική "χολιγουντιανή" ταινία του Μπέργκαν, παραμένει ό,τι καλύτερο έχει γυριστεί ως μυθοπλασία, ως κοινωνικό ψυχογράφημα του ναζισμού στο λυκαυγές του...


 Η άγρια χαρά που νιώσαμε όλοι την Τετάρτη, στα ελάχιστα λεπτά πριν την πνίξει σε δακρυγόνα ο Χρυσοχοΐδης και σε νέφη συναίνεσης το μιντιακό συνονθύλευμα που για πεντέμισι χρόνια είχε πνίξει στη σιωπή την ελληνική Νυρεμβέργη, έχει ήδη δώσει τη θέση της σε περίσκεψη και συνοφρύωση. Οσο κι αν αδικεί τον Μπρεχτ να τον τσιτάρουμε ακατάσχετα κι απλουστευτικά, μου είναι αδύνατο να αποφύγω τη μυριοστή του επανάληψη: «Μη χαίρεστε που σκοτώσατε το κτήνος. H σκύλα που το γέννησε ζει και είναι πάλι σε οργασμό». Το είπε την κατάλληλη στιγμή, ακριβώς πάνω στην άγρια χαρά της αντιφασιστικής νίκης, στο τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, που ήταν η αρχή του Ψυχρού Πολέμου. Τον άγριο οίστρο της σκύλας τον ένιωσε προσωπικά, περνώντας από τις μακαρθικές διώξεις στις ΗΠΑ, όπου ο τρόμος και η αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ είχαν δώσει τη θέση τους στην υστερία και στη βαρβαρότητα του αντικομμουνισμού.

Ο Μπρεχτ μάς συνιστά
την επαγρύπνηση, μας καρφώνει στο μυαλό το ερώτημα «και μετά, τι;», καλώντας μας να θυμηθούμε το: «και πριν, πώς;». Τώρα, που «όλοι δικοί μας είμαστε», τώρα που οι χαζοχαρούμενοι συνομιλητές ή παρ' ολίγον συνεργάτες των νεοναζί επιδίδονται σε χαρακίρια ειλικρίνειας και καλούν «να ξεριζώσουμε τους χρυσαυγίτες που έχουμε μέσα μας» (τι λες τώρα!), τώρα που η κυβερνώσα Δεξιά προσπαθεί να απαλλοτριώσει τη νίκη του αντιφασιστικού κινήματος, τώρα είναι η στιγμή να θυμηθούμε τα στοιχειώδη για να προλάβουμε τα επόμενα τερατώδη. Γιατί όλες οι πρώτες ύλες για μια επανάληψη του φασιστικού φαινομένου, στην απροσδιόριστη και ιστορικά μοναδική εκδοχή που έχει κάθε φορά, είναι ήδη εδώ.

Το γεγονός ότι ακόμα
και σήμερα ένα ποσοστό πολιτών (έως 20%, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση της Prorata) αισθάνεται οικείες τις «ιδέες» της Χρυσής Αυγής, αν «καθαριστούν» από εγκληματικές δραστηριότητες, είναι η πιο πρόσφατη επιβεβαίωση ότι η σκύλα δεν είναι απλώς σε οίστρο, αλλά είναι ήδη γκαστρωμένη. Ή -για να συνεχίσουμε την κατάχρηση των σχημάτων λόγου που αδικούν το ζωικό βασίλειο- ότι τα αυγά του φιδιού είναι έτοιμα να ξανασκάσουν.

Τι ακριβώς έγινε το 2010, όταν οι «φασίστες που έκρυβαν κάποιοι μέσα τους» βγήκαν έξω κι έγιναν η πρώτη εκλογική έκπληξη στην Αθήνα; Τι μεσολάβησε μέχρι το 2012, στο πρώτο πανελλαδικό εκλογικό άλμα, και μέχρι το 2014, στον φασιστικό θρίαμβο των ευρωεκλογών; Τι γέννησε τα ακροδεξιά και ρατσιστικά μορφώματα που διέτρεξαν την Ευρώπη την προηγούμενη δεκαετία, στις εκδοχές του «φασισμού των πλουσίων» του Βορρά, που πίστεψαν ότι απειλούνται από τους τεμπέληδες του Νότου, και του «φασισμού των φτωχών» του Νότου, που τους έφταιξαν οι ακόμα φτωχότεροι, οι «εισβολείς» της εξαθλιωμένης Αφρικής και της διαλυμένης Μέσης Ασίας;

Για να μην ξεχνιόμαστε: το υλικό υπόστρωμα, ο παγκόσμιος κοινωνικο-οικονομικός καμβάς της ναζιστικής ή φασίζουσας αναγέννησης ήταν η χρηματοπιστωτική κρίση, η κρίση χρέους στην Ευρώπη, η ανοιχτά ρατσιστική διαχείρισή της από το γερμανικό ράιχ στην Ε.Ε., η μετατροπή της Ελλάδας σε ζώνη οικονομικής καραντίνας για την προστασία της ευρωζώνης και των τραπεζών της, η βίαιη επιβολή των μνημονίων, η μαζική φτωχοποίηση του πληθυσμού, η προλεταριοποίηση μικροαστικών στρωμάτων που έπεσαν απότομα από τα σύννεφα της δανεικής ευημερίας τους, η εκτίναξη της ανεργίας, η επιβολή καθεστώτος πολιτικής επιτροπείας στη χώρα, η τοκογλυφική συμπεριφορά των δανειστών, η παντελής αδυναμία του πολιτικού συστήματος να διαχειριστεί την κρίση και η συνακόλουθη χρεοκοπία του, η κονιορτοποίηση και ανασύνθεση του κομματικού συστήματος, τα κρυφά και φανερά φλερτ μέρους της ελληνικής επιχειρηματικής ελίτ με τους νεοναζί, των οποίων η πολιτική εκτίναξη προφανώς δεν συντελέστηκε χωρίς χρηματοδότηση.

Το πώς όλα αυτά μετασχηματίστηκαν σε σκέψη, κουλτούρα και συμπεριφορά των ανοήτων που έγιναν εκτελεστές, πραιτοριανοί, ακόλουθοι, μέλη ή απλοί οπαδοί και ψηφοφόροι των νεοναζί είναι υπόθεση πολλών επιστημών, συμπεριλαμβανομένης της ψυχιατρικής. Ομως, το βέβαιο είναι ότι το φαινόμενο που ως μετά Χριστόν προφήτες όλοι σήμερα αποδοκιμάζουν έχει συνενόχους και χορηγούς: τις ευρωπαϊκές ηγεσίες που διαχειρίστηκαν με κυνισμό και βαρβαρότητα την κρίση της προηγούμενης δεκαετίας, την πολιτική γραφειοκρατία που θεσμοποίησε τη λιτότητα, την τραπεζοκρατία και τη χρεοκρατία, το χρηματοπιστωτικό σύστημα που ενθυλάκωσε τους ποταμούς χρήματος που τύπωναν οι κεντρικές τράπεζες, τους υπερπλούσιους που μετέτρεψαν σε ακόμα περισσότερο πλούτο τα κρατικά χρέη και την εξαθλίωση των ήδη φτωχών. Γι’ αυτούς δικαστήριο δεν έγινε, ούτε προβλέπεται.

Δεν ξέρω αν το αισθάνεστε,
αλλά είμαστε ακριβώς στην επανεκκίνηση του φαινομένου, με τους ιστορικά μοναδικούς όρους που δημιουργεί η πανδημία του κορονοϊού. Τα κρατικά χρέη αυξάνονται ξανά - είναι μονόδρομος για τις κυβερνήσεις, έστω κι αν είναι βέβαιο ότι σε ένα-δυο χρόνια από μας θα ζητήσουν τον λογαριασμό. Η ύφεση που προκαλεί η πανδημία καταστρέφει μια ώρα αρχύτερα μεγάλο μέρος της «παλιάς οικονομίας», αλλά απογειώνει τη «νέα», ετοιμάζοντας έναν βαθύτατο, ευρύτατο και παγκόσμιο μετασχηματισμό του καπιταλισμού. Κι ενώ κατά εκατομμύρια εργαζόμενοι και φτωχά μεσαία στρώματα χάνουν εισόδημα, θέσεις εργασίας και τζίρους, οι δισεκατομμυριούχοι του πλανήτη (τα γράφει καθημερινά σ’ αυτή την εφημερίδα ο Μπάμπης Μ.) μπαζώνουν μερικά ακόμα τρισεκατομμύρια στα χαρτοφυλάκιά τους, καθιστώντας την πανδημία μηχανισμό αβυσσαλέας διεύρυνσης των ανισοτήτων. Η αγαπησιάρικη ρητορεία των ελίτ για «την πανδημία που θα μας βοηθήσει να χτίσουμε έναν πιο δίκαιο κόσμο» δίνει και παίρνει, αλλά δουλεύουν ακάματα ακριβώς για το αντίθετο. Οι ανισότητες, η επισφάλεια, η αποξένωση, η εισοδηματική υποβάθμιση, ο ανταγωνισμός της επιβίωσης σε έναν κόσμο που όχι απλά δεν τον ελέγχεις, αλλά δυσκολεύεσαι ακόμη και να τον κατανοήσεις, αποτελούν το υπόστρωμα των εκρήξεων του μέλλοντος. Καλοδεχούμενες, όταν υπάρχει δεξαμενή δημιουργικής εκτόνωσής τους στον δρόμο της ουτοπίας. Ολέθριες, όταν εγκλωβίζονται στην ολοκληρωτική δυστοπία, στον αυταρχισμό, στους «σωτήρες», στον φασισμό. Ο φασισμός δεν είναι απλά ξενιστής στο άσπιλο σώμα του φιλελεύθερου καπιταλισμού. Είναι η βαρβαρότητα στην οποία προσφεύγει ένα πλέγμα οικονομικής κυριαρχίας όταν το μονοπώλιό του δεν μπορεί πια να προστατευτεί παρά μονάχα με την ανοιχτή βία. Κι είναι και ο εκβαρβαρισμός των ανθρώπων που αδυνατούν να καταλάβουν τι και ποιος φταίει για την εξαθλίωσή τους. Ο Μπρεχτ είχε απόλυτο δίκιο.



ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

Αυτοί που είναι αντίπαλοι του φασισμού χωρίς να 'ναι αντίπαλοι του καπιταλισμού, αυτοί που παραπονιούνται για τη βαρβαρότητα που αίτια τάχα έχει τη βαρβαρότητα την ίδια, μοιάζουν μ' ανθρώπους που θέλουν το μερτικό τους απ' τ' αρνί χωρίς όμως να σφαχτεί το αρνί. Θέλουν να φάνε το κρέας, να μη δουν όμως τα αίματα.
Αυτοί θα ικανοποιηθούν αν ο χασάπης πλύνει τα χέρια του προτού φέρει το κρέας στο τραπέζι. Δεν είναι κατά των σχέσεων ιδιοκτησίας, που προκαλούν τη βαρβαρότητα, παρά μονάχα κατά της βαρβαρότητας, υψώνουν τη φωνή εναντίον της, κι αυτό το κάνουν από χώρες όπου κυριαρχούν οι ίδιες σχέσεις ιδιοκτησίας, όπου όμως οι χασάπηδες πλένουν ακόμα τα χέρια τους προτού φέρουν το κρέας στο τραπέζι.


Μπέρτολντ Μπρεχτ, «Πέντε δυσκολίες για να γράψει κανείς την αλήθεια»

Wednesday, October 7, 2020

Saturday, October 3, 2020

Φούμο στο FoMO

ΕφΣυν 3-4/10/2020


Οφείλω στον Κώστα Ζαφειρόπουλο ένα ευχαριστώ. Διότι, διαβάζοντας το κείμενό του «Είσαι το προϊόν» («Εφ.Συν.», 29/9/2020) ανακάλυψα ότι υπάρχει ορισμός για το σύνδρομο που κατατρύχει κι εμένα και- υποθέτω- αρκετά εκατομμύρια ανθρωποειδών. Λέγεται FoMO= Fear of Missing Out = Φόβος να μη χάσεις ό,τι συμβαίνει. Ηδη, η δυσάρεστη έκπληξη ότι αγνοούσα έναν όρο που υπάρχει στην πιάτσα εδώ και μια δεκαετία έγινε ένα ακόμη σύμπτωμα του συνδρόμου, μια ακαταμάχητη ένδειξη ότι πάσχω από αυτό. Πώς μου επέτρεψα να μου έχει διαφύγει τόσα χρόνια αυτό;

Προσπάθησα να παρηγορηθώ με την ιδέα ότι το σύνδρομο δεν είναι κάτι περισσότερο ή χειρότερο από την επαγγελματική διαστροφή που ως δημοσιογράφοι και ΜΜΕ αναπόφευκτα αναπτύσσουμε στο κυνήγι της πληροφορίας. Οτι το FoMO δεν είναι παρά η ψηφιακή εκδοχή του αμείλικτου ερωτήματος που έθεταν οι αρχισυντάκτες από την εποχή του «μαρμάρου»: «Εμείς γιατί δεν το είχαμε αυτό;» Το άγχος της χαμένης είδησης και ο ανταγωνισμός της αποκλειστικής πληροφορίας αποτυπωνόταν στην αγωνία των κρεμασμένων στα περίπτερα πρωτοσέλιδων, στην αγορά της πρώτης εντύπωσης που έκρινε το στοίχημα της κυκλοφορίας. Αυτά τα στοιχήματα έχουν προ πολλού χαθεί, το FoMO των ΜΜΕ έχει αλλάξει πίστα.

Επειτα, μια και το FoMO αποτυπώνει κυρίως τις ψυχαναγκαστικές ανησυχίες που γεννά η εξάρτηση δισεκατομμυρίων ανθρώπων από τα social media και όσων «συμβαίνουν» πραγματικά ή εικονικά στον κόσμο τους, αναζήτησα παρηγοριά στην ιδέα ότι τα κοινωνικά δίκτυα και ο πόθος για «κοινοκτημοσύνη» της πληροφορίας είναι τόσο αρχαία όσο και οι ανθρώπινες κοινωνίες, τα χωριά, οι πόλεις, οι γειτονιές, οι συγκατοικήσεις και οι πολυκατοικίες, τόσο αθώα παθολογικές, όσο και το κουτσομπολιό. Οσο ο ύμνος της «Κουτσομπόλας», θαυμάσια τραγουδισμένος από την Παναγιωτοπούλου: «Ολα/ θέλω να τα ξέρω όλα/ όχι επειδή είμαι κουτσομπόλα/δεν το κάνω από κακό/ θέλω να ’χω υλικό/ κι ας μου τρώει η περιέργεια τη σόλα» (στίχοι Νικολακοπούλου, μουσική Κραουνάκης). Σκεφτείτε ότι όταν ο Αλφρέντ Ζερί έγραψε και παρουσίασε το θρυλικό «6ο πάτωμα», απ’ όπου κι η κουτσομπόλα, ούτε καν ο Τούρινγκ είχε διατυπώσει τη θεωρία της τεχνητής νοημοσύνης και την αλγοριθμική εκδοχή της κοινωνικής πραγματικότητας που σήμερα πυροδοτεί το FoMO και μύρια ακόμη σύνδρομα, τα οποία οι ψυχίατροι και ψυχολόγοι κατατάσσουν με σαδιστική επιμέλεια στη μακριά λίστα ψυχώσεων, νευρώσεων και φοβιών.

Για να επιστρέψω στο FoMO των social media, με τα οποία διατηρώ υποτυπώδη πλην αναπόφευκτη σχέση, και στο ερέθισμα που έδωσε ο Κ. Ζαφ., θα παραπέμψω κι εγώ στο δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ «Το Κοινωνικό Δίλημμα», δημοφιλέστατο ήδη στο Netflix, στο οποίο μεταξύ άλλων επιστήμονες και τεχνικοί που έχουν αποσκιρτήσει από τα βασίλεια του Facebook, του Instagram, της Google και άλλων αποκαλύπτουν τις περίπλοκες τεχνικές εθισμού και εξάρτησης που αναπτύσσουν οι κυρίαρχοι του ψηφιακού σύμπαντος. Εξαιρετικά χρήσιμη η συμβολή τους, παρότι δεν είμαι καθόλου βέβαιος ότι το «κοινωνικό δίλημμα» της ψηφιακής εποχής είναι το αν θα επιβάλουμε πρωτόκολλα κοινωνικά υπεύθυνης συμπεριφοράς στον αλγοριθμικό καπιταλισμό, αν θα θέσουμε όρια στη χρήση των σμάρτφον και των σόσιαλ μίντια από παιδιά και εφήβους ή αν τελικά θα γίνουμε αναχωρητές της ψηφιακής πλημμυρίδας, κλείνοντας τα κινητά, διαγράφοντας τους λογαριασμούς στο φου μπου, στο τουίτερ, στο ίνστα (που λέει κι ο πρώην πρόεδρος), ακόμη και στις πλατφόρμες ηλεκτρονικών μηνυμάτων και καταφεύγοντας στις τελευταίες εναπομένουσες σκήτες του αναλογικού πολιτισμού. Κάτι τέτοιο, αν και ηρωικό, θα ήταν τόσο μάταιο, όσο και η καταστροφή των μηχανικών αργαλειών από τους Λουδίτες του 19ου αιώνα.

Υποθέτω ότι η ίδια η τεχνητή νοημοσύνη έχει βοηθήσει να είμαστε σε πολύ καλύτερη θέση κατανόησης της πραγματικότητας από τους Λουδίτες και τους νεολουδίτες. Οσο χάος και αν προκαλεί η καταιγίδα πληροφοριών που βομβαρδίζει το μυαλό μας, μετατρέποντας την υπερπληροφόρηση σε αυθεντική αποπληροφόρηση, διαθέτουμε τα φίλτρα της σκέψης και της βούλησης να αντιληφθούμε ότι η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να έχει τις χρήσεις που είχε και το μαχαίρι που κατάφερε να σκαρώσει ο προϊστορικός άνθρωπος: ήταν εργαλείο επιβίωσης και εξασφάλισης της τροφής, φονικό όπλο ή, σε ακραίες περιπτώσεις, μέσο αυτοχειρίας.

Στην πραγματικότητα
, παρότι ξέρουμε ελάχιστα σε σχέση με αυτά που το FoMO μας εκβιάζει να μάθουμε, ξέρουμε όλα όσα χρειάζονται για να αντιληφθούμε ποιο είναι το πραγματικό κοινωνικό δίλημμα. Λοιπόν, το κοινωνικό δίλημμα δεν είναι αν και πόσο χρειαζόμαστε τα σόσιαλ μίντια, αλλά το αν θα τα ελέγχουμε ή θα μας ελέγχουν. Δεν είναι το αν θα απελευθερώσουμε τις απεριόριστες δυνατότητες των έξυπνων μηχανών, αλλά το ποιος θα τις κατέχει. Το πραγματικό κοινωνικό δίλημμα της εποχής το έθεσε -εν τη αφελεία της;- η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα προ ημερών, διακηρύσσοντας ότι η πανδημία αποτελεί ευκαιρία να διορθώσουμε τον καπιταλισμό, «ενισχύοντας την αίσθηση δικαιοσύνης, χωρίς αποκλεισμούς». Α γεια σου, Κρισταλίνα, τώρα μας έσπρωξες στο σωστό ερώτημα, στο πυρηνικό δίλημμα: Διορθώνεται ο καπιταλισμός, καρδιά μου; Είναι συμβατός με την κοινωνική δικαιοσύνη; Μπορεί να αναπαραχθεί χωρίς να διευρύνει τις ανισότητες, χωρίς να αποκλείει κατά δισεκατομμύρια τους ανθρώπους όχι μόνο από τον ωκεανό της πληροφορίας, αλλά πολύ συχνά από τους στοιχειώδεις όρους αξιοπρεπούς διαβίωσης;

Αν απαντήσουμε σ’ αυτό το κοινωνικό δίλημμα, νομίζω ότι μπορώ να ζήσω τις υπόλοιπες λίγες δεκαετίες της ζωής μου χωρίς να ξέρω όσα δεν ξέρω και χωρίς ενοχές που δεν τα ξέρω. Ρίχνοντας φούμο στο FoMO. Εξάλλου, ο πρώτος διδάξας Σωκράτης – Πλάτωνας, με το «εν οίδα, ότι ουδέν οίδα» (έστω κι αν δεν το είπε έτσι ακριβώς) μας υπενθυμίζει ότι η αποδοχή της άγνοιάς μας είναι μια καλή αρχή για να μάθουμε κάτι.


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ


Για τις ολιγαρχίες που ελέγχουν τον πλανήτη, η τεχνητή νοημοσύνη ενσαρκώνει την παλιά φαντασίωση όλων των κυρίαρχων τάξεων: τον από μηχανής θεό που θα τις απαλλάξει από τους απείθαρχους εργάτες και τις απρόβλεπτες συγκρούσεις της πολιτικής. Για τους ανθρώπους του σωματικού και πνευματικού μόχθου, τους δημιουργούς κάθε προόδου, η τεχνητή νοημοσύνη αντιπροσωπεύει μια πρόκληση, γεμάτη καινούριες δυνατότητες για πιο ανθρώπινη εργασία, περισσότερο ελεύθερο χρόνο και μεγαλύτερη αυτονομία. Ποια κατεύθυνση θα επικρατήσει, δεν μπορεί να το μαντέψει καμιά «έξυπνη μηχανή». Θα το καθορίσουν η βούληση και ο αγώνας του κοινωνικού ανθρώπου. 


Πέτρου Παπακωνσταντίνου, «Ανθρωποι και ρομπότ: Οι προκλήσεις της τεχνητής νοημοσύνης»