Thursday, April 24, 2008

Keep rising (24/4/2008)

Αναμφισβήτητα πρόκειται για ένα από τα πιο επιτυχημένα διαφημιστικά σλόγκαν των τελευταίων ετών. Μπορεί το ουίσκι να μη βοηθάει ιδιαίτερα κάποιον «να συνεχίσει να βαδίζει» ευθύγραμμα (αλλά, ποιος είπε ότι η εξέλιξη του ανθρώπου είναι ευθύγραμμη;), ωστόσο το «keep walking» του Ιωάννη του Περιπατητού υπερβαίνει την εμπορική σκοπιμότητα του μηνύματος, διαρρηγνύει τη συσκευασία του προϊόντος και αποκτά μια μοναδική ιστορικότητα και οικουμενικότητα. Δεν ξέρω αν το Johnny Walker μπορεί να περιληφθεί στα επιτεύγματα που απεικονίζουν την ανθρώπινη εξέλιξη -ως ουίσκι είναι μάλλον μέτριας ποιότητας, αν και δεν είμαι ειδήμων-, αν δηλαδή είναι ένας κρίκος στην αλυσίδα του πνευματικού και τεχνολογικού μας άλματος ως είδους – από τον τροχό και τη γραφή μέχρι το Internet και την αποκωδικοποίηση του ανθρώπινου γονιδιώματος. Ωστόσο, το αλκοόλ εν γένει δικαιούται μια θέση στο πανόραμα των επιτευγμάτων, έστω γιατί χάρη στη (λελογισμένη) χρήση του γεννήθηκαν σπουδαίες ιδέες.

Το Keep walking εκφράζει έναν οπτιμισμό για το μέλλον του ανθρώπινου είδους, τον οποίο, οφείλω να ομολογήσω, δεν συμμερίζομαι μέχρι τέλους (εκτός αν έχω καταναλώσει δύο ποτήρια ουίσκι). Αυτή είναι η πιο θετική ανάγνωση του μηνύματος. Για όσους βλέπουν το ποτήρι μισοάδειο και θα ήσαν πρόθυμοι, ως άλλοι Ναζωραίοι, να εκφέρουν εκείνη την απελπισμένη έκκληση στο Όρος των Ελαιών: «απελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο», το keep walking μπορεί να φαίνεται σαν ένας ατέλειωτος κι ανυπόφορος Γολγοθάς. Χωρίς σταύρωση και χωρίς ανάσταση, μάλιστα. Αν δε ο επώδυνος περίπατος περιλαμβάνει και το αξεσουάρ του σταυρού, το πράγμα γίνεται επικίνδυνο και το σλόγκαν μπορεί να μετατραπεί από keep walking σε keep carrying.

Ωστόσο, επειδή το αρχικό μήνυμα εκφράζει πρωτίστως την εμπιστοσύνη στην τεχνολογική ενόραση των ανθρωποειδών, υποθέτω ότι στη θέση του απλού περιπάτου ή του επώδυνου ανήφορου στον Γολγοθά μπορεί κάλλιστα να μπει κάτι που να εκφράζει τον εποχούμενο πολιτισμό. Τι διάολο ανακαλύψαμε τον τροχό; Θα μπορούσε επομένως να μετατραπεί κάλλιστα σε keep driving, αλλά υποθέτουμε ότι αν ένα δισεκατομμύριο άνθρωπο συνεχίσουν να οδηγούν ακατάπαυστα, αφενός δεν θα έχουν πλέον πού να πάνε, αφετέρου θα μετατρέψουν την ατμόσφαιρα του πλανήτη σε κόλαση. Η εναλλακτική λύση είναι ενδεχομένως η επιστράτευση ενός ηπιότερου συμβόλου του τροχοφόρου πολιτισμού, του ποδηλάτου, που δεν εκπέμπει ρύπους, δεν ηχορυπαίνει και γυμνάζει γλουτούς και τετρακεφάλους και οπότε το keep walking μετατρέπεται σε keep riding. Φευ, όμως, και η ποδηλασία δεν είναι τόσο άδολη όσο πιστεύαμε όπως απέδειξε η περιπέτεια Παπανδρέου. Μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνη όχι μόνο για την ισορροπία και τη σωματική ακεραιότητα του ποδηλάτη, αλλά και για την ισορροπία του πολιτικού συστήματος (Έλεος! Τόση αβάντα στον Καραμανλή δεν την αντέχω. Αναρωτιέμαι αν ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ είναι κατά βάθος θαυμαστής του…).

Με το δεδομένο ότι το μοντέλο του καθαρού homo sportivus δεν μας προκύπτει και πολύ παραγωγικό, ίσως είναι πιο ασφαλές να επιτύχουμε υψηλές, πρωταθλητικές επιδόσεις σε όλα τα πεδία -ως έθνος, ως κοινωνία, ως οικονομία, ως άτομα- με την παραδοσιακή μέθοδο της χρήσης αναβολικών. Οπότε το μήνυμα keep walking μετατρέπεται σε keep doping, που αφήνει στην άκρη τις παιδικές αφέλειες για αγνό, καθαρό, απαλλαγμένο από ουσίες ανταγωνισμό, ο οποίος δεν μπορεί να υπάρξει παρά βουτηγμένος στη λάσπη, στις τρικλοποδιές και στη χημεία.

Το Keep doping, εξάλλου, ανταποκρίνεται και στις προδιαγραφές ζωής όπως τις εξυφαίνουν οι ευφάνταστοι μεταρρυθμιστές των ασφαλιστικών και εργασιακών συστημάτων του αναπτυγμένου κόσμου. Είναι προφανές ότι, αν ένας άνθρωπος με προσδόκιμο επιβιώσεως 80 χρόνια πρέπει να δουλεύει μέχρι τα 67 σήμερα και ενδεχομένως μέχρι τα 70 αργότερα, χρειάζεται το κάτι τι του για να αντέξει. Και αναρωτιέμαι αν ο υπουργός Υγείας, αντί του Εθνικού Σχεδίου Δράσης κατά της Κατάθλιψης, είναι προτιμότερο να προωθήσει ένα εθνικό σχέδιο doping. Διότι, αυτό περίπου απαιτεί ο πολιτισμός του keep working μέχρι τελικής πτώσεως. Αν πραγματικά θέλουν πολίτες παραγωγικούς και ενεργούς μέχρι βαθέος γήρατος, θα πρέπει να σκεφτούν και τις άλλες διαστάσεις της ζωής: πώς θα εξασφαλιστεί, για παράδειγμα, το keep fucking (keep loving, αν σας προσβάλλει η φράση μέρες που είναι – ουκ επ’ άρτω μόνον ζήσεται άνθρωπος); Βιάγκρα θα είναι, μανδραγόρας θα είναι, σπαράγγια θα είναι; Δεν ξέρω. Keep dragging, πάντως.

Όπως, διαπιστώνετε, η παρότρυνση του μηνύματος keep walking έχει τις μύριες όσες παραλλαγές. Ενδεχομένως δεν είναι απλώς παραλλαγές, αλλά προϋποθέσεις για να συνεχίσουμε να βαδίζουμε και να εξελισσόμαστε ως είδος. Και σ’ αυτές τις προϋποθέσεις δεν έχω περιλάβει καν τα αυτονόητα, αν υπάρχουν πια τέτοια. Η τροφή, για παράδειγμα, είναι ένα από αυτά τα αυτονόητα, αλλά τη συνοδεύουν τα γνωστά αδιανόητα των τελευταίων μηνών, με τουλάχιστον το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού στα πρόθυρα ενός μαζικού λιμού κι άλλο ένα 10% να πολιορκείται από τον θάνατο λόγω παχυσαρκίας. Οπότε, το δίλημμα της επιβίωσης τίθεται ως εξής: keep eating ή keeping dieting;

Keep starving, είναι η απάντηση της αγοράς και όλων των ευαγών ιδρυμάτων που πιθανότατα γοητεύονται από ένα μαλθουσιανό ολοκαύτωμα στον πλανήτη. Αν πραγματικά ήθελαν να σώσουν τους πληθυσμούς που απειλούνται άμεσα από τη διεθνή διατροφική κρίση, δεν είχαν παρά να διαθέσουν ένα μικρό ποσοστό από τα δισεκατομμύρια ευρώ που διαθέτουν για τη σωτηρία του χρηματοπιστωτικού συστήματος, είτε για να σιτίσουν άμεσα τους πεινασμένους είτε για να ανακόψουν τη διεθνή κερδοσκοπία με τις τιμές των τροφίμων και των πρώτων υλών. Αλλά, η ιερότητα της ανθρώπινης ύπαρξης κάμπτεται μπροστά στην ιερότητα της πίστης. Της τραπεζικής, εννοείται. Η Τράπεζα της Αγγλίας (οσονούπω κι άλλες κεντρικές τράπεζες) πνίγει με πόνο τον νεοφιλελευθερισμό της και χαρίζει στις αναξιοπαθούσες από τις δεκαετίες της κερδοσκοπικής φούσκας εμπορικές τράπεζες 100 δισ. δολάρια φρέσκα λεφτά των φορολογούμενων Βρετανών. Για να μπορούν τα ευαγή πιστωτικά ιδρύματα να ξανακλείσουν πονηρά το μάτι στους αλαφιασμένους από την κρίση αποταμιευτές και δανειολήπτες, ψελλίζοντας στ’ αυτί τους: keep saving, keep loaning. Αυτά συμβαίνουν στην πατρίδα του Γιάννη του Περπατάρη, του οποίου η ουμανιστική παραίνεση keep walking μπορεί σε τελευταία ανάλυση (από την οπτική της πίστης - της τραπεζικής πάντα) να περιλαμβάνει ακόμη και το keep stealing…

Ο καθείς και τον σταυρό του, θα μου πείτε, γιατί να μεμφόμεθα τους κεντροτραπεζίτες για τον σικέ κεϊνσιανισμό τους, γιατί να κατηγορούμε τις πετρελαιοβιομηχανίες για την εύκαμπτη οικολογία τους (keep dirtying), γιατί να επικρίνουμε τους τεχνοκράτες της γεωπολιτικής για την αναλγησία τους (keep dying), γιατί να φτύνουμε τους πολιτικούς για την αβελτηρία τους (keep jerking); Δεν κάνουμε δα τίποτα κι εμείς, οι κοινοί θνητοί, για ν’ αντιτάξουμε στον αργό θάνατο της μονοτονίας την έκπληξη μιας ανάστασης. Από μιαν άποψη μας ξελασπώνει ο Ιησούς στο ετήσιο ραντεβού του, στη διασταύρωση ζωής και θανάτου. Keep rising, λοιπόν, θριαμβευτή Ναζωραίε. Keep sleeping, αγγελούδια μου. Σε λίγο θα έχουμε κι επέτειο του Μάη ’68. Θα πνίξουμε τον πόνο μας πίνοντας – Τζόνι με πάγο, ίσως. Keep drinking.

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (24/4/2008)

Υπαίθριος καιρός.
Κάτι ελιές πάνε να μαζέψουν ανήφορο.
Φορτωμένες.
Ο καρπός εισακούστηκε το παρελθέτω όχι,
Δεν θα εισπράξουν ούτε φέτος πατέρες
οι λιποψυχίες μας.

Ατελής η ελαιογραφία.
Να ξαναδοκιμάσω.

Κάτι ελιές πάνε να μαζέψουν ανήφορο.
Τα αργύρια φύλλα τους εποφθαλμιά
η αστραφτερή του τοπίου αγνότητα.
Φύσει καταδότρια η αθωότης.
Αυτή δεν μας παρέδωσε
για ελάχιστα ανεκπλήρωτα αργύρια
στην απώλειά της;

Να τονίσω λίγον Φαρισαίο απέναντι.
Τη θάλασσα.


Κική Δημουλά, «Μεγάλη Πέμπτη» (συλλογή «Χαίρε Ποτέ»)

Sunday, April 20, 2008

Μακάριοι οι πεινώντες και οι διψώντες (19/4/2008)

Οι επιστήμονες λένε ότι υπάρχουν δεκάδες ορμόνες που ευθύνονται για το γεγονός ότι το στομάχι μας συνδέεται απευθείας με τον εγκέφαλο, προκαλώντας το ακατανίκητο αίσθημα που μπορεί να καταστήσει τον άνθρωπο ληστή της φύσης, κλέφτη αγαθών, ακόμα και δολοφόνο του κατόχου τους. Οι νευροβιολόγοι παρατήρησαν επίσης ότι το ίδιο αίσθημα, που εξακριβωμένα ανασύρει τα φονικά μας ένστικτα, ευθύνεται για την ευφυΐα μας ως είδους. Υποστηρίζουν, δηλαδή, ότι στη διάρκεια της πείνας μια άλλη ορμόνη, η γρελίνη, εκκρίνεται σε σημαντικές ποσότητες αυξάνοντας τις συνάψεις στον ιππόκαμπο, το κέντρο του εγκεφάλου μας στο οποίο εδράζεται η ικανότητα μνήμης και εκμάθησης.

Αυτό μπορεί με τη σειρά του να σημαίνει τρία πράγματα. Πρώτον, ότι σχεδόν ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι που βασανίζονται αυτή την περίοδο από την πείνα υφίστανται μια δοκιμασία που απλώς αυξάνει την ευφυΐα τους. Επομένως, αντί να τους οικτίρουμε, θα πρέπει να τους μακαρίζουμε. Δεύτερον, ότι τα επιθετικά ανθρώπινα ένστικτα που αφυπνίζει η πείνα είναι τελικά δείκτες ευφυΐας και υψηλού IQ. Και τρίτον, ότι αν οι πεινώντες και οι διψώντες της υφηλίου εγκαταλείψουν τις περιοχές των μεγάλων λιμών και ορμήσουν στις κοινωνίες της αφθονίας, στις προθήκες και στα κατάφορτα τραπέζια τους, αυτές θα πρέπει όχι απλώς να αποδεχτούν αδιαμαρτύρητα την επιδρομή, αλλά και να τη χειροκροτήσουν ως ένα λαμπρό διανοητικό άλμα της ανθρωπότητας.

Ωστόσο, αν έχω αντιληφθεί σωστά, όλες αυτές οι παράφωνες, στριγκές κραυγές που βγάζουν τις τελευταίες μέρες οι διεθνείς οργανισμοί, οι G8, η Παγκόσμια Τράπεζα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για την απειλή της πείνας, δεν είναι μια εγκάρδια πρόσκληση προς τους πεινώντες του αναπτυσσόμενου κόσμου, μια προσφορά να μοιραστούν την τροφή του κορεσμένου αναπτυγμένου κόσμου. Κάθε άλλο. Οι τεχνοκράτες της διατροφικής οικονομίας προσπαθούν απεγνωσμένα να κρατήσουν της γης του πεινασμένους στις εστίες τους. Στα στείρα χωράφια τους, στις ξεραμένες πεδιάδες τους, στους άδειους πάγκους των αγορών τους. Με επισιτιστική βοήθεια και τη γνωστή διεθνή φιλανθρωπία. Μακριά από μας κι όπου να ’ναι. Μοιάζει με τη συμπεριφορά μας απέναντι σ’ ένα πεινασμένο, αγριεμένο σκυλί. Του πετάμε μ’ ευχαρίστηση τα αποφάγια μας, αρκεί να το κρατήσουμε σε απόσταση ασφαλείας. Βεβαίως, κάτι τέτοιο είναι αποτελεσματικό για λίγο, αλλά όχι για πάντα.

Η ιστορία της ανθρωπότητας, κατά κάποιον τρόπο, είναι μια ιστορία της πείνας. Η πείνα, πράγματι, είναι κινητήρια δύναμη της ανθρώπινης ευφυΐας. Ενδεχομένως αυτό υπαινίσσεται και η χριστιανική παράδοση που χαρακτηρίζει μακάριους τους πεινώντες και διψώντες. Θεωρεί τη στέρηση σαν μέθοδο εκπαίδευσης στην πίστη και συνεπώς την πίστη έκφραση ευφυΐας (δεν επεκτείνομαι, δεν σχολιάζω για να μη θεωρηθώ προκατειλημμένος, αλλά παραπέμπω στο σχετικό απόσπασμα έργου του Ιονέσκο στην ένθετη στήλη, που παρουσιάζει ακριβώς μια τέτοια διαδικασία).

Στην πείνα, λοιπόν, οφείλουμε πολλά από τα τεχνολογικά άλματα της ανθρωπότητας, την εξέλιξή μας από κυνηγοί-συλλέκτες σε έξυπνους παραγωγούς. Αλλά η ιστορία της πείνας δεν είναι μόνο μια συναρπαστική παράθεση λαμπερών τεχνολογικών επιτευγμάτων, εφευρέσεων και πνευματικών αλμάτων. Είναι μια ιστορία γκραν γκινιόλ. Μια ιστορία αίματος. Πόλεμοι, εξεγέρσεις, μεταναστεύσεις ορδών από πεινασμένους που μετέτρεπαν τη γη που διέσχιζαν σε κόλαση, πριν καταλύσουν στα εδάφη που θα γίνονταν ο παράδεισός τους. Sic transit gloria mundi. Η πείνα είναι το υπόστρωμα των επιτευγμάτων για τα οποία επαίρεται ο δυτικός πολιτισμός.

Η πείνα είναι και ο πυρήνας ενός πιο σύνθετου συμπλέγματος αισθημάτων που εξελίσσει τη διατροφή σε γαστρονομία, τη σίτιση σε μαγειρική, τον κανιβαλισμό σε πολιτισμό. Το περιγράφει έξοχα ο μακαρίτης Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν: «Τρώω σημαίνει σκοτώνει και καταβροχθίζω μια ύπαρξη που πριν ήταν ζωντανή, είτε πρόκειται για ζώο είτε για φυτό. Εάν καταβροχθίζαμε απευθείας το νεκρό ζώο… θα θεωρούμασταν άγριοι. Αν όμως μαρινάρουμε το ζώο, για να το μαγειρέψουμε στη συνέχεια με αρωματικά χόρτα από την Προβηγκία και μ’ ένα ποτήρι γλυκό κρασί, τότε έχουμε πραγματοποιήσει ένα εξαιρετικό πολιτιστικό εγχείρημα, το οποίο όμως δεν παύει να βασίζεται στην αγριότητα και στον θάνατο». Αυτά τα υψηλής αισθητικής γούστα ώθησαν, κατά μία εκδοχή, τους σταυροφόρους στην απελευθέρωση των Αγίων Τόπων που κατά τύχη συνέπιπταν με τον δρόμο των μπαχαρικών. Και ανάλογα αισθήματα έχουν ωθήσει τους εκλεπτυσμένους ουρανίσκους της Δύσης στην αναζήτηση των πιο εξωτικών αγαθών, στην κατάκτηση των πιο απομακρυσμένων αγορών. Η ικανοποίηση της πείνας είναι, λοιπόν, το πυρηνικό ένστικτο που διαμόρφωσε τον κόσμο μας, που τον διαχώρισε σε παραγωγούς και καταναλωτές, σε κοινωνίες αφθονίας και στέρησης.

Συμβαίνει, όμως, το εξής παράδοξο. Ενώ η ανθρωπότητα έχει απομακρυνθεί εδώ και χιλιετίες από το μοντέλο του «κυνηγού-συλλέκτη», ενώ έχει φτάσει σ’ ένα επίπεδο ευφυΐας (πάντα χάρη στην πείνα) και τεχνολογίας που θα έπρεπε να καταστήσουν άγνωστη τη λέξη λιμός, οι μεγάλοι λιμοί θερίζουν κάθε χρόνο εκατομμύρια ζωές, σαρώνουν δεκάδες χώρες και έχουν γίνει σήμα κατατεθέν της γεωπολιτικής του χάους. Οι κρίσεις τροφής της Ιστορίας ήσαν συχνοί, αλλά οι μεγάλοι λιμοί ήταν μετρημένοι στα δάκτυλα. Εξελίχθηκαν σε ακραίες κλιματικές ή κοινωνικές συνθήκες και τα καταστροφικά τους αποτελέσματα απορροφούνταν από τη διατροφική αυτάρκεια των πληθυσμών της υπαίθρου που τρέφονταν σύμφωνα με τις παραγωγικές τους δυνατότητες. Ο 20ός και ο 21ος αιώνας διαψεύδουν τη βεβαιότητα ότι ο οικουμενικός -πλέον- καπιταλισμός καθιστά την πείνα άγνωστη λέξη. Το αντίθετο μάλιστα. Από τη γενοκτονία της Μπιάφρα στη Νιγηρία, που πριν από 40 χρόνια έγινε το φόβητρο των ανόρεκτων παιδιών της Δύσης, μέχρι σήμερα οι διατροφικές κρίσεις έχουν σχεδόν αποκτήσει την περιοδικότητα των επιχειρηματικών κύκλων. Και αφορούν πληθυσμούς δισεκατομμυρίων, όχι μεμονωμένες νησίδες δυστυχίας. Στην Ασία ή στην Αφρική αφορούν, βεβαίως, την επιβίωση με ένα κομμάτι ψωμί ή μια χούφτα ρύζι – στην κυριολεξία. Αλλά και στην ανέμελη Ευρώπη ή Βόρεια Αμερική, το τραπέζι της αφθονίας, απόλυτα εξαρτημένο από την παραγωγή του σταριού στην Ουκρανία ή τη σοδειά ρυζιού στην Ασία, είναι πια εξαιρετικά ευπαθές. Οι άνθρωποι των καπιταλιστικών μητροπόλεων, όμηροι ενός πολυδαίδαλου πλανητικού δικτύου παραγωγής και διανομής τροφίμων, είναι ίσως οι πιο εκτεθειμένοι στον λιμό του μέλλοντος, κι ας ασχολούνται προς το παρόν με τις παρενέργειες της παχυσαρκίας ή της υψηλής χοληστερίνης.

Η ιστορία της πείνας δεν έχει κλείσει, λοιπόν. Πιθανώς να ζούμε ήδη τους κορυφαίους της σταθμούς. Το θέμα είναι γιατί. Η πείνα δεν έχει άλλον φίλο εκτός από τον τροφοδότη της, έλεγε ο Αριστοφάνης. Αυτό είναι το ερώτημα. Ποιος είναι ο τροφός της πείνας. Μεμονωμένους ενόχους θα βρούμε πολλούς: τον τζογαδόρικο καπιταλισμό που έχει μετατρέψει τους πόρους ύπαρξης σε χρηματιστηριακές αξίες, τις κλιματικές αλλαγές που ερημοποιούν εύφορες πεδιάδες, τη φάμπρικα των βιοκαυσίμων που εν ονόματι της οικολογίας κλέβει ζωτικό χώρο από τη διατροφική γεωργία, τους εμφύλιους πολέμους που υποθάλπει η νεοαποικιοκρατία, τη μεταρρυθμιστική λαίλαπα που επιβάλλουν στον αναπτυσσόμενο κόσμο διεθνείς οργανισμοί. Αλλά, κοινός παρονομαστής όλων αυτών ποιος είναι; Το όνομα αυτής, αγορά. Η αγορά μεταμορφώνει τον αγρότη σε βιομηχανικό εργάτη, το σταροχώραφο σε φάρμα παραγωγής βιομάζας, τις αγροτικές περιοχές σε βιομηχανικές ζώνες, τις καλλιεργητικές πεδιάδες σε Silicon Valley. Η αγορά «αποφασίζει» για τις κρίσεις υπερπαραγωγής και τις κρίσεις ένδειας, το μαγικό, αόρατο χέρι της μεταφέρει τα πλεονάσματα εκεί που υπάρχουν εισοδήματα και αδειάζει τα ράφια εκεί που ο μέσος καταναλωτής δεν έχει να διαθέσει πάνω από ένα ευρώ τη μέρα. Η αγορά μετατρέπει σε είδος πολυτελείας ένα φρούτο λίγα μέτρα από τον τόπο παραγωγής του, όταν, εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά απ’ αυτόν, το ίδιο φρούτο σαπίζει αδιάθετο στο ράφι του πωλητή ή αφάγωτο στο ψυγείο του καταναλωτή. Η αγορά, πιο απελευθερωμένη από ποτέ, καταλύει τα σύνορα στις χώρες της αφθονίας και υψώνει αδιαπέραστα τείχη στις χώρες της ένδειας.

Βεβαίως, της οφείλουμε ότι δεν σιτιζόμαστε πια με ό,τι έχει το μποστάνι μας και ό,τι βγάζει το χωράφι μας. Αλλά, αν υποθέσουμε ότι και η αγορά είναι κατάκτηση της ευφυΐας που απέκτησε το είδος μας παλεύοντας με την πείνα, είναι ταυτόχρονα ένα παράδοξο που προσβάλλει την ευφυΐα αυτή. Καιρός για το επόμενο διανοητικό άλμα.

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (19/4/2008)

ΠΡΕΣΤΟΛ: Πατέρα μας που βρίσκεσαι στον ουρανό.
ΑΔΕΛΦΟΣ ΤΑΡΑΜΠΑΣ: Θεέ μου. Δώστε στον κύριο Τριπ τη σούπα τη χορταστική. Δώστε στον κύριο Τριπ λοιπόν. Θεέ μου. Φτάνει. Την κέρδισες τη σούπα σου. Εισακούστηκες. Ορίστε η απόδειξη πως υπάρχει.
ΤΡΙΤΟΣ ΑΔΕΛΦΟΣ: Μεγαλοδύναμε, χαρίστε στον κύριο Τριπ τη σούπα του τη χορταστική. Ο κύριος Τριπ, που πιστεύει σε σας μ’ όλη του την ψυχή, κινδυνεύει να πεθάνει από ασιτία.
ΑΔΕΛΦΟΣ ΤΑΡΑΜΠΑΣ: Παραδέχεστε τώρα την υλική και θρεπτική απόδειξη της ύπαρξής του και την αποτελεσματικότητα της προσευχής;
ΜΠΡΕΣΤΟΛ: Ύστερα (τρώει) θα με αφήσετε να φύγω;
ΑΔΕΛΦΟΣ ΤΑΡΑΜΠΑΣ: Ακόμα τίποτε για να ξύσετε το δόντι σας κύριε Τριπ. Μα είναι λοιπόν κουφός; Μήπως θέλει να σας τιμωρήσει; Μήπως του τέλειωσαν οι προμήθειες; Σίγουρα βρίσκετε τα αστεία μου λίγο ανάρμοστα. Αλλά μεταξύ μας, ελπίζετε ακόμα στη σούπα της Θείας Πρόνοιας; Εγώ στη θέση σας θα είχα αρχίσει να αμφιβάλλω.
Ευγένιου Ιονέσκο, «Η πείνα και η δίψα»

Monday, April 14, 2008

Ο αντιπολιτισμός των αντιανθρώπων (12/4/2008)

Στη Φυσική ήμουν σκράπας. Ανεπίδεκτος. Και στα Μαθηματικά επίσης. Υπήρχε κάτι το αδιαπέραστο στις αφαιρέσεις που απεικονίζονταν σ’ αυτές τις εκτενείς παραθέσεις αριθμών, συμβόλων και γραμμάτων. Ίσως τα πειράματα στο σχολικό εργαστήριο με τους καταλύτες που άλλαζαν τα χρώματα των υγρών μέσα στους δοκιμαστικούς σωλήνες ή με την πρόκληση ενός μικροσκοπικού κεραυνού να μου είχαν κινήσει κάποιο ενδιαφέρον, αλλά κι αυτό ήταν μάλλον εικαστικό, διόλου επιστημονικό. Αυτή η αψυχολόγητη απέχθεια για τον κόσμο των θετικών επιστημών στην πραγματικότητα εξελίχθηκε σε μια πραγματική πνευματική αναπηρία. Αργότερα κατάλαβα ότι μου στερούσε τη δυνατότητα να παρακολουθήσω στοιχειωδώς το συναρπαστικό γνωστικό σύμπαν για την προέλευση του σύμπαντος, για το τι εστί ύλη, για τις απίστευτες μορφές και δυνατότητές της – αναρωτιέμαι τι είδους υλιστής ήμουν με τόση ασχετοσύνη για τους νόμους ύπαρξης της ύλης. Τέλος πάντων, ως εδώ η ψυχανάλυση.

Η πνευματική μου αυτή αναπηρία επανήλθε τραυματικά, σαν ανοιχτή πληγή, τις τελευταίες μέρες, ακούγοντας μιαν είδηση που μου εξήψε τη φαντασία. Οι επιστήμονες ετοιμάζουν σ’ ένα τούνελ στην Ελβετία ένα πείραμα που ενδεχομένως θα αποδειχθεί το πείραμα του αιώνα. Θέλουν, λέει, να αναπαραγάγουν σε μικροκλίμακα τις συνθήκες της Μεγάλης Έκρηξης, αναζητώντας εξηγήσεις για τις ρίζες της ύπαρξής μας. Αν έχω καταλάβει καλά, οι επιστήμονες υποθέτουν ότι στο Big Bang δημιουργήθηκαν ίδιες ποσότητες ύλης και αντιύλης, από την «αναμέτρηση» των οποίων υπερίσχυσε η πρώτη. Αυτό εξηγεί και τη σχεδόν παντελή απουσία αντιύλης από το σύμπαν, τουλάχιστον από τις περιοχές του που μπορούμε να ανιχνεύσουμε. Η θεωρία υπονοεί ότι ενδεχομένως η αντιύλη δεν είναι τόσο ανύπαρκτη όσο νομίζουμε και ότι πιθανά βρίσκεται σε ένα παράλληλο κόσμο, ένα παράλληλο σύμπαν, σχεδόν κατοπτρικό με το δικό μας, με μόνη διαφορά ότι αποτελείται από αντισωματίδια (αντιπρωτόνια, αντικαόνια, αντιηλεκτρόνια και άλλα αντι- που αδυνατώ να συγκρατήσω). Δεν επεκτείνομαι, διότι θα γράψω καμιά βλακεία.

Ως εδώ καλά. Εκτός, όμως, από τη συναρπαστική αμεριμνησία των επιστημόνων που θέλουν να ξεκλειδώσουν τα μυστικά του απειρολάχιστου τμήματος ύλης (ο πιο ευφάνταστος θέλει να φτάσει μέχρι την ανακάλυψη των «σωματιδίων του Θεού»), υπάρχουν και κάποιοι πιο επιφυλακτικοί, έως και τρομαγμένοι, που λένε πως το πείραμα της Ελβετίας δεν είναι τόσο ακίνδυνο όσο φαίνεται. Έγραψε ο «ΚτΕ» ένα σχετικό ρεπορτάζ την περασμένη εβδομάδα. Οι σκεπτικιστές λένε λοιπόν ότι, αν αναπαραχθούν οι συνθήκες της Μεγάλης Έκρηξης, αν σωματίδια και αντισωματίδια, ύλη και αντιύλη, βρεθεί πάλι σε συνθήκες μεγάλης αναμέτρησης, ποιος διασφαλίζει ότι δεν θα επικρατήσει η δεύτερη, ότι δεν θα δημιουργηθεί μια μαύρη τρύπα, όχι μόνο στη σήραγγα της Ελβετίας, αλλά και στη Γη ή στο σύμπαν ολόκληρο;

Δηλαδή, για φανταστείτε, στα καλά του καθουμένου να βρεθούμε σε μια αντι-Γη, σε ένα αντι-σύμπαν, σε μια αντι-φύση, μια αντι-κοινωνία, μιαν αντι-ανθρωπότητα.

Με τρομάζει, αλλά ταυτόχρονα με συναρπάζει αυτή η προοπτική, έστω κι αν αποτελεί σενάριο νοσηρής επιστημονικής φαντασίας (ή δικής μου επιστημονικής αφέλειας). Και προσπαθώ να φανταστώ πώς θα ήταν αυτός ο αντι-κόσμος, πώς θα συμπεριφέρονταν οι αντι-άνθρωποί του; Αν ακόμη και καθωσπρέπει επιστήμονες, με τα Νόμπελ και τα όλα τους, διατυπώνουν τέτοιες τολμηρές εικασίες, κι εγώ δικαιούμαι να υποθέσω και να φανταστώ τα πάντα. Η δική μου φαντασία, πάντως, ίσως είναι πιο ακίνδυνη από ένα πραγματικό πείραμα.

Κατ’ αρχάς, υπάρχει μια βασική παραδοχή. Στις απειροελάχιστες διαφορές ύλης και αντιύλης, οι επιστήμονες υπολογίζουν τη διαφορά φοράς σωματιδίων και αντισωματιδίων. Τα πρώτα είναι αριστερόστροφα, τα δεύτερα δεξιόστροφα. Δεν ξέρω αν αυτή η διαφορά ανάγεται στην πολιτικο-φιλοσοφική κλίμακα Δεξιάς -Αριστεράς, δεδομένο είναι πάντως ότι ζούμε σ’ έναν κόσμο βαρυτικά αριστερόστροφο. Τότε, γιατί όλα πάνε δεξιά; Μυστήριο. Να υποθέσω ότι ο Θεός (άρα και το στοιχειώδες σωματίδιό του) είναι αριστερής απόκλισης; Δεν έχει και τόση σημασία.

Υποθέτω, λοιπόν, ότι στο σύμπαν της αντιύλης τα πάντα αλλάζουν στο αντίθετό τους. Κατ’ αρχάς, η αντι-κοινωνία των αντι-ανθρώπων, θα πάψει να υποκλίνεται στην απόλυτη αξία του ανταγωνισμού. Το «αντί» αυτής της λέξης θα αντικατασταθεί ενδεχομένως από το «συν». Η αντι-ανθρωπότητα θα εγκαταλείψει την ανταγωνιστική της σχέση με τη φύση, έχοντας εξασφαλίσει άλλωστε την αειφόρο ενεργειακή επάρκεια που υπόσχεται η αντιύλη. Από τη ληστρική σχέση με το περιβάλλον, θα περάσει σε μια σχέση συνύπαρξης που όμοιά της δεν γνώρισαν ούτε οι πρωτόπλαστοι.
Το πολιτικό σύστημα των αντι-κοινωνιών είναι ένα μείζον ερώτημα. Το λογικό είναι οι αντι-άνθρωποι να απαλλαγούν από την εμμονή της διακυβέρνησης, των διαμεσολαβητών και της εξουσίας, για να περάσουν σε μια κατάσταση αυτοκυβέρνησης και αυτορρύθμισης. Αυτή η δυνατότητα, άλλωστε, θα υπαγορεύεται και από τις νέες παραγωγικές σχέσεις που θα αναδείξουν οι ενεργειακές δυνατότητες της αντιύλης. Η κατάσταση αφθονίας στους φυσικούς πόρους θα εξαλείψει τη βάσανο της σπάνεως και άρα την κατάσταση «γενικού πολέμου» για τον έλεγχο του πλούτου. Ως εκ τούτου, οι αντι-άνθρωποι δεν θα χρειαστεί να κηρύξουν το τέλος της πάλης των τάξεων, διότι οι τάξεις δεν θα έχουν νόημα ύπαρξης.

Καθώς οι αντι-άνθρωποι θα έχουν ελευθερία πρόσβασης σε όλους τους πόρους και τις πηγές πλούτου -από τα μήλα της Εδέμ μέχρι το Ελντοράντο της πληροφορίας- δεν θα έχει νόημα και ο καταμερισμός εργασίας. Οι αντι-άνθρωποι θα πλησιάζουν το αναγεννησιακό πρότυπο του «οικουμενικού ανθρώπου». Θα μπορούν να είναι αγρότες και πυρηνικοί επιστήμονες, οικοδόμοι και κατασκευαστές λογισμικού. Ακόμη και τα γλωσσικά σύνορα μεταξύ τους θα καταλυθούν. Θα μιλούν όλοι γήινα. Αλλά, μην τρομάζετε. Ο αντι-κόσμος της αντι-Γης δεν θα είναι ένας κόσμος καταθλιπτικής ομοιομορφίας. Χωρούν εκεί τόσοι πολιτισμοί, τόσες κουλτούρες, όσα και τα προσωπικά γούστα των δισεκατομμυρίων αντι-ανθρώπων. Οι ομαδοποιήσεις θα είναι ελεύθερες, ανεξαρτήτως συνόρων, φυλής ή θρησκευτικής επιλογής.

Στην αντι-οικοινομία των αντι-ανθρώπων δεν χωράει η έννοια της αγοράς. Η αφθονία των αγαθών καταργεί τον πόλεμο για την ιδιοποίησή τους. Τα προϊόντα έχουν όνομα, έχουν συσκευασίες, έχουν ετικέτες, έχουν προέλευση, αλλά δεν έχουν τιμή. Και αφού τα αγαθά δεν έχουν τιμή, δεν υπάρχει λόγος και για την ύπαρξη χρήματος. Όλες οι συναλλαγές ανάμεσα στις ηπείρους και τις διάφορες περιοχές του πλανήτη αντι-Γη (γλυκού σαν σαντιγί) θα γίνονται εις είδος. Η Αφρική θα στέλνει στην Ευρώπη εξωτικούς καρπούς και θα παίρνει ηλεκτρικές συσκευές. Η Ασία θα στέλνει στην Αμερική ρύζι και κομπιούτερ και η Αμερική θα ανταποδίδει στάρι, καλαμπόκι και ρούχα.

Και αφού το χρήμα ως μέσον συναλλαγής χάνει το νόημά του στην αντι-οικονομία των αντι-ανθρώπων, ποιο είδος χάνει εντελώς το νόημα της ύπαρξής του; Φευ! Οι τραπεζίτες. Υποθέτω ότι οι αντι-κοινωνίες θα αντέξουν αυτή την έλλειψη. Όπως θα αντέξουν την απουσία εργοδοτών, προϊσταμένων, ιεραρχίας και εξουσίας.

Ως εδώ, το (αντ)επιστημονικό μου παραλήρημα πάει καλά. Αντι-ιδιοκτησία, αντι-εξουσία, αντι-ιεραρχία…Όλα τα «αντί» του κόσμου της αντιύλης γίνονται «συν», χάρη στο θετικό φορτίο των αντισωματιδίων που αποτελούν το ελάχιστο τμήμα της ύπαρξής μας. Με ανησυχεί, όμως, κάτι. Αν ισχύει η θεωρία της παράλληλης ύπαρξης ενός σύμπαντος και ενός αντισύμπαντος, σαν τη συνύπαρξη ενός ανθρώπου με το αντίστροφο είδωλό του στον καθρέφτη, πώς θα είμαστε σίγουροι ότι υπάρχουμε πραγματικά στον κόσμο των οραμάτων μας και δεν είμαστε απλά το απατηλό παιχνίδι των φωτονίων; Ίσως δεν το μάθουμε ποτέ και πεθάνουμε έτσι κι αλλιώς με την άλυτη απορία της ύπαρξης (ή της ανυπαρξίας). Οπότε, μήπως είναι καλύτερα να επιστρέψω στην κατάσταση του σκράπα περί τη Φυσική που πάντα ήμουν;

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (12/4/2208)

ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: Ας μη χάνουμε την ώρα μας με μάταια λόγια! (Παύση. Με έξαψη). Ας κάνουμε κάτι γρήγορα, τώρα που μας προσφέρεται μια τέτοια ευκαιρία. Δε μας τυχαίνει κάθε μέρα να μας χρειάζονται. Δε λέω, βέβαια, πως χρειάζονται εμάς προσωπικά. Κι άλλοι πολλοί θα τα κατάφερναν το ίδιο καλά στη θέση μας, για να μην πω καλύτερα. Αυτή η έκκληση για βοήθεια που αντηχεί ακόμα στ’ αυτιά μας, απευθύνεται αναμφίβολα στην ανθρωπότητα ολόκληρη! Τούτη τη στιγμή όμως, σε τούτη εδώ την άκρη, η ανθρωπότητα ολόκληρη είμαστε εμείς, είτε μας αρέσει είτε όχι. Ας σπεύσουμε να επωφεληθούμε, λοιπόν, πριν είναι πολύ αργά! Ας εκπροσωπήσουμε επάξια κι εμείς για μια φορά τη σιχαμένη φάρα εις την οποία μας έριξε η μαύρη μοίρα! Τι λες και συ; (Ο Εστραγκόν δε λέει τίποτα). Είναι βέβαια αλήθεια ότι καθήμενοι εδώ με τα χέρια σταυρωμένα και σταθμίζοντας τα υπέρ και τα κατά τιμάμε εξίσου το είδος μας. Η τίγρη δεν κάθεται ποτέ να το σκεφτεί· ή τρέχει να βοηθήσει τους ομοίους της ή χώνεται στην πλησιέστερη λόχμη. Αλλά το θέμα δεν είν’ αυτό. Το θέμα είναι τι κάνουμε εμείς εδώ, μάλιστα, ιδού η απορία. Και έχουμε την ευτυχία να ξέρουμε την απάντηση. Ναι, μέσα σ’ αυτή την απέραντη σύγχυση, ένα είναι ξεκάθαρο: Περιμένουμε να έρθει ο Γκοντό.

Σάμουελ Μπέκετ, «Περιμένοντας τον Γκοντό»

Monday, April 7, 2008

Εθνικός κοσμοπολιτισμός (5/4/2008)

Πριν από 15 χρόνια, όταν τα εθνικά ανακλαστικά μας είχαν γίνει τσίτα, όταν τα πατριωτικά συλλαλητήρια ήταν στην ημερήσια διάταξη και οδηγούνταν στα δικαστικά εδώλια όσοι τολμούσαν να προτείνουν αναγνώριση της FYROM με την ονομασία Σλαβομακεδονία, ο εθνικός τροβαδούρος Διονύσης Σαββόπουλος είχε προτείνει ν’ ανοίξουμε ένα ελληνικό μπακάλικο στα Σκόπια για να πετύχουμε λύση στο άψε σβήσε. Δεκαπέντε χρόνια μετά, ο Δημήτρης Κοργιαλάς, τραγουδιστής κι αυτός αλλά μικρότερου εθνικού βεληνεκούς αυτός, πρότεινε να ρίξουμε δυο βόμβες να τα κάνουμε λίμπα στα Σκόπια, να ξεμπερδεύουμε. Οι δύο απόψεις φλερτάρουν, βεβαίως, επικίνδυνα με τη χυδαιότητα (και τη βλακεία). Οφείλουμε όμως να τους αναγνωρίσουμε ότι αντιστοιχούν στις δύο βασικές συνιστώσες της γεωπολιτικής του χάους που χαρακτηρίζει τον μεταψυχροπολεμικό κόσμο μας. Από τη μία πλευρά είναι η αγορά και από την άλλη η πολεμική (και ταυτόχρονα διπλωματική) ισχύς.

Παρότι ο Φράνσις Φουκουγιάμα βιάστηκε να γράψει «Το τέλος της ιστορίας», υποθέτοντας πως ο κόσμος απέκτησε την δεκαετία του ’90 την οριστική πολιτική του γεωγραφία, συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Η «ιστορία» εξακολουθεί να γράφεται με αίμα και χρήμα. Με όπλα και εμπορεύματα. Με κατάλυση των συνόρων από τις ασυγκράτητες δυνάμεις της αγοράς και με όρθωση νέων συνόρων από τα κέντρα της γεωπολιτικής ισχύος που χρησιμοποιούν με την ίδια ευκολία τον πόλεμο και τη διπλωματία. Για αρκετό διάστημα δόθηκε η εντύπωση ότι η παγκοσμιοποίηση των αγορών θα θέσει ένα τέλος στην ακατάπαυστη διαδικασία εθνογένεσης, ότι θα δώσει στον κόσμο μας την οριστική του μορφή, ότι στα μαθηματικά της γεωγραφίας η διαίρεση θα δώσει τη θέση της στην πρόσθεση. Ο κοσμοπολίτης των παγκοσμιοποιημένων και απελευθερωμένων αγορών που μιλάει αγγλικά, συναλλάσσεται σε ευρώ ή δολάρια, καταναλώνει ρωσικό στάρι στην Κίνα και Κινέζικο ρύζι στον Καναδά, θα απεμπολούσε με άγρια χαρά την εθνική του μυθολογία και θα φορούσε το κοστούμι των νέων υπερεθνικών σχηματισμών που «μόλυναν» το ιστορικό του DNA. Ο Έλληνας θα γινόταν χωρίς δυσκολίες Ευρωπαίος, ο σλαβομακεδόνας θα βολευόταν στη νατοϊκή διεθνή του διάσταση αφού θα απέβαλε την βαλκανική του «ίωση» και την σλαβική του σαλμονέλωση, ο Ουκρανός και ο Γεωργιανός θα μεταμορφώνονταν δια μαγείας σε ατλαντιστές. Ο κόσμος θα κατοικούνταν πια από Ευρωενωσίτες, νατοίτες, ΟΟΣίτες που θα τους ένωναν (ή θα τους χώριζαν κατά περίπτωση) μόνον οι τιμές των μετοχών, οι αξίες των εμπορευμάτων και οι ισοτιμίες των νομισμάτων.

Τίποτε από αυτά δεν συνέβη. Η παγκοσμιοποίηση των αγορών εξελίχθηκε σαν μέγεθος αντιστρόφως ανάλογο με τη γέννηση νέων εθνών, την ίδρυση νέων κρατών, την αφύπνιση παλαιών θρησκευτικών και εθνικών μειονοτήτων, την αναζωπύρωση ξεχασμένων εθνικών ανταγωνισμών και την πρόκληση νέων που εξελίχθηκαν σε αιματηρές συγκρούσεις. Κανείς δεν μπορεί πλέον να προβλέψει τη γεωγραφία της επόμενης δεκαετίας, το ληξιαρχείο του ΟΗΕ έχει ακόμη πολλή δουλειά όχι μόνο στις φλεγόμενες ζώνες του αναπτυσσόμενου κόσμου, αλλά ακόμη και στον λαμπερό αναπτυγμένο κόσμο των εθνικών κρατών του 18ου και του 19ου αιώνα. Ακόμη και η Γηραιά Ευρώπη και η μεσήλικας Αμερική έχει κάθε λόγο να αισθάνεται αβεβαιότητα, κατακλυζόμενη από τα στίφη των μεταναστών που την κατακλύζουν, δημιουργώντας μικρές εθνοτικές νησίδες, έθνη εντός των εθνών, μειονότητες εντός των πλειονοτήτων. Πολλώ μάλλον δεν έχουν βρει την οριστική της γεωγραφία η σπαρασσόμενη από φυλετικές αντιθέσεις Αφρική και η διάσπαρτη από καταπιεσμένες μειονότητες Ασία. Η Αυστραλία, ενδεχομένως, μπορεί να είναι ήσυχη καθώς οι Αβοριγίνες είναι είδος υπό εξαφάνιση.

Στην αναμέτρηση αγορών- εθνών, κοσμοπολιτισμού-εθνισμού η υπεροχή του δεύτερου παραμένει, λοιπόν, παράδοξα αδιαμφισβήτητη. Φαίνεται ότι το χρηματιστήριο της ιστορίας και της εθνικής μυθολογίας εξακολουθεί και παράγει υπεραξίες εκεί που τα χρηματιστήρια αξιών και εμπορευμάτων ασθμαίνουν, εκνευρίζονται, παλινδρομούν και λυγίζουν στην ιδέα μιας παγκόσμιας ύφεσης.

Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει κάτι ολότελα παράδοξο σ’ αυτό. Πάρτε για παράδειγμα τα Βαλκάνια. Η αρχιτεκτονική του χάους και του κρατικού κατακερματισμού που επέβαλε η Pax Euro-Americana, η εξαγωγή της «δημοκρατίας της αγοράς» στις χώρες του ανύπαρκτου σοσιαλισμού με τους πιο αιματηρούς όρους, η δημιουργία του επενδυτικού Ελντοράντο στα αποκαίδια του πολέμου και τα ερείπια των κρατικών υποδομών, δημιούργησαν όχι μόνον τους αθλίους των Βαλκανίων, αλλά και στρώματα που διψούν για ένα όλο και μεγαλύτερο μερίδιο στο παραγόμενο υπερπροϊόν. Ακόμη και ο «μικροιμπεριαλισμός» της Ελλάδας στα γειτονικά Σκόπια για τον οποίο επαίρονται Έλληνες επιχειρηματίες (με τη λογική του κατά Διονύση Σαββόπουλου μπακάλικου), γίνεται σήμερα μπούμεραγκ. Τα εκατομμύρια ευρώ που εξαγόρασαν επιχειρήσεις, επενδύθηκαν σε μεταποιητικές μονάδες, κινητοποίησαν υποδομές και υπηρεσίες σ’ ένα βαθμό ευνόησαν (ενδεχομένως και δημιούργησαν) στρώματα και ομάδες που τώρα διεκδικούν μεγαλύτερο κομμάτι πίτας. Όχι μόνο της μίζερης, καχεκτικής βαλκανικής πίτας αλλά ίσως και της ατλαντικής ή της ευρωατλαντικής. Θα ήταν επικίνδυνη βλακεία να θεωρεί κανείς ότι η μόνη νοητή αντίδραση αυτών των στρωμάτων στην ΠΓΔΜ θα ήταν «η ευγνωμοσύνη του ευεργετηθέντος». Όχι βέβαια. Οι νεοκαπιταλιστές των χωρών της νέας τάξης έχουν την αναπόφευκτη απληστία που έχουν όλες οι ηγετικές τάξεις που θέλουν καλύτερο μερτικό στο διεθνή καταμερισμό εργασίας. Και θέλουν πρώτα απ’ όλα καλύτερο μερτικό στις δικές τους, εθνικές αγορές. Εκεί πραγματοποιούν τις υπεραξίες τους, από εκεί αντλούν την πολιτική ισχύ τους, εκεί προβάλουν και την συνεκτική εθνική μυθολογία που θα συσπειρώσει όλες τις τάξεις, όλες τις μερίδες του πληθυσμού. Η εθνική ταυτότητα είναι το brand name των εθνικών τους αγορών, όπως το label και το Made in FYROM (ή Macedonia) είναι το πιστοποιητικό γνησιότητας των προϊόντων τους.

Οι Σλαβομακεδόνες δεν κάνουν τίποτε διαφορετικό απ’ ότι έκαναν οι Ελληνες αστοί των αρχών του 20ου αιώνα επενδύοντας στην «Μεγάλη Ιδέα» και στην Ελλάδα των δύο ηπείρων. Και αν αυτό καθίστατο εφικτό χωρίς να πέσει τουφεκιά, με τη ναυτοσύνη, το επιχειρηματικό δαιμόνιο, είναι βέβαιο ότι θα δεν θα είχαν ενθαρρύνει τη μικρασιατική εκστρατεία. Αλλά ήταν μια άλλη αστική τάξη, αυτή που εξέφραζαν οι κεμαλιστές της Τουρκίας που διεκδικούσε το ίδιο ζωτικό πεδίο πλουτισμού. Βεβαίως, η δική τους «Μεγάλη Ιδέα» μπορεί να έχει ανάλογο εθνικιστικό φορτίο, αλλά έχει πολύ μικρότερη εμβέλεια και ασθενέστατη ισχύ. Πρώτον, διότι η δική τους «μακεδονική μυθολογία» προσκρούει στην ύπαρξη ενός δεύτερου έθνους εντός του έθνους, της ισχυρής αλβανικής μειονότητας, της οποίας ο εκκολαπτόμενος εθνισμός προβάλλεται σε μιαν ακόμη γεωγραφική διαίρεση, μιαν επαναχάραξη συνόρων για την «παραγωγή» της Μεγάλης Αλβανίας. Και δεύτερον, ο δικός τους εθνισμός-εθνικισμός είναι ετερόφωτος, προσπαθεί απεγνωσμένα να αντλήσει την κρατική κυριαρχία του από τις υπερεθνικές δομές του ΝΑΤΟ ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επομένως, θα είναι για πολύ ακόμη ένας εθνισμός ανάπηρος, ατελής, ανολοκλήρωτος. Κατά κάποιο τρόπο, εκκλησία κλέβουμε…
Ωστόσο, υπάρχει και μια αναπηρία που αφορά το δικό μας εθνισμό, παρά την αλαζονεία ισχύος που φροντίζουμε να αναδύουμε ως χώρα (για να τρομάξουμε τους άλλους ή μήπως για να καθησυχάσουμε τους εαυτούς μας;). Έχοντας αποδεχθεί ως αυτονόητους φυσικούς νόμους τις διεθνείς δομές της ευρωατλαντικής ιεραρχίας, τις θεωρούμε και αποκλειστικό πεδίο εκτόνωσης των εθνικών εξάρσεων. «Τιμωρούμε» τους αλλοεθνείς ανταγωνιστές μας δια του αποκλεισμού από αυτές τις δομές. Οποία τιμωρία, να στερείς τα Σκόπια από μια βάση Σούδας, την εμπειρία της συμμετοχής σε μια εκστρατεία στο Αφγανιστάν, από την απόλαυση της εμπλοκής στην πιο επιθετική και ανεξέλεγκτη στρατιωτική μηχανή του πλανήτη! Ή μήπως το ΝΑΤΟ έγινε συμμαχία των αγγέλων και δεν το πήρα πρέφα;

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (5/4/2008)

Το διακρατικό σύστημα δεν είναι απλώς ένα άθροισμα υποτιθέμενων κυρίαρχων κρατών. Πρόκειται για ένα ιεραρχικό σύστημα όπου η τάξη του προβαδίσματος είναι σταθερή, αλλά δεκτική μεταβολών. Πράγμα που σημαίνει ότι αργές μετατοπίσεις μέσα στην τάξη ιεραρχίας είναι όχι μόνο δυνατές αλλά και ιστορικά φυσιολογικές. Οι ανισότητες που είναι σαφείς και σημαντικές, χωρίς ωστόσο να είναι αμετακίνητες, αποτελούν ακριβώς το είδος της διαδικασίας που οδηγεί σε ιδεολογίες ικανές μα δικαιολογήσουν μια καλή θέση στην ιεραρχία. Αλλά επίσης να αμφισβητήσουν μια μειονεκτική θέση. Αυτές ακριβώς οι ιδεολογίες αποκαλούνται εθνικιστικές.
Για ένα κράτος το να μην είναι έθνος σημαίνει ότι μένει έξω από το παιχνίδι που συνίσταται στο να εμποδίζει ή να ευνοεί κάθε μεταβολή της θέσης του στην ιεραρχία. Αλλά ένα τέτοιο κράτος δεν θα αποτελούσε μέλος του διακρατικού συστήματος. Οι πολιτικές οντότητες που υπήρξαν έξω και/ή πριν την ανάπτυξη του διακρατικού συστήματος ως πολιτικής υπερδομής της καπιταλιστικής κοσμοοικονομίας δεν είχαν καμιά ανάγκη να είναι έθνη. Άλλωστε δεν ήταν.

Ιμμανουέλ Βαλλερστάιν, «Η οικοδόμηση των λαών: ρατσισμός, εθνικισμός, εθνισμός»