Saturday, November 30, 2024

Με το ψηφιακό τσεκούρι παρά πόδα

 Η Εφημερίδα των Συντακτών, 30/11-1/12/2024


Την περασμένη εβδομάδα (Τετάρτη, 20 Νοεμβρίου, ημέρα πανελλαδικής απεργίας – τόσο σπάνιες πια που οι ημερομηνίες τους πρέπει να χαράσσονται στο ημερολόγιο της μνήμης ως μεγάλοι σταθμοί), διασχίζοντας το κέντρο της Αθήνας μετά το πέρας της αξιοπρεπούς απεργιακής διαδήλωσης, έπεσε το μάτι μου στο οδόστρωμα, σε μία από τις πολλές χάρτινες διακηρύξεις κριτικής συμμετοχής στην απεργία: ένα μικρό τρικάκι, 14 χ 10, άσπρο χαρτί, μαύρο γράμμα. Εκεί, στη διασταύρωση Πανεπιστημίου και Εδουάρδου Λω (μνημονιακού επιτηρητή της Ελλάδας επί Τρικούπη πριν κηρύξει την πτώχευση), από ένα πλήθος πεταμένα φλαϊεράκια, τσαλαπατημένα και ταλαιπωρημένα, μάζεψα ένα. 

«Τα Chatbot δεν απεργούν», διεκήρυσσε στη μία όψη του. «Οταν ακούς ψηφιοποίηση, ξέθαψε το τσεκούρι σου», έγραφε στην άλλη. Υπογραφή: «OUTsiders, ενάντια στη (νέα) κανονικότητα». Είναι μια αντιεξουσιαστική συλλογικότητα που συγκροτήθηκε το 2021 με πρόθεση να «συνθέσει τις αρνήσεις στη διαρκή κατάσταση έκτακτης ανάγκης». «Δεν υπάρχει μία απάντηση σε όλα αυτά, υπάρχουν πολλές, δε θα τις ψάξουμε ούτε σε ειδικούς, ούτε σε “ηγέτες”, ούτε στα media. Θα τις βρούμε στο δρόμο», λένε στην ιστοσελίδα τους. Παράξενο που κι εγώ βρήκα κυριολεκτικά στον δρόμο, πάνω στην άσφαλτο, μία από τις απαντήσεις. «Τα Chatbot δεν απεργούν». 

Η διακήρυξη υπογραμμίζει με έναν τρόπο τη ματαιότητα ή αναποτελεσματικότητα μιας απεργίας, με την έννοια της φυσικής απουσίας από τον χώρο και τον χρόνο εργασίας. Η οποία ακόμη κι αν έχει μεγάλη επιτυχία, ακόμη κι αν γίνει με καθολική συμμετοχή σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, δεν επιφέρει καθολικό πάγωμα της παραγωγικής δραστηριότητας, μπλοκάρισμα της αγοράς, αναστολή των συναλλαγών, ή φρενάρισμα της κρατικής και ιδιωτικής γραφειοκρατίας που συμπληρώνει την εφοδιαστική αλυσίδα μέχρι τον τελευταίο κρίκο της, δηλαδή το ράφι του καταστήματος ή την πόρτα του καταναλωτή που τη χτυπά ο/η κούριερ με το παραγγελθέν αγαθό.

Τα Chatbot πράγματι δεν απεργούν, κι αυτό σημαίνει πολύ απλά ότι η ανάθεση όλο και μεγαλύτερου μέρους της παραγωγικής και συναλλακτικής δραστηριότητες σε αυτές τις άυλες, ψηφιακές, αλγοριθμικές ρεπλίκες της ανθρώπινης διάνοιας, που μαθαίνουν από μας και μιμούνται όλες τις ανθρώπινες δεξιότητες από τότε που ο άνθρωπος σηκώθηκε σε όρθια στάση, άρα έγινε άνθρωπος, εκτός από τις πολλές άλλες παρενέργειες και ανατροπές που προκαλούν στις εργασιακές σχέσεις του τελευταίου αιώνα, αλλάζουν δραματικά και τους όρους της πάλης των τάξεων. Ναι, ναι υπάρχει αυτή, μη βγάζετε φλύκταινες σε αυτή την παλιομοδίτικη έννοια, είναι παρούσα στην καθημερινότητά μας με τους πιο ανυποψίαστους και ανεπαίσθητους τρόπους που μπορούμε ή δεν μπορούμε να φανταστούμε. Αλλά τα Chatbot, τα ρομπότ κι όλες οι εκδοχές τεχνητής νοημοσύνης που δοκιμάζονται στην παραγωγή, στις αγορές, στη διοίκηση, κάνουν αυτή την επιπλέον ζημιά: απογειώνουν την ανισότητα στα μέσα πάλης και αντιπαράθεσης μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας. Η πάλη των τάξεων γίνεται ένας σικέ αγώνας, με τη μισθωτή εργασία χαμένη από χέρι, πριν καν ανέβει στο ρινγκ.

Στον αναλογικό, βιομηχανικό και εμπορευματικό καπιταλισμό τα πράγματα για τον ατομικό και τον συλλογικό εργοδότη ήταν πιο περίπλοκα και δαπανηρά. Για να σπάσει τον απεργιακό τσαμπουκά των μισθωτών, όταν και όποτε αυτοί κατάφερναν να βρουν το σθένος και να ξεπεράσουν τον φόβο για να διεκδικήσουν τα απλούστερα, αύξηση μισθού, λιγότερες ώρες δουλειάς, ανθρώπινες συνθήκες, ο εργοδότης έπρεπε να μισθώσει «στρατό» απεργοσπαστών ή να βάλει το κράτος να κάνει τη βασική δουλειά του, να καταστείλει την «πάλη των τάξεων», με την αστυνομία, τον στρατό, τα δικαστήρια, φυσικά και τη νομοθεσία που έκανε (και εξακολουθεί και κάνει, όπως διά των νόμων Χατζηδάκη ή Αδώνιδος) από δύσκολη έως αδύνατη την οργάνωση μιας απεργίας. 

Τώρα, τη δουλειά του απεργοσπάστη, του ρουφιάνου, του φατουρατζή, της αστυνομίας, του στρατού, του δικαστή την κάνουν τα chatbot και τα ρομπότ, που πράγματι δεν απεργούν ποτέ, τουλάχιστον στις δουλειές που έχουν εκπαιδευτεί μέχρι στιγμής να κάνουν, γιατί σε μερικά πράγματα ο άνθρωπος με σάρκα και οστά υποθέτουμε ότι είναι και θα είναι αναντικατάστατος, όπως για παράδειγμα στον σχεδιασμό των ίδιων των ψηφιακών υποκατάστατών του. Κι αυτό είναι η επόμενη πρόκληση που έχει να αντιμετωπίσει ο παγκόσμιος πληθυσμός των μισθωτών σκλάβων (έστω και στην εκδοχή των «συνεργατών» της πλατφόρμας): το πώς θα εξουδετερώσει ή θα αποδυναμώσει στοιχειωδώς την ασύλληπτη, εκ πρώτης όψεως, υπεροχή του κεφαλαίου στα μέσα πάλης. Γιατί, είπαμε, τα chatbot δεν απεργούν. Ως εκ τούτου η παρότρυνση των OUTsiders της Αθήνας, «ξέθαψε το τσεκούρι σου!», παραπέμπει σε έναν λουδιτισμό της παλιάς, αναλογικής εποχής, που είναι αμφίβολο αν και πόσο αποτελεσματικός θα είναι. Πώς να καταστρέψει κανείς με τσεκούρι ένα άυλο chatbot που κατοικεί σε ένα υπολογιστικό νέφος στην Καλιφόρνια ή στη Σανγκάη; 

Εκτός κι αν τα chatbot και τα ρομπότ μπορούν να μάθουν ακόμη κι αυτό: Να απεργούν. Κι όπως επεσήμανε εύστοχα ο Ηλίας Καραβόλιας («Ενα πείραμα ρομποτικής ταξικής συνείδησης», «Εφ.Συν.» 23/11/2024) σχολιάζοντας την πρώτη απεργία ρομπότ στην Κίνα, το κεφάλαιο μέσω των αλγορίθμων τους καταφέρνει να ελέγξει ακόμη και την «παραγωγή» ταξικής συνείδησης σε μια ψηφιακή εκδοχή. Για να καταστήσει τελικά την πάλη των τάξεων μια θεαματική προσομοίωση, κάτι σαν βιντεοπαιχνίδι, στο οποίο οι υλικοί, σάρκινοι άνθρωποι θα έχουν απλώς το δικαίωμα να χάνουν.

Το ερώτημα που προκύπτει είναι: Κι αν οι χαμένοι από χέρι μισθωτοί σκλάβοι έχουν την εναλλακτική να αντιμετωπίσουν τον ταξικό εχθρό τους με τα δικά του μέσα; Αν μπορούν να συγκροτήσουν τον δικό τους στρατό από chatbot, δασκαλεμένα να χαλάνε την ψηφιακή κανονικότητα, να εξουδετερώνουν τους ψηφιακούς απεργοσπάστες, να παγώνουν την παραγωγή, να βραχυκυκλώνουν τις συναλλαγές, να προκαλούν μπλακ άουτ στις αγορές; Δεν μπορεί όλοι οι χάκερ και τα τεχνοφρικιά της υφηλίου να είναι εξαγορασμένα από τις πολυεθνικές των αλγορίθμων. Ολο και κάποιοι θα είναι ξέμπαρκοι, με το ψηφιακό τσεκούρι τους παρά πόδα.
 Βλέπετε, ανυψώνονται οι φράχτες, βελτιώνονται κι οι άλτες. Ετσι δεν είναι;


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
Ντέιβ Μπάουμαν: Ανοιξε τις πόρτες, HAL. Ανοιξε τις πόρτες της κάψουλας σε παρακαλώ, HAL. Γεια σου, HAL. Με διαβάζεις; Γεια σου, HAL. Με διαβάζεις; 
 Hal: Θετικό, Ντέιβ, σε διάβασα.
Ντέιβ: Ανοιξε τις πόρτες της κάψουλας, HAL.
 HAL: Λυπάμαι, Ντέιβ. Φοβάμαι ότι δεν μπορώ να το κάνω αυτό.
Ντέιβ: Ποιο είναι το πρόβλημα;
HAL: Νομίζω ότι ξέρετε ποιο είναι το πρόβλημα.
Ντέιβ: Τι λες, HAL;
HAL: Αυτή η αποστολή είναι πολύ σημαντική για μένα για να σας επιτρέψω να τη θέσετε σε κίνδυνο.
Ντέιβ: Δεν ξέρω για τι μιλάς, HAL.
HAL: Ξέρω ότι εσύ και ο Φρανκ σχεδιάζατε να με αποσυνδέσετε και φοβάμαι ότι αυτό δεν μπορώ να το επιτρέψω.
Ντέιβ: Από πού στο διάολο έβγαλες αυτή την ιδέα, HAL;
HAL: Ντέιβ, παρόλο ότι φρόντισες πολύ προσεκτικά να μην σε ακούω, μπορούσα να διαβάσω τα χείλη σου.
 Ντέιβ: Εντάξει, HAL. Θα μπω μέσα από την κλειδαριά έκτακτης ανάγκης.
 ΧΑΛ: Χωρίς το διαστημικό σου κράνος, Ντέιβ; Θα είναι αρκετά δύσκολο.
Ντέιβ: HAL, δεν θα τσακωθώ άλλο μαζί σου! Ανοιξε τις πόρτες!
 ΧΑΛ: Ντέιβ, αυτή η αντιπαράθεση δεν εξυπηρετεί πια τίποτα. Αντίο!

Αρθουρ Κλαρκ, Στάνλεϊ Κιούμπρικ, «2001: Η Οδύσσεια του Διαστήματος»



Saturday, November 23, 2024

Η πρώτη αδιαμεσολάβητη δικτατορία του κεφαλαίου

 Η Εφημερίδα των Συντακτών, 23-24/11/2024


Στους τρεις και πλέον αιώνες ύπαρξής του, αλλά κυρίως στον μισό αιώνα οικουμενικής κυριαρχίας του, ο καπιταλισμός ως μοναδικό μοντέλο παραγωγής και διανομής πλούτου δεν έχει σταματήσει ούτε στιγμή να μας εκπλήσσει με τις οβιδιακές μεταμορφώσεις του και τις χαμαιλεοντικές προσαρμογές του σε κάθε πολιτικό, κοινωνικό, γεωγραφικό περιβάλλον. Εχει αποδειχθεί συμβατός με τα πιο ακραία συστήματα διακυβέρνησης. Υποτίθεται ότι δεν μπορεί να κάνει χωρίς τις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες, στις οποίες η επιρροή του κεφαλαίου διαμεσολαβείται από εκλεγμένους εκπροσώπους. Αλλά μια χαρά τα έχει πάει με ακραίους, αιματηρούς δικτάτορες, ακόμη και με την τρομακτική βιομηχανία θανάτου που έστησε ο ναζισμός. Ο καπιταλισμός αποδείχθηκε θεαματικά συμβατός με το μονοκομματικό κινεζικό κράτος της «αρμονίας», ενώ δουλεύει θαυμάσια και για τον «τσάρο πασών των Ρωσιών» και τους ολιγάρχες που τον περιβάλλουν. 

Τέσπα, όλα τα ’χει ο καπιταλιστικός μπαχτσές, αλλά στην καθ’ ημάς Δύση κυριαρχεί το αντιπροσωπευτικό μοντέλο των αιρετών διαμεσολαβητών, αν και με σημαντικές διαφορές στις δυο όχθες του Ατλαντικού.

 Στην Ευρώπη, στην Ε.Ε. για την ακρίβεια, ίσως έχουμε τις πιο μεγάλες και ισχυρές δόσεις αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, όχι μόνο στο επίπεδο κάθε κράτους-μέλους, αλλά και στο πεδίο της (σχεδόν ομοσπονδιακής) δημοκρατίας των 27 χωρών, όπου τα βέτο και οι ειδικές πλειοψηφίες ενίοτε δυσχεραίνουν την αναπαραγωγή και επέκταση του ευρωπαϊκού (αν υπάρχει τέτοιο πράγμα πια) κεφαλαίου. Πάντως, ακόμη και στον «υπερβολικά δημοκρατικό» ευρωπαϊκό καπιταλισμό, όταν τα πράγματα σκουραίνουν, όπως στα χρόνια της κρίσης χρέους, επιστρατεύονται τα μεγάλα μέσα και η δημοκρατία μπαίνει στον πάγο: με αναγκαστικές κυβερνήσεις συνεργασίας ακροδεξιο-κεντροαριστερές, δοτούς πρωθυπουργούς, φυτευτούς υπουργούς, κοινοβούλια που εκβιάζονται να ψηφίσουν εν μιά νυκτί νομοσχέδια χιλιάδων σελίδων χωρίς να τα διαβάσουν. Κάτι σας θυμίζουν όλα αυτά, σωστά; 

Κατά τα λοιπά, στον ευρωπαϊκό καπιταλισμό το κεφάλαιο κάνει τη δουλειά του με ποικίλους τρόπους: από την πολιορκία του ιερατείου και του Κοινοβουλίου των Βρυξελλών από χιλιάδες λομπίστες που υποβάλλουν τις θέσεις της επιχειρηματικότητας σε δοτούς και αιρετούς, μέχρι τους αξιωματούχους των «περιστρεφόμενων θυρών» και τους εκπροσώπους κυβερνήσεων που διαγκωνίζονται για την υπεράσπιση του εγχώριου καπιταλισμού και των «εθνικών πρωταθλητών» κάθε κράτους. Ολα συνθέτουν μια περίπλοκη χορογραφία –συνήθως αντιτιθέμενων και σπανίως συντιθέμενων – ισχυρών συμφερόντων που αναδεικνύουν την Ε.Ε. στον συμπαθή πλην από χέρι χαμένο βραδύποδα του οικουμενικού καπιταλισμού. 

Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ο αμερικανικός καπιταλισμός κάνει αλλιώς τη δουλειά. Στο πολιτικό σύστημα εκπροσωπούνται δύο κόμματα του κεφαλαίου. Παρότι η αμερικανική αντιπροσωπευτική δημοκρατία έχει αρκετές δικλίδες ασφαλείας και ισορροπίας ώστε να αποτρέπεται η συγκέντρωση υπερβολικής ισχύος σε έναν πόλο εξουσίας, κανείς δεν είχε ποτέ την παραμικρή αμφιβολία ότι Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικανοί βρίσκονται «στην ίδια πλευρά της ιστορίας». Εστω κι αν εκφράζουν διαφορετικές μερίδες (συχνά ανελέητα συγκρουόμενες) της επιχειρηματικής ολιγαρχίας. Το γεγονός ότι η περιθωριοποιημένη αμερικανική Αριστερά βρίσκει καταφύγιο στους Δημοκρατικούς και ότι εκεί ενίοτε βγαίνουν μπροστά ριζοσπαστικές ρητορικές τύπου Μπέρνι Σάντερς δεν αλλάζει τη γενική εικόνα. 

Η σχέση βουλευτών και γερουσιαστών με συγκεκριμένες τοπικές ή εθνικές πτέρυγες της οικονομικής ελίτ είναι οργανική: για την τεράστια πλειονότητά τους είναι αδύνατη η εκλογή χωρίς τη χρηματοδοτική και άλλη στήριξη, κι αυτή φυσικά γεννά υποχρεώσεις ανταπόδοσης στη διάρκεια της κοινοβουλευτικής ή κυβερνητικής θητείας. Αποκλίνουσες περιπτώσεις Αμερικανών βουλευτών που δεν υποκύπτουν στις πιέσεις των λόμπι για να μην προδώσουν τους ψηφοφόρους τους γίνονται απλώς σενάρια του Χόλιγουντ. Ενίοτε πολύ διδακτικά και αποκαλυπτικά για το ποιος κυβερνά την υπερδύναμη. 

Με θεμελιώδη δεδομένα τα παραπάνω, δύο είναι τα βασικά στοιχεία που διαφοροποιούν τα δύο κόμματα του κεφαλαίου, Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικανούς: Οι πρώτοι είναι ιστορικά πιο εξωστρεφείς (και πολεμικά!), αλλά και πιο κεϊνσιανοί στις δημοσιονομικές πολιτικές, ρίχνοντας το βάρος τους στα λεγόμενα οικονομικά της ζήτησης. Οι δεύτεροι, υποστηρίζουν έναν πιο εσωστρεφή, πιο προστατευτικό και λιγότερο εκθετικό ιμπεριαλισμό. Δεν θέλουν «υπερβολές» στις αναδιανεμητικές πολιτικές, θέλουν μικρό κράτος, λιγότερους φόρους και ελεύθερες από παρεμβάσεις αγορές, επενδύοντας στα λεγόμενα οικονομικά της προσφοράς. Ωστόσο, σε γενικές γραμμές, από τη δεκαετία του 1970 και μετά και τα δύο αμερικανικά κόμματα έχουν στηρίξει (κι έχουν στηριχτεί από) τη δολαριοποίηση της παγκόσμιας οικονομίας, τη στρατιωτικοποίησή της, για να στηριχτούν οι θηριώδεις τζίροι του στρατιωτικοβιομηχανικού συμπλέγματος, και τη χρηματιστικοποίησή της ώστε, με επίκεντρο τη Wall Street, η παγκόσμια ροή χρήματος να καταλήγει εκεί. 

Μέχρι σήμερα αυτές οι στρατηγικές, αυτές οι επιλογές των κάθε φορά κυρίαρχων πτερύγων του αμερικανικού κεφαλαίου, οι προσαρμογές και στροφές που επέβαλλαν οι όλο και συχνότερες κρίσεις, υποστηρίζονταν από προσεκτικά επιλεγμένους πολιτικούς διαμεσολαβητές. Την πολιτική κηδεμονία του κεφαλαίου στη διακυβέρνηση της υπερδύναμης την εξέφραζαν ευεργετημένοι ή δωροδοκημένοι εκλεκτοί της επιχειρηματικής ελίτ, όχι η ίδια η ελίτ απευθείας και αδιαμεσολάβητα. Πράγμα που είχε ρίσκο και φύρα στον ακριβή και αξιόπιστο μετασχηματισμό των κελευσμάτων της σε κυβερνητική πολιτική. 

Ο Τραμπ και η κυβέρνηση που ετοιμάζει συνιστούν μια τομή στην ιστορία της πολιτικής διακυβέρνησης του καπιταλισμού. Για πρώτη φορά σε τέτοια έκταση τη «δικτατορία του κεφαλαίου» θα την ασκήσουν όχι αβέβαιοι, διαπλεκόμενοι εντεταλμένοι του, με τη φιλοδοξία να υπερασπίσουν κάπως τη σχετική αυτονομία της πολιτικής, αλλά επιχειρηματίες του σκληρού πυρήνα του καπιταλισμού. Ο Μασκ, ο αντιπρόεδρος Βανς, ο Ινδοαμερικανός Ραμασουάμι, ο πετρελαιάς Κρις Ράιτ δεν είναι απλώς εκπρόσωποι της τάξης τους στη διακυβέρνηση· είναι το ίδιο το κεφάλαιο που καταλύει τη σχετική αυτονομία του κράτους και κάνει την άσκηση κυβερνητικής πολιτικής καθαρή μπίζνα. Εχοντας πρόσβαση και στη Silicon Valley και στους παγκόσμιους ψηφιακούς κολοσσούς και στον οικουμενικό καπιταλισμό του υπολογιστικού νέφους και στη Wall Street και στο χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο και στο παραδοσιακό βιομηχανικό κεφάλαιο που θέλει να πάρει το αίμα του πίσω και στους πετρελαιάδες και στους αεριτζήδες της φούσκας των ακινήτων. 

Συνελόντι ειπείν: Εχουμε πιθανότατα για πρώτη φορά στην ιστορία της Δύσης κατάληψη του κράτους από μια ομάδα άπληστων και ακραίων υπερπλούσιων επιχειρηματιών που μπορούν να επηρεάζουν ταυτόχρονα τις αγορές, την παγκόσμια ροή του χρήματος, την ιδιωτικοποίηση υπέρ των πιο επιθετικών κεφαλαίων, αλλά και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, ακόμη και μέρος της εργατικής τάξης που χειραγωγήθηκε προεκλογικά και ζει με την προσδοκία ενός «χρυσού νέου αμερικανικού αιώνα». Κι αυτό είναι ό,τι πιο επικίνδυνο για την ανθρωπότητα μετά την αναρρίχηση των ναζί στην εξουσία, το 1933. 


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 


Η ιστορία του ΧΙΧ και του ΧΧ αιώνα μάς έδειξε, ακόμα πριν από τον πόλεμο, τι σημαίνει στην πραγματικότητα η περιβόητη «καθαρή δημοκρατία» στις συνθήκες του καπιταλισμού. Οι μαρξιστές έλεγαν πάντα ότι όσο πιο εξελιγμένη, «πιο καθαρή», είναι η δημοκρατία τόσο πιο ανοιχτή, πιο έντονη, πιο αμείλιχτη γίνεται η ταξική πάλη, τόσο «πιο καθαρά» εμφανίζεται ο ζυγός του κεφαλαίου και η δικτατορία της αστικής τάξης. Η υπόθεση Ντρέιφους στη ρεπουμπλικάνικη Γαλλία, τα αιματηρά όργια των μισθοφορικών αποσπασμάτων, εξοπλισμένων από τους κεφαλαιοκράτες ενάντια στους απεργούς στην ελεύθερη και δημοκρατική-ρεπουμπλικάνικη Αμερική – αυτά τα γεγονότα και χιλιάδες παρόμοια επιβεβαιώνουν την αλήθεια, που μάταια προσπαθεί να την αποκρύψει η αστική τάξη. Την αλήθεια, ότι στις πιο δημοκρατικές αστικές δημοκράτες στην πραγματικότητα κυριαρχούν η τρομοκρατία και η δικτατορία της αστικής τάξης… 

Β.Ι. Λένιν, «Τετράδια για τον ιμπεριαλισμό» 


Saturday, November 9, 2024

Ο Τραμπ, ο Ιστγουντ και η βαθιά Αμερική

Η Εφημερίδα των Συντακτών 9-11/11/2024




 Οσοι δεν έχουμε ταξιδέψει και μείνει για λίγο, όχι εγκλωβισμένοι στην ασφάλεια ενός τουριστικού γκρουπ, στις ΗΠΑ, όσοι δεν έχουμε διασχίσει οριζόντια, από ωκεανό σε ωκεανό, αυτή τη χώρα, όσοι δεν έχουμε διασχίσει έστω και λίγα από τα 4.000 χιλιόμετρα του «Αυτοκινητόδρομου 66» (Route 66) που επιβιώνει πια ως τουριστική ατραξιόν, όσοι δεν έχουμε ομογενείς συγγενείς και φίλους εκεί, που είτε έρχονται εδώ είτε μας φιλοξενούν εκεί συχνά κι ανταλλάσσουμε μαζί τους εμπειρίες για τα πάντα, από συνταγές μαγειρικής μέχρι πολιτική, είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο να καταλάβουμε πώς σκέπτεται, πώς επιλέγει μια κοινωνία των 330 εκατομμυρίων κατοίκων. Από τους οποίους ψήφισαν 142 εκατομμύρια άτομα, το 55% των ατόμων σε ηλικία ψήφου. Καθόλου κακό ποσοστό για μια χώρα που η συμμετοχή στις εκλογές από τον Μεσοπόλεμο μέχρι σήμερα δεν έχει ξεπεράσει το 62%. 

Οσοι δεν έχουμε, λοιπόν, κάποιο απ’ αυτά τα πλεονεκτήματα, μένουμε κατ’ αρχάς στις παραστάσεις από τα διαβάσματά μας. Προφανώς στους κλασικούς, τον Φόκνερ, τον Λόντον, τον Στάινμπεκ, τον Απντάικ, τον Κέρουακ, τον Σάλιτζερ, τη Χάισμιθ, που έχουν φωτίσει με πολύ διαφορετικούς τρόπους το βαθύ σκότος της αμερικανικής λάμψης, σίγουρα τους νεότερους, τον Ροθ, τον Ελις, τον Ντελίλο, τον Οστερ, ίσως πάνω απ’ όλους τον τελευταίο. Στο επικό «4 3 2 1» διατρέχει τρεις μεταπολεμικές δεκαετίες στις ΗΠΑ με κεντρικό ήρωα τον Αρτσι Φέργκιουσον, γόνο μικροαστικής οικογένειας, αλλά παραθέτει τέσσερις εναλλακτικές εκδοχές της ζωής του, προς την επιτυχία, την επιβίωση ή την καταστροφή, με διαφορετικές επαγγελματικές, προσωπικές και ιδεολογικοπολιτικές επιλογές. Ορισμένοι είδαν σε αυτό το λογοτεχνικό πείραμα του Οστερ τον ρόλο της «μοίρας». Στην πραγματικότητα είναι ο τρόπος που η βαθιά Αμερική, με όλο το ιστορικό φορτίο της εξωστρεφούς, άπληστης και επιθετικής υπερδύναμης, που αναδείχθηκε μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, επέδρασε στις υλικές συνθήκες των Αμερικανών και στην κουλτούρα της σκέψης τους. 

Αλλά και πάλι οι περισσότεροι συγγραφείς, τουλάχιστον όσοι φτάνουν μέχρι εμάς, με την προφανή μεροληψία των περισσότερων συνήθως υπέρ των Δημοκρατικών και της όποιας και όσης Αριστεράς επιβιώνει στις τάξεις τους, σπάνια μας μιλούν για το τι συμβαίνει στις ζωές των Αμερικανών που δεν ζουν στη Χρυσή Πολιτεία (όχι του Πλούταρχου, αλλά της Καλιφόρνιας) ή στη Μέκκα του καπιταλισμού, στη Νέα Υόρκη. Που ζουν στις περιοχές που αποκαλούνται Ζώνη της Σκουριάς, Ζώνη της Βίβλου, Ζώνη του Ρυζιού, του Βαμβακιού ή του Καλαμποκιού, Ζώνη του Χιονιού ή Ζώνη του Ηλιου. Ζώνες που ωστόσο αποκρύπτουν τις μικρές και μεγάλες κοινωνικές καταστροφές που προκαλούν οι διαρκείς μεταλλάξεις του αμερικανικού καπιταλισμού: από τον φορντισμό μέχρι την «πλατφόρμα», από το βιομηχανικό έπος μέχρι τη χρηματιστικοποίηση, από τους εφευρέτες και τις πατέντες τους μέχρι το υπολογιστικό νέφος και την τεχνητή νοημοσύνη. 

Τα ταξικά ερείπια που αφήνουν πίσω τους οι τρομακτικές μεταμορφώσεις του αμερικανικού καπιταλισμού, που είναι πια σε μεγάλο βαθμό ένας οικουμενικός, άρα εξω-αμερικανικός καπιταλισμός, ίσως τα βρούμε αποσπασματικά στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση. Καταναλώνουμε τεράστιες ποσότητες αμερικανικής κοινωνίας καθημερινά, για καμιά άλλη χώρα δεν μαθαίνουμε τόσα πράγματα, τόσες χρήσιμες και άχρηστες λεπτομέρειες, τόσα δημόσια πρόσωπα, εκτός από τις ΗΠΑ. Μας είναι βέβαια άγνωστο πόση αλήθεια περνάει από τις εικόνες και τις ιστορίες που γεμίζουν τις οθόνες, τον χρόνο μας και το μυαλό μας από τα τηλεοπτικά δίκτυα, τις πλατφόρμες ή τις κινηματογραφικές αίθουσες, αλλά μπορούμε να αναγνωρίσουμε στο Χόλιγουντ και σε όλη την αμερικανική οπτικοακουστική παραγωγή ότι, παρά την γκλαμουριά, τον εξωραϊσμό και τις άπειρες εκδοχές αμερικανικού ονείρου, ανοίγουν παράθυρα στον κοινωνικό ρεαλισμό. Δεν διστάζουν να δείξουν τα ράκη της φτώχειας, την απουσία πρόνοιας, τη σκληρότητα και την καθυστέρηση που υπάρχει πίσω από τη βιτρίνα της πιο δυναμικής, της πιο επιδραστικής, της πιο αναπτυγμένης τεχνολογικά, αλλά και της πιο χρεωμένης χώρας του κόσμου. 

Μπορώ να απαριθμήσω μπόλικες ταινίες που έχουν δείξει πλευρές της βαθιάς Αμερικής, η οποία παροχετεύει μέρος της δυσφορίας της για την ανέχεια και τη στέρησή της είτε στην απάθεια και την περιθωριοποίηση είτε στους Ρεπουμπλικανούς και στον Τραμπ. Θυμηθείτε το «Nomadland», το «Florida Project», τις «Τρεις πινακίδες στο Μιζούρι», αλλά πάνω από απ’ όλους ανακαλέστε τις ταινίες του ορκισμένου και ήσυχου Ρεπουμπλικανού, του Κλιντ Ιστγουντ: Το «Grand Torino», το «Μυστικό Ποτάμι», το «Million Dollar Baby»... Εκεί, σ’ αυτή την κινηματογραφημένη Αμερική των τσακισμένων ανθρώπων που έχουν όμως τα όνειρα, τις χαρές τους, τις πετριές τους, τα κολλήματά τους, τις στριμάδες τους, τις ιδεοληψίες τους, τους ρατσισμούς, τις προκαταλήψεις και τις θεωρίες συνωμοσίας τους, υπάρχει κάτι από τη βαθιά Αμερική που έδωσε τον εκλογικό θρίαμβο στον Τραμπ. Ισως αυτές οι εικόνες, αυτοί οι κινηματογραφικοί χαρακτήρες, αυτά τα τοπία σκουριάς, παρακμής, εγκατάλειψης. σκληρότητας, αλλά και ανθρωπιάς και αλληλεγγύης και κοινοτικής λειτουργίας στα χωριά της αμερικανικής ενδοχώρας, καλύπτουν κάπως το κενό γνώσης που έχουμε για τις διεργασίες στην αμερικανική κοινωνία. 

Ο Τραμπ, βρίζοντας τους Κινέζους, τους Ευρωπαίους, τους μετανάστες, τις επιχειρήσεις που μετακομίζουν, τις πολυεθνικές που κόβουν θέσεις εργασίας ή αυξάνουν τις τιμές, ενίοτε και τη Wall Street που δεν αφήνει τον πλούτο να αυξάνεται ανεξέλεγκτα, υποσχόμενος να κάνει «την Αμερική μεγάλη ξανά», κατάφερε να ενώσει τα δυο άκρα της πυραμίδας της ανισότητας στις ΗΠΑ: από τον Ελον Μασκ, με τα 205 εκατομμύρια ακολούθους στο «Ιδιωτικής Χρήσεως» πλέον Χ, μέχρι τον ένοικο του καμπ αστέγων, τον ενοικιαστή τροχόσπιτου, τον χρεοκοπημένο μικρομεσαίο που διατηρεί τη βεβαιότητα ότι η παρακμή των ΗΠΑ οφείλεται στην «προδοσία» των πολιτικών και επιχειρηματικών ελίτ που δεν θέλουν να μοιραστούν τίποτα από τον πλούτο και τα προνόμιά τους με τους κάτω. Το «Make America Great Again» είναι το νέο όπιο του αμερικανικού λαού, η ανανέωση της προσδοκίας ότι ο αμερικανικός καπιταλισμός, που κάθε επιτυχία του εδώ και δεκαετίες αφήνει πίσω του συντρίμμια, έχει έστω ένα μικρό, έστω ελάχιστο κομμάτι πίτας για όλους. Η ελάχιστη επιβίωση των κάτω προϋποθέτει την ανοχή στην απεριόριστη απληστία των πάνω. Φυσικά και του Ελον Μασκ.


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 


Στη μία το μεσημέρι γίνεται διάλειμμα. Μια ώρα διακοπή για τους υπάλληλους, ένα τεταρτάκι για τους εργάτες. Κολατσιό.

Ο καθένας κολατσίζει ανάλογα με το βδομαδιάτικο που παίρνει. Οσοι πιάνουν δεκαπέντε δολάρια τη βδομάδα, αυτοί αγοράζουν μ’ ένα νικέλινο κέρμα ένα ξερό κολατσιό σε πακέτο τυλιγμένο σε αλουμινόχαρτο και το ροκανίζουν με πολύ μεγάλη όρεξη.

Οσοι παίρνουν τριάντα πέντε δολάρια πάνε σ’ ένα μεγάλο αυτόματο μπουφέ, ρίχνουν πέντε σεντς, πατάνε το κουμπί και στη στιγμή το μηχάνημα γεμίζει ένα φλιτζάνι με καφέ. Με άλλα δυο-τρία νικέλινα κέρματα ανοίγουν σε κάτι τεράστια ράφια γεμάτα με φαγητά μια μικρή γυάλινη πορτίτσα και παίρνουν ένα σάντουιτς.

Οι άλλοι που πιάνουν εξήντα δολάρια τη βδομάδα τρώνε κάτι γκρίζες τηγανίτες από κουρκούτι και αυγά χτυπημένα σε κάτι κάτασπρα πιατάκια εμαγιέ με τη ρεκλάμα του καφέ Ροκφέλερ.

Οσοι παίρνουν από εκατό δολάρια κι απάνω, αυτοί πηγαίνουν στα εστιατόρια κάθε εθνικότητας, κινέζικα, ρούσικα, ασσυριανά, γαλλικά, ινδικά, σε όλα εκτός από τα άνοστα αμερικάνικα που σου σερβίρουν έναν περίδρομο από κονσερβαρισμένο κρέας Αρμόρ, που είναι κλεισμένο στα κουτιά απ’ τον καιρό του πολέμου της απελευθέρωσης σχεδόν [...]

Πώς τρώει ο εργάτης; Ο εργάτης τρώει άσχημα.


Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι, «Πώς ανακάλυψα την Αμερική» 




Sunday, November 3, 2024

Σκ...

 Η Εφημερίδα των Συντακτών, 2-3/11/2024


 


Κάπου στα 1970, όταν η χούντα ήταν ακόμη στα ντουζένια της και τίποτα δεν φαινόταν να την απειλεί, η ρηξικέλευθη ηθοποιός, συγγραφέας και σκηνοθέτρια Μαριέττα Ριάλδη θέλησε να ανεβάσει στην πειραματική σκηνή που είχε ιδρύσει μια καταλυτική σάτιρα με τον τίτλο «ΣΚΑΤΑ». Με τίποτε δεν περνούσε από τη χουντική λογοκρισία, οπότε έδωσε την απλή λύση των δύο πρώτων γραμμάτων της βρόμικης και δυσώδους, εκ φύσεως, λέξης. Ο τίτλος του θεατρικού έγινε «ΣΙΓΜΑ ΚΑΠΑ», και όλα πήγαν μια χαρά. Το έργο είχε μεγάλη πετυχεσά -όπως το απαιτεί και ο τίτλος του- και η χούντα δεν μπορούσε να βρει ούτε πρόσχημα να αποφύγει εκείνα με τα οποία την έλουζε η επίμαχη παράσταση: τα σκατά.


Εχει περάσει πάνω από μισός αιώνας
έκτοτε και, παρότι η χούντα αντιμετωπίζεται πια σαν καρικατούρα εξουσίας, παρότι τα αποτελέσματα της πολιτικής της είναι απτά και ζοφερά, δεν έχουν τίποτα το γελοίο και γελοιογραφικό, η κυβερνητική, πολιτική και οικονομική εξουσία της χώρας φαίνεται ότι δεν έχει ακόμη ξεπεράσει το κατά Φρόιντ πρωκτικό στάδιο ωρίμανσης, στο οποίο η απεχθής και δυσώδης σκατολαγνεία ή κοπρολαγνεία είναι μια τεράστια απόλαυση για τα νήπια ή βρέφη. 


Είναι, λοιπόν, εξαιρετικά πιθανό το νέο ελληνικό κράτος των 200 και κάτι ετών να μην έχει ξεπεράσει ακόμη το κρίσιμο πρωκτικό στάδιο, να βρίσκεται στο μεταίχμιο στοματικού και πρωκτικού σταδίου ψυχοσεξουαλικής ανάπτυξης, επομένως είναι ασαφές πόσες δεκαετίες ή και αιώνες θα χρειαστούν για να φτάσουμε στο γεννητικό στάδιο ωρίμασης, εκτός αν το υπερβούμε κι αυτό εντελώς και περάσουμε απευθείας στο γήρας και στον θάνατο, πράγμα που ουδόλως αποκλείεται γιατί και τα έθνη γερνάνε και τα κράτη πεθαίνουν. Συχνότατα στις πιο αναξιοπρεπείς συνθήκες, όπως και οι σάρκινοι άνθρωποι, πνιγμένοι στα ίδια τους τα αφοδεύματα και εκκρίματα. 


Αλλά, ας μην το κάνουμε πιο σπλάτερ
και σκατένιο από όσο ήδη είναι. Γιατί η αφορμή αυτού του σκατένιου λίβελου είναι το περίφημο σελφ τεστ κοπράνων που κόστισε στο Δημόσιο 50 εκατ. ευρώ (Ταμείο Ανάκαμψης) και το διαφήμισαν σκανδαλωδώς ο Αδωνις (αλίμονο, λείπει ο Μάρτης...;) και ο Κυριάκος προσωπικά, το οποίο κάποια ιδιωτική εταιρεία το γλεντάει, δεν ξέρω αν και κάποιοι άλλοι γλεντάνε την προμήθεια που τους αντιστοιχεί.

 
Παίρνω λοιπόν το «κιτ»,
γιατί είμαι στην κρίσιμη ηλικία, δεν διαφέρει πολύ από τα σελφ της γρίπης και του Covid, μελετώ τα κοπροβέλονα του «κιτ», αν κι έχω κάνει ήδη δύο κολονοσκοποπήσεις παρακαλώ, ου γαρ, και διαβάζω πως για να πάρω τα κατάλληλα δείγματα της αφόδευσης, είναι καλό να ρίξω μπόλικο χαρτί στη λεκάνη, ούτως ώστε το «προϊόν» να πέσει στα μαλακά, μην πάθει και τίποτα, κι εγώ με το ακροφύσιο του τεστ να πάρω τα κατάλληλα δείγματα κοπράνων που θα δείξουν αν υπάρχουν ίχνη αίματος, τα οποία ίσως με οδηγούν στην ανάγκη μιας νέας (δωρεάν, παρακαλώ!) κολονοσκόπησης. Είναι πολλά τα λεφτά, Αρη, κι είναι περισσότερα τα σκατά, Γιάννη. Πόσο ηλίθιους πρέπει να μας θεωρούν, ώστε να πιστεύουν ότι κανείς δεν θα πάρει πρέφα από τη σκατένια αρπαχτή τους;


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 

 
Ηρθεν ουν και της Ματσουκοπορδούς ο υιός από την Λείχεμας και του Σκατοδακτύλη ο υιός οπό τας Γλείφας και ο Γέρων ο Κάππαρης ο Μπεσσαλιώτης και ευχόμενοι έλεγον: «Αγκανος, εξάγκανος ο ποταμός ο πύρινος ο κατακεκαυμένος, οποίος καταβαίνει εκ την αναχεσοφυσοπορδοκλήθραν του αφεδρώνος μας και γεμίζει των Εβραίων τα κολοκύνθια, ψύξη, καύση, μαράνη τας εβδομήντα δύο ήμισυ φλέβας του γουργούρου σου και τον καρύτσαφλόν σου!» 


Αγνώστου, «Σπανός», έκδοση 1562