Sunday, February 22, 2009

Η μηδενική οικονομία (21/2/2009)

Το μηδέν ορίζεται ως μη αριθμός. Ή ως ένας αριθμός στον οποίο οποιοσδήποτε άλλος αριθμός προστιθέμενος δεν μεταβάλλεται. Είναι το αφετηριακό σημείο οποιασδήποτε μέτρησης ή υποδιαίρεσης και χρησιμοποιείται για να δηλώσει την απουσία μέτρου. Το μηδέν είναι επίσης η αφετηρία μέτρησης όλων των δεδομένων της οικονομίας. Τα περισσότερα μεγέθη που την αποτυπώνουν εκφράζονται σε αριθμούς και ποσοστά, σε δείκτες πάνω και κάτω από το μηδέν. Οι αξίες των μετοχών και των κινητών αξιών, οι δείκτες των χρηματιστηρίων, η αγορά των ακινήτων, οι τιμές των αγαθών, η αγορά εργασίας… Όλων οι διακυμάνσεις αποτυπώνονται σε τιμές ή ποσοστά πάνω από το μηδέν. Η μικροοικονομία έχει σε κάθε περίπτωση σαν πάτο το μηδέν. Δεν νοείται τιμή κάτω από το μηδέν, εκτός αν μιλούμε για αγαθά στα οποία ο πωλητής πληρώνει τον αγοραστή για να τα αγοράσει. Συμβαίνει κι αυτό μερικές φορές, συνέβαινε συχνότερα στις ένδοξες μέρες του νεοφιλελευθερισμού, όταν το κράτος, για παράδειγμα, προικοδοτούσε με ενισχύσεις και κρυφές υπεραξίες τους ιδιώτες στους οποίους πουλούσε κοψοχρονιά τις ιδιωτικοποιούμενες δημόσιες επιχειρήσεις.

Στην μακροοικονομία, πάντως, το μηδέν έχει μια διαφορετική λειτουργία. Η ανάπτυξη, η βιομηχανική παραγωγή, η κατανάλωση, οι εξαγωγές, η παραγωγικότητα, δηλαδή όλα εκείνα τα μεγέθη που τρέχουν στην κλίμακα της λεγόμενης οικονομικής «προόδου», έχουν και αρνητικές τιμές. Μετριούνται και κάτω από το μηδέν. Αίφνης, ο εφιάλτης των τελευταίων μηνών που ακούει στο όνομα «ύφεση» -για όσες χώρες τουλάχιστον έχουν εισέλθει επίσημα σ’ αυτήν- είναι ένα αρνητικό μέγεθος. Οι οικονομέτρες και οι τεχνοκράτες ανακοινώνουν κάθιδροι ότι ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ στη μία ή στην άλλη χώρα θα είναι κάτω από το μηδέν. -0,2%, -1%, -5% κ.λπ. Τα νούμερα αυτά προκαλούν τρόμο, αλλά πολύ περισσότερο προκαλούν χειροπιαστές αντιδράσεις που μεταφράζονται σε χιλιάδες, εκατομμύρια χαμένες θέσεις εργασίας και απολύσεις.

Ωστόσο, με λογικούς όρους, το ερώτημα που τίθεται είναι το εξής: Ποιο είναι το σημείο «μηδέν» για μια εθνική οικονομία, μια εθνική αγορά; Τι σημαίνει αυτός ο τρομακτικός μη αριθμός και, πολύ περισσότερο, όσοι βρίσκονται κάτω απ’ αυτό; Γιατί έχει γίνει συνώνυμο της καταστροφής;

Να εξηγούμαστε, λοιπόν, για να αρθούν οι παρεξηγήσεις: Το μηδέν δεν είναι ακριβώς… μηδέν. Είναι πάνω από 300 δισ. ευρώ για την Ελλάδα, αν υποθέσουμε ότι μετριέται σωστά ο πλούτος που παράγεται κάθε χρόνο, ο πλούτος που παρήχθη το 2008, εν προκειμένω. Δεν είναι και προς θάνατον να επαναλάβουμε ως εθνική οικονομία και αγορά αυτή την επίδοση και φέτος. Μεταφράζεται σε ένα κατά κεφαλήν ΑΕΠ περίπου 28.000 ευρώ, ποσό με το οποίο κανείς δεν πρόκειται να πεινάσει. Το αντίθετο, μάλιστα. Αρκετά νοικοκυριά ενδέχεται να κάνουν και την αποταμίευσή τους. Αυτό προϋποθέτει απλώς ότι ο εθνικός πλούτος θα μοιραστεί με κάποια ελάχιστη δικαιοσύνη. Αλλά, ακόμη κι αν ο εθνικός πλούτος μοιραστεί με τους συνήθεις ληστρικούς όρους, μηδενική ανάπτυξη σημαίνει απλώς ότι το κράτος, οι επιχειρήσεις, οι μικρομεσαίοι, οι μισθωτοί θα αρκεστούν στα περσινά επίπεδα εισοδήματος, κατανάλωσης, φορολογίας και κερδοφορίας. Άρα, δεν υπάρχει λόγος να γίνει η σφαγή του Αγίου Βαρθολομαίου στην απασχόληση.

Το μηδέν, λοιπόν -ίσως και οι επιδόσεις λίγο κάτω του μηδενός-, δεν είναι μια κατάσταση εξ ορισμού καταστροφική. Πολύ πριν κυριαρχήσει η διανοητική δικτατορία της οικονομετρίας, οι κοινωνίες ολοκλήρωναν τους ενιαύσιους παραγωγικούς τους κύκλους αγνοώντας πόσο πάνω ή κάτω από το μηδέν ήταν η αναπτυξιακή τους επίδοση. Η κρίση εκδηλωνόταν μόνο όταν κάποιο ζωτικό αγαθό εξαφανιζόταν από τις αγορές ή όταν κάποιο άλλο παραγόταν σε ποσότητες τόσο τρομακτικές ώστε σάπιζε απούλητο. Η αναπτυξιακή υστέρηση έγινε πρόβλημα για τις εθνικές οικονομίες μόνο από τη στιγμή που αρχίσαμε να τις μετράμε. Και ιδιαίτερα όταν αρχίσαμε να χρησιμοποιούμε ως απόλυτο μέτρο επιτυχίας τους τον βαθμό ικανοποίησης της αστικής απληστίας, αποτυπωμένο στην τυραννία του ποσοστού κέρδους. Αλλά, η ανθρωπότητα μπορεί προφανώς να ζήσει και χωρίς αυτό.

Αν το μηδέν δεν είναι το τέλος του κόσμου, αυτό σημαίνει ότι και οι επί μέρους συνιστώσες του μπορεί να επιβιώσουν με μια επίδοση γύρω από αυτό. Ίσως όχι επ’ άπειρον, αλλά για ένα, δύο, τρία χρόνια η μηδενική ανάπτυξη δεν θα μεταφραστεί αυτόματα σε έναν παγκόσμιο λιμό. Υπάρχει το πρόβλημα, βεβαίως, ότι ενώ η λεγόμενη πραγματική οικονομία θα αναπαράγει κάθε χρόνο μια φορά τον εαυτό της, η άλλη, η εξω-πραγματική οικονομία της πίστης, του ιδιωτικού και δημοσίου χρέους, θα διογκώνεται με ρυθμούς πολύ πάνω από το μηδέν. Ακόμη κι αν τα κράτη, οι επιχειρήσεις και οι ιδιώτες αποφασίσουν να μη δανειστούν ούτε ευρώ παραπάνω, το χρέος τους θα διογκώνεται. Η χρηματοπιστωτική οικονομία απεχθάνεται το μηδέν, γι’ αυτό και δεν υπάρχει μηδενικό επιτόκιο πια ούτε στις ισλαμικές χώρες, που βρίσκουν παράθυρα για να παρακάμψουν την απέχθεια του Κορανίου στον τόκο. Ωστόσο, κι εδώ τη λύση την προσφέρει το μηδέν. Αφού όλοι χρωστάνε σε όλους και η βασική αγωνία ακόμη και των ισχυρών οικονομιών είναι να μην καταρρεύσουν οι δανειστές τους ούτε οι οφειλέτες τους, τότε γιατί δεν καταλήγουμε σε μια βασική συμφωνία: να μηδενίσουμε το κοντέρ. Να μηδενιστούν, δηλαδή, τα χρέη όλων προς όλους. Των κρατών προς τις τράπεζες, των κρατών προς άλλα κράτη και διεθνείς οργανισμούς, των τραπεζών προς τα κράτη, των ιδιωτών προς τα κράτη, των ιδιωτών προς τις τράπεζες, των ιδιωτών προς άλλους ιδιώτες, των τραπεζών προς άλλες τράπεζες. Έτσι κι αλλιώς, με τις επισφάλειες που έχουν συσσωρευτεί στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, η πίστη έχει καταστεί μια ανομολόγητη απιστία. Με τις απειλές χρεοκοπίας τραπεζών, επιχειρήσεων και χωρών κανείς δεν έχει την ψευδαίσθηση ότι θα εξοφλήσει πραγματικά το χρέος του. Και κανείς δεν περιμένει να πάρει μέχρι ευρώ ή δολαρίου την οφειλή του. Στην πραγματικότητα, το παγκόσμιο αλληλο-χρέος είναι ένα μέγεθος εικονικό, μια λογιστική αυταπάτη που κληροδοτείται από γενιά σε γενιά, ανεξάρτητα από την εναλλαγή υφέσεων και «ενάρετης» ανάπτυξης. Τελικά, ίσως ο μόνος προορισμός του είναι να δίνει υπόσταση και ισχύ στις οικονομικές, πολιτικές και «επιστημονικές» ελίτ που ασχολούνται με τη μέτρηση και τη διαχείρισή του.

Έτσι, μπορούμε να διολισθήσουμε ησύχως, χωρίς αιμορραγίες και κυρίως χωρίς την πλήρη αποδόμηση του παραγωγικού ιστού που εξασφαλίζει τους ελάχιστους όρους επιβίωσης ή ευημερίας μας, σε μια μηδενική οικονομία. Μια οικονομία απαλλαγμένη από το άγχος του μεγέθους της, αποκλίνουσα ίσως από τη γραμμή της «προόδου», η οποία ωστόσο μας επιφύλασσε πάντα ουκ ολίγες δυσάρεστες περιπέτειες. Από παρατεταμένες κρίσεις -χρηματοπιστωτικές, παραγωγικές, ενεργειακές, περιβαλλοντικές- μέχρι πολέμους και γενοκτονίες. Το παγκόσμιο ετήσιο ΑΕΠ, ακόμη και στο επίπεδο «μηδέν», είναι περίπου 55 τρισ. ευρώ. Σε κάθε κάτοικο του πλανήτη, αν υποθέσουμε ότι κάνει και φέτος ό,τι έκανε πέρυσι, αντιστοιχούν τουλάχιστον 8.000 ευρώ τον χρόνο. Αν η κλίμακα της ανισότητας ανάμεσα στις φτωχότερες και τις πλουσιότερες χώρες δεν ήταν 1 προς 40, αυτό το ποσό θα έφτανε και θα περίσσευε να εξαλείψει την πείνα και την ακραία φτώχεια από προσώπου γης. Και με μηδενική ανάπτυξη. Ακόμη και με αισθητά αρνητική ανάπτυξη. Επομένως, πού είναι το πρόβλημα να ζήσουμε για δύο-τρία χρόνια στη στασιμότητα, στη μηδενική οικονομία; Μήπως στον πανικό του πλουσιότερου 1% του παγκόσμιου πληθυσμού που ζει στην πλησμονή του περιττού, στερώντας πόρους που θα εξάλειφαν την αθλιότητα στο 40%;

Αν ισχύει αυτό, έχουν δίκιο να τρέμουν το μηδέν. Άλλωστε, υπάρχουν και οι πιο τολμηροί που προτείνουν ως μόνη διέξοδο από την κρίση να πέσουμε πολύ κάτω από το μηδέν. Και αντιπαραθέτουν στη λατρεία της ανάπτυξης τη λύτρωση της «απο-ανάπτυξης». Δεν είναι ανέκδοτο, είναι μια αρκετά πλήρης κοσμοθεωρία, για την οποία θα επανέλθω σε επόμενο τεύχος.
Χειμώνα έχουμε, οι πολικές θερμοκρασίες δικαιολογούνται…

2 comments:

  1. Αγαπητέ ΚΙΜΠΙ,
    Επειδή κατ' επανάληψη έχω προσπαθήσει να σου στείλλω mail, (αλλά κάθε φορά μου επιστρέφεται),

    Θάθελα να διατυπώσω ως σχόλιο ένα αίτημά μου:
    να μας γράψεις ένα (γλαφυρό όπως μας συνηθίζεις) άρθρο για το τι σημαίνει ΚΟΒΩ ΧΡΗΜΑ (ΝΟΜΙΣΜΑ). Ποιούς ενοχλεί και γιατί...

    Φιλικά

    Θ.Τ

    ReplyDelete
  2. 28 χιλιαρικάκια το χρόνο για τον καθένα είναι ένα αξιοπρεπές νούμερο.

    Όταν όμως διευθυντές οργανισμών (κρατικών κυρίως) καθαρίζουν 600 χιλιάρικα το χρόνο, το ερώτημα που τίθεται είναι πως διανέμεται ο πλούτος στην Ελλάδα.

    ReplyDelete