Saturday, June 26, 2021

Ολα τα λεφτά του κόσμου

ΕφΣυν, 26-27/6/2021


Η διαδικασία με την οποία οι τράπεζες δημιουργούν χρήμα είναι τόσο απλή που καταντάει αποκρουστική, έγραφε ο σοφός Τζον Κένεθ Γκαλμπρέιθ. Κι εννοούσε ότι από τότε που τα κυρίαρχα κράτη και οι κυβερνήσεις απεμπόλησαν το μονοπώλιο της έκδοσης χρήματος και το κατέστησαν προνόμιο του πιστωτικού συστήματος, είτε των ίδιων των εμπορικών τραπεζών είτε των τάχα μου ανεξάρτητων (από τις κοινωνίες) κεντρικών τραπεζών, το χρήμα είναι σχεδόν αποκλειστικά χρέος. Με εξαίρεση ένα ελάχιστο ποσοστό, βαριά ένα 5% παγκοσμίως, που εμφανίζεται σε φυσική κυκλοφορία, όλα τα υπόλοιπα λεφτά του κόσμου είναι πιστωτικό χρήμα. Πατάς κουμπί και βγαίνει λάχανο. Τόσο απλά. Μια κατάθεση στο επόμενο δευτερόλεπτο γίνεται πίστωση, κάθε πίστωση γίνεται νέα πίστωση, επομένως κάθε χρέος γίνεται χρήμα και όσο περισσότερες φορές επαναλαμβάνεται αυτή η μυστικιστική παρθενογένεση, τόσο περισσότερο το χρήμα που κυκλοφορεί, καθιστώντας το χρηματοπιστωτικό σύστημα απόλυτο παράδειγμα κυκλικής και αειφόρου οικονομίας εκ του μη όντος. Γι’ αυτό δεν ρωτάμε ποτέ τις τράπεζες και τους τραπεζίτες «πόσα ίδια κεφάλαια έχετε, λεβεντόπαιδα», γιατί εκεί προκαλούνται ταράκουλα και γλωσσοδέτες κι αρχίζουν οι επόμενες επιδρομές συσσώρευσης νέου πιστωτικού χρήματος, που στη χρηματιστηριακή αργκό αποκαλούνται αυξήσεις κεφαλαίου, ομολογιακά δάνεια, όλα με τις πλάτες της μανούλας στη Φρανκφούρτη -μιλώντας για την ευρωζώνη-, που είναι πάντα εκεί να εκδώσει όσο χρήμα, όσο φτηνό και για όσο χρειάζεται.


Αυτή η αποκρουστικά απλή διαδικασία δημιουργίας του χρήματος, άλλωστε, αποτυπώνεται ακόμη και στη γλώσσα. Fiat money είναι ο διεθνής όρος για το παραστατικό-πιστωτικό χρήμα, στην εποχή του fiat money ζούμε εδώ και τουλάχιστον πέντε αιώνες, από τότε που στη θαλασσοκράτειρα Βενετία στήθηκαν τα πρώτα τοκογλυφικά μαγαζάκια, με πρώτη τους προτεραιότητα όχι να χρηματοδοτήσουν το θαύμα της Αναγέννησης (παρεμπιπτόντως, το έκαναν κι αυτό), αλλά να διευκολύνουν με χρεόγραφα, αντί χρυσών, ασημένιων και χάλκινων νομισμάτων, το εμπόριο Ανατολής-Δύσης, Βορρά-Νότου και όπου γης. Και εγένετο fiat money, εκ του λατινικού facere = κάνω, φτιάχνω, στην υποτακτική του παθητικού ενεστώτα fiat = γενηθήτω. Κι όπως το βιβλικό «fiat lux = γενηθήτω φως» είναι η απαρχή της Γένεσης του κόσμου, έτσι και το «γενηθήτω χρήμα» γίνεται η Γένεση του σύγχρονου χρηματοπιστωτικού σύμπαντος.
Πόσα είναι τα λεφτά όλου του κόσμου; Αν ρωτήσουμε τις κεντρικές τράπεζες, θα μας δώσουν το μετριοπαθές μέγεθος των 40 τρισ. δολαρίων, περιορίζοντας την τυπική μέτρηση στο χρήμα που βρίσκεται σε κυκλοφορία. Αν ρωτήσουμε όμως όλες τις τράπεζες μαζί ή κάποια από τις «Διεθνείς» τους, θα μας βεβαιώσουν ότι με το χρήμα κάθε εκδοχής, από το κέρμα και το χαρτονόμισμα μέχρι κάθε μορφής χρεόγραφο, μετοχή, επένδυση, αξίωση, παράγωγο, ο λογαριασμός ανεβαίνει στα 1,2 τετράκις εκατομμύρια δολάρια.

ΟΚ, είναι προφανές ότι αυτό έχει μια υπερβολή, διότι σε αυτό το ποσό περιλαμβάνεται ο κοπανιστός αέρας στις πολλές φούσκες που συντηρούν οι αγορές μέχρι να σκάσουν στα μούτρα μας, αλλά μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση για τον συνολικό όγκο πιστωτικού χρήματος θα αντιστοιχούσε στο παγκόσμιο δημόσιο και ιδιωτικό χρέος. Περίπου 280 τρισ. δολάρια. Να τ’ αφήσω; Θα τ’ αφήσω, γιατί αν ως ανθρωπότητα έχουμε όσα κάθε φορά χρωστάμε στους εαυτούς μας, είναι αδύνατο να τα αυξήσουμε χωρίς να δανειστούμε περισσότερα ή χωρίς να δανείσουμε μια εξωγήινη κοινωνία σε κάποιον κατοικημένο εξωπλανήτη.

Απ’ όλα τα λεφτά του κόσμου
με τα οποία νταραβερίζεται το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, ας πούμε αυτά τα 280 τρισ. δολάρια, τα κρυπτονομίσματα αντιστοιχούν σε περίπου 600 δισ. δολάρια. Κι από όλα τα λεφτά του κόσμου, με τις πιο παράξενες μεταμορφώσεις τους και τοξικές εκδοχές τους που έχουν οδηγήσει αγορές σε κραχ, χώρες σε χρεοκοπία, κοινωνίες σε καταστροφή, το παγκόσμιο τραπεζικό ιερατείο σε μια μορφή έχει σκαλώσει: στα κρυπτονομίσματα. Είναι χρήμα ή δεν είναι; Ποιος τους έδωσε εξουσία να το εκδίδουν; Μήπως κάνουν ξέπλυμα; Τι επιτόκιο έχει το κρυπτο-χρήμα τους; Και τι πληθωρισμό; Ποιος θα εγγυάται την αποταμίευσή του;

Ολα τα ερωτήματα που θέτουν με ύφος αυθεντίας οι τραπεζίτες στους παρείσακτους που απειλούν το βασίλειο της νομισματοκρατίας τους είναι τα ίδια που θα έπρεπε να έχουν θέσει εδώ και αιώνες στους τραπεζίτες οι κυβερνήσεις και οι πελάτες τους. Κι αν τυχόν τέθηκαν (έλεγε ο καημένος ο Λίνκολν ότι το «δικαίωμα της δημιουργίας και έκδοσης χρημάτων είναι όχι μόνο το ανώτατο αποκλειστικό προνόμιο της κυβέρνησης, αλλά και η μεγαλύτερη δημιουργική της ευκαιρία», αλλά ποιος τον άκουγε), ουδέποτε απαντήθηκαν. Το μονοπώλιο του παραστατικού χρήματος απαλλοτριώθηκε ως η πιο φυσιολογική εξέλιξη στον κόσμο και το τραπεζικό σύστημα έγινε ο μεσάζων κάθε συναλλαγής.

Τώρα λοιπόν φτάσαμε στην πολύ διασκεδαστική στιγμή οι τραπεζίτες να αισθάνονται απειλή από μια άλλη μορφή χρήματος που, παρότι κι αυτό εξορύσσεται από τα ορυχεία της πίστωσης, μας γυρίζει πίσω στην προ-τραπεζική εποχή. Πολύ κοντά στην εκδοχή του φυσικού εμπορευματικού χρήματος (χρυσού, ασημένιου, μεταλλικού), που δεν απαιτούσε τη μεσολάβηση ή την εγγύηση κανενός. Αν μπορώ εγώ σήμερα από την Αθήνα να εξοφλήσω σε μηδενικό χρόνο και σε ψηφιακό χρήμα μια οφειλή μου στον φίλο μου τον Νίκο που ζει αυτοεξόριστος στη Γη του Πυρός, χωρίς προμήθειες, λογαριασμούς, μεσάζοντες, τότε τι χώρος μένει για τράπεζες, τόκους και επιτόκια; Και πώς θα ζήσει ο κόσμος χωρίς τόκους κι επιτόκια, μου λέτε; Αντέχεται τέτοια στέρηση;




ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
Οι περισσότεροι άνθρωποι φαντάζονται ότι, αν όλα τα δάνεια εξοφλούνταν, η κατάσταση της οικονομίας θα βελτιωνόταν. Σίγουρα αυτό ισχύει σε ατομικό επίπεδο. Ακριβώς όπως έχουμε περισσότερα χρήματα για να ξοδέψουμε όταν οι δόσεις του δανείου μας τελειώσουν, νομίζουμε ότι αν όλοι μας εξοφλούσαμε τα χρέη μας, θα υπήρχαν περισσότερα χρήματα για όλους. Αλλά η αλήθεια είναι ακριβώς το αντίθετο. Δεν θα υπήρχαν καθόλου χρήματα. Ορίστε... Είμαστε εξαρτημένοι ολοκληρωτικά από τη συνεχώς ανανεώσιμη τραπεζική πίστωση ώστε να υπάρχουν χρήματα. Χωρίς δάνεια, δεν υπάρχουν χρήματα.

Paul Grignon, «Το χρήμα ως χρέος»

Saturday, June 19, 2021

Το ρέψιμο του Ρονάλντο

ΕφΣυν 18-21/6/2021


Είναι ιεροσυλία, βέβαια, εγώ ο άμπαλος, ο ποδοσφαιρικά αναλφάβητος να πιάνω στο στόμα μου τον Ρονάλντο; Αλλά αυτός μπήκε στο γήπεδό μου, όχι εγώ στο δικό του. Τι ζόρι τραβάει με την κόκα κόλα δεν ξέρω. Κι αυτή η τάχα αθώα, απαξιωτική κίνηση απόρριψης του παγκόσμιου αναψυκτικού σε παγκόσμια μετάδοση μπορεί να μη διαφέρει σε τίποτα από την κοινότοπη συμβουλή εκατομμυρίων μαμάδων ή γιατρών «μη πίνεις κόκα κόλα, πιες φυσικούς χυμούς», αλλά είχε τη μοναδική δύναμη να προκαλέσει μικρό σοκ στα χρηματιστήρια. Χάθηκαν, λέει, 4 δισ. δολάρια χρηματιστηριακής αξίας της πολυεθνικής σε λίγες ώρες. Χάθηκαν; Και πού πήγαν; Μήπως στον παγκόσμιο ανταγωνιστή της, την πέπσι; Διοχετεύτηκαν σε αγορές οργανικών φρούτων, βιολογικών λαχανικών, υγιεινών τροφίμων; Δεν το κόβω.

Ο Ρονάλντο είπε με μια κίνηση αυτό που ξέρουν ακόμη κι οι φανατικά κολλημένοι στην κόκα κόλα: είναι ένα διατροφικά άχρηστο, σκούρο ζαχαρόζουμο, που αν το γδύσεις από τους αστικούς μύθους που το περιβάλλουν -για τη μυστηριώδη εθιστική φόρμουλά του ή τη δυνατότητά της να λιώνει ακόμη και σίδερα αν τ’ αφήσεις ολονυχτίς, και άλλα ευφάνταστα-, η κατανάλωσή της δεν αφήνει τίποτε εκτός από ένα ρέψιμο. Κι αυτό λιγότερο απολαυστικό από αυτό που σου προσφέρει μια καλή σόδα. Είτε, λοιπόν, το είπε γιατί του τα 'χωσε ο ανταγωνιστής είτε γιατί του κατέβηκε είτε γιατί το πιστεύει, ο Ρονάλντο μας θύμισε απλώς ότι σημασία δεν έχει τι λέει, αλλά ποιος, πότε και πού το λέει.

Το είπε στην καρδιά του πιο εμπορευματοποιημένου παγκόσμιου θεάματος, στο οποίο το αναψυκτικό είναι μόνο ένας από τους δεκάδες μεγάλους και μικρομέγαλους χορηγούς που κατακλύζουν με τις μπράντες τους τον τηλεοπτικό χρόνο, τα γήπεδα, τις οθόνες, τα φανέλες, τα σώβρακα, τα τραπέζια, τις αφίσες, ό,τι περνάει από την κεντρική ή την περιφερειακή όραση του μέσου τηλεθεατή.

Προφανώς και το νερό
είναι υγιεινότερο από το καραμελόχρωμο αναψυκτικό. Μόνο που και το νερό είναι η ίδια πολυεθνική –και οι ανταγωνιστές της φυσικά– που τα απαλλοτριώνει από τις φυσικές, δωρεάν πηγές του και το μετατρέπει σε εμπόρευμα εμφιαλώνοντάς το σε δισεκατομμύρια ανακυκλώσιμα πλαστικά μπουκάλια. Αν ο Ρονάλντο ήθελε να δώσει κάποιο βάθος στο υποτιθέμενο μανιφέστο του, μια διάσταση αντίστασης στο νεύμα «νερό, όχι κόκα», θα μπορούσε απλώς να προτείνει στα εκατομμύρια οπαδούς του να πίνουν καθαρό νερό βρύσης. `Η, αν ζουν σε μέρη που το στερούνται κι αυτό, να διεκδικήσουν ασφαλή δίκτυα ύδρευσης. Να απαιτήσουν επίσης να απαγορευτεί στην πολυεθνική να στραγγίζει τους υδροφόρους ορίζοντες άνυδρων περιοχών, στερώντας από τους κατοίκους τους το ελάχιστο νερό που διαθέτουν. Να αποκηρύξει μία προς μία τις φίρμες που κραυγάζουν πως κάθε λέξη του, πάσα, μπαλιά και κίνησή του στο γήπεδο ή εκτός, είναι πληρωμένες μέχρι κεραίας. Να ζητήσει συγγνώμη για το σαμπουάν που διαφημίζει χωρίς να το χρησιμοποιεί, να διακηρύξει ότι σιχάθηκε να είναι μέρος της μηχανής παραπλάνησης και αποπλάνησης των καταναλωτών, βαρέθηκε να είναι και το μήνυμα και το μέσο, και το προϊόν και η διαφήμισή του, και το εμπόρευμα και η ετικέτα του, και ο σαμάνος και το φετίχ του, και το ανθρακούχο αναψυκτικό και το ρέψιμο που προκαλεί.

Εκτός αν όλο αυτό δεν ήταν παρά ένα κλείσιμο ματιού στο επόμενο διαφημιστικό συμβόλαιο.




ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

Οπου κι αν πας, υπάρχουν τρεις εικόνες που ο καθένας αναγνωρίζει: ο Ιησούς Χριστός, ο Πελέ και η Coca Cola.
Πελέ

Saturday, June 12, 2021

Γιατί μας αγοράζουν;

ΕφΣυν 12-13/6/2021


Περιχαρείς ανακοινώνουν εβδομάδα την εβδομάδα, μήνα τον μήνα οι επικεφαλής του οικονομικού επιτελείου τα μεγάλα σουξέ στην αγορά χρέους. 30 δισ. ευρώ το δεκαετές ομόλογο, 20 δισ. πριν από ένα μήνα το πενταετές… Και στης Μαρίας την ποδιά σφάζονται παλικάρια, όπου ποδιά της Μαρίας είναι το ελληνικό χρέος και παλικάρια τα hedge funds και οι τράπεζες που αγοράζουν με τυφλά μάτια κάθε νέα ή παλιά έκδοση ομολόγου.

Αυτό πάει πακέτο με το γεγονός ότι το ελληνικό χρέος, στο υψηλότερο επίπεδο από ποτέ και μακράν το υψηλότερο ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ, ήδη στα 335 δισ. ευρώ και στο 205% του ΑΕΠ, είναι βιώσιμο με τη βούλα. Το λέει η Κομισιόν, το λέει το ΔΝΤ, το λέει ο ESM, το λέει η ΕΚΤ, το λένε οι οίκοι –πρώην λύκοι– πιστοληπτικής αξιολόγησης, το λένε τα τμήματα ανάλυσης των τραπεζών. Το λένε οι πάντες, κυρίως αυτοί που πριν από δέκα χρόνια με το χρέος στο μισό έριξαν τη χώρα στα Τάρταρα, χωρίς την παραμικρή προσπάθεια να εξηγήσουν τι ακριβώς έχει μεταβάλει τη γνώμη τους, εκτός από το ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν προ πολλού ξεστοκάρει ελληνικά σαπάκια, τα οποία μαζεύει για πάρτη τους μαζικώς και προθύμως η ΕΚΤ, τώρα που αγαπάει την Ελλάδα, αγαπάει όλο τον κόσμο, με τραγική ειρωνεία να έχει επικεφαλής της αυτήν που επί πέντε χρόνια ως επικεφαλής του ΔΝΤ αρνούνταν να δώσει έκθεση βιωσιμότητας ελληνικού χρέους, πετώντας το μπαλάκι στους Ευρωπαίους δανειστές όπως η Σάκκαρη στην Κρεϊτσίκοβα.

Οι απαντήσεις που δίνουν στο ερώτημα αυτό, στις σπάνιες πλέον φορές που τους τίθεται, είναι περίπου ένα «νερό κι αλάτι όσα είπαμε». Σε μερικές κρίσεις ορθολογισμού που τους αφυπνίζουν από τις μεταφυσικές εκστάσεις της αγοράς, οι άρχοντες του χρέους συνδέουν τη νέα τους οπτική με τις τεκτονικές αλλαγές που έχει προκαλέσει η πανδημία: η Ε.Ε. εκδίδει κοινό χρέος και θα βάλει πλάτη στις 27 χώρες με 750 δισ., η ΕΚΤ μπαζώνει με τη μία ό,τι νέο εκδίδεται και ό,τι παλιό κυκλοφορεί, οι επενδυτές λατρεύουν πια ό,τι κρατικό και εγγυημένο, αγαπούν και τα πράσινα ομόλογα και τα κοινωνικά ομόλογα, ακόμη και ομόλογα με ρήτρα μετάβασης στον σοσιαλισμό είναι διατεθειμένοι να αγοράσουν αν πρόκειται να αυξήσουν τα περιθώρια κέρδους. Κι αν γενικά τα ομόλογα της ευρωζώνης και ειδικά της Γερμανίας, η οποία αποτελεί το σταθερό αραξοβόλι των επενδυτών, ακόμη και με τα αρνητικά επιτόκιά τους, προσφέρουν ασφαλείς πλην βαρετές τοποθετήσεις, τα ελληνικά ομόλογα –σε ένα βαθμό και τα ιταλικά– προσφέρουν σασπένς: εφόσον υπάρχει βεβαιότητα μιας «bull market» στα ομόλογα για καιρό, αυτοί που αναζητούν μεγαλύτερο ρίσκο με υψηλότερα κέρδη στο μέλλον, γιατί να μη βάλουν τα λεφτά τους σε κάτι πιο ριψοκίνδυνο, όπως ένα δεκαετές ελληνικό ομόλογο ή ένα εταιρικό ή τραπεζικό ομόλογο;

Με λίγα λόγια, δεν τους πιάνουμε κότσους όσους συνωθούνται στην ουρά για να αγοράσουν ελληνικό χρέος, αντιθέτως αυτοί ελπίζουν να μας πιάσουν κότσους κάποια στιγμή στο μέλλον, όταν ο ταύρος γίνει αρκουδίτσα και το ελληνικό χρέος από αγαπημένο «τρεντ» της διεθνούς αγοράς αρχίζει και βγάζει μπιμπίκια στην αρχή, δυσώδεις φλύκταινες στη συνέχεια, πριν κακοφορμίσει και γίνει το βαθύ έλκος της Ευρώπης, και τότε θα αρχίσουν τα «αγαπούλα, πούλα, πούλα…», τα spreads θα γίνονται αβυσσαλέα και οι αποδόσεις εκρηκτικές. Δεν το εύχομαι, το απεύχομαι, μαλάκας δεν είμαι, κι εγώ θα το πληρώσω όπως και το πανελλήνιο, αλλά πρέπει να έχουν υπόψη όσοι ανοίγουν σαμπάνιες –ή μπίρες, δεν είναι θέμα– κάθε φορά που ένα ομόλογο γίνεται ανάρπαστο, ότι ο ξαφνικός έρωτας των επενδυτικών κεφαλαίων, καθωσπρέπει ή αρπακτικών πτωματοφάγων γυπών, έχει μια ισχυρή δόση νεκροφιλίας, δηλαδή έναν στοιχηματισμό ότι κάποια στιγμή στο μέλλον το χρέος θα σκάσει και αυτοί θα πάρουν με το παραπάνω τη λίβρα κρέας που έχουν συμφωνήσει. Δηλαδή τζογάρουν στο σενάριο ότι κάποια στιγμή το νέο συσσωρευμένο χρέος δεν θα μπορεί να εξυπηρετηθεί, οι αποδόσεις του θα ανέβουν στον θεό κι αυτοί θα απαιτούν τα πανωτόκια τους.

Είναι αυτό πιθανό; Ας υποθέσουμε ότι είναι το λιγότερο πιθανό. Ας υποθέσουμε ότι ο ισχυρισμός της κυβέρνησης –και των άλλων κυβερνήσεων της Ε.Ε.– ότι η ισχυρή ανάπτυξη που θα ακολουθήσει μετά την πανδημία θα είναι κάτι σαν το ξεσάλωμα των νέων μετά την πολύμηνη καραντίνα, θα είναι ανάπτυξη τύπου V, ελατήριο κι ό,τι άλλο θέτε. Θα αυξάνεται ο παρονομαστής του ΑΕΠ και θα μειώνεται ο λόγος του χρέους, κι όλα καλά, έτσι; Ομως, και την πρώτη δεκαετία του ευρώ η ανάπτυξη έτρεχε με τον υψηλότερο ρυθμό στην ευρωζώνη, αλλά αυτό δεν εμπόδισε να ταΐσει ένα χρέος –φανερό και κρυφό– που το 2010 εξερράγη σαν ηφαίστειο. Η εξήγηση που έδιναν, με βαθυστόχαστο ύφος και προτεσταντικό διδακτισμό, τότε οι άρχοντες του χρέους ήταν πως αυτή η ανάπτυξη ήταν ψεύτικη, βασισμένη σε δανεικά. Αλλά κι αυτή, η επικείμενη που μας τάζουν σε δανεικά δεν θα βασιστεί; Τι είναι τα 32 δισ. του Ταμείου Ανάκαμψης για τα οποία πανηγυρίζουν; Οχι μόνο τα 12,7 δισ. που θα πάρουμε ως δανεικά, αλλά και τα 17,8 δισ. των επιδοτήσεων. Δεν θα δανειστεί η Ε.Ε. για να μας τα δώσει;

Οι αγορές, το έξυπνο χρήμα, τα επενδυτικά κεφάλαια, οι διαχειριστές συνταξιοδοτικών ταμείων, οι καρχαρίες των ομολόγων προφανώς δεν τρώνε κουτόχορτο. Εμείς φάγαμε μπόλικο τα προηγούμενα χρόνια, αυτοί φάγανε τις σάρκες μας. Ξέρουν και αναλαμβάνουν το ρίσκο, γιατί το ρίσκο είναι που ανεβάζει τα κέρδη τους. Γιατί μας αγοράζουν, λοιπόν, σήμερα; Μα, για να μας πουλήσουν αργότερα. Το πότε εμείς το αγνοούμε. Αυτοί μπορεί να το ξέρουν ή να παίζουν ήδη στοιχήματα γι’ αυτό.


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ


Το τραπεζικό σύστημα το έχουμε κι οι δυο αμφισβητήσει περισσότερο από ποτέ. Το θεωρώ λεκέ πάνω στα Συντάγματά μας, που αν δεν καλυφθεί θα καταλήξει στην καταστροφή τους, όπως ο τζόγος οδηγεί τους παίκτες στη διαφθορά, σαρώνοντας την πρόοδο, τις περιουσίες και τα ήθη των πολιτών μας. Αποδέχομαι μια δανειακή χρηματοδότηση περιορισμένη, δίκαιη και εξοφλητέα στη διάρκεια του βίου της πλειοψηφίας της γενιάς που τη συνάπτει. Κάθε γενιά έρχεται στον κόσμο ισότιμη, με βάση τους νόμους του Δημιουργού του, με δικαίωμα ελεύθερης κατοχής της γης που έφτιαξε για την επιβίωσή της, χωρίς επιβάρυνση. Και ειλικρινά πιστεύω, όπως και σεις, ότι τα τραπεζικά ιδρύματα είναι πιο επικίνδυνα από τους μόνιμους στρατούς. Και ότι η αρχή να ξοδεύουμε χρήματα που πρέπει εξοφλούνται από τα παιδιά μας, στο όνομα της χρηματοδότησης, είναι απλώς η εξαπάτηση του μέλλοντος σε μεγάλη κλίμακα.

Τόμας Τζέφερσον, «Γράμμα στον Τζον Τέιλορ» (1816)

Sunday, June 6, 2021

Η πάλη των τάξεων, ως κλάσμα

ΕφΣυν 5-6/6/2021


Λοιπόν, νομίζω ότι ο καλύτερος τρόπος για να καταλάβει κανείς το ταξικό βάθος του νομοσχεδίου Χατζηδάκη, την απέχθεια, ενδεχομένως και το μίσος για την εργασία, είναι να κάνουμε μια νοητή μετάβαση στην –προς το παρόν– πλουσιότερη χώρα του κόσμου. Εκεί που ο Μπάιντεν, χωρίς καμιά φιλεργατική διάθεση, αλλά με το ένστικτο της αυτοσυντήρησης του συστήματος, επιχείρησε να διπλασιάσει το κατώτατο ωρομίσθιο στα 15 δολάρια, συναντώντας τη λυσσαλέα αντίδραση ακόμη και των φανατικών μεγαλο-χρηματοδοτών της καμπάνιας του. Στις ΗΠΑ, λοιπόν, που το μέσο ωρομίσθιο είναι 19 δολάρια, έναντι 16 στον ΟΟΣΑ και έναντι μόλις 10 (σε δολάρια, μεικτό!) στην Ελλάδα (αν και το κατώτερο είναι 2,5), η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, αυτός ο φρουρός του μεγαλύτερου χρηματιστηριακού καζίνο στον κόσμο, έχει θεσπίσει έναν δείκτη που λέγεται «λόγος αμοιβής CEO», ήτοι το πηλίκο της διαίρεσης της αμοιβής του διευθύνοντος συμβούλου με τη μέση αμοιβή των υπαλλήλων του.


«Αξίζει στ’ αλήθεια ένας CEO 1.000 φορές όσο ένας εργαζόμενος;» αναρωτιέται σε άρθρο το Bloomberg (διά χειρός Μισέλ Λέντερ), που δεν το λες και «εχθρό της επιχειρηματικότητας», ε; Τα δεδομένα των ΗΠΑ είναι αβυσσαλέα και εφιαλτικά. Στην Aptiv, εταιρεία παραγωγής λογισμικού, με παρουσία σε 44 χώρες και 180.000 εργαζόμενους, ο επικεφαλής αξίζει όσο 5.300 «μέσοι» εργαζόμενοι. Στην Chipotle, αλυσίδα μεξικάνικων ταχυφαγείων με 76.000 εργαζόμενους, ο CEO αξίζει 3.000 φορές τον μέσο εργαζόμενο. Και ούτω καθεξής. Σε γενικές γραμμές, φαίνεται ότι ο λόγος μέσου CEO προς μέσο εργαζόμενο στους μεγαλύτερους ομίλους στις ΗΠΑ είναι περίπου 1.000.

Και, σκεφτείτε, δεν μιλάμε καν για τις μεγάλες πολυεθνικές φίρμες, τις GAFAM, τις πλατφόρμες, τις χρηματοπιστωτικές, τα επιχειρηματικά «τέρατα» με παρουσία σε όλο τον πλανήτη, αλλά με φορολογικές έδρες στους νησιωτικούς παραδείσους. Κι επίσης, δεν μιλάμε καν για τις αμοιβές των ιδιοκτητών και μεγαλομετόχων αυτών των εταιρειών. Πού θα πάει ο λόγος «κεφαλαιούχου/προλετάριου», αν βάλουμε στον λογαριασμό τον Μπέζος με την περιουσία των 186 δισ. δολαρίων, τον Μασκ των 157 δισ. τον Μπάφετ των 110 δισ.; Ή τον Ζούκερμπεργκ των 97 δισ. δολαρίων, τον Μόσκοβιτς των 18 δισ. (αμφότεροι Facebook), τον Τσέσκι των 13 δισ. (Airbnb) ή τον Ζιάνγκ Γιμίνγκ των 35 δισ. (Tik Tok), για να μην αδικήσουμε τη νέα ορμητική γενιά του αρπακτικού καπιταλισμού.

Το απλοϊκό ερώτημα που προκύπτει είναι το εξής: Αν αυτοί οι τύποι με τα απροσδιόριστα τυπικά προσόντα, αλλά σίγουρα με το ταλέντο της απεριόριστης απληστίας, αξίζουν τόσο πολύ, τι τους χρειάζονται τόσες χιλιάδες εργαζόμενους; Αφού ο καθένας είναι τόσο ικανός όσο 1.000 εργαζόμενοι, γιατί δεν παίρνουν, επί παραδείγματι, 180 CEO για να εξυπηρετήσουν τα ταχυφαγεία της Chipotle; Γιατί ο Ζούκερμπεργκ δεν βρίσκει 48 παλικάρια έξυπνα, χαριτωμένα και παραγωγικά σαν τον ίδιο να κάνουν τη δουλειά; Και γιατί οι περισσότερες πολυεθνικές που είναι υπό την παρακολούθηση της αμερικανικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς προσφεύγουν σε χίλια δυο τεχνάσματα για να ρίξουν τον λόγο αμοιβής CEO/μέσος εργαζόμενος, «εξαφανίζοντας» τους εκτός ΗΠΑ εργαζόμενους, τους Κινέζους ή τους Ινδούς, που δουλεύουν με 50 σεντς ωρομίσθιο, ή τους «ανεξάρτητους συνεργάτες» που πληρώνονται με το κομμάτι; Γιατί ο Γκέιτς προσπαθεί να ξεπλυθεί στη φιλανθρωπία και τα αφεντικά του Twitter δηλώνουν ετήσια αμοιβή 140 σεντς;

Ισχύει κι εδώ το ρητό «θέλει η πουτάνα να κρυφτεί κι η χαρά δεν την αφήνει», ανήθικο και προσβλητικό μεν για τις εργάτριες του σεξ, κατά κανόνα θύματα καταναγκαστικής εργασίας και τράφικινγκ, που μας θυμίζουν ότι κάθε μισθωτή εργασία είναι εκπόρνευση, αλλά ταιριαστό για τους «εργάτες» του μάνατζμεντ και της κερδοσκοπίας, που προσπαθούν να κρυφτούν, από τους χιλιάδες μετόχους, τους επενδυτές, τους υπαλλήλους τους και από τα εκατομμύρια εργαζόμενων ανθρώπων που παρακολουθούν απορημένοι, εξοικειωμένοι ή θυμωμένοι την τρομακτική επίδειξη του πλούτου και της αβυσσαλέας ανισότητας.

Το μυστικό της επιτυχίας των υπερπλουσίων ιδιοκτητών πολυεθνικών –αλλά και των δικών μας που ωχριούν ως τάξη μεγέθους, αλλά διόλου σε ταλέντο απληστίας και αρπακτικότητας– είναι ότι το μεγαλύτερο μέρος των θηριωδών αμοιβών τους, των κερδών των ομίλων τους και της τεράστιας φανερής ή κρυμμένης προσωπικής περιουσίας τους είναι προϊόν μιας συστηματικής, περίτεχνης διαχείρισης του εργατικού δυναμικού. Είτε με την αύξηση του χρόνου εργασίας, είτε με τη μείωση του μέσου μισθολογικού κόστους, το ζητούμενο είναι να μειώνεται διαρκώς το μερίδιο της μισθωτής εργασίας (και της υποκρυπτόμενης «ανεξάρτητης») στον συνολικά παραγόμενο πλούτο, στο προϊόν κάθε επιχείρησης και ομίλου, σε κάθε χώρα και στον κόσμο ολόκληρο. Οι υψηλές αμοιβές των διευθυνόντων, τα παχυλά stock options των στελεχών, τα μερίσματα των μετόχων είναι οι αυξήσεις που δεν δίνονται στους μισθούς, τα ωράρια που επιμηκύνονται, οι απολύσεις που ακολουθούν κάθε τεχνολογική καινοτομία στην παραγωγή, η οποία δοκιμάζεται και εφαρμόζεται με πρωταρχικό κριτήριο τη μείωση του μισθολογικού κόστους, την υποκατάσταση εργασίας από αυτοματισμούς. Παλιό και ντεμοντέ όσο ο καπιταλισμός.

Σ’ αυτό το ισοζύγιο βάζει
το λιθαράκι του και το εργασιακό νομοσχέδιο Χατζηδάκη, παραγγελιά της τάξης που υπηρετεί με αφοσίωση. Περισσότερο από περιφρόνηση για τους εργαζόμενους και μίσος για την εργασία, είναι τρυφερότητα κι αγάπη για τη μεγάλη εργοδοσία, για τον πλούτο της εγχώριας ιθύνουσας τάξης που –και καλά– κακόπαθε στα χρόνια των μνημονίων και τώρα είναι η ώρα να πάρει το αίμα της πίσω. Οχι από τους ανταγωνιστές τους, βεβαίως, αλλά από την ενοχλητική εγχώρια εργατική τάξη κι ό,τι έχει απομείνει από το συνδικαλιστικό της κίνημα.


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

Οι πλούσιοι ιδιαίτερα πρέπει να ένιωσαν σύντομα πόσο ασύμφορος ήταν γι’ αυτούς ένας διαρκής πόλεμος, του οποίου τα έξοδα βάρυναν αυτούς μονάχα... Ο πλούσιος, σπρωγμένος από την ανάγκη, συνέλαβε, τέλος, το πιο καλοεπεξεργασμένο σχέδιο που πέρασε ποτέ από το ανθρώπινο μυαλό. Σκέφτηκε να χρησιμοποιήσει για δικό του λογαριασμό τη δύναμη του αντιπάλου, να κάνει τους εχθρούς υπερασπιστές του, να τους εμπνεύσει άλλες αρχές και να τους δώσει θεσμούς που να τον ευνοούν, στον βαθμό που ο φυσικός νόμος του είναι αντίθετος. «Ας ενωθούμε», τους είπε, «για να προφυλάξουμε τους αδύνατους από την καταπίεση, για να συγκρατήσουμε τους φιλόδοξους, και να εξασφαλίσουμε στον καθένα αυτό που του ανήκει. Ας θεσπίσουμε κανονισμούς δικαιοσύνης και ειρήνης με τους οποίους να είναι όλοι υποχρεωμένοι να συμμορφώνονται».

Ζαν-Ζακ Ρουσό, «Πραγματεία περί της καταγωγής και των θεμελίων της ανισότητας ανάμεσα στους ανθρώπους»