(Επενδυτής, 28/9/2013)
Δεν ξέρω ποιος
γλωσσολογικός συνειρμός έχει επιβάλει αυτή τη διασκεδαστική -αλλά συνάμα εκνευριστική- συζήτηση για το ποιος
περιλαμβάνεται στο «δημοκρατικό ή το συνταγματικό τόξο» και ποιος όχι. Αν η
πηγή είναι η Ευκλείδειος Γεωμετρία, υποθέτω ότι ο συμβολισμός σχετίζεται με τη
διάταξη των κοινοβουλευτικών εδράνων σε ημικύκλιο. Γεωμετρικά, πράγματι το εγχώριο
κοινοβουλευτικό ημικύκλιο είναι ένα τόξο, ήτοι ένα κομμάτι της περιφέρειας του
κύκλου.
Για τους
μυστικιστές, που βλέπουν στα μαθηματικά κάτι παραπάνω από ένα μέτρο του κόσμου,
ο κύκλος είναι το κατεξοχήν μαγικό σύμβολο, το νοερό όριο προστασίας ή δράσης.
Στην αδιάσπαστη γραμμή της περιφέρειάς του υποτίθεται ότι συντελείται η ενότητα
πνεύματος και ύλης. Άρα, το τόξο, που είναι μέρος του κύκλου, συμβολίζει το εν
δυνάμει πνεύμα. Και στην πιο γοητευτική του μορφή, το ουράνιο τόξο, είναι καλός
οιωνός. Ωστόσο, οι συμβολιστές διακρίνουν το τόξο ανάλογα με τη θέση του.
Όρθιο, με την κοίλη πλευρά προς τα πάνω, είναι ένα δοχείο έτοιμο να δεχθεί το
πνεύμα, ένα θηλυκό σύμβολο. Ανεστραμμένο, είναι ένα σύμβολο νικηφόρο, ανδρικό,
επιθετικό.
Φυσικά, δεν
υπάρχει λόγος να πάρουμε τοις μετρητοίς τους μυστικιστές κι όσα αόρατα βλέπουν
στον κύκλο και στο τόξο. Αλλά είναι γεγονός ότι το τόξο στην ανδρική εκδοχή του
μετατρέπεται πράγματι σε κάτι επιθετικό. Γίνεται όπλο. Μαζί με τη χορδή και το
βέλος, είναι το τρίτο αρχαιότερο όπλο, μετά την πέτρα και το ακόντιο, που
χρησιμοποίησε ο προϊστορικός άνθρωπος. Και -ερήμην των συμβολικών κανόνων του
μυστικισμού ή των απαθών κανόνων της γεωμετρίας- ευθύνεται για τον θάνατο
εκατομμυρίων ανθρώπων στο πέρασμα της ιστορίας. Αναλογικά, από βέλη τοξευτών
ίσως έχει εξοντωθεί πολύ μεγαλύτερο μέρος της ανθρωπότητας, απ’ ό,τι με τα
σημερινά όπλα μαζικής καταστροφής. Αλλά, ταυτόχρονα, στο τόξο η ανθρωπότητα
οφείλει την επιβίωσή της, αφού πρόσφερε στον άνθρωπο-κυνηγό τροφή, με την
ασφάλεια της απόστασης από τα επικίνδυνα, φτερωτά ή γοργοπόδαρα, θηράματα. Οι
ίδιες λέξεις διασώζουν τη σημασία του τόξου και της ευστοχίας του τοξοβόλου. Το
ρήμα «αμαρτάνω», στην αρχική του εκδοχή, αστοχώ κατά την τοξοβολία ή τη ρίψη
του ακοντίου. Κι ήταν πολύ σημαντικό να μην αστοχήσει κανείς. Τόσο, που η
αμαρτία κατέληξε παραβίαση υπέρτατου κανόνα. Είτε για τοξοβόλους είτε για τους
απλούς διαβάτες της ζωής.
Μεταξύ
γεωμετρίας και πολέμου, το τόξο είναι λοιπόν μια αρχέγονη έννοια της ανθρώπινης
συνθήκης. Σε τελική ανάλυση μπορεί να είναι κι ένας συμβολισμός για την τροχιά
που διασχίζει το βέλος του ανθρώπινου πολιτισμού. Ξεκινά από χαμηλά, ανεβαίνει
ψηλά, αλλά προορισμός του είναι να καταλήξει στο έδαφος. Σε ποιο σημείο της
τροχιάς του βρίσκεται, άραγε, τώρα το βέλος της ανθρωπότητας; Ή να ελπίσουμε
ότι δεν είναι το μοναδικό στη φαρέτρα της και τα βέλη της έχουν να διασχίσουν
ακόμη πολλές τροχιές ακμής και παρακμής;
Πάντως, μιαν
ανάλογη τροχιά έχουν διανύσει και τα τόξα της πολιτικής μας επικαιρότητας, το
«συνταγματικό» και το «δημοκρατικό». Προφανέστατα η κυβέρνηση επιχειρεί να
χρησιμοποιήσει τα «τόξα» αυτά ως όπλα εξόντωσης ή περιορισμού αντιπάλων της.
Και μπορεί όλοι -ή οι περισσότεροι- να παρακολουθούμε με ευχαρίστηση το σύννεφο
από βέλη που σκιάζει τον ήλιο της νεοναζιστικής Χ.Α., αλλά δεν είμαστε αφελείς
να πιστεύουμε ότι αποτελεί τον μοναδικό στόχο. Οι χρυσαυγίτες είναι προφανώς
αιφνιδιασμένοι από το γεγονός ότι δέχονται εξ οικείων τα βέλη, από ένα πεδίο
στόχευσης που θεωρούσαν ανεκτικό, ίσως και φιλικό απέναντί τους.
Παραπλανήθηκαν, ενδεχομένως, από το γεγονός ότι εδώ και δύο χρόνια ραντίζουν με
αίμα τις γειτονιές της Αθήνας και της επαρχίας ως παρακράτος χωρίς να έχουν
οχληθεί από το κράτος. Οι λοιποί δεν δικαιολογούνται να νιώθουν αιφνιδιασμένοι
και συγχυσμένοι. Κι όμως είναι.
Η σύγχυση
προέρχεται από το γεγονός ότι τα πολιτικά κόμματα, κοινοβουλευτικά ή μη,
διαθέτουν από το ίδιο το σύνταγμα και την κουλτούρα της κοινοβουλευτικής
δημοκρατίας το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού. Δικαιούνται να
αυτο-περιλαμβάνονται ή όχι στα «τόξα» της πολιτικής μας κοινοτοπίας. Ορισμένοι
χρησιμοποίησαν τυχοδιωκτικά αυτό το δικαίωμα, όπως οι νεοφασίστες της Χ.Α.
Αξιοποιούν το σύνταγμα με ρητό στόχο να το καταργήσουν ή να το
«μεταρρυθμίσουν», αντιμετωπίζοντας τη δημοκρατία σαν εκκολαπτήριο φαυλότητας.
Άλλοι έχουν πιο ειλικρινή στάση. Οι αναρχικοί, για παράδειγμα, αυτοεξαιρούνται
και από το σύνταγμα και από τη δημοκρατία, επιλέγουν τον πόλεμο απέναντί τους
και οι αυθεντικότεροι απ’ αυτούς υπομένουν τις συνέπειες.
Στον ενδιάμεσο
χώρο υπάρχει ο παράδοξος διαγκωνισμός και ανταγωνισμός στην πασαρέλα της
συνταγματικότητας και της δημοκρατικότητας. Είναι ένας πολιτικά περιττός
ανταγωνισμός. Ιδιαίτερα στις συνθήκες εκτάκτου ανάγκης που έχει επιβάλει η
κρίση. Τόσο η δημοκρατία, στην έστω θολή της σύλληψη, όσο και το σύνταγμα
βρίσκονται υπό μερική αναστολή. Τα «τόξα» που με πάθος υπερασπίζονται τα
κόμματα έχουν τόσο περιοριστεί εκ των πραγμάτων, ώστε μερικές φορές είναι
ζήτημα αν περιλαμβάνουν οποιονδήποτε άλλο εκτός από την τρόικα. Εδώ και τρία
χρόνια δεν έχει ψηφιστεί νομοσχέδιο από τη Βουλή που να μην έχει την έγκρισή
της. Το κοινοβουλευτικό «τόξο» έχει περιορίσει την ελαστικότητά του τόσο, ώστε
κανένα «βέλος» του δεν υπερβαίνει το όριο των μνημονίων.
Αλλ’ αυτό δεν
είναι κάτι πρωτοφανές. Στην πραγματικότητα, η δημοκρατία κινούνταν πάντα
ανάμεσα στα ρευστά κοινωνικά και πολιτικά σύνορα που δημιουργούσαν οι ιστορικές
συνθήκες και το σύνταγμα προσαρμοζόταν με καθυστέρηση στις μεταβολές αυτές. Οι
σουφραζέτες, για παράδειγμα, βρίσκονταν για πολλές δεκαετίες εκτός συνταγματικού
τόξου, μέχρι που τα συντάγματα αναγνώρισαν το τόσο αυτονόητο σήμερα δικαίωμα
της γυναικείας ψήφου. Αλλά, για να πάμε σε κάτι πιο ακανθώδες, η αναθεωρητική
Βουλή του 2000 έκανε την υπέρβαση ψηφίζοντας το περίφημο άρθρο 14 παρ. 9 του
συντάγματος για τον «βασικό μέτοχο» ως υπερόπλο κατά της διαπλοκής. Αλλά σήμερα
αυτό το άρθρο μένει γράμμα κενό, χάρη στον νομικό και πολιτικό πόλεμο που
κήρυξε η διαπλοκή (με πρωτοστάτες τους σημερινούς «αρχιερείς» των
αντιναζιστικών αποκαλύψεων). Μια διαγώνια ανάγνωση στις 79 αναθεωρήσεις του συντάγματος
του 2001 θα καταδείξει τόσες «νεκρές» διατάξεις, χωρίς εκτελεστικούς νόμους ή
με νόμους που υιοθετούν την εξαίρεση αντί του κανόνα, ώστε να συμπεράνει
κανείς ότι ολόκληρο το «συνταγματικό
τόξο» κινείται συχνά εκτός συντάγματος ή ακροβατεί πάνω στα εντελώς ρευστά όριά
του.
Το ίδιο λίγο
πολύ ισχύει για τη δημοκρατία, που παρακολουθεί με βραδύτητα τις κοινωνικές,
πολιτικές και οικονομικές αλλαγές. Στη μνημονιακή Ελλάδα έχουν επιβληθεί
συνταγματικά αδιανόητοι περιορισμοί στο δικαίωμα της ιδιοκτησίας εν ονόματι του
χρέους, αλλά την ίδια στιγμή όποιος τολμά να ψελλίσει προτάσεις για τον
αναγκαίο έλεγχο της μεγάλης ιδιοκτησίας σε στρατηγικούς κλάδους της
οικονομίας πέφτει στο τείχος της «συνταγματικής
νομιμότητας», που αναστηλώνεται αλά καρτ.
Επομένως, για να
μη χαθεί σ’ ένα πέλαγος υποκρισίας η περί πολιτικών «τόξων» φλυαρία (υπάρχουν
και «τόξα» ευρωπαϊκά ή αντιευρωπαϊκά, αριστερά, δεξιά, κεντροαριστερά,
κεντροδεξιά, οικολογικά, μπορούμε να επινοήσουμε όσα «τόξα» βάζει ο νους), ας
περιοριστούμε σ’ αυτό που μας αφορά εδώ και τώρα. Υπάρχει ή μπορεί να υπάρξει
αντιφασιστικό, αντιναζιστικό τόξο; Προφανώς ναι, αν θυμηθούμε ότι κατά τον Β΄
Παγκόσμιο συμμάχησαν λυσσαλέα ανταγωνιστικές πλευρές κατά του ναζισμού, παρ’
ότι η μία πέρασε μια μακρά περίοδο έρωτα μαζί του (βλέπε παραπλεύρως
απόσπασμα). Αλλά πριν σπεύσει ο καθένας να πάρει θέση εντός του «τόξου», ας
καθαρίσει τα του οίκου του. Ας αυτοελεγχθεί, ας κλείσει τους ιστορικούς του
λογαριασμούς με τον φασισμό, ας αποκόψει τους διαύλους επικοινωνίας με τους
θυλάκους του, ας εξουδετερώσει τις εκλεκτικές συγγένειες, ας αποδοκιμάσει τις
όμορες ιδέες, ας αποκοπεί από τις κοινές πηγές χρηματοδότησης, ας πνίξει τον
φασίστα (και τους φασίστες) που ’χει μέσα του. Ύστερα, ας πάρει το τόξο, τη
φαρέτρα και τα βέλη του…
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ
ΥΠΕΡΑΞΙΑ
Το ρωμαϊκό
πνεύμα που εκπροσωπεί ο Μουσολίνι, ο μεγαλύτερος εν ζωή νομοθέτης, έδειξε σε
πολλά έθνη πώς μπορεί κανείς να αντισταθεί στην επέλαση του σοσιαλισμού και
υπέδειξε τον δρόμο που μπορεί να ακολουθήσει ένα έθνος όταν καθοδηγείται με
θάρρος. Με το φασιστικό καθεστώς ο Μουσολίνι ίδρυσε ένα κέντρο καθοδήγησης, από
το οποίο όσες χώρες δεσμεύτηκαν για μάχη σώμα με σώμα με τον σοσιαλισμό δεν
πρέπει να διστάσουν να οδηγηθούν.
Ουίνστον
Τσόρτσιλ, «Ομιλία στην Αντισοσιαλιστική Βρετανική Ένωση, 18.2.1933»