Ζούμε κάτω από το ηφαίστειο. Μερικοί ζούμε ακριβώς πάνω σ’ αυτό, ίσως και μέσα στον κρατήρα του. Όλη η Ευρώπη είναι ένα ηφαίστειο. Εν μέρει ενεργό, εν μέρει σβηστό. Προς το παρόν, καπνίζει στον Αρκτικό Κύκλο, καπνίζει και στον ευρωπαϊκό νότο, σαν φουγάρο, εκλύοντας εκατομμύρια τόνους τοξικά αέρια με τα οποία έχουμε συνηθίσει να συνυπάρχουμε. Χύνει επίσης χείμαρρους ηφαιστειακής λάσπης, ρυάκια λάβας που περνούν ανάμεσά μας, ανάμεσα στα πόδια μας, αλλά με κάποιο τρόπο ταχυδακτυλουργικό, ακροβατικό, έχουμε μάθει να τ’ αποφεύγουμε χωρίς να τσουρουφλιστούμε. Συνεχίζουμε να υπάρχουμε καταχωνιάζοντας τους φόβους δεν ξέρω κι εγώ πού, αναβάλλοντας τη μαζική φυγή μας σε χώρους πιο ασφαλείς, ελπίζοντας πως, τελικά, η μεγάλη έκρηξη δεν θα γίνει. Όχι τουλάχιστον στον δικό μας κύκλο ζωής. Ίσως στις μέρες των παιδιών μας ή των εγγονιών μας. Το ίδιο κάνουμε με όλα τα φυσικά φαινόμενα που αποδεσμεύουν ενέργεια απίστευτα καταστροφική, ικανή να μας αφανίσει ως είδος. Με τον σεισμό, με τους τυφώνες, με το τσουνάμι, με τους αστεροειδείς που ενδεχομένως κάποια στιγμή θα προσκρούσουν στον πλανήτη, επιφυλάσσοντας για εμάς την τύχη των δεινοσαύρων.
ΟΠΩΣ ΑΠΕΔΕΙΞΕ η έκρηξη του ισλανδικού ηφαιστείου με το περίεργο όνομα που αρνούμαι και να το γράψω, με τα φυσικά φαινόμενα δεν μπορούμε να κάνουμε και πολλά πράγματα. Προς το παρόν, τουλάχιστον. Μπορούμε ενδεχομένως να ελαχιστοποιήσουμε τις παρενέργειές τους, τις ανθρώπινες απώλειες, τις οικονομικές ζημιές που μας προκαλούν. Τα καταφέρνουμε πάντως πολύ καλύτερα από τους προϊστορικούς προγόνους μας, που ήσαν θανάσιμα εκτεθειμένοι στα ξεσπάσματα της φύσης. Μπορούμε να φτιάξουμε καλύτερες υποδομές, να στήσουμε τις πόλεις μας σε ασφαλέστερα μέρη, να περιορίσουμε τις αστοχίες που το έλλειμμα γνώσης ή η μεταφυσική των ανθρώπων του παρελθόντος τους επέτρεπε να ζουν με αμεριμνησία δίπλα στον Βεζούβιο, τις χαρούμενες τελευταίες μέρες της Πομπηίας. Αλλά δεν μπορούμε να φτιάξουμε μια γιγάντια ηλεκτρική σκούπα που θα ρουφήξει το νέφος ηφαιστειακής στάχτης πάνω από την Ευρώπη, ούτε να υψώσουμε ένα Σινικό Τείχος στη θάλασσα για να αποκρούσουμε το επόμενο τσουνάμι. Γενικά, στα φυσικά φαινόμενα αντιδρούμε με επίγνωση των ορίων μας.
ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ τα πάντα φυσικά φαινόμενα. Τα spreads των ομολόγων δεν είναι φυσικό φαινόμενο. Ούτε το διπλό παιχνίδι που παίζουν οι έμποροι των εθνών τύπου Goldman Sachs, πουλώντας χρέη κρατών και ποντάροντας ταυτόχρονα στη χρεοκοπία τους. Ούτε η κερδοσκοπία εις βάρος των κοινωνιών είναι φυσικό φαινόμενο. Και η οργάνωση των διεθνών αγορών σαν αρένες με άγρια θηρία έτοιμα να κατασπαράξουν και το τελευταίο σπάραγμα κοινωνικού πλούτου δεν προέκυψε από κάποια φυσική αιτία. Οι εθνικές και η παγκόσμια κρίση του χρέους δεν είναι επίσης φυσικό φαινόμενο. Ούτε ήταν φυσικό φαινόμενο η επιλογή των κυβερνήσεων να διασώσουν με δισεκατομμύρια δημόσιου χρήματος τις τράπεζες από την κατάρρευση το 2008. Και φυσικά δεν ήταν αποτέλεσμα φυσικής επιλογής το γεγονός ότι οι τράπεζες, αφού παντελόνιασαν τις κρατικές ενισχύσεις, επέστρεψαν στην κερδοφορία, αφήνοντας στους κρατικούς προϋπολογισμούς νέα κληρονομιά χρεών. Δεν είναι φυσικό φαινόμενο, ακόμη, ο τρόπος με τον οποίο αντιδρούν οι κυβερνήσεις στις δημοσιονομικές τους κρίσεις. Δεν είναι νόμος της φύσης να επιλέγονται ως λύσεις η περικοπή των μισθών, η υποβάθμιση της κοινωνικής ασφάλισης, η διεύρυνση της εργασιακής ανασφάλειας, η συρρίκνωση των κρατικών δαπανών για την πρόνοια, την περίθαλψη, την παιδεία. Δεν είναι φυσικό φαινόμενο οι εθνικοί ανταγωνισμοί που έχουν σαρώσει και τα τελευταία ίχνη αλληλεγγύης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Και φυσικά δεν είναι φυσικό φαινόμενο η αποικιοκρατική αλαζονεία με την οποία οι ισχυρές οικονομίες επιβάλλουν όρους υποτέλειας στις χώρες που δανείζουν, ούτε πολύ περισσότερο το γεγονός ότι τόσο η Ε.Ε. όσο και το ΔΝΤ λύνουν το «ελληνικό πρόβλημα» για λογαριασμό της διεθνούς τοκογλυφίας και με όρους επίσης τοκογλυφίας.
ΤΙΠΟΤΑ ΑΠ’ ΟΛΑ ΑΥΤΑ δεν είναι φυσικό φαινόμενο. Όλα είναι αποτελέσματα ανθρώπινων δραστηριοτήτων, οργανωμένων συμφερόντων που άλλοτε δρουν συναινετικά και άλλοτε συγκρούονται χαοτικά, αδιαφορώντας για το αν ολόκληρες κοινωνίες οδηγούνται στην υποβάθμιση ή και στην καταστροφή. Είναι αποτελέσματα επιλογών της διεθνούς «πλουτονομίας», αυτής της απίστευτης οικονομικής ισχύος που έχει συγκεντρωθεί στα χέρια του 1% της ανθρωπότητας από την εποχή της πρωταρχικής συσσώρευσης μέχρι το σημερινό, αδιαβάθμητο στάδιο του καπιταλισμού, που δεν γνωρίζουμε αν είναι το ύστερο ή απλώς μια ακόμη πρωτεϊκή του μετάλλαξη. Είναι επίσης αποτελέσματα επιλογών της πολιτικής ελίτ που κυριαρχεί στις περισσότερες χώρες του κόσμου, με τη μονοδιάστατη αντίληψή της για την οικονομία της αγοράς και την ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού στη σκέψη της. Είναι, τέλος, αποτελέσματα των επιλογών εκατομμυρίων παραπλανημένων ανθρώπων που εμπιστεύονται αυτές τις ελίτ, συγχωρούν ανώδυνα τα θεμελιώδη ψεύδη της, κι όταν απογοητεύονται, αποσύρονται από τις κάλπες ή στρέφονται σε γραφικούς «σωτήρες», πρόθυμους μόνο να διασώσουν τα συστήματα εξουσίας.
ΦΥΣΙΚΑ, κάποιοι νόμοι διαπερνούν και αυτό το άναρχο σύστημα οργάνωσης των οικονομιών και των κοινωνιών, κάποιοι άγραφοι κανόνες εξηγούν την ανθρώπινη συμπεριφορά, ατομική και συλλογική (η απληστία, ο ταξικός ανταγωνισμός, το ποσοστό κέρδους…), αλλά κι αυτοί δεν αποτελούν την αναπότρεπτη, φυσική τάξη των πραγμάτων. Είναι υπόθεση επιλογών. Το αν θα χρεοκοπήσει ή όχι η Ελλάδα είναι θέμα επιλογής που θα κάνουν οι επενδυτές των κρατικών ομολόγων στη Νέα Υόρκη ή στο Λονδίνο, είναι υπόθεση των συμβουλών που θα δώσουν οι διαχειριστές κεφαλαίων στους πελάτες τους. Αλλά είναι και υπόθεση της στάσης που θα επιλέξουν οι κυβερνήσεις της Ευρώπης και των ΗΠΑ για τα όρια ελευθερίας στην κίνηση των κεφαλαίων. Το αν την κρίση του χρέους στην Ελλάδα θα την πληρώσουν η μισθωτή εργασία, οι μικρομεσαίοι, τα φτωχότερα στρώματα, οι μέλλουσες γενιές ή, αντίθετα οι πιστωτές της χώρας, η πολιτική και κομματική νομενκλατούρα που δημιούργησε την κρίση, τα στρώματα που έκαναν πάρτι πλουτισμού πάνω στην υπολανθάνουσα εθνική μας χρεοκοπία, προφανέστατα είναι θέμα επιλογής, κι όχι μιας ηφαιστειακής έκρηξης ή ενός σεισμού που δεν έχουμε παρά να την περιμένουμε.
ΑΝ ΩΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑ εξαπατηθήκαμε κατ’ αρχάς επειδή πειστήκαμε ότι έχουμε καβαλήσει μια για πάντα τη γραμμική εξέλιξη της προόδου κι ότι από εδώ μέχρι την αιωνιότητα μας περιμένουν μικρότερες ή μεγαλύτερες δόσεις ευημερίας, τώρα πέφτουμε θύματα μιας χειρότερης απάτης: ότι η κρίση του χρέους δεν παίρνει άλλο τρόπο διαχείρισης εκτός απ’ αυτόν που είμαστε παθητικοί θεατές του. Ότι είναι μονόδρομος η παράδοση της διακυβέρνησης της χώρας στην Ε.Ε. και το ΔΝΤ και εμμέσως στους πιστωτές της. Ότι δεν υπάρχει τρόπος να βγει η Ελλάδα από τον φαύλο κύκλο του χρέους. ‘Ότι έχουμε να κάνουμε με ένα σύστημα ακατανίκητο και ότι κάθε αντίσταση σ’ αυτό είναι περιττή σπατάλη δυνάμεων. Ότι για να αφανιστεί το χρέος πρέπει να αφανιστούν και τα στοιχειώδη δικαιώματά μας. Ότι πρέπει «να πληρώσουμε όλοι», παρ’ ότι στους «όλους» δεν βλέπουμε άλλους εκτός από τα συνήθη υποζύγια. Πρόκειται για κραυγαλέα ψέματα, αδιάφορο αν είναι προϊόντα αγνοίας και ηλιθιότητας ή πρόθεσης και δολιότητας.
ΤΙ ΘΑ ΣΥΜΒΕΙ, άραγε, αν η κοινωνία αντισταθεί, με όση δύναμη της απομένει, σ’ αυτό το αφύσικο «φυσικό φαινόμενο»; Τι θα γίνει αν πει (και το εννοεί) «δεν πληρώνω, δεν πληρώνω»; Τι θα συμβεί αν η κυβέρνηση διακόψει το παιχνίδι των πιστωτών και των Ευρωπαίων «χορηγών» και ζητήσει εδώ και τώρα αναδιαπραγμάτευση του χρέους; Τι θα γίνει αν αναζητήσει εναλλακτικές πηγές δανεισμού, έξω από τον μηχανισμό της διεθνούς κερδοσκοπίας; Τι θα γίνει αν, αντί να εκποιήσει την ήδη ισχνή δημόσια περιουσία, επιχειρήσει να τη διευρύνει με δημόσιο πλούτο που τον έχουν αποκτήσει κοψοχρονιά οι χρυσοκάνθαροι των ιδιωτικοποιήσεων; Τι θα συμβεί αν ανατρέξει σε εσωτερικό δανεισμό, επικαλούμενη (έστω) τον «πατριωτισμό των Ελλήνων»; Πόσο πατριωτικά θα αντιδράσουν τότε οι τράπεζες ή η σεβαστή ελληνική «πλουτονομία» που φυγάδευσε ήδη 20 δισ. ευρώ στο εξωτερικό και αναζητεί ασφαλείς επενδύσεις σε πανάκριβα ακίνητα του Λονδίνου; Τι θα συμβεί αν κινητοποιήσει παραγωγικά, υπέρ της απασχόλησης, εθνικούς και κοινοτικούς πόρους που σήμερα σκορπίζονται σε αμφίβολης απόδοσης «αναπτυξιακά κίνητρα»; Τι θα γίνει αν πει σε εχθρούς και εταίρους το εξής απλό: «Δεν θα αφανίσω την κοινωνία για να αφανίσω το χρέος»; Τι θα συμβεί; Θα κάνουν επέμβαση με Eurofighter στο Σύνταγμα; Θα κάνουν απόβαση με γερμανικά υποβρύχια στον Πειραιά; Θα κατασχέσουν την Ακρόπολη; Ή θα ενεργοποιήσουν το ηφαίστειο της Σαντορίνης;
Ιστολόγιο προορισμένο να φιλοξενεί τα κείμενα της στήλης "Ελεύθερος Σκοπευτής", παλιότερα στην Καθημερινή, αργότερα στον Επενδυτή, ύστερα μερικά ορφανά και ξέμπαρκα. Για 4 χρόνια το μπλογκ ήταν κλινικά νεκρό, μαζί με τον διαχειριστή του και τη στήλη. Κάτι συνέβη και ανένηψαν. Από τις 20/7/2019 η στήλη έδωσε σημάδια ζωής στην ΕφΣυν. Γίνονται εντατικές προσπάθειες πλήρους ανάταξης... Το μπλογκ, εν τω μεταξύ, έχει πιάσει αράχνες. Πρέπει να παστρέψω εδώ μέσα. Επιφυλάσσομαι για μικρή ανακαίνιση.
Sunday, April 25, 2010
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (24/4/2010)
Ο κύριος Κόυνερ διέσχιζε μια κοιλάδα, όταν έξαφνα πρόσεξε πως πατούσε στα νερά. Και τότε κατάλαβε πως η κοιλάδα του ήταν στην πραγματικότητα ένα θαλάσσιος βραχίονας, και πως πλησίαζε η ώρα της πλημμυρίδας. Σταμάτησε, λοιπόν, κοιτάζοντας γύρω του μήπως δει καμιά βάρκα, κι όσο κράτησε η ελπίδα του για τη βάρκα, δεν έκανε βήμα. Και καθώς η βάρκα δε φαινόταν πουθενά, εγκατέλειψε την πρώτη ελπίδα, κι άρχισε να ελπίζει πως το νερό δεν θα ανέβαινε άλλο. Μα όταν το νερό του έφτασε ως το σαγόνι, εγκατέλειψε κι αυτή την ελπίδα και κολύμπησε. Είχε καταλάβει, επιτέλους, πως αυτός ήταν η βάρκα.
Μπέρτολτ Μπρεχτ, «Ιστορίες του κ. Κόυνερ»
Μπέρτολτ Μπρεχτ, «Ιστορίες του κ. Κόυνερ»
Sunday, April 18, 2010
Κάτι θα γίνει, θα δείτε (17/4/2010)
ΜΙΑΣ ΚΑΙ ΩΣ ΧΩΡΑ έχουμε γίνει δημοφιλής (με την κακή έννοια), μιας και μας επισκέπτεται κόσμος και κοσμάκης, από τους καλωδιωμένους ρεπόρτερ γερμανικών καναλιών μέχρι τους ατσαλάκωτους τεχνοκράτες του ΔΝΤ ή της Κομισιόν (όλοι γεμάτοι περιέργεια και όρεξη να ανακαλύψουν την άγνωστη Ελλάδα της χλίδας, της σπατάλης, της ρεμούλας, της λαμογιάς και της ελεγχόμενης χρεοκοπίας), θα πρότεινα να τους συστήσουμε εναλλακτικό πρόγραμμα ξενάγησης. Μακριά από τους υψηλούς ορόφους των υπουργείων και των κρατικών υπηρεσιών, μακριά από τις μαρίνες με τα ακριβά σκάφη αναψυχής, μακριά από τους περιβόλους των βορείων προαστίων και τις αυλές των νότιων, μακριά και από τους «ναούς» της νυχτερινής ζωής όπου καίγονται τα τελευταία αποθέματα λίπους της μεσοαστικής Ελλάδας.
ΥΠΑΡΧΕΙ, ΒΛΕΠΕΤΕ, μια Ελλάδα εξοβελισμένη από τα δελτία των 8, από τα σίριαλ με τους υστερικούς μικροαστούς, από τις λάιφ στάιλ εκπομπές του μεσημεριού, από τα παγερά (χαλκευμένα ή όχι) στατιστικά στοιχεία του κράτους, από την ειδησεογραφία των εφημερίδων, από τους στίχους των τραγουδιών, ακόμη και από τη σύγχρονη λογοτεχνία που έχει μια έμμονη προτίμηση στις υπαρξιακές αγωνίες και νευρώσεις ανθρώπων που, αν μη τι άλλο, δεν διανοήθηκαν ποτέ ότι θα μείνουν με άδειες τσέπες. Υπάρχει μια Ελλάδα που σπάει την κρούστα της επικοινωνίας μόνον όταν έχει να διαθέσει αρκετούς νεκρούς για τα βραδινά δελτία. Μια Ελλάδα που σήμερα τη θεωρούμε φθίνουσα και περιθωριακή, αλλά είναι μαθηματικά βέβαιο ότι η κρίση θα της δώσει και πάλι τις καταθλιπτικές διαστάσεις μιας υποτελούς και μίζερης πλειοψηφίας. Μια Ελλάδα που μένει στο Πέραμα, στην Κοκκινιά, στο Κερατσίνι, στα Καμίνια, στη Δραπετσώνα, στις γειτονιές του Πειραιά που έδωσαν άφθονο υλικό στους προλεταριακούς μύθους του παρελθόντος μας, αλλά σήμερα νομίζουμε ότι είναι θαμμένες κάτω από τα αλλεπάλληλα στρώματα εκσυγχρονισμού.
ΞΕΝΑΓΟΣ σ’ αυτή την απρόσμενη ξενάγηση είναι ο Χρήστος Οικονόμου (δημοσιογράφος, πολιτικός συντάκτης, αλλά και συγγραφέας) που έχει επιλέξει το δύστροπο και όχι τόσο δημοφιλές είδος του διηγήματος για να συνθέσει μια τοιχογραφία για την κατάσταση της εργατικής τάξης στις γειτονιές του Πειραιά. Σπαράγματα πραγματικότητας, αντιήρωες του «μειοψηφικού» προλεταριάτου, απολυμένοι, άνεργοι, άνθρωποι θυμωμένοι, φοβισμένοι, εκδικητές, συμβιβασμένοι, υποταγμένοι, προδομένοι, χρεωμένοι δανειολήπτες, εγκαταλελειμμένες σύζυγοι, συνταξιούχοι του ΙΚΑ είναι οι πρωταγωνιστές των 16 ιστοριών της συλλογής «Κάτι θα γίνει, θα δεις» του Χρήστου Οικονόμου.
Η ΣΤΗΛΗ ΔΕΝ ΑΠΟΤΕΛΕΙ βήμα κριτικής λογοτεχνίας -όπως δεν προορίζεται για κριτική σινεμά, θεάτρου, εικαστικών, παρ’ ότι έχει κλέψει πολλές φορές την αφορμή από αυτά για να δώσει όψεις του οικονομικού πολιτισμού που διαπερνά διάφορες διαστάσεις της ύπαρξής μας. Δεν έχω, λοιπόν, προθέσεις λογοτεχνικής αξιολόγησης αυτού του βιβλίου, αλλά βρήκα στις ιστορίες αυτές μια γλαφυρή, ολοζώντανη συνηγορία για την καταστροφή που συντελείται εδώ και χρόνια στο ανθρώπινο δυναμικό αυτής της χώρας, καταστροφή κρυμμένη πίσω από βιτρίνες ευδαιμονίας. Καταστροφή σωματική, ψυχική, συναισθηματική, που τις ακραίες της εκφράσεις, πριν τις δούμε στις ιστορίες «τρομοκρατίας» που γέμισαν τις τελευταίες μέρες τις τηλεοπτικές μας οθόνες, τις αναγνωρίζουμε στις εκμυστηρεύσεις απελπισίας αλλά και μίσους αρκετών από τους ήρωες του Χρήστου Οικονόμου.
Η ΕΛΛΗ, που μόλις την έχει εγκαταλείψει ο σύντροφός της μαζί με τις οικονομίες του κοινού κουμπαρά τους, τρώει το σιμιγδαλένιο ομοίωμα του φυγάδα. Συντροφιά της πια η «η μοχθηρή φτώχεια η πρόστυχη. Πλάσμα του σπιτιού τώρα κι αυτή, κατοικίδιος αρουραίος». Ένας αγριεμένος έφηβος γίνεται σύγχρονη προσομοίωση του παραμυθιού των παιδικών του χρόνων κι αναρωτιέται αν «μπορεί οι εργάτες και οι φτωχοί τού σήμερα να ’ναι τα μολυβένια στρατιωτάκια της επόμενης χιλιετίας». Ο Μάο έχει γίνει ο ακοίμητος φρουρός μιας γειτονιάς βυθισμένης στον φόβο του άλλου, αν και ο ίδιος απλώς παραμονεύει για μιαν εκδίκηση. Ο Παυλάκης ονειρεύεται ότι γίνεται ο αόρατος ληστής των τραπεζών κι ότι φτιάχνει ένα μεγάλο σπίτι, μια έπαυλη με πισίνα και κήπο και χώρο για όλους τους φίλους του – μικρό όραμα ιδιοτελούς αλληλεγγύης. Ένας πατέρας προσεύχεται μπροστά στο ΑΤΜ της τράπεζας να γίνει ένα θαύμα και να του δώσει ο κενός λογαριασμός του τα λεφτά που δεν έχει. Ένας σιδεράς κάνει την «πιο αποτυχημένη διαδήλωση από καταβολής κόσμου», στημένος μ’ ένα άγραφο πλακάτ στη μνήμη του κεραυνοβολημένου από 24.000 βολτ συναδέλφου του. Ο Μάικ, που ονειρεύεται να πάει στην Ισπανία, συσκευάζει παγάκια και διαπιστώνει πως «γι’ ανθρώπους σαν κι εμάς τα όνειρα λιώνουν σαν τα παγάκια». Η Νίκη υπόσχεται στον άντρα της ότι «κάτι θα γίνει, θα δεις, δεν παίρνουν έτσι τα σπίτια οι τράπεζες. Δεν είναι Αμερική εδώ». Πέντε συνταξιούχοι κάνουν ολονυκτία στην είσοδο ενός ιατρείου του ΙΚΑ κι ο αφηγητής ακτινογραφεί τα πράγματα που κουβαλάνε πάνω τους – σε αφθονία κουβαλάνε «φόβο και άγχος και αγωνία για τον χρόνο και την αρρώστια», αλλά και μίσος βαθύ για τον εαυτό τους «επειδή ήταν μικροί και ασήμαντοι». Ο Τάκης, με τη βοήθεια άφθονου τσίπουρου, θυμοσοφεί για τα δεινά της εργασίας: «Μέρα νύχτα βλέπω τσακισμένους απ’ τη δουλειά, κουρασμένους ανθρώπους φοβισμένους. Λες και δεν γίνεται πια να δουλέψεις χωρίς φόβο». Ο Βασίλης παρηγορεί με ολονύχτιες αφηγήσεις και παραμύθια τη Λένα, που θέλει να πιστεύει πως είναι προσωρινή η διαμονή τους στην πνιγμένη στο μπετόν Νίκαια. «Να σε διώχνουν απ’ τη δουλειά είναι σαν κάταγμα», λέει ο Άρης, «στην αρχή δεν νιώθεις τίποτα… Ο πόνος κι ο φόβος έρχονται αργότερα, όταν κρυώσει το τραύμα». Ένας γέρος που πρόσφατα έχει θάψει τη γυναίκα του υποθέτει πως θα την έσωζε αν είχε λεφτά και διαπιστώνει: «Οι τράπεζες δεν το ’χουν πιάσει το νόημα. Έπρεπε να δίνουν καρκινοδάνεια». Κι ένας ακόμη αντιήρωας πνιγμένος στα χρέη, στους απλήρωτους λογαριασμούς, αλλά και στους απλήρωτους μισθούς του, αποφαίνεται πώς «το πιο τρομαχτικό πράμα είναι η δουλειά. Που περιμένεις κάθε δεκαπέντε και τριάντα να πληρωθείς. Που μετράς τη ζωή σε δεκαπενθήμερα».
ΟΠΩΣ ΑΝΤΙΛΑΜΒΑΝΕΣΤΕ, δεν υπάρχει ίχνος σοσιαλιστικού ρεαλισμού σ’ αυτή τη σκοτεινή καταγραφή της «κατάστασης της εργατικής τάξης στον Πειραιά». Δεν υπάρχουν οι ευκολίες των συνθημάτων, των αναλύσεων, των εξωραϊσμών, των θετικών ηρώων, των χάπι εντ. Υπάρχει συμβιβασμός, θυμός, χαμηλή αυτοεκτίμηση και πάνω απ’ όλα φόβος. «Γιατί τι νομίζετε ότι είναι ο μεγαλύτερος εχθρός του ανθρώπου; Ο θάνατος; Τα λεφτά; Όχι βέβαια. Ο φόβος. Αυτός είναι ο μεγαλύτερος εχθρός». Αυτό είναι η διαπίστωση ενός από τους ήρωες των 16 ιστοριών της κρυμμένης καθημερινότητας, αλλά είναι και η βασική ερμηνεία του σημερινού παράδοξου της σχεδόν κατατονικής αντίδρασης της κοινωνίας στη νέα πραγματικότητα της «ελεγχόμενης χρεοκοπίας» της χώρας. Η οποία υπόσχεται να γεμίσει με Περάματα και Κερατσίνια και Κοκκινιές όλα τα ανήσυχα θερμοκήπια της μεσαιοχώρας και να πυρπολήσει πολλές νησίδες επίπλαστης ευημερίας.
ΣΤΙΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ του Χ. Οικονόμου υπάρχει μια αυθεντική απεικόνιση της εργασιακής και οικονομικής ζούγκλας που επικρατούσε ακόμη και π.Κ. (προ Κρίσης) στα χαμηλότερα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας. Σκεφτείτε τι έχει να συμβεί αν η πολιτική ηγεσία πάρει τοις μετρητοίς την υπόδειξη του άρχοντος του ΔΝΤ Ντομινίκ Στρος-Καν, του επίσημου κοινοτικού επιτηρητή μας Όλι Ρεν και αρκετών άλλων εκπροσώπων της μονεταριστικής ορθοδοξίας περί «αποπληθωρισμού μισθών» ως μόνου μέσου θεραπείας της κρίσης του χρέους. Σκεφτείτε τι ιστορίες, όχι λογοτεχνικές, αλλά εφιαλτικά πραγματικές, θα γίνουν πρωτοσέλιδα, αν η ανεργία εκραγεί στο 15% ή στο 20% κι αν ο «μεταρρυθμιστικός» ολετήρας συνθλίψει τα τελευταία οχυρά της εργασίας: τις συμβάσεις, τα όρια απολύσεων, τη στοιχειώδη συνταξιοδοτική ασφάλεια, ένα ελάχιστο επίπεδο αξιοπρεπούς ζωής.
ΑΣ ΕΛΠΙΣΟΥΜΕ πως δεν θα το ζήσουμε αυτό. Ας ελπίσουμε πως ο Χ. Οικονόμου, μετά τις ιστορίες του Πειραιά, δεν θα χρειαστεί να γράψει τα «Σταφύλια της Οργής» ή τον «Δρόμο με τις φάμπρικες» αλά ελληνικά. Προσωπικώς, το ελπίζω. Προσδοκώ ανάσταση ζωών, με τον τρόπο που και ο Χ. Οικονόμου βλέπει πίσω από τους πολλούς και μικρούς θανάτους που περιγράφει, πίσω από τη μελαγχολική διαπίστωση του μέσου νεοπρολετάριου πως «κομμάτι κομμάτι του παίρνουν τον κόσμο του», μια λαχτάρα για ζωή άξια να τη ζεις. Τελικά, κάτι θα γίνει, θα δείτε…
ΥΠΑΡΧΕΙ, ΒΛΕΠΕΤΕ, μια Ελλάδα εξοβελισμένη από τα δελτία των 8, από τα σίριαλ με τους υστερικούς μικροαστούς, από τις λάιφ στάιλ εκπομπές του μεσημεριού, από τα παγερά (χαλκευμένα ή όχι) στατιστικά στοιχεία του κράτους, από την ειδησεογραφία των εφημερίδων, από τους στίχους των τραγουδιών, ακόμη και από τη σύγχρονη λογοτεχνία που έχει μια έμμονη προτίμηση στις υπαρξιακές αγωνίες και νευρώσεις ανθρώπων που, αν μη τι άλλο, δεν διανοήθηκαν ποτέ ότι θα μείνουν με άδειες τσέπες. Υπάρχει μια Ελλάδα που σπάει την κρούστα της επικοινωνίας μόνον όταν έχει να διαθέσει αρκετούς νεκρούς για τα βραδινά δελτία. Μια Ελλάδα που σήμερα τη θεωρούμε φθίνουσα και περιθωριακή, αλλά είναι μαθηματικά βέβαιο ότι η κρίση θα της δώσει και πάλι τις καταθλιπτικές διαστάσεις μιας υποτελούς και μίζερης πλειοψηφίας. Μια Ελλάδα που μένει στο Πέραμα, στην Κοκκινιά, στο Κερατσίνι, στα Καμίνια, στη Δραπετσώνα, στις γειτονιές του Πειραιά που έδωσαν άφθονο υλικό στους προλεταριακούς μύθους του παρελθόντος μας, αλλά σήμερα νομίζουμε ότι είναι θαμμένες κάτω από τα αλλεπάλληλα στρώματα εκσυγχρονισμού.
ΞΕΝΑΓΟΣ σ’ αυτή την απρόσμενη ξενάγηση είναι ο Χρήστος Οικονόμου (δημοσιογράφος, πολιτικός συντάκτης, αλλά και συγγραφέας) που έχει επιλέξει το δύστροπο και όχι τόσο δημοφιλές είδος του διηγήματος για να συνθέσει μια τοιχογραφία για την κατάσταση της εργατικής τάξης στις γειτονιές του Πειραιά. Σπαράγματα πραγματικότητας, αντιήρωες του «μειοψηφικού» προλεταριάτου, απολυμένοι, άνεργοι, άνθρωποι θυμωμένοι, φοβισμένοι, εκδικητές, συμβιβασμένοι, υποταγμένοι, προδομένοι, χρεωμένοι δανειολήπτες, εγκαταλελειμμένες σύζυγοι, συνταξιούχοι του ΙΚΑ είναι οι πρωταγωνιστές των 16 ιστοριών της συλλογής «Κάτι θα γίνει, θα δεις» του Χρήστου Οικονόμου.
Η ΣΤΗΛΗ ΔΕΝ ΑΠΟΤΕΛΕΙ βήμα κριτικής λογοτεχνίας -όπως δεν προορίζεται για κριτική σινεμά, θεάτρου, εικαστικών, παρ’ ότι έχει κλέψει πολλές φορές την αφορμή από αυτά για να δώσει όψεις του οικονομικού πολιτισμού που διαπερνά διάφορες διαστάσεις της ύπαρξής μας. Δεν έχω, λοιπόν, προθέσεις λογοτεχνικής αξιολόγησης αυτού του βιβλίου, αλλά βρήκα στις ιστορίες αυτές μια γλαφυρή, ολοζώντανη συνηγορία για την καταστροφή που συντελείται εδώ και χρόνια στο ανθρώπινο δυναμικό αυτής της χώρας, καταστροφή κρυμμένη πίσω από βιτρίνες ευδαιμονίας. Καταστροφή σωματική, ψυχική, συναισθηματική, που τις ακραίες της εκφράσεις, πριν τις δούμε στις ιστορίες «τρομοκρατίας» που γέμισαν τις τελευταίες μέρες τις τηλεοπτικές μας οθόνες, τις αναγνωρίζουμε στις εκμυστηρεύσεις απελπισίας αλλά και μίσους αρκετών από τους ήρωες του Χρήστου Οικονόμου.
Η ΕΛΛΗ, που μόλις την έχει εγκαταλείψει ο σύντροφός της μαζί με τις οικονομίες του κοινού κουμπαρά τους, τρώει το σιμιγδαλένιο ομοίωμα του φυγάδα. Συντροφιά της πια η «η μοχθηρή φτώχεια η πρόστυχη. Πλάσμα του σπιτιού τώρα κι αυτή, κατοικίδιος αρουραίος». Ένας αγριεμένος έφηβος γίνεται σύγχρονη προσομοίωση του παραμυθιού των παιδικών του χρόνων κι αναρωτιέται αν «μπορεί οι εργάτες και οι φτωχοί τού σήμερα να ’ναι τα μολυβένια στρατιωτάκια της επόμενης χιλιετίας». Ο Μάο έχει γίνει ο ακοίμητος φρουρός μιας γειτονιάς βυθισμένης στον φόβο του άλλου, αν και ο ίδιος απλώς παραμονεύει για μιαν εκδίκηση. Ο Παυλάκης ονειρεύεται ότι γίνεται ο αόρατος ληστής των τραπεζών κι ότι φτιάχνει ένα μεγάλο σπίτι, μια έπαυλη με πισίνα και κήπο και χώρο για όλους τους φίλους του – μικρό όραμα ιδιοτελούς αλληλεγγύης. Ένας πατέρας προσεύχεται μπροστά στο ΑΤΜ της τράπεζας να γίνει ένα θαύμα και να του δώσει ο κενός λογαριασμός του τα λεφτά που δεν έχει. Ένας σιδεράς κάνει την «πιο αποτυχημένη διαδήλωση από καταβολής κόσμου», στημένος μ’ ένα άγραφο πλακάτ στη μνήμη του κεραυνοβολημένου από 24.000 βολτ συναδέλφου του. Ο Μάικ, που ονειρεύεται να πάει στην Ισπανία, συσκευάζει παγάκια και διαπιστώνει πως «γι’ ανθρώπους σαν κι εμάς τα όνειρα λιώνουν σαν τα παγάκια». Η Νίκη υπόσχεται στον άντρα της ότι «κάτι θα γίνει, θα δεις, δεν παίρνουν έτσι τα σπίτια οι τράπεζες. Δεν είναι Αμερική εδώ». Πέντε συνταξιούχοι κάνουν ολονυκτία στην είσοδο ενός ιατρείου του ΙΚΑ κι ο αφηγητής ακτινογραφεί τα πράγματα που κουβαλάνε πάνω τους – σε αφθονία κουβαλάνε «φόβο και άγχος και αγωνία για τον χρόνο και την αρρώστια», αλλά και μίσος βαθύ για τον εαυτό τους «επειδή ήταν μικροί και ασήμαντοι». Ο Τάκης, με τη βοήθεια άφθονου τσίπουρου, θυμοσοφεί για τα δεινά της εργασίας: «Μέρα νύχτα βλέπω τσακισμένους απ’ τη δουλειά, κουρασμένους ανθρώπους φοβισμένους. Λες και δεν γίνεται πια να δουλέψεις χωρίς φόβο». Ο Βασίλης παρηγορεί με ολονύχτιες αφηγήσεις και παραμύθια τη Λένα, που θέλει να πιστεύει πως είναι προσωρινή η διαμονή τους στην πνιγμένη στο μπετόν Νίκαια. «Να σε διώχνουν απ’ τη δουλειά είναι σαν κάταγμα», λέει ο Άρης, «στην αρχή δεν νιώθεις τίποτα… Ο πόνος κι ο φόβος έρχονται αργότερα, όταν κρυώσει το τραύμα». Ένας γέρος που πρόσφατα έχει θάψει τη γυναίκα του υποθέτει πως θα την έσωζε αν είχε λεφτά και διαπιστώνει: «Οι τράπεζες δεν το ’χουν πιάσει το νόημα. Έπρεπε να δίνουν καρκινοδάνεια». Κι ένας ακόμη αντιήρωας πνιγμένος στα χρέη, στους απλήρωτους λογαριασμούς, αλλά και στους απλήρωτους μισθούς του, αποφαίνεται πώς «το πιο τρομαχτικό πράμα είναι η δουλειά. Που περιμένεις κάθε δεκαπέντε και τριάντα να πληρωθείς. Που μετράς τη ζωή σε δεκαπενθήμερα».
ΟΠΩΣ ΑΝΤΙΛΑΜΒΑΝΕΣΤΕ, δεν υπάρχει ίχνος σοσιαλιστικού ρεαλισμού σ’ αυτή τη σκοτεινή καταγραφή της «κατάστασης της εργατικής τάξης στον Πειραιά». Δεν υπάρχουν οι ευκολίες των συνθημάτων, των αναλύσεων, των εξωραϊσμών, των θετικών ηρώων, των χάπι εντ. Υπάρχει συμβιβασμός, θυμός, χαμηλή αυτοεκτίμηση και πάνω απ’ όλα φόβος. «Γιατί τι νομίζετε ότι είναι ο μεγαλύτερος εχθρός του ανθρώπου; Ο θάνατος; Τα λεφτά; Όχι βέβαια. Ο φόβος. Αυτός είναι ο μεγαλύτερος εχθρός». Αυτό είναι η διαπίστωση ενός από τους ήρωες των 16 ιστοριών της κρυμμένης καθημερινότητας, αλλά είναι και η βασική ερμηνεία του σημερινού παράδοξου της σχεδόν κατατονικής αντίδρασης της κοινωνίας στη νέα πραγματικότητα της «ελεγχόμενης χρεοκοπίας» της χώρας. Η οποία υπόσχεται να γεμίσει με Περάματα και Κερατσίνια και Κοκκινιές όλα τα ανήσυχα θερμοκήπια της μεσαιοχώρας και να πυρπολήσει πολλές νησίδες επίπλαστης ευημερίας.
ΣΤΙΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ του Χ. Οικονόμου υπάρχει μια αυθεντική απεικόνιση της εργασιακής και οικονομικής ζούγκλας που επικρατούσε ακόμη και π.Κ. (προ Κρίσης) στα χαμηλότερα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας. Σκεφτείτε τι έχει να συμβεί αν η πολιτική ηγεσία πάρει τοις μετρητοίς την υπόδειξη του άρχοντος του ΔΝΤ Ντομινίκ Στρος-Καν, του επίσημου κοινοτικού επιτηρητή μας Όλι Ρεν και αρκετών άλλων εκπροσώπων της μονεταριστικής ορθοδοξίας περί «αποπληθωρισμού μισθών» ως μόνου μέσου θεραπείας της κρίσης του χρέους. Σκεφτείτε τι ιστορίες, όχι λογοτεχνικές, αλλά εφιαλτικά πραγματικές, θα γίνουν πρωτοσέλιδα, αν η ανεργία εκραγεί στο 15% ή στο 20% κι αν ο «μεταρρυθμιστικός» ολετήρας συνθλίψει τα τελευταία οχυρά της εργασίας: τις συμβάσεις, τα όρια απολύσεων, τη στοιχειώδη συνταξιοδοτική ασφάλεια, ένα ελάχιστο επίπεδο αξιοπρεπούς ζωής.
ΑΣ ΕΛΠΙΣΟΥΜΕ πως δεν θα το ζήσουμε αυτό. Ας ελπίσουμε πως ο Χ. Οικονόμου, μετά τις ιστορίες του Πειραιά, δεν θα χρειαστεί να γράψει τα «Σταφύλια της Οργής» ή τον «Δρόμο με τις φάμπρικες» αλά ελληνικά. Προσωπικώς, το ελπίζω. Προσδοκώ ανάσταση ζωών, με τον τρόπο που και ο Χ. Οικονόμου βλέπει πίσω από τους πολλούς και μικρούς θανάτους που περιγράφει, πίσω από τη μελαγχολική διαπίστωση του μέσου νεοπρολετάριου πως «κομμάτι κομμάτι του παίρνουν τον κόσμο του», μια λαχτάρα για ζωή άξια να τη ζεις. Τελικά, κάτι θα γίνει, θα δείτε…
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (17/4/2010)
Σταμάτησε μπροστά στην εθνική τράπεζα και έβγαλε από το πορτοφόλι του την κάρτα και την έβαλε στο μηχάνημα και πάτησε τα κουμπιά κι έκλεισε για μια στιγμή τα μάτια του κι είπε μέσα του κάτι σαν να ’ταν άνθρωπος πιστός που προσευχόταν απόψε μεγάλη Πέμπτη στην εικόνα του σταυρωμένου Χριστού κι ύστερα άνοιξε τα μάτια του και είδε στην οθόνη ένα ανθρωπάκι να τον κοιτάζει με τα χέρια σηκωμένα – λυπούμαστε δεν μπορούμε να σας εξυπηρετήσουμε- και τράβηξε την κάρτα από το μηχάνημα και την ξανάβαλε στο πορτοφόλι του που ήταν μαύρο κι αδειανό κι έφυγε.
Χρήστου Οικονόμου, «Κάτι θα γίνει, θα δεις»
Χρήστου Οικονόμου, «Κάτι θα γίνει, θα δεις»
Sunday, April 11, 2010
Βαθιά λαρύγγια, ρηχά μυαλά (10/4/2010)
Η ιστορία της Λίντα Λάβλεϊς, της πορνοστάρ που έγινε διάσημη από το «Βαθύ λαρύγγι» και έβαλε την πορνογραφία στη ζωή του φιλήσυχου μέσου Αμερικανού, είναι λίγο πολύ γνωστή. Το στόρι της ταινίας ήταν εξωφρενικά απλό και αστείο. Η ηρωίδα είχε την κλειτορίδα στο λαρύγγι της! Ως εκ τούτου, η εντατική πεολειξία ήταν η βασική πηγή ευχαρίστησής της. Η ταινία έγινε παγκόσμιο σουξέ και με προϋπολογισμό μερικών χιλιάδων δολαρίων έφερε στα ταμεία των παραγωγών της, που διόλου παράδοξα συνδέονταν με χρήμα του οργανωμένου εγκλήματος, εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια. Ουρές στα ταμεία των σινεμά, απενοχοποίηση της πορνογραφίας, ακόμη και η Τζάκι μπήκε στη σκοτεινή αίθουσα των οργασμών, το επίσημο Χόλιγουντ σκύλιασε και ο τίτλος της ταινίας πέρασε ακόμη και στην πολιτική ορολογία ως σύμβολο των ανθρώπων που αποσταθεροποιούν το σύστημα εξουσίας εκ των ένδον, διοχετεύοντας κρίσιμες αποκαλύψεις στα ΜΜΕ. Μετά τη Λίντα Λάβλεϊς, ο Μαρκ Φελτ. Ο ανώτατος αξιωματούχος του FBI ήταν αυτός που έδωσε στην «Washington Post» τις πληροφορίες για το σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ, το οποίο κατέληξε σε πανωλεθρία για τον Νίξον.
Από τότε κατοχυρώθηκε συμβολικά μια άρρηκτη σχέση ανάμεσα στην πορνογραφία και την πολιτική. Και οι δυο έχουν ανάγκη τα βαθιά λαρύγγια. Η πρώτη ως απόλυτο ερωτικό αξεσουάρ γιούνισεξ. Η δεύτερη ως βαλβίδα εκτόνωσης των εντάσεων, πριν αυτές αγκαλιάσουν τα πλατιά κοινωνικά στρώματα. Οι διαφορές τους είναι μόνο ανατομικές. Τη θέση της λαρυγγικής κλειτορίδας της πορνογραφίας στην πολιτική την παίρνει η πληροφορία. Η οποία άλλοτε προκαλεί πολιτικούς σπασμούς, άλλοτε κοινωνικές εκρήξεις και άλλοτε πολλαπλούς οργασμούς των spreads ή άλλων εκδοχών του πλούτου.
Προφανώς βρισκόμαστε στην τελευταία εκδοχή. Ζούμε τον οργασμό των spreads. Οι αγορές, οι άπληστοι κερδοσκόποι αλλά και οι ενάρετοι επενδυτές είδαν (κόκκινο) φως και μπήκαν. Βρίσκουν άφθονα βαθιά λαρύγγια, στην Αθήνα, στη Φρανκφούρτη, στις Βρυξέλλες, ακόμη και στη Νέα Υόρκη για να εκτονώσουν τον κερδοσκοπικό τους οίστρο. Αλλά κυρίως βρίσκουν ρηχά μυαλά. Αν κάνουμε μια μικρή ανασκόπηση του τελευταίου πενταμήνου που έφερε αρκετές φορές την ελληνική οικονομία στο χείλος της χρεοκοπίας, θα βρούμε τους πιο επιφανείς και διαρκώς λαλίστατους στη μακρά λίστα των βαθιών λαρυγγιών που, χωρίς να χρειάζεται να μένουν πάντα στη σκιά και στην ανωνυμία, στέλνουν μηνύματα κερδοσκοπικής επίθεσης στις αγορές με πρώτο (αλλά όχι αποκλειστικό) στόχο το ελληνικό χρέος. Έχουμε και λέμε λοιπόν: από τον Νοέμβριο κιόλας, η ολόφρεσκη κυβέρνηση ξεκίνησε με πρωτοβουλία της την «επιχείρηση αρετή» στα δημόσια οικονομικά και μ’ έναν ζήλο που ξεπερνούσε τη γραφειοκρατική συνέπεια του πιο άκαμπτου ευρωκράτη-θεματοφύλακα του Συμφώνου Σταθερότητας εκτόξευσε έλλειμμα και χρέος στα ύψη που γνωρίζουμε σήμερα. Ήταν άραγε αναπόφευκτο αυτό; Τι και ποιον εξυπηρετεί η δημοσιονομική ορθοδοξία όταν είναι γνωστό ότι ολόκληρη η Ευρωζώνη και η Ε.Ε. είναι μια εικονική πραγματικότητα των αριθμών; Η έκρηξη του κρατικού χρέους είναι μια αναπόδραστη πραγματικότητα για όλους, αλλά τι σημασία έχει αν θα καταγραφεί στο 92% ή στο 107% του ΑΕΠ;
Τη σκυτάλη στο ράλι της δημοσιονομικής πεολειξίας πήραν φυσικά οι ευαγείς οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s, S&P και Fitch με τις διαδοχικές υποβαθμίσεις των ελληνικών ομολόγων, αλλά τη χαριστική βολή (ή τον καθοριστικό σπασμό) χάρισε στις αγορές ο άρχων της Φρανκφούρτης Ζαν-Κλοντ Τρισέ τον Δεκέμβριο, όταν προανήγγειλε ότι η ΕΚΤ θα επαναφέρει στα προ χρηματοπιστωτικής κρίσης επίπεδα το «κατώφλι» αποδοχής ομολόγων κι επομένως ότι οσονούπω θα πάψει να δέχεται τα υποβαθμισμένα ελληνικά ομόλογα. Ήταν ο ίδιος που προ δύο εβδομάδων πήρε μια ακριβώς αντίθετη απόφαση, χαιρετιζόμενος ως «σωτήρας» της ελληνικής οικονομίας (και κυρίως των τραπεζών), αλλά και της τιμής της Ε.Ε. Ακολούθησε το κινέζικο βαθύ λαρύγγι που «ανατίναξε» το εκκολαπτόμενο κινέζικο ντιλ δανεισμού, έπειτα το αραβικό, μετά τα παράφωνα βαθιά λαρύγγια των Βρυξελλών που αδυνατούσαν να συμφωνήσουν σ’ έναν μηχανισμό αυτοσυντήρησης, τα επίσημα ελληνικά βαθιά λαρύγγια που «εκβίαζαν» με προσφυγή στο ΔΝΤ, τα κακόηχα βαθιά λαρύγγια του Βερολίνου που υποδείκνυαν στην «εκβιάστρια» ελληνική κυβέρνηση «ιδού η Ρόδος…» του ΔΝΤ, μετά το μέγα βαθύ λαρύγγι του ίδίου του ΔΝΤ, ο Ντομινίκ Στρος-Καν, που κουρέλιασε την ευρωπαϊκή συμφωνία για τον μηχανισμό στήριξης της Ελλάδας, το βαθύ λαρύγγι του ελληνικού χρέους, του ΟΔΔΗΧ που αλληθώρισε προς τα δολαριακά ομόλογα και τέλος το έσχατο βαθύ λαρύγγι που αναζητείται μέσω ΕΥΠ, CIA, αστυνόμου Σαΐνη στα άδυτα του Μεγάρου Μαξίμου και των υπουργικών γραφείων, εσχάτως και στα στρώματα των συζυγικών κλινών.
Όλοι οι οργασμικοί (ή ανοργασμικοί) ήχοι από τα βαθιά λαρύγγια Αθηνών, Βρυξελλών και περιχώρων προκάλεσαν εκρηκτικές εκσπερματώσεις των αγορών στα spreads των ελληνικών ομολόγων. (Ένα μόνο βαθύ λαρύγγι πέρασε απαρατήρητο, αποτολμώντας διακριτικούς ψιθύρους για ένα κυβερνητικό «ντιλ» με τις ευλογίες των ΗΠΑ που θα ανατρέψει το κλίμα, θα εξασφαλίσει δανεισμό και θα προσγειώσει τα επιτόκια. Οι εκμυστηρεύσεις του έμειναν αδιάψευστες και ασχολίαστες και μένει απλώς να αποδειχθεί τις προσεχείς μέρες αν είναι το επόμενο κυβερνητικό «colpo grosso» ή απλώς προσποίηση οργασμού από ερωμένη που βαριέται αφόρητα).
Σε κάθε περίπτωση, το κυνήγι μαγισσών, οι ιστορίες συνωμοσίας και βαθιών λαρυγγιών είναι το τελευταίο που εξηγεί την «ελληνική τραγωδία». Όσες υπηρεσίες «εσωτερικών υποθέσεων» κι αν κινητοποιήσει η κυβέρνηση, όσα βαθιά λαρύγγια κι αν συλλάβει επ’ αυτοφόρω, το θηρίο των αγορών δεν πρόκειται να εξημερωθεί παρά μόνον αν εγκαταλειφθεί η καθησυχαστική πολιτική. Το θηρίο εξημερώνεται με βούρδουλα, όχι με χάδια. Η Ελλάδα έχει στοχοποιηθεί από το πιο επιθετικό τμήμα του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, όχι γιατί δεν τους αρέσουν οι φάτσες μας και οι συνήθειές μας, ούτε γιατί τους εκνευρίζουν οι εθνικές μας αναπηρίες, αλλά επειδή είναι το εύκολο θύμα στη μακρά λίστα των χωρών που βιώνουν ήδη την παγκόσμια κρίση του κρατικού χρέους. Η ελληνική οικονομία είναι το case study σε μια κρίση που αφορά όχι μόνο τον καχεκτικό ευρωπαϊκό νότο, αλλά και τον αλαζονικό ευρωπαϊκό βορρά. Αφορά ακόμη περισσότερο τους δύο ισχυρούς πόλους του αγγλοσαξονικού οικονομικού άξονα, τη Βρετανία και τις ίδιες τις ΗΠΑ. Πολλές από τις χώρες αυτές θα βρεθούν, αν όχι φέτος, ίσως σε ελάχιστα χρόνια, μπροστά στην αδήριτη ανάγκη να αναδιαπραγματευτούν το χρέος τους. Η πρόβλεψη αφορά τις ΗΠΑ μέχρι το 2012, αλλά και τη Βρετανία μέχρι του χρόνου. Τα μητροπολιτικά κέντρα του καπιταλισμού χρειάζονται λοιπόν ένα «μοντέλο χρεοκοπίας»: πώς χρεοκοπεί μια χώρα της Ευρωζώνης; Τι θα συμβεί στο νόμισμά της, το ευρώ; Τι παρενέργειες θα προκαλέσει αυτό στις άλλες χώρες της Ευρωζώνης; Πώς θα αντιδράσει η Γερμανία, που φλερτάρει πάντα με την ιδέα μιας «γερμανικής» Ευρωζώνης; Τι επιπτώσεις θα έχουν όλα αυτά στην άλλη όχθη του Ατλαντικού; Τι έκβαση θα έχει στις ΗΠΑ η αντιπαράθεση ανάμεσα στο βιομηχανικό κεφάλαιο που προσβλέπει σ’ ένα φθηνό δολάριο για να περισώσει όσες εξαγωγές μπορεί και το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο που στοιχηματίζει εδώ και χρόνια στην πτώση του ευρώ; Πώς τοποθετούνται αυτοί οι δύο πόλοι οικονομικής ισχύος στις ΗΠΑ απέναντι στην ελληνική κρίση; Ποιοι θέλουν μια κανονική χρεοκοπία και μια «διάσωση» με όρους ΔΝΤ και ποιοι φλερτάρουν με την ιδέα να πληρώσουν για μια αποτροπή της ελληνικής χρεοκοπίας; Ποιοι πωλούν αφειδώς ελληνικά ομόλογα και ποιοι τ’ αγοράζουν κοψοχρονιά;
Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα που θα έπρεπε να απαντήσουν τα βαθιά λαρύγγια της κρατικής και πολιτικής γραφειοκρατίας πριν βγάλουν τους βραχνούς λαρυγγισμούς τους ή πριν υποβληθούν σε θεραπεία πλήρους αφωνίας. Στην Ελλάδα διασταυρώνονται και συγκρούονται συμφέροντα του παγκόσμιου καπιταλισμού που ενδεχομένως έχουν απολύτως αποκλίνοντα οράματα για το μέλλον του, αλλά συμφωνούν μόνο στο ότι την κρίση πρέπει να την πληρώσουν οι εξ ορισμού μη υπεύθυνοι, οι μισθωτοί και τα μικρομεσαία στρώματα. Σ’ αυτήν την «ορθοδοξία» συνωστίζονται και οι καταγγελλόμενοι κερδοσκόποι και οι επίδοξοι σωτήρες και οι πολιτικές ηγεσίες με τα βαθιά λαρύγγια και τα ρηχά μυαλά. Το ρήγμα σ’ αυτήν την «ορθοδοξία», που εκτινάσσει τα spreads, διογκώνει το χρέος και υποθηκεύει το μέλλον μπορεί να το προκαλέσει μόνο η φοβισμένη προς το παρόν κοινωνία, που παρακολουθεί άφωνη την ελίτ αυτής της χώρας να διαγωνίζεται σε ανικανότητα και συνενοχή. Για πόσο ακόμη;
Από τότε κατοχυρώθηκε συμβολικά μια άρρηκτη σχέση ανάμεσα στην πορνογραφία και την πολιτική. Και οι δυο έχουν ανάγκη τα βαθιά λαρύγγια. Η πρώτη ως απόλυτο ερωτικό αξεσουάρ γιούνισεξ. Η δεύτερη ως βαλβίδα εκτόνωσης των εντάσεων, πριν αυτές αγκαλιάσουν τα πλατιά κοινωνικά στρώματα. Οι διαφορές τους είναι μόνο ανατομικές. Τη θέση της λαρυγγικής κλειτορίδας της πορνογραφίας στην πολιτική την παίρνει η πληροφορία. Η οποία άλλοτε προκαλεί πολιτικούς σπασμούς, άλλοτε κοινωνικές εκρήξεις και άλλοτε πολλαπλούς οργασμούς των spreads ή άλλων εκδοχών του πλούτου.
Προφανώς βρισκόμαστε στην τελευταία εκδοχή. Ζούμε τον οργασμό των spreads. Οι αγορές, οι άπληστοι κερδοσκόποι αλλά και οι ενάρετοι επενδυτές είδαν (κόκκινο) φως και μπήκαν. Βρίσκουν άφθονα βαθιά λαρύγγια, στην Αθήνα, στη Φρανκφούρτη, στις Βρυξέλλες, ακόμη και στη Νέα Υόρκη για να εκτονώσουν τον κερδοσκοπικό τους οίστρο. Αλλά κυρίως βρίσκουν ρηχά μυαλά. Αν κάνουμε μια μικρή ανασκόπηση του τελευταίου πενταμήνου που έφερε αρκετές φορές την ελληνική οικονομία στο χείλος της χρεοκοπίας, θα βρούμε τους πιο επιφανείς και διαρκώς λαλίστατους στη μακρά λίστα των βαθιών λαρυγγιών που, χωρίς να χρειάζεται να μένουν πάντα στη σκιά και στην ανωνυμία, στέλνουν μηνύματα κερδοσκοπικής επίθεσης στις αγορές με πρώτο (αλλά όχι αποκλειστικό) στόχο το ελληνικό χρέος. Έχουμε και λέμε λοιπόν: από τον Νοέμβριο κιόλας, η ολόφρεσκη κυβέρνηση ξεκίνησε με πρωτοβουλία της την «επιχείρηση αρετή» στα δημόσια οικονομικά και μ’ έναν ζήλο που ξεπερνούσε τη γραφειοκρατική συνέπεια του πιο άκαμπτου ευρωκράτη-θεματοφύλακα του Συμφώνου Σταθερότητας εκτόξευσε έλλειμμα και χρέος στα ύψη που γνωρίζουμε σήμερα. Ήταν άραγε αναπόφευκτο αυτό; Τι και ποιον εξυπηρετεί η δημοσιονομική ορθοδοξία όταν είναι γνωστό ότι ολόκληρη η Ευρωζώνη και η Ε.Ε. είναι μια εικονική πραγματικότητα των αριθμών; Η έκρηξη του κρατικού χρέους είναι μια αναπόδραστη πραγματικότητα για όλους, αλλά τι σημασία έχει αν θα καταγραφεί στο 92% ή στο 107% του ΑΕΠ;
Τη σκυτάλη στο ράλι της δημοσιονομικής πεολειξίας πήραν φυσικά οι ευαγείς οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s, S&P και Fitch με τις διαδοχικές υποβαθμίσεις των ελληνικών ομολόγων, αλλά τη χαριστική βολή (ή τον καθοριστικό σπασμό) χάρισε στις αγορές ο άρχων της Φρανκφούρτης Ζαν-Κλοντ Τρισέ τον Δεκέμβριο, όταν προανήγγειλε ότι η ΕΚΤ θα επαναφέρει στα προ χρηματοπιστωτικής κρίσης επίπεδα το «κατώφλι» αποδοχής ομολόγων κι επομένως ότι οσονούπω θα πάψει να δέχεται τα υποβαθμισμένα ελληνικά ομόλογα. Ήταν ο ίδιος που προ δύο εβδομάδων πήρε μια ακριβώς αντίθετη απόφαση, χαιρετιζόμενος ως «σωτήρας» της ελληνικής οικονομίας (και κυρίως των τραπεζών), αλλά και της τιμής της Ε.Ε. Ακολούθησε το κινέζικο βαθύ λαρύγγι που «ανατίναξε» το εκκολαπτόμενο κινέζικο ντιλ δανεισμού, έπειτα το αραβικό, μετά τα παράφωνα βαθιά λαρύγγια των Βρυξελλών που αδυνατούσαν να συμφωνήσουν σ’ έναν μηχανισμό αυτοσυντήρησης, τα επίσημα ελληνικά βαθιά λαρύγγια που «εκβίαζαν» με προσφυγή στο ΔΝΤ, τα κακόηχα βαθιά λαρύγγια του Βερολίνου που υποδείκνυαν στην «εκβιάστρια» ελληνική κυβέρνηση «ιδού η Ρόδος…» του ΔΝΤ, μετά το μέγα βαθύ λαρύγγι του ίδίου του ΔΝΤ, ο Ντομινίκ Στρος-Καν, που κουρέλιασε την ευρωπαϊκή συμφωνία για τον μηχανισμό στήριξης της Ελλάδας, το βαθύ λαρύγγι του ελληνικού χρέους, του ΟΔΔΗΧ που αλληθώρισε προς τα δολαριακά ομόλογα και τέλος το έσχατο βαθύ λαρύγγι που αναζητείται μέσω ΕΥΠ, CIA, αστυνόμου Σαΐνη στα άδυτα του Μεγάρου Μαξίμου και των υπουργικών γραφείων, εσχάτως και στα στρώματα των συζυγικών κλινών.
Όλοι οι οργασμικοί (ή ανοργασμικοί) ήχοι από τα βαθιά λαρύγγια Αθηνών, Βρυξελλών και περιχώρων προκάλεσαν εκρηκτικές εκσπερματώσεις των αγορών στα spreads των ελληνικών ομολόγων. (Ένα μόνο βαθύ λαρύγγι πέρασε απαρατήρητο, αποτολμώντας διακριτικούς ψιθύρους για ένα κυβερνητικό «ντιλ» με τις ευλογίες των ΗΠΑ που θα ανατρέψει το κλίμα, θα εξασφαλίσει δανεισμό και θα προσγειώσει τα επιτόκια. Οι εκμυστηρεύσεις του έμειναν αδιάψευστες και ασχολίαστες και μένει απλώς να αποδειχθεί τις προσεχείς μέρες αν είναι το επόμενο κυβερνητικό «colpo grosso» ή απλώς προσποίηση οργασμού από ερωμένη που βαριέται αφόρητα).
Σε κάθε περίπτωση, το κυνήγι μαγισσών, οι ιστορίες συνωμοσίας και βαθιών λαρυγγιών είναι το τελευταίο που εξηγεί την «ελληνική τραγωδία». Όσες υπηρεσίες «εσωτερικών υποθέσεων» κι αν κινητοποιήσει η κυβέρνηση, όσα βαθιά λαρύγγια κι αν συλλάβει επ’ αυτοφόρω, το θηρίο των αγορών δεν πρόκειται να εξημερωθεί παρά μόνον αν εγκαταλειφθεί η καθησυχαστική πολιτική. Το θηρίο εξημερώνεται με βούρδουλα, όχι με χάδια. Η Ελλάδα έχει στοχοποιηθεί από το πιο επιθετικό τμήμα του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, όχι γιατί δεν τους αρέσουν οι φάτσες μας και οι συνήθειές μας, ούτε γιατί τους εκνευρίζουν οι εθνικές μας αναπηρίες, αλλά επειδή είναι το εύκολο θύμα στη μακρά λίστα των χωρών που βιώνουν ήδη την παγκόσμια κρίση του κρατικού χρέους. Η ελληνική οικονομία είναι το case study σε μια κρίση που αφορά όχι μόνο τον καχεκτικό ευρωπαϊκό νότο, αλλά και τον αλαζονικό ευρωπαϊκό βορρά. Αφορά ακόμη περισσότερο τους δύο ισχυρούς πόλους του αγγλοσαξονικού οικονομικού άξονα, τη Βρετανία και τις ίδιες τις ΗΠΑ. Πολλές από τις χώρες αυτές θα βρεθούν, αν όχι φέτος, ίσως σε ελάχιστα χρόνια, μπροστά στην αδήριτη ανάγκη να αναδιαπραγματευτούν το χρέος τους. Η πρόβλεψη αφορά τις ΗΠΑ μέχρι το 2012, αλλά και τη Βρετανία μέχρι του χρόνου. Τα μητροπολιτικά κέντρα του καπιταλισμού χρειάζονται λοιπόν ένα «μοντέλο χρεοκοπίας»: πώς χρεοκοπεί μια χώρα της Ευρωζώνης; Τι θα συμβεί στο νόμισμά της, το ευρώ; Τι παρενέργειες θα προκαλέσει αυτό στις άλλες χώρες της Ευρωζώνης; Πώς θα αντιδράσει η Γερμανία, που φλερτάρει πάντα με την ιδέα μιας «γερμανικής» Ευρωζώνης; Τι επιπτώσεις θα έχουν όλα αυτά στην άλλη όχθη του Ατλαντικού; Τι έκβαση θα έχει στις ΗΠΑ η αντιπαράθεση ανάμεσα στο βιομηχανικό κεφάλαιο που προσβλέπει σ’ ένα φθηνό δολάριο για να περισώσει όσες εξαγωγές μπορεί και το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο που στοιχηματίζει εδώ και χρόνια στην πτώση του ευρώ; Πώς τοποθετούνται αυτοί οι δύο πόλοι οικονομικής ισχύος στις ΗΠΑ απέναντι στην ελληνική κρίση; Ποιοι θέλουν μια κανονική χρεοκοπία και μια «διάσωση» με όρους ΔΝΤ και ποιοι φλερτάρουν με την ιδέα να πληρώσουν για μια αποτροπή της ελληνικής χρεοκοπίας; Ποιοι πωλούν αφειδώς ελληνικά ομόλογα και ποιοι τ’ αγοράζουν κοψοχρονιά;
Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα που θα έπρεπε να απαντήσουν τα βαθιά λαρύγγια της κρατικής και πολιτικής γραφειοκρατίας πριν βγάλουν τους βραχνούς λαρυγγισμούς τους ή πριν υποβληθούν σε θεραπεία πλήρους αφωνίας. Στην Ελλάδα διασταυρώνονται και συγκρούονται συμφέροντα του παγκόσμιου καπιταλισμού που ενδεχομένως έχουν απολύτως αποκλίνοντα οράματα για το μέλλον του, αλλά συμφωνούν μόνο στο ότι την κρίση πρέπει να την πληρώσουν οι εξ ορισμού μη υπεύθυνοι, οι μισθωτοί και τα μικρομεσαία στρώματα. Σ’ αυτήν την «ορθοδοξία» συνωστίζονται και οι καταγγελλόμενοι κερδοσκόποι και οι επίδοξοι σωτήρες και οι πολιτικές ηγεσίες με τα βαθιά λαρύγγια και τα ρηχά μυαλά. Το ρήγμα σ’ αυτήν την «ορθοδοξία», που εκτινάσσει τα spreads, διογκώνει το χρέος και υποθηκεύει το μέλλον μπορεί να το προκαλέσει μόνο η φοβισμένη προς το παρόν κοινωνία, που παρακολουθεί άφωνη την ελίτ αυτής της χώρας να διαγωνίζεται σε ανικανότητα και συνενοχή. Για πόσο ακόμη;
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (10/4/2010)
…Τελικά, έπειτα από δεκαετίες αγώνα, η πολιτική πέτυχε έναν θρίαμβο κατά της πορνογραφίας. Αλλά η νίκη ήταν επιφανειακή. Η επιτυχία του «Βαθιού λαρυγγιού» δημιούργησε τεράστια ζήτηση για σκληρή πορνογραφία, που η νέα τεχνολογία μπορούσε τώρα να ικανοποιήσει αποφεύγοντας όλες τις ρυθμίσεις. Οι τεράστιες πωλήσεις για οικιακές συσκευές βίντεο είχαν ανοίξει μια νέα αγορά ερωτικών φιλμ. Ήταν μια αγορά που μετά βίας επιβίωνε λίγα χρόνια πριν. Αλλά σήμερα ένα τεράστιο ποσοστό αυτών των ταινιών που διατίθενται γι’ αυτές τις συσκευές είναι σκληρή πορνογραφία. Νομίζω πως ο Τζέρι Νταμιάνο πραγματικά σκεφτόταν ότι το πορνό επρόκειτο, κατά κάποιο τρόπο, να συγχωνευτεί με το Χόλιγουντ. Αυτές οι πορνοταινίες είχαν όλο και μεγαλύτερους προϋπολογισμούς κι εξελίσσονταν περισσότερο σε ταινίες με υπόθεση που περιλάμβαναν και σκληρό σεξ. Φαινόταν ότι η βιομηχανία του πορνό επρόκειτο να γίνει κάτι, να αποκτήσει μια καλλιτεχνική φόρμα. Αλλά δεν συνέβη αυτό. Στην πραγματικότητα έγινε ακριβώς το αντίθετο. Το πορνό εκφυλίστηκε σ’ ένα φθηνό, περιθωριακό προϊόν.
Fenton Bailey, Randy Barbato, «Inside Deep Throat» ( απόσπασμα από συνέντευξη του Ντένις Χόπερ στο ντοκιμαντέρ)
Fenton Bailey, Randy Barbato, «Inside Deep Throat» ( απόσπασμα από συνέντευξη του Ντένις Χόπερ στο ντοκιμαντέρ)
Tuesday, April 6, 2010
Εν μέσω ληστών. Όχι δύο, αλλά πολλών… (1/4/2010)
(Ανάρτηση, με καθυστέρηση 6 ημερών...)
Σήμερον -αν διαβάζετε την εφημερίδα σήμερον, Μεγάλη Πέμπτη, αλλά και Κυριακή του Πάσχα να ’ναι, παίζει- κρεμάται επί ξύλου, ως γνωστόν. Και κρεμάται εν μέσω δύο ληστών, οι οποίοι σταυρώνονται και πεθαίνουν με τον ίδιο μαρτυρικό τρόπο, χωρίς να έχουν στο βιογραφικό τους θαύματα, λόγο Θεού, κηρύγματα, μια ολόκληρη Καινή Διαθήκη, τέλος πάντων. Δεν ξέρουμε πολλά πράγματα για τους δύο ληστές – για τον Βαραββά, αντιθέτως, ληστή κι αυτόν, που τη γλίτωσε, διασώζεται κάποιος μύθος μεταστροφής του στη χριστιανική πίστη, που το Χόλιγουντ φρόντισε να μεγεθύνει. Για τους άλλους δύο, τίποτε, εκτός από μια άφεση αμαρτιών που πρόλαβε κι απέσπασε ο ένας εκ των δύο στον σταυρό. Τίποτε άλλο. Ξέρουμε σίγουρα ότι αυτοί, αν και σταυρώθηκαν, δεν αναστήθηκαν, ότι η θυσία τους ως μέσο σωφρονισμού και διαπαιδαγώγησης της κοινής γνώμης, ως μέσο καταστολής και πρόληψης της εγκληματικότητας, προφανώς δεν έπιασε τόπο. Τίποτε δεν αποδεικνύει ότι οι ληστείες, οι μικροκλοπές ή και τα ακόμη βαρύτερα εγκλήματα -φόνοι, βιασμοί, εκβιασμοί, απάτες- έχουν μειωθεί από την εποχή της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας μέχρι σήμερα. Το αντίθετο. Μάλλον έχουν αυξηθεί, έχουν πολλαπλασιαστεί σε ποικιλία κι έχουν διογκώσει τους ποινικούς κώδικες. Έχουν επίσης εμπλουτιστεί με απίστευτης σκληρότητας πράξεις μαζικής εξόντωσης πληθυσμών που ακούνε στον όρο εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και στα οποία πρωταγωνιστές δεν είναι απελπισμένοι φτωχοδιάβολοι που προσπαθούν να αποδράσουν από τη φυλακή της φτώχειας, αλλά υπεράνω υποψίας πολιτικοί ηγέτες, πολλοί από τους οποίους τιμώνται ως ήρωες από τους λαούς τους ή ως «Μεγάλοι» από τους αδέκαστους ιστορικούς.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΗΣΤΕΣ, όμως, δεν υπάρχει καμιά θέση στην Ιστορία, δεν περισσεύει χώρος έστω γι’ αυτήν την αμφίβολη μορφή αθανασίας, εκτός από εκείνες τις ελάχιστες περιπτώσεις που πέτυχαν μια γενναιόδωρη δόση πλούτου (όπως ο Αλ Καπόνε) ή δόξας (όπως ο Ντίλινγκερ). Το ίδιο και για τους ληστές της Σταύρωσης. Ούτε τα ονόματά τους δεν διέσωσαν οι επίσημοι ευαγγελιστές, ούτε -έστω- τα εγκλήματα που πλήρωσαν μ’ αυτό τον σκληρό θάνατο (αν και σε κάποιο από τα δεκάδες απόκρυφα ευαγγέλια αναφέρονται ως Γίστας και Δισμάς). Έτσι κι αλλιώς, έχει τη σημασία του ο συμβολισμός του θεμελιώδους χριστιανικού μύθου, το γεγονός ότι τον Ιησού πλαισιώνουν δύο παραβάτες του κοινού ποινικού δικαίου. Αποκλείεται να είχαν γίνει ληστές από χόμπι, κάποια σχέση θα είχε η παραβατική συμπεριφορά τους με την καθήλωσή τους στον πάτο της αυτοκρατορίας.
ΚΑΙ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΣΧΕΣΗ έχουν όχι οι δύο, αλλά οι χιλιάδες ληστές που πλαισιώνουν τη ζωή και την καθημερινότητά μας, στη δική μας, σύγχρονη ευρωπαϊκή αυτοκρατορία. Ακούω με τη μέγιστη δυνατή καχυποψία -αν όχι και απέχθεια- τις δημόσιες ανησυχίες της πολιτικής ηγεσίας, τις άναρθρες κραυγές της μιντιοκρατίας για την έξαρση της εγκληματικότητας στην Αθήνα και σ’ άλλες πόλεις της Ελλάδας. Και ακούω με τη μέγιστη δυνατή ανησυχία τις πραγματικές μαρτυρίες απλών, καθημερινών ανθρώπων για το πόσο πραγματικά αφόρητα και συχνά έχουν γίνει τα περιστατικά ληστείας στον δρόμο, στην πόρτα του σπιτιού, στην είσοδο της πολυκατοικίας, στο ATM, στο μετρό, στο σούπερ μάρκετ, στην καφετέρια ή στην ταβέρνα, όταν αφήνεις αμέριμνος το κινητό για να πας στην τουαλέτα. Γυρίζεις και το κινητό έχει εξαφανιστεί. Ή το πορτοφόλι ή μια τσάντα με ασήμαντα χαρτιά που έχεις αφήσει στο αυτοκίνητο, η τηλεόραση και το κομπιούτερ στο σπίτι, ό,τι ασήμαντο ή ευτελέστατο βρουν οι Άθλιοι των Αθηνών, των περιχώρων και των λοιπών άστεων που έχουν γίνει πολλοί, πολύχρωμοι, πολύγλωσσοι και προπαντός απελπισμένοι.
ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΚΟΥΓΟΝΤΑΙ κακόηχες, πονηρές και αποπροσανατολιστικές οι υστερικές κραυγές για την έξαρση της εγκληματικότητας, αλλά η αλήθεια είναι ότι οι μητροπόλεις του καπιταλισμού (κι η Αθήνα δεν θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση) έχουν γεμίσει από απόκληρους και κυνηγημένους των αποικιών της αυτοκρατορίας που ξεκινούν με την ελπίδα της σωτηρίας και ζουν μια ακόμη κόλαση. Ο σκοτωμένος από την αδέσποτη βόμβα 15χρονος Αφγανός Αμιντολά (τελικά, είχε όνομα…) γλίτωσε από τις βόμβες των «συμμάχων» (μεταξύ των οποίων και Έλληνες), πέρασε το επικίνδυνο Ιράν, ίσως και το φλεγόμενο Ιράκ, διέσχισε την Τουρκία, όπου φιλόξενοι δουλέμποροι προθυμοποιήθηκαν να τον περάσουν από τα μπλόκα της Frontex στο Αιγαίο ή τις ξεχασμένες νάρκες της ελληνοτουρκικής μεθορίου, και, αφού δεν πνίγηκε στα άγρια νερά ή δεν διαμελίστηκε σ’ ένα ξεχασμένο ναρκοπέδιο, αφού περιπλανήθηκε με την οικογένειά του στα γραφεία αλλοδαπών και στην απρόθυμη γραφειοκρατία του ασύλου, αφού αναμετρήθηκε με τον κυνισμό και την αλαζονεία των αστυνομικών, κατέληξε να επιβιώνει σαν ρακοσυλλέκτης, πριν από τη μοιραία συνάντησή του με τη βόμβα. Θα μπορούσε να έχει και τελείως διαφορετική πορεία, αν ο αγώνας του για αξιοπρέπεια δεν εξασφάλιζε τα στοιχειώδη της επιβίωσης. Θα μπορούσε να γίνει ένας ληστής. Ν’ αρπάζει τσάντες από ανυποψίαστες νοικοκυρές. Ν’ ανοίγει σπίτια, να σπάει αυτοκίνητα, ν’ αρπάζει ότι σημαντικό ή ασήμαντο προλάβαινε μέχρι την πρώτη συνάντησή του με την Αστυνομία, τα δικαστήρια και τη φυλακή.
ΑΣ ΜΗΝ ΠΡΟΣΠΟΙΟΥΜΑΣΤΕ τους έκπληκτους για ό,τι συμβαίνει. Στο Αφγανιστάν γίνεται πόλεμος. Με σφαίρες, βόμβες και βομβαρδισμούς. Αλλά κι εδώ ένας πόλεμος γίνεται. Με στέρηση, με αποκλεισμό, με περιθωριοποίηση και μιζέρια. Και στον πόλεμο, όταν ή ύπαρξη διακυβεύεται, τα όρια της νομιμότητας κάμπτονται, οι ηθικές αναστολές αίρονται, το αξιακό σύμπαν αναδομείται. Και τότε, πολλοί από μας, Έλληνες, Πακιστανοί, Αφγανοί, Αλβανοί, Ιταλοί, ακόμη και Γερμανοί, είμαστε υποψήφιοι Γιάννηδες Αγιάννηδες.
ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΩ, ας μην προσποιούμαστε τους έκπληκτους. Όταν οι πολιτικές ηγεσίες της Ευρώπης αποφασίζουν χωρίς περίσκεψη να πάρουν ενεργό μέρος σε όλους τους πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς των ΗΠΑ στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν ή στη Μέση Ανατολή, όταν ασκούν τη «μοντέρνα» αποικιοκρατική τους πολιτική στην Αφρική προκαλώντας εμφυλίους, γενοκτονίες και ανθρωπιστικές τραγωδίες, είναι βλακεία να μην περιμένουν τα απόνερα της απελπισίας που προκαλούν στο κατώφλι της Ευρώπης. Κι όταν διαχειρίζονται την οικονομική κρίση διευρύνοντας τη φτώχεια των υποτελών τάξεων και αυξάνοντας τις ευκαιρίες συσσώρευσης πλούτου από τη σύγχρονη τραπεζοκρατία, τις επιχειρηματικές ελίτ και την αριστοκρατία της μίζας, είναι απίθανο να μην περιμένουν κοινωνικές εκρήξεις. Και οι εκρήξεις μπορεί να λάβουν δυο μορφές: ή της κοινωνικοπολιτικής εξέγερσης ή της εξάπλωσης της τυφλής κοινωνικής βίας. Είναι αναπόφευκτο να «σταυρωθούμε» εν μέσω όχι δύο, αλλά πολλών, χιλιάδων ληστών, όταν η ληστεία φαντάζει ως το μόνο μέσο αναδιανομής του πλούτου (δυστυχώς, όχι εις βάρος των πραγματικά πλουσίων), όταν ακόμη και ο στοιχειώδης κεϊνσιανός συμβιβασμός εξοβελίζεται από το πολιτικό σύμπαν. Και η ένταση της αστυνόμευσης ουδόλως διασφαλίζει ότι οι διαρκώς αυξανόμενες πηγές της νέας εγκληματικότητας θα στεγανοποιηθούν. Αν οι προβλέψεις για μια δημοσιονομική κρίση διαρκείας στην Ελλάδα αληθεύουν, αν οι εκτιμήσεις για το επερχόμενο παγκόσμιο κραχ του κρατικού χρέους επιβεβαιωθούν, η έκρηξη της εγκληματικότητας μπορεί να πάρει τέτοιες διαστάσεις, που η αστυνόμευσή της θα απαιτεί ο μισός πληθυσμός να επιτηρεί τον άλλο μισό. Ένας ακήρυκτος κοινωνικός εμφύλιος, δηλαδή.
ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΜΙΑ ΕΝΔΕΙΞΗ ότι οι πολιτικές ηγεσίες το έχουν αντιληφθεί αυτό. Το Λονδίνο γέμισε με κάμερες παρακολούθησης, η Αθήνα με αστυνομικούς καμικάζι, οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές μητροπόλεις εξοπλίστηκαν σαν αστακοί, τα ποινικά τους οπλοστάσια φορτώθηκαν μέχρι σκασμού, αλλά δεν κατάφεραν, ούτε θα καταφέρουν να σταματήσουν τα κύματα της παρανομίας. Όταν η «νομιμότητα» είναι τόσο άδικη, κυνική και εξουθενωτική, είναι λογικό να γεμίζουν σταυρούς κι εσταυρωμένους όλοι οι Γολγοθάδες του κόσμου. Και το πρόγραμμα δεν έχει ανάσταση.
Σήμερον -αν διαβάζετε την εφημερίδα σήμερον, Μεγάλη Πέμπτη, αλλά και Κυριακή του Πάσχα να ’ναι, παίζει- κρεμάται επί ξύλου, ως γνωστόν. Και κρεμάται εν μέσω δύο ληστών, οι οποίοι σταυρώνονται και πεθαίνουν με τον ίδιο μαρτυρικό τρόπο, χωρίς να έχουν στο βιογραφικό τους θαύματα, λόγο Θεού, κηρύγματα, μια ολόκληρη Καινή Διαθήκη, τέλος πάντων. Δεν ξέρουμε πολλά πράγματα για τους δύο ληστές – για τον Βαραββά, αντιθέτως, ληστή κι αυτόν, που τη γλίτωσε, διασώζεται κάποιος μύθος μεταστροφής του στη χριστιανική πίστη, που το Χόλιγουντ φρόντισε να μεγεθύνει. Για τους άλλους δύο, τίποτε, εκτός από μια άφεση αμαρτιών που πρόλαβε κι απέσπασε ο ένας εκ των δύο στον σταυρό. Τίποτε άλλο. Ξέρουμε σίγουρα ότι αυτοί, αν και σταυρώθηκαν, δεν αναστήθηκαν, ότι η θυσία τους ως μέσο σωφρονισμού και διαπαιδαγώγησης της κοινής γνώμης, ως μέσο καταστολής και πρόληψης της εγκληματικότητας, προφανώς δεν έπιασε τόπο. Τίποτε δεν αποδεικνύει ότι οι ληστείες, οι μικροκλοπές ή και τα ακόμη βαρύτερα εγκλήματα -φόνοι, βιασμοί, εκβιασμοί, απάτες- έχουν μειωθεί από την εποχή της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας μέχρι σήμερα. Το αντίθετο. Μάλλον έχουν αυξηθεί, έχουν πολλαπλασιαστεί σε ποικιλία κι έχουν διογκώσει τους ποινικούς κώδικες. Έχουν επίσης εμπλουτιστεί με απίστευτης σκληρότητας πράξεις μαζικής εξόντωσης πληθυσμών που ακούνε στον όρο εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και στα οποία πρωταγωνιστές δεν είναι απελπισμένοι φτωχοδιάβολοι που προσπαθούν να αποδράσουν από τη φυλακή της φτώχειας, αλλά υπεράνω υποψίας πολιτικοί ηγέτες, πολλοί από τους οποίους τιμώνται ως ήρωες από τους λαούς τους ή ως «Μεγάλοι» από τους αδέκαστους ιστορικούς.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΗΣΤΕΣ, όμως, δεν υπάρχει καμιά θέση στην Ιστορία, δεν περισσεύει χώρος έστω γι’ αυτήν την αμφίβολη μορφή αθανασίας, εκτός από εκείνες τις ελάχιστες περιπτώσεις που πέτυχαν μια γενναιόδωρη δόση πλούτου (όπως ο Αλ Καπόνε) ή δόξας (όπως ο Ντίλινγκερ). Το ίδιο και για τους ληστές της Σταύρωσης. Ούτε τα ονόματά τους δεν διέσωσαν οι επίσημοι ευαγγελιστές, ούτε -έστω- τα εγκλήματα που πλήρωσαν μ’ αυτό τον σκληρό θάνατο (αν και σε κάποιο από τα δεκάδες απόκρυφα ευαγγέλια αναφέρονται ως Γίστας και Δισμάς). Έτσι κι αλλιώς, έχει τη σημασία του ο συμβολισμός του θεμελιώδους χριστιανικού μύθου, το γεγονός ότι τον Ιησού πλαισιώνουν δύο παραβάτες του κοινού ποινικού δικαίου. Αποκλείεται να είχαν γίνει ληστές από χόμπι, κάποια σχέση θα είχε η παραβατική συμπεριφορά τους με την καθήλωσή τους στον πάτο της αυτοκρατορίας.
ΚΑΙ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΣΧΕΣΗ έχουν όχι οι δύο, αλλά οι χιλιάδες ληστές που πλαισιώνουν τη ζωή και την καθημερινότητά μας, στη δική μας, σύγχρονη ευρωπαϊκή αυτοκρατορία. Ακούω με τη μέγιστη δυνατή καχυποψία -αν όχι και απέχθεια- τις δημόσιες ανησυχίες της πολιτικής ηγεσίας, τις άναρθρες κραυγές της μιντιοκρατίας για την έξαρση της εγκληματικότητας στην Αθήνα και σ’ άλλες πόλεις της Ελλάδας. Και ακούω με τη μέγιστη δυνατή ανησυχία τις πραγματικές μαρτυρίες απλών, καθημερινών ανθρώπων για το πόσο πραγματικά αφόρητα και συχνά έχουν γίνει τα περιστατικά ληστείας στον δρόμο, στην πόρτα του σπιτιού, στην είσοδο της πολυκατοικίας, στο ATM, στο μετρό, στο σούπερ μάρκετ, στην καφετέρια ή στην ταβέρνα, όταν αφήνεις αμέριμνος το κινητό για να πας στην τουαλέτα. Γυρίζεις και το κινητό έχει εξαφανιστεί. Ή το πορτοφόλι ή μια τσάντα με ασήμαντα χαρτιά που έχεις αφήσει στο αυτοκίνητο, η τηλεόραση και το κομπιούτερ στο σπίτι, ό,τι ασήμαντο ή ευτελέστατο βρουν οι Άθλιοι των Αθηνών, των περιχώρων και των λοιπών άστεων που έχουν γίνει πολλοί, πολύχρωμοι, πολύγλωσσοι και προπαντός απελπισμένοι.
ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΚΟΥΓΟΝΤΑΙ κακόηχες, πονηρές και αποπροσανατολιστικές οι υστερικές κραυγές για την έξαρση της εγκληματικότητας, αλλά η αλήθεια είναι ότι οι μητροπόλεις του καπιταλισμού (κι η Αθήνα δεν θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση) έχουν γεμίσει από απόκληρους και κυνηγημένους των αποικιών της αυτοκρατορίας που ξεκινούν με την ελπίδα της σωτηρίας και ζουν μια ακόμη κόλαση. Ο σκοτωμένος από την αδέσποτη βόμβα 15χρονος Αφγανός Αμιντολά (τελικά, είχε όνομα…) γλίτωσε από τις βόμβες των «συμμάχων» (μεταξύ των οποίων και Έλληνες), πέρασε το επικίνδυνο Ιράν, ίσως και το φλεγόμενο Ιράκ, διέσχισε την Τουρκία, όπου φιλόξενοι δουλέμποροι προθυμοποιήθηκαν να τον περάσουν από τα μπλόκα της Frontex στο Αιγαίο ή τις ξεχασμένες νάρκες της ελληνοτουρκικής μεθορίου, και, αφού δεν πνίγηκε στα άγρια νερά ή δεν διαμελίστηκε σ’ ένα ξεχασμένο ναρκοπέδιο, αφού περιπλανήθηκε με την οικογένειά του στα γραφεία αλλοδαπών και στην απρόθυμη γραφειοκρατία του ασύλου, αφού αναμετρήθηκε με τον κυνισμό και την αλαζονεία των αστυνομικών, κατέληξε να επιβιώνει σαν ρακοσυλλέκτης, πριν από τη μοιραία συνάντησή του με τη βόμβα. Θα μπορούσε να έχει και τελείως διαφορετική πορεία, αν ο αγώνας του για αξιοπρέπεια δεν εξασφάλιζε τα στοιχειώδη της επιβίωσης. Θα μπορούσε να γίνει ένας ληστής. Ν’ αρπάζει τσάντες από ανυποψίαστες νοικοκυρές. Ν’ ανοίγει σπίτια, να σπάει αυτοκίνητα, ν’ αρπάζει ότι σημαντικό ή ασήμαντο προλάβαινε μέχρι την πρώτη συνάντησή του με την Αστυνομία, τα δικαστήρια και τη φυλακή.
ΑΣ ΜΗΝ ΠΡΟΣΠΟΙΟΥΜΑΣΤΕ τους έκπληκτους για ό,τι συμβαίνει. Στο Αφγανιστάν γίνεται πόλεμος. Με σφαίρες, βόμβες και βομβαρδισμούς. Αλλά κι εδώ ένας πόλεμος γίνεται. Με στέρηση, με αποκλεισμό, με περιθωριοποίηση και μιζέρια. Και στον πόλεμο, όταν ή ύπαρξη διακυβεύεται, τα όρια της νομιμότητας κάμπτονται, οι ηθικές αναστολές αίρονται, το αξιακό σύμπαν αναδομείται. Και τότε, πολλοί από μας, Έλληνες, Πακιστανοί, Αφγανοί, Αλβανοί, Ιταλοί, ακόμη και Γερμανοί, είμαστε υποψήφιοι Γιάννηδες Αγιάννηδες.
ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΩ, ας μην προσποιούμαστε τους έκπληκτους. Όταν οι πολιτικές ηγεσίες της Ευρώπης αποφασίζουν χωρίς περίσκεψη να πάρουν ενεργό μέρος σε όλους τους πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς των ΗΠΑ στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν ή στη Μέση Ανατολή, όταν ασκούν τη «μοντέρνα» αποικιοκρατική τους πολιτική στην Αφρική προκαλώντας εμφυλίους, γενοκτονίες και ανθρωπιστικές τραγωδίες, είναι βλακεία να μην περιμένουν τα απόνερα της απελπισίας που προκαλούν στο κατώφλι της Ευρώπης. Κι όταν διαχειρίζονται την οικονομική κρίση διευρύνοντας τη φτώχεια των υποτελών τάξεων και αυξάνοντας τις ευκαιρίες συσσώρευσης πλούτου από τη σύγχρονη τραπεζοκρατία, τις επιχειρηματικές ελίτ και την αριστοκρατία της μίζας, είναι απίθανο να μην περιμένουν κοινωνικές εκρήξεις. Και οι εκρήξεις μπορεί να λάβουν δυο μορφές: ή της κοινωνικοπολιτικής εξέγερσης ή της εξάπλωσης της τυφλής κοινωνικής βίας. Είναι αναπόφευκτο να «σταυρωθούμε» εν μέσω όχι δύο, αλλά πολλών, χιλιάδων ληστών, όταν η ληστεία φαντάζει ως το μόνο μέσο αναδιανομής του πλούτου (δυστυχώς, όχι εις βάρος των πραγματικά πλουσίων), όταν ακόμη και ο στοιχειώδης κεϊνσιανός συμβιβασμός εξοβελίζεται από το πολιτικό σύμπαν. Και η ένταση της αστυνόμευσης ουδόλως διασφαλίζει ότι οι διαρκώς αυξανόμενες πηγές της νέας εγκληματικότητας θα στεγανοποιηθούν. Αν οι προβλέψεις για μια δημοσιονομική κρίση διαρκείας στην Ελλάδα αληθεύουν, αν οι εκτιμήσεις για το επερχόμενο παγκόσμιο κραχ του κρατικού χρέους επιβεβαιωθούν, η έκρηξη της εγκληματικότητας μπορεί να πάρει τέτοιες διαστάσεις, που η αστυνόμευσή της θα απαιτεί ο μισός πληθυσμός να επιτηρεί τον άλλο μισό. Ένας ακήρυκτος κοινωνικός εμφύλιος, δηλαδή.
ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΜΙΑ ΕΝΔΕΙΞΗ ότι οι πολιτικές ηγεσίες το έχουν αντιληφθεί αυτό. Το Λονδίνο γέμισε με κάμερες παρακολούθησης, η Αθήνα με αστυνομικούς καμικάζι, οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές μητροπόλεις εξοπλίστηκαν σαν αστακοί, τα ποινικά τους οπλοστάσια φορτώθηκαν μέχρι σκασμού, αλλά δεν κατάφεραν, ούτε θα καταφέρουν να σταματήσουν τα κύματα της παρανομίας. Όταν η «νομιμότητα» είναι τόσο άδικη, κυνική και εξουθενωτική, είναι λογικό να γεμίζουν σταυρούς κι εσταυρωμένους όλοι οι Γολγοθάδες του κόσμου. Και το πρόγραμμα δεν έχει ανάσταση.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ (1/4/2010)
Αν ρίξουμε μια ματιά στην ιστορία των αρχαίων χρόνων, θα δούμε ότι όλες οι ελληνικές δημοκρατίες επέτρεπαν, επιβράβευαν την κλοπή. Η Σπάρτη και η Λακεδαίμων την ευνοούσαν ανοιχτά. Πολλοί άλλοι λαοί τη θεωρούσαν αρετή για τον πολεμιστή. Είναι βέβαιο ότι η κλοπή δυναμώνει το κουράγιο, εκτρέφει τη δύναμη, την επιδεξιότητα, τη λεπτότητα, όλες με λίγα λόγια τις αρετές που είναι χρήσιμες σ’ ένα δημοκρατικό σύστημα σαν το δικό μας. Αφήστε κατά μέρος τη μεροληψία και απαντήστε μου: πρέπει η κλοπή, της οποίας αποτέλεσμα είναι η κανονικότερη κατανομή του πλούτου, να χαρακτηριστεί σαν αδίκημα στις μέρες μας, κάτω από μια κυβέρνηση που, όπως η δική μας, έχει σαν στόχο την ισότητα; Η απάντηση, προφανώς, είναι όχι: η κλοπή επιτείνει την ισότητα και το κυριότερο, παρακινεί στην καλύτερη προστασία της ιδιοκτησίας. Υπήρξε ένας λαός που τιμωρούσε όχι τον κλέφτη, αλλ’ αυτόν που αφηνόταν να γίνει θύμα της κλοπής, με σκοπό να τον διδάξει να φροντίζει την περιουσία του.
Μαρκησίου ντε Σαντ, «Γάλλοι, ακόμη μια προσπάθεια για να γίνετε δημοκράτες»
Μαρκησίου ντε Σαντ, «Γάλλοι, ακόμη μια προσπάθεια για να γίνετε δημοκράτες»
Subscribe to:
Posts (Atom)