Sunday, October 19, 2025

Φωνή εκ του κενοταφίου

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 18-19/10/2025



 ... Και μένα με ρώτησε κανείς; Μήπως μου πέφτει κάπως ο λόγος σε όλον αυτόν τον καβγά των ζωντανών για μας τους νεκρούς; Μήπως με ρώτησε κανείς και τότε, πριν από σχεδόν έναν αιώνα, όταν αποφάσιζαν να με εντοιχίσουν στα παλιά ανάκτορα, ως άγνωστο στρατιώτη, ως συνεκδοχή όλων των νεκρών, όλων των πολέμων, από της Τροίας την εκστρατεία για ένα πουκάμισο αδειανό, για μιαν Ελένη, μέχρι της Ουκρανίας τον ξένο πόλεμο, του 1919, ενάντια στους μπολσεβίκους; Αλήθεια, αυτός ο Λαζαρίδης, ο αρχιτέκτονας, κι ο Ροκ, ο γλύπτης, είχαν άραγε ποτέ βρεθεί σε πεδίο μάχης; Είχαν δει πολλούς νεκρούς στρατιώτες «εκτάδην κειμένους», σαν να τους πήρε γλυκά ο ύπνος, με την περικεφαλαία στο κεφάλι και την ασπίδα στ' αριστερό χέρι; Δεν έτυχε να δουν κεφάλια ανοιγμένα στα δυο, μυαλά χυμένα, πόδια και χέρια κομμένα, μάτια βγαλμένα, σώματα κομμένα στα δυο ή διαλυμένα στα εξ ων συνετέθησαν, θώρακες ανοιγμένους σαν κόκκινα τριαντάφυλλα, σωθικά χυμένα στο χώμα; Δεν άκουσαν για σώματα εξαϋλωμένα, που δεν βρέθηκε ούτε κοκαλάκι τους, απανθρακωμένα ή κονιορτοποιημένα μέσα στα ορύγματα από βόμβες ναπάλμ ή διασποράς; 

Κάτι τέτοιο έπρεπε να σκαλίσουν στο μάρμαρο, στον πωρόλιθο, ό,τι είναι τέλος πάντων. Ο αφανής, ανεύρετος κι άταφος νεκρός, που χάθηκε σε μια συνθήκη απίστευτου τρόμου την οποία καμιά αγάπη για την πατρίδα, καμιά αφοσίωση στον πόλεμο των άλλων, καμιά πίστη δεν μπορεί να τον κατανικήσει, εκείνα τα τελευταία δευτερόλεπτα, την ώρα που η βόμβα σκάει δίπλα του, που η σφαίρα διαπερνάει το σώμα του, η χειροβομβίδα τον διαμελίζει, το αέριο τον πνίγει, η φωτιά λιώνει τη σάρκα του, δεν έχει καμιά γαλήνη. 

Αν θες να ξέρεις, κι εγώ, ο εντοιχισμένος υποθετικός νεκρός, δεν κοιμάμαι τον ύπνο του δικαίου, ζω τον ξύπνο του κολασμένου. Βλέπεις, τις πιο πολλές φορές χάθηκα σε άδικους πολέμους, πολέμους των άλλων, των στρατόκαυλων, των πολεμοκάπηλων, των άπληστων εξουσιών, των κατακτητών, των εμπόρων των εθνών και των όπλων, έγινα κρέας για τα κανόνια τους, ποδοπατήθηκα από τους ανταγωνισμούς τους για νέες αγορές, νέα εδάφη, νέους πόρους, με έστειλαν να υπερασπίσω τη δική τους πατρίδα, που δεν έχει σύνορα, σαν τα κεφάλαιά τους και τη δίψα τους να τα πολλαπλασιάσουν. Οι δικοί μου βωμοί κι εστίες που θα 'πρεπε να υπερασπιστώ, μαζί με τη μάνα, τον πατέρα μου, τα αδέλφια μου, την αγαπημένη μου, τα παιδιά μου, τους φίλους μου, τους γειτόνους, τους συγχωριανούς, τους συναδέλφους, τους συντρόφους μου, είναι περιχαρακωμένοι σε λίγες εκατοντάδες στρέμματα, άντε μερικές εκατοντάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα, όσο το χωριό μου, η γειτονιά μου, το βουνό μου, το νησί μου, η πόλη μου. Οι δικές τους εστίες και βωμοί που για την υπεράσπισή τους με έστελναν να σφαγώ, ενώ οι ίδιοι έμεναν στην ασφάλεια των στρατηγείων, των θησαυροφυλακίων, των πύργων, των παλατιών, των μεγάρων τους, ήταν εκατοντάδες, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, στην Κριμαία, στον Σαγγάριο, στην Καλλίπολη, στην Καμπούλ, στο Κάιρο, στην Κορέα, στο Βιετνάμ. Και δεν είχε ίχνος ηρωισμού ο κάθε θάνατός μου εκεί. Δεν είχα καν την πολυτέλεια να μισήσω τον άγνωστο εχθρό μου. Μόνο να τον φοβηθώ μπορούσα, χωρίς να ξέρω ότι κι αυτός με τον ίδιο φόβο έτρεμε τον επερχόμενο θάνατο. 

Εμένα, που λες, δεν με ρώτησε κανείς ούτε για το πού θα στηθεί το κενοτάφιό μου. Στην πραγματικότητα δεν το στήσανε για μένα. Δεκάρα δεν δίνουν για το αν χάθηκα στη μάχη του Μαραθώνα, στη Σικελική εκστρατεία, στην επέλαση στην Ασία που οργάνωσε αυτό το άπληστο, χαρισματικό τσογλάνι, ο Αλέξανδρος, στη μάχη της Λευκόπετρας, στην Αλωση της Πόλης, στα Δερβενάκια, στο Μπιζάνι, στο Τεπελένι ή στον Γράμμο, από πυρά εξωτερικών ή εσωτερικών εχθρών, εισβολέων ή δωσιλόγων. Το κενοτάφιο το στήσανε για πάρτη τους. Για να δοξάζουν τους εαυτούς τους, τους μύθους, τα ψεύδη, την προπαγάνδα, τις φαντασιώσεις τους, για να κρύψουν τις καταστροφικές επιλογές τους, τις αποτυχίες τους, τα μακελειά που προκάλεσαν, τις προδοσίες τους, τις συνεννοήσεις τους με κατασκευασμένους εχθρούς και ύπουλους φίλους. 

Αν με ρωτούσαν πού θέλω να στηθεί το κενοτάφιό μου, θα διάλεγα τον κήπο του σπιτιού μου ή το χωράφι μου ή το βουνό ή μια αγαπημένη παραλία ή το υπόγειο που έκανα πρώτη φορά έρωτα, την αλάνα που έπαιζα παιδί με τους φίλους μου. Ισως τους έλεγα πως δεν θέλω καν κενοτάφιο, ούτε καντήλι, ούτε τους εύζωνες με τη θανάσιμη σιωπή τους και την όρθια νεκρική ακαμψία τους ούτε τουρίστες που χαζεύουν τη θέα του άδικου θανάτου, γιατί και στον πιο δίκαιο πόλεμο ο βίαιος θάνατος μόνο άδικος μπορεί να είναι. Φαντάροι που πάνε στον πόλεμο «με το χαμόγελο στα χείλη» υπάρχουν μόνο στα τραγούδια. Και πάλι, τα πιο ρεαλιστικά απ' αυτά λένε το πιο ουσιαστικό: «Οποιος στη μάχη πάει για να πεθάνει,/ στρατιώτη μου για πόλεμο δεν κάνει». 

Γιατί, αν και νεκρός, σκοτωμένος εκατομμύρια φορές με όλους τους δυνατούς τρόπους, από τσεκούρι, σπαθί, δόρυ, καταπέλτη, σφαίρα, βόμβα, ραδιενέργεια, πνιγμό στον βυθό, αγαπώ τη ζωή. Τη νοσταλγώ συνεχώς, νοσταλγώ τα βάσανα και τις χαρές της, τις γεύσεις της, τις μυρωδιές της, τα φιλιά της, τις απολαύσεις της, τις φωνές της, και για τον ίδιο λόγο απολαμβάνω τις φωνές των ανθρώπων που παρελαύνουν μπροστά μου στο Σύνταγμα διεκδικώντας ζωή, περισσότερη ζωή, απορρίπτοντας όλες τις μικρές και μεγάλες δόσεις θανάτου που σε μορφή νομοσχεδίων κι αποφάσεων δίνουν στην κοινωνία οι νεκρόφιλοι της εξουσίας. 

Ισως πάλι, αν με ρωτούσαν αν εμείς, οι εκατομμύρια άγνωστοι στρατιώτες, χρειαζόμαστε πράγματι ένα κενοτάφιο, ίσως τους έλεγα όχι. Ισως είναι πιο έντιμο να στήσουμε άλλα μνημεία για τον πόλεμο. Μνημεία για όσους γύρισαν ζωντανοί και μπορούν να αφηγηθούν τη φρίκη του πολέμου, απογυμνώνοντάς τον από κάθε πατίνα ηρωισμού, αποκαλύπτοντας την απανθρωπιά του. Μνημεία για όσους αρνήθηκαν να πάρουν όπλα και να σκοτώσουν στα τυφλά ανθρώπους που δεν ξέρουν καν, για λιποτάκτες που χτυπήθηκαν στο ψαχνό από τους αξιωματικούς τους ή εκτελέστηκαν από συναδέλφους τους, μνημεία για προδότες που προσπάθησαν να υπονομεύσουν έναν άδικο ιμπεριαλιστικό πόλεμο της πατρίδας τους, μνημεία για τις «παράπλευρες απώλειες», για τις βιασμένες γυναίκες, για τα παιδιά που πέθαναν από στρατιωτικούς αποκλεισμούς, για τους αυτόχειρες στρατιώτες, για τους σαμποτέρ των πολεμικών μηχανών, γι' αυτούς που αποκαλύπτουν κρατικά μυστικά και εξουδετερώνουν σχέδια πολέμου, για τους τρομοκράτες που αναλαμβάνουν να σκοτώσουν πολεμοχαρείς δόκτορες Strangelove ή αιμοδιψείς συνταγματάρχες Kurtz. Μνημεία ζωής, όχι θανάτου. 


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 

Μια γυναίκα δεν είναι σαν χώρα που αξιοποιεί τα ερείπιά της, τους τάφους της… που τα ξεπουλάει όλα για εθνικό συνάλλαγμα… ζώντας απ’ αυτά. Εγώ δεν θέλω να ’μαι χώρα. Δεν είμαι χώρα. Δεν θέλω να είμ’ αυτή η χώρα. Αυτή η χώρα είναι νεκρόφιλη, κοπρολάγνα, σοδομίστρια, πουτάνα, μαστροπός και φόνισσα. Εγώ θέλω να είμαι η ζωή, θέλω να ζήσω, θα ’θελα να ζήσω, θα ’θελα να μπορούσα να ζήσω, θα ’μουν ευτυχισμένη τώρα αν ήθελα να ζήσω… όμως αυτή η χώρα δε μ’ αφήνει να το θέλω, δε μ’ αφήνει να είμαι η ζωή, να δίνω τη ζωή.

Δημήτρη Δημητριάδη, «Πεθαίνω σα χώρα» 

Saturday, October 11, 2025

Εγχειρίδιο κατασκευής κομμάτων

  Η Εφημερίδα των Συντακτών, 11-12/10/2025



Πώς ακριβώς φτιάχνονται τα κόμματα; Ολοι υποψιαζόμαστε πως υπάρχει κάποια διάδραση ανάμεσα στην υλική κατάσταση και τη συναισθηματική αντίδραση των κοινωνικών ομάδων που υποφέρουν, ευημερούν ή απλώς είναι σε ένα limbo, μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, κόλασης και παράδεισου, ούτε κρύο ούτε ζέστη, ούτε πάνω ούτε κάτω, ούτε δεξιά ούτε αριστερά, ούτε μπρος ούτε πίσω. Κόμμα και τάξη -κοινωνική τάξη- βρίσκονται στην ίδια συνάρτηση, ακόμη κι απ’ την εποχή της αθηναϊκής δημοκρατίας, στην οποία Δημοκρατικοί και Αριστοκρατικοί αντιπαρατίθεντο ελκύοντας συχνά ετερόκλητα ακροατήρια: για παράδειγμα, στην περίοδο του Πελοποννησιακού Πολέμου οι πρώτοι κέρδιζαν τον ενθουσιασμένο και φιλοπόλεμο ταξικό αφρό της Αθήνας, οι δεύτεροι την πλέμπα, τη φτωχολογιά της πόλης που είχε αποδεκατιστεί από τις μάχες και την πανούκλα. 

Το δίπολο αυτό του 5ου π.Χ. αιώνα, εννοείται, δεν άφηνε χιλιοστό χώρου για τον πάτο της αθηναϊκής κοινωνίας, τους δούλους, που οι πόλεμοι και τα χρέη τους αύξαιναν ασταμάτητα, σε βαθμό που να είναι η πλειονότητα των κατοίκων του κλεινού (και ελεεινού) άστεως. Δεν υπήρξε η παραμικρή αμφιβολία και ταλάντευση στους κορυφαίους φιλοσόφους, πολιτικούς, συγγραφείς, δημαγωγούς της κατά τεκμήριον τελειότερης άμεσης δημοκρατίας στην Ιστορία της ανθρωπότητας, της αθηναϊκής, ότι οι δούλοι, αυτά τα έμψυχα «πράγματα», μπορεί να είχαν τον παραμικρό ρόλο στη διακυβέρνηση της Αθήνας ή αργότερα της Ρώμης και όλης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας των τριών ηπείρων, όπου μόνο εξεγέρσεις δούλων και καταπιεσμένων εθνοτήτων καταγράφηκαν, οι περισσότερες πνιγμένες στο αίμα. Κόμμα δούλων δεν υπήρξε ποτέ. Η, όταν υπήρξε, οι δούλοι δεν ήταν πια δούλοι. Ακόμη και στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, μετά τον εμφύλιο και την κατάργηση της δουλείας -αλλά όχι και του ρατσισμού, της εκμετάλλευσης και του ανελέητου διωγμού των Αφροαμερικανών- δεν υπήρξε καν κόμμα απελευθερωμένων δούλων. Υπήρξε κόμμα αστών-βιομηχάνων της βόρειας Αμερικής που ήθελαν άφθονα και ελεύθερα εργατικά χέρια μαύρων ανδρών, γυναικών και παιδιών και κόμμα γαιοκτημόνων, που θέλαν τα ίδια ακριβώς χέρια σκλαβωμένα, δεμένα με τη γη, στη συγκομιδή του βαμβακιού, των σιτηρών από τις φυτείες του Νότου, που γίνονταν πρώτη ύλη για τα κλωστήρια και εργοστάσια του Βορρά. 

Πώς, λοιπόν, φτιάχνονται τα κόμματα; Στις παραμονές της Γαλλικής Επανάστασης, όπως μαθαίναμε στο σχολείο, ο ανυποψίαστος για το επερχόμενο τέλος του στην «αγία γκιλοτίνα» Λουδοβίκος ΙΣΤ', συγκάλεσε την περίφημη συνέλευση των τάξεων, που κατά την οπτική του για τον κόσμο και τη Γαλλία από τις Βερσαλίες, ήταν ο κλήρος, η αριστοκρατία και το ασαφές συνονθύλευμα Τρίτη Τάξη. Αυτό ήταν το πρόπλασμα τριών ή δυο κομματικών σχηματισμών που στην πραγματικότητα αντιπροσώπευαν ένα μικρό τμήμα της γαλλικής κοινωνίας, αφήνοντας την τεράστια πλειονότητα των φτωχών, των εργατών, των πεινασμένων, των αγροτών, των αναλφάβητων εκτός οποιασδήποτε εκπροσώπησης. Μπορεί όλοι αυτοί να αποτέλεσαν τον στρατό της Γαλλικής Επανάστασης, αλλά το «κόμμα» της, η Τρίτη Τάξη, η Εθνοσυνέλευση, η Δημοκρατία, ήταν υπόθεση των αστών, βιομηχάνων, βιοτεχνών, εμπόρων, τραπεζιτών, υπαλλήλων, διανοουμένων της εποχής. \

Φυσικά, τα manual κατασκευής των κομμάτων προσφέρουν κι άλλες εναλλακτικές. Η γέννηση της ελληνικής δημοκρατίας στη διάρκεια της απελευθερωτικής Επανάστασης, ως γνωστόν, βασίστηκε στα κόμματα της ξένης επιρροής, το γαλλικό, το αγγλικό, το ρωσικό, που ελάχιστη σχέση είχαν με συμφέροντα τάξεων· περισσότερο αντανακλούσαν τις εξαρτήσεις -πολιτικές και οικονομικές- των αρχηγών τους από τις αντίστοιχες ηγεσίες των Μεγάλων Δυνάμεων ή απλώς από τις διπλωματικές αποστολές και τους πράκτορές τους στην καταρρέουσα οθωμανική αυτοκρατορία. 


Αν περιοριστούμε στη σύγχρονη ελληνική εμπειρία, ας πούμε στη μεταπολεμική και μετεμφυλιακή, τα κόμματα μέχρι και τις παραμονές της χούντας σχηματίστηκαν στη βάση μιας συντριπτικής, αιματηρής ήττας του αντιφασιστικού, απελευθερωτικού μετώπου και στον ακρωτηριασμένο κοινοβουλευτισμό που έθετε εκτός νόμου, πολιτικής και χώρας ένα τεράστιο μέρος της ελληνικής κοινωνίας. Τα μεταπολεμικά κόμματα κατασκευάστηκαν είτε από ανακύκλωση υλικών του Μεσοπολέμου με ισχυρές προσμίξεις δωσιλογισμού, αντικομμουνισμού, νεοφασισμού, φιλοαμερικανισμού, είτε από τα σπαράγματα της ηττημένης Αριστεράς που αναζητούσε όρους επιβίωσης σε μια στοιχειώδη δημοκρατική νομιμότητα. 


Η χούντα, πάλι, με τον αμείλικτο διωγμό κάθε υπερασπιστή της δημοκρατίας και τη γενναιόδωρη στήριξή της από την επιχειρηματική ελίτ της χώρας, τους ξένους επενδυτές και τις ΗΠΑ, επέβαλε άθελά της ένα big bang κομμάτων και πολιτικών οργανώσεων σε συνθήκες απόλυτης παρανομίας, ολιγάνθρωπων και συνωμοτικά κινούμενων, που το εύρος επιρροής φάνηκε μόνο στην εξέγερση του Πολυτεχνείου και στα χρόνια της Μεταπολίτευσης. 

Αλλά τα πραγματικά κόμματα της Μεταπολίτευσης, αυτά που κυριάρχησαν στο κοινοβουλευτικό παιχνίδι και στη διακυβέρνηση για δεκαετίες και σε σημαντικό βαθμό επιβιώνουν ώς σήμερα, ήταν κυριολεκτικά κατασκευές του εργαστηρίου. Στήθηκαν πίσω από κλειστές πόρτες, μικρή σχέση είχαν με το υπόγειο αντιδικτατορικό κίνημα, με εξαίρεση τα κόμματα της Αριστεράς που ανασυντέθηκαν σωματικά, όταν άνοιξαν οι φυλακές και τα σύνορα για τους εξόριστους. 


Με λίγα λόγια, τα κόμματα δεν φτιάχνονται από τα κάτω. Δεν συνέβη ούτε καν με τα προλεταριακά κόμματα του 19ου και του 20ού αιώνα, τα κόμματα των τριών Διεθνών, που ιδρύονταν σε σκοτεινά υπόγεια ή κάτω από τη διαρκή παρακολούθηση της αστυνομίας και των χαφιέδων και απέκτησαν εκατομμύρια μέλη μόνο όταν έγιναν εξουσία και δη συγκεντρωτική, αυταρχική και διόλου απελευθερωτική. 

Τα κόμματα φτιάχνονται με τον βολονταρισμό και το ρίσκο μερικών φιλόδοξων ή αφοσιωμένων ανθρώπων και ομάδων και με τη στήριξη και χρηματοδότηση συγκεκριμένων ομάδων συμφερόντων. Πετυχαίνουν όταν καταφέρουν να καβαλήσουν ένα ρεύμα μεγάλης προσδοκίας, όπως έγινε με τη Ν.Δ. του Καραμανλή το 1974 και με το ΠΑΣΟΚ του Παπανδρέου το 1981, ή τεράστιας δυσφορίας, όπως συνέβη με τον ΣΥΡΙΖΑ του 2012-2015. 

Τα κόμματα εξαφανίζονται όταν οι χορηγοί τους ανακαλύπτουν ότι δεν έχουν πια καμιά χρησιμότητα, όπως συνέβη με την ΠΟΛ.ΑΝ. του Σαμαρά, το ΚΕΠ του Αβραμόπουλου ή τον ΛΑΟΣ του Καρατζαφέρη. 

Και, τέλος, τα κόμματα διαλύονται όταν οι αρχηγοί τους αποφασίζουν να καταργήσουν κάθε εσωτερική λειτουργία και δημοκρατία, να απογυμνώσουν τα μέλη τους από κάθε δύναμη και να τα υποκαταστήσουν από ένα συνονθύλευμα ψηφοφόρων του ενός τετάρτου και των δυο ευρώ. Σ’ αυτήν τη φάση είμαστε σήμερα, στα κόμματα-ασώματες κεφαλές. 



ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

Ενα μέρος της αστικής τάξης θέλει να διορθώσει τα κοινωνικά κακά, για να εξασφαλίσει την ύπαρξη της αστικής κοινωνίας. Σ’ αυτή την κατηγορία ανήκουν: οικονομολόγοι, φιλάνθρωποι, ανθρωπιστές, άνθρωποι που ασχολούνται με τη βελτίωση της κατάστασης των εργαζόμενων τάξεων, οργανωτές αγαθοεργιών, προστάτες των ζώων, ιδρυτές συλλόγων υπέρ της μετριοπάθειας, οι πιο παρδαλοί ψευτομεταρρυθμιστές. Κι αυτόν τον αστικό σοσιαλισμό έφτασαν να τον επεξεργαστούν σε ολόκληρα συστήματα. Ας αναφέρουμε σαν παράδειγμα τη «Φιλοσοφία της αθλιότητας» του Προυντόν.

Οι σοσιαλιστές αστοί θέλουν τις συνθήκες ζωής της σύγχρονης κοινωνίας χωρίς τους αγώνες και τους κινδύνους που απορρέουν αναγκαστικά απ’ αυτήν. Θέλουν τη σημερινή κοινωνία, αλλά αφού της αφαιρεθούν τα στοιχεία που την επαναστατικοποιούν και τη διαλύουν. Θέλουν την αστική τάξη χωρίς το προλεταριάτο. Η αστική τάξη, φυσικά, φαντάζεται τον κόσμο όπου κυριαρχεί σαν τον καλύτερο κόσμο. Ο αστικός σοσιαλισμός επεξεργάζεται αυτή την παρήγορη εικόνα σ’ ένα μισό ή ολοκληρωμένο σύστημα. Οταν παροτρύνει το προλεταριάτο να πραγματοποιήσει τα συστήματά του και να μπει στη νέα Ιερουσαλήμ, τότε κατά βάθος το καλεί απλώς να σταματήσει στη σημερινή κοινωνία, να αποβάλει, όμως, τις εχθρικές αντιλήψεις που έχει γι’ αυτήν.

Καρλ Μαρξ, Φρίντριχ Ενγκελς, «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος», 1848


Tuesday, October 7, 2025

Μέρκελ θα λέμε και θα κλαίμε

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 7/10/2025, από τη στήλη ΑΝΩ ΚΑΤΩ 


Του ΚΙΜΠΙ 

Θα το παινευτώ
πως δεν ξαφνιάστηκα καθόλου από όσα αποκάλυψε -στην πραγματικότητα υπενθύμισε- η πρώην σιδηρά κυρία Γερμανίας και Ε.Ε., η καγκελάριος που μισήθηκε όσο λίγοι στη διάρκεια των πέτρινων χρόνων των μνημονίων, για το παρασκήνιο της ρωσοουκρανικής κρίσης.
«Τον Ιούνιο του 2021 ένιωσα ότι ο Πούτιν δεν έπαιρνε πλέον στα σοβαρά τη Συμφωνία του Μινσκ. Και γι' αυτό ήθελα μια νέα μορφή όπου εμείς, ως Ευρωπαϊκή Ενωση, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε απευθείας με τον Πούτιν... Αυτό δεν υποστηρίχθηκε από ορισμένους. Ηταν κυρίως τα κράτη της Βαλτικής, αλλά και η Πολωνία που φοβούνταν ότι δεν θα είχαμε μια κοινή πολιτική απέναντι στη Ρωσία... Μετά έφυγα από καγκελάριος και ξεκίνησε η επιθετικότητα του Πούτιν», είπε η Μέρκελ στη διάρκεια επίσκεψής της στην Ουγγαρία. 

Η διατύπωση θυμίζει λίγο τo «après moi le déluge» (=μετ' εμέ ο κατακλυσμός) του Λουδοβίκου 15ου, από τον οποίο λίγα έχουν διασωθεί, μεταξύ τους τα χλιδομπαρόκ έπιπλα «λουί κενζ», δείγμα των οποίων κάθε καθωσπρέπει νεόπλουτος αστός άλλοτε όφειλε να έχει στο μικρό παλάτι του.
Αλλά η Μέρκελ, με το λιτό dress code της (σακάκι, παντελόνι στα βασικά χρώματα), απέχει παρασάγγας από τον τρυφηλό βασιλιά που αποτέλεσε πυροκροτητή της Γαλλικής Επανάστασης. Ηταν μια αφοσιωμένη στη γερμανική ηγεμονία επί της Ε.Ε. ηγέτις και με ψυχρό ρεαλισμό υπερασπιζόταν ένα από τα θεμέλια αυτής της ηγεμονίας: τη γερμανορωσική σχέση, που περιλάμβανε φτηνό αέριο, πνεύμα συνεννόησης με τον Πούτιν αλλά και τον αγωγό Nord Stream 2 που θα έφερνε στην Ε.Ε. περισσότερο κι ακόμη φτηνότερο αέριο και πιθανότατα θα απέτρεπε τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. 

Υποθετική ιστορία
δεν υπάρχει. Αλλά αν το καλοσκεφτούμε αυτή η δεξιά, καραδεξιά πολιτικός, που μέσα της ισορροπούσαν παράδοξα οι «δύο Ευρώπες» της όλης Γηραιάς Ηπείρου, από Ατλαντικό μέχρι Ουράλια, ίσως απέτρεπε τη σύνθλιψη της Ε.Ε. ανάμεσα στις Συμπληγάδες ΗΠΑ-Ρωσίας και τον διασυρμό της σε άβουλο συντελεστή της ψυχροπολεμικής παλινόρθωσης.

Saturday, September 27, 2025

Το μεγάλο Μουσείο της Ηττας

 Η Εφημερίδα των Συντακτών, 26-27/9/2025

Αλλη μια ανεπαίσθητη ήττα: μέχρι πριν από λίγες μέρες στο σημείο αυτό, κάπου στην Ηλιούπολη, βρισκόταν μια μονοκατοικία της δεκαετίας του 1960, τη ζήλευα για δεκαετίες, όχι τίποτα πομπώδες, αλλά περικυκλωμένη από έναν μικρό πράσινο παράδεισο: μια μανταρινιά, μια πορτοκαλιά, μια λεμονιά, μια ροδιά και κάποια ακόμα πιο ταπεινά φυτά. Περικυκλωμένη από δρόμους «συνεχούς πυράς», υπέκυψε στην αντιπαροχή. Φυσικά, οι ηττημένοι ιδιοκτήτες της μπορεί να αισθάνονται νικητές 

«Η νίκη έχει πολλούς πατεράδες, η ήττα είναι πεντάρφανη». Το ιστορικό κλισέ αποδίδεται στον Ιταλό υπουργό Εξωτερικών του Μουσολίνι, τον Τσιάνο, που πλήρωσε την ήττα της Ιταλίας από την Ελλάδα στο αλβανικό μέτωπο, στον δικό μας νικηφόρο «Οχι» του 1940, με ταπεινωτική απόλυση από τον πεθερό του και τρία χρόνια μετά με την εκτέλεσή του, ως προδότη, από τον ίδιο τον Μουσολίνι στη φασιστική «Δημοκρατία του Σαλό». 


Η νίκη –και οι νίκες γενικώς– είναι υπερεκτιμημένη. Ισως έχει δίκιο ο Παδούρα με το γνωστό απόφθεγμα «Από ήττα σε ήττα μέχρι την τελική νίκη», που επαναλαμβάνουν μονότονα οι μονίμως ηττημένοι πρωταγωνιστές του, αν και δεν ξέρουμε αν απλώς αυτοσαρκάζονταν ή ήταν απελπιστικά αφελείς. Πάντως, αυτή τους η προσέγγιση περιβάλλει την ήττα με μια τρυφερότητα, μια στωικότητα, την κάνει οικεία και τελικά υποφερτή. Ισως, πάλι, η ήττα δεν είναι μια εντελώς απορριπτέα κατάσταση. Πολύ προ Παδούρα η κόκκινη Ρόζα πρόβαλλε τον παιδαγωγικό χαρακτήρα της ήττας για το προλεταριάτο, τα επαναστατικά κινήματα, μόνο που σ’ αυτή τη μεταφυσική ιστορική αισιοδοξία υπάρχει κάτι άδικο για τους φορείς της: αυτοί, όπως η Λούξεμπουργκ, είναι θαμμένοι μαζί με τις ήττες τους. Οι μελλοντικοί νικητές ή όσοι θα απολαμβάνουν τους καρπούς των νικών τους θα έχουν ξεχάσει ή θα αγνοούν εντελώς τη μακρά στρατιά ηττημένων που έγιναν πρώτη ύλη τους.


Η αδικία είναι συστατικό στοιχείο στο ισοζύγιο νίκης και ήττας. Εκτός από την ορφάνια της ήττας έναντι της «πολυγονεϊκής» νίκης, ο Μπρεχτ έχει επισημάνει ένα άλλο ιστορικό χαρακτηριστικό: «Οι ήττες και οι νίκες των ανθρώπων στην κορυφή δεν είναι πάντα ήττες και νίκες για τους ανθρώπους στον πάτο». Στην ιστορία των μεγάλων πολέμων, των αιματηρών συγκρούσεων ανάμεσα σε κράτη, έθνη, συμμαχίες, συνασπισμούς η έκβαση έχει νικητές και ηττημένους, αλλά τόσο στο στρατόπεδο των νικητών όσο και των ηττημένων υπάρχει κραυγαλέα ανισότητα στην κατανομή των λαφύρων της νίκης και του τιμήματος της ήττας. Οι υποτελείς τάξεις, και στα δύο στρατόπεδα, παίρνουν από τίποτα έως ελάχιστα για τη νίκη, αλλά πληρώνουν τα πάντα –σε χρήμα, σε πόνο, σε απώλεια, σε θάνατο– και για τη νίκη και για την ήττα. «Οι άνθρωποι στον πάτο», που λέει ο Μπρεχτ, είναι ηττημένοι και στις νίκες και στις ήττες. 

 

Η νίκη είναι υπερεκτιμημένη. Επιμένω σ’ αυτό, όχι από μοιρολατρία, αλλά και βάσει αποτελεσμάτων. Στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οι νικητές είχαν σχεδόν διπλάσιες ανθρώπινες απώλειες από τους ηττημένους. Στον Β΄ Παγκόσμιο οι απώλειες των νικητών μόνο σε στρατιώτες ήταν τριπλάσιες. Αν υπολογίσουμε πολίτες, αμάχους, νεκρούς των στρατοπέδων συγκέντρωσης και της πείνας, η νίκη βασίστηκε σε ένα δημογραφικό ολοκαύτωμα των νικητών. Δείτε σήμερα τους μεγάλους χαμένους των δυο πολεμικών κολάσεων, πρωτίστως τη Γερμανία. Εχουν συμπεριφορά ηττημένων που έχουν διδαχθεί από τις ήττες τους; 


Εξ ου και οι αρχαίοι ημών, που είχαν θεοποιήσει τη Νίκη (διόλου τυχαία, αδελφή του Κράτους, του Ζήλου και της Βίας), εκτός του ότι για την ήττα δεν είχαν την παραμικρή μυθολογική μέριμνα, κάποια στιγμή είχαν την πρόνοια στις γλυπτές απεικονίσεις της νίκης να της κόψουν τα φτερά, ομολογώντας έμμεσα τη ματαιότητα των μεγάλων νικών. Θα ήταν εντιμότερο να έκαναν και την ήττα θεά και να της έστηναν άγαλμα δίπλα στην Απτερο Νίκη, στον Παρθενώνα. 


Αλλά, βλέπετε, η ανθρωπότητα, όλα τα έθνη, μικρά και μεγάλα, αρχαία και νεότερα, όλα τα κράτη έχουν μεγάλα μουσεία για τις νίκες τους, μνημεία για τους πολεμικούς θριάμβους τους, για τις νικηφόρες ανατροπές των τυράννων τους, για τις πετυχημένες εξεγέρσεις των καταπιεσμένων, για τις επαναστάσεις που τους απελευθέρωσαν από κατακτητές, αλλά και γι’ αυτές που κατέλυσαν εξουσίες και ταξικές κυριαρχίες για να εγκαταστήσουν νέες. Ομως, κακά τα ψέματα, στη μακρά, αιματηρή πορεία της ανθρωπότητας προς τη χειραφέτηση, την απελευθέρωση από φυσικούς, κοινωνικούς, οικονομικούς, ιδεολογικούς, τεχνολογικούς καταναγκασμούς, οι ήττες είναι πολλαπλάσιες από τις νίκες. Είναι κρίμα να μη διαθέτουμε ένα μεγάλο, τεράστιο μουσείο μνημείων ήττας, για κάθε μορφής ήττας, συλλογικής και ατομικής. Ενα μουσείο που θα αναγκάσει τους μουσειολόγους να στύψουν το μυαλό τους, να ξαναδιαβάσουν την ιστορία, τη μυθολογία, την πραγματικότητα από τη σκοπιά των ηττημένων. 


Ειδικός δεν είμαι, μερικές ιδέες τολμώ μόνο να δώσω για το τι μπορεί να περιλαμβάνεται στο Μεγάλο Μουσείο της Ηττας. Η πρώτη κιόλας αίθουσά του πρέπει να ξεκινά με την ήττα των πρωτόπλαστων, την έκπτωση από τον Παράδεισο, την ήττα τους από τον τιμωρό Θεό που έκτοτε, χιλιάδες χρόνια, προσπαθούν να τον εξευμενίσουν, αλλά αυτός παραμένει μνησίκακος, κάνοντας τα συντετριμμένα θύματά του όλο και πιο μοχθηρά, πιο αιμοσταγή, τα μεταλλάσσει σε ανελέητους γενοκτόνους. 

Ισως, πάλι, αλλάζοντας μυθολογικό καμβά, στις πρώτες αίθουσες του Μουσείου θα πρέπει να απεικονιστεί πότε και πώς ακριβώς ο «ευγενής άγριος» του Ρουσό εξέπεσε από τον Παράδεισο της κοινοκτημοσύνης και της ελευθερίας και φυλακίστηκε στην Κόλαση της ιδιοκτησίας και της απληστίας.


Οπωσδήποτε στο Μεγάλο Μουσείο της Ηττας πρέπει να βρουν θέση όλες οι μεγάλες χαμένες επαναστάσεις, οι πνιγμένες στο αίμα ή στον αφρό ξυρίσματος, από τον Σπάρτακο μέχρι τη Λούξεμπουργκ, από τη συντριβή της ισπανικής επανάστασης μέχρι την ήττα της αντιφασιστικής αντίστασης και του ΔΣΕ στα ελληνικά βουνά. Αλλά και οι νικηφόρες επαναστάσεις, που πνίγηκαν στον ίδιο τον θρίαμβό τους, μεταλλάσσοντας το απελευθερωτικό όραμα σε γραφειοκρατική, καταπιεστική εξουσία, διεκδικούν τον δικό τους χώρο στο Μουσείο της Ηττας.

Επειτα, το μουσείο πρέπει να ’ναι γενναιόδωρο με τους μεγάλους ηττημένους επαναστάτες της γνώσης, τον Προμηθέα πρωτίστως που τον κάρφωσαν οι θεοί στον Καύκασο για την κλοπή της φωτιάς, τον Γαλιλαίο, για την ταπεινωτική υποχώρησή του μπροστά στο ιεροδικείο, την Κιουρί, ηττημένη από την ίδια της την ανακάλυψη, κι εκατοντάδες, χιλιάδες άλλους.

Αλλά επειδή η Ιστορία δεν γράφεται μόνο από επωνύμους, οι μουσειολόγοι πρέπει να είναι ευρηματικοί με τα δισεκατομμύρια ανωνύμων ηττημένων, που με τις μικρές, ταπεινές, καθημερινές ήττες τους «γράφουν» όχι την ιστορία (με μικρό ή μεγάλο Ιώτα), αλλά την απτή πραγματικότητα: ο προϊστορικός κυνηγός που σκοτώνεται από το θήραμά του, ο πρώιμος γεωργός που δεν πρόλαβε να δει στάρι να βλασταίνει, ο δούλος μαρμαρογλύπτης του Παρθενώνα που πέθανε από τις βουρδουλιές του ιδιοκτήτη του, ο δουλοπάροικος που δολοφονήθηκε γιατί δεν πλήρωσε τον φεουδάρχη, ο εργάτης που σκοτώθηκε από την αστυνομία στην πρώτη απεργία του, ο χρεοκοπημένος που του παίρνουν το σπίτι οι πιστωτές, ο αγρότης που η σοδειά του καταστράφηκε, ο συνεταιριστής που ανακαλύπτει τη ληστεία που γινόταν εις βάρος του μέσω ΟΠΕΚΕΠΕ, ο κτηνοτρόφος που βλέπει να θανατώνονται τα αρνοκάτσικά του, ονοματισμένα ένα προς ένα, ο ράφτης, η κεντίστρα, η δαντελοποιός, ο παπουτσής που μπήκε στη συντεχνία κι έγινε κομμουνάρος στην πιο λαμπερή έφοδο των ηττημένων του κόσμου στον ουρανό, στην παρισινή Κομμούνα, το 1871, μπορεί να αποδειχθούν η μεγάλη ατραξιόν του μουσείου. 

Φυσικά, το πιο βασανιστικό έργο των μουσειολόγων είναι το πώς θα απεικονίσουν τη χειρότερη εκδοχή ήττας: την ήττα από τον ίδιο τον εαυτό μας. Πώς την κάνεις μουσειακό έκθεμα; Με την αναπαράσταση μιας αυτοχειρίας; 


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 

«Τάξη βασιλεύει στο Βερολίνο!» Ηλίθιοι δήμιοι! Η «τάξη» σας είναι χτισμένη στην άμμο. Αύριο κιόλας η επανάσταση θα «ανυψωθεί με μια βροντή» και με σαλπίσματα θα ανακοινώσει στον τρόμο σας: Ημουν, Είμαι, Θα είμαι!

Ρόζα Λούξεμπουργκ, «Η τάξη βασιλεύει στο Βερολίνο» (1919)

Saturday, September 20, 2025

Δέκα λόγοι που δεν ντρέπομαι που υπάρχω

 Η Εφημερίδα των Συντακτών, 20-21/9/2025



Στις 26 Ιουλίου 2025, σχεδόν δύο μήνες πριν, στη στήλη αυτή, που έχει κλείσει έξι χρόνια φιλοξενίας στο φύλλο της «Εφημερίδας των Συντακτών» Σαββατοκύριακο, έπειτα από άλλα δεκαεννιά χρόνια περιπλάνησης σε άλλες εφημερίδες ή πλήρους έντυπης αστεγίας, έγραψα κείμενο υπό τον τίτλο «Σχεδόν ντρέπομαι που υπάρχω». Ηταν ένα παμφλέτο συναισθηματικού εκβιασμού, κατά κάποιο τρόπο: απαριθμούσα εκεί μερικά από τα πολλά πράγματα που μας θυμώνουν και μας εξοργίζουν. Aπό την ακρίβεια, την κλιματική κρίση, τη διαφθορά μέχρι τα σκάνδαλα, τη συγκάλυψη, τον κυνισμό της εξουσίας, αλλά και τα γηρατειά που μας βαραίνουν (όσους μας βαραίνουν), για να καταλήξω στο πιο εξοργιστικό, το έγκλημα του κράτους-δολοφόνου, με την ανοχή 200 κρατών συνεργών, συνενόχων, σιωπηλών παρατηρητών, εις βάρος εκατομμυρίων Παλαιστινίων, γέρων, νέων, παιδιών, βρεφών. «Υπάρχει αυτή η μαύρη τρύπα της ανθρώπινης ύπαρξης που μας κάνει σχεδόν να ντρεπόμαστε που εμείς υπάρχουμε. Πρέπει να κάνουμε κάτι ριζικό, ίσως και ακραίο, για να ξεπλύνουμε αυτή την ντροπή της ύπαρξης, για να συνεχίσουμε να υπάρχουμε και να νιώθουμε πως αξίζει να υπάρχουμε». Ετσι έκλεινε ο «συναισθηματικός εκβιασμός». 


«Πήγε καλά», που λέμε εμείς οι νάρκισσοι της δημοσιογραφίας και δημοσιολογίας, μετρώντας την απήχηση ενός κειμένου, μιας άποψης, ενός ρεπορτάζ παλιότερα μόνο με τα «μπράβο», τα μηνύματα, τα τηλεφωνήματα, τις διαψεύσεις ή τις οργισμένες αντιδράσεις θιγόμενων, ακόμη και τα εξώδικα δημόσιων λειτουργών ή ιδιωτών, σήμερα με τα «κλικ», τα «λάικ», τις προβολές στα σόσιαλ μίντια, τα προσωπικά ή του μέσου. Ηταν βαριά η διακήρυξη του τίτλου, δεν λέω, «Σχεδόν ντρέπομαι που υπάρχω», αλλά υπήρχε αυτό το «σχεδόν» που το ’σωζε, μετρίαζε την υπερβολή της, γιατί αν πράγματι ντρεπόμουν απόλυτα, θα είχα αυτοκτονήσει, ενδεχομένως αυτοπυρπολούμενος μπροστά στην ισραηλινή πρεσβεία ή στο μέγαρο Μαξίμου (σιγά το δίλημμα), ή πηγαίνοντας με κάθε μέσο στη γραμμή πυρός στη Γάζα, μέχρι να με βρει μια σφαίρα, να με συνθλίψει μια ερπύστρια, να με διαμελίσει μια βόμβα από ψηλά. 


Πλην είμαι εδώ, στα πόδια μου, ή στην καρέκλα μου, κατά τεκμήριο υγιής, σταθερά θυμωμένος, οργισμένος, διαμαρτυρόμενος, θλιμμένος για εκατοντάδες μικρά και μεγάλα εγκλήματα των μικρών και μεγάλων εξουσιών του κόσμου μας, αισχυνόμενος για τη συνενοχή των επίσημων Αρχών, για την άνευρη αντίδραση των διεθνών οργανισμών, για τη σιωπή ή την απροθυμία αντίστασης των πολλών, και τη δική μου προθυμία, την «τόσο όσο». Αλλά, τελικά, δεν ντρέπομαι που υπάρχω. Γιατί μετρώ πολλά πράγματα που με κάνουν περήφανο για το «τυχαίο γεγονός» της ύπαρξής μου, κι εδώ απαριθμώ πρόχειρα τουλάχιστον δέκα λόγους γι’ αυτό:


1. Είμαι περήφανος γιατί δουλεύω σ’ αυτή την εφημερίδα, τη μόνη στην Ελλάδα (για τον κόσμο δεν ξέρω, ίσως) που έβαλε στο λογότυπό της, στον τίτλο της «Η Εφημερίδα των Συντακτών» τη σημαία της Παλαιστίνης, από τις 17 Νοέμβρη 2023, έναν μήνα μετά την έναρξη της ισραηλινής επιχείρησης «αντιποίνων» στις απαγωγές ομήρων, με τη δέσμευση δημόσια (στην πρώτη σελίδα) ότι «η σημαία της Παλαιστίνης θα υπάρχει καθημερινά στο πρωτοσέλιδο της “Εφ.Συν.” μέχρι να σταματήσει η σφαγή στη Γάζα, ο απάνθρωπος βομβαρδισμός των αμάχων και η επιχείρηση λογοκρισίας ΜΜΕ και κοινής γνώμης». 

2. Κάθε άλλο παρά ντρέπομαι που υπάρχω και δουλεύω ως δημοσιογράφος, και ειδικά σ’ αυτή την εφημερίδα, που δεν κώλωσε εδώ και τρία σχεδόν χρόνια να μιλήσει για «γενοκτονία» εις βάρος των Παλαιστινίων, όταν η λέξη θεωρούνταν αδιανόητη, ίσως και ποινικά κολάσιμη να χαρακτηρίσει «κράτος δολοφόνο» ή «κράτος τρομοκράτη» το Ισραήλ, χωρίς να διολισθήσει ούτε κατά ένα χιλιοστό στον αντισημιτισμό, δημοσιεύοντας ακόμα και τις οργισμένες, εμπαθείς αντιδράσεις της πρεσβείας του Ισραήλ.

3. Είμαι περήφανος που περιβάλλομαι από συναδέλφους ανάμεσα στους οποίους δεν έχω εντοπίσει ούτε έναν να ταλαντεύεται αν είναι «στη σωστή πλευρά της ιστορίας», επιλέγοντας την καταδίκη της γενοκτονίας, την υποστήριξη της παλαιστινιακής αντίστασης, συχνά με το τίμημα αποκλεισμού ή με τη στοχοποίηση από «σμήνη» φιλοσιωνιστικών τρολ.

4. Είμαι περήφανος που υπηρετώ ένα είδος δημοσιογραφίας και ένα μέσο ενημέρωσης που, μαζί με απελπιστικά λίγα ακόμα, δεν παραιτείται από την τεκμηριωμένη και ενοχλητική έρευνα για να εξασφαλίσει περισσότερα «ανταποδοτικά έσοδα», που δεν το παίζει «ουδέτερο» για περισσότερη διαφήμιση, που στην πραγματικότητα «τιμωρείται» από μεγάλο μέρος της διαφημιστικής πιάτσας γιατί είναι αυτό που είναι, γράφει αυτά που γράφει. 

5. Δεν ντρέπομαι που κάνω ένα επάγγελμα το οποίο, αν και πολλές φορές δικαιώνει θλιβερά το σύνθημα «αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι», άλλες τόσες το διαψεύδει όταν οι λειτουργοί του έχουν την ελευθερία που τους αξίζει και την παρρησία που τους χρειάζεται για να αποκαλύψουν καταχρήσεις εξουσίας, διασπάθιση δημόσιου χρήματος, διαφθορά, σκάνδαλα, εύνοια υπέρ ισχυρών, κυνήγι αδυνάμων, απανθρωπιά, ρατσισμό, αυταρχισμό, φασισμό. 

6. Επαίρομαι γιατί σε αυτή τη νησίδα ανεξάρτητης ενημέρωσης, και στις άλλες, τις λιγοστές νησίδες που συνθέτουν το μικρό αρχιπέλαγος ερευνητικής δημοσιογραφίας, πέφτουν βροχή τα εξώδικα, οι αγωγές, οι μηνύσεις, οι εκφοβισμοί, οι παρακολουθήσεις, οι παγιδεύσεις και οι εξαγορές, προδίδοντας ότι η εξουσία, πολιτική και οικονομική, δεν είναι τόσο άτρωτη κι ατρόμητη όσο θέλει να δείχνει· στην πραγματικότητα φοβάται την ελευθερία της σκέψης, της έκφρασης, της έρευνας. 

7. Δεν ντρέπομαι –κάθε άλλο!– για τη συμβολή της ανεξάρτητης δημοσιογραφίας στην αποκάλυψη του σκανδάλου των υποκλοπών, του ΟΠΕΚΕΠΕ, του εγκλήματος των Τεμπών, στη στήριξη του αγώνα των συγγενών, στην υποστήριξη του μεγαλύτερου ρεύματος οργής και απαίτησης για δικαιοσύνη εδώ και πολλές δεκαετίες. 

8. Δεν ντρέπομαι που συνήθως βρίσκομαι στην πλευρά των ηττημένων, των χαμένων, των «λούζερ» που βλέπουν τα χιλιάρικα να περνούν και τις μεγάλες ευκαιρίες να χάνονται.

9. Δεν ντρέπομαι που αφήνω στην κόρη μου μια επαγγελματική «κληρονομιά αποτυχιών», σε έναν χώρο που είναι ζούγκλα ανταγωνισμών κι ανθρωποφαγίας· δεν ντρέπομαι που αδυνατώ να της αφήσω έτοιμες καρέκλες, στρωμένες καριέρες, εύνοιες υπέρ «τέκνων συναδέλφων». 

10. Κι είμαι περήφανος που ένας εικοσάχρονος φοιτητής, ο Σωτήρης, αφοσιωμένος φίλος και αναγνώστης της «Εφ.Συν.», έγραψε ένα από τα καλύτερα κείμενα που έχουν γραφεί για τη γενοκτονία στη Γάζα, που με χαρά αναδημοσιεύσαμε και «τσιτάρω» παρακάτω ως ερέθισμα για να το διαβάσετε ολόκληρο. Θα δώσετε μόλις πέντε λεπτά, που θα γίνουν πολύτιμα.


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

Στέκομαι σε ένα βάθρο από ερείπια. Φοράω κουρέλια, μα το βλέμμα μου είναι άδειο, ταυτόχρονα τετραπέραντο. Μιλάω αργά, η φωνή μου σπάει... κι όμως δεν θρηνώ πλέον μόνο για μένα. Εχουμε άλλωστε πεθάνει και έχουμε αναστηθεί αμέτρητες φορές. Θρηνώ για ΣΑΣ. Γιατί στην προσπάθειά σας να μας σβήσετε, εμένα και τ’ αδέλφια μου, από τον χάρτη, το μόνο που καταφέρνετε είναι να σβήσετε ό,τι έχει απομείνει από την ανθρωπιά σας.

Και όταν πέσει και η τελευταία μας πέτρα, και σιγήσει και η τελευταία μας κραυγή, και το μόνο που θα απομείνει θα είναι η σιωπή και η σκόνη, εσείς θα συνεχίζετε να συζητάτε. Να αναλύετε. Να καταδικάζετε με προσοχή...

Και δεν θα έχετε καταλάβει πως δεν θάψατε μια πόλη ή εναν λαό. Θάψατε την ίδια σας την ψυχή και ολόκληρο τον γαμωπολιτισμό σας!


Σωτήρη Μερμίγκη, «Ο Παλαιστίνιος, ένας μονόλογος» (κείμενο που δημοσιεύτηκε στο blog «Ανυπότακτο Αγρίνιο» και στην efsyn.gr)


Monday, September 15, 2025

Frankenstein Reunion

Από τη στήλη ΑΝΩ ΚΑΤΩ, Η Εφημερίδα των Συντακτών, 15/09/2025

  

Ο απαράμιλλος Μάρτι Φέλντμαν στην κρίσιμη επιλογή από την "τράπεζα εγκεφάλων". Τελικά, στην ταινία, το συναρμολογημένο "τέρας" μια χαρά κατέληξε να διαβάζει Wall Street Journal (βλέπε φωτό στο τέλος), αν και με εγκέφαλο "ανωμάλου". Δεν υπάρχει η παραμικρή ένδειξη ότι η επιτυχία μπορεί να επαναληφθεί και με την ΕΕ... 

Του ΚΙΜΠΙ
 
 
Εδώ και δεκαέξι χρόνια, από τότε που ξέσπασε η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και η Ε.Ε. βγήκε από τη νιρβάνα της, αφού είχε χώσει την Ελλάδα στο κρατητήριο του 1ου Μνημονίου, πριν την κλείσει στη μόνιμη δημοσιονομική φυλακή υψίστης ασφαλείας, καθιέρωσε το ετήσιο σόου του Σεπτεμβρίου που λέγεται «Κατάσταση της Ενωσης». Μια φτηνή, μικρομέγαλη απομίμηση του αμερικανικού «State of the Union», στο πλαίσιο του οποίου η Ε.Ε. υποδύεται ότι είναι το σχεδόν συνομόσπονδο κράτος, που δεν θα γίνει ποτέ, όπως οι ΗΠΑ. Τέσσερις ομιλίες για την «Κατάσταση της Ενωσης» έχει εκφωνήσει ο λαδιάρης Μπαρόζο που έκλεισε την πόρτα της Κομισιόν κι άνοιξε της Goldman Sachs, άλλες τέσσερις ο ψευτο-φεντεραλιστής Γιούνκερ του παγκόσμιου πλυντηρίου Λουξεμβούργου, για ρεκόρ πάει η Ούρσουλα της πρώην κραταιάς (μερκελικής) Γερμανίας, με πέντε ομιλίες μέχρι στιγμής και βάλε άλλες τρεις που έχει μέχρι το τέλος της θητείας της, θα τους σκίσει όλους. 

Κάθε ομιλία προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που υποδύεται ότι είναι κάτι σαν πρωθυπουργός ή πρόεδρος ενός συνεκτικού, ομογενούς, αλληλέγγυου συνομόσπονδου κράτους, είναι μια δραματική διακήρυξη της φιλοδοξίας να γίνει η Ε.Ε. η ισχυρότερη, η ανθεκτικότερη, η δημοκρατικότερη, η ανταγωνιστικότερη και η ανοικτότερη οικονομία του κόσμου. Και κάθε φορά, η διάψευση κατά 50% (τουλάχιστον) της προηγούμενης διακήρυξης ακολουθείται από ολίγη αυτοκριτική, μερικές εξαγγελίες που χαϊδεύουν τα αυτιά των απογοητευμένων Ευρωπαίων και μια υπόσχεση δυναμικής επανεκκίνησης και βαθύτερης επανένωσης της Ευρώπης. 
 
«Οπως επανενώσαμε την Ευρώπη μετά το 1989, έτσι πρέπει να προετοιμάσουμε την επόμενη επανένωση της Ευρώπης», είπε η Φον ντερ Λάιεν, χαράσσοντας ουσιαστικά το νέο ψυχροπολεμικό, στρατιωτικό τείχος στα σύνορα με τη Ρωσία. Τα υλικά της νέας «επανένωσης» μυρίζουν μπαρούτι, στρατιωτικοποίηση, φόβο, δαπανηρούς εξοπλισμούς εις βάρος των αναγκών, μετατροπή της τάχα ειρηνευτικής ένωσης σε ένα ευρωπαϊκό παρα-ΝΑΤΟ. Είναι μια τερατώδης επανένωση, με προβληματικά υλικά. Θυμίζει την αριστουργηματική παρωδία «Φρανκενστάιν Τζούνιορ» του Μελ Μπρουκς, όταν ο δρ Φρανκενστάιν ανακαλύπτει ότι ο καμπούρης βοηθός του έφερε λάθος εγκέφαλο για το συναρμολογημένο, αναγεννημένο ανθρωποειδές, τον εγκέφαλο ενός που λεγόταν... «Abby... Normal ή μήπως Abnormal;» (= ανώμαλος). 
 

 

Saturday, September 13, 2025

Αναμνήσεις από τον Αρη

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 12-13/9/2025



Μας ανακοίνωσαν χαρούμενοι οι επιστήμονες της NASA πως το ροβεράκι που οργώνει τον Αρη και τους τεράστιους κρατήρες του εδώ και χρόνια εντόπισε την πιο καθαρή ένδειξη για ύπαρξη ζωής στον Κόκκινο Πλανήτη. Οχι τώρα, αλλά στο πολύ μακρινό παρελθόν του, κάτι δισεκατομμύρια χρόνια πριν. Τι είδους ζωή μπορεί να ήταν αυτή; Μην ξεθαρρεύετε, δεν θα ήταν οι συμπαθείς E.T. του Σπίλμπεργκ ούτε τα αιμοδιψή, ανθρωποφάγα γιγάντια μηχανικά χταπόδια του Χ. Τζ. Γουέλς στον «Πόλεμο των Κόσμων». Προς το παρόν πρέπει να συμβιβαστούμε με την ιδέα ότι η εξωγήινη ζωή, που ίσως υπήρξε κάποτε στον Αρη, θα ήταν κάτι βακτήρια ή άλλες μικροβιακές οντότητες που κατάφεραν να αναπτύξουν τις εξαιρετικές ικανότητες επιβίωσης σε ακραίες συνθήκες, με θερμοκρασίες από 20 βαθμούς Κελσίου την ημέρα έως μείον 153 βαθμούς Κελσίου τη νύχτα. Αυτά τα μικρά, αόρατα όντα, που είναι βέβαια και οι αρχαιότερες μορφές ζωής -άρα και οι ανθεκτικότερες, κι ας βγάζουμε εμείς όλο και πιο δολοφονικά καθαριστικά κι απολυμαντικά που υπόσχονται την εξόντωση του 99,9% των μικροβίων- έχουν αφήσει κάποια ίχνη πάνω στους βράχους του Αρη. 

Μεγάλη απογοήτευση για τους απανταχού οπαδούς της επιστημονικής φαντασίας, τους μυθιστοριογράφους, τους σεναριογράφους, τους κομίστες, τους καρτουνίστες, τους αστρονόμους, ίσως και τους αστρολόγους, τους θεολόγους, τους κοσμολόγους, τους φυσικούς, τους αστροφυσικούς, τους μαθηματικούς, τους μηχανικούς, τους χημικούς, τους βιολόγους, τους γιατρούς, τους φιλοσόφους, τους κοινωνιολόγους, τους πολιτικούς επιστήμονες, τους λογαριθμολόγους, τους πληροφορικάριους, τους ιστορικούς, τους ορθολογιστές, τους φαντασιόπληκτους, τους αλαφροΐσκιωτους, τους σκεπτικιστές, τους αγνωστικιστές και γενικώς όλους τους ανθρώπους που, ανεξαρτήτως επιστημοσύνης ή αγραμματοσύνης, ειδίκευσης και κουλτούρας, αντίληψης και βλακείας, επιμένουν να φαντάζονται πως αν υπάρχει κάπου στο αχανές σύμπαν ή στα πολλά αχανή παράλληλα σύμπαντα κάποια μορφή ζωής θα έχει εξελιχθεί με τον ίδιο πάνω-κάτω τρόπο όπως εδώ, στη Γη, και οπωσδήποτε έχει πιάσει και την ανώτατη πίστα, της νοήμονος ζωής, θα έχει τον απαραίτητο βαθμό ανθρωπομορφισμού, θα είναι κάτι σαν ρεπλίκες του είδους μας, οπωσδήποτε πιο άσχημοι από μας, με πεπλατυσμένα σαν καρπούζια-βαρέλες κεφάλια, τεράστια μάτια σαν φανάρια αυτοκινήτου, καθόλου αυτιά ή τόσο μεγάλα σαν πλατανόφυλλα, πόδια στραβά, άφυλα, αφού κανείς δεν έχει τολμήσει να απεικονίσει κάποιου είδους πέος ή αιδοίο ανάμεσα στα σκέλια τους, ανέκφραστα, άλλοτε μοχθηρά κι άλλοτε αγαθά σε βαθμό βλακείας. 

Αλλά μπορεί κι όλη αυτή η διάψευση της φαντασιόπληκτης, ανθρωπόμορφης εξωγηινολογίας από τα ευρήματα του ρόβερ και των επιστημόνων της NASA να είναι και μια δική τους πλάνη, γιατί πού ξέρουν αυτοί τι θερμοκρασίες επικρατούσαν στον Αρη πριν από 4 δισεκατομμύρια χρόνια, που ο πλανήτης είχε ένα σωρό νερά -έτσι μας λένε- κι επομένως και ποτάμια και θάλασσες και λίμνες στις οποίες πιθανότατα θα έσκασαν μύτη τα πρώτα βακτήρια, που κάποια στιγμή, ένα δισεκατομμύριο χρόνια αργότερα, μπορεί από αόρατα να έγιναν ορατά, να μεγάλωσαν, να έβγαλαν ουρά, πτερύγια, τα πτερύγια να έγιναν πόδια, κάποια να βγήκαν στη στεριά, όπου στο μεταξύ κάποια άλλα βακτήρια είχαν γίνει μούχλες, βρύα και μούσκλια και στη συνέχεια φτέρες και χορτάρι και μετά θάμνοι και δέντρα, μικρά δέντρα όσο μια τριανταφυλλιά και μεγάλα δέντρα όσο ένα μπαομπάμπ, και τα όντα με τα πόδια που βγήκαν στη στεριά άρχισαν να τρώνε τα άλλα, τα ριζωμένα στις πέτρες, κι επειδή δεν τους έφταναν αυτά για να τραφούν άρχισαν να τρώνε το ένα το άλλο, έγιναν και φυτοφάγα και σαρκοφάγα, και στα επόμενα δύο δισεκατομμύρια χρόνια συνέχισαν να διαφοροποιούνται σε μέγεθος, σε μορφές, σε χρώματα, σε διατροφές, άλλα έγιναν πετούμενα, άλλα σερνάμενα, άλλα τετράποδα, άλλα αιλουροειδή, άλλα αμφίβια, άλλα έντομα, άλλα μεγάλα σαν τυραννόσαυροι κι άλλα μικρά σαν τα εφήμερα, αλλά στο επόμενο δισεκατομμύριο χρόνια, από τα παμφάγα τετράποδα ένα ξεχώρισε μόλις στάθηκε στα δυο πόδια του, για κάποιον λόγο έγινε πιο έξυπνο από τα άλλα, άρχισε να παρατηρεί το περιβάλλον του, να επεξεργάζεται την τροφή του, να φτιάχνει εργαλεία, όπλα, κοσμήματα, να ζωγραφίζει στις σπηλιές, να φοβάται τις αστραπές και τους κεραυνούς, να απορεί για τα φυσικά φαινόμενα, να φτιάχνει ομάδες ομοίων, οικογένειες, γενεές, φυλές, κοινωνίες, έθνη, να ανταγωνίζεται για την τροφή και τον χώρο, να ανακαλύπτει την κατοχή και μετά την ιδιοκτησία, να αποκλείει τους άλλους από τα δικά του, κι όταν χρειαζόταν να τους εκτοπίζει και από τα δικά τους, να εκμεταλλεύεται τους πιο αδύναμους όταν αισθάνεται πιο δυνατός, να συσσωρεύει αποκτήματα, να ανταλλάσσει αυτά με άλλα που του λείπουν, να ανακαλύπτει μέσο ανταλλαγής, να καθιερώνει το χρήμα, και μαζί με το χρήμα να ανακαλύπτει την ανάγκη για περιφρούρηση της ιδιοκτησίας και του χρήματος, να καθιερώνει μορφές ιεραρχίας και εξουσίας, να αναδεικνύει ιερατεία και περίπλοκους μηχανισμούς διαχωρισμού των δίποδων ευφυών όντων σε ράτσες, σε τάξεις, σε έθνη, σε κράτη, έτοιμα να διαπληκτιστούν για μια πιθαμή γης, έτοιμα να αφανίσουν το ένα το άλλο, να συνεχίσουν τον ανταγωνισμό τους για το ποιο θα λεηλατήσει περισσότερο το περιβάλλον του Κόκκινου Πλανήτη, μέχρι που αυτό, εξαντλημένο από τον ανταγωνισμό της απληστίας, να καταρρεύσει, να μετατραπεί σε μια κόκκινη αφιλόξενη έρημο, υπερβολικά καυτή στα πρώτα 100 εκατ. χρόνια, υπερβολικά παγωμένη τα επόμενα 100 εκατομμύρια, μέχρι που το ένα μετά το άλλο είδος εξαφανιζόταν, η τροφή λιγόστευε, το νερό δεν πινόταν και το ευφυές δίποδο που κυριαρχούσε στον Αρη εξαφανίστηκε κι αυτό, δεν άφησε πίσω του ούτε τη σκόνη του, και δεν υπάρχει κανείς και τίποτα να αφηγηθεί την ιστορία του, μόνο αυτά τα βακτήρια που βρήκε το ροβεράκι της NASA, αλλά τι να σου πει ένα βακτήριο; Πόσος ήταν ο ΦΠΑ στα βρύα και στο κρέας σαβουρογαμόσαυρου πριν από την κλιματική καταστροφή του πλανήτη; 

Θα μείνουμε με την απορία και την ανικανοποίητη φαντασία. 


ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 

 Ελιοτ στον E.T. : Αυτά είναι λεφτά. Βλέπεις; Τα βάζουμε στο φιστίκι (σ.σ. παιχνίδι-κουμπαράς στο σχήμα φιστικιού). Βλέπεις. Τράπεζα. Καταλαβαίνεις;

Στίβεν Σπίλμπεργκ, Μελίσα Μάθισον, «Ε.Τ. ο εξωγήινος»