Η Εφημερίδα των Συντακτών, 25-26/3/2023
Παρότι δεν ήταν και καμιά τεράστια εξυπνάδα η περίφημη φράση «it’s the economy stupid!» που έκανε βάιραλ πριν από τριάντα χρόνια ο σύμβουλος του Κλίντον, ο Τζέιμς Κάρβιλ, έγινε το «σύμβολο πίστεως» που ένωσε τους σχεδιαστές της νεοφιλελεύθερης απορρύθμισης των οικονομιών με τους επικοινωνιολόγους και σχεδιαστές των εκλογικών στρατηγικών των απανταχού κυβερνήσεων στη Δύση.
Η φράση «είναι η οικονομία, ηλίθιε!» υπονοεί -ενδεχομένως μας λέει και κατάμουτρα- ότι ως είδος, ως πολίτες και ως ψηφοφόροι είμαστε αντικείμενα εξαγοράς. Και μάλιστα με διπλό τρόπο: Πρώτα μέσα από τη διάχυση των οφελών ενός ανοδικού κύκλου της οικονομίας και των αγορών σε όσους προλάβουν και έχουν επαρκή αρπακτικά ανακλαστικά για να πάρουν ό,τι τους αναλογεί από την πίτα που μεγαλώνει. Κι έπειτα, μέσα από τη γενναιοδωρία των κυβερνήσεων που, ανάλογα με τον «δημοσιονομικό χώρο» (έτσι!) που δημιουργείται κάθε φορά, ανοίγουν το πουγκί του προϋπολογισμού και φιλοδωρούν τους ευάλωτους ιθαγενείς, όσους δηλαδή δεν πρόλαβαν ή δεν μπόρεσαν να αρπάξουν κομμάτια από την πίτα της ανάπτυξης ή της φούσκας, όσα τουλάχιστον αφήνουν οι μεγάλοι άρπαγες.
Αυτό το μοντέλο, βέβαια, έχει τα εξής προβλήματα: Πρώτον, από το 2008 και μετά, ακόμη και οι πιο αρρωστημένοι νεοφιλελεύθεροι κατάλαβαν ότι όλες οι φούσκες σκάνε κάποια στιγμή, μερικές και στα μούτρα τους. Πως αυτός ο «ανοδικός κύκλος» όλο και συχνότερα διακόπτεται από κρίσεις, διαταραχές, μικρά και μεγάλα κραχ. Και δεύτερον, πως οι κυβερνήσεις και τα κόμματα εξουσίας δεν έχουν το ελεύθερο, όσο πλησιάζουν στις εκλογές, να μοιράζουν κατά βούληση μπουρμπουάρ στους απελπισμένους ψηφοφόρους. Διότι ο «δημοσιονομικός χώρος» (ξανά έτσι!) δεν είναι απεριόριστος. Αντιθέτως πολύ συχνά εξαφανίζεται εντελώς κι αντί να δίνει χάντρες στους ιθαγενείς μπορεί να τους παίρνει ακόμη και τα σώβρακα (πολλώ μάλλον τα ενυπόθηκα σπίτια). Αυτό συνέβη άλλωστε τη δεκαετία της κρίσης χρέους και των μνημονίων, καθιστώντας τη λιτότητα όχι εξαίρεση του κανόνα, αλλά τον μοναδικό κανόνα διαχείρισης των οικονομικών του κράτους, ιδιαίτερα στην Ε.Ε.
Βεβαίως, και πάλι οι κυβερνήσεις και τα κόμματα εξουσίας έμειναν αγκυρωμένα στο σύμβολο της πίστεως (πρωτίστως της τραπεζικής) και στο «it’s the economy, stupid!», αντιστρέφοντας απλώς τη σχέση με το δημόσιο ταμείο. Αντί να πουλάνε άμεσες μεταβιβάσεις στους ευάλωτους, εμπορεύονται κυρίως μείωση των δόσεων λιτότητας και υποσχέσεις ελάφρυνσής της.
Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, ωστόσο, μέσα στα τέσσερα χρόνια θητείας της, πέρασε από όλες τις φάσεις και μετήλθε όλες τις εναλλακτικές μορφές εξαπάτησης και εξαγοράς των ψηφοφόρων διά του δόγματος «it’s the economy, stupid!». Ο Μωυσής ξεκίνησε ορμητικά υποσχόμενος μείωση φόρων και εισφορών, επιχειρώντας να εδραιώσει την ηγεμονία του στην περιούσια μεσαία τάξη. Αλλά μετά του έκατσε η πανδημία και μετέτρεψε το δημόσιο ταμείο σε πρυτανείο σίτισης των πάντων, με προτεραιότητα στους προμηθευτές/εργολάβους και μονίμους τροφίμους του. Μετά, άνοιξαν οι ουρανοί των Βρυξελλών, έγινε και το Ταμείο Ανάκαμψης, και άρχισε να μοιράζει χρήμα, δωρεάν ή εξαιρετικά φτηνό, στα παλιά και νέα τζάκια της επιχειρηματικής πελατείας του κράτους. Ηρθε και η ενεργειακή και πληθωριστική κρίση και η Μητσοτάκης Α.Ε. αποφάσισε να ανοίξει το εκλογικό τάργκετ γκρουπ της προς την πλέμπα, προς τους μόνιμα ριγμένους της διανομής. Αγάπησε τους συνταξιούχους και τους μισθωτούς κι αποφάσισε να μοιράσει αυξήσεις και κάθε μορφής pass. Fuel pass, energy pass, kalathi pass, bakaliaros pass, labada pass και γενικώς κάθε εκδοχής kalpes pass (προσεχώς και diakopes pass, αρκεί να μην πας -στις κάλπες- αν είσαι κάτω των 30 και με άγριες διαθέσεις).
Γενικώς, αυτή η κυβέρνηση εφάρμοσε το δόγμα it’s the economy, stupid με ζήλο και πολύ χρήμα, έστω κραυγαλέα μοιρασμένο υπέρ φίλων και κολλητών της. Και, πράγματι, μέχρι τις 28 του Φλεβάρη, κάθε δημοσκόπος και δημοσιογράφος που σεβόταν τον εαυτό του έλεγε με κάθε βεβαιότητα, καθώς μαδιόταν η μαργαρίτα των εκλογών και της άδηλης μέρας πραγματοποίησής τους, πως οι πολίτες ψηφίζουν με κριτήριο την τσέπη τους. Αδιάφορες οι υποκλοπές, μικρής σημασίας η μετατροπή του κράτους σε οικογενειακό τσιφλίκι της Μητσοτάκης Α.Ε., δεν πουλάνε η δημοκρατία, το κράτος δικαίου, η ηθική εξαχρείωση των αξιωματούχων, η διαφθορά. Δυστυχώς, η πλειονότητα της κοινωνίας, στο μεταίχμιο απελπισίας και προσδοκίας, μπορεί να ανεχτεί την «ορμπανοποίηση» της χώρας προκειμένου να επιβιώσει.
Και γίνεται αυτό στα Τέμπη. Κι αυτό το άφατο, το απίστευτο τα αλλάζει όλα. Ή μπορεί να μην τα αλλάζει όλα, αλλά να αποκαλύπτει ότι η σκέψη δεν περνάει μόνο από την τσέπη. Οτι οι πολίτες, ειδικά οι νεότεροι, δεν πουλάνε την ψυχή τους, τον θυμό τους, τις ηθικές προτεραιότητές τους για μια τηγανιά πατάτες, για ένα pass και 50 ευρώ αύξηση στον ισχνό μισθό τους.
It’s not just the economy, stupid! Είναι πολύ περισσότερα, πολύ περιπλοκότερα, πολύ πιο εκλεπτυσμένα και υπόρρητα πράγματα που κάνουν τον άνθρωπο ενίοτε να θυσιάζει ακόμη και τη μισοάδεια τσέπη του για να διασώσει τη γεμάτη σκέψη του. Αλλά πού να το καταλάβουν αυτό στο Μαξίμου, όπου η μόνη σκέψη είναι η τσέπη. Που κι αυτή προς το παρόν περνάει από την κάλπη. Παίζουν τα ρέστα τους, ας ελπίσουμε να μείνουν ρέστοι.
ΚΙΜΠΙ
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
Εγώ μετράω τα ρέστα μου να βγάλω κι άλλο μήνα
ανοίγω και δε βλέπω ουρανό
εσύ έχεις στο πιάτο σου ολόκληρη Αθήνα
ανοίγεις και χαζεύεις το κενό
Εγώ έχω το δίκιο μου κι εσύ τον κόσμο όλο
νομίζεις θα βρεθούμε στα μισά
μιλάω με τον ίσκιο μου τρομάζω με το ρόλο
κοιμάμαι με τα μάτια μου ανοιχτά
Οδυσσέα Ιωάννου, «Το δίκιο μου» (από τον δίσκο «Καινούργιο φιλί» του Θέμη Καραμουρατίδη)