Η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο. Αυτή η αποφθεγματική βεβαιότητα κάμπτεται ως προς το δεύτερο σκέλος της. Το πιάτο μπορεί να είναι και ζεστό. Καυτό μάλιστα. Όσο, για παράδειγμα, οι θερμικές εκπομπές του πετρελαίου. Αυτή την περίοδο αυτός που παίρνει την εκδίκησή του είναι η λεγόμενη πραγματική οικονομία. Η οικονομία που εκπροσωπείται από χειροπιαστά, συμβατικά προϊόντα λεηλασίας της φύσης. Υποθέτω ότι οι άνθρωποι που πριν μερικά χρόνια ορκίζονταν στο όνομα της σχεδόν άυλης «Νέας Οικονομίας» τώρα θα σκίζουν τα διπλώματα, τις διατριβές και τα διδακτορικά τους. Η καταστροφή που μας απειλεί προέρχεται από πολύ παραδοσιακές ανισορροπίες του οικονομικού μας πολιτισμού: από την υπαρκτή (ή εικαζόμενη) ένδεια πόρων, από την αποστράγγιση των ενεργειακών πρώτων υλών, από την ξηρασία, από τις καταστροφικές παραξενιές του καιρού, από την κατάρρευση των συμβατικών συμβόλων του παγκοσμιοποιημένου (και τελικά δολαριακού) καπιταλισμού. Ολες οι σταθερές του νεοφιλελευθερισμού μοιάζουν να κλονίζονται, να πέφτουν στο κενό σαν τους ιδανικούς (παρ’ ολίγον) αυτόχειρες του Μεγάρου Μαξίμου.
Μπορεί τα διεθνή χρηματιστήρια να συνεχίσουν να παράγουν υπεραξίες στο πεδίο της μετα-οικονομίας. Αλλά αυτές θα παραμένουν εκτοπλάσματα της δημιουργικής λογιστικής, μνημεία «φούσκας» αν προηγουμένως δεν περάσουν από τον «πάγκο» των παλιών καλών χρηματιστηριακών εμπορευμάτων. Επιστρέψαμε στον χρυσό αιώνα των commodities: πετρέλαιο, στάρια, καφέδες, βαμβάκια, μέταλλα, χρυσός ανακτούν το χαμένο τους έδαφος και εκδικούνται μέσω του πληθωρισμού που θρονιάζεται πάλι στην αργκό των νεοφιλελεύθερων. Όλα είναι θέμα τιμής: της τιμής του πετρελαίου, του σίτου, του χρυσού, του χαλκού, του χάλυβα και όλων των παραγώγων τους. Παραδόξως, πρόκειται για προϊόντα των οποίων η παραγωγή τους εξαρτάται περισσότερο από κάθε άλλου από το είδος εργασίας που η νεοφιλελεύθερη ορθοδοξία είχε κηρύξει υπό εξαφάνιση: την χειρωνακτική. Άλλο ένα πεδίο εκδίκησης της «παλαιάς οικονομίας».
Η «παλαιά» οικονομία επανέρχεται δριμύτερη και μέσω ενός άλλου δρόμου: της επιστροφής του πληθωρισμού ως εφιάλτη. Εφιάλτη όχι απλώς για τη νομισματική σταθερότητα στην οποία εξαντλούν το λόγο ύπαρξής τους οι κεντρικοί τραπεζίτες. Αλλά για την πραγματική οικονομία, το εισόδημα των νοικοκυριών, την καταναλωτική τους ισχύ, τις επιχειρήσεις και τους τζίρους τους. Οι άχρηστοι κεντρικοί τραπεζίτες καθίστανται έτσι πιο άχρηστοι από ποτέ και οι υπουργοί των «εθνικών οικονομιών» (που δεν είναι πια ούτε εθνικές ούτε οικονομίες) παίρνουν κι αυτοί την εκδίκησή τους. Ξαφνικά, γίνονται απαραίτητοι για τη νεκρανάσταση ξεχασμένων θεμελιωδών μύθων του καπιταλισμού. Όπως, για παράδειγμα, ότι οι μισθοί φταίνε για τον πληθωρισμό κι επομένως, μόνο μέσο ανάσχεσης του «τέρατος» είναι η συγκράτησή τους. Μαζί τους, οι αρμόδιοι υπουργοί Ανάπτυξης, οι «Κύριοι των τιμών», βγάζουν το φιλελεύθερο κοστούμι τους κι ανασύρουν από το μουσείο της οικονομικής αρχαιολογίας τα σακάκια με τα σηκωμένα μανίκια της «σοσιαλμανίας». Nα οι συμφωνίες κυρίων επί των τιμών, να και οι εκκλήσεις πατριωτικού καπιταλισμού προς τις επιχειρηματικές ηγεσίες. Αν, τώρα, μας προκύψει και νέο καρτέλ (γάλατος, σταριού ή χάρτου υγείας), δεν πειράζει, θα το ελέγξει ως σκάνδαλο (κουμπάρων ή μπατζανάκηδων) η επόμενη κυβέρνηση.
Αλλά, απ’ όλα τα εμπορεύματα των οποίων οι τιμές εκτοξεύονται προκαλώντας έξαρση του πληθωρισμού ένα βρίσκεται στον αντίποδα. Διανύει περίοδο ραγδαίου αποπληθωρισμού (deflation). Η τιμή του πιάνει πάτο, παρ’ ότι προηγήθηκε μια τετραετία διόγκωσής της. Το ευτελέστερο εμπόρευμα της εποχής μας, τουλάχιστον στο εγχώριο χρηματιστήριο (ηθικών) αξιών, είναι η τιμή της πολιτικής και των πολιτικών. Που βρίσκεται σήμερα; Χάθηκε πέφτοντας από τον πέμπτο όροφο πολυκατοικίας στο Κολωνάκι; Εξαφανίστηκε στα μονταρισμένα frame ενός ψηφιακού δίσκου; Εξατμίστηκε στο δρόμο από το Μέγαρο Μαξίμου προς το γραφείο του ανακριτή; Πατήθηκε από τις ρόδες ενός φορτηγού; Καταπλακώθηκε από το δημοσιογραφικό απόρρητο; Καμιά σημασία δεν έχει. Οι πορνογραφικές και αστυνομικές λεπτομέρειες του δράματος απλώς αφαιρούν βίαια τον αέρα της ηθικοπλαστικής φούσκας που εξέθρεψε για τουλάχιστον πέντε χρόνια η γαλάζια ηγεμονία. Η «τιμή της τιμής» είναι αντιστρόφως ανάλογη των φακέλων και των δικογραφιών που στοιβάζονται στα εισαγγελικά και ανακριτικά γραφεία.
Η ελληνική γλώσσα έχει το σπάνιο πλεονέκτημα να καθιστά περιεκτική μια ταυτολογία, όπως αυτή που περιέχεται στη φράση «η τιμή της τιμής». Το διφορούμενο των εννοιών αντί να υπονομεύει, υπογραμμίζει τον τραγέλαφο που αποτελεί σήμερα ό,τι αποκαλούμε δημόσιο βίο.
Με όρους αγοράς- και δη απελευθερωμένης, για να μη χαλάσουμε τη ζαχαρένια των φιλελεύθερων- η τιμή της τιμής των πολιτικών είναι το μοναδικό παράδειγμα άψογης λειτουργίας του ανταγωνισμού και επίτευξης του τελικού του σκοπού υπέρ της κοινωνίας. Ο διαγκωνισμός των προσώπων της εξουσίας στην παραγωγή παρασιτισμού, έκπτωσης ηθικών κωδίκων, παρακμής και εκμαυλισμού είναι τόσο σφοδρός και ανελέητος, ώστε η αξία του περιώνυμου προϊόντος να τείνει διαρκώς στο μηδέν. Το εμπόρευμα «τιμή» προσφέρεται σχεδόν δωρεάν. Πάρε κόσμε, το αφεντικό τρελάθηκε!
Η αλήθεια είναι ότι η πρόθεση των συντελεστών της σχετικά νέας αυτής αγοράς ήταν ακριβώς η αντίθετη. Εξοβελίζοντας τον αμοραλισμό του Μακιαβέλι, αυτού του ψυχρού πλην ακριβέστατου ανατόμου της εξουσίας, από το πολιτικό μας σύμπαν, δημιούργησαν μεγάλες προσδοκίες, χορήγησαν ισχυρές δόσεις ηθικής στο κοινωνικό σώμα που αίφνης κλήθηκε να επιλέξει πρόσωπα και σχηματισμούς με όρους Καινής Διαθήκης. Η αγιογραφία που πλάστηκε για το αποδεκτό μοντέλο πολιτικού προϋποθέτει διαζύγιο με τις πελατειακές σχέσεις, αποστάσεις από ατομικά και ομαδικά συμφέροντα, αποστείρωση των σχέσεων δημόσιας και ιδιωτικής οικονομίας και ένα είδος κοινωνικής δικαιοσύνης στο πλαίσιο της οποίας δεν θα εμποδίζονται ούτε οι έχοντες να έχουν ακόμη περισσότερα ούτε η μη έχοντες να αποκτήσουν το κατιτί τους. Κάθαρση, εξυγίανση, επανίδρυση ήσαν οι έννοιες που υπερεκτιμήθηκαν στα όρια της φούσκας.
Φυσικά, αυτό το νέο «ευαγγέλιο» της ηθικής στην πολιτική είχε υπόσταση μόνο στη καλπάζουσα φαντασία των εμπνευστών τους. Αν δια μαγείας εφαρμοζόταν θα σήμαινε την αυτοκατάργηση τους. Οι ηθικοπλαστικές τους υπεραξίες εξανεμίζονται καθώς ανακαλύπτουν ότι η «παλαιά πολιτική», όπως και η «παλαιά οικονομία», παλινορθώνεται ακόμη και στο στενό τους περιβάλλον και μάλιστα με όρους Πομπηίας…Στις τελευταίες μέρες της κιόλας. Η φαυλότητα είναι τελικά το οξυγόνο της εξουσίας. Όσοι την παρακολουθούν κατάπληκτοι ως αποκρουστική απόκλιση από τον κανόνα, μάλλον θα πρέπει να ξεφυλλίσουν ξανά τα εγχειρίδια της ιστορίας. Και τον Μακιαβέλι, φυσικά.
Πιο ρεαλιστικό (και πιο έντιμο- άλλη μια εννοιολογική εκδίκηση της ρίζας «τιμή») για την αποκατάσταση της «τιμής της τιμής» των πολιτικών θα ήταν να αναδιοργανωθούν τα σχήματα, τα κόμματα και τα πρόσωπα της εξουσίας γύρω από τα πραγματικά συμφέροντα και τις πραγματικές αντιθέσεις της κοινωνίας. Είναι ίσως πιο δυσδιάκριτες, πιο συγκεχυμένες από παλιότερα, αλλά είναι βαθύτατες και υπαρκτές. Τελικά, είναι προτιμότερος ένας πολιτικός που υπερασπίζει ανοικτά τα στενά συμφέροντα μιας κοινωνικής ομάδας, γιατί ενδεχομένως προσβλέπει στον ηγεμονικό της ρόλο, στην κινητήρια οικονομική ισχύ της ή στο ειδικό εκλογικό της βάρος, παρά ένας πολιτικός που φλυαρεί ακατάσχετα στο όνομα όλης της κοινωνίας αλλά συναλλάσσεται στο σκοτάδι με τα πιο παρασιτικά τμήματά της, ως ληστής, κλεπταποδόχος ή κοινός εκβιαστής. Μέχρι στιγμής, δυστυχώς ή ευτυχώς, για τις κοινωνίες δεν έχει αποδειχθεί τίποτε πιο παραγωγικό από τη σύγκρουση.
No comments:
Post a Comment