Πολλά θα μας μείνουν αξέχαστα απ’ αυτή την εκλογική αναμέτρηση και την κυβερνητική αλλαγή που την ακολούθησε. Η έκπληξη -ευχάριστη ή δυσάρεστη- νικητών και ηττημένων για το εύρος της νίκης και το βάθος της ήττας τους. Οι μουτσούνες των πρώην υπουργών που περιέβαλλαν περίλυποι τον Καραμανλή, όπως οι μαθητές τον Ιησού στον δρόμο προς τον Γολγοθά. Οι μορφασμοί των τηλεαστέρων που έκαναν απεγνωσμένες προσπάθειες να μετατρέψουν το σοκ σε χαρά. Οι πιρουέτες των μιντιαρχών που σαν να μην τρέχει τίποτα δήλωσαν εν μία νυκτί λάτρεις του Παπανδρέου και ψάχνουν ήδη τον νέο Ρουσόπουλό τους – ορισμένοι δεν αποκλείεται να ισχυριστούν ότι (ξανα)γκρέμισαν τον καραμανλισμό. Τα δακρύβρεχτα σχόλια των άνκορμεν για τη γενναιότητα και το πολιτικό σαβουάρ βιβρ του απερχόμενου πρωθυπουργού. Η σπουδή του κ. Προβόπουλου να μας αποκαλύψει (εκ Τουρκίας!), την επαύριο του πράσινου θριάμβου, αυτό που μέχρι την περασμένη Κυριακή του διέφευγε – ότι το έλλειμμα τρέχει ιλιγγιωδώς προς το 10%. Η ελαφρότητα με την οποία οι ηγεσίες της Αριστεράς βάφτισαν το κρέας ψάρι – και το ’φαγαν ήδη με τη μέγιστη απόλαυση. Η δυσκολία δημοσιογράφων αλλά και πολιτών να εξοικειωθούν με τόσα πολλά άγνωστα πρόσωπα που αναλαμβάνουν τη διακυβέρνηση της χώρας, με τόσες νέες και μακροσκελείς επωνυμίες στα αναδομημένα υπουργεία. Η πρόσθετη δυσκολία να κατανοήσει κανείς πόση δόση τυχοδιωκτισμού χρειάζεται κάποιος για να γίνει υπερυπουργός υπό έναν πρωθυπουργό που, κατά τα λεγόμενά του, προσβάλλει την αισθητική του. Η ακόμη μεγαλύτερη δυσκολία να κατανοήσει ο μέσος πολίτης πώς θα εξουσιαστεί η χώρα από τους - κατά Παπανδρέου- αντιεξουσιαστές της εξουσίας. Και η καταπληκτική ευκολία με την οποία η κραταιά φιλελεύθερη διακυβέρνηση μετατράπηκε σε λίγα εικοσιτετράωρα σε συνονθύλευμα σπαρασσόμενων μονομάχων, που εξαγοράζουν ή εκβιάζουν τους λόχους των εκλεκτόρων.
Όμως, καμιά απ’ αυτές τις εκπλήξεις των εκλογών του 2009, που διεκδικεί με αξιώσεις την καταγραφή στα κατάστιχα της ιστορίας ως έτος της «νέας αλλαγής», δεν συγκρίνεται μ’ αυτήν που μου προκάλεσε ο πρώην υπουργός ΠΕΧΩΔΕ Γ. Σουφλιάς. Όταν συνόδευσε την ηχηρή πλην αναπόφευκτη αποχώρησή του από την πολιτική, με τη δήλωση ότι θέλει «ν’ αναπνεύσει εκτός πολιτικής».
Αλήθεια, πώς είναι ο αέρας εκτός πολιτικής; Τι οξυγόνο περιέχει η ατμόσφαιρα εκεί πάνω – ή εδώ κάτω; Ας ρωτήσει εμάς ή, ακόμη καλύτερα, εσάς ο κ. Σουφλιάς. Διότι εσείς, ο μέσος πολίτης της χώρας όπου ανθεί η φαιδρά πορτοκαλέα, αναπνέετε εδώ και πολλές δεκαετίες έναν αέρα βρόμικο και σάπιο. Κι αυτό οφείλεται εν μέρει στις δηλητηριώδεις αναθυμιάσεις της πολιτικής. Μια «πράσινη πολιτική» αυτές τις εκπομπές αερίων θα έπρεπε να περιορίσει δραστικά, πριν στήσει παντού ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά κάτοπτρα.
Το είδος της πολιτικής που κυριαρχεί και ασκεί διακυβέρνηση στην Ελλάδα παράγει νοσηρές σχέσεις διαπλοκής με ομάδες και λόμπι συμφερόντων, δημιουργεί με πράξεις ή παραλείψεις επιχειρηματικά τέρατα, εκμαυλίζει στρατιές πολιτών είτε με τις παραδοσιακές σχέσεις πελατείας και ρουσφετιού είτε με ομαδική εξαγορά κοινωνικών και επαγγελματικών ομάδων, διαλύει κάθε ίχνος κοινωνικής συνοχής και αλληλεγγύης, συντηρεί και μεγεθύνει τις τρομακτικές ανισότητες που διαπερνούν την κοινωνία, λύνει κάθε πρόβλημα του παρόντος εις βάρος του μέλλοντος, σπαταλάει τον δημόσιο πλούτο για να συντηρεί μια κρούστα ευμάρειας και να επικοινωνεί το τίποτα, οδηγεί τη χώρα σε οικονομική χρεοκοπία και αναπαράγει τον κάκιστο εαυτό της εκπροσωπούμενη ηγεμονικά από πέντε-δέκα οικογένειες που παράγουν αποκλειστικά πολιτικούς, όπως άλλες βγάζουν χτίστες, αγρότες ή επιστήμονες.
Αν η πολιτική στην οποία διέπρεψε επί τριακονταπενταετία ο κ. Σουφλιάς είχε τόσο «κακό αέρα» ώστε να ασφυκτιά και ο ίδιος εντός της, αυτό συμβαίνει επειδή οι τοξικές αναθυμιάσεις της είναι αδύνατο να περιοριστούν έξω από τον γυάλινο κόσμο της. Το σύστημα, εξ ορισμού, δεν είναι στεγανό. Γι’ αυτό και μεταξύ των θυμάτων της πολιτικής, εκτός από τους πολίτες, υπάρχουν και πολιτικοί. Η περιπέτεια της Ν.Δ. είναι ένα απτό παράδειγμα αυτού του κανόνα, και μέχρι τις 7 Νοεμβρίου θα παραγάγει πολλά, δεκάδες θύματα. Το ότι ο κ. Σουφλιάς αισθάνεται ήδη θύμα αυτής της «βλάβης» του συστήματος είναι δική του ερμηνεία. Προς το παρόν οι περισσότεροι «σύντροφοί» του αισθάνονται δικά του θύματα. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτό που αισθάνεται ο πρώην ΥΠΕΧΩΔΕ και όλοι οι συν αυτώ «πρώην» είναι σύμπτωμα μιας άλλης «βλάβης», για την ακρίβεια μιας συγγενούς ανωμαλίας του κομματικού συστήματος: τα κόμματα εξουσίας ασφυκτιούν μακριά από την εξουσία. Αισθάνονται καλά μόνον όταν έχουν καταλάβει τους θώκους της, όταν κατοικούν στα μέλαθρά της, όταν ανασαίνουν τον αέρα της. Επομένως, κάτι καλό θα περιέχει αυτός ο αέρας.
Αλλά, ο κ. Σουφλιάς εμφανίζει αντίστροφα τα πράγματα. Λες και κάποιος τον υποχρέωσε να εμπλακεί στην πολιτική. Λες και κάποιος του επέβαλε να αναλαμβάνει βαριά χαρτοφυλάκια, να εκπονεί σχοινοτενή και μεγαλεπήβολα προγράμματα για το κόμμα του. Εμφανίζεται και αυτός, όπως ο κάθε μέσος πολιτικός, ως θύμα ενός καταναγκασμού, υποχείριο ενός θεόπνευστου απόλυτου προορισμού, κληρονόμος βασιλικού θρόνου που είναι καταδικασμένος να υπηρετήσει. Καρτερικός κουβαλητής ενός σταυρού που σηκώνει εν ονόματι του θολού συλλογικού συμφέροντος: του έθνους, της κοινωνίας, της παράταξης.
Ωστόσο, κανείς, ποτέ, δεν υποχρέωσε τον κ. Σουφλιά να εγκαταλείψει την επαγγελματική του καριέρα ως μηχανικός και να εισπνέει τον αέρα της πολιτικής -ούτε καν οι 3-4 δεκάδες χιλιάδες ψηφοφόρων που τον «σταύρωναν» μέχρι το 1996 στη Λάρισα (έκτοτε αναπαύθηκε στην ασφάλεια της αριστείνδην εκλογής). Και ο κ. Σουφλιάς είναι απλώς ένα πρόσχημα, ένα παράδειγμα. Το ίδιο συμβαίνει με όλους τους επαγγελματίες πολιτικούς που διακατέχονται από το σύνδρομο του απόλυτου προορισμού, από τη φενάκη ότι είναι κάτοχοι ενός μοναδικού ταλέντου που είναι υποχρεωμένοι να καταθέσουν στην κοινωνία, χωρίς προσδοκία αντιπαροχής. Δέστε τι θα συμβεί κι αυτή τη φορά: σχεδόν τα μισά μέλη του πράσινου Υπουργικού Δυμβουλίου σήμερα δεν τα γνωρίζει κανείς. Τα μακροσκελή βιογραφικά τους, κατάλληλα ίσως ως αιτήσεις πρόσληψης σε «σοβαρούς ιδιωτικούς οργανισμούς», δεν συμπληρώνονται από κοινωνική αναγνωρισιμότητα. Κι όμως, σε δύο-τρία χρόνια οι περισσότεροι απ’ αυτούς δεν θα μπορούν να ζήσουν χωρίς τον αέρα της πολιτικής. Ο εθισμός τους θα μετατραπεί σε ένα είδος χρέους (στην πατρίδα, το κόμμα, τον αρχηγό, την κοινωνία), θα νιώθουν τόσο απαραίτητοι στο οικοδόμημα όσο είναι κάθε χαρτί σ’ έναν ευαίσθητα ισορροπημένο πύργο από τραπουλόχαρτα. Λίγοι, ελάχιστοι, είναι οι πολιτικοί που κατάφεραν να απεξαρτηθούν εγκαίρως από τον αέρα της εξουσίας, παίρνοντας στις αποσκευές τους ένα αξιοπρεπές χαρτοφυλάκιο υστεροφημίας (και όχι μόνο αυτό…) Οι περισσότεροι υπέστησαν μέχρι τέλους το μαρτύριο του Ιώβ, δηλώνοντας ενίοτε την πικρία τους διότι δεν αναγνωρίζεται επαρκώς το μέγεθος της προσφοράς τους: «Είμαι αηδιασμένος», έλεγε και ο θείος Καραμανλής, σε ένδειξη αποστροφής για την ανεπίδεκτη μαθήσεως διαμαρτυρόμενη ελληνική κοινωνία. Δήλωνε κι αυτός με τον τρόπο του πόσο τον έβλαπτε ο αέρας της πολιτικής. Αν και τον εισέπνευσε μέχρι τελευταίου μορίου.
Αυτά αφορούν φυσικά την ειδική ψυχοπαθολογία μια μικρής κοινωνικής ομάδας, της εγχώριας πολιτικής ελίτ, η οποία αδυνατεί να ερμηνεύσει ένα πολύ ουσιαστικότερο φαινόμενο: τη διαρκή – και διαρκώς αυξανόμενη αναντιστοιχία της με την κοινωνία. Ή τουλάχιστον με τα μεγαλύτερα τμήματά της. Ιδιαίτερα εκείνα που αναπνέουν εκτός πολιτικής μεν, αλλά εντός των βλαβερών της αναθυμιάσεων. Διότι, ανεξάρτητα από το τι συμβαίνει στον φαντασιακό κόσμο του πολιτικού, η πολιτική του, αυτή η ειδική τέχνη άσκησης της δημόσιας εξουσίας, έχει συγκεκριμένα, χειροπιαστά αποτελέσματα στην κοινωνία. Κι όπως καταδεικνύουν ο τρόπος που συρρικνώνεται ο εγχώριος (και όχι μόνο) πολιτικός κύκλος, η ταχύτητα μετατροπής της πλειοψηφίας σε μειοψηφία και η συχνότητα εναλλαγής στην εξουσία, η πολιτική και οι πολιτικοί χάνουν εντυπωσιακά τις ικανότητές τους να δημιουργούν ανθεκτικές στο χρόνο πλειοψηφίες ικανοποιημένων πολιτών. Έστω και σχετικά ικανοποιημένων. Ιδιαίτερα στις συνθήκες μιας οικονομικής κρίσης που καταστρέφει ακόμη και τους πιο ασφαλείς θύλακες ευημερίας. Κι εδώ, δεν καταγράφονται μόνο τα αναπόφευκτα αποτελέσματα του επιχειρηματικού και οικονομικού κύκλου, αλλά και η διαχειριστική ανικανότητα του πολιτικού προσωπικού να αποτρέψει τα χειρότερα ή, ακόμη χειρότερα, οι ταξικές επιλογές της πολιτικής του.
Ως εκ τούτου, ο κ. Σουφλιάς, και ο κάθε επαγγελματίας πολιτικός που κάνει την ηχηρή του έξοδο από τη «φυλακή» του δημοσίου βίου, εκεί έξω δεν θα βρει έναν αέρα καθαρό, απαλλαγμένο από ρύπους και βλαβερά σωματίδια. Θα συναντήσει και ένα μέρος του εαυτού του, τα αποτελέσματα της δημόσιας δράσης του. Κι αν ο ίδιος έχει εξασφαλίσει για τον εαυτό του και τους οικείους του πατέντες και φίλτρα αποστείρωσης του αέρα που ανασαίνει, για τους κοινούς θνητούς δεν υπάρχει αυτή η πολυτέλεια. Άλλωστε ο πολιτικός έχει τη δυνατότητα να αποδράσει από την πολιτική. Η κοινωνία πώς να αποδράσει από τον εαυτό της;
No comments:
Post a Comment