Η Εφημερίδα των Συντακτών, 5-6/11/2022
Από τότε που ετέθη το δίλημμα για το αυγό και την κότα, ποιος/ποια/ποιο έκανε ποιον/ποια/ποιο, τρισεκατομμύρια αυγά έχουν γίνει ομελέτα, μάτια, στραπατσάδα, μαγιονέζα, μαρέγκα, κέικ, παγωτό ζαμπαλιόνε ή απλώς κλωσόπουλα. Kαι δισεκατομμύρια κότες και κοτόπουλα έχουν γίνει σούπα, ψητές, κοκκινιστές, κατσιατόρε, τσερκέζικες, πανέ, κοτομπουκιές. Οι ίδιες οι κότες και τα αυγά δεν μπήκαν στο βαθύ οντολογικό δίλημμα για την προέλευσή τους γιατί, όπως θα έλεγε ο Ινγκμαρ Μπέργκμαν με τον αφοπλιστικό κυνισμό του, ολόκληρη η φιλοσοφία από εποχής Ιώνων μέχρι Βιτγκενστάιν μπορεί να συμπυκνωθεί σε ένα ανθρώπινο ρέψιμο -ή, για να μιλήσουμε με όρους κότας, σε ένα κακάρισμα.
Οι κότες και τα αυγά συνέχισαν να κάνουν την παραγωγική δουλειά τους κι εμείς τη δική μας, εξίσου παραγωγική αν και κανιβαλική. Κι ο κόσμος συνέχισε να πορεύεται και να περιστρέφεται στο στερέωμα του ουρανού όχι σε κύκλους, αλλά σε ελλείψεις που θυμίζουν κάπως το σχήμα του αυγού, χωρίς αυτό να προκαταλαμβάνει την οριστική απάντηση στο δίλημμα για αρχέγονο ον. Ξέρετε, το κοσμικό αυγό από το οποίο προέκυψε τάχα η στραπατσάδα του σύμπαντος.
Οι κότες και τα αυγά συνέχισαν να κάνουν την παραγωγική δουλειά τους κι εμείς τη δική μας, εξίσου παραγωγική αν και κανιβαλική. Κι ο κόσμος συνέχισε να πορεύεται και να περιστρέφεται στο στερέωμα του ουρανού όχι σε κύκλους, αλλά σε ελλείψεις που θυμίζουν κάπως το σχήμα του αυγού, χωρίς αυτό να προκαταλαμβάνει την οριστική απάντηση στο δίλημμα για αρχέγονο ον. Ξέρετε, το κοσμικό αυγό από το οποίο προέκυψε τάχα η στραπατσάδα του σύμπαντος.
Το δίλημμα για την κότα και τ’ αυγό ταλαιπωρήθηκε στο πέρασμα των αιώνων και θα μπορούσε να πει κανείς ότι ως είδος και πολιτισμός έχουμε στο μεταξύ χάσει και τ’ αυγά και τα καλάθια. Οπως αποδεικνύει άλλωστε και η έκβαση του κατά Αδωνι έσχατου εγχειρήματος για την οντολογία του πληθωρισμού, το διαβόητο kalathi tou noikokyriou, με το οποίο η μέση και κάτω ελληνική οικογένεια εισέρχεται σε ένα εικονικό πτωχοκομείο στο οποίο όλοι οι στρεσογόνοι δείκτες της οικονομίας αίφνης σταματούν να ανεβοκατεβαίνουν και οι άνθρωποι μπαίνουν σε ένα limbo ελάχιστης ύπαρξης, κλείνονται σε ένα αυγό που τους τρέφει με τα άκρως απαραίτητα, όπως το κλωσόπουλο στ’ αυγό της κότας ή το έμβρυο στη μήτρα της μάνας του. Εξ ου και το γνωστό «αγοράκι/κοριτσάκι ρούφα τ’ αυγό σου», μια εξόχως θρεπτική συμβουλή εφόσον τ’ αυγό δεν έχει σαλμονέλα που μπορεί να σε στείλει στο νοσοκομείο, σπανίως και στον άλλο κόσμο, οπότε πιάσ’ τ’ αυγό και κούρευ’ το.
Σε κάθε περίπτωση, στο πτωχοκομικό αυγό του Αδώνιδος μπορεί να μην έχει καπαμά, ούτε καν με αρνίσια αμελέτητα, αλλά έχει τη στοιχειώδη πρωτεΐνη της επιβίωσης, κωλόχαρτο και σταθερό πληθωρισμό.
Επειδή όλες οι τρολιές και οι πλάκες για τα αυγά στο καλάθι του Αδώνιδος έχουν λεχθεί/γραφτεί κι υποθέτουμε ότι το να σαρκάζεις την ακατάσχετη φλυαρία του υπουργού Ανάπτυξης είναι λίγο-πολύ σαν να κλέβεις εκκλησία, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι το σύνδρομο της σαλμονελικής μπούρδας για το αυγό και την κότα, ή για τον πληθωρισμό και την ύφεση, που είναι η τελευταία εκδοχή του κοσμικού διλήμματος, έχει πιάσει και τα ανώτατα κλιμάκια της παγκόσμιας ηγεσίας. Δηλαδή, τους κεντρικούς τραπεζίτες που κυβερνούν τον κόσμο με το κόστος του χρήματος, τα επιτόκια.
Εδώ και τρεις δεκαετίες οι κεντρικοί τραπεζίτες κλωσάνε το κοσμικό αυγό του μονεταρισμού. Το ιερό 2% του πληθωρισμού που έχουν ορίσει, άγνωστο γιατί, ως παγκόσμια φυσική σταθερά. Την προηγούμενη δεκαετία ανησυχούσαν ότι το κλωσόπουλο μέσα στ’ αυγό κινδύνευε να πεθάνει, καθώς ο πληθωρισμός είχε γίνει αρνητικός, οι τιμές έπεφταν, αν και ταυτόχρονα η πλειονότητα των ανθρώπων γινόταν φτωχότερη. Επνιξαν σαν ασυγκράτητα κοκόρια το οικονομικό σύμπαν με το κοσμικό τους σπέρμα, ποταμούς φθηνού χρήματος που φυσικά πήγε στις κατάλληλες τσέπες, και φούσκωναν με περηφάνια πως κατάφεραν να επαναφέρουν το κλωσόπουλο στη ζωή, αλλά πάντα μες στ’ αυγό του.
Ξαφνικά, το κλωσόπουλο ξεπέρασε το ιδεώδες μέγεθος ύπαρξης/ανυπαρξίας, το ιερό 2%, τρύπησε το τσόφλι, άρχισε να τους τσιμπά τη σούφρα. Και, να σου πετιέται ένα θηριώδες, πληθωρι(στι)κό κλωσόπουλο 10%, τα χάνουν τα κοκόρια, κότες έγιναν απ’ τον φόβο τους γιατί τους ξέφυγε το θεριό, κι αναγκάστηκαν να επιστρατεύσουν τα μεγάλα μέσα: αυξήσεις επιτοκίων. Οι κότες έγιναν γεράκια.
Αλλά στο μεταξύ, επειδή η επιθετική αύξηση επιτοκίων και η νομισματική σύσφιγξη, δηλαδή το μάζεμα της χρηματικής ρευστότητας που έσπερναν για δέκα χρόνια, είναι κάτι σαν βασεκτομή για τα κοκόρια και στείρωση για τις κότες και κατ’ επέκταση για όλη την οικονομία (δει δη χρημάτων, που ’λεγε κι ο Δημοσθένης), το κοσμικό δίλημμα για το αυγό και την κότα μετατοπίστηκε σε κάτι πιο βιοτικό: ποιος φταίει για την ύφεση που έρχεται κατά πάνω μας με ταχύτητα φωτός; Ο πληθωρισμός που ξέφυγε από τα κοκόρια του χρήματος ή οι αυξήσεις των επιτοκίων με τις οποίες προσπαθούν να τον μειώσουν; Κι αφού τα κοκόρια κι οι κότες των κεντρικών τραπεζών αυξάνουν τα επιτόκια, γιατί δεν μαζεύεται το θεριό που κλωσούσαν τόσα χρόνια, αλλά το μόνο που πετυχαίνουν είναι να δαγκώνουν με ακριβότερο χρήμα όσο από το εισόδημα των φτωχομεσαίων έχει αφήσει ο πληθωρισμός; Μήπως γιατί αυτό είναι ο πραγματικός στόχος τους; Δηλαδή να μειώσουν τις τιμές μέσω μιας δραστικής αμφίπλευρης μείωσης των εισοδημάτων και τελικά της ζήτησης, κι ας πέσει στην ύφεση το παγκόσμιο κοτέτσι;
«Ναι, αλλά εγώ δεν είμαι Πάουελ και η ΕΚΤ δεν είναι Fed», είπε η Λαγκάρντ που έχει δηλώσει «σοφή κουκουβάγια». Αλλο πτηνό αυτό, αλλά όχι πολύ ευφυέστερο από τα κουτορνίθια, με όλο τον σεβασμό για τις κότες που μας ταΐζουν εδώ και χιλιετίες, ενώ οι κουκουβάγιες δεν νομίζω πως μας έχουν προσφέρει τίποτα, εκτός από το να κοσμήσουν νομίσματα. Σε τι, λοιπόν, ακριβώς υποτίθεται πως διαφέρει ο κόκορας της Ουάσινγκτον από την κότα της Φρανκφούρτης, παρακαλώ; Οποιος έχει καταλάβει κερδίζει μια δεκάδα αυγά κι ένα κοτόπουλο ελευθέρας βοσκής. Να την κάνει ταράτσα την Κυριακή.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
Στην αρχή υπήρχε Νύχτα και Χάος μοναχά, πλατύς Τάρταρος κι Ερεβος μαύρο. Ούτε αέρας υπήρχε ούτε γη ή ουρανός. Τότε μέσα στου Ερέβους τον κόρφο τον απέραντο, έν’ άσπορο αυγό στην αρχή η μαυροφτέρουγη Νύχτα γεννάει. Κι όταν ήρθε ο καιρός, απ’ τ’ αυγό ο ποθητός πρόβαλε Ερωτας. Είχε στις πλάτες δυο φτερούγες που αστράφταν χρυσές, και γοργά στο στροβίλισμα επέτα του ανέμου. Με το Χάος, που κι αυτό φτερωτό ήταν, κρυφά μες στον Τάρταρο ο Ερωτας σμίγει, και το γένος μας έτσι ξεκλώσησε, αυτό μες στο φως πρωτανέβασε κιόλας.
Αριστοφάνη, «Ορνιθες»
No comments:
Post a Comment