Saturday, May 27, 2023

Οι υπεραξίες μιας ήττας

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 27-28/5/2023


Ο Τ. υπενθυμίζει σχεδόν καθημερινά τη φράση «από ήττα σε ήττα μέχρι την τελική νίκη». Την αποδίδει στον Παδούρα, αν και η αρχική εκδοχή του προέρχεται από ένα κείμενο που η έγραψε η Λούξεμπουγκ μετά την αιματηρή καταστολή της γερμανικής επανάστασης το 1919, πιθανότατα λίγες ώρες πριν από τη δολοφονία της. «Μέχρι τώρα οι επαναστάσεις δεν μας έδωσαν τίποτε άλλο παρά ήττες. Ωστόσο αυτή η αναπόφευκτη συσσώρευση ηττών εγγυάται τη μελλοντική νίκη» έγραφε η Ρόζα, με μια ιστορική αισιοδοξία που έρχεται σε τραγική αντίθεση με το γεγονός ότι λίγο μετά έγινε η ίδια αιματηρή «πρώτη ύλη» της Ιστορίας και της νίκης που ακόμη αναμένεται.

Ηττα, νίκη, θρίαμβος, όλεθρος. Βαριές κουβέντες από τις οποίες μάλλον λείπει το αληθινό βάρος της Ιστορίας, όταν αφορούν απλώς αναμετρήσεις της εκλογικής και κοινοβουλευτικής ρουτίνας. Δεν το πάω στο κλασικό αναρχικό σύνθημα «αν οι εκλογές μπορούσαν ν’ αλλάξουν τον κόσμο θα ήταν παράνομες». Αλλά για να νιώθει κανείς το ασήκωτο βάρος μιας ήττας στην κοινωνική και πολιτική αναμέτρηση για τη διακυβέρνηση (δεν λέω «για την εξουσία», γιατί ακόμη κι ένας μαθητής μπορεί να καταλάβει τη διαφορά), πρέπει προηγουμένως να έχει γευτεί κάποια νίκη. Οπότε ρωτώ: πότε ακριβώς νίκησε η ευρύτερη Αριστερά τον τελευταίο μισό αιώνα, ώστε να νιώθει ασήκωτο τώρα το βάρος αυτής της εκλογικής ήττας; Το 1974; Το 1981; Το 1989 μήπως; Το 2012; Τον Ιανουάριο του 2015; Μήπως τον Ιούλιο του 2015; Ή μήπως τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου;

Παρ’ ότι αυτός ο αναστοχασμός αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ και τον ντουβρουντζά της Κυριακής της 21ης Μαΐου, είναι προφανές ότι το εκλογικό σοκ αφορά την πολύ ευρύτερη Αριστερά, δηλαδή και αυτούς που δεν τον ψήφισαν και δεν επρόκειτο να τον ψηφίσουν και αθροίζουν τις εκλογικές υπεραξίες ή ζημίες που κατέγραψαν τα εντός ή εκτός Βουλής της μίας μέρας κόμματα και σχήματα που ψήφισαν. Οσοι αυτοπροσδιορίζονται και νιώθουν αριστεροί, παρά τη χαρά, πικρία, επιβεβαίωση ή ακόμη και χαιρεκακία που αισθάνθηκαν για την καταβύθιση του ΣΥΡΙΖΑ, είναι βέβαιο ότι ταυτόχρονα τρομάζουν για τη δεξιά-ακροδεξιά υπεροπλία των 3 εκατ. και πλέον ψηφοφόρων (πάνω από το 50% όσων ψήφισαν) που αποτελούν τη μεγάλη δεξαμενή του συστήματος Μητσοτάκη και των «Ηνωμένων Δυνάμεων του Αστισμού», οι οποίες πλέουν σε πελάγη οικονομικής ευφορίας. Ευφορίας γιατί τα καλύτερα και τα περισσότερα (χρήματα) έρχονται.

Είναι ακόμη ασαφές αν αυτά τα αισθήματα ενοχής ή φόβου στο ευρύτερο αριστερό ακροατήριο θα πυροδοτήσουν κάποιου είδους πολιτική και εκλογική «φιλανθρωπία» υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο το ψυχολογικό υπόστρωμα αυτής της αριστερής αμφιθυμίας είναι μια καθαρή αυταπάτη, μια ψευδαίσθηση. Η ψευδαίσθηση ότι η εκλογική μετατόπιση του κοινωνικού σώματος από το 2012, στην κορύφωση της μνημονιακής κρίσης, και μετά ήταν η νέα «κανονικότητα», η νέα φυσική σταθερά του κομματικού συστήματος. Το περιεχόμενο αυτής της ψευδαίσθησης; Η Αριστερά μέσω του βασικού νέου πόλου της, του ΣΥΡΙΖΑ, έχει εδραιωθεί πλέον στον ατελή δικομματισμό της νέας εποχής, το βαθύ κράτος και η οικονομική εξουσία της χώρας, η εγχώρια και η ευρωπαϊκή, έχουν συμφιλιωθεί με την εναλλαγή στη διακυβέρνηση μιας δύναμης που έχει μεν προέλθει από τη ριζοσπαστική αριστερά, αλλά έχει υποστεί όλες τις αναγκαίες συστημικές μεταλλάξεις ώστε να μη διακινδυνεύονται τα θεμελιώδη του ταξικού και γεωπολιτικού status quo της χώρας.

Το ενδεχόμενο αυτή η νέα «κανονικότητα» να ήταν μια παρένθεση ανοχής που ήρθε η ώρα να κλείσει το είχε άραγε αναλογιστεί κανείς; Μάλλον όχι. Αλλά να πια είναι τα νέα δεδομένα: ο κύκλος της μεγάλης μνημονιακής τραγωδίας έκλεισε, η χώρα έχει γίνει αγνώριστη (και όχι με την καλή έννοια). Μια τεράστια ανασύνθεση στην παραγωγική βάση και στην επιχειρηματική ελίτ έχει συντελεστεί, η ώσμωση κράτους και επιχειρηματικού τομέα έχει βαθύνει, ο κρατικοδίαιτος καπιταλισμός έχει θεσμοποιηθεί, το πολιτικό σύστημα έχει πλήρως προσαρμοστεί στους κανόνες της ευρωπαϊκής κυριαρχίας, η ελληνική κοινωνία των 2/3 έχει αφομοιώσει (αντιφατικά ίσως, αλλά πάντως σχεδόν αδιαμαρτύρητα) τις βασικές αρχές του νεοφιλελευθερισμού, μια δεκαετία που υπόσχεται πολύ και νέο πλούτο ξεκινά, τουλάχιστον μέχρι την επόμενη κρίση που μπορεί να πυροδοτηθεί από οποιοδήποτε μέρος του πλανήτη και να σκάσει την εγχώρια φούσκα ευφορίας. Αυτή η νέα συνθήκη του ανασυντεταγμένου εγχώριου αστικού μπλοκ και των διεθνών χορηγών του ίσως χρειάζεται μια εντελώς νέα πολιτική και κομματική οικοσκευή. Στην οποία μπορεί να μη μένει και πολύς χώρος για τα έπιπλα της Αριστεράς, όσες προσαρμογές, συμβιβασμούς και στρογγυλέματα κι αν κάνει.

Η βασική υπεραξία αυτής της ήττας
για το ευρύτερο «αριστεροχώρι» είναι η ευκαιρία να βγει από τη φούσκα της αυταπάτης και της αυταρέσκειας, να αποκτήσει μια επίγνωση των ορίων της και να ξανασυστηθεί στα κοινωνικά στρώματα που υποτίθεται ότι είναι προορισμένο να εκφράζει. Τη φτωχολογιά, τη μισθωτή εργασία, τους ανέργους, τους νέους της επισφάλειας και της εργασιακής περιπλάνησης, τα θύματα της τραπεζικής τοκογλυφίας, τους περιττούς της μεγάλης ευφορίας, τους πληβείους της κοινωνικής πυραμίδας. Η μόνη νίκη που μπορεί να οραματίζεται η όποια υπαρκτή Αριστερά είναι η δικαίωση των αδικημένων. Υπέρ αυτών υπάρχει άλλωστε, σωστά;



ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

Ολόκληρο το μονοπάτι του σοσιαλισμού -σε ό,τι αφορά την επαναστατική πάλη- είναι στρωμένο με συντριπτικές ήττες και μόνο. Κι όμως, την ίδια στιγμή, η Ιστορία προελαύνει χωρίς δισταγμό, βήμα το βήμα προς την τελική νίκη! Πού θα ήμασταν σήμερα χωρίς αυτές τις «ήττες», από τις οποίες αντλούμε ιστορική πείρα, κατανόηση, δύναμη και ιδεαλισμό; Σήμερα, όπως προχωράμε προς την τελευταία μάχη του προλεταριακού ταξικού πολέμου, στέκουμε πάνω στα θεμέλια αυτών ακριβώς των ηττών, και δεν θα μπορούσαμε χωρίς καμία από αυτές, γιατί η κάθε μία συμβάλλει στη δικιά μας δύναμη και κατανόηση.

Ρόζα Λούξεμπουργκ, «Η τάξη βασιλεύει στο Βερολίνο» (Ιανουάριος 1919)

No comments:

Post a Comment