Η Εφημερίδα των Συντακτών, 2-5/6/2023
Η καθημερινή όψη των πόλεων και των γειτονιών, ειδικά στην Αθήνα, μου θυμίζει λίγο κινηματογραφικά επίκαιρα της χούντας. Και γενικώς εικόνες δεκαετίας του 1960. Ως γενιά της αντιπαροχής, που μετέτρεψε την Αθήνα και τις άλλες μεγαλουπόλεις σε ατέλειωτες κοιλάδες σκυροδέματος, ανακαλώ τα στερεότυπα και σύμβολα της εργολαβικής εποποιίας: την μπετονιέρα με τον εκκωφαντικό θόρυβό της, το κομπρεσέρ, το καρότσια, τα πτυοσκάπανα, να αναβατόρια, τα φορτηγά, τους εκσκαφείς, τις ξύλινες σκαλωσιές, τους ανθρώπους που σκαρφάλωναν πάνω τους με ακροβατική δεξιότητα. Και, φυσικά, το μυστρί. Α, ναι, το μυστρί, που στα χέρια των υπουργών της χούντας γινόταν πανίσχυρο όπλο προπαγάνδας. «Η Ελλάδα απ’ άκρου εις άκρον αποσκάπτεται», έλεγε ο αφηγητής των κινηματογραφικών επικαίρων, που τα βλέπαμε λίγο πριν από το αμερικανικό γουέστερν, τον Ξανθόπουλο ή το τουρκικό μελό, που τότε έκανε σουξέ στα συνοικιακά σινεμά. «Αποσκάπτεται», «ανασκάπτεται» ή «εκσκάπτεται», έλεγε ο εκφωνητής; Δεν είμαι σίγουρος, αλλά η λέξη απέπνεε την εικόνα μας Ελλάδας απέραντου εργοταξίου ιδιωτικών και δημόσιων έργων. Και στην κατακλείδα, ένας Παττακός ή ένας Μακαρέζος με το μυστρί στο χέρι να ρίχνει δυο-τρεις δόσεις τσιμέντο και να τοποθετεί τη μαρμάρινη πλάκα με τα απαραίτητα credits: «Ενεκαινιάσθη επί εθνικής κυβερνήσεως…».
Η προπαγανδιστική βιτρίνα των χουντικών επικαίρων δεν ήταν εντελώς ψευδής. Η χώρα ήδη από τα τέλη του εμφυλίου, αλλά κυρίως από τις αρχές της δεκαετία του ’60, βρίσκεται σε οικοδομικό οργασμό, με παράλληλη ανάπτυξη δημόσιων και ιδιωτικών έργων που υπηρετούσαν άναρχα και χωρίς σχέδιο την ατελή εκβιομηχάνιση και μαζική αστικοποίηση-προλεταριοποίηση του πληθυσμού της υπαίθρου. Ολοι έπρεπε να κάνουν κάτι: οι εργολάβοι να βρουν οικόπεδα και να σηκώσουν πολυκατοικίες, οι επιχειρηματικοί όμιλοι να στήσουν μεγάλες μονάδες διύλισης πετρελαίου ή παραγωγής εσωρούχων, το εμπορικό κεφάλαιο να χτίσει μικρά ή μεγάλα καταστήματα λιανικής, η ΔΕΗ να επεκτείνει το δίκτυο και τις συνδέσεις της, η ΕΥΔΑΠ να διευρύνει την αποχέτευση και την ύδρευση όπου πήγαινε το κεφάλαιο και ο πληθυσμός, ο ΟΤΕ να κάνει τις τηλεφωνικές συνδέσεις, το κράτος να φτιάξει δρόμους, σχολεία, στοιχειώδεις υποδομές, οι δήμοι να δώσουν μορφή στις άμορφες οικιστικές μάζες που αναπτύσσονταν εκτός σχεδίου, με τη διάσωση κάποιων ελάχιστων δημόσιων χώρων.
Ως παιδί, θυμάμαι ότι όλη αυτή η οικοδομική ένταση είχε πολύ θόρυβο και πολλή σκόνη. Δεν την ανακαλώ για λόγους νοσταλγίας –παίζει κι αυτή, γιατί κατά κανόνα τα καλύτερά μας χρόνια είναι τα παιδικά–, αλλά για να επισημάνω μια ειδοποιό διαφορά: σε όλα τα μικρά και μεγάλα έργα, δημόσια και ιδιωτικά, στα φρεάτια που άνοιγε η ΕΥΔΑΠ, στα σκάμματα που άνοιγε η ΔΕΗ για να υψώσει τις ξύλινες ή τσιμεντένιες κολόνες της, στα οδικά έργα που διέκοπταν τον δρόμο μας και μας έστελναν στο παρακάτω στενό, υπήρχε τουλάχιστον μια διακριτική πινακίδα που προειδοποιούσε: «Προσοχή, έργα ΕΥΔΑΠ», «Προσοχή, έργα ΔΕΗ», «Προσοχή, έργα Δήμου Αθηναίων». Λογική προειδοποίηση, αν ένα παιδί έπεφτε στο αφύλακτο όρυγμα και χτυπούσε, ήξερες τουλάχιστον εναντίον ποιου μπορεί να στραφεί η οικογένεια για μια στοιχειώδη αποζημίωση. Ακόμη και οι ιδιώτες που για τις ανάγκες μιας οικοδομής έπρεπε να καταλάβουν μέρος του δημόσιου δρόμου, φρόντιζαν να αναρτήσουν κάπου ένα πρόχειρο χαρτί που έλεγε από ποιον έχουν πάρει άδεια για την κατάληψη, έστω κι αν την είχαν αποσπάσει με την αλάνθαστη μέθοδο της εξαγοράς. Λογικά, αν είστε από 40 ετών και πάνω, έχετε ανάλογες εικόνες.
Ρίξτε τώρα μια ματιά σε ό,τι δημόσιο ή ιδιωτικό έργο είναι σε εξέλιξη από το κέντρο της Αθήνας μέχρι τις γειτονιές όλων των μεγάλων δήμων. Πάρτε τον Μεγάλο Περίπατο του Μπακογιάννη, αυτής της ανόητης και δαπανηρής επινόησης που έχει μετατρέψει τον κεντρικότερο δρόμο της Αθήνας σε ένα ατέλειωτο γιαπί. Τρία ολόκληρα χρόνια, σχεδόν όλη η θητεία του μεγάλου ανασκαφέα της Πολιτείας του Πλάτωνα, έχουν περάσει με ένα διαρκές ράβε ξήλωνε. Κανείς δεν ξέρει ποιος ακριβώς κάνει έργα κάθε φορά σ’ αυτόν τον διάδρομο του ενός χιλιομέτρου. Ο ΔΕΔΔΗΕ; Η ΔΕΗ; Η ΕΥΔΑΠ; Οι εργολάβοι του δήμου; Δεν υπάρχει η παραμικρή σήμανση, προειδοποίηση. Υπάρχει μόνο η θρασεία κατάληψη του δημόσιου χώρου από ιδιώτες χωρίς την ελάχιστη, τυπική δήλωση ταυτότητας του καταληψία, για το ενδεχόμενο λογοδοσίας.
Πηγαίνετε τώρα σε οποιαδήποτε γειτονιά της Αθήνας, όπου, καθώς οι θητείες των δημοτικών αρχών τελειώνουν, βιάζονται να ρίξουν όλα τα ταμειακά διαθέσιμα ή τα «μπόνους» του ΕΣΠΑ και του Ταμείου Ανάκαμψης που έχουν αποσπάσει για να παραδώσουν επιτυχώς τα υπεσχημένα ή και τα έξτρα. Η χαρά των εργολάβων, το μεγαλύτερο μέρος της σημαντικής αύξησης της οικοδομικής δραστηριότητας είναι δημόσια έργα. Πεζόδρομοι, επεκτάσεις πεζοδρομίων, οδοστρώματα, αναπλάσεις πλατειών. Ιχνος σήμανσης, ποιος κάνει, για ποιον το κάνει, τι κάνει. Στον ίδιο δρόμο που πριν από έναν μήνα στρώθηκε φρέσκια άσφαλτος, τώρα ένα συνεργείο σκάβει στην άκρη του, μια ασπροκόκκινη πλαστική κορδέλα και μια φωτοτυπία «μην παρκάρετε» είναι η μόνη προειδοποίηση. Ποιος σκάβει; Η ΕΥΔΑΠ, η ΔΕΗ, ο ΔΕΔΔΗΕ, η Cosmote, η Vodafone, η Wind που στρώνουν οπτικές ίνες και υπόσχονται να τη φέρουν στην πόρτα σας; Από ποιον πήρε άδεια να σκάψει, να ξηλώσει οδόστρωμα και πεζοδρόμιο, να αφήσει παρατημένα μπάζα, να προκαλέσει αναστάτωση στην κυκλοφορία; Πού δηλώνει το έργο, τον σκοπό, τον προϋπολογισμό, την πηγή χρηματοδότησής του; Πουθενά. Κι αναρωτιέται κανείς αν ακόμη και αυτή η στοιχειώδης υποχρέωση αναφοράς στα συγχρηματοδοτούμενα από την Ε.Ε. έργα έχει με κάποιο ντρόπο καταργηθεί με ένα από τα αριστοτεχνικά νομοθετικά τρικ της κυβέρνησης-μπουλντόζα.
Ποιος καταλαμβάνει μια πλατεία για να ανοίξει φρεάτιο του μετρό χωρίς να ρωτήσει κανέναν, χωρίς να αναρτήσει έστω μια πινακίδα; Ποιος μαντρώνει έναν χώρο αναψυχής με λαμαρίνες στο όνομα κάποιας ασαφούς ανάπλασης χωρίς άδεια; Ποιος έχει καταστήσει την αστυνομία και τα ΜΑΤ «σεκιουριτάδες» για να απωθούν τους απορημένους και θυμωμένους κατοίκους από τους λιγοστούς δημόσιους χώρους; Ποιος καταργεί «με το έτσι θέλω» τους λιγοστούς χώρους ελεγχόμενης στάθμευσης της Αθήνας και τους μετατρέπει σε προέκταση του ιδιωτικού εργοταξίου του, την ώρα που οι δημοτικοί υπάλληλοι, λίγα μέτρα πιο κάτω, κόβουν αβέρτα κλήσεις ακόμη και για καθυστέρηση; Από πού αντλούν την εξουσία οι καταληψίες του δημόσιου χώρου να φέρονται ως ιδιοκτήτες της χώρας, των πλατειών, των δρόμων, των πεζοδρομίων, των βουνών, των κάμπων, των ακτών της;
Η απάντηση στα ρητορικά αυτά ερωτήματα είναι μία: Μητσοτάκης Α.Ε. Η χώρα, εδώ και πολλές δεκαετίες, ήταν «πεδίο βολής» των επιχειρηματικών ελίτ, αλλά ήταν η διακυβέρνηση της Ν.Δ. που έκανε το ποιοτικό και θεσμικό άλμα να τους την εκχωρήσει κατά νομή, κατοχή και κυριότητα.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
Ηρθαν κύριοι με τσάντες και μεζούρες,
μέτρησαν το οικόπεδο, άνοιξαν χαρτιά,
οι εργάτες έδιωξαν τα περιστέρια,
ξήλωσαν το χαγιάτι, έριξαν το σπίτι,
σβήσαν ασβέστη μες στον κήπο,
φέραν τσιμέντο, στήσαν σκαλωσιές –
θα χτίσουν κι άλλη πολυκατοικία.
Ρίχνουν τα ωραία σπίτια ένα ένα,
τα σπίτια που μας ανάστησαν από μικρά,
με τα φαρδιά παράθυρα, τις ξύλινες σκάλες,
με τα ψηλά νταβάνια, τις λάμπες στους τοίχους,
τρόπαια λαϊκής αρχιτεκτονικής.
Κατατρέχουν τη γραφικότητα,
τη διώχνουν διαρκώς στην πάνω πόλη,
εκπνέει σαν προδομένη επανάσταση,
σε λίγο δε θα υπάρχει ούτε στις καρτ-ποστάλ,
ούτε στη μνήμη και την ψυχή των παιδιών μας
Ντίνος Χριστιανόπουλος, «Ανυπεράσπιστος καημός», 1958
No comments:
Post a Comment